Παρατηρεῖται τὸ ἑξῆς φαινόμενο στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων: προτιμᾶ ὁ ἄνθρωπος τὸ ψέμα ποὺ τὸν ἐξασφαλίζει, ποὺ τὸν βολεύει, ἔστω καὶ προσωρινά, παρὰ τὴν ἀλήθεια ποὺ τὸν σώζει. Κατόρθωσε καὶ πάλι ὁ «πατὴρ τοῦ ψεύδους», ὁ διάβολος, νὰ χρυσώσῃ τὸ ψέμα καὶ νὰ τὸ κάνῃ νὰ φαίνεται σὰν ἀλήθεια. Σκοπός του εἶναι νὰ ἐξαπατήσῃ, νὰ ξεγελάσῃ, νὰ ἀφανίσῃ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου.
Σήμερα ὁ κόσμος κολυμπᾶ κυριολεκτικὰ μέσα στὸ ψέμα. Ψέμα στὴ δουλειά του καὶ στὶς σχέσεις του μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Τὸ ψέμα πέρνει καὶ δίνει σὲ κάθε ἐκδήλωσι τῆς ζωῆς του. Τὸ ψέμα κατάντησε ἐπιστήμη, ποὺ χρησιμοποιεῖται ἀκόμη καὶ στὶς πιὸ κρίσιμες στιγμὲς τῆς ζωῆς του. Ψέμα στὴ πολιτική, ψέμα στὴ δικαιοσύνη, ψέμα στὴν ἐπιστήμη. Τὸ ψέμα κατήντησε τὸ ἅλας στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων.
Τὸ ψέμα δὲν περιορίστηκε μόνο στὶς κοινωνικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἐπεκτάθηκε καὶ στὶς πνευματικὲς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου. Προτιμᾶ ὁ ἄνθρωπος νὰ θρησκεύῃ, παρὰ νὰ πιστεύῃ. Τὸν ἱκανοποιεῖ τὸ ὅτι ἐκτελεῖ ὁρισμένα θρησκευτικὰ καθήκοντα καὶ τίποτε περισσότερο.
Ἡ θρησκεία μόνη της χωρὶς τὴν πίστι καὶ τὴν μετάνοια, δὲν μπορεῖ νὰ σώσῃ τὸν ἄνθρωπο. Οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ ἀναπαύονται πάνω στὸ μαξιλάρι ποὺ λέγεται θρησκεία. Πῆγα στὴν Ἐκκλησία, ἄναψα τὸ κερί μου, προσευχήθηκα, πῆρα τὸ ἀντίδωρό μου, ἔκανα τὸν ἁγιασμό μου καὶ τώρα εἶμαι ἱκανοποιημένος.
Τὸ ἴδιο χρυσωμένο ψέμα προσέφερε καὶ στοὺς πρωτοπλάστους, λέγοντας ὅτι θὰ γίνουν «ὡς θεοί» καὶ τὸ ἐπέτυχε. Ἔκτοτε παρατηρεῖται αὐτὸ τὸ φαινόμενο: ὁ ἄνθρωπος ἀρέσκεται στὸ ψεῦδος, παρὰ στὴν ἀλήθεια. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ καρδιά του ἔχει κλίσι πρὸς τὸ ψέμα παρὰ πρὸς τὴν ἀλήθεια.
Ἂν ὅμως τοὺς μιλήσεις γιὰ μετάνοια, γιὰ ἐξομολόγησι, γιὰ ἀλλαγὴ ζωῆς, ἐπαναστατοῦν καὶ προτιμοῦν τὸ ψέμα ποὺ τοὺς ἐπαναπαύει, παρὰ τὴν ἀλήθεια ποὺ τοὺς σώζει. Εὐκολώτερα τοὺς ἱκανοποιεῖ ὁ τύπος, παρὰ ἡ ἀλήθεια. Πολὺ σωστὰ τὸ πνεῦμα τὸ Ἅγιο προεῖπε: «ἔσται γὰρ καιρὸς ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ τὰς ἴδιας ἐπιθυμίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι τὴν ἀκοήν, καὶ ἀπὸ μὲν τῆς ἀληθείας τὴν ἀκοὴν ἀποστρέψουσιν, ἐπὶ δὲ τοὺς μύθους ἐκτραπήσονται» (Β' Τιμοθ.4,3-4).
Ἀλλὰ γιατί ἄραγε ὁ ἄνθρωπος ἀρέσκεται στὸ ψέμα καὶ ἀποστρέφεται τὴν ἀλήθεια;
Διότι ἡ ἀλήθεια ξεσκεπάζει, ἀποκαλύπτει, καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν θέλει τὴν ἀλήθεια. Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα ὅτι ἐδῶ εἶναι ἡ κόλασι καὶ ὁ Παράδεισος, παρὰ ἡ ἀλήθεια, ὑπάρχει αἰώνια ζωή, αἰώνια κόλασι. Τὸ ψέμα τὸν ἀναπαύει, τὸν βοηθᾶ στὰ ἁμαρτωλά του σχέδια, τὸ ἄλλο τὸν ταράζει, τὸν ἀνησυχεῖ. Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα, ὅτι ὅλα τελειώνουν στὸν τάφο, διότι μὲ αὐτὸ ναρκώνει τὴ συνείδησί του, ἐνῶ ἡ ἀλήθεια «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν» τοῦ δημιουργεῖ φόβο, ἀνησυχία, γι' αὐτὸ προτιμᾶ τὸ ψέμα. Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ψυχή, ὅτι εἶναι ἕνα κτῆνος, καὶ τίποτε περισσότερο. Ἔτσι εὐκολώτερα ἱκανοποιεῖ τὴ σάρκα καὶ ἐφαρμόζει ἐκεῖνο ποῦ λέγαν οἱ Ἐπικούρειοι: «φάγωμεν πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀπωθνήσκομεν». Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, καὶ μάλιστα προσπαθεῖ μὲ ἐπιχειρήματα νὰ τὸ ἀποδείξη, διότι ἔτσι αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του ἐλεύθερο, ἀδέσμευτο, καὶ μοιάζει μὲ τὴν στρουθοκάμηλο, ποὺ κρύβει τὸ κεφάλι της στὴν ἄμμο γιὰ νὰ μὴ βλέπῃ τὸν κυνηγό.
Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ μόνη δύναμι ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς σώσῃ, νὰ ἀλλάξῃ τὴ ζωή μας, νὰ γκρεμίσῃ καὶ νὰ ξανακτίσῃ τὸν ἄνθρωπο πάνω σὲ θεμέλιο γερό. Ὁ Κύριος εἶπε «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰωάν.8,32).
Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια εἶναι ἀνάγκη νὰ γνωρίσουμε, νὰ ζητήσουμε, νὰ ἐφαρμόσουμε στὴ ζωή μας, ἐὰν θέλουμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ ψεῦδος, ποὺ τόσο ἔντεχνα ὁ διάβολος σκορπᾶ, γιὰ νὰ πλανήσῃ τοὺς ἄνθρωπους σκοτίζοντας τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ φῶς.
Σήμερα ὁ κόσμος κολυμπᾶ κυριολεκτικὰ μέσα στὸ ψέμα. Ψέμα στὴ δουλειά του καὶ στὶς σχέσεις του μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Τὸ ψέμα πέρνει καὶ δίνει σὲ κάθε ἐκδήλωσι τῆς ζωῆς του. Τὸ ψέμα κατάντησε ἐπιστήμη, ποὺ χρησιμοποιεῖται ἀκόμη καὶ στὶς πιὸ κρίσιμες στιγμὲς τῆς ζωῆς του. Ψέμα στὴ πολιτική, ψέμα στὴ δικαιοσύνη, ψέμα στὴν ἐπιστήμη. Τὸ ψέμα κατήντησε τὸ ἅλας στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων.
Τὸ ψέμα δὲν περιορίστηκε μόνο στὶς κοινωνικὲς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ἐπεκτάθηκε καὶ στὶς πνευματικὲς σχέσεις τοῦ ἀνθρώπου. Προτιμᾶ ὁ ἄνθρωπος νὰ θρησκεύῃ, παρὰ νὰ πιστεύῃ. Τὸν ἱκανοποιεῖ τὸ ὅτι ἐκτελεῖ ὁρισμένα θρησκευτικὰ καθήκοντα καὶ τίποτε περισσότερο.
Ἡ θρησκεία μόνη της χωρὶς τὴν πίστι καὶ τὴν μετάνοια, δὲν μπορεῖ νὰ σώσῃ τὸν ἄνθρωπο. Οἱ περισσότεροι χριστιανοὶ ἀναπαύονται πάνω στὸ μαξιλάρι ποὺ λέγεται θρησκεία. Πῆγα στὴν Ἐκκλησία, ἄναψα τὸ κερί μου, προσευχήθηκα, πῆρα τὸ ἀντίδωρό μου, ἔκανα τὸν ἁγιασμό μου καὶ τώρα εἶμαι ἱκανοποιημένος.
Τὸ ἴδιο χρυσωμένο ψέμα προσέφερε καὶ στοὺς πρωτοπλάστους, λέγοντας ὅτι θὰ γίνουν «ὡς θεοί» καὶ τὸ ἐπέτυχε. Ἔκτοτε παρατηρεῖται αὐτὸ τὸ φαινόμενο: ὁ ἄνθρωπος ἀρέσκεται στὸ ψεῦδος, παρὰ στὴν ἀλήθεια. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, ἡ καρδιά του ἔχει κλίσι πρὸς τὸ ψέμα παρὰ πρὸς τὴν ἀλήθεια.
Ἂν ὅμως τοὺς μιλήσεις γιὰ μετάνοια, γιὰ ἐξομολόγησι, γιὰ ἀλλαγὴ ζωῆς, ἐπαναστατοῦν καὶ προτιμοῦν τὸ ψέμα ποὺ τοὺς ἐπαναπαύει, παρὰ τὴν ἀλήθεια ποὺ τοὺς σώζει. Εὐκολώτερα τοὺς ἱκανοποιεῖ ὁ τύπος, παρὰ ἡ ἀλήθεια. Πολὺ σωστὰ τὸ πνεῦμα τὸ Ἅγιο προεῖπε: «ἔσται γὰρ καιρὸς ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ τὰς ἴδιας ἐπιθυμίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι τὴν ἀκοήν, καὶ ἀπὸ μὲν τῆς ἀληθείας τὴν ἀκοὴν ἀποστρέψουσιν, ἐπὶ δὲ τοὺς μύθους ἐκτραπήσονται» (Β' Τιμοθ.4,3-4).
Ἀλλὰ γιατί ἄραγε ὁ ἄνθρωπος ἀρέσκεται στὸ ψέμα καὶ ἀποστρέφεται τὴν ἀλήθεια;
Διότι ἡ ἀλήθεια ξεσκεπάζει, ἀποκαλύπτει, καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν θέλει τὴν ἀλήθεια. Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα ὅτι ἐδῶ εἶναι ἡ κόλασι καὶ ὁ Παράδεισος, παρὰ ἡ ἀλήθεια, ὑπάρχει αἰώνια ζωή, αἰώνια κόλασι. Τὸ ψέμα τὸν ἀναπαύει, τὸν βοηθᾶ στὰ ἁμαρτωλά του σχέδια, τὸ ἄλλο τὸν ταράζει, τὸν ἀνησυχεῖ. Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα, ὅτι ὅλα τελειώνουν στὸν τάφο, διότι μὲ αὐτὸ ναρκώνει τὴ συνείδησί του, ἐνῶ ἡ ἀλήθεια «προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν» τοῦ δημιουργεῖ φόβο, ἀνησυχία, γι' αὐτὸ προτιμᾶ τὸ ψέμα. Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ψυχή, ὅτι εἶναι ἕνα κτῆνος, καὶ τίποτε περισσότερο. Ἔτσι εὐκολώτερα ἱκανοποιεῖ τὴ σάρκα καὶ ἐφαρμόζει ἐκεῖνο ποῦ λέγαν οἱ Ἐπικούρειοι: «φάγωμεν πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀπωθνήσκομεν». Τοῦ ἀρέσει τὸ ψέμα ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός, καὶ μάλιστα προσπαθεῖ μὲ ἐπιχειρήματα νὰ τὸ ἀποδείξη, διότι ἔτσι αἰσθάνεται τὸν ἑαυτό του ἐλεύθερο, ἀδέσμευτο, καὶ μοιάζει μὲ τὴν στρουθοκάμηλο, ποὺ κρύβει τὸ κεφάλι της στὴν ἄμμο γιὰ νὰ μὴ βλέπῃ τὸν κυνηγό.
Ἡ ἀλήθεια εἶναι ἡ μόνη δύναμι ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς σώσῃ, νὰ ἀλλάξῃ τὴ ζωή μας, νὰ γκρεμίσῃ καὶ νὰ ξανακτίσῃ τὸν ἄνθρωπο πάνω σὲ θεμέλιο γερό. Ὁ Κύριος εἶπε «γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰωάν.8,32).
Αὐτὴ τὴν ἀλήθεια εἶναι ἀνάγκη νὰ γνωρίσουμε, νὰ ζητήσουμε, νὰ ἐφαρμόσουμε στὴ ζωή μας, ἐὰν θέλουμε νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὸ ψεῦδος, ποὺ τόσο ἔντεχνα ὁ διάβολος σκορπᾶ, γιὰ νὰ πλανήσῃ τοὺς ἄνθρωπους σκοτίζοντας τὴν ἀλήθεια καὶ τὸ φῶς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου