Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020

Κυριακή Α΄ Λουκά στη Μονή Επανωσήφη (Φώτο)















 

Δόξα του Θεού

 

Εκείνος που αγαπά τον εαυτό του, δεν μπορεί να αγαπά το Θεό. Εκείνος που δεν αγαπά τον εαυτό του εξαιτίας του υπερβολικού πλούτου της αγάπης του Θεού, αυτός αγαπά το Θεό. Ο άνθρωπος αυτός δεν ζητεί ποτέ τη δική του δόξα, αλλά τη δόξα του Θεού. Γιατί εκείνος που αγαπά τον εαυτό του, ζητεί τη δική του δόξα, ενώ εκείνος που αγαπά το Θεό, αγαπά την δόξα του Δημιουργού του. Είναι ιδίωμα της ψυχής που έχει πνευματική αίσθηση και αγαπά το Θεό, το να ζητεί πάντοτε την δόξα του Θεού σε όλες τις εντολές που πράττει και να ευχαριστείται στην δική της ταπείνωση. Γιατί στο Θεό αρμόζει η δόξα για τη μεγαλοσύνη Του, ενώ στον άνθρωπο αρμόζει η ταπείνωση με την οποία γινόμαστε οικείοι του Θεού. Ό,τι και αν κάνομε, ας λέμε πάντοτε και εμείς με χαρά για τη δόξα του Θεού, εκείνο που έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής: «Εκείνος πρέπει να δοξάζεται, ενώ εμείς να μικραίνομε»(Ιων. 3,30). 

(Άγιος Διάδοχος Φωτικής)

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



 Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 4:14-17
Ἀδελφοί, μηκέτι ὦμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι καὶ περιφερόμενοι παντὶ ἀνέμῳ τῆς διδασκαλίας ἐν τῇ κυβείᾳ τῶν ἀνθρώπων, ἐν πανουργίᾳ πρὸς τὴν μεθοδείαν τῆς πλάνης· ἀληθεύοντες δὲ ἐν ἀγάπῃ αὐξήσωμεν εἰς αὐτὸν τὰ πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός. Ἐξ οὗ πᾶν τὸ σῶμα συναρμολογούμενον καὶ συμβιβαζόμενον διὰ πάσης ἁφῆς τῆς ἐπιχορηγίας κατ᾽ ἐνέργειαν ἐν μέτρῳ ἑνὸς ἑκάστου μέρους τὴν αὔξησιν τοῦ σώματος ποιεῖται εἰς οἰκοδομὴν ἑαυτοῦ ἐν ἀγάπῃ. Τοῦτο οὖν λέγω καὶ μαρτύρομαι ἐν Κυρίῳ, μηκέτι ὑμᾶς περιπατεῖν καθὼς καὶ τὰ ἔθνη περιπατεῖ ἐν ματαιότητι τοῦ νοὸς αὐτῶν.

Νεοελληνική απόδοση:
ὥστε νὰ μὴ εἴμεθα πλέον νήπιοι, κυμαινόμενοι καὶ παρασυρόμενοι ἀπὸ κάθε ἄνεμον τῆς διδασκαλίας, μέσα εἰς τὴν δολιότητα τῶν ἀνθρώπων, μέσα εἰς τὴν πανουργίαν τους πρὸς τὸν σκοπὸν τῆς μεθοδικῆς παραπλανήσεως, ἀλλά, ὁμολογοῦντες τὴν ἀλήθειαν ἐν ἀγάπῃ, ἂς αὐξήσωμεν μὲ κάθε τρόπον εἰς αὐτόν, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ Κεφαλή, ὁ Χριστός, ἐκ τοῦ ὁποίου τὸ ὅλον σῶμα, τὸ ὁποῖον συναρμολογεῖται καὶ συγκρατεῖται διὰ τῆς ὑπηρεσίας κάθε ἀρθρώσεως μὲ τὴν ὁποίαν εἶναι ἐφωδιασμένον, διὰ τῆς καταλλήλου δὲ ἐνεργείας κάθε μέρους γίνεται ἡ αὔξησις τοῦ σώματος μὲ σκοπὸν τὴν ἰδίαν του οἰκοδομὴν ἐν ἀγάπῃ. Τοῦτο λοιπὸν λέγω καὶ σᾶς ἐξορκίζω ἐν Κυρίῳ, νὰ μὴ φέρεσθε πλέον ὅπως φέρονται καὶ οἱ ἄλλοι ἐθνικοὶ μέσα εἰς τὰς ματαίας σκέψεις τοῦ νοῦ των,

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



 – Γέροντα, αισθάνομαι την ανάγκη να λέω περισσότερο το «δόξα σοι ο Θεός» παρά το «Κύριε ελέησον». Μήπως δεν είναι σωστό;
– Καλό είναι αυτό, ευλογημένη. Εγώ μπορεί να περάσω ολόκληρη μέρα κάνοντας εργόχειρο και λέγοντας «Δόξα σοι ο Θεός. Δόξα σοι ο Θεός , γιατί ζω. Δόξα σοι ο Θεός, γιατί θα πεθάνω και θα πάω κοντά στον Θεό. Δόξα σοι Θεός, ακόμη και αν με βάλη στην κόλαση και πάρη έναν κολασμένο στον Παράδεισο. Και εάν θέλη να μη με θυμάται στην κόλαση και λυπάται , ας πάρη πολλούς κολασμένους στον Παράδεισο, ώστε η χαρά Του γι’ αυτούς να είναι περισσότερη και να λιγοστέψη η στενοχώρια Του για μένα».
Το «δόξα σοι ο Θεός» να μη λείπη ποτέ από τα χείλη σας. Εγώ, όταν πονάω, το «δόξα σοι ο Θεός» έχω για χάπι του πόνου∙ τίποτε άλλο δεν με πιάνει. Το «δόξα σοι ο Θεός» είναι ανώτερο και από το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Έλεγε ο Παπα- Τύχων : «Το “Κύριε ελέησον” έχει εκατό δραχμές, το “δόξα σοι ο Θεός” έχει χίλιες δραχμές∙ είναι δηλαδή πολύ πιο ακριβό».
Ήθελε να πη ότι ο άνθρωπος ζητάει το έλεος του Θεού από ανάγκη ,ενώ δοξολογεί τον Θεό από φιλότιμο, και αυτό έχει μεγαλύτερη αξία. Συνιστούσε μάλιστα να λέμε το «δόξα σοι ο Θεός», όχι μόνον όταν είμαστε καλά , αλλά και όταν περνάμε δοκιμασίες , γιατί και τις δοκιμασίες τις επιτρέπει ο Θεός για φάρμακα της ψυχής.

Άγιος Παΐσιος Αγιορείτης

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

Ο Χριστός ο Υιός του Θεού

 

Έγινε δε ο Χριστός Yιός ανθρώπου, ενώ ήταν γνήσιος Yιός Θεού, για να κάνει τους υιούς των ανθρώπων παιδιά του Θεού. Γιατί το υψηλό όταν έρχεται σ' επαφή με το ταπεινό, αυτό μεν δεν χάνει τίποτα από τη δόξα του, εκείνο δε, το σηκώνει από την ταπείνωσή του. Aυτό λοιπόν συνέβη και στην περίπτωση του Xριστού. Γιατί και τη δική Του φύση δεν την μείωσε με τη συγκατάβαση και εμάς, οι οποίοι βρισκόμαστε διαρκώς στην ατιμία και το σκοτάδι, μας ανέβασε σε δόξα απερίγραπτη. Έτσι περίπου και ένας βασιλιάς, όταν μιλάει μ' ένα φτωχό και πένητα μ' ενδιαφέρον και εύνοια, τον μεν εαυτό του δεν τον καταισχύνει, ενώ εκείνον τον κάνει να είναι επιφανής σε όλους και ένδοξος... Ώστε όταν ακούς ότι ''ο Λόγος σαρκώθηκε'', να μην θορυβείσαι, ούτε να καταρρέεις. Γιατί η ουσία δεν μεταβλήθηκε σε σάρκα (αυτό είναι ασεβές και να το σκεφτεί κανείς), αλλά παραμένουσα ό,τι είναι, προσέλαβε τη μορφή του δούλου.

 (Ιερός Χρυσόστομος)

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Πρὸς Ἐφεσίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 1:7-17
Ἀδελφοί, ἔχομεν τὴν ἀπολύτρωσιν διὰ τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ, τὴν ἄφεσιν τῶν παραπτωμάτων, κατὰ τὸν πλοῦτον τῆς χάριτος αὐτοῦ, ἧς ἐπερίσσευσεν εἰς ἡμᾶς ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ φρονήσει, γνωρίσας ἡμῖν ὁ Θεὸς τὸ μυστήριον τοῦ θελήματος αὐτοῦ, κατὰ τὴν εὐδοκίαν αὐτοῦ ἣν προέθετο ἐν αὐτῷ· εἰς οἰκονομίαν τοῦ πληρώματος τῶν καιρῶν, ἀνακεφαλαιώσασθαι τὰ πάντα ἐν τῷ Χριστῷ, τά τε ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς· ἐν αὐτῷ, ἐν ᾧ καὶ ἐκληρώθημεν, προορισθέντες κατὰ πρόθεσιν τοῦ τὰ πάντα ἐνεργοῦντος, κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ θελήματος αὐτοῦ, εἰς τὸ εἶναι ἡμᾶς εἰς ἔπαινον τῆς δόξης αὐτοῦ τοὺς προηλπικότας ἐν τῷ Χριστῷ· ἐν ᾧ καὶ ὑμεῖς ἀκούσαντες τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, τὸ Εὐαγγέλιον τῆς σωτηρίας ὑμῶν· ἐν ᾧ καὶ πιστεύσαντες ἐσφραγίσθητε τῷ πνεύματι τῆς ἐπαγγελίας τῷ ἁγίῳ, ὅς ἐστιν ἀρραβὼν τῆς κληρονομίας ἡμῶν, εἰς ἀπολύτρωσιν τῆς περιποιήσεως, εἰς ἔπαινον τῆς δόξης αὐτοῦ. Διὰ τοῦτο κἀγώ, ἀκούσας τὴν καθ᾽ ὑμᾶς πίστιν ἐν τῷ Κυρίῳ ᾽Ιησοῦ καὶ τὴν ἀγάπην τὴν εἰς πάντας τοὺς ἁγίους, οὐ παύομαι εὐχαριστῶν ὑπὲρ ὑμῶν μνείαν ποιούμενος ἐπὶ τῶν προσευχῶν μου, ἵνα ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ Πατὴρ τῆς δόξης, δώῃ ὑμῖν πνεῦμα σοφίας καὶ ἀποκαλύψεως ἐν ἐπιγνώσει αὐτοῦ.

Νεοελληνική απόδοση:
Δι’ αὐτοῦ ἔχομεν τὴν ἀπολύτρωσιν διὰ τοῦ αἵματός του, τὴν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν, σύμφωνα πρὸς τὸν πλοῦτον τῆς χάριτός του, τὴν ὁποίαν πλούσια ἐχάρισε σ’ ἐμᾶς μὲ κάθε σοφίαν καὶ φρόνησιν, καὶ μᾶς ἐγνώρισε τὸ μυστικὸν θέλημά του κατὰ τὴν εὐαρέσκειάν του, τὴν ὁποίαν ἐσχεδίασε ὁ ἴδιος διὰ νὰ πραγματοποιηθῇ κατὰ τὸ πλήρωμα τῶν χρόνων, ὥστε τὰ πάντα, τὰ ἐπουράνια καὶ τὰ ἐπίγεια, νὰ ἑνωθοῦν ἐν τῷ Χριστῷ· ἐν αὐτῷ, διὰ τοῦ ὁποίου ἐγίναμεν κληρονόμοι ἐμεῖς οἱ ὁποῖοι προωρισθήκαμε σύμφωνα πρὸς τὸ σχέδιον ἐκείνου, ὁ ὁποῖος ἐνεργεῖ τὰ πάντα κατὰ τὴν ἀπόφασιν τοῦ θελήματός του, νὰ εἴμεθα εἰς ἔπαινον τῆς δόξης του, ἐμεῖς ποὺ πρῶτοι ἐλπίσαμεν εἰς τὸν Χριστόν. Καὶ σεῖς, ἀφοῦ ἀκούσατε τὸν λόγον τῆς ἀληθείας, τὸ χαρμόσυνον ἄγγελμα τῆς σωτηρίας σας, καὶ τὸ ἐπιστέψατε, ἑνωθήκατε μὲ τὸν Χριστὸν καὶ ἐσφραγισθήκατε μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Θεὸς καὶ τὸ ὁποῖον εἶναι ἀρραβὼν τῆς κληρονομίας μας μέχρι τῆς ἀπολυτρώσεως τοῦ λαοῦ ποὺ ὁ Θεὸς ἀπέκτησε πρὸς ἔπαινον τῆς δόξης του. Διὰ τοῦτο καὶ ἐγώ, ἀφ’ ὅτου ἄκουσα διὰ τὴν πίστιν σας πρὸς τὸν Κύριον Ἰησοῦν καὶ διὰ τὴν ἀγάπην ποὺ ἔχετε πρὸς ὅλους τοὺς ἁγίους, δὲν παύω νὰ εὐχαριστῶ τὸν Θεὸν γιὰ σᾶς, ὅταν σᾶς ἐνθυμοῦμαι εἰς τὰς προσευχάς μου, καὶ ζητῶ νὰ σᾶς δώσῃ ὁ Θεὸς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Πατέρας τῆς δόξης, πνεῦμα σοφίας καὶ ἀποκαλύψεως διὰ νὰ τὸν γνωρίσετε βαθειὰ καὶ νὰ φωτίσῃ τὰ μάτια τῆς καρδιᾶς σας,

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Ὅλα μᾶς διδάσκουν καί μᾶς ὁδηγοῦν στό Θεό.  Ὅλα γύρω μας εἶναι σταλαγματιές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.  Καί τά ἔμψυχα καί τά ἄψυχα καί τά φυτά καί τά ζῶα καί τά πουλιά καί τά βουνά καί ἡ θάλασσα καί τό ἡλιοβασίλεμα καί ὁ ἔναστρος οὐρανός.
Εἶναι οἱ μικρές ἀγάπες, μέσα ἀπ’ τίς ὁποῖες φθάνομε στή μεγάλη Ἀγάπη, τό Χριστό. Ὅλα εἶναι ἅγια, καί ἡ θάλασσα καί τό μπάνιο καί τό φαγητό.  Ὅλα νά τά χαίρεσθε.  Ὅλα μᾶς πλουτίζουν, ὅλα μᾶς ὁδηγοῦν στή μεγάλη Ἀγάπη, ὅλα μᾶς ὁδηγοῦν στό Χριστό.

Αγιος Γέροντας Πορφύριος

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2020

Υπακοή στον πνευματικό κάνουν μόνοι οι ταπεινοί



Θα σας μιλήσω συγκεκριμένα από τη ζωή μου. Όταν ήμουν στη Γαλλία, κατοικούσα με κάποιον ιερομόναχο, νεότερο από εμένα που τον γνώριζα από πολλά χρόνια.
Ήταν πολύ έξυπνος, πολύ σοβαρός κλπ., αλλά δεν καταλάβαινε την υπακοή χωρίς να κάνει παρατηρήσεις. Έλεγε στους άλλους:
«Να υπακούσω χωρίς να καταλαβαίνω, είναι ανόητο. Ποιός είναι ο Γέροντας; Δεν λέει “χρησμούς”, δεν είναι “αλάθητος”, όπως ο Πάπας!Είναι απαραίτητο να καταλαβαίνουμε, αν πρέπει να ακολουθήσουμε τον λόγο του ή όχι».
Αυτό που έλεγε στους άλλους έφθασε κάποτε μέχρις εμένα, και τότε αναγκάσθηκε να με ρωτήσει:
«Είστε αλάθητος;».
Του απάντησα:
«Με την ερώτηση αυτή τα ανατρέπετε όλα, δεν κάνετε παρά το δικό σας θέλημα, και βάζετε εσεις τον εαυτό σας πάνω από μένα».
Αν ο πνευματικός πατέρας ζητά με την προσευχή απάντηση από τον Θεό, αυτή η απάντηση δεν είναι πάντοτε σύμφωνη με τη λογική της καθημερινής ζωής. Ένα πρόσωπο όπως αυτό για το οποίο σας είπα δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτό τον λόγο, του φαίνεται ανόητος και δεν θα τον ακούσει.
«Όταν παίρνουμε πάνω μας το δικαίωμα να κρίνουμε αν ο λόγος του Γέροντα είναι σωστός ή όχι, όπως σας εξήγησα, στην περίπτωση αυτή, εσείς είστε ο κριτής, ακόμη και όταν συμφωνείτε με τον λόγο μου, κατά βάθος δεν ακολουθείτε παρά τη δική σας αντίληψη, το ίδιον θέλημά σας».
Ο άγιος Βαρσανούφιος λέει ότι σε παρόμοιες περιστάσεις δεν θέλει ούτε να καταδικάσει ούτε να δικαιώσει, αλλά δεν φέρει καμιά ευθύνη γι’ αυτούς που υπακούουν μόνο στην περίπτωση όπου βλέπουν στον λόγο του Γέροντά τους ένα νόημα που τους φαίνεται σωστό και αρνούνται να τον ακολουθήσουν, όταν δεν καταλαβαίνουν τι λέει.
Είναι εύκολο να καταλάβετε αυτό που θέλω να πω, ότι πρέπει να ακολουθούμε τον λόγο του ηγουμένου ή του πνευματικού χωρίς να τον κρίνουμε; Τί σημαίνει «χωρίς να τον κρίνουμε;». Είναι δυνατόν κάποιο λογικό πρόσωπο να ενεργεί έτσι; Αλλά ακριβώς ο μοναχισμός είναι το σχολείο όπου μπορούμε να πραγματοποιήσουμε το έργο του ανακαινισμού μας με τη μετάνοια, ως το σημείο που να μπορούμε να ακούσουμε με άμεσο τρόπο τον λόγο του Ίδιου του Θεού.

(αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, τόμος Β, σελ. 254-255)

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



 Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα 2:5-11
Ἀδελφοί, τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.

Νεοελληνική απόδοση:
Ἂς ἐπικρατῇ μεταξύ σας τὸ ἴδιο φρόνημα, τὸ ὁποῖον ὑπῆρχε καὶ εἰς τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν, ὁ ὁποῖος, ἂν καὶ εἶχεν θεϊκὴν ὕπαρξιν, δὲν ἐθεώρησε τὸ ὅτι ἦτο ἴσος πρὸς τὸν Θεὸν σὰν κάτι πρὸς ἁρπαγμόν, ἀλλ’ ἐκένωσε τὸν ἑαυτόν του λαβὼν μορφὴν δούλου, γενόμενος ὅμοιος πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, καί, ἀφοῦ κατὰ τὸ σχῆμα εὑρέθηκε ὡς ἄνθρωπος, ἐταπείνωσε τὸν ἑαυτόν του γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου καὶ μάλιστα θανάτου σταυρικοῦ. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Θεὸς τὸν ὑπερήψωσε καὶ τοῦ ἐχάρισε ὄνομα τὸ ἀνώτερον ἀπὸ κάθε ὄνομα, ὥστε, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, νὰ κάμψῃ κάθε γόνυ τῶν ἐπουρανίων καὶ τῶν ἐπιγείων καὶ τῶν καταχθονίων, καὶ κάθε γλῶσσα νὰ ὁμολογήσῃ ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι Κύριος εἰς δόξαν τοῦ Θεοῦ Πατρός.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

 

«Είπε ο Γέροντας, είπε ο Θεός. Το στόμα του Γέροντος είναι το στόμα του Χριστού» έλεγε ο μακαριστός Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης.
«Σου είπε ο Γέροντας Μη φοβάσαι; Μη φοβάσαι! Αν κάνεις διάκριση σ᾿ ο,τι σου λέει ο Γέροντας, δεν είσαι υποτακτικός, είσαι ελεγκτής του Γέροντος».
Ο παπα Εφραίμ συνέχιζε, ως εξής:
«Όση ευλάβεια έχετε, όση αυταπάρνηση έχετε, όση πίστη έχετε εις τον Γέροντά σας, τόσο και περισσότερο λαμβάνετε.
Εις τον κόσμο αποθνήσκοντας ένας πατέρας έχει μία περιουσία, ας υποθέσουμε τώρα, εκατό δραχμές. Αφήνει τέσσερα παιδιά. Στα τέσσερα παιδιά θα διανείμει είκοσι πέντε, είκοσι πέντε, και είκοσι πέντε. Όλοι θα πάρουν από είκοσι πέντε δραχμές. Η κληρονομία του πατρός των.
Στο πνευματικό δεν ισχύει αυτό, όχι. Ένας έχει πίστη, ευλάβεια αυταπάρνηση, σεβασμό στον Γέροντά του είκοσι βαθμούς, είκοσι βαθμούς θα πάρει πνευματική δύναμη. Ο άλλος έχει δύο, δύο θα πάρει· άλλος έχει ογδόντα, ογδόντα θα πάρει.
Αυτό το λέει και το Ευαγγέλιο. Ο Χριστός είπε: «Ο δεχόμενος υμάς εμέ δέχεται, και ο δεχόμενος εις όνομα μαθητού, μισθόν μαθητού λήψεται, ο δεχόμενος εις όνομα προφήτου, μισθόν προφήτου θα πάρει» (Ματθ. 10,41). Αυτό είναι το πνευματικό. Όση ευλάβεια έχεις εις τον Γέροντα…
Αυτή τη μετάνοια την οποία βάζεις εις τον Γέροντα, «ευλόγησον, Γέροντα», ξέρετε πόση δύναμη έχει; Δεν μπορείτε να την φαντασθείτε εσείς. Αυτός που την πέρασε, αυτός γνωρίζει.
Δεν έχεις ευλογία να πας ένα βήμα αν δεν πάρεις ευλογία απ᾿ τον Γέροντα. Όταν πάρεις ευλογία απ᾿ τον Γέροντα, μη φοβάσαι τίποτα. Βάλε μετάνοια, φίλησε το χέρι του Γέροντά σου και πήγαινε και γίνε αστροναύτης πάνω στη σελήνη· μη φοβάσαι, διότι σε σκεπάζει η ευχή, η υπακοή σε σκεπάζει».

Τρίτη 22 Σεπτεμβρίου 2020

Οι κακοί λογισμοί



 Οι κακοί λογισμοί γεννιούνται γενικά από 2 αιτίες: α) εξωτερική και β) εσωτερική. Η εξωτερική αιτία των κακών λογισμών είναι τα αισθητά αντικείμενα των πέντε αισθήσεων δηλ. από την όραση, την ακοή, την όσφρηση, την γεύση και την αφή. Οι εσωτερικές αιτίες των κακών λογισμών είναι τρεις: α) η φαντασία β) τα πάθη και γ) οι δαίμονες. Και σαν 4 αιτία μπορεί να αναφερει κανείς την διεφθαρμένη κατάσταση της ανθρωπίνης φύσεως, που προήλθε μεν απο την προπατορική αμαρτία, παρένεινε όμως στην φύση και μετά το Βάπτισμα, όχι ως αμαρτία προπατορική, αλλά ως ποινή της προπατορικής αμαρτίας, για αγώνα και δοκιμή του αυτεξουσίου και ανταπόδοση στεφάνων και περισσοτέρων μισθών. Και όπως υπάρχουν βασικά 2 αιτίες των κακών λογισμών, έτσι υπάρχουν και 2 θεραπείες. Έτσι οι εξωτερικές αιτίες των κακών λογισμών θεραπεύονται με την εγκράτεια των 5 αισθήσεων. Αντίθετα οι εσωτερικές αιτίες των κακών λογισμών θεραπεύονται: α) με προσευχή β) με αντίρρηση και γ) με την καταφρόνηση. Το πρώτο δηλ. η προσευχή είναι γνώρισμα των ασθενών, η αντίρρηση είναι γνώρισμα των αγωνιστών και η καταφρόνηση είναι γνώρισμα των θεωρητικών. 

(Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης)

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



 Πρὸς Τιμόθεον Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα 1:8-18
Τέκνον Τιμόθεε, μὴ ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾿ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. Δι᾿ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ᾿ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. Ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ· τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος ῾Αγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ ᾿Ασίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ ῾Ερμογένης. Δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ ᾿Ονησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπαισχύνθη, ἀλλὰ γενόμενος ἐν ῾Ρώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν ᾿Εφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.

Νεοελληνική απόδοση:
 Νὰ μὴ ἐντραπῇς, λοιπόν, τὴν μαρτυρίαν ὑπὲρ τοῦ Κυρίου μας, οὔτε ἐμέ, τὸν φυλακισμένον του, ἀλλὰ κακοπάθησε καὶ σὺ διὰ τὸ εὐαγγέλιον μὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος μᾶς ἔσωσε καὶ μᾶς ἐκάλεσε μὲ κλῆσιν ἁγίαν, ὄχι ἐπὶ τῇ βάσει τῶν ἔργων μας, ἀλλὰ κατὰ τὴν δικήν του πρόθεσιν καὶ χάριν, ἡ ὁποία ἐδόθηκε σ’ ἐμᾶς πρὶν ἀπὸ ὅλους τοὺς αἰῶνας ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ἐφανερώθηκε δὲ τώρα διὰ τῆς ἐμφανίσεως τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος κατήργησε τὸν θάνατον, καὶ ἔφερε εἰς τὸ φῶς ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, διὰ τὸ ὁποῖον μοῦ ἀνετέθη νὰ εἶμαι κῆρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος τῶν ἐθνικῶν. Αὐτὴ εἶναι ἡ αἰτία ποὺ ὑποφέρω αὐτὰ τὰ παθήματα, ἀλλὰ δὲν ἐντρέπομαι, διότι ξέρω ἐκεῖνον εἰς τὸ ὁποῖον ἔχω πιστέψει καὶ εἶμαι πεπεισμένος, ὅτι εἶναι δυνατὸς νὰ φυλάξῃ αὐτὸ ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκα, ἔως ἐκείνην τὴν Ἡμέραν. Ἔχε ὡς ὑπόδειγμα ὑγειῶν διδασκαλιῶν ἐκεῖνα ποὺ ἄκουσες ἀπὸ ἐμὲ διὰ τὴν πίστιν καὶ τὴν ἀγάπην ποὺ ἔχομεν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Φύλαξε διὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, ποὺ κατοικεῖ μέσα μας, τὸ καλὸν ποὺ σοῦ ἔχει ἐμπιστευθῆ ὁ Θεός. Γνωρίζει ὅτι ὅλοι ποὺ ἦσαν εἰς τὴν Ἀσίαν, μὲ ἄφησαν, μεταξὺ τῶν ὁποίων εἶναι ὁ Φύγελλος καὶ ὁ Ἑρμογένης. Εἴθε ὁ Κύριος νὰ δώσῃ ἔλεος εἰς τὴν οἰκογένειαν τοῦ Ὀνησιφόρου, διότι συχνὰ μὲ ἀνακούφισε καὶ δὲν ἐντράπηκε τὴν ἁλυσίδα μου, ἀλλ’ ὅταν ἦλθε εἰς τὴν Ρώμην μὲ ἀναζήτησε μὲ ζῆλον καὶ μὲ εὑρῆκε – εἴθε ὁ Κύριος νὰ τὸν ἀξιώσῃ νὰ βρῇ ἔλεος ἀπὸ τὸν Κύριον κατ’ ἐκείνην τὴν Ἡμέραν – καὶ πόσας ὑπηρεσίας προσέφερε εἰς τὴν Ἔφεσον, γνωρίζει σὺ καλύτερα.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



 «Έχω εντολή από τον άγγελό μου να μην πω σε κανέναν τίποτα….»
Να σου πω κι ένα περιστατικό που μας συνέβη, όπου αν δεν είχε χάρισμα ο Γέροντας (Ιωσήφ ο Ησυχαστής), λίγο έλειψε να μας φάει (ο μισόκαλος) ένα καλογέρι μέσα από τα χέρια μας.
Εκεί στον Άη- Βασίλη κοινοβίασε σ΄εμάς ένας βλάχος ο «πάτερ Γιάννης» πολύ ευλαβής, αλλά απλός άνθρωπος. Για ένα διάστημα όμως σταμάτησε να λέει τους λογισμούς του στον Γέροντα. Τον φωνάζει ο Γέροντας:
«Δεν έχεις κανένα λογισμό να εξομολογηθείς;».
«Όχι, όχι πολύ καλά είμαι».
Εν τω μεταξύ στην προσευχή ο Γέροντας αισθανόταν μεγάλην ανησυχίαν για τον πάτερ Γιάννην. Μια φωνή τούλεγε ότι ο πάτερ Γιάννης δεν είναι καλά. Μου λέει λοιπόν ο Γέροντας:
«Φώναξε γρήγορα τον πάτερ Γιάννη». Τον φωνάζω.
Έρχεται και του λέει ο Γέροντας αυστηρά:
«Θέλω να μου εξομολογηθείς τους λογισμούς σου».
«Μα Γέροντα δεν έχω τίποτε…».
Ο Γέροντας τον στρίμωξε: «δεν θα φύγεις, αν δεν εξομολογηθείς».
Τότε αναγκάστηκε να αρχίσει και να λέει μασημένα:
Ευλόγησον Γέροντα αλλά έχω εντολή από τον άγγελό μου να μην πω σε κανέναν τίποτα. Να, με την ευχή σου αξιώθηκα τον τελευταίον καιρό και προσεύχομαι με τον άγγελό μου μαζί.
Αλλά αφού με ανάγκασες ευκαιρία είναι να σχωρεθούμε για ότι τυχόν σου έφταιξα, διότι συμφωνήσαμε αύριο βράδυ να κατεβούμε μαζί στον παπα-Ματθαίον, να κοινωνήσω και μετά θα κατέβη ο προφήτης Ηλίας να παραλάβει με πύρινο άρμα την ψυχή μου».
Μόλις τον άκουσε ο Γέροντας του δίνει έναν μπάτσον πάνε και τα άρματα παν κι οι αναβάτες.
«Βρε πλανεμένε – του λέει- σ΄έβαλε ο μισόκαλος στο χέρι να σε ρίξει από κανέναν κρημνόν να πας εις την κόλασιν κι εσύ δεν μιλάς;».
«Μα Γέροντα είναι δυνατόν;».
«Περίμενε και θα δης αν είναι δυνατόν».
Το ίδιο βράδυ, την ώρα που είχε την επίσκεψη του «αγγέλου» να σου και του φανερώνεται – αυτήν την φορά όμως όχι μετασχηματισμένος σε άγγελον – αλλά πραγματικός ο πονηρός με κέρατα και του λέει αγριεμένα:
«Δεν σου είπα παλιοκαλόγερε να μην πεις το μυστικό μας στον Γέροντα;
Αχ και φθηνά μου την γλύτωσες. Εγώ καλά το κατάστρωσα να σε γκρεμίσω.
Μόλις άκουσε ο πάτερ Γιάννης έφριξε. Έτρεξε αμέσως στον Γέροντα και έπεσε στα πόδια του και τον ευγνωμονούσε.
Βλέπετε πόσος κίνδυνος υπάρχει όταν ο καλόγερος κρύβει τους λογισμούς του;
—————————————————-
Από το βιβλίο
Ο ΓΕΡΩΝ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
Ιωσήφ Μ. Δ.

Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2020

Κυριακή μετά την Ύψωση στη Μονή Επανωσήφη (Φώτο)



















 

Ο φόβος του Θεού




Ας έχουμε μπροστά μας σταθερά τον φόβο του Θεού. Τίποτε δεν βλάπτει περισσότερο τον άνθρωπο που τον οδηγεί στην απώλεια, όπως το να χάσει αυτήν την άγκυρα. Όπως τίποτε άλλο δεν τον σώζει περισσότερο, όσο το να προσβλέπει διαρκώς εκεί... Σκέψου πόσο μεγάλη ασφάλεια απολαμβάνουμε, όταν έχουμε μπροστά μας το Θεό. Πουθενά δεν θα μας πειράξει ο Διάβολος, αν ζούμε διαρκώς με τον φόβο και την παρουσία του Θεού και θα ματαιοπονεί... Αν όμως διαπιστώσει, ότι περιφερόμαστε χωρίς χαλινάρια, μπορεί εύκολα να μας αποπλανήσει. 
(Ιερός Χρυσόστομος)

Αγιογραφικό ανάγνωσμα


 
Πρὸς Γαλάτας Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 4:8-21
Ἀδελφοί, τότε μὲν οὐκ εἰδότες Θεὸν ἐδουλεύσατε τοῖς μὴ φύσει οὖσι θεοῖς· νῦν δὲ γνόντες Θεόν, μᾶλλον δὲ γνωσθέντες ὑπὸ Θεοῦ, πῶς ἐπιστρέφετε πάλιν ἐπὶ τὰ ἀσθενῆ καὶ πτωχὰ στοιχεῖα, οἷς πάλιν ἄνωθεν δουλεύειν θέλετε; ἡμέρας παρατηρεῖσθε καὶ μῆνας καὶ καιροὺς καὶ ἐνιαυτούς. Φοβοῦμαι ὑμᾶς μήπως εἰκῇ κεκοπίακα εἰς ὑμᾶς. Γίνεσθε ὡς ἐγώ, ὅτι κἀγὼ ὡς ὑμεῖς· ἀδελφοί, δέομαι ὑμῶν. οὐδέν με ἠδικήσατε· οἴδατε δὲ ὅτι δι᾽ ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς εὐηγγελισάμην ὑμῖν τὸ πρότερον· καὶ τὸν πειρασμόν μου τὸν ἐν τῇ σαρκί μου οὐκ ἐξουθενήσατε οὐδὲ ἐξεπτύσατε, ἀλλὰ ὡς ἄγγελον Θεοῦ ἐδέξασθέ με, ὡς Χριστὸν ᾽Ιησοῦν. Τίς οὖν ἦν ὁ μακαρισμὸς ὑμῶν; μαρτυρῶ γὰρ ὑμῖν ὅτι εἰ δυνατὸν τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν ἐξορύξαντες ἂν ἐδώκατέ μοι. Ὥστε ἐχθρὸς ὑμῶν γέγονα ἀληθεύων ὑμῖν; Ζηλοῦσιν ὑμᾶς οὐ καλῶς, ἀλλὰ ἐκκλεῖσαι ὑμᾶς θέλουσιν, ἵνα αὐτοὺς ζηλοῦτε. Καλὸν δὲ ζηλοῦσθαι ἐν καλῷ πάντοτε, καὶ μὴ μόνον ἐν τῷ παρεῖναί με πρὸς ὑμᾶς, τεκνία μου, οὓς πάλιν ὠδίνω ἄχρις οὗ μορφωθῇ Χριστὸς ἐν ὑμῖν· ἤθελον δὲ παρεῖναι πρὸς ὑμᾶς ἄρτι, καὶ ἀλλάξαι τὴν φωνήν μου, ὅτι ἀποροῦμαι ἐν ὑμῖν. Λέγετέ μοι, οἱ ὑπὸ νόμον θέλοντες εἶναι, τὸν νόμον οὐκ ἀκούετε;

Νεοελληνική απόδοση:
Ἀλλὰ τότε, ἐπειδὴ δὲν ἐγνωρίζατε τὸν Θεόν, ἤσαστε δοῦλοι εἰς ὄντα, τὰ ὁποῖα κατ’ οὐσίαν δὲν εἶναι θεοί. Τώρα ὅμως, ἀφοῦ ἐγνωρίσατε τὸν Θεὸν ἢ μᾶλλον ἐγνωρισθήκατε ἀπὸ τὸν Θεόν, πῶς ἐπιστρέφετε πάλιν εἰς τὰ ἀδύνατα καὶ πτωχὰ στοιχεῖα, εἰς τὰ ὁποῖα πάλιν θέλετε νὰ εἶσθε δοῦλοι ὅπως καὶ πρίν; Φυλάττετε ὡρισμένας ἡμέρας καὶ μῆνας καὶ ἐποχὰς καὶ ἔτη. Φοβοῦμαι μήπως μάταια ἐκοπίασα γιὰ σᾶς. Ἀδελφοί, σᾶς ἱκετεύω νὰ γίνετε ὅπως εἶμαι καὶ ἐγώ, διότι καὶ ἐγὼ ἤμουν ὅπως ἐσεῖς. Δὲν μοῦ ἐκάνατε κανένα κακό. Ξέρετε ὅτι τὴν προηγουμένην φοράν, ἕνεκα σωματικῆς ἀσθενείας ἐκήρυξα σ’ ἐσᾶς τὸ εὐαγγέλιον καὶ παρ’ ὅλον ὅτι τὸ σῶμά μου ἦτο γιὰ σᾶς πειρασμός, δὲν μὲ περιφρονήσατε οὔτε ἀηδιάσατε ἀλλὰ μὲ ἐδεχθήκατε σὰν ἄγγελον Θεοῦ, σὰν Χριστὸν Ἰησοῦν. Ποῦ εἶναι λοιπὸν ἡ ἱκανοποίησις ποὺ αἰσθανθήκατε; Διότι ἐγὼ μαρτυρῶ γιὰ σᾶς ὅτι ἐὰν ἦτο δυνατὸν καὶ τὰ μάτια σας θὰ ἐβγάζατε καὶ θὰ μοῦ τὰ ἐδίνατε. Ὥστε ἔγινα τώρα ἐχθρός σας, ἐπειδὴ σᾶς λέγω τὴν ἀλήθειαν; Αὐτοὶ οἱ διαστρέφοντες τὸ εὐαγγέλιον δείχνουν ζῆλον γιὰ σᾶς ὄχι πρὸς τὸ καλόν, ἀλλὰ θέλουν νὰ σᾶς ἀποκλείσουν ἀπὸ τὸ ἀληθινὸ εὐαγγέλιον, διὰ νὰ ἔχετε ζῆλον γι’ αὐτούς. Εἶναι ὡραῖον πρᾶγμα νὰ εἶναι κανεὶς ζηλευτὸς διὰ τὸ καλόν, πάντοτε καὶ ὄχι μόνον ὅταν εἶμαι κοντά σας. Παιδιά μου, γιὰ τὰ ὁποῖα πάλιν δοκιμάζω πόνους γέννας ἕως ὅτου μορφωθῇ μέσα σας ὁ Χριστός. Πόσον θὰ ἤθελα νὰ εἶμαι τώρα μαζί σας καὶ νὰ ἀλλάξω τὸν τόνον τῆς φωνῆς μου, διότι βρίσκομαι εἰς ἀμηχανίαν γιὰ σᾶς. Πέστε μου σεῖς, οἱ ὁποῖοι θέλετε νὰ εἶσθε ὑπὸ τὸν νόμον, δὲν ἀκοῦτε τὸν νόμον;

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



 Όσο ο άνθρωπος καταφρονεί αυτόν τον κόσμο και εντρυφά στον Θείο φόβο, τόσο περισσότερο τον εγγίζει η Θεία Πρόνοια. 
Τόσο αισθάνεται μέσα του τη βοήθειά Της και τόσο του χαρίζονται…
καθα­ροί λογισμοί, ώστε να κατανοεί όλα τα κινήματά τους. Και αν κανείς στερηθεί εκούσια τα κοσμικά αγαθά, τότε, κατά το μέτρο που τα στερείται, κατά το ίδιο μέτρο δέχεται και το έλεος του Θεού και στηρίζεται από τη φιλανθρωπία Του.
Δόξα νά ‘χει Εκείνος που μας σώζει και με τα δεξιά μέσα, δηλαδή με τιςευλογίες και τα χαρίσματα, αλλά και με τα αριστερά, δηλαδή με τις θλίψειςκαι τους πειρασμούς. Γιατί με όλα αυτά μας δίνει ο Θεός αφορμή, ώστε να ανακαλύψουμε το σκοπό και το νόημα της ζωής μας.
Τις ψυχές λοιπόν εκείνων που δεν είναι σε θέση με τη δική τους προαίρεση να ανακαλύψουν το σκοπό και το νόημα της ζωής τους, τις οδηγεί στην αρετή με τις ακούσιες θλίψεις.
Γιατί και εκείνος, ο φτωχός Λάζαρος, δεν ήταν φτωχός επειδή το ήθελε να είναι έτσι. Είχε σώμα πληγωμένο και τον βασάνιζαν δυο φοβερές πληγές, η μια χειρότερη από την άλλη. Στο τέλος όμως τον τίμησε ο Θεός, χαρίζοντάς του μια θέση στους κόλπους του Αβραάμ.
Ο Θεός είναι πολύ κοντά στην πονεμένη ψυχή, η οποία στρέφεται σ’ Αυτόν και Του μιλάει με θλίψη. Και αν κάποτε επιτρέπει να στερηθούμε όσα έχουν σχέση με την ανάπαυση του σώματος ή επιτρέπει να μας βρει κάποια άλλη θλίψη, αυτό το κάνει για το καλό μας.
Επιτρέπει να πειρασθούμε, μέχρι το σημείο που μπορούμε να υπομείνουμε, όπως ακριβώς κάνει και ο γιατρός, όταν χειρουργεί κάποιον βα­ριά άρρωστο. Στην ψυχή όμως συμπεριφέρεται ο Κύριος με τόση μεγάλη φιλανθρωπία, όση είναι και η σκληρότητα της θλίψης που εκείνος υπομένει.
Όταν λοιπόν δεν επικρατεί μέσα σου ο πόθος του Χριστού έτσι, ώστε να παραμένεις ατάραχος σε κάθε θλίψη σου και να την ξεπερνάς, έχοντας αυτή την εσωτερική χαρά και την αγάπη Του, μάθε ότι ο κόσμος ζει μέσα σου περισσότερο από τον Χριστό. Και όταν η φτώχια, η αρρώστια, η φθορά του σώματος ή ο φόβος που τα ακολουθεί, ταράζουν την ψυχή σου και της στερούν τη χαρά της ελπίδας που προέρχεται από τον Κύριο, μάθε ότι μέσα σου ζει η αγάπη για το σώμα σου και όχι ο Χριστός.
Και για να το πούμε με δυο λόγια: Εκείνο, του οποίου η αγάπη επικρατεί στην ψυχή σου, αυτό και ζει μέσα σου.
Αν τώρα θέλεις να τα έχεις όλα πλούσια και να έχεις και την υγεία σου, για να αισθάνεσαι ασφάλεια, μάθε ότι είσαι άρρωστος στο μυαλό και δεν έχεις ποτέ γευθεί τη δόξα του Θεού.
Αυτά δεν τα λέω για να σε κατηγορήσω, αλλά για να σου δείξω πόσο υστερείς σε τελειότητα, έστω και αν, σε μερικά θέματα, νομίζεις πως ακο­λουθείς τον τρόπο της σκέψης και της ζωής των αγίων Πατέρων που έζησαν πριν από μας.
Και μη μου πεις ότι δεν υπήρξε ποτέ άνθρω­πος, ο οποίος δεν ξεπέρασε ψυχικά τη θλίψη της αρρώστιας. Γιατί τότε και εγώ θα σου πω:
Όταν το σώμα είναι βυθισμένο στους πειρασμούς και στις θλίψεις, τότε ο πόθος του Χριστού μπορεί να υψώσει το νου έτσι, ώστε ο άνθρωπος να τα ξεπεράσει όλα, χωρίς να τον αγγίσει καθόλου η λύπη.
Θα αφήσω κατά μέρος την αναφορά στους αγίους Μάρτυρες, μήπως και δεν αντέξω να σταθώ μπρος στο βάθος και στη σκληρότητα των παθημάτων τους. Και ακόμα, μήπως και δεν μπορέσω να περιγράψω πόσο η δύναμη της αγάπης του Χριστού τους χάρισε τόσο μεγάλη υπομονή, ώστε αυτή να ξεπεράσει την βαθιά θλίψη και την αγάπη του σώματος.
Αλλ’ άς τα αφήσουμε τώρα αυτά. Γιατί και μόνο η ανάκλησή τους στη μνήμη του ανθρώπου, είναι ικανή να προξενήσει, εξαιτίας της έντασης και της σκληρότητάς τους, πολλή δυσθυμία και θλίψη στην ψυχή του.
Ας αναφερθούμε τώρα σε μερικούς φι­λοσόφους, οι οποίοι δεν ήταν καν χριστιανοί. Ένας απ’ αυτούς έβαλε κάποτε κανόνα στον εαυτό του να φυλάξει για μερικά χρόνια σιωπή. Όταν το έμαθε αυτό ο βασιλιάς των Ρωμαίων, του έκανε πολλή εντύπωση και θέλησε να τον γνωρίσει. Διέταξε λοιπόν και τον έφεραν μπροστά του.
Και όταν τον έφεραν, ο βασιλιάς του έκανε διάφορες ερωτήσεις. Αυτός όμως δεν έδινε καμιά απάντηση. Θύμωσε τότε ο βασιλιάς, γιατί το θεώρησε προσβολή και ασέβεια στο αξίωμά του και διέταξε να τον θανατώσουν. Ο φιλόσοφος όμως καθόλου δεν ταράχθηκε. Ο βασιλιάς βέβαια έδωσε εντολή στους δήμιους να τον θανατώσουν, μόνο στην περίπτωση που εκείνος από φόβο υποχωρούσε και καταπα­τούσε τον κανόνα της σιωπής, που είχε βάλει στον εαυτό του. Διαφορετικά, αν ο φιλόσοφος τηρούσε απαραβίαστα τον κανόνα του, τους είπε να μην τον θανατώσουν, αλλά να τον φέρουν πάλι στο παλάτι ζωντανό.
Όταν λοιπόν ο μελλοθάνατος φιλόσοφος έφθασε στον τόπο της εκτέλεσης, δέχθηκε από όλους πιέσεις, ώστε να αναγκασθεί να λύσει τον κανόνα του, για να γλυτώσει έτσι το θάνατο. Αυτός όμως δεν υποχωρούσε γιατί σκεπτόταν:
Είναι προ­τιμότερο να υπομείνω για λίγο τον πόνο και την επιθανάτια ταλαιπωρία και να τηρήσω τον κανόνα μου -για τον οποίο τόσον καιρό αγωνίσθηκα- παρά να νικηθώ από το φόβο του θανάτου και να προσβάλλω τη σοφία μου, από το φόβο της αναπάντεχης συμφοράς που με βρήκε.
Μ’ αυτή λοιπόν τη σκέψη παραμένοντας ατάραχος, άπλωσε ο φιλόσοφος το κεφάλι του, για να το αποκόψει με το ξίφος ο δήμιος.
Ο δήμιος όμως σταμάτησε την εκτέλεση και όλοι έτρεξαν στο παλάτι και είπαν τα καθέκαστα στον βασιλιά. Και εκείνος, θαυμάζοντας την αρετή και τη δύναμη του φιλόσοφου, τον απέλυσε με πολύ σεβασμό.
Πολλοί άλλοι επίσης αρχαίοι φιλόσοφοι καταπάτησαν τη φυσική επιθυμία. Αλλοι υπέμειναν με πολλή ευκολία τη συκοφαντία και τις ύβρεις. Αλλοι έδειξαν υποδειγματική υπομονή σε φο­βερές αρρώστιες και τις σήκωσαν, χωρίς να τους καταπιεί η θλίψη και χωρίς να τους καταβάλει η δύναμη της συμφοράς. Και αν όλοι αυτοί υπέφε­ραν όλα τα δεινά από κενοδοξία, διατηρώντας κούφια ελπίδα, πόσο περισσότερο πρέπει να τα υποφέρουμε εμείς, που έχουμε κληθεί σε κοινωνία με τον αληθινό Θεό!
Μακάρι και όλοι εμείς, αδελφοί μου, να αγωνισθούμε, ώστε να αποκτήσουμε το χάρισμα αυτό της υπομονής, με τις ευχές της Υπεραγίας Δέσποινάς μας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, και όλων εκείνων των Αγίων, οι οποίοι, με τους ιδρώτες των αγώνων τους και την υπομονή τους, ευαρέστησαν στον Χριστό.
Σ’ Αυτόν πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύ­νηση και στον συνάναρχο Πατέρα Του και στο συναΐδιο και ομοφυές και ζωαρχικό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος