Κάποιοι αδελφοί από τη σκήτη ξεκίνησαν να επισκεφθούν τον αββά Αντώνιο. Μπήκαν λοιπόν σ΄ένα καράβι για να πάνε και σ΄αυτό βρήκαν έναν άλλο Γέροντα, που ήθελε κι αυτός να πάει εκεί. Δεν τον γνώριζαν όμως αυτόν οι αδελφοί. Καθισμένοι λοιπόν μέσα στο καράβι ανέφεραν μεταξύ τους αποφθέγματα Πατέρων ή ρητά από τη Γραφή και από ανάμεσα για το εργόχειρό τους. Ο Γέροντας έμενε εντελώς σιωπηλός. Σαν βγήκαν στο λιμάνι, παρατήρησαν ότι και ο Γέροντας πήγαινε προς τον αββά Αντώνιο.
Κι όταν έφτασαν εκεί τους είπε ο αββάς Αντώνιος: "Καλή συνοδία βρήκατε τον Γέροντα αυτόν". Και στον Γέροντα είπε: "Καλούς αδελφούς είχες μαζί σου, αββά". Και ο Γέροντας του απαντά: "Καλοί βέβαια είναι, αλλά η αυλή τους δεν έχει πόρτα, και όποιος θέλει μπαίνει στον στάβλο και λύνει το γαϊδούρι".
Και αυτό το είπε, γιατί ό,τι ερχόταν στο στόμα τους, το έλεγαν.
--------
Ο ίδιος βάδιζε κάποτε μαζί με τους μαθητές του, και ένας απ΄αυτούς βρήκε Πάνω στον δρόμο ένα μικρό αρακά χλωρό και λέει στον Γέροντα:
"Πάτερ, μου επιτρέπεις να το πάρω αυτό;"
Τον κοίταξε με απορία ο Γέροντας και του λέει: "Εσύ το έβαλες εκεί;"
"Όχι" απαντά ο αδελφός.
"Και πώς λοιπόν θέλεις να πάρεις -του λέει ο Γέροντας- αυτό που δεν το έβαλες εσύ;"
http://www.orthodoxfathers.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου