Ὅποιος ζεῖ μακρυὰ ἀπὸ τὴν ταραχὴ τοῦ κόσμου κι ἀπὸ τὶς διάφορες ἔγνοιες ποὺ φορτώνουνται οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ ζαλίζουνται, μὲ τὴν ἰδέα πὼς χαίρουνται τὴ ζωή, αὐτὸς λοιπὸν ποὺ ζεῖ ἀποτραβηγμένος μὲ μία μικρὴ κι ἀγαπημένη συντροφιά, αὐτὸς κατὰ τὴν ἰδέα μου, ζεῖ ἀληθινά. Εἶναι σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ περπατᾶ σιγά – σιγὰ καὶ περιεργάζεται καὶ φχαριστιέται ἀπὸ ὅσα βλέπει στὸν δρόμο του, σταματᾶ ὅποτε θέλει, συλλογίζεται, δὲν βιάζεται, ἐνῷ οἱ ἄνθρωποι ποὺ ζοῦνε μὲ πολλὲς σκοτοῦρες καὶ φασαρίες, ἔχοντας τὴν ἰδέα πὼς αὐτὴ εἶναι ἡ πνευματικὴ ζωή, ποὺ τὴ λένε καὶ «ἔντονη, γεμάτη, δυναμικὴ» καὶ μ’ ἄλλα τέτοια τρανταχτερὰ ὀνόματα, αὐτοὶ λοιπὸν μοιάζουνε μὲ κεῖνον ποὺ τρέχει γρήγορα μ’ ἕνα αὐτοκίνητο, καὶ δὲν προφταίνει νὰ δεῖ τίποτα, κι ἔτσι δὲν νοιώθει τίποτα, δὲν αἰσθάνεται τίποτα, δὲν φέρνει στὸ νοῦ του τίποτα....
Πόσο ἔμορφο πράγμα εἶναι νὰ μὴ σὲ ξέρει κανένας, νὰ σ’ ἔχουνε ὅλοι λησμονημένον! Νὰ εἶσαι ἕνα μὲ τὰ μερμηγκάκια, ποὺ πηγαινοέρχουνται βαστώντας στὸ στόμα τους ἕνα κομμάτι ἄχυρο! Νὰ εἶσαι ἕνα μὲ τὰ πεταλούδια, αὐτὰ τὰ πετάμενα λουλούδια, ποὺ δὲν πετᾶνε ψηλότερα ἀπὸ τὰ μικρὰ δεντράκια μας. Νὰ εἶσαι ἀδερφὸς μὲ τὶς χρυσόμυγες, μὲ τὰ μικρὰ ζουζούνια, ποὺ βουσβουνίζουνε χαρούμενα καὶ ψάχνουνε ἀνάμεσα στὰ φύλλα καὶ στὰ ἄνθια ποὺ μοσκοβολοῦνε! Ἕνα μὲ τὰ πουλάκια ποὺ κελαϊδοῦνε ἀξέγνοιαστα ἀποπάνω μας. Μὲ τὸν τζίτζικα, ποὺ φωνάζει καθισμένος ἀπάνω στὸ δέντρο, ντερβίσης ποὺ δὲν φροντίζει γιὰ τίποτα.
Ναί. Θέλω νὰ εἶμαι κι ἐγὼ ἕνα ἀπ’ αὐτά, νὰ ζῶ ἀνάμεσά τους.
Δὲν θέλω νὰ εἶμαι ἄνθρωπος, τὸ πονηρότατο αὐτὸ πλάσμα, ποὺ ἀπὸ τὴν πονηριά, ἀπὸ τὴ φιλοδοξία κι ἀπὸ τὴν ἀχορταγιά, δὲν ἔχει καιρὸ νὰ ζήσει, κι εἶναι ὁλοένα φουρτουνιασμένος!
Φώτη Κόντογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου