Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
κε΄ 1 - 13
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν δέκα παρθένοις, αἵτινες λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν ἐξῆλθον εἰς ἀπάντησιν τοῦ νυμφίου. 2πέντε δὲ ἦσαν ἐξ αὐτῶν φρόνιμοι καὶ αἱ πέντε μωραὶ. 3αἵτινες μωραὶ λαβοῦσαι τὰς λαμπάδας ἑαυτῶν οὐκ ἔλαβον μεθ' ἑαυτῶν ἔλαιον· 4αἱ δὲ φρόνιμοι ἔλαβον ἔλαιον ἐν τοῖς ἀγγείοις αὐτῶν μετὰ τῶν λαμπάδων αὐτῶν. 5χρονίζοντος δὲ τοῦ νυμφίου ἐνύσταξαν πᾶσαι καὶ ἐκάθευδον. 6μέσης δὲ νυκτὸς κραυγὴ γέγονεν· ἰδοὺ ὁ νυμφίος ἔρχεται, ἐξέρχεσθε εἰς ἀπάντησιν αὐτοῦ. 7τότε ἠγέρθησαν πᾶσαι αἱ παρθένοι ἐκεῖναι καὶ ἐκόσμησαν τὰς λαμπάδας αὐτῶν. 8αἱ δὲ μωραὶ ταῖς φρονίμοις εἶπον· δότε ἡμῖν ἐκ τοῦ ἐλαίου ὑμῶν, ὅτι αἱ λαμπάδες ἡμῶν σβέννυνται. 9ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι λέγουσαι· μήποτε οὐκ ἀρκέσῃ ἡμῖν καὶ ὑμῖν· πορεύεσθε δὲ μᾶλλον πρὸς τοὺς πωλοῦντας καὶ ἀγοράσατε ἑαυταῖς. 10ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν ἀγοράσαι ἦλθεν ὁ νυμφίος, καὶ αἱ ἕτοιμοι εἰσῆλθον μετ' αὐτοῦ εἰς τοὺς γάμους, καὶ ἐκλείσθη ἡ θύρα. 11ὕστερον δὲ ἔρχονται καὶ αἱ λοιπαὶ παρθένοι λέγουσαι· κύριε κύριε, ἄνοιξον ἡμῖν. 12ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐκ οἶδα ὑμᾶς. 13γρηγορεῖτε οὖν, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται.
Νεοελληνική απόδοση:
«Ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν θὰ μοιάσῃ μὲ δέκα παρθένους, αἱ ὁποῖαι, ἀφοῦ ἐπῆραν τὶς λαμπάδες τους, ἐβγῆκαν εἰς προϋπάντησιν τοῦ νυμφίου. Πέντε ἀπὸ αὐτὲς ἦσαν μωραὶ καὶ πέντε φρόνιμοι. Αἱ μωραὶ, ὅταν ἐπῆραν τῖς λαμπάδες, δὲν ἐπῆραν μαζί τους λάδι. Αἱ φρόνιμαι ἐπῆραν λάδι εἰς τὰ δοχεῖα μαζὶ μὲ τὶς λαμπάδες τους. Ἐπειδὴ δὲ ὁ νυμφίος ἐβράδυνε, εἶχαν ὅλες νυστάξει καὶ ἐκοιμῶντο. Κατὰ τὰ μεσάνυχτα ὅμως, ἀκούσθηκε φωνή, «Νὰ ὁ νυμφίος ἔρχεται, βγῆτε νὰ τὸν προϋπαντήσετε». Τότε ἐσηκώθηκαν ὅλαι αἱ παρθέναι ἐκεῖναι καὶ ἐτοίμασαν τὶς λαμπάδες τους. Αἱ μωραὶ εἶπαν εἰς τὰς φρονίμους, «Δῶστε μας ἀπὸ τὸ λάδι σας, διότι αἱ λαμπάδες μας σβήνουν». Ἀπεκρίθησαν δὲ αἱ φρόνιμοι, «Ὑπάρχει φόβος μήπως δὲν φθάσῃ τὸ λάδι γιὰ μᾶς καὶ γιὰ σᾶς. Πηγαίνετε καλύτερα εἰς τοὺς πωλητὰς καὶ ἀγοράστε διὰ τὸν ἑαυτόν σας». Ἀλλ’ ἐνῷ αὐταὶ ἐπήγαιναν νὰ ἀγοράσουν, ἦλθε ὁ νυμφίος καὶ ὅσες ἦσαν ἕτοιμες ἐμπῆκαν μαζί του εἰς τοὺς γάμους καὶ ἔκλεισε ἡ πόρτα. Κατόπιν, ἔρχονται καὶ αἱ ἄλλαι παρθένοι καὶ ἔλεγαν, «Κύριε, Κύριε, ἄνοιξέ μας». Ἐκεῖνος δὲ ἀπεκρίθη, «Ἀλήθεια σᾶς λέγω, δὲν σᾶς ξέρω». Ἀγρυπνεῖτε λοιπόν, διότι δὲν ξέρετε οὔτε τὴν ἡμέραν οὔτε τὴν ὥραν κατὰ τὴν ὁποίαν ἔρχεται ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου