Τετάρτη 3 Ιουλίου 2024

Περί νοεράς προσευχής



Προς νέον ερωτήσαντα περί προσευχής
Η πράξη της νοεράς προσευχής είναι να βιάσεις τον εαυτό σου να λες συνεχώς την ευχή με το στόμα αδιαλείπτως. Στην αρχή γρήγορα να μην προφθάνει ο νους να σχηματίζει λογισμό μετεωρισμού. Να προσέχεις μόνο στα λόγια: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όταν αυτό πολυχρονίσει, το συνηθίζει ο νους και το λέει και γλυκαίνεσαι σαν να έχεις μέλι στο στόμα σου και θέλεις όλο να το λες. Αν το αφήνεις στενοχωριέσαι πολύ.
Όταν το συνηθίσει ο νους και χορτάσει -το μάθει καλά- τότε το στέλνει στη καρδιά. Επειδή ο νους είναι ο τροφοδότης της ψυχής και ό,τι καλό ή πονηρό δει ή ακούσει το κατεβάζει στη καρδιά που είναι το κέντρο της σωματικής και πνευματικής δυνάμεως του ανθρώπου, ο θρόνος του νου· όταν ο ευχόμενος κρατά το νου του να μη φαντάζεται τίποτε, αλλά προσέχει μόνο στα λόγια της ευχής, τότε αναπνέοντας ελαφρά με κάποια βία και θέληση δική του τον κατεβάζει στη καρδιά και τον κρατά μέσα κλεισμένο και λέει με ρυθμό την ευχή:
– «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Στην αρχή λέει μερικές φορές την ευχή και παίρνει μία αναπνοή. Κατόπιν όταν συνηθίσει να παραμένει ο νους στη καρδιά, λέει σε κάθε αναπνοή μία ευχή με τον εξής τρόπο: Λέει το «Κύριε Ιησού Χριστέ» στην εισπνοή και το «ελέησόν με» στην εκπνοή. Αυτό ανήκει στην πρακτική μορφή της ευχής έως ότου επισκιάσει και αρχίσει να ενεργεί η Θεία Χάρη. Εάν αυτό δεν διακοπεί, με την χάρη του Χριστού, ακολουθεί η θεωρία.
Λοιπόν παντού λέγεται η ευχή· και όταν κάθεσαι και στο κρεβάτι και περπατώντας και όρθιος. «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε», λέει ο Απόστολος. Δεν προσεύχεσαι μόνο όταν πλαγιάζεις. Θέλει αγώνα· όρθιος, καθιστός. Όταν κουράζεσαι, κάθεσαι και μετά πάλι όρθιος. Να μη σε πιάνει ο ύπνος.
Αυτά λέγονται «πράξις». Δείχνεις την προαίρεσή σου στο Θεό, όλα δε εξαρτώνται απ’ αυτόν εάν σου δώσει. Χωρίς τον Θεό τίποτε δεν γίνεται. Ο Θεός είναι η αρχή και το τέλος. Η Χάρις του τα πάντα ενεργεί. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη.
Αν θέλεις να βρεις το Θεό, μόνο διά της «ευχής», μη βγάλεις αναπνοή χωρίς την ευχή. Πρόσεχε μόνο να μη δέχεσαι φαντασίες. Γιατί το θείο είναι ανείδεο, αφάνταστο, αχρωμάτιστο. Δεν δέχεται συλλογισμούς. Ενεργεί ως αύρα λεπτή μέσα στις σκέψεις μας.
Εάν μπορέσεις να λέγεις την «ευχή» εκφώνως και συνέχεια, σε δύο-τρεις μήνες τη συνηθίζεις και μετά πλησιάζει η Θεία Χάρη και σε ξεκουράζει. Αρκεί να μη σταματήσεις να την λες με το στόμα, χωρίς διακοπή. Όταν την παραλάβει ο νους τότε θα ξεκουρασθείς χωρίς να τη λες με τη γλώσσα . 
Όλη η βία είναι στην αρχή, έως ότου γίνει συνήθεια. Κατόπιν θα την έχεις σ’ όλα τα χρόνια της ζωής σου· θα την λέει ο νους χωρίς κόπο. Μόνο κτύπα ευθέως στη θύρα του θείου ελέους και πάντως ο Χριστός μας θα σου ανοίξει· είναι αδύνατον. Αγάπησέ τον πολύ, για να πάρεις πολύ. Εάν αγαπάς το Χριστό πολύ ή λίγο, θα έχεις την ανάλογη ανταπόδοση.
Λέγε ακαταπαύστα την ευχή· με τη γλώσσα και με το νου. Όταν η γλώσσα κουράζεται ας αρχίζη ο νους. Και πάλιν, όταν ο νους βαρύνεται, η γλώσσα. Μόνον να μην παύεις. Κάμνε μετάνοιες πολλές. Να αγρυπνείς τη νύκτα, όσον μπορείς. 
Και αν ανάψει φλόγα στην καρδιά σου και αγάπη προς το Θεό και ζητείς ησυχία και δεν μπορείς να μείνεις στον κόσμο – διότι μέσα σου ανάβει η ευχή – τότε γράψε μου και έγώ θα σου πω τι θα κάμεις. Εάν πάλι δεν ενεργήσει έτσι η χάρις, άλλα κρατείται ο ζήλος μέχρι του να εφαρμόζεις τις εντολές του Κυρίου προς τον πλησίον, τότε ησύχαζε όπως είσαι, και καλά είσαι μη ζητείς άλλο τίποτε. Τη διαφορά των τριάκοντα, εξήκοντα, εκατόν, θα τη βρεις, όταν διαβάσεις τον Ευεργετινό. Θα βρεις έκεϊ και άλλα πολλά γραμμένα και πολύ θα ωφεληθείς.
Λοιπόν, απαντώ στις άλλες ερωτήσεις σου. Η ευχή έτσι πρέπει να λέγεται με τον ενδιάθετο λόγο. Αλλ’ επειδή στην αρχή δεν την έχει συνηθίσει ο νους, την ξεχνά. Γι’ αυτό την λέγεις, πότε με το στόμα και πότε με το νου. Και αυτό γίνεται μέχρις ότου τη χορτάσει ο νους και γίνει ενέργεια.
Ενέργεια λέγεται εκείνο που, όταν λες την ευχή, αισθάνεσαι μέσα σου χαρά και άγαλλίαση και θέλεις διαρκώς να τη λες. Λοιπόν, όταν παραλάβει ο νους την ευχή και γίνει αυτή η χαρά που σου γράφω, τότε θα λέγεται μέσα σου αδιαλείπτως, χωρίς τη βία τη δική σου. Αυτό λέγεται αίσθησις-ενέργεια- επειδή η χάρις ενεργεί χωρίς τη θέληση του ανθρώπου. Τρώει, περιπατά, κοιμάται, ξυπνά, και μέσα φωνάζει διαρκώς την ευχή. Και έχει ειρήνη, χαρά.
Τώρα, για τις ώρες της προσευχής επειδή είσαι στον κόσμο και έχεις διάφορες μέριμνες,όταν βρίσκεις καιρό κάμνε προσευχή. Άλλα βιάζου συνεχώς να μη αμελήσεις. Για τη «θεωρίαν» που ζητάς, εκεί που είσαι είναι δύσκολο· διότι θέλει απόλυτη ησυχία.
Εγώ αυτό τον καιρό, όλο γράφω σε όσους ρωτούν. Εφέτος ήλθαν από τη Γερμανία μόνο και μόνο να μάθουν για την νοερά προσευχή. Από την Αμερική μου γράφουν με τόση προθυμία. Από το Παρίσι είναι τόσοι, που θερμά ζητούν. Εμείς εδώ στα πόδια μας, γιατί αμελούμε; Μήπως είναι σκάψιμο να φωνάζουμε διαρκώς το όνομα του Χριστού να μας ελεήσει;
Τέλος, επικρατεί και μία σκοτισμένη ιδέα του πειρασμού· ότι, αν λέει κανείς την ευχή, φοβάται μην πλανηθεί· ενώ αυτό είναι πλάνη που λέει.
Οποιος θέλει, ας δοκιμάσει. Και, όταν χρονίσει η ενέργεια της ευχής, θα γίνει Παράδεισος μέσα του. Θα ελευθερωθεί από τα πάθη, θα γίνει άλλος άνθρωπος. Αν δε είναι και στην έρημο, ω! ω! δεν λέγονται τα καλά της ευχής!

(Οσίου Ιωσήφ του Ησυχαστού)
(«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ. Ι.Μ.Φιλοθέου, Αγ. Όρους - αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση)
https://inpantanassis.blogspot.com/

Η μνησικακία κυοφορείται σε μοχθηρή ψυχή



Η μνησικακία είναι η ενθύμηση του κακού που μας έγινε και η σκέψη για εκδίκηση. 
Είναι κακία και πάθος βασανιστικό, γιατί διαφθείρει τη ψυχή, σκοτίζει και ταράζει το νου και την καρδιά. 
Ούτε συγγνώμη καταλαβαίνει, ούτε συμπάθεια· άστοργη και ανελεήμων καθώς είναι, ζητά την ανταπόδοση του κακού. 
Είναι αποτρόπαιη κακία, που κυοφορείται μέσα σε μοχθηρή ψυχή.

Άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως
https://inpantanassis.blogspot.com/

Ανάβοντας ένα κερί για τον εχθρό...



Όταν ξαναήλθε για την εξομολόγηση έλαμπε το πρόσωπό του.
«Πάτερ, αυτό που μου είπατε την τελευταία φορά το εφάρμοσα και είδα σχεδόν άμεσα το αποτέλεσμά του».«Ποιο;», απόρησε ο ιερέας.
«Δεν θυμάμαι για τι μου λέτε.
Και ο καιρός που πέρασε, και οι διάφορες εξομολογήσεις πολλών ανθρώπων που περνούν από το εξομολογητάρι, με κάνουν να μη θυμάμαι τις συζητήσεις που γίνονται κάθε φορά με τον εξομολογούμενο, οπότε να με συμπαθάτε, μα δεν… θυμάμαι».
«Σας είχα εξομολογηθεί την προηγουμένη φορά», είπε ο μεσήλικας άνδρας, «ότι είχα κάποιο πρόβλημα μ’ έναν γείτονα που με ταλαιπωρούσε, και συνεχίζει βέβαια να με ταλαιπωρεί, με τα λόγια τα πειρακτικά που λέει συχνά, με ενέργειες προσβλητικές, και μάλιστα κάποιες που στρέφονται εναντίον και των ίδιων των παιδιών μου.
Ήταν και είναι ακατανόητη για μένα η στάση του, γιατί κοιτάω την όλη βιωτή μου απέναντί του, πώς του συμπεριφέρομαι, κι εγώ και όλη η οικογένειά μου, και δεν βρίσκω κάτι που να του έχουμε φταίξει.
Γι’ αυτό και μέσα μου υπάρχει κάτι σαν αγκάθι, που μερικές φορές με κάνει να δημιουργούνται λογισμοί εκδίκησης απέναντί του, να θέλω να του κάνω ίσως κάποιο κακό…
Συγκρατούμαι βέβαια πάντοτε, γιατί γνωρίζω τον λόγο του Θεού που μας καλεί να αγαπούμε και τους ίδιους τους εχθρούς μας, μα δεν έχω φτάσει σε αυτό το σημείο…».
«Λοιπόν, σε τι έγκειτο η βοήθειά μου την προηγουμένη φορά;», είπε ο ιερέας, ο οποίος σιγά σιγά έφερνε στη μνήμη του τη συνάντησή τους και τι μάλλον του είχε προτείνει να κάνει.
«Πάτερ, λειτούργησε σαν θεραπευτικό φάρμακο η πρότασή σας, τουλάχιστον σ’ εμένα, και θα σας την θυμίσω σύντομα.
Πέρα από το ότι μου θυμίσατε την εντολή βεβαίως του Κυρίου περί αγάπης για όλους και μάλιστα τους ενάντιους σε μας – είναι η εντολή, μου είπατε, που κατεξοχήν αυτή εφαρμοζόμενη μας φέρνει άμεσα μπροστά στον Θεό και μας γεμίζει από τη χάρη Του -, μου επισημάνατε ότι μπορεί να μη βλέπω κάτι εχθρικό δικό μου απέναντι σ’ αυτόν τον συνάνθρωπό μου, μα ίσως ανεπίγνωστα κάτι που είπα ή κάτι που έκανα, κάποια ίσως γκριμάτσα του προσώπου μου, να εκλήφθηκε από αυτόν με αρνητικό τρόπο και να θεώρησε έτσι ότι τον περιφρονώ ή ότι τον εχθρεύομαι.
Εκείνο όμως που έκανα και συνεχίζω να κάνω, και γι’ αυτό πράγματι σας ευγνωμονώ και ευχαριστώ τον Κύριο, είναι ότι πίεσα τον εαυτό μου, κατά τον λόγο σας, να βάζω τον γείτονά μου πρώτον στην προσευχή μου, και κάθε φορά που μπαίνω στην Εκκλησία να ανάψω ένα κεράκι, να το ανάβω κυρίως προς χάρη αυτού.
Πάτερ, ιδίως αυτό το τελευταίο με έκανε να δω την παρουσία της χάρης του Θεού. Γιατί από την πρώτη φορά που το έκανα, ένιωσα μία τέτοια γλύκα στην ψυχή μου που δεν περιγράφεται».
Είπε και σταμάτησε ο αγωνιστής άνθρωπος, ενώ ένα δάκρυ κύλισε από τα κατανυγμένα μάτια του.
Ο ιερέας συγκινήθηκε κι αυτός.
Έστρεψε το βλέμμα του στον Εσταυρωμένο που βρισκόταν στο μικρό εξομολογητάρι και ανέπεμψε νοερά ύμνο για την απειρία της αγάπης Του.
«Πράγματι, το ελάχιστο που κάνουμε», είπε στον χαριτωμένο άνθρωπο, «το παίρνει ο Κύριος και το πολλαπλασιάζει με τέτοιο τρόπο που το κάνει να μοιάζει ατίμητο.
Ο όσιος Γέροντας Πορφύριος, η μεγάλη αυτή μορφή της εποχής μας, δεν έλεγε ότι στα μηδενικά της ζωής μας ο Κύριος, όταν δει το παραμικρό θετικό, βάζει μπροστά το «ένα» και τα κάνει τεράστια και αξιοτίμητα;»
«Πάτερ, δεν ήταν τίποτα αυτό που έκανα, και όμως μου έδωσε αντ’ αυτού ο Κύριος τόση χάρη…», μούσκεψε το μαντήλι του ο μεσήλικας κι έσκυψε το κεφάλι του.
«Να πω και κάτι ακόμη, κύριε Θόδωρε», συμπλήρωσε ο ιερέας, «που το διάβασα τώρα τελευταία και μου έκανε ξεχωριστή εντύπωση.
Το ‘γραψε ένας νέος άνθρωπος που κατάλαβε κι εκείνος προφανώς την αξία και της ελάχιστης προσπάθειας που ευαρεστεί όμως πολύ τον Θεό μας».
«Τι είναι αυτό;», είπε ο Θόδωρος, κι ανασήκωσε το κεφάλι του με ενδιαφέρον.
«Εδώ το έχω», είπε ο πνευματικός.
«Μου έκανε εντύπωση και το αντέγραψα.
Να σας το διαβάσω.
Επιγράφεται: «Μόνο ένα λεπτό!».
«Άλλη μια μέρα πέρασε…
Το συμπέρασμα το ίδιο…
Κενότητα κι απαισιοδοξία.
Κάθε βράδυ απόφαση για αλλαγή, αλλά στο τέλος η ίδια διαπίστωση:
«Πάλι δεν έκανα τίποτα»…
Δεν θα σου μιλήσω για τις γνωστές δικαιολογίες.
Πλέον αυτές έχουν γίνει μια γραφική «πιπίλα» για τον κόσμο… Ναι ξέρω… «Τρέξιμο»… «Άγχος»… «Κρίση»… και πόσα ακόμα… μα η ουσία πού είναι;
Τελικά το ζητούμενό μου είναι ένα: «μόνο ένα λεπτό».
Τόσο χρειάζομαι.
Όχι παραπάνω.
Λίγο χρόνο το πρωί και λίγο το βράδυ.
Λίγα δευτερόλεπτα…
Μα τι λέω; Δευτερόλεπτα;
ΝΑΙ… λίγα δευτερόλεπτα.
Ο Θεός δεν θέλει ώρες.
Μόνο ένα λεπτό να του χαρίσω.
Αυτό θέλει.
Κάποια δεύτερα δοξολογίας.
Ένα «Δόξα τω Θεώ».
Φτάνει να το πω.
Φτάνει να το πιστέψω.
Και πού ξέρεις;
Αύριο μπορεί να γίνουν δύο τα λεπτά…».
«Έχετε δίκιο, πατέρα μου», κούνησε το κεφάλι του ο άνθρωπος.
«Είναι μικρό αλλά δυνατό κείμενο.
Και τόσο… αληθινό!»
«Λοιπόν, κ. Θόδωρε», είπε ο πνευματικός.
«Ασφαλώς δεν ήλθατε σήμερα για να πείτε μόνον αυτό.
Τι έχετε άλλο προς εξομολόγηση;»

Ιστορίες από το εξομολογητάρι
π. Γεωργίου Δορμπαράκη
https://inpantanassis.blogspot.com/

Χωρίς κυκλογυρίσματα



Αρχή της αληθινής ζωής του ανθρώπου είναι ο φόβος του Θεού. 
Αυτός όμως δεν πείθεται να μείνει μέσα στην ψυχή όπου υπάρχει μετεωρισμός σε οτιδήποτε. 
Σοφίσου να βρεις κάποιο τρόπο να βάλεις αφετηρία στο δρόμο σου το φόβο του Θεού· και σε λίγες ημέρες φτάνεις στην πύλη της βασιλείας χωρίς κυκλογυρίσματα του δρόμου.

Άγιος Ισαάκ ο Σύρος
https://inpantanassis.blogspot.com/

Πώς να νικάτε τους λογισμούς



Πολλοί συνάνθρωποί μας, ιδιαίτερα στην σύγχρονη εποχή, υποφέρουν από ψυχικές ασθένειες για ασήμαντες αιτίες.
Η αιτία είναι συνήθως ένας λογισμός, τον οποίο δεν μπόρεσαν να νικήσουν.
Στην επιστολή που έστειλε ο Γέροντας Σωφρόνιος το 1932 στον Δαβίδ Μπάλφουρ μας δίνει πολύ απλές και πρακτικές συμβουλές για το πώς μπορεί ο άνθρωπος να νικά αυτού του είδους τους λογισμούς:
«Οι λογισμοί είναι “δαιμόνια” (δαιμονική ενέργεια).
Όπως υπάρχουν άνθρωποι, τους οποίους είναι αδύνατο να πείσεις με ο,τιδήποτε, έτσι και χειρότερα ακόμη συμβαίνει με τα δαιμόνια.
Αν συνδιαλέγεσαι με τους λογισμούς, αν αντιστέκεσαι σε αυτούς, θα τους αναγκάσεις, στην καλύτερη περίπτωση, να αποχωρήσουν για κάποιο σύντομο διάστημα.
Έπειτα όμως αυτοί πάλι επίμονα και ανένδοτα προτείνουν το δικό τους, επαναλαμβάνοντας ακατάπαυστα και ανόητα το ίδιο, μέχρις ότου παγιδεύσουν τον άνθρωπο στην αμαρτία.
Όταν πετύχουν στο ένα, συνεχίζουν να περιπλέκουν τον άνθρωπο παραπέρα, ωσότου τον οδηγήσουν στον όλεθρο. Γι’ αυτό πρέπει οπωσδήποτε να ενεργείτε όπως διδάσκουν οι Άγιοι Πατέρες.
Παραδοθείτε στο θέλημα του Θεού και μην αρχίζετε οποιονδήποτε διάλογο με τους λογισμούς.
Κάθε λογισμός που διαταράσσει την ειρήνη της καρδιάς και σπέρνει την ταραχή στην ψυχή προέρχεται από τον εχθρό.
Με τη συνέργεια της χάριτος του Θεού σας υπέδειξα τη γνωστή οδό της χριστιανικής ασκήσεως, τον σκοπό προς τον οποίο καλείσθε να βαδίσετε απορρίπτοντας αποφασιστικά κάθε εχθρικό λογισμό».

Από το βιβλίο Αρχιμ. Σωφρονίου, Αγώνας Θεογνωσίας. 
Η αλληλογραφία του Γέροντος Σωφρονίου με τον Δ. Μπάλφουρ, 
Ι.Μ. Τ. Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας 2004, σελ. 53.
https://inpantanassis.blogspot.com/

ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ, ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ!



Δεν υπάρχει χριστιανός, και δη ορθόδοξος, που να μη χρησιμοποιεί το όνομα του Κυρίου Ιησού Χριστού ως αέναη ή διαλειμματική έστω προσευχή του. Το όνομα του Κυρίου αποτελεί για τους εν επιγνώσει χριστιανούς εκείνο που συνοδεύει την αναπνοή τους, ίσως συνιστά την αναπνοή τους, κατά τον γνωστό λόγο του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου «μνημονευτέον του Θεού μάλλον ή αναπνευστέον» - να μνημονεύουμε τον Θεό περισσότερο και από την αναπνοή μας. Ο ίδιος ο Κύριος μιλώντας για την προσευχή ως αδιάλειπτη κοινωνία με τον Θεό έδωσε εντολή για τη χρήση του ονόματός Του ως βασικής προϋποθέσεως προκειμένου να βιώνει ο πιστός τη χάρη και τη χαρά της παρουσίας Του. «Έως άρτι ουκ ητήσασθε ουδέν εν τω ονόματί μου. Αιτείτε και λήψεσθε, ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη». Η επίκληση του ονόματος Εκείνου δημιουργεί τις συνθήκες για να ζει ο άνθρωπος τη χαρά του Θεού. Κι είναι η επίκληση αυτή συνδεδεμένη και με το συγκλονιστικό αποτέλεσμα που επίσης φέρνει, το μαστίγωμα του ίδιου του πονηρού διαβόλου, ο οποίος δεν παύει να αντιμάχεται το πλάσμα του Θεού αλλά και να δέχεται τα «πυρά» του με το παντοδύναμο όπλο που του ’χει δώσει ο Θεός: το όνομα του Υιού του Θεού. «Ιησού ονόματι μάστιζε πολεμίους» υπενθυμίζει ο άγιος της Κλίμακος, ο Σιναḯτης Ιωάννης.
Επικαλούμαστε λοιπόν το όνομα του Κυρίου εν Εκκλησία και εν ατομική προσευχή, αδιάκοπα και εξακολουθητικά. Και φτάνουμε κάποια στιγμή στο σημείο να εγείρουμε τις «ενστάσεις» μας ως προς τα θετικά αποτελέσματα που σημειώνουν οι άγιοί μας. «Δεν νιώθω χαρά μέσα μου». «Νιώθω ένα σφίξιμο που μου προκαλεί και κάποιο άγχος». «Την ώρα που επικαλούμαι το όνομα του Χριστού βλέπω και την έξαψη ταυτοχρόνως και των παθών μου». «Πού βρίσκεται το λάθος μου;»
Ένα είναι το λάθος μας και το επισημαίνουν όλα τα κείμενα της Εκκλησίας μας, αγιογραφικά και πατερικά. Αν η επίκληση του ονόματος του Χριστού από έναν χριστιανό δεν συνοδεύεται από την παράλληλη «εξ όλης της ψυχής, εξ όλης της καρδίας, εξ όλης της διανοίας, εξ όλης της ισχύος» προσπάθεια τηρήσεως των αγίων εντολών Εκείνου, ματαίως κοπιάζει. Όπως σημειώνει ο απόστολος Παύλος για τη χριστιανική ζωή, ότι χωρίς την Ανάσταση του Χριστού και συνεπώς την υπέρβαση του θανάτου θα ήταν μάταιη η πίστη μας, έτσι και η επίκληση του αγίου ονόματος του Κυρίου χωρίς την ταυτόχρονη βίωση των αγίων Του εντολών θα οδηγούσε σε ένα μηδενικό αποτέλεσμα.
 Όταν ήδη από τον ψαλμωδό της Παλαιάς Διαθήκης εξαγγέλλεται ότι «το έλεος Κυρίου επί τους φοβουμένους Αυτόν», δηλαδή για να υπάρξει το έλεος του Θεού στον άνθρωπο απαιτείται να βρίσκεται αυτός στην οδό της εφαρμογής του θελήματός Του – εκεί καταλήγει ο φόβος Κυρίου: στην τήρηση του θεϊκού θελήματος -, όταν ο ίδιος ο Κύριος είπε με απόλυτο τρόπο ότι «ου πας ο λέγων μοι Κύριε, Κύριε, αλλ’ ο ποιών το θέλημα του Πατρός μου του εν Ουρανοίς εισελεύσεται εις την βασιλείαν του Θεού», όταν εξίσου ο Ίδιος απαρχής της δημόσιας δράσεώς Του τόνισε ότι «μακάριοι οι ελεήμονες ότι αυτοί ελεηθήσονται», τότε δεν υπάρχει άλλος δρόμος για την ορθή χρήση του ονόματός Του παρά μόνο της έστω και διά της βίας ωθήσεως της καρδιάς στο να αποδεχτεί τον όποιο συνάνθρωπό του εν αγάπη, να τον συγχωρήσει, να αναδεχτεί το βάρος του, να τον θέσει μέσα στην αγκαλιά του – μία συνέχεια στην πραγματικότητα αυτού που έκανε και κάνει αδιάκοπα ο Κύριος για εμάς.
Κι είναι η στάση αυτή, η με επίγνωση προέκταση της στάσεως του Κυρίου εφόσον συνιστούμε μέλη του σώματός Του, εκείνο που δίνει και την απάντηση στο «σκάνδαλο» που «φρενάρει» την αγαθή διάθεσή μας: «μα, πώς να αγαπήσω τον άλλον που ζει μέσα στην αμαρτία και με αδικεί και με εχθρεύεται;» Πώς μας αγάπησε και μας αγαπά ο Κύριος; Μέσα στις αμαρτίες μας και τις όποιες βρομιές μας. «Όντων ημών αμαρτωλών Χριστός υπέρ ημών απέθανε». Η αγάπη του Κυρίου δεν σταμάτησε λόγω των αμαρτιών μας. Το αντίθετο: μας αγάπησε και θυσιάστηκε για εμάς ακριβώς επειδή ήμασταν βουτηγμένοι σε ό,τι αμαρτωλό και εχθρικό προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Λοιπόν, το ίδιο μας λένε συνεχώς και όλοι οι άγιοί μας: Προεκτείνοντας την αγάπη του Χριστού αγαπάμε τους πάντες και τα πάντα. Όπως ακριβώς έκανε κι Εκείνος. Και την ώρα που βρισκόμαστε στη χαρισματική αυτήν κατάσταση, την ίδια αυτήν ώρα ενεργοποιείται στο ανώτερο δυνατό σημείο και το έλεος του Θεού απέναντί μας. «Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ».
Οπότε, το «Κύριε ελέησον» που λέμε απαιτεί και την καρδιακή προσφορά του ελέους μας και στους άλλους. Ελεώ και ελεούμαι. «Η κρίσις ανίλεως τοις μη πράξασιν έλεος».    

https://pgdorbas.blogspot.com/

Άγιος Οσιομάρτυς Γεράσιμος ο Μεγαλοχωρίτης



Του ΛΑΜΠΡΟΥ Κ.ΣΚΟΝΤΖΟΥ  Θεολόγου – Καθηγητού 
        Τα Άγραφα έγιναν στα χρόνια της τουρκοκρατίας κοιτίδα καλλιέργειας της ελευθερίας και της χριστιανικής πίστεως, λόγω της ιδιομορφίας του εδάφους. Στην ευρύτερη περιοχή αναδείχτηκαν πολλοί άγιοι και Νεομάρτυρες. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος οσιομάρτυρας Γεράσιμος ο Ευρυτάνας. 
       Γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στο Μεγάλο Χωριό της Ευρυτανίας από ευσεβείς γονείς και το βαπτιστικό του όνομα ήταν Γεώργιος. Λόγω της φτώχιας, τον πήρε ο αδελφός του Αθανάσιος, όταν ήταν 11 ετών, στην Κωνσταντινούπολη και τον έβαλε υπάλληλο σε παντοπωλείο κάποιου συντοπίτη του. Κάποια μέρα το αφεντικό του τον έστειλε να πουλήσει γιαούρτια σε πήλινα δοχεία, τα οποία είχε βάλλει σε ένα ταψί. Όμως, από συνεργία του πονηρού, όπως περπατούσε και διαλαλούσε την πραμάτεια του, σκόνταψε σε μια πέτρα, του έπεσε το ταψί, έσπασαν όλα τα πήλινα δοχεία και χύθηκε το γιαούρτι. Ο μικρός Γεώργιος κάθισε σε μια άκρη και έκλαιε γοερά, φοβούμενος τις συνέπειες από το δύστροπο αφεντικό του. Από ένα αντικρινό παράθυρο τον είδε μια τουρκάλα, σύζυγος ονομαστού αγά, η οποία τον μάζεψε στο σπίτι της, τον παρηγόρησε και του υποσχέθηκε πως, αν ήθελε, θα τον έκανε σαν ένα από τα παιδιά της. 
      Στο τουρκικό σπίτι ο Γεώργιος εντυπωσιάστηκε από την πολυτέλεια και τις ανέσεις και μετά από δύο μήνες δέχτηκε να του κάμουν περιτομή, που σημαίνει ότι εξισλαμίστηκε. Ζούσε πλέον ως μουσουλμάνος και απολάμβανε τις ανέσεις του πλουσιόσπιτου. Μάλιστα είχε αποκτήσει την αγάπη και την εύνοια του αγά, ο οποίος, ύστερα από δύο χρόνια τον παρέδωσε σε άλλον ανώτατο αξιωματούχο, ο οποίος, λόγω της υπηρεσίας του, ταξίδευε σε όλα τα Βαλκάνια, έχοντας μαζί του ως πιστό βοηθό του τον Γεώργιο. 
      Μετά από μια μεγάλη περιοδεία γύρισαν στην Πόλη και κάποια στιγμή, κατά θαυμαστό τρόπο, συναισθάνθηκε το μεγάλο λάθος του να αρνηθεί την πίστη του στο Χριστό και να ασπασθεί τη θρησκεία των κατακτητών. Γι’ αυτό αποφάσισε να φύγει κρυφά για την πατρίδα του, όπου με συντριβή και μετάνοια, εξομολογήθηκε στον ιερέα του χωριού του και επανήλθε στην Εκκλησία. Σύχναζε σε ένα ερειπωμένο εξωκλήσι, του Αγίου Γεωργίου, μισή ώρα έξω από το χωριό, όπου προσευχόταν με τις ώρες και έκλαιε ασταμάτητα. Πολλές νύχτες τις περνούσε προσευχόμενος και οδυρόμενος στο εξωκκλήσι.
         Αφού πέρασαν τρία χρόνια απόλυτης συντριβής και μετάνοιας, αποφάσισε να πάει στο Άγιον Όρος, στη Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος και υποτάχτηκε σε κάποιο ενάρετο γέροντα, τον Κύριλλο, ο οποίος τον συμβούλευε και τον παρηγορούσε. Του έμαθε και λίγα γράμματα για να διαβάζει ψυχωφελή αναγνώσματα. Τον συνάρπαζε ιδίως το «Νέον Μαρτυρολόγιον», όπου περιέχονταν τα ηρωικά μαρτύρια των Νεομαρτύρων. Μετά από ένα χρόνο, ζήτησε από τον Κύριλλο να καρεί μοναχός. Ο γέροντας είχε τους ενδοιασμούς του, διότι ήταν σύντομος ο χρόνος δοκιμασίας. Τρεις μήνες τον παρακαλούσε με δάκρυα. Τελικά του επέτρεψε και έλαβε το μοναχικό σχήμα και το όνομα Γεράσιμος. 
       Μετά από τρεις μήνες γνωστοποίησε στο γέροντα την απόφασή του να  πάει να μαρτυρήσει, για να ξεπλύνει το μεγάλο αμάρτημά του. Ο γέροντας φοβήθηκε ότι ήταν δαιμονικός πειρασμός  και τον αποθάρρυνε, παρουσιάζοντας του τις δυσκολίες του μαρτυρίου και το φόβο ενός νέου εξισλαμισμού. Το ίδιο τον αποθάρρυναν και οι άλλοι πατέρες της Σκήτης. Ο Γεράσιμος επανερχόταν κατά καιρούς, αλλά έπαιρνε αρνητική απάντηση. Αυτό κράτησε τρία χρόνια. Κάποια μέρα ο Γεράσιμος ζήτησε την ευχή τους να πάει στην πατρίδα του. Αυτοί κατάλαβαν ότι ζητούσε να πάει στην ιδιαίτερη πατρίδα του, αλλά αυτός εννοούσε την Άνω Ιερουσαλήμ. Έτσι του έδωσαν την ευχή τους. 
      Βάδισε ολοταχώς για την Κωνσταντινούπολη και πήγε στο σπίτι του αγά, όπου στάθηκε μπροστά του και ομολόγησε ότι ήταν παιδικό λάθος του που εξισλαμίστηκε και πως τώρα που μεγάλωσε μεταστράφηκε ξανά στην πίστη στο Χριστό, στον αληθινό Θεό. Ότι άφησε το σκοτάδι και βρήκε το φως. Ο αγάς σαστισμένος, άρχισε να τον συμβουλεύει ότι είναι επικίνδυνο γι’ αυτή του την πράξη και πως αν γινόταν ξανά μουσουλμάνος τον περίμεναν τιμές, αξιώματα και πλούτη. Τρεις ημέρες προσπαθούσε ο αγάς να τον μεταπείσει. Όμως μάταια, ο Γεράσιμος είχε πάρει την απόφασή του, να χύσει το αίμα του για το Χριστό. Ο αγάς, αγαθών διαθέσεων άνθρωπος και επειδή τον αγαπούσε, τον συμβούλεψε να φύγει κρυφά σε ξένο τόπο και να σωθεί. Αλλά ο Γεράσιμος έμεινε αμετάπειστος. Τότε ο αγάς τον παρέδωσε σε σεΐχη να τον αναλάβει εκείνος να τον πείσει. Όμως και πάλι ο Γεράσιμος έμενε σταθερός στη γνώμη του και γι’ αυτό τον παρέδωσε στον τούρκο δικαστή, στον οποίο ομολόγησε και πάλι την πίστη του στο Χριστό.
      Οι παριστάμενοι όρμισαν σαν αιμοβόρα θηρία και τον ξυλοκόπησαν άγρια. Κατόπιν τον έκλεισαν σε φυλακή και του έθεσαν στο στήθος έναν βράχο. Έμεινε εκεί δέκα ημέρες, χωρίς να πάθει τίποτα! Κατόπιν τον ανέκριναν για δεύτερη φορά, αλλά ο Γεράσιμος δήλωσε φωναχτά, με όλη τη δύναμη της φωνής του, ότι «Τον δε γλυκύτατό μου Ιησού Χριστό ουδέποτε Τον αρνούμαι, ακόμα κι αν με καταδικάσεις σε χιλιάδες θανάτους»! Ο δικαστής οργισμένος  έβγαλε την απόφαση: θάνατος διά αποκεφαλισμού!  
        Τον παρέλαβαν οι δήμιοι και τον οδηγούσαν στο Μπαμπά Χουμπάι, κοντά στην Αγιά Σοφιά. Στο δρόμο τον παρακινούσαν να εξισλαμισθεί για να σωθεί, αλλά ο άγιος δεν τους έδινε σημασία. Ζητούσε συγχώρεση από τους περαστικούς  Χριστιανούς. Τη στιγμή της εκτέλεσης του ζητήθηκε από να γονατίσει. Ο Μάρτυρας αναφώνησε: «Μνήσθητί μου, Κύριε» και ο δήμιος του έκοψε το κεφάλι, το οποίο έμεινε για μια ώρα γελαστό, ενώ το σώμα του για ένα τέταρτο γονατιστό! Ένα ουράνιο φως έλαμψε πάνω από το ιερό λείψανο! Ήταν 3 Ιουλίου 1815. Εκείνος μόλις 25 ετών. Το σώμα του το αγόρασαν οι Χριστιανοί και το έθαψαν με τιμές. Λίγο καιρό μετά το μετέφερε ο ευρυτάνας λόγιος κληρικός Κύριλλος Καστανοφύλλης στην Ιερά Μονή Προυσού. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Ιουλίου. 

http://www.nyxthimeron.com/

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Ζ´ 21 - 23
21 Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι, Κύριε Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ὁ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. 22 πολλοὶ ἐροῦσίν μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ, Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν; 23 καὶ τότε ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι Οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν.

Ερμηνευτική απόδοση:
Προσέχετε ἀκόμη, μήπως παραπλανηθῆτε καὶ ἀπὸ τὸν ἑαυτόν σας.Πρέπει νὰ ξεύρετε, ὅτι ὄχι καθένας ποὺ μοῦ λέγει μὲ ἐπίμονον ἐπίκλησιν τῆς θεότητός μου, Κύριε, Κύριε, θὰ εἰσέλθῃ εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ’ ἐκεῖνος θὰ εἰσέλθῃ εἰς αὐτήν, ποὺ ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰς τοὺς οὐρανούς. 22 Πολλοὶ θὰ μοῦ εἴπουν κατὰ τὴν ἡμέραν ἐκείνην τῆς Κρίσεως· Κύριε, Κύριε, διὰ τῆς πίστεως μας εἰς σὲ ὡς Μεσσίαν καὶ Υἱὸν τοῦ Θεοῦ δὲν ἐπροφητεύσαμεν; καὶ διὰ τῆς πίστεως μας εἰς σὲ δὲν ἐβγάλαμεν δαιμόνια; καὶ διὰ τῆς πίστεως μας εἰς σὲ δὲν ἐκάμαμεν θαύματα πολλά; Καὶ τώρα λοιπὸν δὲν θὰ ἔμβωμεν εἰς τὴν βασιλείαν σου; 23 Καὶ τότε θὰ διακηρύξω καθαρὰ εἰς αὐτούς, ὅτι οὐδέποτε σᾶς ἀνεγνώρισα ἰδικούς μου.Φύγετε μακρὰν ἀπὸ ἑμὲ σεῖς, ποὺ εἰργάζεσθε τὴν ἀνομίαν, διότι τὰ χαρίσματά μου τὰ ἐχρησιμοποιήσατε ὄχι πρὸς δόξαν ἰδικήν μου, ἀλλὰ κατὰ τὰ ἰδικά σας θελήματα καὶ διὰ τοὺς ἐγωϊστικοὺς σκοπούς σας.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Η Θεία αυτή προσευχή, η επίκληση του Σωτήρα μας, το Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, είναι και χορηγός Θείου φωτισμού. Διότι ο Χριστός είναι το αληθινό φως και μεταδίδει από την λαμπρότητα και Χάρη Του, σ' αυτούς που Τον επικαλούνται. 

(Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης)

Τρίτη 2 Ιουλίου 2024

Όλες οι ψυχές πέφτουν μέσα στο Άγιο Ποτήριο



Και τα κόλλυβα είναι καλά και τα πρόσφορα είναι καλά, αλλά εκείνο το οποίο χρειάζεται είναι να δοθούν τα ονόματα στη Θεία Λειτουργία. Όχι απλώς στο Τρισάγιο που θα κάνει ο ιερέας.
Το Τρισάγιο γίνεται και πρέπει να γίνει. Να δοθούν τα ονόματα και στην προσκομιδή να τον μνημονεύσει τον καθένα χωριστά ο ιερέας και να βγει μερίδα για τον καθένα.
Και μετά τον καθαγιασμό κατά τη συστολή οι μερίδες, που θα λέγαμε ότι είναι οι ψυχές των κεκοιμημένων που μνημονεύθηκαν, θα μπουν μέσα στο άγιο Ποτηριο, μέσα στο αίμα του Κυρίου.
Αναφέραμε κι άλλη φορά αυτό που αναγράφεται στην Αποκάλυψη: Όταν είδε ο ευαγγελιστής Ιωάννης στον ουρανό πλήθος ανθρώπων ντυμένους λευκές στολές, τον ρώτησε ένας από τους πρεσβυτέρους: «Ποιοι είναι αυτοί;»
Ο ευαγγελιστής του απάντησε «σύ γνωρίζεις» και του λέει ο πρεσβύτερος ότι αυτοί είναι εκείνοι οι όποιοι έρχονται «εκ της θλίψεως της μεγάλης, και έπλυναν τας στολάς αυτών και ελεύκαναν αυτάς εν τω αίματι του αρνίου».
Το αίμα του αρνίου είναι αυτό το οποίο είναι στο άγιο Ποτήριο σε κάθε Θεία Λειτουργία. Γι’ αυτό -καλό είναι να το αναφέρουμε εδώ στην προσκομιδή από όλα τα πρόσφορα παίρνουμε ένα μικρό ψιχουλάκι και το βάζουμε στο δισκάριο.
Τα ψιχουλάκια είναι οι ψυχές αυτών που προσφέρουν τα πρόσφορα και αυτών για τους οποίους τα προσφέρουν.
Τι θα πει πρόσφορο; Προσφέρει. Δεν προσφέρει κανείς απλώς αυτό το ψωμάκι.
Προσφέρει μ’ αυτό και τον εαυτό του. Έτσι οι ψυχές όλων, και των ζώντων και των κεκοιμημένων, είναι εκεί επάνω στο άγιο Δισκάριο. Μετά όλες οι ψυχές αυτές πέφτουν μέσα στο Αγιο Ποτήριο, μέσα στο αίμα του Χριστού.
Και δεν μπορεί· για να το κάνει αυτό η Εκκλησία, για να τα λέει έτσι η Αποκάλυψη, σημαίνει ότι πολύ ωφελούνται οι ψυχές. Με βάση αυτά που λέει η Αποκάλυψη, με βάση την πράξη της Εκκλησίας, με βάση όλη αυτήν την παράδοση που έχουμε από τότε μέχρι σήμερα, αυτό πιστεύουμε.
Πόσο ωφελούνται; Δεν το ξέρουμε εμείς ο Θεός το ξέρει. Πάντως πολύ ωφελούνται οι ψυχές εκείνων των οποίων τα ονόματα μνημονεύονται στη Θεία Λειτουργία και των οποίων η μερίδα πέφτει μέσα στο άγιο Ποτήριο, μέσα στο αίμα του Χριστού.
Το οποίο αίμα του «Ιησού Χριστού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας», όπως λέει αλλού ο ευαγγελιστής Ιωάννης.

Μακαριστός π. Συμεών Κραγιόπουλος
”Λίγα λόγια για την αγάπη”
https://www.askitikon.eu/

Όταν είναι κανείς άδειος από τον Χριστό, τότε έρχονται χίλια δυο άλλα και τον γεμίζουν



Όταν είναι κανείς άδειος από τον Χριστό, τότε έρχονται χίλια δυό άλλα και τον γεμίζουν: ζήλειες, μίση, ανία, μελαγχολία, αντίδραση, κοσμικό φρόνημα, κοσμικές χαρές.
Προσπαθήστε να γεμίσετε την ψυχή σας με τον Χριστό, για να μην την έχετε άδεια.
Η ψυχή μας μοιάζει με μια δεξαμενή γεμάτη νερό. Αν το νερό το ρίξεις προς τα λουλούδια, δηλαδή τις αρετές, το δρόμο του καλού, θα ζεις την αληθινή χαρά και θ’ ατροφήσουν οι κακίες, τα’ αγκάθια.
Αν, όμως, ρίξεις το νερό προς τα αγκάθια, αυτά θ’ αναπτυχθούν και θα σε πνίξουν και θα μαραθούν όλα τα λουλούδια.

Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβιτης
https://www.askitikon.eu/

Η συνηθέστερη και πιο συχνή αμαρτία



Η αμαρτία της γλώσσας είναι η συνηθέστερη και η πιο συχνή αμαρτία. «Ει τις εν λόγω ου πταίει, ούτος τέλειος ανήρ», λέει ο Απόστολος Ιάκωβος (Ιακ. 3,2).
Όταν ένας μετανοημένος άνθρωπος ξεκινά να βαδίσει τον δρόμο του Θεού – όταν αρχίζει να ζει σύμφωνα με τις εντολές του Θεού – πρέπει να πασχίζει να αποφύγει να αμαρτήσει με τη γλώσσα. Αυτός ήταν ο κανόνας που έβαλε στον εαυτό του ο μετα­νοημένος προφήτης Δαβίδ.
Ιδιαιτέρως μάλιστα υποσχέθηκε να παραμείνει σιωπηλός ενώπιον των εχθρών του: «Αποφάσισα να βάλω φραγμό στο στόμα μου και να μη μιλώ όταν ο αμαρτωλός βρεθεί μπροστά μου» (Ψαλ. 38,1).
Να ένας θαυμάσιος κανόνας για όποιον θέλει να θεραπευτεί από την αμαρτία του. Όταν τον κατηγορούν, εκείνος δεν απαντά· όταν συκοφαντείται, παραμένει σιωπηλός.
Πράγματι, ποιο το νόημα αν μιλήσεις σε έναν εξοργισμένο άνθρωπο ο οποίος δεν έχει δίκαιο και δεν αγαπά τον Θεό περισσότερο απ’ τον εαυτό του; Αν του μιλήσεις για το κακό, θα τον εξοργίσεις ακόμη, περισσότερο. Αν του μιλήσεις για το καλό, θα τον κάνεις χλευαστή των ιερών και των οσίων.
Μπροστά στον Πιλάτο ο Χριστός παρέμεινε ολωσδιόλου σιωπηλός. Ο Πιλάτος του είπε: «Ουκ αποκρίνη ουδέν;» (Μάρκ. 15,4).
Τί μπορεί να απαντήσει Εκείνος σε σένα, όταν δεν έχεις αυτιά να τον ακούσεις, ή νου για να τον κατανοήσεις;
Να, λοιπόν, η σιωπή του δικαίου μπροστά στον άδικο έχει τη δύναμη να επηρεάσει κατά τον καλύτερο τρόπο.
Ο τελευταίος απομένει μόνος, για να ερμηνεύσει τη σιωπή του δικαίου και έχει τη δυνατότητα να δώσει ερμηνεία που ωφελεί την ψυχή του· ενώ οποιαδήποτε άλλη καλή ή κακή απάντηση, θα την παρανοήσει προς το χειρότερο, καταδι­κάζοντας άλλους και δικαιώνοντας τον εαυτό του.
Μακάριος ο άνθρωπος ο οποίος μαθαίνει, εγκρατευόμενος, να κυριαρχεί στη γλώσσα του.
Ιησού Χριστέ, Κύριε και Θεέ μας, Συ ο οποίος μας έδειξες με το παράδειγμά Σου πως και πότε πρέπει να μιλούμε, Συ μας έδειξες με το παράδειγμά Σου επίσης πως και πότε πρέπει να παραμένουμε σιωπηλοί. Βοήθησέ μας, διά του Αγίου Σου Πνεύματος, να μην αμαρτάνουμε με τη γλώσσα.

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς,
Ο Πρόλογος της Αχρίδος, Οκτώβριος, εκδ. Άθως, σ. 216-218)
https://www.askitikon.eu/

Το κακό που περιέχει η αμαρτία



Σταχυολόγηση καί διασκευή κειμένου ἀπό τά “Πνευματικά Γυμνάσματα”
τοῦ ὁσίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου
Ὁ Θεός εἶναι τό ἄκρο ἀγαθό, πού πρέπει ν᾿ ἀγαπᾶμε, ἐνῶ ἡ ἀμαρτία τό ἄκρο κακό, πού πρέπει νά σιχαινόμαστε καί νά μισοῦμε.
Ὁ Θεός εἶναι ἕν᾿ ἀπέραντο πέλαγος τελειότητος, ἐνῶ ἡ ἁμαρτία εἶναι μιά ἀπύθμενη ἄβυσσος κακίας.
Ὁ Θεός εἶναι ἀγαθό ἄπειρα καλύτερο ἀπ᾿ ὅλα τ᾿ ἀγαθά, ἐνῶ ἡ ἁμαρτία εἶναι κακό ἄπειρα χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα τά κακά.
Ἡ ἁμαρτία εἶναι ἡ μεγαλύτερη τερατωδία καί τῆς τωρινῆς καί τῆς μέλλουσας ζωῆς.
Ὁ Θεός δέν γνωρίζει κακό πιό φοβερό καί πιό ἐνάντιο στή μεγαλειότητα καί τήν ἀγαθότητά Του, ἀπό τήν ἁμαρτία.
Ὁ ἅδης, ἄν ἔφευγε ἀπ᾿ αὐτόν ἡ ἁμαρτία, δέν θά ἦταν ἅδης πιά ἀλλά παράδεισος. Κι ἄν ἡ ἁμαρτία ἔμπαινε στόν παράδεισο, δέν θά ἦταν πιά παράδεισος ἀλλ᾿ ἅδης.
Τόσο πικρό καί δραστικό εἶναι τό φαρμάκι τῆς ἁμαρτίας!
Ἀπ᾿ αὐτά πού εἴπαμε μέχρι τώρα, καταλαβαίνουμε πόσο ἀποστρέφεται ὁ Θεός τήν ἁμαρτία, πού εἶναι ἐχθρός τῆς ἀγαθοσύνης Του. Κι ἐμεῖς, ἀγαπώντας αὐτό τό τέρας, πού λέγεται ἁμαρτία, γινόμαστε μισητοί στό Θεό, ὅπως εἶναι μισητή σ᾿ Αὐτόν καί ἡ ἀμαρτία· «ἐν ἴσῳ γάρ μισητά Θεῷ καί ὁ ἀσεβῶν καί ἀσέβεια αὐτοῦ»1.
Ἄς γνωρίσουμε λοιπόν τήν ἀθλιότητά μας καί ἄς ταπεινωθοῦμε βαθιά.
Ἄς εὐχαριστήσουμε τόν εὔσπλαχνο Θεό, πού μᾶς δίνει τό χέρι Του καί μᾶς βοηθάει ν᾿ ἀγωνιστοῦμε.
Ἄς ἐνεργοποιήσουμε, τέλος, καί τή δική μας θέληση, γιατί ἄν αὐτή δέν ἑνωθεῖ μέ τήν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, δέν εἶναι δυνατό ν᾿ ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν ἁμαρτία.
Πρέπει νά χρησιμοποιοῦμε πάντα δυναμικά τή θέλησή μας, παρακαλώντας τό Θεό νά τή γιγαντώνει μέ τή χάρη Του, γιά ν᾿ ἀντιστεκόμαστε ἀποτελεσματικά στό κακό.
Ἡ ἁμαρτία, ἐπειδή εἶναι «παρά φύσιν κίνησις», ὅπως ὁρίζει ὁ ἅγιος Μάξιμος, στερεῖ τόν ταλαίπωρο ἁμαρτωλό ἀπ᾿ ὅλα τά ὑπερφυσικά χαρίσματα καί ἀγαθά. Νεκρώνει τήν πίστη, τήν ἐλπίδα καί τήν ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου στό Θεό.
Στερεῖ τήν ψυχή ἀπό τή χάρη τῆς δικαιώσεως καί τῆς υἱοθεσίας, τό μεγαλύτερο δῶρο πού τῆς ἔδωσε ὁ Θεός. Γυμνώνει τήν ψυχή ἀπ᾿ ὅλους τούς μισθούς τῶν προηγουμένων καλῶν της ἔργων.
Ἀφαιρεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο τό χάρισμα πού τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, νά εἶναι φίλος Του καί παιδί Του. Καί τό σπουδαιότερο, ἐμποδίζει τόν ἄνθρωπο νά γίνει κληρονόμος τῶς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.
Ἡ ἁμαρτία ὅμως, ἀφοῦ ἀδειάσει τήν ψυχή ἀπ᾿ ὅλα τά παραπάνω ὑπερφυσικά ἀγαθά, τή γυμνώνει κι ἀπό τά φυσικά ἀγαθά. Τῆς παίρνει δηλαδή τήν ὀξύτητα τοῦ νοῦ, τό φωτισμό καί τή διάκριση τοῦ λογικοῦ, τήν εὐαισθησία τῆς καρδιᾶς, τήν εἰρήνη τῶν λογισμῶν καί τῆς συνειδήσεως, τήν καθαρότητα ὅλων της τῶν δυνάμεων.
Ἀλλά κι αὐτό ἀκόμα τό σῶμα ἀδυνατίζει καί τίς αἰσθήσεις του μολύνει. Μέ δυό λόγια, ἡ ἁμαρτία μεταβάλλει τό ζωντανό ναό τοῦ Θεοῦ2 σέ σπήλαιο δαιμόνων καί «κατοικητήριον δρακόντων»3.
Καί μόνο αὐτό; Ἐπειδή, κατά τό Μέγα Ἀθανάσιο4, «ἡ ἁμαρτία καί τό κακόν οὐ γέγονε παρά Θεοῦ, οὐδέ ἐν Θεῷ, οὔτε ἐξ ἀρχῆς γέγονεν, οὔτε οὐσία τις ἐστίν αὐτοῦ» – εἶναι δηλαδή ἡ ἁμαρτία κάτι οὐσιαστικά ἀνύπαρκτο, ἕνα μηδέν – γι᾿ αὐτό ἐκμηδενίζει κι ἐκεῖνον πού τήν κάνει.
Ὁ ἄνθρωπος πού δουλεύει στήν ἁμαρτία, ζεῖ μιά ζωή ταραγμένη, ὅμοια μ᾿ ἐκείνη τοῦ Κάιν, πού ἀφοῦ σκότωσε τόν ἀδελφότου, ἔτρεμε ὁλόκληρος ἀπό φόβο. Τοῦ φαινόταν μάλιστα πώς ἔτρεμαν καί τά βουνά καί σάλευε ἡ γῆ.
Μ᾿ ἕνα λόγο, ἡ ζωή πού ζεῖ ὁ ἄνθρωπος μετά τήν ἁμαρτία, δέν πρέπει νά λέγεται ζωή ἀλλά θάνατος, ἤ καλύτερα προοίμιο καί ἀρραβώνας τῆς μελλοντικῆς κολάσεως.
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος, ἑρμηνεύοντας τή Γένεση, λέει κάπου, ὅτι ὁ πόρνος ἤ ὁ μοιχός ἤ ὅποιος ἔκανε παρόμοια ἁμαρτία, ἀκόμα κι ἄν ὅλους κατορθώσει νά τούς ξεγελάσει, δέν περνάει μέ ἠρεμία τή μέρατου. Φοβᾶται τίς ὑποψίες, τρέμει τίς σκιές, ἔχει μέσα στήν ψυχή του συνεχή χειμώνα.
Ὁ ὕπνος του δέν εἶναι γλυκός. Τό φαγητό του δέν τό εὐχαριστιέται. Εἶναι γεμάτος φόβους, ἀπό τούς ὁποίους δέν μπορεῖ ν᾿ἀπαλλαγεῖ μέ κανένα τρόπο.
Ὕστερα ἀπ᾿ ὅλ᾿ αὐτά, ἕνας χριστιανός, φωτισμένος ἀπό τή λογική καί τήν πίστη, δέν μπορεῖ παρά νά μισήσει τήν ἁμαρτία.
Λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἄς ντραποῦμε γιά ὅ,τι κακό κάναμε ὥς τώρα, καί ἄς ἀποφασίσουμε νά μεταχειριζόμαστε πιά μόνο γιά τό καλό τό σῶμα μας, πού μᾶς πλάνεψε καί μᾶς ἔριξε. Ἄς ζητήσουμε, τέλος,ἀπό τό Θεό νά μᾶς χαρίσει δάκρυα καί πνεῦμα ἀληθινῆς μετάνοιας.
Ἄς συλλογιστοῦμε ὅμως καί τό κακό πού θά μᾶς προξενήσει ἡ ἁμαρτία στό μέλλον, δηλαδή τήν αἰώνια κόλαση. Ἄν δέν ἀντέχουμε οὔτε γιά μιά στιγμή νά μᾶς ἀγγίξει λίγη φωτιά, πού ὅταν συγκριθεῖ μέ τίς φλόγες τοῦ ἅδη εἶναι σάν φωτιά ζωγραφιστή, πῶς θ᾿ ἀντέξουμε νά κατακαιγόμαστε μέσα στίς αἰώνιες φλόγες;
Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας, στοχαζόμενος τ᾿ ἀνέκφραστα βάσανα τῆς ἄσβεστης φωτιάς τῆς κολάσεως, ἀναφώνησε μέ μεγάλο φόβο καί θαυμασμό:
«Τίς ἀναγγελεῖ ὑμῖν, ὅτι πῦρ καίεται; τίς ἀναγγελεῖ ὑμῖν τόν τόπον τόν αἰώνιον;»5.
Ἄς συλλογιστοῦμε, πόσο φοβερό πράγμα εἶναι νά στερηθεῖ κανείς γιά πάντα ἕνα Θεό ἀγάπης καί ἐλέους, πού φροντίζει νά κάνει αἰώνια εὐτυχισμένη μιά ψυχή.
Ἄς ἀποφασίσουμε λοιπόν ν᾿ ἀντισαθοῦμε μέ γενναιότητα στούς πειρασμούς, πού μᾶς φέρνει ὁ διάβολος γιά νά μᾶς ρίξει στήν ἁμαρτία.
Κι ἄν χρειαστεῖ ὄχι μιά, ἀλλά χίλιες ζωές νά θυσιάσουμε, φτάνει νά μήν ὑποκύψουμε.
Ἄς παρακαλέσουμε τό Θεό νά μᾶς δυναμώσει μέ τή χάρη Του τόσο, ὥστε νά χύσουμε τό αἷμα μας καλύτερα, παρά νά Τόν πικράνουμε μέ νέες ἁμαρτίες.
__________________
1 Σοφ. Σολ. Ιδ΄: 9.
2 Β΄ Κορ. στ΄ : 16.
3 Ἱερ. Θ΄: 11.
4 Λόγ. Κατά Ἑλλήνων.
5 33 : 14.
(Ἀπό τό βιβλίο «ΜΑΘΗΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΙΚΟΔΗΜΟ»,
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ)
https://www.askitikon.eu/

Κάθε μέρα το πρωί βάλε αρχή και αγωνίσου με αυτά…



Κάθε μέρα το πρωί βάλε αρχή σε κάθε αρετή και εντολή του θεού. Και αγωνίσου. Με πολλή υπομονή…!!!
Με φόβο και μακροθυμία,
Με αγάπη θεού,
Με όλη την προθυμία ψυχής και σώματος,
Με ταπείνωση πολλή,
Με υπομονή θλίψης της καρδιάς και προσεκτική φύλαξη της
Με προσευχή πολλή
Με προσευχή για τους άλλους με στεναγμούς,
Με αγνότητα γλώσσας,
Με προσοχή στα μάτια.
Να μη οργίζεσαι κι αν ακόμα σε ατιμάζουν, αλλά έχοντας ειρήνη μέσα σου•
Να μην ανταποδίνεις κακό αντί κακού
Να μην προσέχεις τα λάθη των άλλων
Να μη δίνεις αξία στον εαυτό σου, πού είναι κάτω από όλα τα κτίσματα
Να αντιτάσσεται και να απαρνείσαι την ύλη και όλα όσα έχουν σχέση με τη σάρκα.
Να ζεις:
Με διάθεση άρσης σταυρού, Με αγωνιστικό φρόνημα, Με πτωχεία του πνεύματος,
Με άσκηση και προαίρεση πνευματική,
Με μετάνοια και δάκρυα,
Με αγώνα πολέμου,
Με διάκριση,
Με αγνότητα ψυχής,
Με φαγητό όπως πρέπει,
Δουλεύοντας με ησυχία το εργόχειρο,
Με νυχτερινές αγρυπνίες,
Υπομένοντας την πείνα και τη δίψα, το κρύο και τη γύμνια,
Κοπιάζοντας. και πάνω άπ’ όλα και μαζί μ’ αυτά:
Να κλείνεις ό ίδιος τον τάφο από πάνω σου σαν να έχεις πεθάνει,
Έχοντας το φρόνημα πώς κοντά σου βρίσκεται ό θάνατος κάθε στιγμή…

Άγιος Λουκάς Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας
https://www.askitikon.eu/

Τότε εκείνοι κτυπούσαν τον Παύλο με πέτρες. Τώρα μας κτυπούν με λόγια οδυνηρότερα και από πέτρες.



Πιστέψτε με τώρα είναι μπροστά μας να υποστούμε χειρότερα από όσα έπαθε ο Παύλος. 
Τότε εκείνοι κτυπούσαν τον Παύλο με πέτρες. Τώρα μας κτυπούν με λόγια οδυνηρότερα και από πέτρες. 
Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν; Ότι έκανε και κείνος.
Δεν εμίσησε εκείνους που τον ελιθοβόλησαν, αλλά ενώ εκείνον τον έσυραν δια της βίας έξω από την πόλη, αυτός μπήκε πάλι για να ευεργετήσει εκείνους που τόσο τον αδίκησαν. Αν υπομείνεις και συ τον υβριστή, τον βάναυσο, εκείνον που σε αδικεί τόσο πολύ, λιθοβολήθηκες και συ.
Εκήρυττε τη Βασίλεια των ουρανών, απομάκρυνε από την πλάνη, ωδηγούσε στο Θεό. Αυτά είναι άξια για στεφάνους, για δημόσιο έπαινο, για χίλια καλά, όχι για λιθοβολισμό. Αλλά όμως έπαθε τα αντίθετα. Αυτό είναι που αποτελεί περίλαμπρη νίκη.
«Και έσυραν αυτόν» (Πραξ 14. 19). Και σένα πολλές φορές σε σέρνουν. 
Μη θυμώσεις, αλλά κήρυξε το Ευαγγέλιο με την επιείκειά σου. 
Σε έβρισαν; Σώπασε και ευλόγησε αν μπορείς, και έτσι εκήρυξες και συ το Λόγο, εδίδαξες επιείκεια, εδίδαξες πραότητα. Γνωρίζω πολλούς που δεν πονούν τόσο από τα τραύματα, όσο από τα λόγια γιατί το τραύμα το δέχεται το σώμα, ενώ τα λόγια η ψυχή. 
 Αλλά ας μη πονάμε, ή καλύτερα ας υπομένουμε τους πόνους. Δε βλέπετε τους πυγμάχους, που με τραυματισμένα τα κεφάλα, με σφιγμένα τα δόντια, υποφέρουν τους πόνους τόσο ήρεμα. Εδώ δεν υπάρχει ανάγκη να τρίξεις τα δόντια, να δαγκώσεις τα χείλη. 
Σκέψου τον Δεσπότη σου και αμέσως έβαλες το φάρμακο στη σκέψη. 
Σκέψου τον Παύλο. Κατάλαβε ότι νίκησες συ ο κτυπημένος, ενώ εκείνος που σε κτύπησε νικήθηκε και τότε όλα τα θεράπευσες.
Είναι μια κρίσιμη στιγμή μην παρασυρθείς, και αμέσως κατώρθωσες τα πάντα. Μην ταραχθείς και έσβησες τα πάντα. Είναι μεγάλη παρηγοριά να πάθεις κάτι για το Χριστό.

Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου
Ομιλία 31 PG 60. 231 – ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΣΥΝΑΞΗ» ΤΕΥΧΟΣ 8
https://proskynitis.blogspot.com/

«Εγώ ειμί ο Ων».



«Εγώ ειμί ο Ων». 
Το βλέπετε γραμμένο στην εικόνα του Χριστού; 
Τι θα πει «Εγώ ειμί ο Ων»; «Εγώ είμαι Αυτός που είναι». Αυτό προσδιορίζει τον Θεό: Είναι!
 Τι θα πει υπάρχω; «Άρχω κάτω από κάποιον άλλον». 
Ε λοιπόν, ο Θεός δεν υπάρχει, ο Θεός είναι! Δεν είναι σχήμα λόγου, είναι μια τρομακτική αλήθεια αυτή. Επειδή ο Θεός είναι, γιʼαυτό εγώ μπορώ να υπάρχω. Αν ο Θεός «δεν είναι» τότε κι εγώ είμαι ένα «μη ον» ή αν θέλετε- έστω και αν σοκάρει- ένα σκουπίδι.
 Γιατί εγώ δεν μπορώ να «είμαι»; 
Επειδή υπάρχει ο θάνατος. Ποιό είναι το μέλλον του ανθρώπου χωρίς τον Θεό; Θα μεταβληθεί σε ένα ψόφιο κουφάρι· κι αυτοί που τον αγαπάμε ακόμα, θα τρέξουμε να τον θάψουμε γρήγορα γιατί θα βρωμάει. Άρα το μέλλον χωρίς τον Θεό είναι η σκουπιδοποίηση μας. Αυτή είναι η αξία μας. Κι εκείνοι που αρνούνται τον Χριστό, δεν κατάλαβαν ότι αρνούνται τον ίδιο τον εαυτό τους».

(† Μακαριστός Μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος)
https://proskynitis.blogspot.com/

ΜΝΗΜΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΣ ΤΗΣ ΤΙΜΙΑΣ ΕΣΘΗΤΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΕΝ ΒΛΑΧΕΡΝΑΙΣ



«Δύο πατρίκιοι, ο Γάλβιος και ο Κάνδιδος που ήταν αδέλφια, πηγαίνοντας στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσουν έφτασαν στην Παλαιστίνη. Ευρισκόμενοι στη Γαλιλαία και βρίσκοντας την τιμία Εσθήτα της Θεοτόκου να τιμάται από κάποια Εβραία γυναίκα, σκέφτηκαν να της την πάρουν. Λοιπόν, όταν έφτασαν στα Ιεροσόλυμα και προσκύνησαν κάθε άγιο τόπο, παρήγγειλαν και έφτιαξαν μία όμοια σορό μ’  εκείνην που ήταν κατατεθειμένη η τιμία Εσθήτα της Θεομήτορος, οπότε κατά την επάνοδό τους έβαλαν τη δική τους άδεια σορό στη θέση της άλλης της Εβραίας γυναίκας. Παίρνοντας λοιπόν με τον τρόπο αυτόν το θείο και ιερό ένδυμα επέστρεψαν στον τόπο τους. Φτάνοντας στην Κωνσταντινούπολη απέθεσαν τη σορό με την Εσθήτα της Θεοτόκου στο προάστιό τους που ονομαζόταν Βλαχέρνες, έχοντας ως σκοπό να κρύψουν τον θησαυρό. Επειδή όμως δεν μπορούσαν να το κατορθώσουν, το φανέρωσαν στον Βασιλιά, ο οποίος όταν άκουσε τι έγινε γέμισε από άφατη χαρά κατασπαζόμενος την ιερά Εσθήτα, κι όχι μόνο αυτό αλλά οικοδόμησε και ναό στο προάστιο των Βλαχερνών, μέσα στον οποίο κατέθεσε την αγία σορό. Εκεί λοιπόν τώρα ευρισκόμενη η τιμία αυτή σορός, μέχρι και τώρα αποτελεί το φυλακτήριο της πόλεως και  τη σωτηρία από τις νόσους και τους εχθρούς». 
Το αποτέλεσμα μίας «κλεψιάς» εορτάζει κατ’  ουσίαν σήμερα η Εκκλησία μας. Μίας κλεψιάς που έχει όμως ιερό χαρακτήρα – έγινε κατ’  ευδοκίαν Θεού -  αφού η Εσθήτα (ή Μαφόρι) της Παναγίας, όπως και η τιμία Ζώνη της, ανήκουν σ’  εκείνους που τιμούν την Παναγία και την αποδέχονται ως την κατεξοχήν Μοναδική γυναίκα στον κόσμο, διαχρονικά και παγκόσμια, που καμία άλλη δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της, αφού δι’  αυτής ήλθε ως άνθρωπος ο Υιός του Θεού στον κόσμο. Μόνον με άλλα λόγια εκείνος που πιστεύει στον Χριστό ως Θεό και άνθρωπο μπορεί να πιστέψει και την ιδιαίτερη και ξεχωριστή θέση της Πανάγνου Μαριάμ -  Χριστός και Παναγία Μητέρα Του πάντοτε συνθεωρούνται – οπότε και να τιμήσει οτιδήποτε σχετίζεται μ’  Αυτήν, είτε είναι η Ζώνη της είτε είναι η Εσθήτα της. Ο άγιος υμνογράφος Ιωσήφ, γι’ αυτό, δεν προβληματίζεται καθόλου για την ηθική ποιότητα της πράξεως των δύο πατρικίων αδελφών. Την θεωρεί ως εκ Θεού γενομένη, τόσο που την παραλληλίζει με τον χιτώνα του Κυρίου. Όπως, λέει στον στίχο του συναξαρίου, ο Θεός θέλησε ο χιτώνας Του να βρεθεί στα χέρια των δημίων Του φρουρών κάτω από τον Σταυρό Του, έτσι και η Εσθήτα της Παναγίας να βρεθεί στη Χριστοφρούρητο πόλη, την Κωνσταντινούπολη και δη στο προάστιό της τις Βλαχέρνες.
Απόδειξη βεβαίως της ευδοκίας του Θεού για την «παράνομη» ανθρωπίνως, αλλ’ έννομη θεϊκώς πράξη της μεταφοράς της σορού είναι τα άπειρα θαύματα που «σαν να τρέχουν ποτάμια» (κάθισμα όρθρου) γίνονται από τότε και μετέπειτα, καθώς μάλιστα παραμένουν αδιάφθορα από την επίδραση του χρόνου (απολυτ.). Όχι μόνο μεμονωμένα οι πιστοί ντύνονται τη δύναμη και τη χάρη της Θεοτόκου, αλλά και η Κωνσταντινούπολη δια της τιμίας σορού την έχει ως φρουρό και τείχος της (στιχ. εσπ., κ.α.).  Και ποια η αιτία για τη μεγάλη αυτή δύναμη και χάρη που κέκτηνται η Εσθήτα και η Ζώνη της Θεοτόκου; Πρώτον, το γεγονός ότι τα φόρεσε Εκείνη η Πρώτη και Μοναδική, η χάρη της Οποίας μεταγγίστηκε και στα ενδύματά της, τόσο που η κατοχή αυτών Εκείνην προβάλλει – τιμώντας την Εσθήτα και τη Ζώνη την Παναγία τιμάμε. «Ο ναός σου, Δέσποινα, που έχει το ιερό μαφόριό Σου ως θησαυρό αγιάσματος, κάθε φορά αγιάζει όλους εμάς που προστρέχουμε σε Σένα και Σε μακαρίζουμε κατά χρέος» (απόστ. εσπ.).
Και δεύτερον, γιατί με την Εσθήτα αγιάζεται και ο πιστός λαός, ο οποίος έρχεται σ’ επαφή, και «υλικά», με τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό: ο χιτώνας αυτός τύλιξε ως βρέφος και τον Κύριο! «Καθαγίασες την ιερή Εσθήτα λόγω της επαφής της μ’ Αυτόν που ήλθε ως άνθρωπος επί της γης για χάρη μας, όπως κι επειδή τύλιξες μ’ αυτήν το σώμα σου, Παρθένε. Μ’ αυτήν την Εσθήτα αγιάζεις όλους τους δούλους σου που σε υμνολογούμε» (ωδή α΄) – ο «υλισμός» της χριστιανικής πίστεως προβάλλεται κατά απόλυτο θα λέγαμε τρόπο, κάτι που παραπέμπει προς ιδιαίτερη θεμελίωση και στο γεγονός της Μεταμορφώσεως του Κυρίου, όπου και τα ενδύματά Του «μεταποιήθηκαν» και έγινα λευκά σαν το χιόνι!
Είναι πολύ συγκινητική η ιστορική αναφορά ότι και Βασιλείς δέχτηκαν πλούσια την ίαση και τη χάρη της Θεοτόκου διά της Εσθήτος και της Ζώνης της (βλ. την αντίστοιχη εορτή της 31ης Αυγούστου), με τη βασική σημείωση βεβαίως ότι η προσέγγισή τους γίνεται με πίστη και με καθαρότητα νου, που θα πει από εκείνους που μέσα στην Εκκλησία αγωνίζονται τον πνευματικό αγώνα, συλλειτουργώντας με τους Αγγέλους! Όπως το σημειώνει το δοξαστικό του εσπερινού και όχι μόνο: «Αφού καθαρίσουμε τις φρένες και τον νου μας, ας πανηγυρίσουμε και εμείς μαζί με τους Αγγέλους». 

https://pgdorbas.blogspot.com/

Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς, ο ελεήμων και ομολογητής Επίσκοπος



Του ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Θεολόγου – Καθηγητού 
Η ρωσική Ορθοδοξία έχει να παρουσιάσει ένα μεγάλο νέφος αγίων, το οποίο κοσμεί το αγιολογικό στερέωμα της Εκκλησίας μας. Ιδιαίτερα ανάδειξη αγίων έχουμε στα νεότερα χρόνια, όταν η Ρωσική Εκκλησία είχε εισέλθει στις γνωστές ιστορικές της περιπέτειες. Ένας από τους σύγχρονους επιφανείς Ρώσους αγίους είναι και ο άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς, Επίσκοπος Σανγκάης και Σαν Φρανσίσκο, της ορθοδόξου ρωσικής διασποράς. 
     Γεννήθηκε στις 4 Ιουνίου του 1896 στο χωριό Αντάμοβκα της επαρχίας Χαρκώβ στη Νότια Ρωσία. Το βαπτιστικό του όνομα ήταν Μιχαήλ. Οι γονείς του ονομάζονταν Μπόρις και Γλαφύρα και ήταν απόγονοι της ονομαστής αριστοκρατικής και ευσεβούς οικογένειας Μαξίμοβιτς. Μάλιστα ένα μέλος της οικογένειας, ο Ιωάννης Μαξίμοβιτς, υπήρξε ονομαστός Ιεράρχης, Επίσκοπος Τομπόλσκ, ο οποίος έγινε άγιος (εορτάζει στις 10 Ιουνίου) και το τίμιο λείψανό του παραμένει άφθορο στην πόλη  Τομπόλσκ.
        Οι ευσεβείς γονείς του τον  μεγάλωσαν με την πίστη στο Θεό και την ευλάβεια στην Ορθοδοξία. Αλλά και ο ίδιος έδειχνε από μικρός μια ασυνήθιστη αγάπη για το Θεό και ισχυρή ροπή να ζει την εκκλησιαστική ζωή. Αν και φιλάσθενος, έτρωγε λίγο και τηρούσε όλες τις νηστείες της Εκκλησίας. Του άρεσε να συχνάζει στην Εκκλησία και όταν έπαιζε με τα στρατιωτάκια του τα έντυνε μοναχούς. Προσευχόταν με κατάνυξη πολλές ώρες, στεκούμενος όρθιος. Του άρεσε να συλλέγει εικόνες, θρησκευτικά βιβλία και να διαβάζει βίους αγίων. Φρόντιζε δε να τους διηγείται στα τέσσερα μικρότερα αδέλφια του. Με τον εαυτό του ήταν πολύ αυστηρός και εφάρμοζε με ακρίβεια τις εκκλησιαστικές και εθνικές παραδόσεις. Η παιδαγωγός του Γαλλίδα, εντυπωσιάστηκε τόσο από τη βίωση της Ορθοδοξίας του μαθητή της, του Μιχαήλ, με αποτέλεσμα να μεταστραφεί και να βαπτιστεί ορθόδοξη!    
      Στα 1907, σε ηλικία έντεκα ετών, οι γονείς του έστειλαν τον Μιχαήλ να σπουδάσει στην Στρατιωτική Σχολή της πόλης Πολτάβα. Εκεί γνώρισε και συνδέθηκε μαζί του τον σεβάσμιο Επίσκοπο Πολτάβας Θεοφάνη, ο οποίος ενθουσίασε τον Μιχαήλ και άσκησε μεγάλη επιρροή στην ψυχή του. Του ενέπνευσε ισχυρή πίστη στο Θεό. Σε κάποια στρατιωτική παρέλαση, ενώ περνούσε μπροστά από τον Καθεδρικό ναό της πόλεως, ο νεαρός Μιχαήλ έκαμε το σταυρό του, κάτι που απαγόρευε το στρατιωτικό πρωτόκολλο την ώρα της παρέλασης. Οι συμμαθητές του τον περιγέλασαν και οι καθηγητές αποφάσισαν να τον τιμωρήσουν. Όμως ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος, που ήταν έφορος της σχολής πρότεινε να μην τιμωρηθεί, διότι διέγνωσε σ’ αυτόν βαθειά θρησκευτική πίστη. 
      Στα 1914 αποφοίτησε από την στρατιωτική ακαδημία, αλλά επειδή δεν ήθελε να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα, εξεδήλωσε την επιθυμία να σπουδάσει Θεολογία, στη Θεολογική Σχολή του Κιέβου. Οι γονείς του αντέδρασαν και έτσι αναγκάστηκε να σπουδάσει νομικά και έτσι γράφηκε στη Νομική Σχολή. 
       Το 1917 ξέσπασε η οκτωβριανή επανάσταση στη Ρωσία και η χώρα κατελήφθη από τους αθέους μαρξιστές. Στα 1921 ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος ανάγκασε πολλούς Ρώσους να καταφύγουν στο εξωτερικό. Μαζί με αυτούς, έφυγε και η οικογένεια του Μιχαήλ και εγκαταστάθηκε στη Γιουγκοσλαβία. Ο Μιχαήλ γράφηκε στη Θεολογική Σχολή του Βελιγραδίου, ενώ παράλληλα πωλούσε εφημερίδες για να ζήσει.
      Μέσα του γεννήθηκε η επιθυμία να γίνει κληρικός και να υπηρετήσει την Εκκλησία του Χριστού. Έτσι το 1924 χειροθετήθηκε αναγνώστης από τον Επίσκοπο Αντώνιο της Ρωσικής Εκκλησίας στο Βελιγράδι. Δύο χρόνια μετά, το 1926, χειροτονήθηκε διάκονος και εκάρη μοναχός, με το όνομα Ιωάννης, στην Ιερά Μονή Μίλκοβ και εν συνεχεία χειροτονήθηκε πρεσβύτερος.
      Το 1934 διορίστηκε καθηγητής στην Ιερατική Σχολή  στην πόλη Βιτόλ της Σερβίας και στη συνέχεια εκλέχτηκε Επίσκοπος Σαγκάης. Στην αρχή αρνήθηκε, λόγω κάποιου προβλήματος στην ομιλία του. Όμως τελικά πείστηκε, διότι αυτό το θεώρησε κλήση από το Θεό, να εργαστεί για τον ευαγγελισμό της αχανούς ειδωλολατρικής χώρας της Κίνας.  Στις 21 Νοεμβρίου του 1934 έφτασε στην Σαγκάη, βρίσκοντας έναν ημιτελή ναό και ένα μικρό ποίμνιο διχασμένο από εθνικές έριδες. Ρίχτηκε με πάθος στον αγώνα να οργανώσει την Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατόρθωσε να μονιάσει τους πιστούς, αποτέλειωσε το ναό και  ίδρυσε ορφανοτροφείο, στο όνομα του Αγίου Τύχωνα του Ζαντίσκο, για τα ορφανά της περιοχής τα οποία δυστυχούσαν και πέθαιναν από εγκατάλειψη. Περιμάζεψε περισσότερα από 3.500!  Λειτουργούσε, κήρυττε και μετέστρεφε στην Ορθοδοξία πλήθος ανθρώπων.
     Όμως ξέσπασε η κομμουνιστική επανάσταση και στην Κίνα και άρχισε ένας απηνής διωγμός κατά της θρησκείας. Ο άγιος Ιωάννης αναγκάστηκε να φύγει, παίρνοντας μαζί του και τα ορφανά στις Φιλιππίνες και αργότερα στην Αμερική και στην Αυστραλία. Το 1951 βρίσκεται εγκατεστημένος στις Η.Π.Α. Οι εκεί Ρώσοι Επίσκοποι τον έστειλαν στην Επισκοπή του Παρισιού και των Βρυξελλών. Ο Ιωάννης δέχτηκε. Εκεί σημείωσε ένα αξιόλογο ποιμαντικό έργο, κάνοντας γνωστή την Ορθοδοξία στην Ευρώπη. Εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να μελετήσει τους Πατέρες και να συγγράψει τους βίους των Αγίων, πριν την απόσχιση του Παπισμού από την Εκκλησία. Για πρώτη φορά γνώρισαν οι ευρωπαίοι τους αγίους της Ορθόδοξης Ανατολής και την ορθόδοξη πνευματικότητα.
     Το 1962 επέστρεψε στις Η.Π.Α. και εξελέγη Επίσκοπος του Σαν Φρανσίσκο, της Ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς. Εκεί επιτέλεσε ένα αξιοθαύμαστο ποιμαντικό έργο και έγιναν γνωστές οι αρετές του και η αγιότητά του. Στις 2 Ιουλίου 1966, συνόδευσε στο Σιάτλ των Η.Π.Α. τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Κούρση. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, έμεινε στο Ιερό Βήμα προσευχόμενος για τρεις ώρες. Κατόπιν αποσύρθηκε στο δωμάτιό του να αναπαυθεί. Κάθισε σε μια πολυθρόνα. Εκεί άφησε ήρεμα την τελευταία του πνοή. Η αγιασμένη ψυχή του πέταξε στον ουρανό να συναντήσει το Χριστό, που τόσο αγάπησε και πόθησε στην επίγεια ζωή του. Αργότερα έγινε γνωστό πως ο άγιος είχε προγνώσει το θάνατό του. Λίγες μέρες πριν είχε στείλει επιστολή στις μοναχές της Λέσνα στη Γαλλία, στέλνοντας τις στερνές ευλογίες του. Το ιερό του σκήνωμα μεταφέρθηκε στον Καθεδρικό Ναό του Σαν Φρανσίσκο, που ο ίδιος είχε ολοκληρώσει. Έγινε ολονυκτία, με τη συμμετοχή χιλιάδων πιστών. Κατόπιν έγινε λιτανεία του Λειψάνου, το οποίο το σήκωσαν τα ορφανά που είχε φέρει από τη Σαγκάη. Ετάφη στο παρεκκλήσιο του υπογείου του Ναού, κάτω από το Ιερό Βήμα, στις 7 Ιουλίου το απόγευμα. 
     Το φθινόπωρο του 1993 η Σύνοδος των Επισκόπων της Αμερικής, υπό τον Αρχιεπίσκοπο του Σαν Φρανσίσκο Αντώνιο, έκαμαν την εκταφή και βρήκαν το ιερό λείψανό του σε θαυμαστή αφθαρσία! Στις 2 Ιουλίου του 1994 έγινε η αγιοκατάταξή του και ορίστηκε να τιμάται η μνήμη του στης 2 Ιουλίου. 
    Ο άγιος Ιωάννης, επειδή ταξίδευε συχνά με αεροπλάνα, ανακηρύχτηκε προστάτης όσων ταξιδεύουν αεροπορικώς.

http://www.nyxthimeron.com/

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Α´ 39 - 49
39 Ἀναστᾶσα δὲ Μαριὰμ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς εἰς πόλιν Ἰούδα, 40 καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου καὶ ἠσπάσατο τὴν Ἐλισάβετ. 41 καὶ ἐγένετο ὡς ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησεν τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ 42 καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καὶ εἶπεν· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. 43 καὶ πόθεν μοι τοῦτο ἵνα ἔλθῃ ἡ μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρὸς μέ; 44 ἰδοὺ γὰρ ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησεν τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. 45 καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ Κυρίου. 46 Καὶ εἶπε Μαριάμ· Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον 47 καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου, 48 ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ. ἰδοὺ γὰρ ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί. 49 ὅτι ἐποίησέ μοι μεγάλα ὁ δυνατός καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ,
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Α´ 56 - 56
56 Ἔμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτῇ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.

Ερμηνευτική απόδοση:
 Ἐσηκώθη δὲ ἡ Μαριὰμ κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτάς, ποὺ ἐπηκολούθησαν εἰς τὸν εὐαγγελισμόν της, καὶ ἐπῆγε γρήγορα καὶ χωρὶς ἀναβολὴν εἰς τὴν ὀρεινὴν περιοχὴν τῆς Ἰουδαίας, εἰς κάποιαν πόλιν τῆς περιφερείας, εἰς τὴν ὁποίαν κατοικοῦσεν ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα. 40 Καὶ ἐμβῆκεν εἰς τὸ σπίτι τοῦ Ζαχαρίου καὶ ἐχαιρέτισεν αὐτὴ πρώτη τὴν Ἐλισάβετ. 41 Καὶ συνέβη τὴν στιγμήν, ποὺ ἤκουσεν ἡ Ἐλισάβετ τὸν χαιρετισμὸν τῆς Μαρίας, ἐπήδησε τὸ βρέφος μέσα εἰς τὴν κοιλίαν της. Καὶ ἐπληρώθη ἡ Ἐλισάβετ ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον. 42 Καὶ ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης χαρᾶς καὶ ἐκπλήξεώς της ἐφώναξε μὲ μεγάλην φωνὴν καὶ εἶπεν· Εἶσαι σὺ εὐλογημένη ἀπὸ τὸν Θεὸν περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλην γυναῖκα. Καὶ εὐλογημένον εἶναι καὶ τὸ ἔμβρυον, ποὺ ἐβλάστησεν ὡς καρπὸς ἄχραντος καὶ παρθενικὸς εἰς τὴν κοιλίαν σου. 43 Καὶ διὰ ποίαν ἀρετὴν ἢ ἀξίαν μου ἔγινεν εἰς ἐμὲ ἡ τιμὴ αὐτή, νὰ ἔλθῃ πρὸς ἐπίσκεψίν μου ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μου; 44 Ναί· εἶσαι ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μου, διότι ἰδοὺ μόλις ἦλθεν εἰς τὰ αὐτιά μου ἡ φωνὴ τοῦ χαιρετισμοῦ σου, ἐπήδησε μέσα εἰς τὴν κοιλίαν μου τὸ βρέφος μὲ ἀσυγκράτητον χαράν. 45 Καὶ μακαρία εἶναι ἐκείνη, ποὺ ὅπως σὺ ἐπίστευσεν, ὅτι θὰ λάβουν τελείαν καὶ πλήρη πραγματοποίησιν ἐκεῖνα, ποὺ τῆς ἔχει εἴπει ὁ Κύριος διὰ τοῦ ἀγγέλου του καὶ δὲν ἐπέδειξε τὴν ἀπιστίαν τοῦ τιμωρηθέντος συζύγου μου. 46 Καὶ εἶπεν ἡ Μαριάμ· Ἀνυμνεῖ καὶ δοξάζει ἡ ψυχή μου τὸ μεγαλεῖον τοῦ Κυρίου· 47 καὶ ἐχάρη πολὺ τὸ βάθος τῆς καρδίας μου διὰ τὸν Θεόν, ποὺ ἔσωσε καὶ ἐμὲ μαζὶ μὲ ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος. 48 Ἀνυμνεῖ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, διότι ἔρριψεν εὐμενὲς βλέμμα εἰς τὴν μικρότητα καὶ ἀσημότητα ἐμοῦ, ποὺ εἶμαι δούλη του. Καὶ διὰ τοῦτο ἰδού, ἀπὸ τώρα θὰ μὲ μακαρίζουν ὅλαι αἱ γενεαὶ τῶν πιστῶν. 49 Καὶ θὰ μὲ μακαρίζουν, διότι έφ’ ὅσον μὲ ἠξίωσε νὰ γίνω μητέρα τοῦ Σωτῆρος, ἔκαμεν εἰς ἐμὲ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ ἔργα αὐτός, τοῦ ὁποίου εἶναι ἀπεριόριστος ἡ δύναμις καὶ ἅγιον τὸ ὄνομά του. Καὶ ἔτσι μὲ τὰ καταπληκτικὰ εἰς δύναμιν καὶ ἁγιότητα ἔργα του ὄχι μόνον ἀνυψώνει, ἀλλὰ καὶ ἁγιάζει τοὺς ταπεινούς του δούλους.
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Α´ 56 - 56
56 Ἔμεινε δὲ ἡ Μαριὰμ μαζὶ μὲ τὴν Ἐλισάβετ περίπου τρεῖς μῆνας καὶ ὅταν πλέον ἐπλησίασεν ἡ ὥρα νὰ γεννήσῃ αὔτη, ἡ Μαρία ἐπέστρεψεν εἰς τὴν οἰκίαν της.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Η ψυχή, όταν συμβιβαστεί με την αμαρτία, που είναι ανελέητη, επιδεικνύει τρομακτικά την ασθένειά της. Όπως το γουρούνι, όταν κυλιέται στην λάσπη, ευχαριστιέται, έτσι και η ψυχή, όταν αιχμαλωτιστεί από την κακή συνήθεια, δεν αντιλαμβάνεται την δυσωδία των αμαρτιών της. Και όπως η γη, όσο σπόρο και αν της ρίξεις, όταν δεν ποτιστεί από τη βροχή, δεν είναι δυνατό να δώσει σιτάρι, έτσι και η ψυχή, όσα λόγια κι αν σπείρεις μέσα της, όταν δεν φωτιστεί πρώτα από τις Άγιες Γραφές, δεν είναι δυνατόν να παρουσιάσει κάποιο έργο αρετής. 

(Ιερός Χρυσόστομος)

Δευτέρα 1 Ιουλίου 2024

Ο Θεός είναι τόσο κοντά μας που πολύ συχνά σκοντάφτουμε επάνω Του



Όσο εμείς θα ψάχνουμε κάπου μακριά, σε τόμους υψηλής θεολογίας, σε δυσπρόσιτους ουρανούς και φιλοσοφικούς στοχασμούς τόσο ο Θεός θα κρύβεται στα απλά, τα ελάχιστα, τα μικρά, τα καθημερινά.
Στο πρωινό χαμόγελο, στο παιδικό το πρόσωπο, στο βιβλίο που διαβάζεις, στον άνθρωπο σου π’ αγκαλιάζεις.
Στη ματιά ενθάρρυνσης που ανταλλάζεις με τον αδερφό σου και η κουβέντα από καρδιάς με τη συνάδελφο σου.
Στο αηδόνι της αυλής που κελαηδά, στη μουσική στο ράδιο που παίζει και σ’ όλη την ύπαρξη σου με τρόπο μυστήριο μιλά.
Στο ευωδιαστό λουλούδι που μυρίζεις και στο βρεφικό χεράκι που με συγκίνηση και δέος, αγγίζεις.
Ας μη ψάχνουμε λοιπόν στον ουρανό τον μυστήριο Άλλο, γιατί έχει ήδη φανερωθεί  σε όλη την πλάση, μέσα απ’ τον πλησίον, τον ελάχιστο αδερφό, τον άλλον.
Ο Θεός είναι τόσο κοντά μας που πολύ συχνά
σκοντάφτουμε επάνω Του. Μια ανάσα μακριά μας κι εμείς δεν παίρνουμε χαμπάρι.
Όπως πολύ χαριτωμένα έλεγε ο π. Δημήτριος Στανιλοάε, πολλές φορές ο Θεός κοιμάται στο ίδιο το κρεββάτι μας.

Αλέξης Αλεξάνδρου 
https://inpantanassis.blogspot.com/

Τους διώχνουμε



Οι λογισμοί απιστίας είναι για την πίστη ό,τι οι ακάθαρτοι λογισμοί για την ηθική. 
Όταν συναντάμε τους τελευταίους τί κάνουμε; Τους διώχνουμε αμέσως. Το ίδιο οφείλουμε να κάνουμε και με τους πρώτους. 
Ήλθαν λογισμοί αμφιβολίας; Διώξτε τους αμέσως με την ρομφαία της αληθινής πίστεως. Όταν ολοκάθαρα γνωρίζουμε ότι ο ίδιος ο Θεός πρόσταξε να πιστεύουμε, είναι λογικό να επιτρέπουμε στον εαυτό μας αντιρρήσεις; 
Όταν ο Θεός ομιλεί, το πλάσμα πρέπει ν’ ακούει και να υπακούει.

Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος
https://inpantanassis.blogspot.com/

«Εξαναγκάζοντας» τον Θεό να ακούσει την προσευχή σου



Με τα λόγια αυτά άρχισε ο γέροντας Πνευματικός να διηγείται στο πνευματικό παιδί του μια προσωπική του εμπειρία από κάποιον θεοφοβούμενο άνθρωπο παλαιά στη Μυτιλήνη.
–Που λες, Μιχάλη τον λέγανε. Τον ήξερα εγώ προσωπικά. Στη Μυτιλήνη ζού­σε, σ’ ένα κεφαλοχώρι. Άνθρωπος τι­­μιος, εργάτης, με φόβο Θεού πάνω του. Οικοδόμος ήταν. Μεροδούλι – μεροφάι. Όλη τη μέρα στη δουλειά, και το βρα­δυ στο σπίτι, στην οικογένειά του. Ει­χε γυναίκα και οχτώ παιδιά. Ούτε ένα, ούτε δύο. Οχτώ του Θεού τα είχε. Η γυναίκα του δεν εργαζόταν. Και να ’θελε, που να ευκαιρήσει με οχτώ παιδιά; Ένα ημερομίσθιο, και μ’ αυτό, με τη βοήθεια του Θεού, τα ’βγαζαν πέρα. Δεν τους άφηνε ο Θεός.
Δεν τους άφηνε ο Θεός, γιατί εκείνοι δεν Τον άφηναν. Κατάλαβες; Ήταν θεοσεβούμενη οικογένεια η οικογένεια του κυρ-Μιχάλη, παιδί μου. Από την εκ­κλη­σία δεν έλειπαν Κυριακές, γιορτές, και στη ζωή τους πολύ προσεκτικοί. Και με ελεημοσύνες επιπλέον, όσο μπο­ρού­σαν. Τι να μπορούσαν δηλαδή; απ’ το υ­στέρημά τους οι άνθρωποι. Κυλούσε η ζωή τους ήσυχα, κι αυτοί δόξαζαν τον Θεό.
Κάποτε όμως ήρθαν μέρες δύσκολες. Αναδουλειές στο νησί. Άρχισε να στενεύεται ο κυρ-Μιχάλης. Πως να τα καταφέρνει δέκα στόματα να τρέφει καθημερινά; Κι η καημένη η γυναίκα από την άλλη πιο πολύ δυσκολευόταν. Ξέρεις τι ’ναι να ξημερώνει, και να μην ξέρει η μάνα αν θα βρεί να ταΐσει τα μικρά της; Μαρτύριο σωστό για τη μητρική καρδιά.
Και έφτασε κι η μέρα που δεν είχε τίποτε στο σπίτι να δώσει στα παιδιά. Αδειανά όλα τα ράφια. Κοίταξε χλωμή, πανιασμένη τον άντρα της:
–Αν σήμερα δεν φέρεις κάτι στο σπίτι, του ’κανε, να ξέρεις, τα παιδιά θα μείνουν νηστικά. Ούτε ψίχουλο δεν υπάρχει.
Έφυγε ο Μιχάλης για την πιάτσα, μπας και βρεί τίποτε. Στο δρόμο περ­νούσε έξω απ’ τον κοιμητηριακό Ναό του χωριού. Κοντοστάθηκε μια στιγμή κι α­μέσως το αποφάσισε. Άλλαξε το προ­γραμμά του.
–Δεν θα πάω στην πλατεία. Θα μπω εδώ. Μπήκε στην εκκλησιά. Έκανε το σταυ­­ρό του. Άναψε το κερί και κατευθύν­θηκε μπροστά στο τέμπλο. Έπεσε στα γόνατα, σήκωσε τα χέρια του και παρακαλέθηκε:
–Οχτώ τα έχω, Χριστέ μου. Δικά Σου είναι, Εσύ μου τα ’δωσες. Εσύ που μου τα ’δωσες, φρόντισε να τα θρέψεις. Δεν έχουν τίποτε για σήμερα να φάνε.
Έμεινε λίγη ώρα έτσι γονατισμένος και τέλος ξαναμίλησε:
–Εγώ δεν φεύγω από ᾿δω, Χριστέ μου, αν δεν μου φέρεις να ταΐσω τα παιδιά μου, που δεν είναι δικά μου δικά Σου είναι. Είπε, και κατευθύνθηκε στο αναλόγιο. Πήρε το Ψαλτήρι κι άρχισε να διαβάζει.
Δεν θα ’χε περάσει μισή ώρα, κι απ­ε­ξω ακούστηκαν συνομιλίες. Στην αρ­χη δεν έδωσε σημασία. Μετά διέκρινε τη φωνη του παπά τους. Μιλούσε με κα­ποιον άγνωστο. Έπιασε μια λέξη, αν α­κουγε καλά…
–Έναν οικοδόμο πρέπει να βρείς.
Πετάχτηκε έξω.
–Παπα-Γιάννη, την ευχή σου.
–Να τος! φώναξε ο παπάς. Τον ξέρεις τον Μιχάλη;
Κι αμέσως προς τον Μιχάλη:
–Μιχάλη, τον γνωρίζεις τον κύριο;
–Όχι, απάντησε εκείνος.
–Είναι του Γρηγόρη του…, μακαρίτης τώρα, απ’ τον απάνω μαχαλά. Μας ήρθε χθες απ’ την Αμερική, χρόνια τώρα εκεί, δυό δεκαετίες κοντά. Τον θυμάσαι;
–Άμα λες, παπά μου, δυό δεκαετίες, εγώ ακόμα δεν ήμουν εδώ. Μετά εγκα­ταστάθηκα στο χωριό. Τον πατέρα του τον μακαρίτη τον έχω ακουστά.
–Κύριε Μιχάλη, είστε οικοδόμος;
–Ναί, παιδί μου.
–Ενδιαφέρομαι να φτιάξω τον τάφο των γονέων μου. Θέλω να χτίσω κάτι ω­ραίο, επίσημο, σαν τύμβο. Σαν εικο­νο­στάσι. Να χωράει κανείς να μπεί μέσα, ν’ ανάψει το κερί, το καντήλι. Κατάλαβες; Ξέ­ρεις από τέτοια;
–Πως δεν ξέρω, παλληκάρι μου. Έχω φτιάξει κι άλλοτε.
–Πόσα θέλεις να μου το φτιάξεις;
Κοντοστάθηκε ο κυρ-Μιχάλης. «Να πω εκατό χιλιάδες δραχμές», πήρε να σκε­­φτεται, «μην του φανούν πολλά. Να πω εβδομήντα;».
–Διακόσιες χιλιάδες σού φτάνουν;
–Ε, δεν διαθέτω περισσότερα. Δέχεσαι;
–Δέχομαι.
–Παρ᾿ τα.
Και του έδωσε στο χέρι φάκελλο φουσκωμένο.
Με τρεμάμενα χέρια ο κυρ-Μιχάλης ο οικοδόμος ξαναμπήκε στην εκκλησιά. Ε­πεσε στα γόνατα μπροστά στο τέμπλο και έκλαψε. Ώρα πολλή. Κάποτε σηκώ­θηκε και ξεκίνησε για το σπίτι του. Στη γυ­ναίκα του και τα οχτώ παιδιά του. Του Θεού όλα.
–Κατάλαβες, παιδί μου; κατέληξε ο γέροντας Πνευματικός. Αυτός ο αν­θρω­πος με την πίστη του, την προσευ­χή του, έ­τσι που την έκανε, πως να πού­με τον εξανάγκασε τον Θεό. Έτσι δεν είναι; Για­τί η πίστη, η αληθινή, η ακράδαντη, αυτό κάνει. Εξαναγκάζει τον Θεό. Συμ­φωνείς;

https://inpantanassis.blogspot.com/

Σε στραβούς και δύσβατους



Η ευτυχία βρίσκεται μέσα στον ίδιο σας τον εαυτό, και μακάριος είναι ο άνθρωπος που το κατάλαβε αυτό. Εξετάστε την καρδιά σας και δείτε την πνευματική της κατάσταση. 
Μήπως έχασε την παρρησία της προς το Θεό; Μήπως η συνείδηση διαμαρτύρεται για παράβαση των εντολών Του; Μήπως σας κατηγορεί για αδικίες, για ψέματα, για παραμέληση των καθηκόντων προς το Θεό και τον πλησίον; 
Ερευνήστε μήπως κακίες και πάθη γέμισαν την καρδιά σας, μήπως γλίστρησε αυτή σε δρόμους στραβούς και δύσβατους.

Άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως
https://inpantanassis.blogspot.com/

Κάθε μέρα το πρωί βάλε αρχή και αγωνίσου με αυτά...



Κάθε μέρα το πρωί βάλε αρχή σε κάθε αρετή και εντολή του θεού. Και αγωνίσου. Με πολλή υπομονή...!!!
Με φόβο και μακροθυμία,
Με αγάπη θεού,
Με όλη την προθυμία ψυχής και σώματος,
Με ταπείνωση πολλή,
Με υπομονή θλίψης της καρδιάς και προσεκτική φύλαξη της
Με προσευχή πολλή
Με προσευχή για τους άλλους με στεναγμούς,
Με αγνότητα γλώσσας,
Με προσοχή στα μάτια.
Να μη οργίζεσαι κι αν ακόμα σε ατιμάζουν, αλλά έχοντας ειρήνη μέσα σου•
Να μην ανταποδίνεις κακό αντί κακού
Να μην προσέχεις τα λάθη των άλλων
Να μη δίνεις αξία στον εαυτό σου, πού είναι κάτω από όλα τα κτίσματα
Να αντιτάσσεται και να απαρνείσαι την ύλη και όλα όσα έχουν σχέση με τη σάρκα.
Να ζεις:
Με διάθεση άρσης σταυρού, Με αγωνιστικό φρόνημα, Με πτωχεία του πνεύματος,
Με άσκηση και προαίρεση πνευματική,
Με μετάνοια και δάκρυα,
Με αγώνα πολέμου,
Με διάκριση,
Με αγνότητα ψυχής,
Με φαγητό όπως πρέπει,
Δουλεύοντας με ησυχία το εργόχειρο,
Με νυχτερινές αγρυπνίες,
Υπομένοντας την πείνα και τη δίψα, το κρύο και τη γύμνια,
Κοπιάζοντας. και πάνω άπ’ όλα και μαζί μ’ αυτά:
Να κλείνεις ό ίδιος τον τάφο από πάνω σου σαν να έχεις πεθάνει,
Έχοντας το φρόνημα πώς κοντά σου βρίσκεται ό θάνατος κάθε στιγμή…

Άγιος Λουκάς Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας
https://inpantanassis.blogspot.com/

«Θυμιάζετε, θυμιάζετε, θυμιάζετε…» το θυμίαμα έχει ευλογία, έχει χάρη, έχει δύναμη εναντίον των δαιμόνων…



Στα κεφάλαια 16 και 17 των Αριθμών της Παλαιάς Διαθήκης βλέπομαι την ανταρσία του Κορρέ, του Δαθαν και του Αδαρών και μαζί μ’ αυτούς εστασίασαν και άλλοι 250 από τους Ισραηλίτας. Ο Θεός δια του Μωυσέως μακροθυμεί, αλλά εκείνοι αποθρασύνονται.
Τότε επεμβαίνει ο Κύριος και για να παιδαγωγήσει το πλήθος του λαού, τιμωρεί τους επαναστάτες. Γίνεται σεισμός, ανοίγει η γη και τους καταπίνει όλους. Και τον Κορρέ και τον Δαθαν και τον Αδαρών, μαζί με τα πράγματά τους, μαζί με τους 250, και τους κατάπιε όλους η γη. Επεκράτησε φόβος , αλλά την άλλη μέρα όμως, ξανάρχισε πάλι ο γογγυσμός και όρμησαν για να σκοτώσουν τον Μωυσή και τον Ααρών. Εκείνοι, μόλις που πρόλαβαν και μπήκαν μέσα στην Σκηνή του Μαρτυρίου για να σωθούν. Αμέσως σαν προστατευτικό τείχος, εμφανίζεται Θεία Νεφέλη και καλύπτει όλη την Σκηνή και περιφρουρεί τους δύο άνδρες.
Βρίσκονται σε απορία τι να πράξουν. Στέκονται με βαθειά ευλάβεια και σιωπή μπροστά στο Θεό, περιμένοντας οδηγίες. Και ο Κύριος ομιλεί και τους λέγει:
– Εκχωρήσατε εκ μέσου της συναγωγής ταύτης, διαρρύξατε δηλαδή τους δεσμούς σας απ΄ αυτή τη συμμορία αυτού του αχαρίστου λαού, κάνετε στην άκρη και αφήστε με. Και εξαναλώσω αυτούς εις άπαξ. Θα τους κάψω όλους μια και καλή. Θα τους κάμω στάχτη. Θα τους αφανίσω. Εκείνοι όμως, ακούγοντας ετούτα τα λόγια, πέφτουν κάτω και προσκυνούν, ρίχνουν το πρόσωπό τους κάτω στη γη και σιωπούν, αλλά η σιωπή αυτή ήταν μια βουβή ικεσία που παρακαλούσε τον Θεό να λυπηθεί αυτόν τον δυστυχισμένο λαό.
– Δεν ανοίγουμε, λέει, το στόμα μας για να τον αποκυρήξουμε. Δεν το αντέχει αυτό η ψυχή μας. Ο,τι Συ κρίνεις, κάνε το. Αλλά λυπήσου μας Κύριε πολυεύσπλαχνε, λυπήσου τον λαόν σου. Πριν όμως προλάβουν να τελειώσουν αυτήν τους την βουβή ικεσία, ξεσπάει ξανά η οργή του Θεού. “Πυρ ανήφθη εν Ιακώβ και οργή ανέβη επί τον Ισραήλ”, μας λέγει ο 87ος ψαλμός, αναφερόμενος σ’ αυτό το γεγονός. Φοβερή φωτιά, ανεξήγητη, ξέσπασε στο στρατόπεδο των Ιουδαίων και έτρεχε με ορμή και φοβερή βοή.
Άγγελος Θεού, μας εξηγεί αλλού η Αγία Γραφή, Άγγελος εμπρηστής ήταν αυτός που τιμωρούσε αλύπητα τους αθεόφοβους, τους ασεβείς, και έκανε φοβερή θραύση ανάμεσα σ΄ αυτόν τον αχάριστο λαό . Στο πέρασμά του άφηνε πλήθος απανθρακωμένα κορμιά. Φοβερή έχει και το 4ο βιβλίο των Μακκαβαίων 2-11. Αλλά η ευαίσθητη ψυχή του Μωυσέως, ο θεοφώτιστος αυτός νους, αντιλαμβάνεται την τρομερή καταστροφή που συντελείται ανάμεσα στον λαό του Ισραήλ, ραγίζει κυριολεκτικά η καρδιά του από συμπόνια και αγωνία πολλή.
Στρέφεται λοιπόν στον αδελφό του και του λέγει :
– Λάβε το πυρίον και επίθες επ’ αυτό πυρ από του θυσιαστηρίου και επίβαλε επ’ αυτώ θυμίαμα. Ααρών, του λέγει, πάρε το θυμιατήρι, βάλε κάρβουνα από το θυσιαστήριο, πρόσθεσε θυμίαμα και τρέξε.
Επίβαλε το τάχος εις την περιβολήν και εξίλασε αυτόν. Πήγαινε εκεί επί τόπου, εκεί όπου συντελείται το θανατικό και θυμιάτιζε τη φωτιά, ώστε να απομακρυνθεί αυτή η κατάρα και να σβήσει η πυρκαγιά. Με τί; Με το θυμίαμα. Πράγματι ο Ααρών λαμβάνει το θυμιατήρι, όπως ελάλησεν αυτώ ο Μωυσής και εδραμε εις την συναγωγήν. Έτρεχε μαζί με τη φωτιά. Πρόσωπο με πρόσωπο και τη θυμιάτιζε. Μόλις θυμιάτιζε τη φωτιά μαραινόταν και έσβηνε.
Έτρεχε λοιπόν ξωπίσω της άφοβα, ηρωϊκά, ανάμεσα στις σκηνές των Εβραίων, ανάμεσα στις στάχτες, αναμέσω των τεθνηκότων και των ζώντων και εξόρκιζε με ευχές τις αδηφάγες αυτές φλόγες. Και αυτές, σαν να κατάπιναν το θυμίαμα έσβηναν και κόπαζαν ταπεινωμένες. Σταμάτησε επιτέλους το κακό με ένα τραγικό βέβαια απολογισμό 14700 νεκροί, και 300 την πρώτη φορά, 15000. Το γεγονός αυτό μας ομιλεί, για τη δύναμη του θυμιάματος.
Η δύναμις και η χάρις και η ευλογία που έχει το θυμιατήρι, το θυμίαμα έχει ευλογία, έχει χάρη, έχει δύναμη εναντίον των δαιμόνων… Λοιπόν, μην παραλείπετε να θυμιατίζετε το σπίτι σας και το μαγαζί σας και τη δουλειά σας αν είναι δυνατόν, και θα κλείσω με το ” Θυμιάζετε, θυμιάζετε, θυμιάζετε”. Θυμιατίζοντας να ψέλνουμε τροπάρια, όσα θυμόμαστε, η να λέμε την Ευχή και όταν μας θυμιατίζουν να σκύβουμε το κεφάλι και να κάνουμε το σημείο του Σταυρού. Το θυμίαμα, το σπίτι το μεταβάλλει σε κάτ οίκον εκκλησία. Και επαναλαμβάνω ότι διώχνει τα δαιμόνια και τους πειρασμούς. Γεμίζουν οι ψυχές όλων των οικείων από Θεία Ευλογία.

π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου
https://simeiakairwn.wordpress.com/