Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2025

Άγιος Κυριακός ο Αναχωρητής




Του ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Θεολόγου Καθηγητού
Πολλοί από τους οσίους της Εκκλησίας μας έχουν τον τίτλο του Αναχωρητή, κι’ αυτό διότι είχαν πάρει τη μεγάλη απόφαση να αναχωρήσουν σωματικά από τον πτωτικό κόσμο στις ερήμους, αλλά όμως ψυχικά να βρίσκονται κοντά στους κοσμικούς, με την προσευχή τους. Ένας από τους μεγάλους Αναχωρητές υπήρξε και ο άγιος Κυριακός, ο οποίος πήρε το προσωνύμιο του Αναχωρητή.
Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 448, όταν βασίλευε στην Κωνσταντινούπολη ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Μικρός (408-450). Ο πατέρας του ονομαζόταν Ιωάννης και ήταν πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Κορίνθου και η μητέρα του ονομαζόταν Ευδοξία. Αμφότεροι ήταν πιστοί και ενάρετοι άνθρωποι και γι’ αυτό φρόντισαν να αναθρέψουν το παιδί τους με ευσέβεια, πίστη και φόβο Θεού. Ο Κυριακός από μικρό παιδί είχε δείξει σημάδια πνευματικής ωριμότητας. Στοχάζονταν συνεχώς το μυστήριο της Θείας Οικονομίας, την αγάπη του Θεού να σωθεί το ανθρώπινο γένος, χάρις στην ενανθρώπηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Αυτές οι σκέψεις τον οδήγησαν να αφιερωθεί στο Θεό. Όταν έφτασε στην εφηβική ηλικία αποφάσισε να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, επιλέγοντας τους Αγίους Τόπους ως τόπο της άσκησής του. Έφυγε λοιπόν για τα Ιεροσόλυμα, να πατήσει τα άγια χώματα που είχαν πατήσει τα πανάγια πόδια του Λυτρωτή Χριστού. Εκεί συνάντησε στην αρχή έναν μεγάλο ασκητή, τον Ευστόργιο, στον οποίο προσκολλήθηκε για αρκετό καιρό. Ακούγοντας ακούραστος τις παραινέσεις του αγίου Γέροντα απέκτησε μεγάλη ψυχική ωφέλεια και πνευματική ωριμότητα. Μετά άκουσε για τον Μέγα Ευθύμιο και τις αρετές του. Ζητώντας την ευλογία του Ευστόργιου, πήγε κοντά του, γενόμενος δεκτός από εκείνον. Εκεί ενδύθηκε και το μοναχικό σχήμα.
Επειδή όμως υπήρχε η συνήθεια να μη δέχονται αγένειους νέους, λόγω σκανδαλισμού, ο Μέγας Ευθύμιος τον έστειλε στη Μονή του Αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτη, όπου έγινε δεκτός και του ανατέθηκε το διακόνημα του μαγείρου. Εκεί ο Κυριακός διακονούσε με μεγάλη προθυμία τους αδελφούς και ασκούνταν ο ίδιος στην πίστη και στην αρετή. Νήστευε, αγρυπνούσε και προσεύχονταν ατέλειωτες ώρες. Τρέφονταν μόνο με λίγο άρτο και νερό, κάθε δύο ημέρες. Έτσι σε λίγο χρονικό διάστημα άρχισαν να διαφαίνονται οι αρετές του και η αγιότητά του. Ο ίδιος ο ηγούμενος άγιος Γεράσιμος και όλη η αδελφότητα τον εκτιμούσαν και τον αγαπούσαν.
Μετά από εννέα χρόνια και ενώ ο ίδιος ήταν είκοσι οκτώ ετών, κοιμήθηκε ο Γέροντάς του Γεράσιμος. Ο Κυριακός γύρισε στη Λαύρα του αγίου Ευθυμίου, όπου έγινε δεκτός από τον ηγούμενο Ηλία. Όμως δεν έμεινε για πολύ, διότι έβλεπε με πίκρα τη διαμάχη της Μονής με τη διπλανή Μονή του Οσίου Θεοκτίστου, για οικονομικές διαφορές. Πήρε την απόφαση να φύγει και να εγκατασταθεί στη Μονή Σουκά. Εκεί έμεινε πολλά χρόνια, διακονώντας και σημειώνοντας πνευματική πρόοδο. Εκεί αξιώθηκε να δεχτεί και το αξίωμα του Πρεσβυτέρου και απέκτησε τη φήμη του σπουδαίου πνευματικού άνδρα.
Όντας στην ηλικία των εβδομήντα επτά ετών, αποφάσισε να φύγει για την έρημο, να ζήσει την ευλογημένη ζωή της ερημικής ησυχίας. Με έναν υποτακτικό του αναχώρησε για την σκληρή έρημο Νατουφά, στην  οποία φύτρωναν μόνο πικρά σκυλοκρέμμυδα. Με την προσευχή του ο άγιος τα πικρά και ακατάλληλα χόρτα έγιναν γλυκά και η τροφή των δύο αναχωρητών επί τέσσερα χρόνια.  Μέσα στην ησυχία της ερήμου οι δύο άνδρες προσεύχονταν, αγρυπνούσαν, πολεμούσαν το διάβολο κατά μέτωπο και απέκοπταν τα πάθη τους. Ο άγιος Κυριακός είχε καθαρθεί και έμοιαζε με τους αγγέλους. Μάλιστα είχε φτάσει στο σημείο αγιότητας να βγάζει δαιμόνια από κατεχόμενους. Θεράπευσε κάποιον δαιμονισμένο στη χώρα των Θεώνων.
Το θαύμα αυτό έγινε γνωστό στην ευρύτερη περιοχή. Πολλοί άρρωστοι και ιδίως δαιμονισμένοι έτρεχαν να βρουν τη γιατρειά τους από το άγιο ασκητή. Αυτό όμως τον ενοχλούσε, διότι τον απέκοπτε από τον πνευματικό του αγώνα. Γι’ αυτό αποφάσισε να αναχωρήσει πιο βαθειά στην έρημο του Ρουβά, τρεφόμενος με ρίζες αγρίων φυτών. Αλλά οι άρρωστοι έφταναν ως εκεί για να βρουν θεραπεία και ο άγιος ανταποκρίνονταν στη λαχτάρα τους. Αλλά και πάλι ο άγιος θεώρησε την κατοικία του αυτή ακατάλληλη από την κοσμοσυρροή. Έφυγε για άλλη πιο μακρινή έρημο, τη Σουσακείμ. Εκεί έζησε επτά χρόνια ως επίγειος άγγελος. Τον καιρό εκείνο έπεσε φοβερό θανατικό στην περιοχή. Οι μοναχοί της Λαύρας του Σουκά έτρεξαν στον άγιο να τους σώσει από την πανώλη. Ο Κυριακός τους λυπήθηκε, γύρισε στη Λαύρα και με τις προσευχές του κατόρθωσε να διώξει την αρρώστια. Έμεινε στο κελί του αβά Χαρίτωνος πέντε χρόνια. Από εκεί αναγκάστηκε να πολεμήσει την αίρεση του ωριγενισμού, με επιτυχία. Ο ίδιος ο Ωριγένης (+254) και κυρίως οι μαθητές του, είχαν πέσει σε σημαντικές πλάνες, όπως «η προΰπαρξη των ψυχών» και η «αποκατάσταση των πάντων», οι οποίες καταδικάστηκαν από την Ε΄ Οικουμενική Σύνοδο (553). 
Διάνυε ήδη το ενενηκοστό ένατο έτος της ηλικίας του. Είχε επιθυμήσει να ζήσει και πάλι στην αγαπημένη του έρημο Σουσακείμ. Εκεί έζησε ακόμη εννέα έτη. Λίγο πριν το τέλος της επί γης ζωής του πήγαν να τον επισκεφτούν κάποιοι μοναχοί από τη Λαύρα Σουκά και να πάρουν την ευλογία του. Τον βρήκαν να προσεύχεται χωρίς κούραση, παρά τα εκατόν οκτώ έτη του, με πλήρη σωματική ρώμη και πνευματική διαύγεια. Ο άγιος ασκητής, αφού τους ευχαρίστησε και τους ευλόγησε κοιμήθηκε ειρηνικά το 556 και αγία του ψυχή πέταξε στα ουράνια για να συναντήσει τον Κύριο στον Οποίο είχε αφιερώσει ολόκληρη τη ζωή του. Η μνήμη του τιμάται στις 29 Σεπτεμβρίου.
Αυτός υπήρξε ο άγιος Κυριακός ο Αναχωρητής. Σωματικά στην έρημο και πνευματικά στον κόσμο, καθ’ ότι η ορθόδοξη ασκητική δεν είναι απόκοσμη, αλλά αγώνας για την κάθαρση του κόσμου από τη δουλεία της αμαρτίας. 

https://www.nyxthimeron.com/

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Α´ 22 - 23
22 καὶ πάντα ὑπέταξεν ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτοῦ, καὶ αὐτὸν ἔδωκε κεφαλὴν ὑπὲρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, 23 ἥτις ἐστὶ τὸ σῶμα αὐτοῦ, τὸ πλήρωμα τοῦ τὰ πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου.
ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Β´ 1 - 3
1 Καὶ ὑμᾶς ὄντας νεκροὺς τοῖς παραπτώμασι καὶ ταῖς ἁμαρτίαις, 2 ἐν αἷς ποτε περιεπατήσατε κατὰ τὸν αἰῶνα τοῦ κόσμου τούτου, κατὰ τὸν ἄρχοντα τῆς ἐξουσίας τοῦ ἀέρος, τοῦ πνεύματος τοῦ νῦν ἐνεργοῦντος ἐν τοῖς υἱοῖς τῆς ἀπειθείας· 3 ἐν οἷς καὶ ἡμεῖς πάντες ἀνεστράφημέν ποτε ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῆς σαρκὸς ἡμῶν, ποιοῦντες τὰ θελήματα τῆς σαρκὸς καὶ τῶν διανοιῶν, καὶ ἦμεν τέκνα φύσει ὀργῆς, ὡς καὶ οἱ λοιποί·

Ερμηνευτική απόδοση:
ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Α´ 22 - 23
22 Καὶ ὅλα ὑπέταξε κάτω ἀπὸ τὰ πόδια του. Καὶ αὐτόν, ποὺ τόσον πολὺ ὕψωσεν, ἔδωκεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν κεφαλήν, παραπάνω ἀπὸ ὅλα ὅσα ὑπάρχουν ἐν αὐτῇ. 23 Εἶναι δὲ ἡ Ἐκκλησία τὸ σῶμα του, τὸ συμπλήρωμα τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀνθρώπου· συμπλήρωμα ἐκείνου, ὁ ὁποῖος ὡς Θεὸς γεμίζει τὰ πάντα εἰς ὅλας τὰς ἀνάγκας των καὶ παρέχει εἰς κάθε δημιούργημά του ὅ,τι τοῦ χρειάζεται.
ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ Β´ 1 - 3
1 Καὶ ἔκαμε δι’ ἡμᾶς ὅ,τι ἔκαμε καὶ διὰ σᾶς. Σεῖς δηλαδὴ ἦσθε νεκροὶ πνευματικῶς, ἕνεκα τῶν παραβάσεων καὶ ἁμαρτιῶν, 2 εἰς τὰς ὁποίας ἄλλοτε ἐπεριπατήσατε, ὅταν ἐζούσατε τὴν διεφθαομένην ζωὴν τοῦ κόσμου αὐτοῦ, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ ἄρχοντος, ποὺ ἀπὸ τὰς ἐκτάσεις τοῦ ἀέρος ἐξουσιάζει τοὺς σαρκικοὺς ἀνθρώπους, τοῦ πονηροῦ δηλαδὴ πνεύματος, ποὺ τώρα ἐνεργεῖ εἰς τοὺς ἀπειθεῖς. 3 Μεταξὺ αὐτῶν τῶν ἀπειθῶν ἀκόμη καὶ ἡμεῖς οἱ Ἰουδαῖοι ὅλοι ἐζήσαμεν καὶ συμπεριεφέρθημεν ἄλλοτε σύμφωνα μὲ τὰς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός μας καὶ ἐπράτταμεν τὰ θελήματα τῆς σαρκός μας καὶ τῶν σκοτισμένων διανοιῶν μας. Καὶ ἤμεθα τότε ἐκ φύσεως καὶ ἀπὸ αὐτὴν τὴν γέννησίν μας ἄξιοι τῆς θείας ὀργῆς, καθὼς καὶ οἱ λοιποί.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Τη συγ­χώ­ρε­ση πρέ­πει να την δί­νου­με σε όλους, όπως κά­νει και ο ίδιος ο Θεός. Βρέ­χει επί δι­καί­ους και αδί­κους, γρά­φει το Ευαγ­γέ­λιο. Διό­τι εί­μα­στε όλοι αμαρ­τω­λοί και όλοι θα έπρε­πε να κα­τα­δι­κα­στού­με για τις αμαρ­τί­ες μας, λί­γες ή πολ­λές. Γι' αυτό πρέ­πει να συγ­χω­ρού­με και να ευ­χό­μα­στε στο Θεό, να συγ­χω­ρή­σει και εμάς τους αμαρ­τω­λούς, που πολύ συ­χνά, δεν κα­τα­λα­βαί­νου­με τι κά­νου­με και τι δεν κά­νου­με...

Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης

Πώς πρέπει να ησυχάζει κανείς μέσα στο κελί;




Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Ησαΐα: «Πώς πρέπει να ησυχάζει κανείς μέσα στο κελί;» Και αποκρίθηκε ο γέροντας: «Το να ησυχάζει κανείς στο κελί σημαίνει να εκθέτει συνεχώς τον εαυτό του ενώπιον του Θεού και να επιστρατεύει όλη του τη δύναμη για να αντιστέκεται σε κάθε λογισμό που σπέρνει ο εχθρός γιατί αυτό σημαίνει αναχώρηση από τον κόσμο». 
Και είπε ο αδερφός σου «Τι σημαίνει κόσμος;» «Κόσμος είναι - απάντησε ο γέροντας - το να διασπάται κάνεις σε πολλές και διάφορες υποθέσεις. Κόσμος είναι το να ενεργούν οι άνθρωποι τα αντίθετα προς την ανθρώπινη φύση και να ικανοποιούν τα σαρκικά τους θελήματα. Κόσμος είναι το να νομίσει κάνεις ότι μένει παντοτινά στη ζωή αυτή. Κόσμος είναι να φροντίζει για το σώμα προς βλάβην της ψυχής και να καυχιέται για αυτά που αφήνει πίσω του. Κι αυτά δεν τα είπα από μόνος μου αλλά ο Ιωάννης ο Απόστολος είναι που τα λέει : Μην αγαπάτε τον κόσμο μήτε όσα είναι του κόσμου».
 


Ἀδελφὸς ἠρώτησε τὸν ἀββᾶ Ἡσαίαν λέγων· Πῶς χρὴ ἡσυχάζειν ἐν τῷ κελλίῳ; Καὶ ἀπεκρίθη ὁ γέρων· Τὸ ἡσυχάζειν ἐν τῷ κελλίῳ ἐστὶ τὸ παραρρίπτειν ἑαυτὸν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ποιῆσαι τὴν δύναμιν ἑαυτοῦ ἀντιστῆναι παντὶ σπειρομένῳ λογισμῷ ὑπὸ τοῦ ἐχθροῦ· τοῦτο γάρ ἐστι τὸ φεύγειν ἀπὸ κόσμου. 
Καὶ εἶπεν ὁ ἀδελφός· Τί ἐστιν ὁ κόσμος; Καὶ ἀπεκρίθη ὁ γέρων· Ὁ κόσμος ἐστὶν ὁ περισπασμὸς τῶν πραγμάτων, ὁ κόσμος ἐστὶν τὸ ἐργάσασθαι τὰ παρὰ φύσιν καὶ πληρῶσαι τὰ θελήματα ἑαυτῶν κατὰ σάρκα, ὁ κόσμος ἐστὶ τὸ λογίσασθαι ἑαυτὸν παραμένειν ἐν τῷ αἰῶνι τούτῳ, ὁ κόσμος ἐστὶ τὸ φροντίσαι τοῦ σώματος παρὰ τὴν ψυχὴν καὶ καυχᾶσθαι ἐν οἷς καταλιμπάνεις. Οὐκ ἐξ ἐμαυτοῦ δὲ ταῦτα εἶπον, ἀλλὰ Ἰωάννης ὁ ἀπόστολός ἐστιν ὁ ταῦτα λέγων· «Μὴ ἀγαπᾶτε τὸν κόσμον μηδὲ τὰ ἐν τῷ κόσμῳ.

ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ
Τόμος Α΄
Έκδοση: Ι.Ησυχ. Το Γεννέσιος της Θεοτόκου 
Πανόραμα Θεσσαλονίκης
σελ.254-255 
https://wra9.blogspot.com/

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025

"Δεν φτάνει μόνο να θέλουμε εκείνα που θέλει ο Θεός , αλλά να τα θέλουμε όταν τα θέλει, όπως τα θέλει και γιατί Εκείνος τα θέλει "



  «Εύκολα, ευκολότατα ο Χριστός μπορεί να μας δώσει ό,τι επιθυμούμε. Και κοιτάξτε το μυστικό. Το μυστικό είναι, να μην το έχετε στο νου σας καθόλου να ζητήσετε το συγκεκριμένο πράγμα. Το μυστικό είναι να ζητάτε την ένωσή σας με τον Χριστό ανιδιοτελώς, χωρίς να λέτε, «δώσ' μου τούτο, εκείνο...». 
Είναι αρκετό να λέμε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
 Δεν χρειάζεται ο Θεός ενημέρωση από εμάς για τις διάφορες ανάγκες μας. Εκείνος τα γνωρίζει όλα ασυγκρίτως καλύτερα από εμάς και μας παρέχει την αγάπη Του. Το θέμα είναι ν' ανταποκριθούμε σ' αυτή την αγάπη, με την προσευχή και την τήρηση των εντολών Του. Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού· αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για εμάς και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα...».

Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
https://proskynitis.blogspot.com/

Προφήτης Βαρούχ ο Δίκαιος



Σήμερα, ανάμεσα στους άλλους αγίους και αγίες του συναξαρίου, συναντάμε και το όνομα του προφήτη Βαρούχ. Το όνομά του σημαίνει ευλογημένος ενώ του δόθηκε και το προσωνύμιο "δίκαιος". Ήταν επίσης γνωστός ως φιλαλήθης και θαρραλέος.
Ο Βαρούχ ήταν ακόλουθος του προφήτη Ιερεμία και όταν ο τελευταίος ήταν φυλακισμένος, ο Βαρούχ κατ' εντολή του έγραψε τις προφητείες του και τις διάβασε στο λαό σε μέρες νηστείας. Οι Εβραίοι της εποχής τον μίσησαν, και ο βασιλιάς και ο λαός, τόσο για το θάρρος όσο και για τον φιλαλήθη λόγο του.
Για να δούμε λοιπόν τα ονόματα που αναφέραμε. Ευλογημένος, δίκαιος, φιλαλήθης, θαρραλέος. Τέσσερα ονόματα αλληλοσυνδεόμενα και συγκοινωνούντα. Από το ένα φτάνεις στο άλλο. Πράγματι ο προφήτης Βαρούχ ήταν ευλογημένος. Ευλογημένος με την αίσθηση και την ευθύνη του δικαίου. Και τούτο τον όπλιζε με θάρρος ώστε να λέει την αλήθεια, όσο κι αν αυτή ήταν δυσάρεστη στα αυτιά ενός λαού και ενός βασιλιά που αρέσκονται να ακούει αυτά που θέλει.
Και όποιος δυσαρεστεί τον κυβερνήτη και τη μάζα, ξέρουμε όλοι πως διακινδυνεύει και τη θέση του και την άνεσή του και τη ζωή του την ίδια. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Κυρίου: "Όποιος θελήσει να σώσει τη ζωή του θα τη χάσει". Ο προφήτης Βαρούχ προφανώς δεν ανήκει σε αυτή τη κατηγορία ανθρώπων. Ο προφήτης Βαρούχ μίλησε με θάρρος για την αλήθεια και τη δικαιοσύνη απέναντι στον βασιλιά και τον λαό. Δεν είναι τυχαίο που αυτός προφήτεψε και την ενσάρκωση του Λόγου, του Ιησού Χριστού.
Το καθήκον να λέμε την αλήθεια με θάρρος δεν έχει παρέλθει. Αποτελεί ακόμα υποχρέωση της Εκκλησίας, όλων μας δηλαδή, κληρικών και λαϊκών, και η άρνηση μιας τέτοιας υποχρέωσης(με τις όποιες δικαιολογίες χρησιμοποιούμε κάθε φορά), μιας τέτοιας ευθύνης, μας καθιστά όμοιους με τους ψευδοπροφήτες.
Σήμερα, ο Χριστός λέει στον Πέτρο πως θα τον κάνει αλιέα ανθρώπινων ψυχών. Και αυτό θα γίνει με τον λόγο, λόγο αλήθειας και δικαιοσύνης που απευθύνεται με θάρρος σε έναν κόσμο που δε θέλει να ακούσει και ο οποίος προκειμένου να μην ακολουθήσει θα κρυφτεί πίσω από φιλοσοφικά, θεολογικά και πολιτικά τερτίπια. Και είναι στη δική μας προαίρεση το πού θα σταθούμε.

https://proskynitis.blogspot.com/

Η έκπληξη της πίστης




«Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν Ἰησοῦ λέγων· Ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε· θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον, ὁμοίως δὲ καὶ Ἰάκωβον καὶ Ἰωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι» (Λουκ.  5, 8-10)
«Ὅταν ὁ Σίμων Πέτρος εἶδε τί ἔγινε, ἔπεσε στὰ γόνατα τοῦ Ἰησοῦ καὶ τοῦ εἶπε· «Βγὲς ἀπὸ τὸ καΐκι μου, Κύριε, γιατὶ εἶμαι ἄνθρωπος ἁμαρτωλός». Αὐτὰ τὰ εἶπε γιατὶ εἶχε κυριευτεῖ ἀπὸ δέος, αὐτὸς καὶ ὅλοι ὅσοι ἦταν μαζί του, γιὰ τὰ πολλὰ ψάρια ποὺ εἶχαν πιάσει. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ μὲ τὰ παιδιὰ τοῦ Ζεβεδαίου, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη, ποὺ ἦταν συνεργάτες τοῦ Σίμωνα» 
         Οι άνθρωποι της εποχής μας, εγκλωβισμένοι σε μία καταιγίδα πληροφοριών, εικόνων, εντυπώσεων βαριόμαστε εύκολα. Ιδίως όταν καλούμαστε να πάρουμε θέση έναντι θεμάτων και γεγονότων που έρχονται από το βαθύ χτες, όπως είναι η πίστη, νιώθουμε ότι ο τρόπος και ο χρόνος της στερούνται του ενδιαφέροντος, της περιπέτειας. Εύκολα γίνονται συνήθεια και μας κάνουν να περιορίζουμε την ενασχόληση, τη συμμετοχή, την όποια βίωση στις γιορτές ή στην ανάγκη μας. Αγνοούμε όμως ότι η πίστη είναι από μόνη της έκπληξη, διότι είναι σχέση με ένα πρόσωπο το οποίο ξεπερνά τα μέτρα μας όχι μόνο ως προς την ιστορία της παρουσίας Του ή το κήρυγμά Του, αλλά ως προς την αγάπη που μας δείχνει, την ανεξάντλητη και δυσερμήνευτη  αγάπη.
            Η παρουσία του Χριστού στη ζωή μας είναι έκπληξη. Μοιάζει με εκείνη που ένιωσαν οι μαθητές όταν είδαν ότι το πλοίο τους γέμισε από ψάρια, μετά από μία άγονη ζώγρηση όλη την προηγούμενη νύχτα. Η έκπληξη ήταν ότι ο Χριστός δεν περιφρόνησε την ανάγκη τους να ζήσουν. Την ταυτότητά τους, το ποιοι ήταν. Μαζί Του όμως όλα αυτά απέκτησαν άλλο νόημα. Δεν αρκούμαστε στη ζωή ως επιβίωση, αλλά ζούμε τη ζωή ως νόημα αγάπης, ανάστασης, αιωνιότητας. Δεν αρκούμαστε στον συνήθη τρόπο που βλέπουμε τους ανθρώπους στην καθημερινότητά μας, στην καλημέρα της χαράς, στην καλημέρα της συναλλαγής, στην καλημέρα της συνύπαρξης, ακόμη και στην άρνηση  της εχθρότητας ή το προσπέρασμα της αδιαφορίας. Όλα γίνονται καινά. Η παρουσία του Χριστού γίνεται αγάπη που σώζει εμάς και ας κάνει χαρούμενους που ζούμε και συναντούμε τους άλλους. Τους όποιους άλλους. Ναι λοιπόν στην έκπληξη της πίστης. Διότι όλα όσα γίνονται στην Εκκλησία περνούν από τη συνάντηση με τον Χριστό και τις εικόνες του, τους συνανθρώπους μας, που κάνουν κάθε στιγμή ξεχωριστή. Αφού η αγάπη είναι ξεχωριστά και μοναδικά όμορφη! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025, Α’  Λουκά
https://www.nyxthimeron.com/

Δρόμος για τον Χριστό




π. Δημητρίου Μπόκου
Μὲ τὸ κλείσιμο τῆς ἑορτῆς τοῦ Σταυροῦ σταματάει ἡ ἀνάγνωση τῶν περικοπῶν τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου καὶ ἀρχίζουν οἱ περικοπὲς ἀπὸ τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιο. Τὸ πρῶτο εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀπὸ τὸν Λουκᾶ ἀναφέρεται στὸ θαυμαστὸ γεγονὸς τῆς κλήσης τῶν τεσσάρων πρώτων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ, Πέτρου καὶ Ἀνδρέα, Ἰωάννου καὶ Ἰακώβου (Κυριακὴ Α΄ Λουκᾶ).
Πολλὰ πράγματα καθιστοῦν τὸ γεγονὸς αὐτὸ θαυμαστό. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἡ ἄμεση ἀνταπόκριση τῶν μαθητῶν στὸ κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ, πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι βίωσαν τὴ σύντομη συναναστροφὴ μαζί του ὡς κάτι ἰδιαίτερα συγκλονιστικό. Τοὺς ἄγγιξε τόσο βαθιὰ ἡ θεϊκὴ παρουσία του, ποὺ τὸν ἐμπιστεύθηκαν ἀπόλυτα καὶ αὐτὸ ἄλλαξε ριζικὰ τὴ ζωή τους. Ἀποτάχθηκαν, περιφρόνησαν ὅσα τοὺς ἔδεναν μὲ τὸν κόσμο καὶ ἀποδύθηκαν στὴν διὰ βίου προσπάθεια νὰ βαθαίνουν ὅλο καὶ περισσότερο «εἰς ἀληθείας ἐπίγνωσιν». Πίστεψαν ὅτι βρῆκαν τὸν μεγαλύτερο θησαυρό, τὸ πολύτιμο μαργαριτάρι, ποὺ ἄξιζε νὰ πουλήσουν τὰ πάντα γιὰ νὰ τὸ ἀγοράσουν.
Τί γίνεται ὅμως μὲ μᾶς, ποὺ δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς μοιάσουμε, ἀφήνοντας τὰ πάντα γιὰ τὸν Χριστό; Μποροῦμε νὰ ἔχουμε πίστη. Βαθιά, ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν Χριστό. Ὅποιος ἔχει ἀνόθευτη πίστη στὸν Χριστό, ἔχει ὅλα τὰ θεϊκὰ χαρίσματα μέσα του. Στὸν Χριστό «εἰσι πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως ἀπόκρυφοι» (Κολ. 2, 3). Ὅλοι οἱ θησαυροὶ τῆς θεϊκῆς σοφίας καὶ γνώσεως εἶναι κρυμμένοι μέσα στὸν Χριστό. Συνεπῶς, ἂν ὁ Χριστὸς κατοικεῖ μέσα μας (Ἐφ. 3, 17), ὅλοι αὐτοὶ οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως εἶναι κρυμμένοι μέσα στὶς καρδιές μας. Τί φταίει ὅμως καὶ δὲν νιώθουμε τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα μας; Ἡ ἀμέλειά μας στὸ νὰ ἐργασθοῦμε τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Στὸ νὰ βαδίζουμε ὅπως θέλει ὁ Χριστός.
Οἱ θεϊκοὶ θησαυροὶ μέσα μας φανερώνονται ἀπὸ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό. Ἂν ὅμως ἡ ἀγάπη μας αὐτὴ εἶναι στάσιμη, ἀνενεργός, τότε φυσικῷ τῷ λόγῳ νομίζουμε, ὅτι δὲν ἔχουμε τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιατὶ αὐτὰ φανερώνονται «κατὰ τὴν ἀναλογίαν τῆς ἑκάστου, διὰ τῶν ἐντολῶν, καθάρσεως». Στὸ μέτρο ποὺ ἐφαρμόζει ὁ καθένας τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, καθαρίζει τὴν καρδιά του καὶ φανερώνονται μέσα του, στὸ μέτρο αὐτὸ πάντα, οἱ θεϊκοὶ θησαυροί.
Ὅλες οἱ ἐντολὲς εἶναι καλές, μὰ ἡ ἀγάπη ἰδιαίτερα εἶναι μιὰ «καθ’ ὑπερβολὴν ὁδός» (Α΄ Κορ. 12, 31), ἕνας ἐξαιρετικὸς δρόμος γιὰ τὸν Χριστό. Λένε οἱ ἅγιοι, ἀφοῦ δὲν μποροῦμε ὅλοι, σὰν τοὺς ἀποστόλους, νὰ ἐγκαταλείψουμε τὰ πάντα γιὰ τὸν Χριστό, ἂς προσπαθοῦμε τοὐλάχιστον νὰ ἀσκοῦμε τὴν ἀγάπη. Ὅσο πιὸ ἁπλόχερα γίνεται γιὰ ὅλους. Αὐτὸ μᾶς ἀποδεσμεύει λίγο ἀπὸ τὴν προσκόλληση στὰ ὑλικά. Μᾶς κάνει νὰ καταφρονοῦμε τὰ πρόσκαιρα, νὰ προτιμᾶμε σιγά-σιγὰ τὰ αἰώνια.
Κι ἀκόμα, ἡ ἀγάπη, μαζὶ μὲ τὴν ἐγκράτεια, καθαρίζει ἀπὸ τὰ πάθη τὴν καρδιά μας. Τότε βλέπουμε τὸν Θεὸ καὶ τοὺς θησαυρούς του. «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, (δι)ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται» (Ματθ. 5, 8).
Ἡ ἄσκηση τῆς ἀγάπης λοιπὸν φέρνει καὶ σὲ μᾶς κάτι ἀπὸ τὸ ἀποστολικὸ φρόνημα, γεννάει μέσα μας κάποια αὐταπάρνηση. «Φρόντισε καὶ σύ, ὅσο μπορεῖς, νὰ ἀγαπήσεις κάθε ἄνθρωπο. Ἂν αὐτὸ δὲν τὸ μπορεῖς ἀκόμα, τουλάχιστον μὴ μισήσεις κανέναν. Ἀλλὰ καὶ σ’ αὐτὸ δὲν θὰ φτάσεις, ἂν δὲν καταφρονήσεις τὰ πράγματα τοῦ κόσμου» (Ἅγ. Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, Ἑκατοντὰς Δ΄ τῶν περὶ ἀγάπης κεφαλαίων, ξθ΄-πβ΄, Φιλοκαλία Β΄, σ. 48-49).

https://www.nyxthimeron.com/

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΧΑΡΙΤΩΝ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ




«Ο όσιος Χαρίτων έζησε επί της βασιλείας του Αυρηλιανού και καταγόταν από το Ικόνιο της Λυκαονίας. Λόγω της πίστεώς του στον Χριστό, οδηγήθηκε στον άρχοντα Υπατικό, κι επειδή ομολόγησε με παρρησία τον Χριστό ως Θεό, τον κτύπησαν και τον κατάφλεξαν με λαμπάδες φωτιάς. Μετά την πτώση του Αυρηλιανού, ελευθερώθηκε, και πήγε σε έρημο τόπο, όπου έπεσε σε ληστές που τον αιχμαλώτισαν. Ελευθερώθηκε όμως και πάλι αλλά με τον εξής τρόπο: Στην κανάτα που είχαν οι ληστές το κρασί τους, πήγε μία έχιδνα που έχυσε το δηλητήριό της, οπότε πίνοντας οι ληστές πέθαναν όλοι. Ο όσιος, βλέποντας το σπήλαιο ταιριαστό για τόπο ασκήσεώς του, το έκανε εκκλησία, κι επειδή άρχισαν να προσέρχονται πολλοί για να ασκηθούν κοντά του, το μετέτρεψε τελικώς σε μοναστήρι. Λόγω των περισπασμών, αποσύρθηκε αλλού, αλλά και εκεί τον περίμενε η ίδια «τύχη», μέχρι ότου βρήκε την άκρη ενός βράχου, για να αφιερωθεί απερίσπαστος στην προσευχή και τον Θεό. Την έλλειψη ύδατος την ξεπέρασε με τη χάρη του Θεού. Παρακάλεσε τον Κύριο, και από το βράχο βγήκε κρυστάλλινο νερό. Εκεί στον βράχο αυτό έζησε μέχρι βαθύτατο γήρας, επιτελώντας και πλήθη θαυμάτων».
 
Ο υμνογράφος της Εκκλησίας μας, καλός γνώστης της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, των Πατερικών και νηπτικών κειμένων,  «ζωγραφίζει» το πνευματικό πορτραίτο του οσίου Χαρίτωνα, χρησιμοποιώντας εικόνες από τα παραπάνω έργα. Το πρώτο στο οποίο εμμένει ο εκκλησιαστικός ποιητής είναι το χάρισμα του οσίου να καθοδηγεί άλλους προς εύρεση της Βασιλείας του Θεού, το χάρισμα δηλαδή του Γέροντα. Βασιζόμενος στο γεγονός ότι ο όσιος είχε ιδρύσει τρία μοναστήρια, παρ’  όλη την τάση του να ζήσει ως ερημίτης, τον βλέπει ως νέο Μωϋσή, ο οποίος, σαν τον παλαιό που καθοδήγησε τους Ισραηλίτες στη γη της επαγγελίας, και μάλιστα περνώντας τους θαυματουργικά, δηλαδή με τη χάρη του Θεού, από την Ερυθρά θάλασσα,   καθοδήγησε και αυτός τους μοναχούς του, ανοίγοντας με το όπλο του Σταυρού το πέλαγος της αθλητικής θάλασσας, καταβυθίζοντας έτσι τον νοητό Φαραώ, τον διάβολο. «Θαλάσσης αθλητικής το πέλαγος διανηξάμενος, τω ζωηφόρω όπλω του Σταυρού, Φαραώ τον αλάστορα τον νοητόν, Μακάριε, θεία δυνάμει κατεπόντισας». Κι είναι μεγάλη ευλογία στη ζωή μας να έχουμε βρει και εμείς τον σωστό πνευματικό καθοδηγητή, προκειμένου, αντιστοίχως με τους μοναχούς του οσίου Χαρίτωνα, να καθοδηγούμαστε στην εύρεση του Χριστού. Διότι βεβαίως αυτός είναι όλος ο σκοπός της πνευματικής ζωής και της πνευματικής καθοδήγησης: να συνδεθούμε με τον Χριστό, δηλαδή να ζούμε έτσι, ώστε να ενεργοποιείται το χάρισμα του αγίου βαπτίσματος και του αγίου χρίσματος.
Δεν είναι δυνατόν όμως ο Θεός να έχει χαριτώσει κάποιον με το χάρισμα της πνευματικής καθοδήγησης, χωρίς αυτός να έχει διαφύγει τη θάλασσα των παθών, χωρίς να έχει υπερβεί τον εγωισμό και τα παρακλάδια του, κι αυτό με τη χάρη του Θεού. Ο όσιος Χαρίτων ήταν αληθινός καθοδηγητής, γιατί ακριβώς ενισχυόμενος από το Πνεύμα του Θεού νίκησε τον νοητό Γολιάθ, τις πονηρές δυνάμεις. Ο υμνογράφος με άλλα λόγια θέλοντας να τονίσει τους σπουδαίους ασκητικούς αγώνες του οσίου τον παραλληλίζει με τον Δαυίδ. Κι όπως εκείνος, σε νεαρή ηλικία, αλλά με τεράστιο θάρρος και με δύναμη Θεού νίκησε τον γιγάντιο Γολιάθ, έτσι και ο όσιος Χαρίτων: παρ’  όλη τη θεωρούμενη τεράστια δύναμη του διαβόλου, τον νίκησε, γιατί αφενός είχε την προαίρεση για κάτι τέτοιο, αφετέρου ενισχυόταν από τον παντοδύναμο και παντοκράτορα Κύριο. «Καθείλες δαυιτικώς του αλλοφύλου Γολιάθ, όσιε, την νοητήν δύναμιν, εν τη παντευχία του Πνεύματος».
Ένας τέτοιος άνθρωπος λοιπόν, σαν τον όσιο Χαρίτωνα, γνήσιος δούλος του Θεού, με ασκητικό φρόνημα και αληθινή αγάπη προς τον συνάνθρωπο, όντως χαριτώνεται από τον Θεό – «εστεφάνωσαν αι χάριτες σε Χαρίτων, αθλητικώ στεφάνω, της Χριστού βασιλείας», δηλαδή: σε στεφάνωσαν, Χαρίτων, οι χάρες της βασιλείας του Χριστού με αθλητικό στεφάνι - και λειτουργεί για τους καλοπροαίρετους ανθρώπους  κυριολεκτικά ως «μαγνήτης», που τους τραβάει κοντά του. Δεν είναι τα ανθρώπινα προσόντα του, οι γνώσεις του, η πιθανή ευγένειά του, οι καλοί τρόποι του. Είναι η χάρη του Θεού που ελκύει  τους ανθρώπους. Κι αυτό θα πει ότι οι άνθρωποι πλησιάζουν έναν τέτοιο άνθρωπο, με τη βεβαιότητα ότι προσεγγίζουν τον Θεό. Αν δεν υπάρχει αυτή η βεβαιότητα, αν οι άνθρωποι προσεγγίζουν τον Γέροντα, για να μείνουν μόνον σ’  εκείνον, χωρίς να περνάνε δι’  αυτού στον Σωτήρα Χριστό, τότε αφενός οι άνθρωποι αυτοί πάσχουν από πλευράς ψυχικής – διότι Θεός τους γίνεται ο «Γέροντάς» τους -  αφετέρου ο Γέροντας αυτός, σε περίπτωση που δεν αρνηθεί το «φωτοστέφανο» που του βάζουν οι άνθρωποι, δεν είναι γνήσιος Γέροντας, ανήκει στους «ψευδογέροντες», που συνιστούν μία από τις μάστιγες της Εκκλησίας. Ο όσιος Χαρίτων γίνεται ο οδηγός μας. Ζούσε εν αυτώ ο Χριστός, γι’ αυτό και διάφανος γενόμενος Εκείνον αποκλειστικά φανέρωνε. «Συ, όσιε, φωτός ακηλίδωτον έσοπτρον της άνωθεν φρυκτωρίας τηλαυγώς ανεδείχθης, Χαρίτων παμμακάριστε». Χαρίτων όσιε, παμμακάριστε, αναδείχτηκες πολύ καθαρά ακηλίδωτος καθρέπτης που αντανακλά το θεϊκό φως. Τέτοιους Γεροντάδες, διάφανους προς τον Θεό και τον άνθρωπο, που και η εποχή μας γνώρισε, αληθινούς αγίους (π.χ. τους οσίους Πορφύριο, Παΐσιο, Ιάκωβο, Εφραίμ, Σωφρόνιο κ.ά.), ας παρακαλούμε τον Θεό να αναδεικνύει πάντοτε. Το πιο σημαντικό όμως είναι να προσπαθούμε όλοι μας να γινόμαστε με τον τρόπο του οσίου Χαρίτωνα μικροί Γεροντάδες. Δηλαδή να ζούμε έτσι τον Θεό, ώστε ο Θεός να φανερώνεται μέσω ημών. Διαφορετικά, θα εμπαιζόμαστε όλοι από τις μηχανές του Πονηρού.

https://pgdorbas.blogspot.com/2022/09/blog-post_28.html

ΚΥΡΙΑΚΗ Α´ ΛΟΥΚΑ




«και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους»
α. Στον πρώτο καιρό της δημόσιας δράσης του Κυρίου μάς μεταφέρει το ευαγγελικό ανάγνωσμα: στη λίμνη Γεννησαρέτ, όπου ο Κύριος άρχισε να διδάσκει τον λαό και να καλεί τους πρώτους μαθητές Του να Τον ακολουθήσουν. Η πρώτη επαφή μάλιστα των μαθητών με τον Κύριο ήταν συγκλονιστική: τους δόθηκε η ευκαιρία να δουν τον Κύριο ως διδάσκαλο, όπως και να νιώσουν τη δύναμη του λόγου Του, μέσα από την «παράλογη» γι’ αυτούς εντολή που τους έδωσε, να ψαρέψουν εκεί που η εμπειρία και η γνώση τους έλεγε ότι ήταν αδύνατο. Και γι’ αυτό άφησαν τα πάντα, προκειμένου να Τον ακολουθήσουν. Τον Κύριο ως διδάσκαλο  θα προσεγγίσουμε δι’  ολίγων στη συνέχεια. «Και καθίσας εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους».
β. 1. Έχει τονιστεί με επάρκεια ότι η σωτηρία του ανθρώπου επιτεύχθηκε με όλη τη ζωή του Κυρίου: τη διδασκαλία, τα θαύματά Του, κυρίως όμως με την επί του Σταυρού θυσία Του και την Ανάστασή Του. Λέμε κυρίως με τη Σταυρική Του θυσία και την Ανάσταση που την ακολούθησε, διότι ως γνωστόν πάνω στον Σταυρό καταργήθηκε η αμαρτία, πατήθηκε ο θάνατος, νικήθηκε ο διάβολος και έτσι ο δρόμος προς τον Παράδεισο ανοίχθηκε και πάλι. «Τω πάθει Σου, Χριστέ, παθών ηλευθερώθημεν και τη Αναστάσει Σου εκ φθοράς ελυτρώθημεν, Κύριε, δόξα Σοι». Η διδασκαλία δηλαδή του Κυρίου, όπως και τα θαύματά Του, λειτούργησαν μεν θετικά προς φωτισμό του νου και της διάνοιας των ανθρώπων, προς προσανατολισμό τους στη Βασιλεία του Θεού, προς ενίσχυσή τους γενικά στην οδό του Κυρίου, δεν ήταν όμως ικανά να σώσουν τον άνθρωπο. Η διάβρωση της ανθρώπινης φύσης και η τραγικότητα στην οποία είχε περιέλθει απαιτούσαν κάτι δραστικότερο από τη διδασκαλία: τον θάνατο του ίδιου του Θεού! «Έδει παθείν τον Χριστόν».
2. Αν όμως δια του Σταυρού ήλθε η σωτηρία και η χαρά στον κόσμο – «ιδού γαρ ήλθε διά του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω» - δεν πρέπει και να υποβαθμίσουμε τη σημασία του Χριστού ως διδασκάλου. Ο Χριστός ως διδάσκαλος είναι ο προφήτης Χριστός, φανερώνεται με τη διδασκαλία Του το προφητικό Του αξίωμα, το οποίο λειτουργεί πάντοτε εν συνεργασία και με τα άλλα Του αξιώματα, το βασιλικό και το αρχιερατικό. Διότι βεβαίως στον Κύριο τα πάντα είναι ενιαία. Δεν υπάρχουν «αυτόνομες» περιοχές δράσης σ’  Εκείνον. Όπου δρούσε, φανέρωνε τη μία θεϊκή Του υπόσταση και τη διπλή Του, θεϊκή και ανθρώπινη, φύση. Με άλλα λόγια, ο Ίδιος που είναι ο διδάσκαλος και ο αίτιος των θαυμάτων που επιτελεί, ο Ίδιος είναι και ο αρχιερέας που θυσιάζεται για τον κόσμο, ο Ίδιος είναι και ο βασιλιάς, που ανασταίνει τον Εαυτό Του, ανέρχεται στα δεξιά του Πατέρα, στέλνει το άγιον Πνεύμα, ιδρύει και καθοδηγεί την Εκκλησία, το ζωντανό Σώμα Του.
 Κατά συνέπεια, και με τη διδασκαλία του Κυρίου λυτρωθήκαμε. Αν ο Κύριος τόνισε τη δύναμη της Μωσαϊκής νομοθεσίας και του λόγου των προφητών της Παλαιάς Διαθήκης, τέτοια που και το θαύμα της ανάστασης εκ νεκρών θεωρείται μικρότερο προς αλλαγή της καρδιάς του ανθρώπου – ας θυμηθούμε από την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου την απάντηση του πατριάρχη Αβραάμ στον πλούσιο: «Αν δεν πιστέψουν (οι συγγενείς του πλουσίου)  στον Μωϋσή και τους προφήτες, και τον Λάζαρο να δουν αναστημένο από τους νεκρούς δεν πρόκειται να πιστέψουν» - πόση περισσότερη δύναμη δεν έχει ο λόγος Του, η διδασκαλία Του, η οποία πηγάζει όχι από κάποιο άνθρωπο, απεσταλμένο του Θεού, αλλά ακριβώς από τον ίδιο τον Θεό ως άνθρωπο; Γι’  αυτό και ο απόστολος Παύλος τον λόγο του Κυρίου τον χαρακτηρίζει ως δύναμη του Θεού, που είναι «τομώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν, διϊκνούμενος άχρι μερισμού ψυχής». Ο λόγος του Κυρίου δηλαδή δεν είναι «έπεα πτερόεντα», αλλά περικλείουν την παντοδύναμη ενέργεια του Ίδιου, που όταν συναντήσει τον κατάλληλο δέκτη μπορεί να γίνει «ατομική βόμβα». Πρόκειται για τα «ρήματα αιωνίου ζωής» που ομολόγησε ο απόστολος Πέτρος, καταθέτοντας τη μαρτυρία του για τον Κύριο. «Προς τίνα απελευσόμεθα; Συ ρήματα ζωής αιωνίου έχεις».
3. Με τα παραπάνω κατανοούμε ότι ο Κύριος είναι μεν διδάσκαλος, όχι όμως σαν τους άλλους ανθρώπους διδασκάλους. Είναι ο κατεξοχήν Διδάσκαλος, ο απόλυτος και μοναδικός, που ποτέ δεν υπήρξε ούτε πρόκειται ποτέ να υπάρξει παρόμοια περίπτωσή Του, που σημαίνει ότι δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί αυτό που συμβαίνει στη σχέση μαθητή και κοινού διδασκάλου: να φτάσει κάποια στιγμή ο μαθητής να γίνει σαν τον διδάσκαλο, κι ίσως και να τον ξεπεράσει.  Μπροστά στον Κύριο ως Διδάσκαλο, πάντοτε ο άνθρωπος θα παραμένει μαθητής, άρα το μόνο που μπορεί να κάνει είναι, αν μεν έχει καλοπροαίρετη διάθεση, να κλίνει το γόνυ της καρδιάς και του σώματος, να κάνει δηλαδή υπακοή και να μετανοήσει, αν δε ανήκει στους εχθρούς της πίστης, να ομολογήσει έκθαμβος ό,τι ομολόγησαν και οι απεσταλμένοι των Φαρισαίων που στάλθηκαν  για να παγιδέψουν τον Χριστό: «ουδέποτε ούτως ελάλησεν άνθρωπος, ως ούτος ο άνθρωπος»! Κι αυτό γιατί, όπως είπαμε, είναι ο ενανθρωπήσας Θεός, συνεπώς δίδασκε «ως εξουσίαν έχων και ουχ ως οι Γραμματείς».
4. Τι δίδασκε ο Κύριος, ποιο το περιεχόμενο του λόγου Του, τέτοιο που λειτουργούσε και εξακολουθεί βεβαίως να λειτουργεί  με τόσο ανατρεπτικό και επαναστατικό για τη ζωή του ανθρώπου τρόπο; Μα, ακριβώς τη ζωή Του, τη ζωή δηλαδή του Θεού: την ίδια την αγάπη. Ό,τι δίδαξε ο Κύριος ήταν η έκφραση της ζωής Του, που σημαίνει ότι είτε σιωπώντας ο Κύριος είτε ομιλώντας την αγάπη του Θεού φανέρωνε. «Οίος ο βίος, τοίος ο λόγος», κατά την έκφραση εκκλησιαστικού συγγραφέα. Κι αφού ο Θεός «αγάπη εστί», την αγάπη πάντοτε εκήρυσσε ο Κύριος με τη διπλή της διάσταση, όπως ήδη είχε μαρτυρηθεί τούτο και από τους προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, την προς τον Θεό και την προς τον άνθρωπο. «Αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της διανοίας και εξ όλης της ισχύος, και τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Και: «Αύτη εστίν η εντολή η εμή, ίνα αγαπάτε αλλήλους. Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού».  Στην αγάπη συγκεφαλαιώνεται όλη η διδασκαλία του Κυρίου, γι’  αυτό και δεν υπάρχουν «μη» και «όχι» στον Κύριο. Τα «μη» και τα «όχι» έρχονται απλώς ως συνέπεια αυτού που ο άνθρωπος καλείται να κάνει στη ζωή του, αν θέλει να ακολουθεί τον Θεό. Κι από την άποψη αυτή η χριστιανική πίστη πάντοτε είναι θέση και όχι άρνηση. Εκείνος που ισχυρίζεται ότι ο χριστιανισμός είναι «μη», απλώς δεν έχει ανοίξει ποτέ του το ευαγγέλιο, δεν έχει γευτεί καθόλου αυτό που ο Χριστός και η Εκκλησία μας προσφέρει. Κατ’ επέκταση, κατανοούμε ότι οτιδήποτε γίνεται και υπάρχει στην Εκκλησία μας, προσευχές, ακολουθίες, νηστείες, οτιδήποτε, ένα και μοναδικό σκοπό έχει: να βοηθήσει τον άνθρωπο να φτάσει την αγάπη του Χριστού, δηλαδή την παρουσία του Θεού στη ζωή του. Αυτή νοηματίζει τα πάντα στην Εκκλησία κι αν βγει η αγάπη, όλα καταλύονται και μένουν μετέωρα άνευ νοήματος.
5. Δεν μπορούμε να μιλάμε όμως για τη διδασκαλία του Κυρίου, χωρίς αναφορά στα θαύματά Του. Διότι τα θαύματα του Κυρίου δεν είναι θαυμαστές και υπερφυσικές ενέργειες με σκοπό να «θαμπώσουν» τον άνθρωπο και να τον υποτάξουν σ’  Αυτόν. Τέτοια «θαύματα» επιτρέπει ο Θεός να κάνει ο διάβολος και τα αξιοθρήνητα όργανά του, προκειμένου να έρχεται στην επιφάνεια η γνησιότητα ή όχι της διάθεσης του ανθρώπου. Ο Κύριος έκανε θαύματα ως επιβεβαίωση και επισφράγιση της διδασκαλίας Του. Με άλλα λόγια τα θαύματα αποτελούν και αυτά στοιχείο αυτής της διδασκαλίας Του, φανερώνοντας το περιεχόμενο της βασιλείας του Θεού. «Παράθυρα στη Βασιλεία Του» έχει τονιστεί, και ορθά, ότι είναι. Γι’  αυτό και τα θαύματά Του προϋποθέτουν ό,τι και η διδασκαλία Του: την πίστη. Δεν είναι δυνατόν να αποδεχτεί κανείς τη διδασκαλία Του Χριστού, αν δεν είναι, όπως είπαμε, καλοπροαίρετος και δεν έχει συνεπώς πίστη σ’  Εκείνον. Το ίδιο συμβαίνει και με τα θαύματα. Γι’  αυτό και ο Κύριος, όπου δεν έβλεπε πίστη, «ουκ εποίει σημείον». Έτσι ο πιστός με το θαύμα ενισχυόταν στην πίστη, ενώ το θαύμα σ’  έναν άπιστο, σαν τους Φαρισαίους για παράδειγμα, λειτουργούσε για περαιτέρω δαιμονισμό του.
γ. Αν ο Κύριος είναι ο μοναδικός Διδάσκαλος και αν εμείς θέλουμε να είμαστε πιστοί και ακόλουθοί Του, ενταγμένοι στο άγιο σώμα Του, την Εκκλησία, τότε τα πράγματα πορεύονται «μονόδρομα»: Πρώτον, χρειάζεται αδιάκοπα να εγκύπτουμε σ’  αυτήν τη διδασκαλία είτε ως μελέτη καθαυτό της Αγίας Γραφής, και μάλιστα του Ευαγγελίου, είτε ως μελέτη των άλλων τρόπων εκφοράς αυτής της διδασκαλίας, διά των Πατερικών κειμένων, διά των συναξαρίων των αγίων μας, διά της υμνολογίας της Εκκλησίας. Με όλους αυτούς τους τρόπους εμβαπτιζόμαστε στον λόγο του Κυρίου και Τον αφήνουμε να φανερώνεται και με τον τρόπο αυτό μέσα μας. Μη ξεχνάμε ότι η θεία Κοινωνία δεν έρχεται μόνο με τον μυστηριακό τρόπο, της συμμετοχής στη Θεία Ευχαριστία, αλλά και με τη μελέτη του λόγου του Θεού, όταν βεβαίως ενεργοποιείται αυτός στην καθημερινή μας ζωή. Κι αυτό το τελευταίο είναι ακριβώς το δεύτερο σημείο: δεν έχει αξία να μελετά ή να ακροάται κανείς τον λόγο του Θεού, αν δεν τον κάνει στοιχείο της καθημερινής του ζωής. Ο Κύριος δίδαξε, μας φανέρωσε διά του λόγου Του τη ζωή Του, όχι σαν μία γνώση εγκεφαλικού τύπου, όχι σαν ένα ανάγνωσμα ευχάριστο, αλλά σαν ενέργεια αλλαγής της ζωής μας. Την ώρα που ο λόγος Του θα μας καταλαμβάνει, ψυχικά και σωματικά, εκείνη την ώρα θα καταλαβαίνουμε και τη δύναμή Του, όπως και την αλήθεια της πίστης μας σ’  Αυτόν. Διαφορετικά, θα ακούμε και θα ακούσουμε κι εμείς: «Ουκ οίδα υμάς. Απέλθετε απ’  εμού οι εργαζόμενοι την ανομίαν».


https://pgdorbas.blogspot.com/2014/09/blog-post_26.html

Το Αποστολικό και Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής



† Κυριακῇ 28 Σεπτεμβρίου 2025 (Α' Λουκᾶν)
Τὸ Εὐαγγέλιον
Ἐκ τοῦ κατά Λουκᾶν
Κεφ. ε' : 1-11
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἑστὼς ὁ ᾿Ιησοῦς παρὰ τὴν λίμνην Γεννησαρέτ, εἶδε δύο πλοῖα ἑστῶτα παρὰ τὴν λίμνην· οἱ δὲ ἁλιεῖς ἀποβάντες ἀπ᾿ αὐτῶν ἀπέπλυναν τὰ δίκτυα. Ἐμβὰς δὲ εἰς ἓν τῶν πλοίων, ὃ ἦν τοῦ Σίμωνος, ἠρώτησεν αὐτὸν ἀπὸ τῆς γῆς ἐπαναγαγεῖν ὀλίγον· καὶ καθίσας, ἐδίδασκεν ἐκ τοῦ πλοίου τοὺς ὄχλους. Ὡς δὲ ἐπαύσατο λαλῶν, εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα· Ἐπανάγαγε εἰς τὸ βάθος, καὶ χαλάσατε τὰ δίκτυα ὑμῶν εἰς ἄγραν. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Σίμων, εἶπεν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, δι᾿ ὅλης τῆς νυκτὸς κοπιάσαντες, οὐδὲν ἐλάβομεν· ἐπὶ δὲ τῷ ῥήματί σου χαλάσω τὸ δίκτυον. Καὶ τοῦτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ· διερρήγνυτο δὲ τὸ δίκτυον αὐτῶν. Καὶ κατένευσαν τοῖς μετόχοις τοῖς ἐν τῷ ἑτέρῳ πλοίῳ, τοῦ ἐλθόντας συλλαβέσθαι αὐτοῖς· καὶ ἦλθον, καὶ ἔπλησαν ἀμφότερα τὰ πλοῖα, ὥστε βυθίζεσθαι αὐτά. Ἰδὼν δὲ Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοῖς γόνασιν τοῦ ᾿Ιησοῦ λέγων· Ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἀνὴρ ἁμαρτωλός εἰμι, Κύριε. Θάμβος γὰρ περιέσχεν αὐτὸν καὶ πάντας τοὺς σὺν αὐτῷ, ἐπὶ τῇ ἄγρᾳ τῶν ἰχθύων ᾗ συνέλαβον· ὁμοίως δὲ καὶ ᾿Ιάκωβον καὶ ᾿Ιωάννην, υἱοὺς Ζεβεδαίου, οἳ ἦσαν κοινωνοὶ τῷ Σίμωνι. καὶ εἶπε πρὸς τὸν Σίμωνα ὁ ᾿Ιησοῦς· Μὴ φοβοῦ· ἀπὸ τοῦ νῦν ἀνθρώπους ἔσῃ ζωγρῶν. Καὶ καταγαγόντες τὰ πλοῖα ἐπὶ τὴν γῆν, ἀφέντες ἅπαντα, ἠκολούθησαν αὐτῷ.

Ὁ Ἀπόστολος
Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
(Κεφ. στ' : 1-10)
Ἀδελφοί, συνεργοῦντες παρακαλοῦμεν, μὴ εἰς κενὸν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ δέξασθαι ὑμᾶς. Λέγει γάρ· Καιρῷ δεκτῷ ἐπήκουσά σου καὶ ἐν ἡμέρᾳ σωτηρίας ἐβοήθησά σοι· ἰδοὺ νῦν καιρὸς εὐπρόσδεκτος· ἰδοὺ νῦν ἡμέρα σωτηρίας. Μηδεμίαν ἐν μηδενὶ διδόντες προσκοπήν, ἵνα μὴ μωμηθῇ ἡ διακονία, ἀλλ᾽ ἐν παντὶ συνιστῶντες ἑαυτοὺς ὡς Θεοῦ διάκονοι, ἐν ὑπομονῇ πολλῇ, ἐν θλίψεσιν, ἐν ἀνάγκαις, ἐν στενοχωρίαις, ἐν πληγαῖς, ἐν φυλακαῖς, ἐν ἀκαταστασίαις, ἐν κόποις, ἐν ἀγρυπνίαις, ἐν νηστείαις, ἐν ἁγνότητι, ἐν γνώσει, ἐν μακροθυμίᾳ, ἐν χρηστότητι, ἐν Πνεύματι ἁγίῳ, ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ, ἐν λόγῳ ἀληθείας, ἐν δυνάμει Θεοῦ· διὰ τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καὶ ἀριστερῶν, διὰ δόξης καὶ ἀτιμίας, διὰ δυσφημίας καὶ εὐφημίας· ὡς πλάνοι καὶ ἀληθεῖς, ὡς ἀγνοούμενοι καὶ ἐπιγινωσκόμενοι, ὡς ἀποθνῄσκοντες καὶ ἰδοὺ ζῶμεν, ὡς παιδευόμενοι καὶ μὴ θανατούμενοι, ὡς λυπούμενοι ἀεὶ δὲ χαίροντες, ὡς πτωχοὶ πολλοὺς δὲ πλουτίζοντες, ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ πάντα κατέχοντες.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Κοί­τα­ξε μια φορά τον Κύ­ριό σου καρ­φω­μέ­νο πάνω στο Σταυ­ρό και γε­μά­τον από Αίμα. Πρό­σε­ξέ Τον, πως το ακάν­θι­νο στε­φά­νι στην κε­φα­λή, με πρό­σω­πο τα­πει­νω­μέ­νο και φτυμ­μέ­νο και με ξη­ραμ­μέ­να χεί­λη, φω­νά­ζει και πα­ρα­κα­λεί τον Πα­τέ­ρα Του, για να συγ­χω­ρέ­σει τους σταυ­ρω­τές του: ''Πά­τερ άφε­ς'' (Λουκ. 23,34), μο­λο­νό­τι μπο­ρού­σε να δια­τά­ξει τη γη και να τους κα­τα­πιεί αυ­το­στιγ­μή! Και απ' αυτό να σκε­φτείς το εξής: Αν Εκεί­νος ο Παν­το­δύ­να­μος Δε­σπό­της του κό­σμου, συγ­χώ­ρε­σε την αμαρ­τία των τό­σων θα­να­τη­φό­ρων εχθρών του, ποιό σπου­δαίο πράγ­μα εί­ναι, αν εσύ ο τι­πο­τέ­νιος, αν εσύ ο βρω­με­ρός και το τι­πο­τέ­νιο σκου­λή­κι της γης, μι­μη­θείς Εκεί­νον και συγ­χω­ρέ­σεις τους εχθρούς σου από την καρ­διά σου!...

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης

Θέλει να γίνουμε σώμα του όχι μόνο με την αγάπη αλλά να αναμειχθούμε πραγματικά με τη σάρκα του.



"'Ιν' ουν μη μόνον κατά την αγάπην τούτο γενώμεθα, αλλά και κατ' αυτό το πράγμα, εις εκείνην ανακερασθώμεν την σάρκα. Διά της τροφής γαρ τούτο γίνεται ης εχαρίσατο, βουλόμενος ημίν δείξαι τον πόθον, ον έχει περί ημάς. Διά τούτο ανέμειξεν εαυτόν ημίν, και ανέφυρε το σώμα αυτού εις ημάς, ίνα έν τι υπάρξωμεν, καθάπερ σώμα κεφαλή συνημμένον. Των γαρ σφόδρα ποθούντων εστί τούτο δείγμα".
***
«Θέλει να γίνουμε σώμα του όχι μόνο με την αγάπη αλλά να αναμειχθούμε πραγματικά με τη σάρκα του. Κι αυτό γίνεται με την τροφή που μάς χάρισε, θέλοντας να μάς δείξει τον έρωτα που έχει για μάς. Γι' αυτό ανάμειξε τον εαυτό του και το σώμα του με μάς για να γίνουμε ένα πράγμα, όπως ένα σώμα ενωμένο με την κεφαλή του. 'Ετσι κάνουν όσοι αγαπούν σφόδρα». 
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις Ιωάννην ομιλία 46, PG 69, 260 όπως περιέχεται στο Γ. Φλωρόφσκυ, Το σώμα του ζώντος Χριστού. Μια ορθόδοξη ερμηνεία της Εκκλησίας [Le corps du Christ vivant 1948], (μτφρ. Ι. Παπαδόπουλος, έκδ. Αρμός, Αθήνα 1999, σσ. 73-74).
https://wra9.blogspot.com/

Σάββατο 27 Σεπτεμβρίου 2025

ΜΗ ΚΡΙΝΕΤΕ…



Ο Γέροντας ήταν κατηγορηματικός: «Καθόλου δεν πρέπει να κρίνουμε τον όποιο συνάνθρωπό μας. Όχι μόνο γιατί ο ίδιος ο Κύριός μας το έδωσε ως απόλυτη εντολή, αλλά γιατί αντικειμενικά, με βάση και τη λογική μας, δεν γνωρίζουμε ποιος τελικά είναι ο άλλος που κρίνουμε, δεν γνωρίζουμε το βάθος του, την όλη πορεία της ζωής του, έστω κι αν νομίζουμε ότι έχουμε φάει ψωμί κι αλάτι που λένε μαζί του. «Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου» που λέει και το εκκλησιαστικό λόγιο. Οπότε ό,τι κρίση εκφέρουμε είναι τις περισσότερες φορές λανθασμένη, γιατί και αληθινά στοιχεία να επικαλεστούμε αφορούν σε ένα μικρό τμήμα της ζωής του άλλου. Πάντα θα μας διαφεύγει το όλο, το οποίο γνωρίζει μόνον ο ίδιος ο Θεός που βλέπει κι αυτά που και ο άνθρωπος δεν μπορεί να επισημάνει για τον εαυτό του».
«Μα είναι φορές» πήγε να αντιτείνει ο νεαρός φοιτητής που είχε βρεθεί στο αρχονταρίκι του μικρού μοναστηριού μαζί με ολιγομελή παρέα, αναζητώντας κάτι ουσιαστικότερο για τη ζωή του, όπως και οι υπόλοιποι που τον συνόδευαν, «είναι φορές που η ζωή του άλλου παρουσιάζεται «πιάτο» μπροστά μας και σχεδόν κατ’ ανάγκην οδηγούμαστε σε κρίση γι’ αυτόν. Κι εννοούμε βεβαίως κρίση αρνητική, γιατί κάνει και λέει πράγματα που είναι ανάποδα, αστόχαστα, προκλητικά, …μας νευριάζουν!» - ένευσαν και άλλοι θετικά το κεφάλι τους, δείχνοντας ότι συμφωνούν απολύτως με την παρατήρηση.
«Ναι, πράγματι, είναι αλήθεια αυτό» είπε σε λίγο στοχαστικά ο Γέροντας, τραβώντας και ισιώνοντας λίγο τη μακριά λευκή γενειάδα του. «Γι’ αυτό και απαρχής του χριστιανισμού παρουσιάζονταν πάντοτε τέτοια φαινόμενα, ο ένας να κρίνει και να κατακρίνει τον άλλον. Θυμόμαστε για παράδειγμα τον απόστολο Παύλο, πόσο θλιβόταν όταν έβλεπε παρόμοιες καταστάσεις που αμαύρωναν την πνευματική ζωή των χριστιανών, τόσο που σε κάποια σημείο επιστολής του λέει με έντονο τρόπο: Εσύ ποιος είσαι που κρίνεις ξένο δούλο και υπηρέτη; Αν στέκεται ή όχι σωστά στη ζωή του έχει να κάνει με το αφεντικό του, με τον Κύριό του, εννοώντας βεβαίως τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος έχει τη δύναμη τον πεσμένο στην αμαρτία άνθρωπο να τον σηκώσει και πάλι. Φτάνει μάλιστα στο σημείο να θεωρεί τούτο δεδομένο. Γιατί λέει: θα σηκωθεί και θα σταθεί αυτός που έπεσε. Όχι από μόνος του, αλλά γιατί είναι δυνατός ο παντοδύναμος Θεός μέσα στην απειρία της αγάπης Του που αγαπά τους πάντες έστω και βαθιά αμαρτωλούς, να τον σηκώσει και να τον αποκαταστήσει όπως πρέπει ενώπιόν Του». Με τα ίδια τα λόγια του: «Συ τις ει ο κρίνων αλλότριον οικέτην; Τω ιδίω Κυρίω στήκει ή πίπτει. Σταθήσεται δε. Δυνατός γαρ ο Θεός στήσαι αυτόν».  
«Δεν μειώνεται η αγάπη του Θεού όταν μας βλέπει πεσμένους στην αμαρτία και αμετανόητους;» έθεσε το ερώτημα με την αγωνία ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του ένας άλλος νεαρός που το πρώτο γενάκι είχε κάνει εμφανή την παρουσία του. «Ίδια αγαπάει ο Θεός τον πιστό και αφοσιωμένο σ’ Αυτόν άνθρωπο με τον άλλον που φαίνεται ότι δεν Τον θέλει και δεν Τον πιστεύει;»
 «Κρίσιμη και σπουδαία η ερώτηση, παιδί μου» σχολίασε ο Γέροντας. «Εδώ όμως έχουμε την αποκάλυψη του Κυρίου μας. Τι ήρθε να μας πει και να μας φανερώσει ο ενανθρωπήσας Θεός μας; Ότι ο Θεός είναι αγάπη, που η αγάπη Του αυτή αγκαλιάζει τους πάντες και τα πάντα, είτε Τον θέλουμε είτε όχι. Άλλωστε πότε έγινε ο Θεός μας άνθρωπος; Όταν ήμασταν οι άνθρωποι βουτηγμένοι κυριολεκτικά στην αμαρτία, όταν δεν υπήρχε τίποτε αξιαγάπητο σ’ εμάς, «όντων ημών αμαρτωλών Χριστός υπέρ ημών απέθανε» λέει ο απόστολος. Κι αυτό γιατί; Διότι ο Θεός μας δεν επικέντρωσε και δεν επικεντρώνει στην αμαρτία μας, αλλά σ’ αυτό που είμαστε αληθινά, εικόνες Του με προορισμό να γίνουμε όμοιοι μ’ Αυτόν. Αν εμείς οι άνθρωποι δεν πετάμε στα σκουπίδια ένα διαμάντι ή ένα αντικείμενο μεγάλης αξίας, επειδή έτυχε να βρομίσει ή να λασπιάσει, πολύ περισσότερο ο Θεός μας. Για τον Θεό μας ο καθένας μας έχει ατίμητη αξία. Και να προσθέσω και κάτι πολύ σημαντικό. Ξέρει ο Θεός μας ότι οι αμαρτίες μας όπως και η εν γένει εναντίωσή μας προς τον Θεό – να Τον κάνουμε πέρα και να μην Τον λαμβάνουμε υπ’όψιν μας – αποτελεί πληγή και τραύμα για την ύπαρξή μας. Την ώρα που διαγράφεις τον Θεό από τη ζωή σου εκείνη την ώρα επιλέγεις τον… θάνατό σου, σαν να παίρνεις μαχαίρι που το μπήγεις στην καρδιά σου. Λοιπόν, ακόμη πιο πολύ κινητοποιείται θα λέγαμε η αγάπη Του όταν συναντά τέτοιον άνθρωπο εχθρικό απέναντί Του. Τι θα έκαναν οι γονείς σας, παιδιά μου, αν σας έβλεπαν πληγωμένους στο έδαφος να μην μπορείτε να σταθείτε στα πόδια σας; Δεν θα σκιζόταν η καρδιά τους; Απείρως λοιπόν περισσότερο για εμάς ο Θεός μας» - δάκρυα πλημμύρισαν τα βαθουλωμένα μάτια του αγίου Γέροντα που βιαστικά τα σκούπισε με την ανάστροφη του χεριού του.
«Και τότε ποια η διαφορά του πιστού από τον άπιστο;» ακούστηκε η φωνή ενός της παρέας. «Μήπως συμφέρει να είμαστε… αμαρτωλοί για να μας αγαπάει περισσότερο ο Θεός;» - φάνηκε παράξενη αλλά λογική η ερώτηση.
«Μεγάλη η διαφορά» έσπευσε να απαντήσει ο Γέροντας. «Όχι από πλευράς του Θεού – το εξηγήσαμε: όλους μας αγαπάει εξίσου. Αλλά από πλευράς δικής μας. Διότι ο πιστός που παλεύει να ανταποκριθεί στην αγάπη του Θεού, κατά το αγιογραφικό «ημείς αγαπώμεν ότι Αυτός πρώτον ηγάπησεν ημάς», βλέπει να ανοίγει η ύπαρξή του και να αισθάνεται ενεργά την παρουσία του Χριστού. Το λέει διαρκώς η Εκκλησία μας: ο Θεός είναι «ο εν αγίοις αναπαυόμενος». Μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε το μεγαλείο αυτό; Στα όρια τα δικά μας, της ψυχής και του σώματός μας, να ζει και να λειτουργεί ο ίδιος ο Θεός μας! Που θα πει: να αποτελούμε μία δική Του συνέχεια, η αγκαλιά Του να είναι και η δική μας αγκαλιά για όλον τον κόσμο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη μακαριότητα που μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος, κάτι που αποτελεί έναν Παράδεισο ήδη από τη ζωή αυτή».
«Θα τολμούσαμε να πούμε…» πήρε τον λόγο ο πρώτος φοιτητής που ξεκίνησε την κουβέντα, «…ότι, με βάση αυτά που λέτε, στον κάθε άγιο λόγω της παρουσίας του Χριστού στην ύπαρξή του συγκεφαλαιώνεται όλος ο κόσμος; Ή είναι τούτο πολύ… τραβηγμένο και παρακινδυνευμένο;» - σαν να ντράπηκε για την παρατήρησή του ο νέος κι έμοιασε λίγο να κοκκινίζει.
«Ακριβώς αυτό, παιδί μου», είπε συγκινημένος ο Γέροντας, που κατάλαβε ότι η μικρή ομήγυρη μπορούσε να παρακολουθήσει τη σκέψη και τη θεολογία του. «Ακριβώς αυτό! Ο ίδιος ο Κύριος δεν προέβαλε σαν όραμα και προοπτική για τους μαθητές Του την ενότητα των πάντων, μαζί Του, δηλαδή με όλον τον Τριαδικό Θεό, και μαζί με όλους τους ανθρώπους, της παρελθούσης, της σύγχρονης αλλά και της μελλοντικής εποχής; «Θέλω όλοι να είναι Ένα» ζήτησε από τον Θεό Πατέρα ο Κύριος λίγο προ του παναγίου Σταυρού Του. «Ίνα ώσιν εν, καθώς και ημείς εν εσμεν». «Ίνα πάντες εν ώσιν». Μεγαλειοδέστερη προοπτική από αυτήν στον κόσμο τούτο δεν υπάρχει. Και να το πιο όμορφο πραγματικό και ιστορικό παράδειγμα: η Παναγία Μητέρα του Κυρίου και ημών. Βάσταξε στην ύπαρξή της τον ίδιο τον Δημιουργό που βαστάζει και διακρατεί τα σύμπαντα. «Χαίρε η βαστάσασα τον βαστάζοντα πάντα» που λέμε και στους Χαιρετισμούς. Κι αυτό επαναλαμβάνεται σε όλους τους αγίους μας, όπως κι εμείς αντιστοίχως καλούμαστε να κάνουμε και να γίνουμε».
«Γέροντα» ακούστηκε η φωνή. «Ακούγεται πολύ ωραίο και εξαίσιο τούτο, μα μπορεί να επαναληφθεί και σ’ εμάς; Η Παναγία ήταν μοναδική, οι άγιοι μπροστά στον πολύ κόσμο μετρημένοι στα δάκτυλα του ενός χεριού – καταλαβαίνετε πώς το λέω. Μήπως τελικά για τη σύγχρονη εποχή αυτό λειτουργεί ως ιδεολογία;»
Ο Γέροντας άφησε κάποιες στιγμές να περάσουν χωρίς απάντηση. Λίγο αναστέναξε κι έπειτα πήρε και πάλι τον λόγο. «Η ιδεολογία, παιδί μου, δεν έχει χώρο στην πίστη μας. Γιατί θεωρείται καρπός των σκέψεων και της φαντασίας των ανθρώπων. Εδώ μιλάμε για την πιο αληθινή πραγματικότητα που μπορούμε να την ψαύσουμε κυριολεκτικά στα πρόσωπα των αγίων μας κάθε εποχής. Κι ευτυχώς η εποχή μας ευλογήθηκε με πολλούς και μεγάλους αγίους. Ποιος θα αμφισβητούσε την πλατιά μέχρις εσχάτων καρδιά των αγίων Πορφυρίου, Παϊσίου, Ιακώβου, Εφραίμ Κατουνακιώτη, Σιλουανού, Αμφιλοχίου και άλλων και άλλων τόσων αγίων; Της εποχής μας άνθρωποι ήσαν, οι οποίοι όμως πίστεψαν αληθινά στον Χριστό, που θα πει προσπάθησαν τον άτακτο εαυτό τους να τον βάλουν στις ράγες των αγίων εντολών του Χριστού. Και τι είδαν; Ότι ευρισκόμενοι με τη χάρη του Θεού στον δρόμο των εντολών συντονίζονταν με τον Ίδιο και γίνονταν δίοδος φανέρωσής Του – ο καθένας τους ένας άλλος μικρός Χριστός και Θεός! Οπότε, για να απαντήσω στην παρατήρησή σου, το πρόβλημα δεν είναι ο Θεός, γιατί Αυτός είναι ο μόνος πιστός, που ό,τι έχει πει το κάνει αμέσως πράξη. Το πρόβλημα είμαστε εμείς οι άνθρωποι που μπορεί να λέμε πως είμαστε χριστιανοί, αλλά μένουμε οι περισσότεροι στη θεωρία σαν να είναι η πίστη μας ιδεολογία. Ο Κύριος όμως πάντοτε μιλούσε για εκείνον που Τον πιστεύει στον βαθμό που τηρεί και εφαρμόζει τον λόγο και το θέλημά Του. «Γενηθήτω το θέλημά Σου» λέμε όλοι, αλλά μάλλον για πολλούς ακούγεται τούτο μέσα τους «γενηθήτω το θέλημά μου». Το αποτέλεσμα; Δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί η αγάπη του Θεού σε τέτοιους ανθρώπους, γιατί οι ίδιοι θέτουν φράγμα στη σχέση τους μαζί Του. Αν δεν καταλάβουμε ότι είμαστε «συνεργοί Θεού», δεν θα μπορέσουμε ποτέ να κατανοήσουμε τι είναι η χριστιανική πίστη μας».
«Γέροντα, ζητώ συγγνώμη για την παρέμβασή μου» ακούστηκε κάποιος που φαινόταν μέχρι τότε να παρακολουθεί εκστασιασμένος τη συζήτηση, «είναι πράγματα που μας αποκαλύπτουν το βάθος και το πλάτος της πίστης μας αυτά που μας λέτε, μα… θέλω να επανέλθουμε στο αρχικό που μας είπατε: την έλλειψη κρίσης και κατάκρισης προς τον συνάνθρωπό μας. Και ασφαλώς όλοι κατανοούμε ότι αφού είναι εντολή του Χριστού θεωρείται η αποδοχή της και κυρίως η εφαρμογή της όρος για είναι κανείς ενωμένος με Εκείνον. Μα στάθηκα και στο λογικό και αυταπόδεικτο που είπατε, ότι δηλαδή όταν κρίνουμε τον οποιονδήποτε προβαίνουμε σε μία ενέργεια που βρίσκεται και εκτός της αντικειμενικής πραγματικότητας. Να μας πείτε περισσότερα επ’ αυτού;»
«Το εξήγησα λίγο, παιδιά μου», έκανε ένα γύρο τη ματιά του ο Γέροντας κι η στοργή του φάνηκε να μεταγγίζεται αισθητά στα νέα παιδιά. «Τι ξέρουμε τελικά ο καθένας για τους άλλους; Ελάχιστα πράγματα κι αυτά με την κρίση που βασίζεται στην αυτογνωσία μας. Θέλω να πω ότι ο καθένας βλέπει τον συνάνθρωπό του με ό,τι ο ίδιος έχει κατανοήσει από τον εαυτό του – «προβολή» δεν το λένε οι ψυχολόγοι; Προβάλλουμε στους άλλους αυτό που εμείς έχουμε μέσα μας. Οπότε δεν κρίνουμε αντικειμενικά αλλά κάτω από τον «φακό» των δικών μας σκέψεων και εμπειριών. Να σας θυμίσω ένα ωραίο παράδειγμα που αναφέρει ο όσιος Δωρόθεος, ο μεγάλος αυτός ασκητικός διδάσκαλος; Τρεις άνθρωποι πέρασαν έξω από ένα σπίτι, σούρουπο ήταν, στο πλάι του οποίου  στεκόταν ένας νέος άνθρωπος. Ο καθένας τον χαρακτήρισε και με διαφορετικό τρόπο: ο πρώτος σκέφτηκε ότι ο νέος περιμένει να βραδιάσει αρκετά ώστε να μπει στο σπίτι να το ληστέψει˙ ο δεύτερος ότι περιμένει τη φίλη του να βγει έξω για να πορνέψει μαζί της˙ κι ο τρίτος ότι περιμένει τον φίλο του για να πάνε στην πιο πέρα Εκκλησία που έχει κάποια αγρυπνία. Το παράδειγμα είναι τόσο σαφές που δεν χρειάζεται καμία άλλη εξήγηση.
»Αλλά θα μου επιτρέψετε να χρησιμοποιήσω κι εγώ δύο παραδείγματα, που τα άκουσα προσφάτως και μου έκαναν φοβερή εντύπωση: Το πρώτο˙ φίλος κληρικός με επισκέφτηκε, δεν πάει πολύς καιρός, και μεταξύ άλλων μου ανέφερε την περίπτωση μίας ενορίτισσάς του που έφυγε από τη ζωή αυτή από βαριά ασθένεια, γεγονός που προξένησε μεγάλο πόνο σε όσους τη γνώριζαν – ήταν αυτό που λέμε καλός άνθρωπος, κοινωνική και ανοιχτόκαρδη. Κάπου κάπου μόνο τα μάτια της φανέρωναν μία μελαγχολία ανεξήγητη. Ποιο το περίεργο; Η ενορίτισσα αυτή που είχε έρθει στην περιοχή αρκετά χρόνια πριν, χήρα, χωρίς παιδιά, αρκετά ευκατάστατη και μορφωμένη, τελικώς  - έμαθε από το «πουθενά» αλλά έγκυρα ο παπάς  - είχε δύο παιδιά, τα οποία όμως σκοτώθηκαν σε τροχαίο όταν ήταν ακόμη μικρά, γεγονός που δεν άντεξε ο άνδρας της και έφυγε από τον κόσμο λόγω της καρδιάς του. Τότε μετακόμισε κι εκείνη για να μπορέσει να επιβιώσει, χωρίς όμως να ανοιχτεί ποτέ σε κανέναν για το συγκεκριμένο θέμα – ένα «βάρος» που θέλησε να το σηκώσει μόνη της, μάλλον να το σηκώσει μαζί με τον Κύριό της Τον οποίο λάτρευε με μοναδικό τρόπο.
»Το δεύτερο˙ γνωστή μου που είχε έρθει εδώ οικογενειακά, επισκέφτηκε, μου είπε, κάποιο μοναστήρι γυναικείο, ωραίο και ανακαινισμένο, που εγκαταβίωνε όμως μόνον η Γερόντισσα. Της έκανε εντύπωση που σ’ έναν τέτοιο όμορφο χώρο δεν παρουσιάστηκε καμία άλλη να μονάσει κι έδωσε τη μόνη εξήγηση που μπορούσε: από το εκεί προσκύνημά της, μαζί με δικούς της,  διεπίστωσε ότι η Γερόντισσα ήταν λίγο απότομη, αρκετά νευρική, τόσο που παρ’ όλη την προσπάθειά της να τους κεράσει, να τους ξεναγήσει, να τους παρουσιάσει ό,τι σημαντικό είχε το μοναστήρι, φάνηκε μάλλον να θέλει γρήγορα να τους… διώξει. Έφυγαν με ανάμεικτα συναισθήματα, μάλλον αρνητικά. Όταν την ρώτησα ποιο ήταν αυτό το μοναστήρι, χαμογέλασα και λίγο θέλησα να δώσω την εξήγηση. Μου ήρθε μάλιστα στον νου η περίπτωση με τον μεγάλο άγιο Πορφύριο που όταν λειτουργούσε κάποια φορά στο άγιο Γεράσιμο στην Ομόνοια μ’ έναν νέο ιερομόναχο, κάποια πνευματικά τέκνα του δυσανασχέτησαν με τον ξένο παπά, γιατί έδειχνε ότι συμπεριφέρεται απρεπώς προς τον άγιο Γέροντα: τους φάνηκε κάποια στιγμή ότι τον έσπρωχνε κιόλας! Κι όταν του το ανέφεραν κάποια άλλη φορά εκείνος με το χαμόγελο στα χείλη τους εξήγησε: «Όχι, βρε, καλός είναι ο παπάς. Απλώς πάσχει λίγο από τα νεύρα του και χρειάζεται συμπαράσταση!» Το ίδιο λοιπόν συνέβαινε και με τη συγκεκριμένη Γερόντισσα, την οποία έτυχε να γνωρίζω. «Καθημερινά παλεύει για τη ζωή της εδώ και πολλά χρόνια» της είπα. «Παίρνει του κόσμου τα φάρμακα, γιατί ακόμη και μ’ αυτά θεωρούν οι γιατροί ότι είναι θαύμα που μπορεί ακόμη και ζει». Η κυρία, δικαιολογημένα ίσως, την κατέκρινε ως αφιλόξενη, ως μοναχή «αμόναχη», κι εκείνη η καημένη υπερέβαινε όλους τους φυσικούς όρους για να δείξει την αγάπη της και τη στοργή της».
Έπεσε αρκετά μεγάλη σιωπή. Τα παραδείγματα κυρίως που ανέφερε ο Γέροντας ήταν τα πιο ισχυρά επιχειρήματα. Γιατί κατάλαβαν τα νέα παιδιά ότι οι εξωτερικές εκδηλώσεις ενός ανθρώπου δεν αποκαλύπτουν τις περισσότερες φορές αυτό που είναι στο βάθος του ο άνθρωπος. Χρειάζεται από όλους συγκατάβαση, αγάπη, υπομονή. Μόνο τελικά ο Θεός ξέρει τον καθένα μας. Και στο κάτω κάτω όπως λέει ο απόστολος ο Χριστός είναι ο μόνος κριτής μας. Η δουλειά του καθενός είναι να κοιτάει μόνο τον εαυτό του και να αγωνίζεται όσο μπορεί να βρίσκεται πάνω στις άγιες εντολές Του. Ό,τι μας λέει αδιάκοπα και καθημερινά η Εκκλησία μας, πρωί, απόγευμα, βράδυ: «Καταξίωσον, Κύριε,  εν τη ημέρα, τη εσπέρα, τη νυκτί ταύτη, αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς». «Το περισσόν εκ του πονηρού εστιν».  

https://pgdorbas.blogspot.com/

Αγία Νεομάρτυς Ακυλίνα, η πανεύφημη νύμφη του Χριστού



Του ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ, Θεολόγου – Καθηγητού
Μια κατηγορία Νεομαρτύρων είναι και τα νεαρά κορίτσια, τα οποία, παρά το άωρο της ηλικίας τους, ομολόγησαν την σώζουσα πίστη τους στο Χριστό, βασανίστηκαν και έχασαν τη ζωή τους, από την μανία των αλλόθρησκων και βαρβάρων τυράννων τούρκων. Μια από αυτές υπήρξε η αγία ένδοξος Νεομάρτυς Ακυλίνα από τη Θεσσαλονίκη. Μια πραγματικά πανεύφημη νύμφη του Χριστού. Ένα εύοσμο άνθος του χριστιανικού λειμώνα.  
   Γεννήθηκε στο χωριό Ζαγκλιβέρι της Θεσσαλονίκης, στην επαρχία Λαγκαδά, το 1745, όπου σώζεται ως τα σήμερα, το ερειπωμένο σπίτι της. Ο πατέρας της ονομαζόταν Γεώργιος, ενώ της μητέρας της αγνοούμε το όνομα. Ήταν χριστιανοί και ζούσαν μια συνηθισμένη αγροτική ζωή. Η Κόρη τους Ακυλίνα ζούσε μαζί τους και είχε ριζώσει στην παιδική ψυχή της την πίστη στο Χριστό. Είχε δε ασυνήθιστη σωματική ομορφιά.
     Όταν η Ακυλίνα ήταν 19 χρονών συνέβη ένα τραγικό γεγονός. Ο πατέρας της μάλωσε με κάποιον τούρκο και πάνω στον καυγά τον σκότωσε. Μετά από αυτό αναστατώθηκε όλο το χωριό και οι κάτοικοι έτρεξαν να κρυφτούν, διότι τα αντίποινα από τους τούρκους αναμένονταν να είναι φοβερά. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι βάρβαροι ασιάτες τύραννοι προέβαιναν σε μαζικές σφαγές αθώων, για παραδειγματισμό, να μην επαναληφθεί βιαιοπραγία εναντίον τούρκων.
     Τουρκικά αποσπάσματα έψαχναν παντού το φονιά Γιώργη, ώσπου τον εντόπισαν, τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν στις τουρκικές αρχές. Το τοπικός κατής, ο οποίος ονομαζόταν και ιεροδικαστής, διότι δίκαζε σύμφωνα με τις διατάξεις του Κορανίου και της σαρία, δηλαδή του ισλαμικού νόμου, ανάκρινε το φονιά και μετά την ομολογία του, του γνωστοποίησε τις συνέπειες της πράξεις του, η οποία ήταν θάνατος δια απαγχονισμού. Τον ενημέρωσε όμως, ότι είχε τη δυνατότητα να γλυτώσει τη ζωή του αν ήθελε να εξισλαμισθεί. Ο ισλαμικός νόμος παρείχε αυτή τη δυνατότητα σε αλλοθρήσκους οι οποίοι είχαν διαπράξει εγκλήματα, να απαλλαγούν από τις συνέπειές τους, με την προσχώρηση στην μουσουλμανική θρησκεία. Και μάλιστα, όχι μόνον απαλλάσσονταν οι εξωμότες από τις συνέπειες των εγκληματικών τους πράξεων, αλλά και επιβραβεύονταν από το οθωμανικό κράτος, με φοροαπαλλαγές, κατάληψη υψηλών κυβερνητικών θέσεων και απόκτηση πλούτου.
    Ο Γιώργης δείλιασε μπροστά στην απειλή του θανάτου και αποδέχτηκε να ασπασθεί το Ισλάμ, για να γλυτώσει τη ζωή του. Επίσης υποσχέθηκε στον κατή ότι με τον καιρό θα έπειθε και την οικογένειά του να αλλαξοπιστήσει. Αμέσως παραδόθηκε στους μουλάδες, οι οποίοι του έκαμαν περιτομή και του ζήτησαν να κάνει το λεγόμενο «σαλαβάτι», την «ομολογία πίστεως» του Ισλάμ. Έτσι αθωώθηκε από την κατηγορία του φόνου και αφέθηκε ελεύθερος. Μάλιστα του έδωσαν αρκετά χρήματα και του υποσχέθηκαν τιμές και αξιώματα.
     Η φήμη ότι ο Γιώργης αλλαξοπίστησε και τούρκεψε έπεσε σαν κεραυνός στην ευσεβή σύζυγό του και στην αγνή και πιστή κόρη του την Ακυλίνα. Το ίδιο και στους συγχωριανούς του, οι οποίοι, με θυσίες και ταπεινώσεις κρατούσαν αιώνες την αληθινή πίστη στο Σωτήρα και Λυτρωτή Χριστό. Στεναχωρήθηκαν πολύ και επαναλάμβαναν όλοι, μικροί μεγάλοι, με ένα στόμα, διερωτώμενοι: «Είναι δυνατόν να βρεθεί Ζαγκλιβερινός να προδώσει την Πίστη του;»!
    Η σύζυγός του και η κόρη του ήταν απαρηγόρητες για το κακό που μπήκε στο σπιτικό τους. Τον Γιώργη τον θεωρούσαν πλέον «ξένο σώμα» στην οικογένεια. Ντύθηκαν μαύρα ρούχα, κλείστηκαν στο σπίτι τους και έκλαιγαν απαρηγόρητα, μέρα και νύχτα για το κατάντημα του συζύγου και πατέρα, ο οποίος έγινε προδότης της Πίστεως. Η καλή σύζυγος προσπαθούσε με καλοσύνη και αγάπη να τον πείσει να συνέλθει και να μεταστραφεί στην πίστη στον αληθινό Τριαδικό Θεό, να μετανοήσει, να εξομολογηθεί, να χρισθεί με το Άγιο Μύρο και να ενταχθεί ξανά στην σωστική αγκαλιά της αγίας Εκκλησίας του Χριστού. Αλλά εκείνος, τυφλωμένος από τη δαιμονική ενέργεια, η οποία τον είχε καταλάβει και τα χρήματα και τα δώρα που του έδωσαν οι αλλόθρησκοι τύραννοι, δεν ήθελε να ακούσει για μεταστροφή. Δεν ήθελε να ακούει το όνομα του Χριστού! Άλλωστε σκεφτόταν πως, αν απαρνιόταν το Ισλάμ τον περίμενε βέβαιος θάνατος! Αντίθετα μάλιστα, προσπαθούσε να τις μεταστρέψει και αυτές στο Ισλάμ, όπως είχε υποσχεθεί στον τούρκο κατή. Ήταν ένας από τους όρους της αθώωσής του.
     Βλέποντας η ευσεβής σύζυγός του ότι ήταν μάταιο να τον μεταπείσει, έπαψε να ασχολείται μαζί του και άρχισε να φροντίζει την αγαπημένη της κορούλα. Της μιλούσε για το Χριστό και την νουθετούσε να μην απαρνηθεί ποτέ και για καμιά αιτία την πίστη της. Της έλεγε πως ο μεγάλος μας θησαυρός ημών των Χριστιανών είναι η ορθόδοξη πίστη μας. Η συνετή εκείνη γυναίκα ήξερε πως οι τούρκοι κάποια στιγμή θα απαιτούσαν και τον δικό τους εξισλαμισμό. Διαισθάνονταν και το δικό τους επερχόμενο μαρτύριο.  
     Το κακό δεν άργησε να έρθει. Το έτος 1764 ο γιός του πασά της Θεσσαλονίκης είδε την Ακυλίνα στη βρύση του χωριού, η οποία έπαιρνε νερό και θαμπώθηκε από την ομορφιά της. Ζήτησε να μάθει πια ήταν και ανήγγειλε στον πατέρα του, ότι θέλει να κάνει σύζυγό του την όμορφη ρωμιά. Εκείνος έστειλε διαταγή στον εξισλαμισμένο Γιώργη να δώσει την κόρη του στο γιό του, αφού πρώτα την πείσει να εξισλαμισθεί και γίνει τουρκάλα. Ο εξωμότης πατέρας θεώρησε μεγάλη τιμή του να συμπεθερέψει με τον πασά της Θεσσαλονίκης και γι’ αυτό έτρεξε περιχαρής στο σπίτι του να αναγγείλει το «μεγάλο γεγονός» στην ίδια και τη σύζυγό του.
       Οι δύο γυναίκες πάγωσαν κυριολεκτικά από το θράσος του εξωμότη Γιώργη. Χωρίς καν το σκεφτούν τον πέταξαν έξω από το σπίτι και του διαμήνυσαν ότι δεν ήθελαν πια να έχουν σχέσεις μαζί του, δεν ήθελαν να τον ξαναδούν τα μάτια τους. Εκείνος δεν υποχώρησε, άρχισε με γλυκόλογα και ταξίματα να προσπαθεί να πείσει την Ακυλίνα να δεχτεί τις προτάσεις του. Όμως εκείνη παρέμενε ασυγκίνητη. Τότε έτρεξε στις τουρκικές από τις οποίες ζήτησε να αρχίσουν τα βασανιστήρια για να κάμψει την άρνησή της.
     Πριν φτάσουν οι τούρκοι χωροφύλακες να τη συλλάβουν, η μητέρα της την εμψύχωσε συμβουλεύοντάς την: «Παιδί μου πρόσεχε, μην αρνηθείς το Χριστό. Αυτή η ζωή είναι πρόσκαιρη μπροστά στον Παράδεισο και στην αιωνιότητα της μακάριας ζωής»!  Οι βασανιστές της την άρπαξαν και την οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου, αρχίζοντας τα βασανιστήρια. Τη γύμνωσαν και άρχισαν να τη μαστιγώνουν ανελέητα με βέργες και συρμάτινα μαστίγια. Το νεανικό κορμί της γέμισε πληγές και το αίμα έτρεχε ποτάμι, ποτίζοντας τη μακεδονική γη. Εκείνη υπόμεινε με πρωτοφανή καρτερία τους αφόρητους πόνους, έχοντας συνεχώς το κεφάλι της υψωμένο στον ουρανό και φωνάζοντας, με όση δύναμη της είχε απομείνει, επαναλαμβάνοντας αδιάκοπα: «Είμαι Χριστιανή και Χριστιανή θα πεθάνω»! Μάλιστα ήλεγχε την πλάνη των βασανιστών της.
      Τρία ολόκληρα ημερονύχτια τη βασάνιζαν χωρίς έλεος οι κτηνώδεις βασανιστές της. Το απόγευμα της τρίτης ημέρας, πλημυρισμένη από τα αίματα και παραμορφωμένη από τα κτυπήματα, την πήγαν στο σπίτι της. Πίστευαν πως αν την έβλεπε σε αυτή τη δεινή κατάσταση η μητέρα της, θα την έπειθε να αλλαξοπιστήσει και να παντρευτεί το γιο του πασά. Αλλά συνέβη το αντίθετο. Η ηρωική μητέρα πήρε στην αγκαλιά της το σπλάχνο της και αντί άλλων, τη ρώτησε: «Παιδί μου μήπως δείλιασες και αρνήθηκες το Χριστό;». Η Μάρτυς της απάντησε: «Μητέρα έκανα όπως μου είπες. Το διαμάντι που μου εμπιστεύθηκες το φύλαξα καθαρό και αμόλυντο και τώρα πάω κοντά στο Χριστό και Θεό μου»! Αμέσως ξεψύχησε και η αγία ψυχή της πέταξε στα ουράνια να συναντήσει το Νυμφίο της Χριστό. Ήταν 27 Σεπτεμβρίου 1764, 19 ετών. Το αμόλυντο και άγιο λείψανό της άρχισε να ξεχύνει μια ουράνια και ανέκφραστη ευωδία. Σε λίγο η ευωδία πλήρωσε όλο το χωριό!
     Οι τούρκοι, θέλοντας να αποστερήσουν τις τιμές στο ιερό λείψανό της, το άρπαξαν και το έθαψαν σε τουρκικό νεκροταφείο, δίπλα στην πλατεία του χωριού, θεωρώντας την ως μουσουλμάνα! Ήθελαν να δείξουν με αυτή την απαίσια πράξη τους ότι την έκαμαν μουσουλμάνα μετά το θάνατό της! Οι δρόμοι, από όπου πέρασε το άγιο λείψανο ευωδίαζαν για μέρες! Το ίδιο βράδυ, μόλις σκοτείνιασε, ένα ουράνιο φως, σαν λαμπερό αστέρι, κατέβηκε και στάθηκε πάνω από τον τάφο της, μένοντας εκεί για ώρες!
     Οι Χριστιανοί του  Ζαγκλιβερίου δόξαζαν το Θεό για την τιμή και την ευλογία, η οποία επισκέφτηκε το χωριό τους, στο πρόσωπο της ηρωικής Μάρτυρος Ακυλίνας. Αλλά λυπόνταν που στερήθηκαν το ιερό της λείψανο. Όμως τρεις ηρωικοί Χριστιανοί νέοι, σωστά ηρωικά παλληκάρια του Χριστού, αποφάσισαν κάποια σκοτεινή νύχτα, να κάμουν κάτι εξαιρετικά παράτολμο, να ξεθάψουν και να κλέψουν το ιερό λείψανό και να το θάψουν σε ασφαλή τόπο. Κατά την παράδοση, τα ονόματα των τολμηρών αυτών ανθρώπων ήταν Τσόπλας, Καλημέρης και Μπούκλας, οι οποίοι λέγεται πως έκαναν όρκο να μην μαρτυρήσουν ποτέ σε κανέναν το μυστικό, γιατί θα υπήρχε ο φόβος να βρεθεί το άγιο λείψανο στα χέρια των Τούρκων.
    Η μνήμη της τιμάται στις 27 Σεπτεμβρίου, την ημέρα του ηρωικού της μαρτυρίου. 

https://www.nyxthimeron.com/

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ι´ 23 - 28
23 Πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ’ οὐ πάντα συμφέρει. πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ’ οὐ πάντα οἰκοδομεῖ. 24 μηδεὶς τὸ ἑαυτοῦ ζητείτω, ἀλλὰ τὸ τοῦ ἑτέρου ἕκαστος. 25 Πᾶν τὸ ἐν μακέλλῳ πωλούμενον ἐσθίετε μηδὲν ἀνακρίνοντες διὰ τὴν συνείδησιν· 26 τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς. 27 εἰ δέ τις καλεῖ ὑμᾶς τῶν ἀπίστων καὶ θέλετε πορεύεσθαι, πᾶν τὸ παρατιθέμενον ὑμῖν ἐσθίετε μηδὲν ἀνακρίνοντες διὰ τὴν συνείδησιν. 28 ἐὰν δέ τις ὑμῖν εἴπῃ, τοῦτο εἰδωλόθυτόν ἐστι, μὴ ἐσθίετε δι’ ἐκεῖνον τὸν μηνύσαντα καὶ τὴν συνείδησιν· τοῦ γὰρ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς.

Ερμηνευτική απόδοση:
ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Ι´ 23 - 28
23 Ὅλα ἔχω ἐξουσίαν νὰ τὰ πράττω, ἀλλὰ δὲν συμφέρουν καὶ δὲν εἶναι ὠφέλιμα εἰς ἐμὲ ὅλα. Ὅλα ἔχω ἐξουσίαν νὰ τὰ πράττω, ἀλλὰ δὲν οἰκοδομοῦν ὅλα τὸν πλησίον μου. 24 Ἂς μὴ ζητῇ ἐγωϊστικὰ κανεὶς ὅ,τι τοῦ ἀρέσει ἢ ὅ,τι τὸν συμφέρει, ἀλλ’ ἂς ζητῇ ὁ καθένας τὸ συμφέρον καὶ τὴν πνευματικὴν ὠφέλειαν τοῦ ἄλλου. 25 Τὸ καθῆκον σας δὲ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ τηρῆτε καὶ σχετικῶς πρὸς τὰ εἰδωλόθυτα, διὰ τὰ ὁποῖα ἰσχύουν αὐτά, ποὺ θὰ σᾶς εἴπω ἀμέσως. Κάθε τι ποὺ πωλεῖται εἰς τὸ κρεοπωλεῖον, τρώγετε τό, χωρὶς νὰ ἐξετάζετε, ἐὰν αὐτὸ εἶναι εἰδωλόθυτον, καὶ μὴ ζητῆτε πληροφορίας, αἱ ὁποῖαι ἠμπορεῖ νὰ ταράξουν τὴν συνείδησίν σας. Ὅταν δηλαδὴ δὲν ἠξεύρετε, ὅτι αὐτὸ ποὺ τρώγετε εἶναι εἰδωλόθυτον, θὰ τὸ τρώγετε ἀδιαφόρως καὶ θὰ ἔχετε ἥσυχον τὴν συνείδησίν σας. 26 Θὰ ἔχετε δὲ ἥσυχον τὴν συνείδησίν σας, διότι θὰ τὸ τρώγετε μὲ τὸ φρόνημα, ὅτι ἡ γῆ καὶ κάθε τι ποὺ πληροῖ καὶ γεμίζει αὐτήν, ἀνήκει εἰς τὸν Κύριον. Συνεπῶς καὶ αὐτὸ ποὺ τρώγετε, τοῦ Κυρίου εἶναι. 27 Ἐὰν δὲ σᾶς προσκαλῇ νὰ συμφάγετε κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀπίστους καὶ θέλετε νὰ πάτε, κάθε τι ποὺ σᾶς παρατίθεται, τρώγετέ το, χωρὶς νὰ κάμετε καμμίαν ἐξέτασιν, διὰ νὰ μὴ λαμβάνετε ἀφορμὴν καὶ σᾶς τύπτῃ ἡ συνείδησις. 28 Ἐὰν ὅμως σᾶς εἴπῃ κανείς, ὅτι αὐτό, ποὺ σᾶς παραθέτουν, εἶναι εἰδωλόθυτον, τότε μὴ τὸ τρώγετε δι’ ἐκεῖνον, ποὺ σᾶς τὸ ἀνήγγειλε καὶ διὰ τὴν συνείδησίν του, ἡ ὁποία ἑπόμενον εἶναι νὰ τὸν τύψῃ, ἐὰν φάγῃ καὶ αὐτός, ἢ νὰ ἐξεγερθῇ ἐναντίον σας, ἐὰν δὲν φάγῃ. Σᾶς λέγω λοιπὸν νὰ μὴ τὸ τρώγετε, ὄχι διότι τὰ εἰδωλόθυτα ἠμπορεῖ νὰ σᾶς μολύνουν, διότι, ὅπως εἴπαμεν, τοῦ Κυρίου εἶναι ἡ γῆ καὶ κάθε τι, ἀπὸ τὸ ὁποῖον εἶναι γεμάτη.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Ο άν­θρω­πος που σου ζη­τά­ει ει­λι­κιρ­νή ευγ­χώ­ρε­ση, όταν σφάλ­λει να τον συγ­χω­ρείς κάθε φορά που σφάλ­λει με κα­λο­σύ­νη και να τον αγα­πάς και από κον­τά. Τον δε πο­νη­ρό που σου ζη­τά­ει δή­θεν συγ­χώ­ρε­ση, για να κά­νει τη δου­λειά του και συ­νέ­χεια σε μπλέ­κει στις υπο­θέ­σεις σου, που βλά­πτουν ψυ­χι­κά και άλ­λους αν­θρώ­πους, συγ­χώ­ρε­σέ τους εβδο­μήν­τα επτά φο­ρές μα­ζε­μέ­νες και στο εξής να τον αγα­πάς από μα­κριά και να εύ­χε­σαι γι' αυ­τόν.

Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2025

Μοιρασμένη ἡ θεία χάρη σ' αὐτὸν καὶ σὲ ἐκείνους ἔκανε ἐνεργὸ μὲ φιλανθρωπία μέσῳ τῆς πίστης τὴν ἁγιότητα τοῦ ἀποστόλου.




Ἐρώτηση 37
Λέει στὶς Πράξεις γιὰ τὸν ἅγιο Παῦλο «ὥστε νὰ παίρνουν ἀπὸ τὸ σῶμα του καὶ νὰ βάζουν μαντήλια καὶ πετσέτες καὶ νὰ ἀπαλλάσσονται ἀπὸ τὴν ἀρρώστια τους». Γινόταν αὐτὸ ἄραγε γιὰ χάρη τῆς διακονίας καὶ τῶν ἀπίστων, ἢ πραγματικὰ εἶχε ἐξαγνιστεῖ τὸ σῶμα κι ἔκανε αὐτὰ τὰ θαύματα τὸ σῶμα του; Κι ἂν γι' αὐτὸ δὲν ἔπαθε τίποτα καὶ στὴν περίπτωση τῆς ὀχιᾶς, γιὰ ποιὸ λόγο τὸ σῶμα τοῦ ἁγίου δὲν ἔπαθε βέβαια τίποτα ἀπὸ τὸ δηλητήριο τοῦ θηρίου, ὑπέκυψε ὅμως τὸ ξίφος; Τὸ ἴδιο ἐρωτῶ καὶ γιὰ τὸ σῶμα τοῦ Ελισσαίου. Καὶ τί εἶναι τὰ σιμικίνθια;
Ἀπόκριση
Δὲν πραγματοποιοῦσε τὸ σῶμα τὶς θεραπεῖες μὲ τὰ μαντήλια καὶ τὶς πετσέτες ἐξαιτίας τῆς ἁγιότητας μόνο τοῦ Ἁγίου Παύλου οὔτε μόνο ἐξαιτίας τῆς πίστης ἐκείνων ποὺ δέχονταν τὴν ἴαση, ἀλλὰ ἐπειδὴ μοιρασμένη ἡ θεία χάρη σ' αὐτὸν καὶ σὲ ἐκείνους ἔκανε ἐνεργὸ μὲ φιλανθρωπία μέσῳ τῆς πίστης τὴν ἁγιότητα τοῦ ἀποστόλου. Ἔτσι λοιπὸν πάλι μὲ τὴ θέλησή της Χάριτος, ἔμεινε τὸ σῶμα του ἀπαθές, χωρὶς νὰ πάθει τίποτα ἀπὸ τὸ δηλητήριο τοῦ φιδιοῦ, εἴτε γιατί μετέβαλε τὴν δραστικότητα τοῦ δηλητηρίου τοῦ φιδιοῦ, εἴτε γιατί εἶχε καταστήσει τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου τέτοιο ποὺ νὰ καταπολεμᾶ αὐτὴ τὴ φθορά, εἴτε μὲ ἑνὸς ἄλλου εἴδους οἰκονομία ποὺ γνωρίζει ὁ Θεὸς ποὺ ἐνεργεῖ καὶ τροποποιεῖ αὐτὰ τὰ πράγματα. Στὸ ξίφος πάλι ὑπέκυψε, ἐπειδὴ τὸ θέλησε ἡ Χάρις. Γιατί δὲν ἦταν ἀθάνατη ἡ φύση του κι ἕνα ἀκόμα μὲ τὴ δύναμη τῆς Χάριτος ἦταν θαυματουργή. Ἄν ἦταν φύση ἀθάνατη θὰ ζητούσαμε σωστὰ τὸ λόγο ποὺ ὑπέκυψε στὸ ξίφος ἀντίθετα μὲ τὴ φύση του. Ἐφόσον ὅμως καὶ μετὰ τὴν ἁγιότητα παρέμεινε θνητός, δὲν ὑπάρχει ἀνάγκη νὰ συζητήσουμε γιὰ ποιὸ λόγο ὁ θεῖος Ἀπόστολος πέρασε ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς σάρκας ὄχι μὲ αὐτὸν ἀλλὰ μὲ τὸν ἄλλο τρόπο. Γιατί μ’ ὅποιον τρόπο θέλει, ὁ Θεὸς ποὺ καθόρισε τὴ ζωή του καθενὸς πρὸς τὸ συμφέρον τοῦ πρὶν ἀπὸ τοὺς αἰῶνες, ὁδηγεῖ τὸν καθένας στὸ δικό του τέλος τῆς ζωῆς, δίκαιο ἢ ἄδικο.
Ἄν λοιπὸν ἦταν ἕνας καὶ ὁ αὐτὸς ὁ λόγος τῆς φύσεως καὶ τῆς Χάριτος, θὰ ἦταν ἄξιο θαυμασμοῦ καὶ κατάπληξης ἐκεῖνο ποὺ γίνεται κατὰ φύση ἀντίθετα μὲ τὴ χάρη καὶ ἐκεῖνο ποὺ γίνεται κατὰ χάρη ἀντίθετα μὲ τὴ φύση. Ἄν ὅμως εἶναι μᾶλλον ἄλλος ὁ λόγος τῆς φύσης καὶ ἄλλος τῆς Χάριτος, εἶναι φανερὸ καὶ σαφές, ὅτι οἱ ἅγιοι θαυματουργούσαν ἐξαιτίας τῆς Χάριτος, καὶ ὡς ἄνθρωποι υπόφεραν ἐξαιτίας τῆς φύσης τους ἐπειδὴ ἡ χάρη δὲν ἔχει ἐξάλειψε τὴν παθητότητα τῆς φύσης, χωρὶς νὰ ἀναμειχθοῦν οἱ λόγοι τῆς φύσης καὶ τῆς Χάριτος. Ἔτσι ἂς δεχτοῦμε ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἐνεργεῖ κατ' οἰκονομία κάθε προνοητικὴ ἐνέργεια Τοῦ γιὰ τοὺς Ἁγίους καὶ ὅσο ζοῦν καὶ ὅταν πεθάνουν προνοῶντας μ' αὐτοὺς σὰν ὄργανα της τή σωτηρία των ἄλλων, ἀλλὰ οἱ Ἅγιοι δὲν τὰ ἐνεργοῦν αὐτὰ κατά φύση καὶ στοὺς ἄλλους ἐξαιτίας τῆς Χάριτος. Αὐτὸ ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ σῶμα τοῦ Ελισσαίου.
Ἐπειδὴ ὅμως ἀπὸ ὅσα ἱστοροῦνται εὐφραίνουν περισσότερο τὴν ψυχὴ τῶν φιλόθεων ὅσα νοοῦνται, σῶμα λέμε πὼς εἶναι ἡ εὐσέβεια τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου κι ἡ εὐσέβεια αὐτὴ ἦταν «γι' ἄλλους ὀσμὴ ἀπὸ ζωὴ σὲ ζωὴ καὶ γι' ἄλλους ὀσμὴ ἀπὸ θάνατο σὲ θάνατο» μαντήλια οἱ φανεροὶ λόγοι τῆς γνωστικῆς θεωρίας του, ἐνῶ πετσέτες εἶναι οἱ σεμνοὶ τρόποι τῆς πρακτικῆς φιλοσοφίας ποὺ ἐπιδιώκει τὴν αρετή∙ γιατί τὰ σιμικίνθια λένε πὼς εἶναι οἱ πετσέτες τῶν χεριῶν. Τοὺς λόγους αὐτοὺς καὶ τρόπους ποὺ ἔπνεαν κι ανάδιδαν σὰν εὐωδία τὰ σώματα, δηλαδὴ τὴ μεγάλη εὐσέβεια τοῦ Ἀποστόλου, ὅποιοι τὴ δέχονταν ἔπαιρναν τὴν ἴαση ἀπὸ τὴν ἀσθένεια ποὺ τοὺς ταλαιπωροῦσε, ἄλλοι ἀπὸ αὐτοὺς διώχνοντας μὲ τοὺς λόγους περὶ θεωρίας ποὺ ἦταν κατὰ κάποιο τρόπο τὰ μαντήλια τὴ νόσο τῆς ἀγνωσίας, καὶ ἄλλοι μὲ τοὺς ἔμπρακτους τρόπους τῆς ἀρετῆς ἀφανίζοντας τελείως τὴ νόσο τῆς κακιᾶς. Ἔτσι ὑποθέτω ὅτι καὶ ἡ ζοφερὴ κακοκαιρία ποὺ τοῦ ἔτυχε εἶναι οἱ βαρεῖς ἑκούσιοι πειρασμοί του, τὸ νησὶ σταθερὴ κι ἀσάλευτη ἀπόκτηση τῆς θείας Ἐλπίδας, ἡ φωτιὰ ἡ ἕξη της γνώσεις, καὶ τὰ φρύγανα ἡ φύση ὅσο βλέπομε, τὴν ὁποία συνέστρεψε μὲ τὸ χέρι του, ἐνῶ μὲ τὴ θεωρητικὴ ψηλάφητική δύναμη τοῦ νοῦ, διατρέφοντας μὲ τὰ νοήματα τὴν ἕξη τῆς γνώσης, ποὺ θεράπευε τὴν μελαγχολία ποὺ ἔπιανε τὴν ψυχὴ ἐξαιτίας τῶν πειρασμῶν τοῦ χειμῶνα. Ἡ ἔχιδνα πάλι εἶναι πονηροὶ καὶ ὀλέθρια δύναμη, ποὺ ἦταν ἀθέατα κρυμμένη στὴ φύση τῶν αἰσθητῶν, ποῦ τοῦ δάγκωσε βέβαια τὸ χέρι, δηλαδὴ τὴ νοερὴ ψηλαφητική ἐνέργεια τῆς θεωρίας, δὲν ἔβλαψε ὅμως τὸ διορατικὸ νοῦ, κατακαίοντας ἀμέσως μὲ τὸ φῶς τῆς γνώσης, σὰν μὲ φωτιά, τὴν ὀλέθρια δύναμη ποὺ ἀπὸ τὸ κοίταγμα τῶν αἰσθήσεων εἶχε προσαφθεῖ στὴν πρακτικὴ ἐνέργεια τοῦ νοῦ.
Ὅμοια σκέφτομαι καὶ γιὰ τὸν Ελισσαίο καθένας δηλαδὴ ποὺ εἶναι νεκρὸς ἀπὸ τὰ παραπτώματα του, ὅταν τοποθετηθεῖ ἐπάνω στὸ μνῆμα, ὅπου ἦταν τὸ σῶμα τοῦ προφήτη, ἐπάνω δηλαδὴ στὴ μνήμη ποὺ εἶχε τὸ ἴχνος τοῦ προφητικοῦ βίου, ὅπου φυλαγόταν ἀσφαλισμένο τὸ σῶμα τῶν ἀρετῶν, παίρνει ζωὴ μεταστρεφόμενος μὲ τὴ μίμηση τῶν τρόπων, μεταβαίνοντας στὴ ζωὴ τῆς ἀρετῆς ἀπὸ τὴ νεκρότητα τῆς κακιᾶς τῶν παθῶν.
Σχόλια
1. ἡ πίστη, λέει, ἐκείνων ποὺ χρειάζονταν θεραπεία προκαλοῦσε τὴ δύναμη τοῦ πνεύματος τοὺς Ἁγίους ὥστε μὲ τὴν πίστη ἡ ὡς τότε λανθάνουσα δύναμη νὰ φανερωθεῖ καὶ ἡ κρυμμένη πίστη νὰ γίνουμε τὴ δύναμη σὲ ὅλους καταφάνερη. Γιατί ὁ ἀληθινὸς τρόπος τῶν θεραπειῶν τότε γίνεται ὁλοφάνερο, ὅταν μὲ τὴν πίστη ὅλων ἐκείνων ποὺ θεραπεύονται συμπίπτει ἡ δύναμη ἐκείνων ποὺ ἐνεργοῦν μὲ τὴ δύναμη τοῦ πνεύματος.
2. Ὅποιος, λέει, μένει ἑκούσια καθαρὸς ἀπὸ τὴ φθορὰ τῆς ἁμαρτίας, φθείρει τὴ φθορὰ ἐκείνων ποὺ ἔχουν στὴ φύση τους νὰ φθείρουν. Ἡ ἀφθαρσία δηλαδὴ τῆς προαίρεσης εἶναι φυσικὸ νὰ συντηρεῖ ἄφθαρτη τή φθορά τῆς φύσης, μὴ ἐπιτρέποντας προνοητικὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ πνεύματος ποὺ ἔχει νὰ τὴν δυναστεύουν οἱ ἀντίθετες δυνάμεις.
3. Ἐπειδή, λέει, δὲν εἶναι ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ ἡ φύση καὶ ἡ χάρη, δὲν εἶναι ἄξιο γι' ἀπορία πῶς μερικοὶ ἦταν ἄλλοτε ἀνώτεροι ἀπὸ τὰ πάθη κι ἄλλοτε ὑποτάσσονταν στὰ πάθη∙ γιατί γνωρίζουμε ὅτι τὸ θαῦμα του προκαλοῦσε ἡ χάρη ἐνῶ τὸ πάθος εἶναι ἐκδήλωση τῆς φύσης.
4. Ὁ ἀπόστολος ἦταν ὀσμὴ ἀπὸ ζωὴ σὲ ζωή, ἐπειδὴ ἔκανε τοὺς πιστοὺς μὲ τὸ παράδειγμα του νὰ βαδίζουν πρὸς τὴν εὐωδία τῶν ἀρετῶν ἤ, ἀλλιῶς, μεταβιβάζοντας ὡς κήρυκας καὶ ὅσους πείθονταν στὸ λόγο τῆς Χάριτος ἀπὸ τὴ ζωὴ τῶν αἰσθήσεων στὴ ζωὴ τοῦ Πνεύματος∙ καὶ ἦταν ὀσμὴ ἀπὸ θάνατο σὲ θάνατο γιὰ ἐκείνους ποὺ πέρασαν ἀπὸ τὸ θάνατο τῆς ἄγνοιας στὸ θάνατο τῆς ἀπιστίας, δίνοντάς τους νὰ συνειδητοποιήσουν τὴν κατάσταση ποὺ τοὺς περιμένει. Ἢ πάλι εἶναι ὀσμὴ ἀπὸ ζωὴ σὲ ζωὴ γι' αὐτοὺς ποὺ μεταβαίνουν ἀπὸ τὴν πράξη στὴ θεωρία, κι ὀσμὴ ἀπὸ θάνατο σὲ θάνατο γι' αὐτοὺς ποὺ ἀπὸ τὴ νέκρωση τῶν ἐπὶ τῆς γῆς μελῶν τους μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ ἀργία, μεταβαίνουν στὴν νέκρωση τὴν επαινέτη τῶν ἐμπαθῶν νοημάτων καὶ φαντασιῶν.
5. Ὅποιος, λέει, διατηρεῖ τὴ μνήμη τῶν Ἁγίων μὲ τὴ μίμηση τῆς ἀναστροφῆς τους, ἀποθέτει τὴ νέκρωση τῶν παθῶν καὶ δέχεται τὴ ζωὴ τῶν ἀρετῶν.
Πρὸς Θαλάσσιον, περὶ ἀποριῶν, Ἐρώτηση ΛΖ'

ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ 
ΠΡΟΣ ΘΑΝΑΣΣΙΟΝ, ΠΕΡΙ ΑΠΟΡΩΝ
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ Α΄- ΝΣΤ' 
ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ : 
ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ
https://wra9.blogspot.com/

Τα θαύματα του Θεού προκαλούν τις ευχαριστίες των ανθρώπων...




ΣΟΦΙΑ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ 
Κεφ 16
Τα θαύματα του Θεού προκαλούν τις ευχαριστίες των ανθρώπων
24 Η κτίση υπηρετεί εσένα, Δημιουργέ! Άλλοτε δείχνει τη δύναμή της εναντίον των ασεβών κι άλλοτε αναστέλλει τη δύναμή της για να ευεργετήσει αυτούς που πιστεύουν σ’ εσένα. 25 Γι’ αυτό κι αυτή η φύση έγινε τότε υπηρέτης της χάρης σου, που όλα τα συντηρεί, και έγινε τροφή που ικανοποιούσε όλες τις απαιτήσεις των παιδιών σου. 26 Τα παιδιά σου που τα αγάπησες, Κύριε, έπρεπε να μάθουν ότι τον άνθρωπο δεν τον τρέφουν μόνο τα προϊόντα της γης, αλλά ο λόγος σου είναι που συντηρεί εκείνους που πιστεύουν σ’ εσένα. 27 Εκείνο που δεν καταστρεφόταν από τη φωτιά, μόλις θερμάνθηκε λίγο από τις ακτίνες του ήλιου έλιωσε, 28 για να γίνει γνωστό ότι πρέπει κανείς να προφταίνει την ανατολή του ήλιου για να σου στέλνει τις ευχαριστίες του, και ότι οι άνθρωποι πρέπει να σε συναντούν με την αυγή. 29 Η ελπίδα του αχάριστου θα λιώσει σαν χειμωνιάτικη πάχνη και θα κυλίσει πέρα σαν άχρηστο νερό.

https://wra9.blogspot.com/

Μετανοούμε. Ελπίζουμε. Χαιρόμαστε.



Μοναχὸς Μωϋσῆς Ἁγιορείτης
Μερικοὶ λένε πὼς ἡ ζωή μας εἶναι ἀρκετὰ σύντομη. Νομίζουμε, ὅμως, πὼς ἀπὸ μόνοι μας συντομεύουμε τὸν χρόνο τῆς ζωῆς μας ἀπὸ τὴν κατάχρηση, τὴν παράχρηση καὶ τὴν ἠθοφθορία.
Ἂν τὴ ζωὴ τὴ χρησιμοποιήσουμε μὲ σεβασμό, περίσκεψη καὶ φειδὼ, εἶναι σίγουρα ἀρκετὰ μεγάλη.
Ὁ ἄνθρωπος, γενικὰ, δὲν ἐκτιμᾶ τὸν χρόνο, τὸν ἀφήνει νὰ κυλᾶ ἀνεκμετάλλευτα, τὸν σπαταλὰ εὔκολα, δὲν τὸν ἀξιοποιεῖ, δὲν τὸν χρησιμοποιεῖ χρήσιμα. Οἱ ἄνθρωποι ζοῦν συχνὰ ὡς ἐπιγείως ἀθάνατοι.
Δὲν ἐξαγοράζουν τὸν καιρό, παρὰ τὸ ὅτι οἱ ἡμέρες εἶναι ἀρκετὰ πονηρές. Ὁ χρόνος μακραίνει, ὅσο ὁ ἄνθρωπος αὐξάνεται πνευματικά, ὅσο πλησιάζει τὸ βάθος καὶ τὴν ἱερότητα τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς.
Μερικοὶ γέρασαν χωρὶς νὰ ζήσουν ὄντας γέροι καὶ νέοι γέρασαν προτοῦ νὰ μεγαλώσουν. Φοβοῦνται τὸν θάνατο, παρότι δὲ γνωρίζουν νὰ ζήσουν. Χάνουν τὴ ζωὴ μέσα ἀπὸ τὰ χέρια τους, δίχως νὰ τὴ ζήσουν.
Δὲν ξέρουν, οὔτε τί εἶναι ζωή οὔτε τί εἶναι θάνατος οὔτε ποιὸ εἶναι τὸ οὐσιαστικὸ νόημα τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Τὸν θάνατο πιὸ πολὺ τὸν φοβοῦνται, ὅσοι ἐλέγχονται ἀπὸ τὴ συνείδησή τους, ὅσοι δὲν βελτίωσαν τὴν πνευματική τους ταυτότητα, ὅσοι παρασύρθηκαν ἀπὸ τὶς ἡδονὲς τοῦ βίου.
Ἡ πνευματικότητα τοῦ ἀνθρώπου ἀντιστέκεται ἰσχυρὰ στὴ φθορὰ καὶ στὴ βλαπτικότητα, ποὺ μπορεῖ νὰ προκαλέσει ὁ χρόνος. Ἡ γαλήνη στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ σκηνώσει μόνιμα, μόνον κατόπιν σκληροῦ διωγμοῦ τῆς κακίας. Ἡ ἐμπιστοσύνη στὴν θεία πρόνοια θὰ συνδράμει σημαντικὰ σ’ αὐτὴ τὴν ἐπίτευξη.
Ὁ φιλόσοφος Σενέκας λέγει, πὼς «τὸ θέμα, ὅμως, δὲν εἶναι ὅτι ἔχουμε λίγο χρόνο ζωῆς, ἀλλὰ ὅτι σπαταλᾶμε μεγάλο μέρος του».
Ἂν ὁ ἄνθρωπος παρασυρθεῖ στὸ κυνηγητὸ τῆς ἡδονῆς, τῆς πολυτέλειας, τῆς δόξας καὶ τῆς εὐδαιμονίας, δὲν θὰ καταλάβει πῶς πέρασε μία ὁλόκληρη ζωή.
Ἡ ἀκόρεστη φιλοχρηματία, ἡ μέθη, ἡ ὀκνηρία, ἡ φιλοδοξία, ἡ ἀπληστία, ἡ ραδιουργία ταλαιπωροῦν πολὺ τὸν ἐραστή τους. Τὰ πάθη δὲν ἀφήνουν τὸν ἐργάτη τους νὰ δεῖ τὴν ἀλήθεια.
Οἱ ἀπολαύσεις καθηλώνουν τὸν ἄνθρωπο χαμηλὰ καὶ δὲν τὸν ἀφήνουν νὰ ἀνυψωθεῖ ἀπὸ τὰ γήινα. Πολλοὶ θαυμάζουν τοὺς πλούσιους, δὲν γνωρίζουν ὅμως, τί φουρτουνιασμένες θάλασσες κουβαλοῦν μέσα τους.
Πολύ λίγοι θὰ μποροῦσαν ἄνετα νὰ ποῦν, πὼς εἶναι εὐχαριστημένοι μὲ τὸν ἑαυτὸ τους ἀρκετά. Δὲν τοῦ ἔδωσαν τὸν χρόνο ποὺ δίκαια ἤθελε, δὲν τὸν ἄκουσαν προσεκτικά, δὲν τὸν εἶδαν κατάματα, δὲν τὸν ἀνέκριναν αὐστηρά, δὲν τὸν γνώρισαν ποτὲ καλά.
Γιὰ αὐτὸ δὲν ἤσουν ἤρεμος, ἀτάραχος, ἄφοβος καὶ ὑπομονετικός. Λησμονήσαμε γιὰ τὰ καλὰ, ὅτι εἴμαστε θνητοὶ καὶ περαστικοὶ ἀπὸ ἐδῶ.
Ὅσο καὶ ἂν ξεγελᾶ μὲ διάφορους τρόπους ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του, πάντα κατὰ βάθος θὰ ζητᾶ τὴν πραγματικὴ ἀνάπαυση.
Ἕνας σοφὸς ρωμαῖος αὐτοκράτορας χαιρόταν καὶ μόνο στὴ σκέψη, τοῦ πότε θὰ ἀπαλλαγεῖ τοῦ μεγαλείου τοῦ θρόνου του, γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ ἀληθινά.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀσχολεῖται μὲ πολλά, μεριμνᾶ καὶ τυρβάζει, δὲν μπορεῖ νὰ συγκεντρωθεῖ κάπου καὶ νὰ ἀποδώσει, δὲν ἔχει καιρὸ νὰ ζήσει ἐλεύθερα.
Πολὺ συχνὰ οἱ ἄνθρωποι εἶναι κουρασμένοι ἀπὸ τὸ παρελθὸν καὶ τὸ παρόν.
Προσπαθοῦν νὰ ζήσουν ἕνα καλύτερο μέλλον, δίχως νὰ κάνουν ὅμως τίποτε τὸ σημαντικὸ γι’ αὐτό.
Ἡ ζωὴ κυλᾶ καὶ ὁ ἄνθρωπος βυθισμένος στὶς πολλὲς ἀσχολίες του δὲν τὸ παρατηρεῖ. Ἀπορεῖ, πῶς πέρασαν τόσο γρήγορα τόσα χρόνια. Πιὸ σύντομη βρίσκουν τὴ ζωὴ σίγουρα οἱ πολυάσχολοι ἄνθρωποι.
Στὴ ζωὴ δίνουμε ἐξετάσεις. Ἂν νικήσαμε τὰ πάθη μας, ἂν ἀγαπήσαμε τὴν ἀγάπη, ἂν μισήσαμε τὴν κακία, ἂν γνωρίσαμε τὸν ἑαυτό μας, ἂν συναντήσαμε τὸν Θεό. Τότε ἔχουμε βρεῖ τὸν σκοπό, τὸν στόχο, τὸ νόημα τῆς ζωῆς.
Ἔχουμε κερδίσει τὶς ἐξετάσεις.
Αἰσθανόμεθα μύρο αἰωνιότητος. Δὲ φοβόμαστε τὸν θάνατο. Δέ μᾶς κουράζει ἡ ζωή.
Μετανοοῦμε. Ἐλπίζουμε. Χαιρόμαστε.

https://simeiakairwn.gr/