Κυριακή 3 Μαΐου 2020

Και για ποιό λόγο στο Πάθος σεισμός και στην Ανάσταση πάλι σεισμός;


 Το σημερινό κήρυγμα, αγαπητοί μου αδελφοί, μάς το προσφέρει η γραφίδα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ο οποίος σε απλά ελληνικά μάς λέει τα εξής:

 «Έντονα και τώρα, όπως πάντα, κυριαρχούν στο νου μου τα θαύματα της Αναστάσεως και τα φοβερά θεάματα των μυστηρίων γεμίζουν με κατάπληξη την ψυχή μου. 
Γιατί η ατιμία γέννησε δόξα και το πάθος ανέβλυσε απάθεια στους ανθρώπους. Γιατί το ξύλο της τιμωρίας μάς γλίτωσε από την δουλεία του ξύλου, και τα καρφιά ανέσκαψαν την πολύρριζο αμαρτία.
Γιατί το αγκάθινο στεφάνι ανέτρεψε την καθολική κατάρα και ο επονείδιστος σταυρός απήλλαξε τον κόσμο από την ντροπή.
 Γιατί η πλευρά που τρυπήθηκε από τη λόγχη έγινε πύλη ενός κόσμου μυστηρίων και ο τριήμερος τάφος απεδείχθη οίκος ζωής.
 Γιατί ο τελώνης εξέφρασε τα δόγματα της θεολογίας και ο άγγελος έσπειρε στις ψυχές των γυναικών τα χαρμόσυνα λόγια.

 Δεν μπορώ να αποσιωπήσω τα παράδοξα του Δεσπότου, αν και ο λόγος δεν επαρκεί να διηγηθεί τα θαύματα του Θεού. Χορεύω μαζί με τον ληστή, σκιρτώ μαζί με τη Μαρία, ακούω ευλαβικά τον ευαγγελιστή που διακηρύσσει τα εξής: «Αργά το βράδυ του Σαββάτου, ξημερώνοντας η πρώτη μέρα μετά το Σάββατο, ήλθε η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία να επιθεωρήσουν τον τάφο. Και ιδού, έγινε σεισμός μεγάλος· γιατί άγγελος Κυρίου, αφού κατέβηκε από τον ουρανό, κύλισε τον λίθο από την θύρα του μνημείου και καθόταν επάνω σε αυτόν. Και ήταν η όψη του σαν αστραπή και τα ρούχα του λευκά σαν το χιόνι. Και οι φύλακες από τον φόβο τους σείστηκαν και έγιναν σαν νεκροί».

 Αργά το βράδυ του Σαββάτου,ξημερώνοντας η πρώτη μέρα μετά το Σάββατο. Αυτά τα λόγια ακούμε πρώτα· μέσα στην φοβερή νύχτα, μάλλον δε μέσα στο μεγάλο φως, ήλθε η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία να δουν τον τάφο. Αγαθή η βιασύνη των γυναικών, ευαγγελικός ο δρόμος που εβάδισαν, δηλώνοντας το ανδρείο φρόνημά τους. Ίσως μάλιστα τα βήματά τους νά ‘ναι πιο διάσημα από εκείνα των αποστόλων που εύκολα διολίσθαιναν. Γιατί οι μεν αφού έφυγαν, κρύβονταν φοβισμένοι στο σπίτι· ενώ αυτές, αφού έτρεξαν με θάρρος στον τάφο, θρηνούσαν τον ελεύθερο ανάμεσα στους νεκρούς, εκπληρώνοντας με καλόγνωμη πίστη τον φιλόχριστο σκοπό. Δεν φοβήθηκαν τους Ιουδαίους, δεν σκέφτηκαν τους φύλακες, δεν λογάριασαν την ακμαία ακόμη μανία των σταυρωτών, ούτε την πρόχειρη σε ύβρεις αναίδεια των προκαθημένων τους, ουδεμίά ανάμνηση των κακών μελέτησαν. Αλλά με δάκρυα προσέρχονταν στο μνήμα σαν σε θυσιαστήριο, εκεί κλαίγοντας, από όπου αναστήθηκε εκεινος που έπαυσε τις λύπες της Εύας, εκεί που όλος ο κόσμος έμελλε να εορτάζει.

 Και ιδού, έγινε σεισμός μεγάλος· γιατί άγγελος Κυρίου, αφού κατέβηκε από τον ουρανό, κύλισε τον λίθο από την θύρα του μνημείου και κάθισε πάνω σ’ αυτόν. Αν έγινε σεισμός μεγάλος επειδή κατέβηκε άγγελος, πώς η γη, όταν σταυρώνονταν ο Δεσπότης των αγγέλων, σαλεύτηκε αδίκως για τα αποτολμούμενα; Και για ποιό λόγο στο Πάθος σεισμός και στην Ανάσταση πάλι σεισμός; Ο φόβος συνάπτεται με τον φόβο, ώστε του θανάτου τα θεμέλια να ανατραπούν παντελώς. Σεισμός μεγάλος έγινε, έτρεμαν οι λίθοι και χόρευαν οι Ιουδαίοι. Αλλά την ημερα που θεώρησαν ότι γιόρταζαν, αυτή έλαβαν διηνεκή αιτία κατηφείας. 
Έθυσαν τον αμνό, αλλά απώλεσαν τους βωμούς· εφόνευσαν τον κληρονόμο, αλλά εξέπεσαν της διαθήκης· διαμοίρασαν τα ιμάτια, αλλά στερήθηκαν τα θαύματα· σφράγισαν τον τάφο, αλλά στερήθηκαν τον ναό.
 Σεισμός μεγάλος έγινε, γιατί άγγελος Κυρίου αφού κατήλθε από τους ουρανούς, προσήλθε και κύλισε τον λίθο από την θύρα του μνημείου. Τί είναι τούτο, ω άγγελε; μήπως έτρεξες κάτω ως δορυφόρος του αναστάντος βασιλέως; μήπως ήλθες να εμψυχώσεις τις γυναίκες που θρηνούν; ή ήλθες να χαρεις μαζί με το γένος των ανθρώπων; Άσε στην άκρη τον λίθο του μνήματος. Τί σαλεύεις αυτόν που δεν μετακίνησε όταν προσήλθε η πέτρα της πίστεως; Όπως ετέχθη από την μήτρα, έτσι βγήκε από το μνήμα· γιατί με την γέννησή του δεν έλυσε την παρθενία, και δεν μετακίνησε τον λίθο που τον φύλαξε. Εγκατέλειψε τον τάφο σφραγισμένο με τον λίθο. Γνωρίζω, απαντά, γνωρίζω· αλλά δεν έγινε έτσι απλά. Ενήργησα υπακούοντας στο νεύμα του Δεσπότη μου· κατ`οικονομίαν κύλισα τον λίθο, ώστε να σκύψει ο Πέτρος και να δει τα οθόνια, για να δουν οι γυναίκες τον τόπο που κείτονταν ο Κύριος.

Εκύλισε, λέει (ο ευαγγελιστής) τον λίθο και καθόταν πάνω σε αυτόν. Τηρούσε τον κατήγορο των Ιουδαίων, φύλαττε τον μάρτυρα της Αναστάσεως, τηρούσε τον λίθο ελέγχοντας αυτούς που είχαν πετρωμένη καρδιά. Αυτό εξάλλου και ο Κύριος έλεγε προς αυτούς, διαπομπεύοντας την δυσμένεια των χριστοκτόνων, ότι «ακόμα κι αν αυτοί σιωπήσουν, θα κραυγάσουν οι λίθοι». Και ήταν η όψη του αγγέλου σαν αστραπή, και το ένδυμά του λευκό σαν το χιόνι· έτσι έπρεπε. Γιατί όπου δεν υφίσταται κηλίδα αμαρτίας, τα πάντα είναι μεστά από φως και αστραποβολούν σαν το χιόνι. Κι από τον φόβο του σείστηκαν οι φύλακες και έγιναν σαν νεκροί. Μπροστά στον δούλο σαν νεκροί και ενώπιον του κτιστού τολμηροί. Και τί συνέβη μετά; Αφού εστράφη ο Άγγελος, είπε στις γυναίκες: Εσείς μή φοβείσθε.
 Ώ, παράδοξα πράγματα! Ώ, παράδοξα διηγήματα! Ενώ οι στρατιώτες έπεσαν σαν νεκροί, έλεγε στις γυναίκες «Μη φοβάστε»; Ναι, γιατί έπρεπε οι μεν άπιστοι φύλακες να παραμείνουν στο φόβο, ενώ οι πιστές γυναίκες να γίνουν ευαγγελίστριες της χάριτος τη σωτηρίας. Σείς μη φοβείσθε· γιατί ο Αδάμ ξαναπλάστηκε από τον κεραμέα της φύσεώς μας επάνω στον σταυρό, σαν σε τροχό. Μή φοβείσθε· γιατί λύθηκε το κατακριτέο έγκλημα της μητέρας σας Εύας. Μη φοβείσθε· γιατί πριν εγώ να αποκυλίσω τον λίθο, αυτός που ζητείτε εξουσιαστικά αναστήθηκε· στον οποίο ανήκει η δόξα, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου