Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Η προσευχή είναι η παράστασις του ιδίου του νου μου ενώπιον του Θεού, διότι το σώμα μου ίσως να συμμετέχη, αλλά η πραγματική μου οντότητα είναι ο νους μου. Αυτός χρειάζεται να παραστή ενώπιον του Θεού, αφού αυτός με ζωογονεί. Το μεγάλο πρόβλημα είναι το αν θα δεχθή να ταπεινωθή και να παραστή ενώπιον του Θεού. Έχω λοιπόν τον νου μου, το ηγεμονικό μου, το οποίο πρέπει να μιλήση στον Θεόν. Ως επί το πλείστον, αγαπάμε να παριστάμεθα ενώπιον του ιδίου του εαυτού μας, γι’ αυτό καλούμε τις δυνάμεις μας ως στρατιωτικές φρουρές να συμπαρίστανται στις δικές μας εντολές, στις δικές μας προθέσεις, στα δικά μας όνειρα. Τώρα όμως πρέπει να συγκεντρωθή ο νους μου και να σταθή ενώπιον του Θεού, ενώπιον αυτών των αγίων. Είναι αρκετό να μην κάνη τίποτε άλλο ο νους μου, μόνο να μείνη συγκεντρωμένος στον εαυτό του και ευχόμενος χωρίς καμία σκέψι· αυτό φθάνει. Τα υπόλοιπα τα κάνει ο Θεός, οι άγιοι.

Ας δούμε τώρα πως γίνεται η ευχή. Η ευχή γίνεται με πολλούς τρόπους. Ο κάθε άνθρωπος, ανάλογα με τον χαρακτήρα του, βρίσκει τον δικό του τρόπο, ο οποίος σιγά-σιγά αλλάζει. Σήμερα διαπιστώνω ότι είναι ωραία να λέω την ευχή με το στόμα. Αύριο ανακαλύπτω ότι είναι πιο ωραία με την γλώσσα. Κουνάω την γλώσσα λέγοντας, «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέη¬σόν με τον αμαρτωλόν», και ο νους μου πάει στην γλώσσα. Κάποιος άλλος ανακαλύπτει ότι είναι πιο ωραία να λέη την ευχή με τον φάρυγγα, να κουνά τα όργανα του ψάρυγγος και ο νους του να πηγαίνη εκεί. Ο άλλος συνταυτίζει τους κτύπους της κάρδιας με την ευχή. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα βάλωμε τον νου μας στην καρδιά, δεν θα χρησιμοποιήσωμε τόσο τεχνικά μέσα. Σημασία έχει να βρούμε τον τρόπο που μας ταιριάζει σήμερα, και αύριο ο Χριστός θα μας δώση άλλον τρόπο, ή θα τον ανακαλύψωμε από μόνοι μας. Το αύριο μπορεί να είναι μετά από έναν μήνα, μετά από πέντε χρόνια, μπορεί και μετά από είκοσι χρόνια. Αλλά για σκεφθήτε, είκοσι χρόνια έναν αγώνα μαζί με τον Χριστόν, μία συνοδοιπορία μαζί με τον Χριστόν!
Κατά την διάρκεια της ευχής προσέχω να μην μπη τίποτε στον νου μου. Όπως, όταν κάνω έναν κύκλο, δεν διασπάται από τίποτε, έτσι ακριβώς πρέπει να γίνεται και με τον νου μου. Λέγοντας την ευχή, να είναι σαν να κάνω ένα κυκλικό σχήμα, που συνεχώς επιστρέφει στον εαυτό του και δεν πάει πουθενά αλλού. Και αν ακόμη παρουσιασθή ο Χριστός και μου πη, μπράβο παιδί μου, ήλθα να σε ευλογήσω, να του πω: Χριστέ μου, φύγε, εμένα τώρα με νοιάζει ο νους μου να είναι σε εκείνα που λέω. Πολύ περισσότερο δεν θα ασχοληθώ με κάτι ωραίο, που θα έλθη στον νου μου, με μια ευσεβή σκέψι ή απόφασι. Δεν θα επιτρέψω να γίνη τέτοια διάσπασις, διότι η ευχή είναι μία συνεχής ένωσις με τον Χριστόν. Ο Χριστός πάει και κολλάει ακριβώς επάνω στον νου. Όπως, όταν βάζω κάπου μέλι, η μέλισσα πάει μόνη της εκεί, δεν την βάζω εγώ, το ίδιο συμβαίνει και με την ευχή: εγώ βάζω τον νου μου στα λόγια της ευχής, και μόνο του το Άγιον Πνεύμα πάει και κολλάει επάνω στον νου. Έτσι γίνεται η θέωσίς μας, απλά απλά, χωρίς να καταλαβαίνωμε εμείς, και σιγά-σιγά βλέπομε τα αποτελέσματα, ανακαλύπτομε δηλαδή τις εμπειρίες, τις χαρές, τις απολαύσεις, τις εντρυφήσεις, τις ευφρόσυνες. Με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνομε την πλήρη εξασφάλισι της κοινωνίας του Θεού. Υπάρχει άλλος τρόπος, πιο απλός, που μπορεί να μας εξασφάλιση τον Θεόν;
Όταν κανείς ζη έτσι την νύκτα, την ημέρα δεν έχει όρεξι ούτε για συζητήσεις ούτε για αντιδράσεις• και εάν του πης, πετάει ο γάιδαρος, επειδή θα λέη την ευχή, θα συμφωνήση μαζί σου. Ποιός δεν ξέρει ότι δεν πετάει ο γάιδαρος; Επειδή όμως ο νους του είναι στον Χριστόν, και συ είσαι μέσα στον Χριστόν, για να δείξη την ενότητα μαζί σου, δεν αρνείται τον λόγο σου. Προσευχόμενοι δε συνεχώς, τα λόγια της προσευχής και ο νους μας γίνονται πυρ και εσχάρα, και ακουμπάει επάνω η θυσία του εαυτού μας, το θέλημά μας, τα όνειρά μας, οι πόθοι μας, και ανεβαίνει ο καπνός• ανεβαίνει επάνω στον Χριστόν, και οσφραίνεται ο Χριστός την θυσία και ευφραίνεται, διότι το τέκνο του είναι μαζί του.
Άρα, η προσευχή είναι η αληθής παράστασις του είναι μας, και ιδιαίτερα του νου μας, ενώπιον του Θεού, διότι ο νους ακούει, ο νους ορά, ο νους αποκαλύπτει τα βαθύτερα της θελήσεώς μας· ο νους πάει εκεί που θέλομε εμείς. Είναι ψέμα ότι δεν μπορούμε να φέρνωμε το μυαλό μας εκεί που θέλομε· εξαπατάμε τους εαυτούς μας και τους άλλους. Απλούστατα, ο νους ξέρει τι θέλομε στο βάθος της καρδιάς μας και πάει εκεί που θέλομε εμείς. Γι’ αυτό τελικώς εγκαταλειπόμεθα στις πορείες του νου, τις οποίες έχει ήδη προετοιμάσει η ίδια μας η καρδιά.
Μπορώ όμως να μιλώ στον Θεόν έχοντας τον νου μου μέσα μου και μη αφήνοντάς τον να πηγαίνη πουθενά. Εάν ο νους μου δεν καταλαβαίνη τον Θεόν, δεν νοιώθη τους αγίους, δεν εχη την πείρα ότι ο Θεός απαντάει, ή ακόμη και δεν πιστεύη στον Θεόν, τουλάχιστον μπορεί να άκούη τα λόγια που λέει το στόμα μου ή και ο ίδιος και να πιστεύη όχι σε αυτά που λέει, αλλά ότι τα λέει. Λέγω, «ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω άμαρτωλώ». Ο νους μου το ακούει. Ας κλείσω λοιπόν τον νου μου σε αυτά τα λόγια.
Μα, δεν πιστεύω. Ποιός Θεός είναι αυτός στον οποίο λέγω το «ιλάσθητί μοι»; Τίποτε να μη σε νοιάζει. Κλείσε τον νου σου εσύ, βάλ’ τον να παρακολουθή αυτά που λέγει το στόμα σου. Ή άφησε τον νου σου να μιλά, αν σου είναι πιο εύκολο αυτό. Χρησιμοποίησε άλλοτε τον ένα τρόπο, άλλοτε τον άλλον, όπως σου διδάσκει η πείρα και ο νους. Εν τέλει, ο νους μπορεί να άγαπήση τα λόγια αυτά, έστω και αν εσύ δεν τα πιστεύης. Όπως ακριβώς αγαπάμε τα πάθη μας, ακόμη και αν δεν τα θέλωμε, όπως αγαπά κάποιος το τσιγάρο, έστω και αν του δημιουργη καρκίνο, ή αγαπά την αμαρτία, έστω και αν ξέρη ότι τον οδηγεί στην κόλασι, έτσι ακριβώς και ο νους μαθαίνει και αγαπάει τα λόγια αυτά. Επειδή τα ρήματα αυτά, λεγόμενα εσωτερικώς ή εξωτερικώς, είναι δικά μας, είναι εύκολο να τα παρακολουθή ο νους. Δεν υπάρχει καμία δυσκολία, διότι από εμάς εξέρχονται, είναι δική μας περιουσία.
Βεβαίως, στον Θεόν μπορούμε να πούμε ό,τι θέλομε, μπορούμε να του πούμε τιτιβίσματα. Είναι όμως καλό να του λέμε λέξεις που τις καταλαβαίνομε ή που έχουν κάποιο νόημα. Αν θέλετε, ας μην του λέμε πάρα πολλές λέξεις. Ας επαναλαμβάνουμε τις ίδιες, για να μην κουράζεται ο νους παρακολουθώντας διαφορετικά νοήματα. Ας έχωμε μία μικρή προσευχούλα από δύο, τρεις, τέσσερις, το πολύ πέντε λέξεις, και ας επαναλαμβάνωμε συνεχώς τις ίδιες. Έτσι, ο νους συνηθίζει να παρακολουθή αυτές τις λέξεις. Ας διαλέξωμε λέξεις που μας συγκινούν ή μας βοηθούν, που μας χαριτώνουν ή μας δίνουν Θεόν. Ας δούμε ποιές μας ενώνουν περισσότερο, ποιές συντρίβουν την καρδιά μας, ποιές μας δίνουν χαρά, συγκίνησι, ποιές τελικώς μας κάνουν και φεύγομε ήρεμοι και γαλήνιοι.
Αλλά γιατί να ψάχνωμε να βρούμε ποιές λέξεις ταιριάζουν σε μας; Είναι βέβαιο ότι οσαδήποτε βήματα και όσες πορείες και όσα ψαξίματα και αν κάνωμε, θα καταλήξωμε σε αυτά που κατέληξαν οι άγιοι. Αν με επισκεφθης και εγώ θέλω να σου εκφράσω την αγάπη μου, πιθανόν να σκεφθώ πως να σου την εκφράσω, τι να σου πω. Τελικώς όμως θα σου πω αυτό που λένε όλοι: σε αγαπώ. Ας πούμε λοιπόν τα ίδια λόγια που έλεγαν όλοι οι άγιοι, διότι αυτοί είχαν ανακαλύψει τον τρόπο, για να εκφράσουν την αγάπη τους προς τον Θεόν. Παρ’ όλα αυτά, αν θέλωμε, ας δοκιμάσωμε, ας κάνωμε πολλές δοκιμές. Στο τέλος θα καταλήξωμε στο ίδιο συμπέρασμα, που κατέληξαν όλοι οι άγιοι από την αποστολική εποχή μέχρι την σημερινή, στην ευχή.
Ας αφήσωμε λοιπόν τον εαυτό μας να λέγη το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν», που είναι πληρέστατη προσευχή. Η δοξολογία υπάρχει ήθη από την πρώτη λέξι της ευχής. Η ευχαριστία υπάρχει και στην πρώτη και στην δεύτερη, σε όλες τις λέξεις.
Η ικεσία υπάρχει, η εξομολόγησις υπάρχει, τα πάντα υπάρχουν. Ό,τι θέλω, ό,τι επιθυμώ, το συμπεριλαμβάνει η ευχή του Ιησού. Η ευχή είναι συγκεφαλαίωση όλων των βιωμάτων και των πόθων μου, όλου του παρελθόντος μου και του μέλλοντός μου, όλης της οικονομίας και της αγάπης του Θεού· είναι η παρουσία του ιδίου του Θεού, διότι ο Θεός ποτέ δεν χωρίζεται από το όνομά του. Εφ’ όσον το όνομά του υπάρχει στην ευχή και το προφέρω με το στόμα μου, την διάνοιά μου, τον νου ή την καρδιά μου, εκεί δεν υπάρχει η εικόνα του Θεού, αλλά, εν τω μέσω των εικόνων που έχω στο κελλί μου, υπάρχει ο ίδιος ο Θεός.
Η ευχή δηλαδή είναι εν τέλει αγώνας θεϊκός• δεν τον κάνομε στην ουσία εμείς, τον κάνει ο Θεός. Είναι αγώνας θεϊκός με τήν έννοια όχι τι ταιριάζει στον Θεόν· ο Θεός δεν έχει ανάγκη από τίποτε, τα πάντα είναι «άπρεπα», ανάρμοστα ενώπιόν Του, ακόμη και οι αρχάγγελοι και τα σεραφίμ και τα χερουβίμ. Το ζήτημα όμως είναι ότι μπαίνει ο Θεός, και έτσι ο αγώνας δεν γίνεται από μένα, αλλά από τον ίδιον τον Θεόν. Με την ευχή εξασφαλίζω τον Θεόν. Εγώ κάνω την δουλειά μου, και ο Θεός αγωνίζεται και προχωράει. Δεν έχω καμία αμφιβολία για την τελική επιτυχία, διότι κατά κάποιον τρόπο καταργείται ο δικός μου παράγοντας -παραμένει μόνον η θέλησίς μου με το να παρακολουθή τα λόγια που λέγω-, και ο Θεός ενεργεί απόλυτα. Όλη η οικονομία του Θεού, όλοι οι πόθοι μας, η ρασοφορία και η βάπτισίς μας, η κουρά μας και όλα τα αιτήματά μας δεν έχουν κανέναν άλλον σκοπό, παρά μόνον αυτόν.
Εάν εμείς οι μοναχοί δεν ήλθαμε γι’ αυτό στο μοναστήρι, για ποιόν άλλον λόγο ήλθαμε; Εάν δεν ήλθαμε για να κράζωμε το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», με τον τρόπο που λέμε τώρα, πέστε μου: γιατί ήλθαμε; Τί άλλο μπορεί να δώση υπόστασι σε αυτά που ζητάει η καρδιά μας; Εάν δεν ήλθαμε γι’ αυτό, πράγματι αποτύχαμε, εξέστημεν των φρενών. Βρισκόμαστε όμως εδώ γι’ αυτόν τον λόγο. Η ευχή είναι το μόνο που μπορεί να μας διατηρή στον χώρο αυτό. Όποιος δεν κάνει την προσευχή αυτή, μην αμφιβάλλετε ότι δεν θα μπόρεση να επιβίωση στο μοναστήρι, δεν θα μπόρεση ποτέ να νοιώση ενωμένος με τους άλλους, να νοιώση ότι αγαπάει και ότι τον αγαπούν, ότι υπάρχει Θεός. Δεν θα νοιώση τίποτε στην ζωή του, τα πάντα θα είναι ψευδή και στιγμιαία, διότι αυτό αποτελεί το κεφάλαιο των επιθυμιών μας, την συμπερίληψι, το συνείναι όλων εκείνων για τα οποία έχομε έλθει.
Αν θέλωμε να εχωμε τον Θεόν μέσα στις ψυχές μας, ας κοιτάξωμε να τον χορτάσωμε σήμερα, που είναι τόσο εύκολο και τόσο άνετο να τον έχωμε. Ας φροντίσωμε να τρυγήσωμε ό,τι μπορούμε από τον Θεόν, χρησιμοποιώντας σήμερα την πνευματική μας σχέσι με τον Γέροντα, ασκώντας αύριο την προσευχή, αίροντας μεθαύριο την μοναξιά μας, μετανοώντας αντιμεθαύριο για την αμαρτία μας ή απολαμβάνοντας τον πνευματικό πλούτο μας.

Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου. «Νηπτική ζωή και Ασκητικοί κανόνες»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου