Ὑπακοὴ
Κάποια καλογριούλα μοῦ ἔγραψε, λέει: Γέροντα, ἀκοῦμε ὅτι θά 'ρθουν οἱ Τοῦρκοι καὶ δὲν ξέρουμε τί θὰ κάνουμε.
- Ἄ! ἄκουσε, παιδάκι μου, τῆς λέω. Δὲν ἔχεις ὑπακοή. Διότι ἂν εἶχες ὑπακοή, τότε: «Τί μὲ νοιάζει ἐμένα; Ὅ,τι μοῦ πεῖ ἡ Γερόντισσα• ὅ,τι μοῦ πεῖ ἡ Γερόντισσα. Δὲν εἶναι Γερόντισσα ἡ Μ.; Ἔ, ὅ,τι πεῖ ἡ Μ., ἐμένα δὲν μὲ νοιάζει». Αὐτὴ εἶναι ὑπακοή. Ἀλλὰ γιὰ νὰ φοβᾶσαι, ἔχεις θέλημα μέσα σου, ἔχεις θέλημα.
***
Ξέρετε πολὺ καλὰ ὅτι ὁ Γέροντάς μας (Ἰωσήφ) ἦταν τῶν ἄκρων ἡσυχαστὴς καὶ τῆς νοερᾶς προσευχῆς. Καὶ ὅμως δὲν μᾶς παρέδωσε ὡς πρῶτο τὴν ἡσυχία ἢ τὴ νοερὰ προσευχή, ἀλλά μᾶς παρέδωσε τὴν ὑπακοή, τὸ κοινόβιο!
***
Καὶ τὰ βιβλία τῶν ἁγίων Πατέρων ἂν παρακολουθήσετε, θὰ δεῖτε ὅτι πολλοὶ μὲ εὐκολία, μὲ πολλὴν ἄνεση ἁγίασαν, ἁγιάσθησαν οἱ ψυχές των, δίχως νὰ κάνουν κόπους, δίχως νὰ κάνουν θυσίες, δίχως νὰ κάνουν ἀσκητικοὺς ἀγώνας, ἀλλὰ τί; Ἐδιάλεξαν τὴν ὑπακοή.
***
Ἡ ὑπακοὴ φέρει τὸν ἄνθρωπο ὄχι μόνο σὲ ἀπάθεια σωματική, ἀλλὰ καὶ πνευματική.
***
Βολιδοσκοπήσατε ἀπὸ ποῦ ξεκινάει, ἡ ὑπακοή. Ἀπὸ τὴν Τριαδικὴ Θεότητα. Ὁ Χριστὸς λέει ὅτι «ἦρθα νὰ κάνω ὄχι τὸ θέλημα τὸ ἐμόν, ἀλλὰ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με» (Λούκ. 22, 42). Ἀπὸ ἐκεῖ ἀρχίζει ἡ ὑπακοή. Γι' αὐτὸ καὶ ὅποιος κάνει ὑπακοή, γίνεται μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ!
***
Βεβαιώθηκα μὲ πείρα ὅτι ἡ ὑπακοὴ εἶναι ἀνωτέρα τῆς προσευχῆς.
***
Θέλεις ν' ἀποκτήσεις προσευχή; Θέλεις, ὅταν λὲς τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ», νὰ τρέχουν τὰ δάκρυα ποτάμι ἀπὸ τὰ μάτια σου; Θέλεις νὰ ζήσεις τὴ ζωὴ τῶν ἀγγέλων; «Εὐλόγησον», «νά 'ναι εὐλογημένο». Ὑπακοή.
***
Ὁ μεγάλος ἀγώνας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι νὰ μὴν πιστεύει τὸν λογισμό του. Ἔ, ὁ Γέροντας τώρα λείπει, ρώτησε τὸν ἀδερφό σου κι ὅ,τι σοῦ πεῖ ν' ἀκούσεις. Δὲν εἶναι μικρὸς ἀγώνας νὰ ρίξεις τὸν ἑαυτό σου κάτω, δὲν εἶναι μικρὸς ἀγώνας. Μὰ ἀλλιῶς δὲν γίνεται, ἀλλιῶς δὲν γίνεται. Ἂν θέλεις ν' ἀκολουθήσεις τὸν καλογερικὸ νόμο, ἐκεῖ θὰ πατήσεις.
***
Ἐρώτησαν κάτι καλογριοῦλες καὶ τὸν πατερ-Γεράσιμο, τὸν Ὑμνογράφο.
- Πατερ-Γεράσιμε, τί θὰ πεῖ τυφλὴ ὑπακοή;
- Νὰ σᾶς πῶ, λέει. Εἶπε ἡ Ἡγουμένη• φέρε, Εὐπραξία, ἕνα ποτήρι νερό. Τό 'φερες. Χῦσ' το. Τό 'χυσες. Βρὲ παλαβή, γιατί τό 'χυσες τὸ νερό; Εὐλόγησον. Νὰ μὴ δικαιολογηθεῖς• μὰ καλά, ἐσὺ δὲν μοῦ 'πες νὰ τὸ χύσω τὸ νερό; Ὄχι ἔτσι, λέει. Εὐλόγησον, αὐτὴ εἶναι ἡ τυφλὴ ὑπακοή.
Ἂν δὲν κάνεις τυφλὴ ὑπακοή, δὲν ἀνεβαίνεις ἀπάνω σὲ πνευματικὲς σκάλες. Εἶδες αὐτὸ τὸ Γεροντάκι πῶς εἶπε; Αὐτὴ εἶναι ἡ τυφλὴ ὑπακοή, νὰ μὴ δικαιολογεῖς τὸν ἑαυτό σου. Ὄχι μόνο στὸν Γέροντα, καὶ στὸν ἀδερφό σου. Καὶ στὸν ἀδερφό σου νὰ μὴ δικαιολογεῖς τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ πάντοτε νὰ τὸν ἔχεις τὸν ἑαυτό σου κάτω ἀπὸ ὅλους.
***
Αὐτὸς ὁ ὁποῖος κάνει ὑπακοὴ στὸν Γέροντά του, μιμεῖται τὸν Χριστό, ὁ Ὁποῖος ἔκανε ὑπακοὴ στὸν Πατέρα Του. Καὶ ὑποχρεοῦται κατὰ συνέχειαν ὁ Θεὸς νὰ εὐλογήσει ἐκεῖνον, ὁ ὁποῖος Τὸν μιμεῖται.
***
Ἂν ζητᾶτε ἕνα πράγμα ἀπὸ τὸν Γέροντα, προδιαθέσατε τὸν λογισμό σας• ἐὰν μὲν σᾶς ἀκούσει, «νά 'ναι εὐλογημένο», ἐὰν δὲν σᾶς ἀκούσει, πάλι «νά 'ναι εὐλογημένο». Μὴν προδιαθέτετε τὸν λογισμό σας ὅτι θὰ σᾶς ἀκούσει ὁ Γέροντας καὶ ἂν κατόπιν δὲν σᾶς ἀκούσει, καὶ θὰ σκουντουφλιάσετε.
***
Πολλὲς φορὲς κι ἐμεῖς, νὰ ποῦμε, ὡς Γέροντες μπορεῖ νὰ κάνουμε κι ἕνα λάθος. Ἐσὺ ὅμως ποὺ θὰ κάνεις ὑπακοή, θὰ σοῦ βγεῖ σὲ καλό, δὲν θὰ σοῦ βγεῖ σὲ κακό! Ποτὲς ἡ ὑπακοὴ δὲν βγαίνει σὲ κακό, διότι εἶναι μίμησις Χριστοῦ.
***
Ἔκανες ὑπακοή, θὰ πᾶς στὸν παράδεισο, δὲν ἔκανες ὑπακοή, δὲν πάει νὰ κάνεις νοερὰ προσευχή, δὲν πάει νὰ μεταλαμβάνεις, δὲν πάει νὰ λειτουργᾶς, προορίζεσαι γιὰ τὴν κόλαση. Νὰ καὶ ὁ Ἀδάμ, νὰ καὶ ὁ Προφήτης Ἐλισσαῖος, νὰ καὶ ὁ Γιεζῆ, ὅλα αὐτὰ τὰ παραδείγματα βεβαιώνουν ὅτι περισσότερο ὁ Θεὸς ἀναπαύεται στὴν ὑπακοὴ παρὰ στὶς ἄλλες ἀρετές, νὰ ποῦμε. Καὶ οἱ ἄλλες ἀρετὲς συνδράμουν• ὅπως ἐνεργεῖ ἡ ὑπακοὴ δὲν ἐνεργοῦν οἱ ἄλλες ἀρετές. Γι’ αὐτὸ περισσότερο ἐπιμεληθεῖτε τὴν ὑπακοή.
***
Νὰ σᾶς πῶ, σ’αὐτὸ τὸ πρᾶγμα, σὲ μᾶς ἐξαρτᾶται ἂν αὐτὸ τὸ φῶς ποὺ ἔχουμε μέσα μας, τὴ χάρη δηλαδή, μπορεῖ νὰ τὴν αὐξήσουμε, μπορεῖ νὰ τὴν ἐλαττώσουμε. Ἂν εἶναι τώρα πέντε βαθμῶν, αὔριο μποροῦμε νὰ τὴν κάνουμε δέκα, τριάντα, πενήντα, ἑκατό. Ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται, ἂν εἶναι τώρα δέκα βαθμούς, νὰ τὴν κάνουμε ὀχτώ, πέντε, τρία, ἕνα, ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἀπὸ τὴν αὐταπάρνηση, ἀπὸ τὴν πεποίθηση, τὴν εὐλάβεια, τὸν σεβασμὸ ποὺ θά 'χουμε στὸν Γέροντα. Ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ ποὺ θά 'χουμε στὸν Γέροντα αὐτὸ τὸ φῶς αὐξάνει. Καὶ ὄχι μόνο στὸν Γέροντα, ἀλλὰ καὶ μεταξύ μας νά 'χουμε ὑπακοή.
***
Μακάριος ἐκεῖνος ὁ ἀδερφὸς ὁ ὁποῖος, προτοῦ νὰ τελειώσει τὸν λόγο ἢ ὁ Γέροντας ἢ ὁ παραδερφός του, «νά 'ναι εὐλογημένο». Σὲ εἶπεν ἕνας ἀδερφός: «Ἔλα, πάτερ, νὰ μὲ βοηθήσεις ἐδῶ», «νά 'ναι εὐλογημένο». Ἀκολούθησε αὐτὸν τὸν δρόμο, νὰ δεῖς τί θὰ αἰσθανθεῖς μέσα. Τί εἰρήνη, τί γαλήνη θὰ αἰσθανθεῖς! Ἐνῶ, «περίμενε πέντε λεφτὰ κι ἔρχομαι»...
***
Ἂν προσέξεις, ὁ Χριστὸς πρῶτα προσεύχεται στὸν Πατέρα καὶ ὕστερα προβαίνει σὲ θαυματουργία.
***
Κοινόβιο
Τὸ Κοινόβιο εἶναι ἡ Κιβωτὸς τοῦ Νῶε.
***
Βολιδοσκοπήσατε καὶ τὰ βιβλία τῶν ἁγίων Πατέρων. Πολλοὶ στὸ κοινόβιο ἁγίασαν, στὴν ἐρημία ὀλίγοι, ὀλίγοι. Διότι ὁ ἐρημίτης ὅλο τὸ θέλημα τοῦ κάνει. Τὸ τέλειο εἶναι τὸ κοινόβιο, ὅλοι μαζί. Καὶ ὁ Χριστὸς τὸ κοινόβιο παρέδωσε, ὅλοι μαζὶ τράπεζα, ὅλοι μαζὶ στὴν προσευχή, ὅλοι μαζί.
***
Τὴν ὑπακοὴ φοβᾶται ὁ διάβολος, διότι εἶναι μίμησις Χριστοῦ. Ὅπως λέει καὶ ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ἂς ἔχει τὰ βουνὰ καὶ τὰ ὄρη ὁ Ἰωαννίκιος, ἐμεῖς ἐδῶ ὅλοι μαζεμένοι ἐν πνεύματι ἀγάπης, μὲ διάφορους χαρακτήρας, μὲ διάφορα ἐπαγγέλματα, μὲ διάφορες ἡλικίες, ὅλοι ἀγαπημένοι, ἡνωμένοι νὰ ὑμνολογήσουμε τὸν Θεό. Βλέπετε ὁ ἅγιος Θεόδωρος πῶς μιλοῦσε; Ἅγιος, δὲν ἐπαινοῦσε τὴν ἡσυχία. Εἶναι καὶ ἡ ἡσυχία καλή. Ἀλλὰ τὴν σήμερον ἡμέραν, ἐγὼ τουλάχιστον δὲν τὴν ἐπαινῶ.
***
Γέροντας
Σοῦ εἶπε ὁ Γέροντας: «Μὴ φοβᾶσαι»; Μὴ φοβᾶσαι!
***
Ἂν κάνεις διάκριση σ' ὅ,τι σοῦ λέει ὁ Γέροντας, δὲν εἶσαι ὑποτακτικός, εἶσαι ἐλεγκτὴς τοῦ Γέροντος.
***
Ὅση εὐλάβεια ἔχετε, ὅση αὐταπάρνηση ἔχετε, ὅση πίστη ἔχετε εἰς τὸν Γέροντά σας, τόσο καὶ περισσότερο λαμβάνετε.
***
Κάποιος ἀπὸ ἕνα μοναστήρι ἦρθε στὸ σπίτι καὶ λέει: «Μὰ ὁ Γέροντας ἀλάθητος εἶναι; δὲν φταίει;» «Ἂ, ἄκουσε, παιδί μου», τοῦ λέω, «ἂν βάλεις τέτοιο θεμέλιο ὅτι ὁ Γέροντας φταίει, ποτὲ δὲν θὰ ὀρθοποδήσεις. Ἦρθες νὰ κάνεις ὑπακοὴ ἢ ἦρθες νὰ κρίνεις τὸν Γέροντα, πότε λέει ἀλήθεια, πότε λέει ψευτιά;»
***
Μά, πῶς ἀναπαύεται ἡ ψυχὴ τοῦ Γέροντα ὅταν κάνει ὑπακοὴ ὁ ὑποτακτικός! Μὰ πῶς ἀναπαύεται! Πῶς, δηλαδή, ἀπὸ μέσα ἀπ' τὴν ψυχὴ βγαίνει ἡ ἀνάπαυσις, ἡ εὐχὴ «ὁ Θεός, παιδί μου, νὰ σ' εὐλογήσει», καὶ σὲ πιάνει ἡ εὐχὴ αὐτή.
***
Πολλὰ μὲ δίδαξε καὶ ἡ ὑπακοή, πολλὰ διδάχτηκα καὶ ὡς Γέροντας. Ἔτσι εἶναι. Νὰ θυσιάσω τὸν ἑαυτό μου, μόνο νὰ σὲ δῶ ἐσένα, τὸ παιδί μου, νὰ πᾶς στὸν Παράδεισο• αὐτὸς εἶναι ὁ δικός μου ὁ παράδεισος, νὰ εἶσαι 'συ στὸν παράδεισο κι ἐγὼ ἂς καῶ, ἂς καῶ. Ἔτσι εἶναι. Δὲν μετριέται ἡ πατρικὴ ἀγάπη. Καὶ ὡς Γέροντας καὶ ὡς ὑποτακτικός, πῆρα μία πείρα. Σαράντα χρόνια ὑποτακτικὸς καὶ δέκα-δεκαπέντε χρόνια ὡς Γέροντας. Εἶδα καὶ τὴ μία ἀγάπη καὶ τὴν ἄλλη ἀγάπη. Ἡ πατρικὴ ἀγάπη, πάτερ μου, εἶναι πολὺ ψηλά, πολὺ ψηλά!
***
Ὅσο ἰσχύει ἡ εὐχὴ τοῦ Γέροντά σου, δὲν ἰσχύει ὅλη ἡ οἰκουμένη. Πῆρες τὴν εὐχὴ τοῦ Γέροντά σου; Μὴ φοβᾶσαι πουθενά.
***
Ὅταν βλέπω μπροστά μου ὅτι ὁ ἄλλος θὰ κάνει ἀντιλογία, ὀπισθοχωρῶ ἐγώ, γιὰ νὰ μὴν προβεῖ ὁ ἄλλος ὅτι, «Γέροντα, μὰ ἔτσι...» Ὀπισθοχωρῶ ἐγώ. Ὀπισθοχωρῶ. Γιὰ νὰ μὴν ἔρθει ὁ ὑποτακτικός μου σὲ θέση νὰ πεῖ, «Γέροντα, δὲν θὰ μπορέσω νὰ τὸ κάνω». Ὅταν τὸ βλέπω αὐτό, ὀπισθοχωρῶ, γιὰ νὰ μὴ γίνω ἐγὼ αἰτία νὰ κάνει αὐτὸς παρακοή. Εἶναι καὶ κάποια διάκριση ἐκεῖ μέσα, νὰ ποῦμε. Ἔτσι εἶναι.
***
Ὑποτακτικὸς
Ὁ ὑποτακτικὸς εἶναι, βασιλιάς, δὲν ἐλέγχεται.
***
Ξέρετε πῶς ἤμουνα τότε, ὅταν ἤμουν ὑποτακτικός; Ἤμουνα ἀετός!
***
Ὁ ὑποτακτικὸς δὲν ἔχει λογοθέσιο, δὲν ἔχει τελώνια, διότι ἔχει τὸ μητρῶο του λευκό. Ὅταν ἔχεις τὸ μητρῶο σου λευκό, δὲν μποροῦν νὰ σὲ πιάσουν οἱ δαίμονες• ἐννοῶ, ὅταν κάνεις ὑπακοή.
***
Γιατί μᾶς εἶπε κι ἕναν λόγο ὁ Γέροντας: «Ἂν δὲν γίνεις καλὸς ὑποτακτικός, καλύτερα νὰ μὴ γινόσουνα καλόγερος»! Βαρὺς ὁ λόγος, ἀλλὰ τὴν ἀλήθεια λέει.
***
Ὁ ὑποτακτικὸς δὲν φοβᾶται, Θεό, ὄχι ὅτι εἶναι ἀθεόφοβος, ὄχι• «ἡ πολλὴ ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α' Ἰω. 4, 18).
***
Αὐτὸς ὁ ὁποῖος κάνει ὑπακοή, αὐτὸς βραβεύεται, αὐτὸς ἀμείβεται, αὐτὸς στεφανώνεται. Καὶ ὁ πρῶτος (ὁ ἐντελλόμενος) βέβαια, ἀλλὰ περισσότερο ὁ ὑποτακτικός. Διότι ὁ ὑποτακτικὸς εἶναι ἴδιος ὁ Χριστός, μιμεῖται τὸν Χριστόν.
***
Αὐτοέλεγχος – Ζῆλος
Ἀπὸ σᾶς ἐξαρτᾶται, νὰ εἶναι ὁμαλός, ἡσύχιος ὁ νοῦς, ἀπό σᾶς ἐξαρτᾶται. Δὲν ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸν πειρασμό, ἄν σᾶς ἐπιτεθεῖ ἢ ἀπὸ τὴ συμπεριφορὰ τοῦ συνασκητοῦ σας, τοῦ συγκοινοβιάτου σας. Ἐσὺ ὁ ἴδιος θὰ γίνεις αἴτιος τῆς σωτηρίας σου, ἐσὺ ὁ ἴδιος θὰ γίνεις αἴτιος τῆς ὄχι σωτηρίας σου, ἀπὸ ἐσένα ἐξαρτᾶται. Ὅταν ἐσὺ θέλεις τὴ σωτηρία σου καὶ βιάζεις τὸν ἑαυτό σου, ὅλα κατ' εὔχην ἔρχονται.
***
Μετεωρισμὸς - Συγκέντρωση
Ὁ ἄνθρωπος, ἐφόσον ζεῖ, πρέπει πάντοτε νὰ ἀγωνίζεται. Καὶ ὁ πρῶτος ἀγώνας εἶναι νὰ νικήσει τὸν ἑαυτό του. Ὁ πρῶτος καὶ ὁ κυριότερος ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ὁ διάβολος, ὄχι. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος εἰς τὸν ἑαυτό του ἐπίβουλος. Καὶ τοῦτο διότι δὲν ἀκούει τὸν ἄλλον, ἀκούει τί τὸν λέει ὁ λογισμός του. Ἐνῶ ἔχουμε τόσους ἁγίους Πατέρες νὰ τοὺς μιμηθοῦμε διαβάζοντας τὰ συγγράμματά τους, ἐντούτοις ὅμως τὸ ἐγώ μας μᾶς κυριεύει πολλὲς φορές. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος νικήσει τὸν ἑαυτό του, εἶναι ὁ μεγαλύτερος μεγαλομάρτυρας καὶ τροπαιοφόρος καὶ νικηφόρος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ!
***
Ἡ δικαιολογία δὲν εἶναι γραμμένη στὴ Γραφή. Οἱ ἅγιοι ὄχι μόνο δὲν δικαιολογοῦνται, ἀλλὰ ὑποφέρουν ἑκουσίως γιὰ τοὺς ἄλλους.
***
Θὰ κάνεις ὑπομονὴ στὰ δικά σου τὰ πάθη, θὰ κάνεις καὶ στὰ δικά μου. Ἔτσι θὰ γίνεις ἅγιος.
***
Προσευχή
Ἡ καλυτέρα προσευχὴ εἶναι ὅ,τι ἐσὺ ἐπινοεῖς ἐκείνην τὴν ὥρα. Δὲν εἶναι μόνον, θέλω νὰ διαβάσουμε Μετάληψη νὰ μεταλάβουμε, τρόπον τινά, αὔριο. Ἂ, «ἀπὸ ρυπαρῶν χειλέων, ἀπὸ βδελυρᾶς καρδίας...»• διαβάζουμε, οὔτε καταλαμβάνουμε τί λέμε. Ἐσὺ ὁ ἴδιος νὰ βρεῖς προσευχή, ἐσὺ ὁ ἴδιος• ὁπότε καταλαμβάνεις τί λὲς εἰς τὸν Θεό. Αὐτὸ ἔχει μεγάλη δύναμη, νὰ ποῦμε, μεγάλη δύναμη!
Ἀπὸ τὸ «Γέροντας Ἐφραίμ Κατουνακιώτης»,
ἔκδ. Ι. Ἡσυχαστηρίου «Ἅγιος Ἐφραίμ», Κατουνάκια Ἁγίου Ὄρους 2000.
http://inpantanassis.blogspot./2018/03/blog-post_36.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου