Τρίτη 8 Απριλίου 2025

ΤΡΙΤΗ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ



Ω ΨΥΧΗ, ΤΙ ΡΑΘΥΜΕΙΣ; ΤΙ ΑΜΕΛΕΙΣ;
«Ὀλισθηρῶς τοῖς παραπτώμασι καί ταῖς σειραῖς τῶν ἁμαρτημάτων συνδεδεμένη, ὦ ψυχή, τί ῥαθυμεῖς; τί ἀμελεῖς; φεῦγε ἀεί Σοδόμων καί Γομόρρας ὡς ὁ Λώτ ἀσελγείας τόν ἐμπρησμόν˙ μή στραφῇς εἰς τά ὀπίσω καί γένῃ καθάπερ στήλη ἁλός˙ εἰς ὄρος ἀνασώζου τῶν ἀρετῶν˙ φεῦγε ἀεί τοῦ ἀπηνοῦς Πλουσίου ἀσπλαγχνίας τήν φλεγμονήν˙ εἰς τούς κόλπους πρόβαινε τοῦ Ἀβραάμ, ὡς ὁ Λάζαρος, διά ταπεινοφροσύνης κράζουσα˙ Ἡ ἐλπίς μου καί καταφυγή, Κύριε, δόξα σοι» (απόστιχα αίνων, ήχος πλ. α΄).
(Ψυχή μου, καθώς είσαι συνδεδεμένη με τρόπο ολισθηρό με τα παραπτώματα και τις συνεχείς αμαρτίες, γιατί δείχνεις ραθυμία και αμέλεια; Απόφευγε πάντοτε όπως ο Λωτ τον εμπρησμό των Σοδόμων και των Γομόρρων. Μη στραφείς προς τα πίσω και γίνεις σαν στήλη άλατος. Κατάφυγε για να σωθείς στο όρος των αρετών. Απόφευγε πάντοτε τη φλεγμονή της ασπλαχνίας του σκληρόκαρδου πλουσίου. Προχώρα εκεί που είναι η αγκαλιά του Αβραάμ, όπως ο Λάζαρος, κραυγάζοντας με ταπείνωση: Κύριε που είσαι η ελπίδα και η καταφυγή μου, δόξα Σοι).
 Απόλυτα προσγειωμένος ο άγιος υμνογράφος βλέπει με τη χάρη του Θεού ότι η αμαρτία δεν είναι κάτι από το οποίο εύκολα μπορεί να ξεφύγει. Μπορεί να είναι βαπτισμένος και συνδεδεμένος πραγματικά με τον Ιησού Χριστό, ένα με Εκείνον, διότι «ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε», όμως διαπιστώνει ότι τα απομεινάρια της αμαρτίας και οι ρίζες των παθών του τον κατατρύχουν και τον ταλαιπωρούν. Κι αυτό γιατί; Διότι κυριαρχείται από την τυραννίδα των παθών, τη ραθυμία και την αμέλεια. Ο άνθρωπος εύκολα γλιστράει στην αμαρτία, τα πάθη του λειτουργούν μέσα του ως δρόμος ολισθηρός, όπως είναι πολύ εύκολο κάποιος να γλιστρήσει όταν περπατάει εκεί που έχουν χυθεί λάδια! Κι είναι μία έμμεση εξαγγελία του αγίου ποιητή ότι στην πνευματική ζωή δεν μπορείς να ξεχαστείς. Μόλις ξεχαστείς και αρχίσεις τη ρέμβη από τα ηδέα της ζωής, έχεις κιόλας πέσει. Η πνευματική ζωή δηλαδή χαρακτηρίζεται από τη νήψη, από την εγρήγορση, τη διαρκή πρόκληση δηλαδή προς την ίδια την ψυχή μας να βρισκόμαστε σε ένταση – όλες οι δυνάμεις του ανθρώπου, ψυχικές και σωματικές πρέπει να είναι σε λειτουργία. Κι όχι μόνο για το «λεῖον τῶν ἡδονῶν», αλλά και για τον «ζήλο» που δείχνει ο αντίδικος ημών διάβολος, ο οποίος σαν λιοντάρι ωρύεται ψάχνοντας ποιον να καταπιεί. Ο ίδιος ο Κύριος επανειλημμένως τόνιζε «γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν». Κι ο πατερικός λόγος διά στόματος μάλιστα του οσίου Σωφρονίου του Αθωνίτου θα το πει με δραματική ένταση: «Αν είστε αμελείς για τη σωτηρία σας, ο Θεός επίσης θα γίνει “αμελής” προς εσάς» - βλέποντας ο Θεός την άρνησή μας να βρισκόμαστε σε υπακοή προς τον λόγο και το θέλημά Του, μας αφήνει στο νοσηρό δικό μας θέλημα. Η κόλαση της «αμέλειας» του Θεού έναντι ημών!
Ο άγιος υμνογράφος επιστρατεύει παραδείγματα από τη Γραφή. Αρνητικά: την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων που επέμεναν αμετάκλητα στην αμαρτία τους˙ τη γυναίκα του Λωτ που παρήκουσε την εντολή του Θεού και στράφηκε και πάλι στα αμαρτωλά γινόμενη στήλη άλατος˙ τον σκληρόκαρδο πλούσιο της παραβολής με τον πτωχό Λάζαρο. Και θετικά: τον Λωτ που υπήκουσε και σώθηκε˙ τον Λάζαρο που με την ταπείνωσή του γεύτηκε τις δωρεές του Αβραάμ. Για τον ποιητή μας και σύνολη την Εκκλησία μας βεβαίως η πνευματική ζωή είναι μονόδρομος: ανάβαση στο όρος των αρετών, δηλαδή πορεία στα ίχνη του Χριστού. Και τα ίχνη του Χριστού τα βλέπουμε αποκλειστικά και μόνο στις άγιες εντολές Του. Οι εντολές του Κυρίου αποκαλύπτουν το περιεχόμενο και της δικής Του ζωής, επομένως ο πιστός δεν πορεύεται στα τυφλά. Ο δρόμος είναι ξεκάθαρος μπροστά του. Αρκεί να κινήσει προς τα εκεί εν αγάπη και τη θέλησή του.

https://pgdorbas.blogspot.com/

ΠΩΣ ΔΟΞΟΛΟΓΟΥΜΕ ΤΟΝ ΘΕΟ;



«Ὡς ὕπνον τόν ὄκνον ἀποθεμένη, ψυχή, διόρθωσιν πρός αἴνεσιν δεῖξον τῷ κριτῇ, καί ἐν φόβῳ βόησον˙ Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος εἶ, ὁ Θεός ἡμῶν…» (Τριαδικός ύμνος βαρέος ήχου).
(Ψυχή μου, αφού αφήσεις την οκνηρία όπως ξυπνάμε από τον ύπνο μας, δείξε τότε για δοξολογία σου στον Κύριο που είναι ο Κριτής σου τη διόρθωσή σου και με φόβο φώναξε δυνατά: άγιος, άγιος, άγιος είσαι, Θεέ μας…).
Ο άγιος υμνογράφος δεν μπορεί να είναι πιο σαφής: η δοξολογία του Θεού δεν υφίσταται, έστω κι αν τα χείλη μας κινούνται «δοξολογικά» προς Εκείνον, όταν υπνώττουμε πνευματικά εργαζόμενοι όμως ξάγρυπνα πάνω στις αμαρτίες μας ή στις εργασίες του κόσμου τούτου κατ’ αποκλειστικότητα. Συνήθως, ή πολύ συχνά στην καλύτερη περίπτωση, μας καταλαμβάνει η λήθη των τιμίων, η ξεχασιά δηλαδή των εντολών του Θεού και της ζωής μαζί Του, γιατί μας απορροφά ο κόσμος με τα θέλγητρά του ή τα προβλήματα που αναπτύσσονται στην καθημερινότητά μας – με τις δουλειές μας, τις αρρώστιες μας, τα παιδιά μας, τις φιλίες μας, τα επαγγελματικά μας καθήκοντα. Είναι τέτοια η απορρόφηση μάλιστα, ώστε θεωρούμε ότι αυτή είναι η κανονικότητα, γι’ αυτό και χωρίς ιδιαίτερο προβληματισμό δικαιολογούμαστε αμέσως για την περιθωριοποίηση της πνευματικής ζωής που παρουσιάζουμε, ακόμη και στο μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως. «Πάτερ, θα ήθελα περισσότερα για την πνευματική μου ζωή, αλλά δυστυχώς δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο!»
Το «έχε με παρητημένον» των γνωστών προσκεκλημένων από την παραβολή του μεγάλου Δείπνου του Κυρίου το επαναλαμβάνουμε κι εμείς, χωρίς συνήθως να έχουμε αίσθηση ότι αποκαλύπτουμε έτσι την υποκρισία της χριστιανικότητάς μας, δηλαδή στην πραγματικότητα την απιστία απέναντι στη «δεδομένη», κατά την κρίση μας, «αληθινή πίστη» μας. Ο λόγος του Κυρίου όμως δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Στην ερώτηση των Ιουδαίων για το ποιο είναι το έργο του Θεού απαντάει: «Αυτό είναι το έργο του Θεού: να πιστέψετε σ’ Αυτόν που απέστειλε ο Θεός Πατέρας», στον Ίδιο δηλαδή. Κι αυτή η πίστη αποτελεί κινητοποίηση όλης της ύπαρξης στον απόλυτο βαθμό, γιατί είναι η τροφή του ανθρώπου. «Μη εργάζεσθε την βρώσιν την απολλυμένην, αλλά την βρώσιν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον».
Ο άγιος υμνογράφος λοιπόν έρχεται και με άμεσο και σαφή τρόπο απευθυνόμενος πρώτιστα στην ψυχή του, κι έπειτα και σε όλους μας, μας υπενθυμίζει ότι βρισκόμαστε τελικώς εν υπνώσει πνευματική και σε επίπεδα απιστίας. Διότι είμαστε οκνηροί στο έργο του Θεού, δεν ζούμε δηλαδή με επίγνωση της παρουσίας Του και της προσμονής Του με τη Δευτέρα Του Παρουσία, που θα έλθει άγνωστο πότε, για να μας κρίνει. Λέει με διαφορετικό τρόπο ό,τι σημειώνει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης στο κοντάκιο του Μεγάλου Κανόνα του: «Ψυχή μου, ψυχή μου, σήκω πάνω, γιατί κοιμάσαι; Το τέλος σου πλησιάζει και πρόκειται να θορυβηθείς. Ξύπνα λοιπόν!» Για να προσθέσει την επόμενη φράση που είναι πράγματι συγκλονιστική: Ξύπνιος μόνο μπορείς να δοξολογήσεις τον Θεό, που θα πει όταν παρουσιάζεις σημάδια μετανοίας αληθινής. Και ποια είναι αυτά τα σημάδια; Η διόρθωσή σου. Δοξολογούμε τον Θεό, όταν διορθώνουμε τον τρόπο της ζωής μας, όταν η φορά της ψυχής μας βρίσκεται στην αναζήτηση του Θεού μας, όταν λειτουργούμε με τον τρόπο του ασώτου στην επιστροφή του προς το σπίτι του Πατέρα. Διαφορετικά, η όποια δοξολογία μας και η όποια προσευχή μας συνιστά «βαττολογία» που επισύρει την αποστροφή του Θεού.  

https://pgdorbas.blogspot.com/

Θαυμαστή τοῦ Σωτῆρος ἡ δι' ἡμᾶς φιλάνθρωπος γνώμη...




Μια από τις πιο χαρακτηριστικές και διδακτικές παραβολές του Κυρίου (αλλά και ποια υστερεί;) είναι εκείνη του ανωνύμου πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου, στην οποία αναφέρεται η υμνογραφία της Ε΄ Κυριακής των Νηστειών, παράλληλα με την τιμωμένη οσία Μαρία την Αιγυπτία. 
Είναι από εκείνες τις διδασκαλίες όπου ο Κύριος με λιτό αλλά ξεκάθαρο τρόπο μίλησε για την βεβαιότητα της μέλλουσας αιώνιας ζωής και την εκεί κατάσταση δυο κατηγοριών ανθρώπων που μας είναι λίγο-πολύ γνωστές. Δεν εστιάζει σε διαφορές δογματικές, κανονικές, ηθικές και άλλες, αλλά στη διαγωγή του καθενός από τα δύο πρόσωπα και στον τρόπο της ζωής του: χλιδή και εγκόσμια ευφροσύνη και αδιαφορία για τους άλλους ο ένας, φτώχεια, στέρηση και κακοπάθεια ο άλλος. Ποια είναι όμως η κατοπινή εξέλιξη του καθενός; Η παραβολή δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας, και βέβαια τονίζει ξεκάθαρα ότι η πρόληψη της κατάστασης είναι δυνατή στην παρούσα ζωή, εφόσον θέλουμε να συμμορφωθούμε με τον νόμο του Θεού.
Ας κλείσουμε τη σύντομη αυτή αναφορά με το ιδιόμελο απόστιχο του τελευταίου κατανυκτικού Εσπερινού:
Θαυμαστὴ τοῦ Σωτῆρος ἡ δι' ἡμᾶς φιλάνθρωπος γνώμη· τῶν μελλόντων γὰρ τὴν γνῶσιν ὡς παρόντων κεκτημένος, τοῦ Λαζάρου καὶ τοῦ πλουσίου τὸν βίον ἐστηλίτευσε· τῶν ἑκατέρων οὖν τὸ τέλος ἐνοπτριζόμενοι, τοῦ μὲν φύγωμεν τὸ ἀπηνὲς καὶ μισάνθρωπον, τοῦ δὲ ζηλώσωμεν τὸ καρτερὲς καὶ μακρόθυμον, πρὸς τὸ σὺν αὐτῷ τοῦ Ἀβραὰμ κόλποις ἐνθαλπόμενοι βοᾶν· Δικαιοκρῖτα Κύριε, δόξα σοι.
Και σε νεοελληνική απόδοση:
Θαυμαστή είναι η φιλάνθρωπη γνώμη του Σωτήρος για μας. Διότι, έχοντας την γνώση των μελλόντων σαν να είναι παρόντα, ζωγράφισε τον βίο του πλουσίου και του Λαζάρου. Βλέποντας λοιπόν το τέλος του καθενός, ας αποφύγουμε του ενός τη σκληρότητα και μισανθρωπία, και ας ζηλέψουμε του άλλου την καρτερία και μακροθυμία, ώστε μαζί μ’ αυτόν να αναφωνούμε μέσα από τη θαλπωρή των κόλπων του Αβραάμ: Δικαιοκρίτα Κύριε, δόξα σοι.

antonispapagiannis
https://proskynitis.blogspot.com/

Άγιοι Άγαβος, Ρούφος, Φλέγων και Ασύγκριτος από τους 70 Αποστόλους



Από αυτούς τους ιερούς Αποστόλους, ο μεν Άγαβος ήταν εκείνος που αναφέρει ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων, ο όποιος αφού πήρε τη ζώνη του Αποστόλου Παύλου, του έδεσε τα χέρια και τα πόδια και προφήτευσε γι' αυτόν αυτά: «Τάδε λέγει το Πνεύμα το Άγιον. Τον άνδρα, ου εστίν ή ζώνη αυτή, ούτω δήσουσιν εις Ιερουσαλήμ οι Ιουδαίοι και παραδώσουσιν εις χείρας εθνών» (Πράξεις των Αποστόλων, κα'11). Πράγματι, έτσι και έγινε. Διότι όχι μόνο έδεσαν τον Παύλο οι Ιουδαίοι, αλλά και προσπάθησαν να τον σκοτώσουν. Ο Άγαβος, αφού κήρυξε το Ευαγγέλιο στο μέρος όπου ζούσε, αποδήμησε ειρηνικά στον Κύριο.
Τον δε Ρούφο αναφέρει ο Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Άσπάσασθε Ρούφον τον έκλεκτόν εν Κυρίω και την μητέρα αυτού και έμοϋ» (Προς Ρωμαίους, ιστ' 13). Αυτός αργότερα έγινε επίσκοπος Θηβών στην Ελλάδα.
Οι δε Φλέγων (που έγινε Επίσκοπος Μαραθώνος) και Ασύγκριτος, αφού κήρυξαν το Ευαγγέλιο σε διάφορα μέρη του κόσμου, έφεραν πολλούς απίστους στην αληθινή πίστη. Τελικά βασανίστηκαν με διάφορους τρόπους από Ιουδαίους και Έλληνες, με αποτέλεσμα να πεθάνουν και οι δύο την ίδια μέρα. Έτσι, πήραν από τον Κύριο τα ουράνια αγαθά, που προορίζονται για τους αληθινούς εργάτες του Ευαγγελίου.

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ ΚΑ´ 3 - 21
3 ποιεῖν δίκαια καὶ ἀληθεύειν ἀρεστὰ παρὰ Θεῷ μᾶλλον ἢ θυσιῶν αἷμα. 4 μεγαλόφρων ἐν ὕβρει θρασυκάρδιος, λαμπτὴρ δὲ ἀσεβῶν ἁμαρτία. 6 ὁ ἐνεργῶν θησαυρίσματα γλώσσῃ ψευδεῖ μάταια διώκει καὶ ἔρχεται ἐπὶ παγίδας θανάτου. 7 ὄλεθρος ἀσεβέσιν ἐπιξενωθήσεται, οὐ γὰρ βούλονται πράσσειν τὰ δίκαια. 8 πρὸς τοὺς σκολιοὺς σκολιὰς ὁδοὺς ἀποστέλλει ὁ Θεός, ἁγνὰ γὰρ καὶ ὀρθὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ. 9 κρεῖσσον οἰκεῖν ἐπὶ γωνίας ὑπαίθρου ἢ ἐν κεκονιαμένοις μετὰ ἀδικίας καὶ ἐν οἴκῳ κοινῷ. 10 ψυχὴ ἀσεβοῦς οὐκ ἐλεηθήσεται ὑπ᾿ οὐδενὸς τῶν ἀνθρώπων. 11 ζημιουμένου ἀκολάστου πανουργότερος γίνεται ὁ ἄκακος, συνίων δὲ σοφὸς δέξεται γνῶσιν. 12 συνίει δίκαιος καρδίας ἀσεβῶν καὶ φαυλίζει ἀσεβεῖς ἐν κακοῖς. 13 ὃς φράσσει τὰ ὧτα αὐτοῦ τοῦ μὴ ἐπακοῦσαι ἀσθενοῦς, καὶ αὐτὸς ἐπικαλέσεται, καὶ οὐκ ἔσται ὁ εἰσακούων. 14 δόσις λάθριος ἀνατρέπει ὀργάς, δώρων δὲ ὁ φειδόμενος θυμὸν ἐγείρει ἰσχυρόν. 15 εὐφροσύνη δικαίων ποιεῖν κρίμα, ὅσιος δὲ ἀκάθαρτος παρὰ κακούργοις. 16 ἀνὴρ πλανώμενος ἐξ ὁδοῦ δικαιοσύνης ἐν συναγωγῇ γιγάντων ἀναπαύσεται. 17 ἀνὴρ ἐνδεὴς ἀγαπᾷ εὐφροσύνην, φιλῶν οἶνον καὶ ἔλαιον εἰς πλοῦτον· 18 περικάθαρμα δὲ δικαίου ἄνομος. 19 κρεῖσσον οἰκεῖν ἐν γῇ ἐρήμῳ ἢ μετὰ γυναικὸς μαχίμου καὶ γλωσσώδους καὶ ὀργίλου. 20 θησαυρὸς ἐπιθυμητὸς ἀναπαύσεται ἐπὶ στόματος σοφοῦ, ἄφρονες δὲ ἄνδρες καταπίονται αὐτόν. 21 ὁδὸς δικαιοσύνης καὶ ἐλεημοσύνης εὑρήσει ζωὴν καὶ δόξαν.

Ερμηνευτική απόδοση:
ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ ΚΑ´ 3 - 21
3 Τὸ νὰ κάμνῃ κανεὶς τὸ καλὸν καὶ νὰ εὑρίσκεται εἰς τὴν ἀλήθειαν, αὐτὸ ἀρέσει εἰς τὸν Θεὸν περισσότερον καὶ ἀπὸ τὸ αἷμα τῶν ζώων, τὰ ὁποῖα προσφέρονται εἰς αὐτὸν ὡς θυσία. 4 Ὁ φουσκωμένος καὶ ἀλαζὼν ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης ἰδέας, ποὺ ἔχει διὰ τὸν ἑαυτόν του, εἶναι ἀναίσθητος καὶ σκληρὸς εἰς τὴν καρδίαν. Ὁ μόνος δὲ λύχνος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον ὁδηγοῦνται οἱ ἀσεβεῖς, εἶναι ἡ ἁμαρτία ποὺ σκοτίζει τοὺς ἀνθρώπους. 5 Ὅποιος θησαυρίζει καὶ πλουτίζει μὲ γλῶσσαν ψεύδους καὶ δολιότητος, αὐτὸς κυνηγᾷ, τὴν ματαιότητα καὶ βαδίζει πρὸς θανατηφόρους παγίδας. 6 Ἡ καταστροφὴ θὰ ἐγκατασταθῇ καὶ θὰ φιλοξενῆται εἰς τὰ σπίτια τῶν ἀσεβῶν, διότι δὲν θέλουν νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ πράττουν τὰ δίκαια. 7 Πρὸς τοὺς διεστραμμένους, διεστραμμένας ὀδοὺς στέλλει ὁ Θεός, τοὺς ἀφήνει δηλαδὴ νὰ βαδίσουν πρὸς τὴν δυστυχίαν καὶ τὴν καταστροφήν, διότι τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁλοκάθαρα καὶ δίκαια. 8 Εἶναι προτιμότερον νὰ κατοικῇς εἰς κάποιαν γωνίαν εἰς τὸ ὕπαιθρον, παρὰ νὰ κατοικῇς εἰς οἰκοδομὰς ἀσβεστωμένας, ἀλλὰ κτισμένας μὲ ἀδικίας, ἢ καὶ εἰς πολυκατοικίας, ὅπου κατοικοῦν πολλοί. 9 Ὁ ἀσεβής, ὁ ὁποῖος δὲν ἀγαπᾷ καὶ δὲν σέβεται τὸν πλησίον του καὶ ὅσα ἀνήκουν εἰς αὐτόν, δὲν θὰ ἐλεηθῇ οὔτε θὰ εὕρῃ συμπάθειαν ἀπὸ κανένα ἄνθρωπον. 10 Ὅταν τιμωρῆται λόγῳ τοῦ ἀτάκτου του βίου ὁ ἀκόλαστος, ὁ ἐνάρετος καὶ ἄγευστος τοῦ κακοῦ γίνεται προσεκτικώτερος, ὁ δὲ σοφός, ποὺ ἀντιλαμβάνεται καὶ μελετᾷ τὰ πράγματα, ἀπὸ τὸ πάθημα τοῦ ἀκολάστου θὰ πλουτήσῃ τὴν γνῶσιν του. 11 Ὁ δίκαιος καταλαβαίνει τί ἔχουν εἰς τὴν καρδίαν των οἱ ἀσεβεῖς καὶ τοὺς κακίζει καὶ τοὺς ἐλεεινολογεῖ, διότι εὑρίσκονται εἰς τοιαύτην ἐλεεινὴν κατάστασιν. 12 Ὅποιος κλείνει τὰ αὐτιά του, διὰ νὰ μὴ ἀκούσῃ τὴν παράκλησιν καὶ ἱκεσίαν τοῦ ἀδυνάτου καὶ ἀσθενοῦς πτωχοῦ, θὰ ἔλθῃ ὥρα, ποὺ θὰ παρακαλῇ καὶ αὐτός, ἀλλὰ δὲν θὰ τὸν ἀκούῃ κανείς. 13 Δῶρον, τὸ ὁποῖον προσφέρεται κρυφὰ καὶ χωρὶς θόρυβον, εἰς ἐκδήλωσιν σεβασμοῦ καὶ ὄχι διὰ δωροδοκίαν, ἀνατρέπει τὸν θυμὸν τοῦ ἄρχοντος, ἐνῷ ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος τσιγγουνεύεται νὰ προσφέρῃ δῶρον, ἐξεγείρει φοβερὸν τὸν θυμὸν τοῦ ἄρχοντος. 14 Εὐχαρίστησις καὶ χαρὰ τῶν δικαίων εἶναι νὰ ἀποδίδουν τὸ δίκαιον, ὁ ἐνάρετος ὅμως θεωρεῖται ἀκάθαρτος ἀπὸ τοὺς κακοποιούς. 15 Ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος παρεκκλίνει ἀπὸ τὸν δρόμον τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀρετῆς καὶ ζῇ εἰς τὴν ἀδικίαν, θὰ συγκαταριθμηθῇ μεταξὺ τῆς συνάξεως τῶν γιγάντων, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονται εἰς τὸν σκοτεινὸν Ἅδην, λόγῳ τοῦ ὅτι μετὰ δυνάμεως εἰργάσθησαν τὸ κακόν. Θὰ τιμωρῆται λοιπὸν καὶ αὐτὸς αὐστηρῶς καὶ αἰωνίως. 16 Ὁ πτωχὸς ἄνθρωπος, ἐνῷ δὲν ἔχει χρήματα, ἀγαπᾷ τὴν διασκέδασιν καὶ τὰ γλέντια. Τοῦ ἀρέσει τὸ ἄφθονον κρασί καὶ τὸ πολὺ λάδι εἰς τὰ φαγητὰ καὶ εἰς αὐτὰ σπαταλᾷ πάντοτε τὰς οἰκονομίας του, διὰ νὰ μένῃ πάντοτε πτωχός. 17 Ὁ παραβάτης τῶν θείων ἐντολῶν γίνεται λύτρον καὶ ἐξίλασμα ὑφιστάμενον τὴν ὑπὸ τοῦ Θεοῦ τιμωρίαν, ἀντὶ τοῦ δικαίου. 18 Εἶναι προτιμότερον νὰ μένῃ κανεὶς μόνος εἰς τὴν ἔρημον, παρὰ νὰ συγκατοικῇ μὲ γυναῖκα φιλόνικον, γλωσσώδη καὶ θυμώδη. 19 Αἱ θεῖαι ἀλήθειαι καὶ αἱ καλαὶ συμβουλαὶ θὰ κάθωνται ἀναπαυτικὰ εἰς τὸ στόμα τοῦ σοφοῦ, σὰν θησαυρὸς ζηλευτὸς καὶ ἐπιθυμητός, οἱ ἄφρονες ὅμως θὰ περιφρονήσουν τὸν θησαυρὸν αὐτόν. 20 Ὁ δρόμος τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἐλεημοσύνης θὰ ὁδηγήσῃ τοὺς ὁσίους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι τὸν βαδίζουν, εἰς ζωὴν καὶ δόξαν. 21 Ὁ σοφὸς καὶ συνετὸς στρατηγὸς ἐκυρίευσε πόλεις ὠχυρωμένας καὶ ἐκρήμνισε τὸ ὀχυρόν, διὰ τὸ ὁποῖον οἱ ἀσύνετοι καὶ ἀσεβεῖς εἶχον πεποίθησιν ὅτι εἶναι ἀπόρθητον.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Συγ­χω­ρώ.... κάνω χώρο στην καρ­διά μου να χω­ρέ­σω με σένα, με τον άλλο, με τον άλλο.... Κάνω χώρο να χω­ρέ­σου­με μαζί! Συγ­χω­ρώ, ση­μαί­νει βλέ­πω τον άλλο όπως εί­ναι, με την αμαρ­τία του και την ανυ­πό­φο­ρη πλευ­ρά του, με όλα τα βα­ρί­διά του και τα ελατ­τώ­μα­τά του, και λέω: '' θα σε κου­βα­λή­σω, όπως ένα σταυ­ρό, θα σε κου­βα­λή­σω μέ­χρι Τη Βα­σι­λεία Του Θεού, είτε το θέ­λεις είτε όχι. Και είτε εί­σαι κα­λός είτε εί­σαι κα­κός, θα σε κου­βα­λή­σω στους ώμους μου, θα σε φέρω μπρο­στά Στον Κύ­ριο και θα πω: Κύ­ριε, όλη μου τη ζωή κου­βά­λη­σα αυ­τόν τον άν­θρω­πο, για­τί φο­βό­μου­να μή­πως χα­θεί. Τώρα εί­ναι δικό Σου το θέμα να τον συγ­χω­ρή­σεις, στο όνο­μα της δι­κής μου συγ­χώ­ρε­σης, με Το Άπει­ρο Έλε­ός Σου και να τον δε­χθείς στην αγ­κα­λιά Της Αγά­πης Σου!"

Μητροπολίτης Αντώνιος του Σουρόζ (Anthony Bloom of Sourozh)

Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

Να μην κρίνομε από πράγματα επιφανειακά και εξωτερικά



Να μην αποθαρρυνόμαστε, ούτε να βιαζόμαστε, ούτε να κρίνομε από πράγματα επιφανειακά και εξωτερικά.
Αν, για παράδειγμα, βλέπετε μια γυναίκα γυμνή ή άσεμνα ντυμένη, να μη μένετε στο εξωτερικό, αλλά να μπαίνετε, στο βάθος, στην ψυχή της. Ίσως να είναι πολύ καλή ψυχή κι έχει υπαρξιακές αναζητήσεις, που τις εκδηλώνει με την έξαλλη εμφάνιση.
Έχει μέσα της δυναμισμό, έχει τη δύναμη της προβολής, θέλει να ελκύσει τα βλέμματα των άλλων. Από άγνοια, όμως, έχει διαστρέψει τα πράγματα.
Σκεφθείτε να γνωρίσει αυτή τον Χριστό. Θα πιστέψει, κι όλη αυτή την ορμή θα τη στρέψει στον Χριστό. Θα κάνει το παν, για να ελκύσει τη χάρη του Θεού. Θα γίνει αγία.

Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
https://www.askitikon.eu/

Το μεγάλο εμπόδιο



Σήμερα ο υπ’ αριθμόν «ένα» πόλεμος -ας τον πούμε έτσι, πόλεμο, κι ας μην τον ονομάσουμε ήττα- είναι το σαρκικό φρόνημα.
Προσπαθεί να μας λερώσει την σκέψη και τις πέντε αισθήσεις, τόσο τις σωματικές, όσο και τις ψυχικές και έτσι να μας καταστήσει βρώμικους, ώστε να μη βρει θέση το Άγιον Πνεύμα να κατοίκηση μέσα μας, ούτε να εμφορηθούμε από την ευλογία του Θεού, ούτε να δεχθούμε το πυρ της αγάπης του Θεού που θα μπόρεση να μας αναγεννήσει, να μας ζωογονήσει και να μας καταστήσει δυνατούς, για να αντιμετωπίσουμε όλα αυτά, τα οποία μέλλουν να μας υποδεχθούν στην ζωή μας.

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης
https://www.askitikon.eu/

Το κλάμα του αρχιληστή.

 


Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ.
Αλλά και οι αμαρτωλοί πού ειλικρινά μετανοούν, αξιώνονται του θείου ελέους, όπως φαίνεται από την επόμενη διήγηση.
Στα χρόνια του αυτοκράτορα Μαυρίκιου (582-602), ήταν στη Θράκη ένας αρχιληστής άγριος και σκληρός, πού οι αρχές δεν μπορούσαν να τον συλλάβουν. Ο αυτοκράτορας, ακούγοντας γι` αυτόν, του έστειλε τον επιστήθιο σταυρό του και του μήνυσε να μη φοβάται. Του συγχωρούσε όλα τα κακουργήματα πού είχε διαπράξει, φτάνει να διορθωνόταν. Ο ληστής κατανύχθηκε. Πήγε στον βασιλιά κι έπεσε στα πόδια του μετανοημένος. Και ο Μαυρίκιος, όπως είχε υποσχεθεί, τον συγχώρησε.
‘Ύστερ’ από λίγες μέρες ο ληστής αρρώστησε. Επειδή η κατάστασή του όλο και χειροτέρευε, τον έβαλαν στο νοσοκομείο του Αγίου Σαμψών. Τη νύχτα, στον ύπνο του, είδε το φοβερό κριτήριο του Κυρίου. Ξυπνώντας, κατάλαβε ότι πλησίαζε το τέλος του και άρχισε να προσεύχεται με δάκρυα:
— Φιλάνθρωπε Κύριε, Εσύ που έσωσες τον όμοιό μου ληστή, στείλε και σ’ έμενα το έλεός Σου. Σου προσφέρω το επιθανάτιο κλάμα μου. Όπως δέχτηκες εκείνους πού ήρθαν την «ενδεκάτη ώρα», μολονότι τίποτα το σπουδαίο δεν έπραξαν, δέξου και τα δικά μου λιγοστά δάκρυα. Βάπτισέ με σ’ αυτά και καθάρισέ με από τίς αμαρτίες μου. Τίποτε’ άλλο μη μου ζητήσεις, γιατί δεν έχω καιρό- οι δανειστές πλησιάζουν γιά ν’ απαιτήσουν τα χρέη μου. Μην αναζητήσεις μέσα μου κανένα καλό- δεν πρόκειται να βρεις. Νυχτώθηκα πια, και με πρόλαβαν οι ανομίες μου. Αναρίθμητα είναι τα κακουργήματά μου. Όπως δέχτηκες τον πικρό κλαυθμό τού αποστόλου Πέτρου, έτσι δέξου και τον δικό μου, Φιλάνθρωπε, και ρίξε τα δάκρυά μου πάνω στο χρεόγραφο των αμαρτημάτων μου. Σβήσε τα όλα με το σφουγγάρι της ευσπλαχνίας Σου.
’Έτσι προσευχόταν γιά μερικές ώρες ο ληστής, σκουπίζοντας μ’ ένα μαντήλι τα δάκρυά του, ώσπου παρέδωσε το πνεύμα.
Την ώρα τού θανάτου του, ο αρχίατρος του νοσοκομείου, πού κοιμόταν στο σπίτι του, είδε το εξής όνειρο: Στο κρεβάτι του ληστή ήρθαν δαίμονες, σαν Αιθίοπες, με χαρτιά, όπου ήταν γραμμένα τα πολυάριθμα αμαρτήματά του. Μετά πλησίασαν δύο πανέμορφοι νέοι με μια ζυγαριά. Ήταν άγγελοι. Οι δαίμονες έβαλαν στον ένα δίσκο της ζυγαριάς τα χαρτιά με τίς αμαρτίες του ληστή.
Αμέσως ο δίσκος αυτός, βαραίνοντας, χαμήλωσε, ενώ ο άλλος ανέβηκε.
—     Δεν έχουμε εμείς να βάλουμε κάτι εδώ; αναρωτήθηκαν οι άγιοι άγγελοι.
—     Τί να έχουμε; είπε ο ένας απ’ αυτούς. Δεν είναι πάνω από δέκα μέρες πού σταμάτησε να σκοτώνει.
—     Ας ψάξουμε, ωστόσο, είπε ο άλλος, κάτι το καλό μπορεί να βρούμε.
Ψάχνοντας, βρήκαν το μαντήλι του ληστή ποτισμένο με τα δάκρυά του.
—     Ας το βάλουμε στον άλλο δίσκο της ζυγαριάς μαζί με τη φιλανθρωπία τού Θεού, είπαν, και βλέπουμε…
Μόλις έβαλαν το μαντήλι στον δίσκο, αυτός βάρυνε τόσο, πού σήκωσε ψηλά τον άλλο με τίς αμαρτίες του ληστή. Οι άγγελοι αναφώνησαν χαρούμενοι:
—     Νίκησε η φιλανθρωπία του Θεού!
Πήραν, λοιπόν, μαζί τους την ψυχή του ληστή, ενώ οι δαίμονες έφυγαν ντροπιασμένοι με θρηνητικές κραυγές.
Ο γιατρός, ξυπνώντας, πήγε στο νοσοκομείο. Πλησιάζοντας στο κρεβάτι του ληστή, βρήκε το σώμα του ζεστό άλλά εγκαταλειμμένο ήδη από την ψυχή. Το μαντήλι του, μουσκεμένο από τα δάκρυα, ήταν απλωμένο πάνω στα μάτια του. Μαθαίνοντας από τούς άλλους άρρωστους αλλά τα σχετικά με τίς τελευταίες του ώρες, πήρε το μαντήλι και πήγε στον αυτοκράτορα Μαυρίκιο.
—     Βασιλιά μου, του είπε, ας δοξάσουμε τον Θεό. Σώθηκε ο ληστής!
Ωστόσο, όπως πολύ συνετά σημειώνει στο τέλος της διηγήσεως ο συντάκτης της, είναι πολύ καλύτερα να ετοιμάζει κανείς έγκαιρα τον εαυτό του γιά τη φοβερή ώρα του θανάτου με τη μετάνοια. Γιατί, παρατηρεί ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, «όποιος έχει ζυμωθεί πια με την κακία, από τη μακροχρόνια συνήθεια, μένει τελείως αδιόρθωτος» «Η κακή συνήθεια τυραννει πολλές φορές και τον άνθρωπο πού πενθεί» επισημαίνει με θλίψη ο μεγάλος διδάσκαλος των μοναχών.
Ας προσθέσουμε σ’ αυτά πώς η αληθινή μετάνοια προϋποθέτει ορθή πίστη και ακριβή —έστω και απλή— γνώση αυτής της πίστεως. Η αληθινή μετάνοια είναι ξένη προς κάθε αίρεση και κάθε διαφθορά του νου. Όσοι, λοιπόν, υιοθετούν τίς απόψεις των αιρετικών βιβλίων ή των κοσμικών περιοδικών γιά τις αρετές και τους κανόνες της ζωής, δεν μπορούν να έχουν αληθινή μετάνοια.
Σε τέτοια βιβλία και περιοδικά, πολλά θανάσιμα αμαρτήματα, πού οδηγούν στον άδη, παρουσιάζονται σαν ασήμαντα και συγγνωστά παραπτώματα και πολλά αμαρτωλά πάθη παρουσιάζονται σάν ελαφριές και ευχάριστες αδυναμίες. Υπάρχουν άνθρωποι πού παραδίνονται άφοβα σε τέτοια πάθη, ενώ βρίσκονται κιόλας μπροστά στις πύλες του θανάτου. Πόσο μεγάλη συμφορά είναι η άγνοια του Χριστιανισμού!
Ο Κύριος μας καλεί σε μετάνοια και σωτηρία ως την τελευταία στιγμή της επίγειας ζωής μας. Αυτή την τελευταία στιγμή είναι ακόμη ανοιχτή η θύρα της φιλανθρωπίας τού Θεού σ’ όποιον θελήσει να τη διαβεί. Κανείς ας μην απελπίζεται! Λίγες στιγμές αρκούν. 
Πρβλ. Αναστασίου πατριάρχου Αντιόχειας του Σιναΐτου, Λόγος εις τον έκτον ψαλμό (απόσπασμα). (Σ.τ.Μ.: Πρβλ. Ευχή του επί Μαυρίκιου βασιλέως αρχιληστού ψυχορραγοϋντος και σύν δάκρυσι γιά πολλοίς τε και πικροίς έπι πολλάς ώρας λέγοντος ταύτην [’Α. Δ. Σιμωνώφ, Μέγα Προσευχητάριο, έκδ. Πελεκάνος, Άθήναι  σελ. 440]).

Λόγος γιά τα πνεύματα-Λόγος γιά τον θάνατο: Ἅγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ. 
 ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ιερά Μονή Παρακλήτου.
https://iconandlight.wordpress.com

Οι ευεργεσίες του Θεού ραγίζουν την καρδιά.....




Οι ευεργεσίες του Θεού ραγίζουν την καρδιά.
- Γέροντα, τι θέλει από εμάς ο Θεός;
- Ο Θεός από εμάς θέλει την προαίρεσή μας, την αγαθή μας διάθεση , που θα την εκδηλώνουμε με τον έστω και λίγο φιλότιμο αγώνα μας , και την συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας. Όλα τα άλλα  τα δίνει Εκείνος. Δεν χρειάζονται μπράτσα στην πνευματική ζωή. Να αγωνιζώμαστε ταπεινά, να ζητούμε το έλεος του Θεού και να Τον ευγνωμονούμε για όλα. Αυτός που εγκαταλείπεται στα χέρια του Θεού, χωρίς κανένα δικό του σχέδιο, περνά στο σχέδιο του Θεού. Όσο ο άνθρωπος είναι γαντζωμένος στον εαυτό του, μένει πίσω. Δεν προχωράει πνευματικά , γιατί εμποδίζει το έλεος του Θεού. Για να προκόψη, χρειάζεται πολλή εμπιστοσύνη στον Θεό.
Ο Θεός κάθε στιγμή χαϊδεύει με την αγάπη Του τις καρδιές όλων των ανθρώπων ,αλλά εμείς δεν το καταλαβαίνουμε ,γιατί οι καρδιές μας έχουν πιάσει πουρί. Όταν καθαρίση την καρδιά του ο άνθρωπος, συγκινείται, διαλύεται, τρελλαίνεται, γιατί βλέπει τις ευεργεσίες ,τις καλωσύνες του Θεού , που όλους τους αγαπά το ίδιο. Για αυτούς που ταλαιπωρούνται ,πονάει. Για αυτούς που ζουν πνευματική ζωή ,χαίρεται. Είναι αρκετό και μόνον οι ευεργεσίες του Θεού, αν τις σκεφθή μια φιλότιμη ψυχή , να την τινάξουν στον αέρα. Πόσο μάλλον ,εάν σκεφθή και τις πολλές της αμαρτίες και την πολλή ευσπλαχνία του Θεού! 
Όταν βλέπη ο άνθρωπος την φροντίδα του Θεού, αν έχουν καθαρίσει τα μάτια της ψυχής του, αισθάνεται και ζη όλη την θεία πρόνοια με την ξεφλουδισμένη ευαίσθητη καρδιά του και διαλύεται πια από την ευγνωμοσύνη. Παλαβώνει με την καλή έννοια. Γιατί οι δωρεές του Θεού, όταν ο άνθρωπος τις αισθάνεται, δημιουργούν ρωγμή στην καρδιά του, την ραγίζουν. Έπειτα, καθώς το χέρι του Θεού χαϊδεύει την φιλότιμη καρδιά και εγγίζει την ρωγμή, τινάζεται εσωτερικά  ο άνθρωπος και μεγαλώνει η ευγνωμοσύνη του προς τον Θεό. Όσοι αγωνίζονται και συναισθάνονται την αμαρτωλότητά τους και τις ευεργεσίες του Θεού και εμπιστεύονται τον εαυτό τους στην μεγάλη Του ευσπλαχνία, ανεβάζουν την ψυχή τους στον Παράδεισο με πολλή σιγουριά και με λιγώτερο κόπο σωματικό.
Οι θείες δυνάμεις είναι παντοδύναμες
- Γέροντα, πολλοί ανησυχούν. Τι θα γίνη με το ένα τι θα γίνη με το άλλο.
- Κοίταξε να δεις. Τώρα ο Θεός , και να ήθελε να μας αφήσει ,δεν μπορεί.
- Τι εννοείτε, Γέροντα;
-Να, οι γονείς όταν φέρνουν ένα παιδάκι στον κόσμο, όσο  αγωνίζονται να το μεγαλώσουν, τόσο περισσότερο το αγαπούν και το πονούν. Έτσι και ο Θεός , μας έφερε στον κόσμο, αγωνίσθηκε κατά κάποιον τρόπο , μας μεγάλωσε, κουράσθηκε να μας κάνη ό,τι μας έκανε. Τώρα, και να θέλη να μας αφήση, δεν μπορεί , γιατί μας πονάει, αρκεί εμείς να έχουμε λίγο φιλότιμο. Αν έχουμε λίγο φιλότιμο, δεν θα χάσουμε τον Παράδεισο.
-         Γέροντα, είπατε ότι ο Καλός Θεός δεν θα μας αφήση…
-         Ναι, ο Θεός ποτέ δεν μας αφήνει. Εμείς Τον αφήνουμε. Όταν ο άνθρωπος δεν ζη πνευματικά , δεν δικαιούται την θεία βοήθεια. Όταν όμως ζη πνευματικά και είναι κοντά στο Θεό, την δικαιούται . Τότε, αν συμβή κάτι και πεθάνη, είναι έτοιμος για την άλλη ζωή , οπότε είναι κερδισμένος και σε αυτή τη ζωή και στην άλλη.
Η βοήθεια του θεού δεν εμποδίζεται ούτε από ανθρώπους ούτε από δαίμονες. Δεν είναι τίποτε δύσκολο για τον Θεό ούτε για έναν Άγιο. Το εμπόδιο σε εμάς τους ανθρώπους είναι η ολιγοπιστία , με την οποία εμποδίζουμε τις μεγάλες δυνάμεις να μας πλησιάσουν. Και ενώ υπάρχει τόσο μεγάλη δύναμη δίπλα μας, εμείς, επειδή υπάρχει μέσα μας σε μεγάλο βαθμό το ανθρώπινο στοιχείο, δεν μπορούμε να καταλάβουμε το θείο , που ξεπερνάει όλου του κόσμου τις ανθρώπινες δυνάμεις, γιατί οι θείες δυνάμεις είναι παντοδύναμες.
Καθόμαστε πολλές φορές άδικα, ώρες ολόκληρες ,για να βρούμε μόνοι μας λύση σε ένα θέμα, χρησιμοποιώντας όλη την απειρία μας. Το κεφάλι μας γίνεται κουδούνι, ο ύπνος δεν μας πιάνει , γιατί μας έχει πιάσει το ταγκαλάκι με επίμονες σκέψεις. Τελικά βρίσκουμε μια λύση, αλλά μετά ο Θεός μας βρίσκει άλλη, καλύτερη λύση , που δεν την είχαμε σκεφθή εμείς, και μας μένουν ο πονοκέφαλος και τα ξενύχτια. Όσο και αν είναι σωστή η δική μας σκέψη, όταν δεν είναι ο Θεός μπροστά , το κεφάλι κουράζεται και έρχεται πονοκέφαλος ,ενώ η προσευχή με την εμπιστοσύνη στον Θεό ξεκουράζει. Για αυτό ας αφήνουμε με εμπιστοσύνη στον Θεό τα δυσκολοκατόρθωτα ανθρωπίνως και να μην στηριζώμαστε στις δικές μας ανθρώπινες προσπάθειες , και Εκείνος θα κάνει ό,τι είναι καλύτερο.
Και πάντα για καθετί που σκέφτεσθε να κάνετε, να λέτε « αν θέλη ο Θεός », μην πάθετε κι εσείς ό,τι έπαθε κάποιος μια φορά. Είχε αποφασίσει να πάη στο αμπέλι του για δουλειά. « Αύριο πρωί-πρωί ,λέει στην γυναίκα του , θα πάω στο αμπέλι » . « Αν θέλη ο Θεός ,θα πας » του λέει εκείνη. « Θέλει – δεν θέλει ο Θεός , λέει εκείνος, εγώ θα πάω » . Την άλλη μέρα ξεκίνησε νύχτα. Στον δρόμο εν τω μεταξύ πιάνει τέτοιος κατακλυσμός, που αναγκάσθηκε να γυρίσει πίσω. Δεν είχε φέξει ακόμη. Χτυπάει την πόρτα . « Ποιος είναι; » , ρωτάει η γυναίκα του. « Αν θέλει ο Θεός, λέει εκείνος, ο άνδρας σου είμαι » !

Από το βιβλίο “ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ”ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙΒ΄
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
https://ahdoni.blogspot.com/

Ποιά είναι η “καλή αλλοίωση”;




* Η υπομονή σε κάθε έργο, γεννά την ανδρεία.
* Η ανδρεία, γεννά την προθυμία.
* Η προθυμία, την καρτερία.
* Η καρτερία, την επίταση της εργασίας.
* Η επίταση, κατευνάζει την ακράτεια του σώματος και ημερεύει την ηδυπάθεια της επιθυμίας.
* Η επιθυμία, κινεί τον πόθο.
* Ο πόθος την αγάπη.
* Η αγάπη, τον ζήλο.
* Ο ζήλος την θέρμη.
* Η θέρμη την παρόρμηση.
* Η παρόρμηση, την σπουδή.
* Η σπουδή, την προσευχή.
* Η προσευχή, την ησυχία.
* Η ησυχία, γεννα τη θεωρία.
* Η θεωρία, την γνώση.
* Η γνώση, την κατανόηση των μυστηρίων.
* Το τέλος των μυστηρίων, είναι η θεολογία.
* Καρπός της θεολογίας, είναι η τελεία αγάπη.
* Της αγάπης, η ταπείνωση.
* Της ταπεινώσεως, η απάθεια.
* Της απάθειας, η προόραση, η προφητεία και η πρόγνωση.
Γιατί δεν έχει κανείς, τέλειες από εδώ τις αρετές, ούτε εξαφανίζει μονομιάς τις κακίες, αλλά σιγά-σιγά με την αύξηση της αρετής λιγοστεύει η κακία και καταλήγει να μην υπάρχει διόλου.

Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης
http://orthodox-answers.blogspot.com/2011/03/blog-post.html

ΘΕΟΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ...ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ...Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης



Η οδός του χριστιανού σε γενικές γραμμές είναι τέτοιας λογής.
Στην αρχή ο άνθρωπος προσελκύεται από το Θεό με τη δωρεά της χάρης, κι όταν έχει πια προσελκυσθεί, τότε αρχίζει μακρά περίοδος δοκιμασίας. Δοκιμάζεται η ελευθερία του ανθρώπου και η εμπιστοσύνη του στο Θεό, και δοκιμάζεται «σκληρά».
Στην αρχή οι αιτήσεις προς το Θεό, μικρές και μεγάλες, ακόμη και οι παρακλήσεις πού μόλις εκφράζονται, εκπληρώνονται συνήθως με γρήγορο και θαυμαστό τρόπο από το Θεό.
Όταν όμως έλθει η περίοδος της δοκιμασίας, τότε όλα αλλάζουν και σαν να κλείνεται ο ουρανός και να γίνεται κουφός σ' όλες τις δεήσεις.
Για το θερμό χριστιανό όλα στη ζωή του γίνονται δύσκολα. Η συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι του χειροτερεύει, παύουν να τον εκτιμούν αυτό πού ανέχονται σ' άλλους, σ' αυτόν δεν το συγχωρούν, η εργασία του πληρώνεται, σχεδόν πάντοτε, κάτω από το νόμιμο, το σώμα του εύκολα προσβάλλεται από ασθένειες. Η φύση, οι άνθρωποι, όλα στρέφονται εναντίον του.
Παρότι τα φυσικά του χαρίσματα δεν είναι κατώτερα από τα χαρίσματα των άλλων, δεν βρίσκει ευνοϊκές συνθήκες να τα χρησιμοποίηση. Επί πλέον υπομένει πολλές επιθέσεις από τις δαιμονικές δυνάμεις και το αποκορύφωμα είναι η ανυπόφορη θλίψη από τη θεία εγκατάλειψη.
Τότε κορυφώνεται το πάθος του, γιατί πλήττεται ο όλος άνθρωπος σ' όλα τα επίπεδα της υπάρξεως του.
Ο Θεός εγκαταλείπει τον άνθρωπο;... Είναι δυνατό αυτό;...
         Κι εν τούτοις στη θέση του βιώματος της εγγύτητας του Θεού έρχεται στην ψυχή το αίσθημα πώς Εκείνος είναι απείρως, απροσίτως μακριά, πέρα από τους αστρικούς κόσμους κι όλες οι επικλήσεις προς Αυτόν χάνονται αβοήθητες στο αχανές του κοσμικού διαστήματος. H ψυχή εντείνει εσωτερικά την κραυγή της προς Αυτόν, αλλά δεν βλέπει ακόμα ούτε βοήθεια ΟΥΤΕ προσοχή. Όλα τότε γίνονται φορτικά.
Όλα κατορθώνονται με δυσανάλογα μεγάλο κόπο. H ζωή γεμίζει από μόχθους κι αναδεύει μέσα στον άνθρωπο το αίσθημα πώς βαραίνει πάνω του η κατάρα και η οργή του Θεού.
Όταν όμως περάσουν αυτές οι δοκιμασίες, τότε θα δει πώς η θαυμαστή πρόνοια του Θεού τον φύλαγε προσεκτικά σ' όλες τις πτυχές της ζωής του.
Χιλιόχρονη πείρα, πού παραδίνεται από γενιά σε γενιά, λέει πώς, όταν ο Θεός δει την πίστη της ψυχής του αγωνιστή γι' Αυτόν, όπως είδε την πίστη του Ιώβ, τότε τον οδηγεί σε αβύσσους και ύψη πού είναι απρόσιτα σ' άλλους.
Όσο πληρέστερη και ισχυρότερη είναι η πίστη και η εμπιστοσύνη του ανθρώπου στο θεό, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το μέτρο της δοκιμασίας και η πληρότητα της πείρας, πού μπορεί να φτάσει σε μεγάλο βαθμό.
Τότε γίνεται ολοφάνερο πώς έφτασε στα όρια, πού δεν μπορεί να ξεπεράσει ο άνθρωπος.

 Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ)
Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ
ΘΕΟΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ
(σελ 259, αποσπάσματα)

ΝΗΣΤΕΨΑ, ΑΛΛΑ ΑΠΟ... ΑΡΕΤΕΣ!



ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΟ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ
«Ἐκ πάντων ἐνήστευσα κατορθωμάτων, εἰς κόρον ἀπήλαυσα τῶν σφαλμάτων, Κύριε· νῦν οὖν πεινῶντά με, σωτηριώδους καί σεπτῆς ἔμπλησον βρώσεως» (ὠδή α΄ ἦχος α΄)
(Νήστεψα ἀπό ὅλα τά κατορθώματα, ἀπόλαυσα μέχρι κορεσμοῦ τά σφάλματα, Κύριε. Τώρα λοιπόν πού πεινάω, γέμισέ με ἀπό τή σωτήρια καί ἱερή σου βρώση).
Ἀπό τήν πρώτη ὠδή τοῦ κανόνα τό τροπάριο, ἐκφράζει τήν πνευματική κατάσταση πού συνήθως ἀπαντᾶται στούς πιστούς στόν Χριστό ἀνθρώπους: τό πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν, τήν ἔλλειψη τῶν καρπῶν του Πνεύματος. Καί δέν πρέπει νά μᾶς παραξενεύει τοῦτο. Γιατί καί μία ὥρα νά εἶναι ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου ἐπί τῆς γῆς, μᾶς διδάσκει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, καί πάλι δυστυχῶς θά ἁμαρτήσει – εἶναι τό τίμημα τῆς ἀνυπακοῆς τῶν πρωτοπλάστων πού σάν ρίζα πού μολύνθηκε διαπερνάει ὁλόκληρο ἔκτοτε τό δένδρο τῆς ἀνθρωπότητας. Καί μπορεῖ βεβαίως ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός νά ἔχει ἔλθει καί νά μᾶς ἔχει δώσει τή δυνατότητα, μέ τήν ἐνσωμάτωσή μας στό ἅγιο σῶμα Του διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος, νά ξεπερνᾶμε τήν ἁμαρτία, ὅμως εἶναι τέτοια ἡ ραθυμία τῆς ζωῆς μας, ὥστε οὔτε αὐτό τελικῶς κάνουμε: παρ’ ὅλη τή βοήθειά Του νά συνεχίζουμε τόν δρόμο καί τῆς δικῆς μας ἀνυπακοῆς. Ὅσο λοιπόν προχωράει ἡ ζωή μας, τόσο βλέπουμε καί τήν αὔξηση τῶν ἁμαρτιῶν μας.
 Ὅμως διαπιστώνουμε τήν ἁμαρτία μας καί ἀπό ἄλλη πλευρά: ὅσο σχετιζόμαστε μέ τόν Κύριο, ὅσο μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἀγωνιζόμαστε νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του, τόσο διανοίγεται ὁ πνευματικός μας ὀφθαλμός καί βλέπει πράγματα πού πρίν ἀγνοοῦσε, δηλαδή διαπιστώνει ἁμαρτίες πού πρίν οὔτε κἄν τίς ὑποψιαζόταν. Σάν τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος ἐνῶ δέν ἔβλεπε κάποια ὁρατή ἁμαρτία στή συνείδησή του, δέν ἐπαναπαυόταν. Γιατί «Κριτής μου εἶναι ὁ Κύριος», ἔλεγε, δηλαδή Ἐκεῖνος πού βλέπει καί τίς πιό ἀδιόρατες κινήσεις τῆς ψυχῆς, πού καί ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀγνοοῦμε. Δέν εἶναι τοῦτο μία ἐκ πλαγίου ἐπιβεβαίωση αὐτοῦ πού καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἡ νεώτερη ψυχολογία τοῦ βάθους, ὅπως λέγεται, ἐπισημαίνει; Δηλαδή ὅτι μιλώντας γιά την ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, μιλᾶμε γιά κάτι πού ἔχει βάθος ἀπύθμενο, κυριολεκτικά γιά μία «ἄβυσσο» τοῦ ἀσυνειδήτου, ἡ ὁποία ἔχει τούς δικούς της «κανόνες» καί τούς δικούς της τρόπους; Λοιπόν νήστεψα, λέει ὁ ἅγιος Ἰωσήφ ὁ ὑμνογράφος, ἀλλά ὄχι ἀπό φαγητά καί κακίες, ἀλλά ἀπό κατορθώματα. Καί ἔφτασε σέ κορεσμό γι’ αὐτόν τόν λόγο ἀπό σφάλματα καί ἁμαρτίες.
Δέν μᾶς ἀφήνει ἐκθέτους ὅμως ὁ ποιητής. Μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι πάντοτε ὑπάρχει ἡ ὁδός διαφυγῆς, ἡ θεραπεία καί ἡ σωτηρία: ἡ στροφή πρός τόν Κύριο, ὁ Ὁποῖος εἶναι ἕτοιμος νά μᾶς συγχωρήσει καί νά μᾶς προσφέρει ἐκείνη τήν τροφή πού γεμίζει τήν πεινασμένη μας ψυχή, δηλαδή τή χάρη Του, τόν ἴδιο Του τόν ἑαυτό. Ἡ λύση γιά ὅλα τά ἀρνητικά τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀλλά καί τοῦ κόσμου τούτου, εἶναι πάντοτε ἡ ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ μας.

https://pgdorbas.blogspot.com/

Όσιος Γεράσιμος ο Βυζάντιος



Ο Όσιος Γεράσιμος, ο διδάσκαλος, καταγόταν από ευσεβές γένος. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στα λεγόμενα Υψωμάθεια, από γονείς ευσεβείς. Συναναστράφηκε στην πατρίδα του με σοφούς άνδρες, ήλθε στην Πάτμο, όπου μαθήτευσε κοντά στον πιο σοφό δάσκαλο του Γένους, τον Όσιο Μακάριο τον Καλογερά, στην περιώνυμη Πατμιάδα Σχολή και ανέλαβε την καθοδήγησή της μετά την οσιακή κοίμηση του Οσίου Μακαρίου. Αφού απομακρύνθηκε από τις βιοτικές μέριμνες, έγινε μοναχός στη βασιλική και πατριαρχική Μονή του Ευαγγελιστού και Θεολόγου Ιωάννου στην Πάτμο, στην οποία και χειροτονήθηκε ιερέας.
Πολιτεύθηκε με όσιο και καλό τρόπο, υπήρξε άριστος παιδαγωγός των νέων και φώτισε τους πάντες. Αφού αρρώστησε από λιθίαση, αναχώρησε για τη Σμύρνη προς θεραπεία της αρρώστιας του. Επειδή δεν πέτυχε τον σκοπό του, πήγε στην Κρήτη, όπου κοιμήθηκε οσιακώς το έτος 1770 μ.Χ. και τάφηκε στην Ιερά Μονή της Παναγίας Τριάδος, την επονομαζόμενη των Τζαγκαρόλων. Μόλις έμαθαν οι μοναχοί στην Πάτμο την κοίμηση του Οσίου κατέφθασαν με πλοίο στην Κρήτη, ζητώντας το τίμιο λείψανό του. Όταν αρνήθηκαν οι Πατέρες της Μονής της Αγίας Τριάδος να αποδώσουν τον πολύτιμο θησαυρό «ὃν ἀπέστειλεν αὐτοὶς ὁ Θεός» έγινε αγρυπνία και κατά την διάρκεια του χερουβικού Ύμνου εκόπη αυτομάτως το ιερό δεξί χέρι του Οσίου, το οποίο έλαβαν και μετέφεραν οι μοναχοί στην Πάτμο, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα, αναβλύζοντας τις δωρεές της χάριτος σε όσους προσέρχονται σε αυτή με πίστη.
Το χαριτόβρυτο λείψανο του Οσίου που φυλασσόταν κάτω από την αγία Τράπεζα του Καθολικού της σεβασμίας Μονής των Τζαγκαρόλων, μαζί με το λείψανο του οσίου πατρός ημών Ακακίου, που έζησε οσιακώς στη Μονή και τελειώθηκε ο βίος του σε αυτήν, παραδόθηκε στη φωτιά από μιαρούς Αγαρηνούς που επέδραμαν εναντίον της Ιεράς Μονής το έτος 1821 μ.Χ. και την έκαψαν. Χάθηκε έτσι ο σπουδαίος αυτός θησαυρός της χάριτος.

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ ΙΘ´ 16 - 25
16 ὃς φυλάσσει ἐντολήν, τηρεῖ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν, ὁ δὲ καταφρονῶν τῶν ἑαυτοῦ ὁδῶν ἀπολεῖται. 17 δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν, κατὰ δὲ τὸ δόμα αὐτοῦ ἀνταποδώσει αὐτῷ. 18 παίδευε υἱόν σου, οὕτως γὰρ ἔσται εὔελπις, εἰς δὲ ὕβριν μὴ ἐπαίρου τῇ ψυχῇ σου. 19 κακόφρων ἀνὴρ πολλὰ ζημιωθήσεται· ἐὰν δὲ λοιμεύηται, καὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ προσθήσει. 20 ἄκουε, υἱέ, παιδείαν πατρός σου, ἵνα σοφὸς γένῃ ἐπ᾿ ἐσχάτων σου. 21 πολλοὶ λογισμοὶ ἐν καρδίᾳ ἀνδρός, ἡ δὲ βουλὴ τοῦ Κυρίου εἰς τὸν αἰῶνα μένει. 22 καρπὸς ἀνδρὶ ἐλεημοσύνη, κρείσσων δὲ πτωχὸς δίκαιος ἢ πλούσιος ψεύστης. 23 φόβος Κυρίου εἰς ζωὴν ἀνδρί, ὁ δὲ ἄφοβος αὐλισθήσεται ἐν τόποις, οὗ οὐκ ἐπισκοπεῖται γνῶσις. 24 ὁ ἐγκρύπτων εἰς τὸν κόλπον αὐτοῦ χεῖρας ἀδίκως, οὐδὲ τῷ στόματι οὐ μὴ προσαγάγῃ αὐτάς. 25 λοιμοῦ μαστιγουμένου, ἄφρων πανουργότερος γίνεται· ἐὰν δὲ ἐλέγχῃς ἄνδρα φρόνιμον, νοήσει αἴσθησιν.

Ερμηνευτική απόδοση:
ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ ΙΘ´ 16 - 25
16 Ὅποιος φυλάσσει τὰς θείας ἐντολάς, προφυλάσσει τὴν ζωὴν καὶ τὴν ψυχήν του, ἐνῷ ἐκεῖνος ποὺ ἀδιαφορεῖ διὰ τὰς ἐντολὰς τοῦ Θεοῦ καὶ τὰς περιφρονεῖ, θὰ ὁδηγηθῇ εἰς θάνατον πνευματικὸν καὶ ἀπώλειαν 17 Δανείζει τὸν Θεόν, ὅποιος ἐλεεῖ τὸν πτωχὸν ἀδελφόν του· ἀνάλογα δὲ μὲ τὸ ποσὸν ποὺ δίδει καὶ μὲ τὴν διάθεσιν, ποὺ προσφέρει τὴν ἐλεημοσύνην, θὰ τὸν ἀνταμείψῃ ὁ Θεός. 18 Παιδαγώγησε τὸ παιδί σου μὲ αὐστηρότητα, διότι ἔτσι αἱ ἐλπίδες, ποὺ τρέφεις δι αὐτό, θὰ εἶναι πολλὲς καὶ καλαί. Κατὰ τὴν ὥραν δὲ τοῦ θυμοῦ σου, ἐξ αἰτίας κάποιας παρεκτροπῆς του, πρόσεξε νὰ μὴ ὑπερβαίνῃς τὰ ὅρια τῆς δικαίας τιμωρίας καὶ νὰ μὴ κάμνῃς ὑπερβολάς, αἱ ὁποῖαι ἀντὶ νὰ ὠφελήσουν θὰ φέρουν τὸ ἀντίθετον ἀποτέλεσμα. 19 Ὁ κακοκέφαλος καὶ ὑπὸ κακῶν σκέψεων κυριαρχούμενος ἄνθρωπος θὰ πάθη πολλὰ κακά. Ἐὰν δὲ βλάπτῃ καὶ κακοποιῇ καὶ τοὺς ἄλλους, τότε κινδυνεύει νὰ χάσῃ καὶ τὴν ζωήν του. 20 Πρόσεχε, παιδί μου, τὴν παιδαγωγίαν καὶ τὰς συμβουλάς, ποὺ σοῦ δίδει ὁ πατέρας σου, διὰ νὰ γίνῃς σοφὸς καὶ πολύπειρος μέχρι τῶν τελευταίων χρόνων τῆς ζωῆς σου, δηλαδὴ ἕως ὅτου πεθάνῃς. 21 Πολλαὶ σκέψεις καὶ σχέδια ἔρχονται εἰς τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου καὶ μένουν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπραγματοποίητα, τὸ θέλημα ὅμως τοῦ Θεοῦ μένει ἀπρόσβλητον καὶ ἀδιάσειστον εἰς τὸν αἰῶνα καὶ πάντοτε γίνεται ὅ,τι Αὐτὸς θέλει. 22 Ἡ ἐλεημοσύνη διὰ τὸν ἄνθρωπον εἶναι κέρδος, ποὺ δὲν χάνεταιί ποτέ. Εἶναι δὲ ἀνώτερος ὁ δίκαιος καὶ τίμιος πτωχός, παρὰ ὁ ψεύστης καὶ ἀπατεὼν πλούσιος. 23 Ὁ φόβος τοῦ Κυρίου ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπον εἰς ζωὴν ἁγίαν καὶ αἰώνιον, ὁ δὲ ἀθεόφοβος θὰ κατοικήσῃ εἰς τόπους, ὅπου δὲν ὑπάρχει καθοδήγησις ἀπὸ τὴν ἀληθῆ γνῶσιν, ἀλλὰ κυριαρχεῖ ἡ πλάνη καὶ ἡ σύγχυσις. 24 Ἐκεῖνος ποὺ κρύπτει τὰ χέρια του εἰς τοὺς κόλπους του ἀπὸ τεμπελιὰ καὶ χωρὶς δικαιολογημένην αἰτίαν, δὲν θὰ τὰ πλησιάσῃ μὲ τροφὴν οὔτε εἰς τὸ στόμα του. 25 Ὅταν τιμωρῆται ὁ κακοποιὸς καὶ ἐπιβλαβὴς εἰς τὴν κοινωνίαν ἄνθρωπος, τότε, ὅποιος παρεκτρέπεται ἀπὸ ἐπιπολαιότητα, γίνεται προσεκτικώτερος καὶ περισσότερον συνεσταλμένος. Ἐὰν δὲ ἐλέγχῃς τὸν φρόνιμον ἄνθρωπον, θὰ ἀντιληφθῇ τὸ σφάλμα του καὶ θὰ διορθωθῇ.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Πρέ­πει να συγ­χω­ρού­με με πολ­λή τα­πει­νο­φρο­σύ­νη, απο­δί­δον­τας στον εαυ­τόν μας το φταί­ξι­μο. Αυ­τός εί­ναι ο απα­ραί­τη­τος όρος για την συγ­χώ­ρε­ση των προ­σβο­λών. Μόνο οι με­τά­νοιες για το θε­α­θή­ναι και τα λό­για δεν γα­λη­νεύ­ουν, σαν κε­νός ήχος δεν αγ­γί­ζουν την καρ­διά.

Όσιος Νίκων της Όπτινα

Ὕβρις τῆς φύσεως



(Κυριακή Ε΄ Νηστειῶν. Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία)

Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία, μετά ἀπό 47 ὁλόκληρα χρόνια στήν ἔρημο, συναντιέται μέ τόν Ἅγιο Ζωσιμᾶ.
Ἐξομολογουμένη ἡ Ὁσία Μαρία λέει στόν Ἅγιο Ζωσιμᾶ: Εἶχα μέσα μου ἀχόρταγη ἐπιθυμία, ὄχι ἐπί χρήμασι, νά κυλίομαι μέσα στόν σαρκικό ἔρωτα. Ποιά ἦταν ἡ ζωή μου; Ἦταν τό «διά παντός ἐκτελεῖν τήν ὕβριν τῆς φύσεως». Καί θεωροῦσα ὅτι αὐτή ἦταν ἡ ζωή μου.
Μέ τήν φράση της αὐτή ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία μᾶς ἐπισημαίνει ξεκάθαρα, ὅτι ἡ σαρκική μεῖξις ἔξω ἀπό τόν γάμο εἶναι μία «ὕβρις τῆς φύσεως».
Στήν πατρίδα μας, στήν ἁγιοτόκο Ἑλλάδα, πρίν ἀπό μερικές δεκαετίες οἱ περισσότεροι νέοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, ἔφταναν στόν γάμο ἁγνοί καί ἀμόλυντοι. Ἡ σαρκική μεῖξις πρό τοῦ γάμου ἐθεωρεῖτο μολυσμός, ντροπή καί ἀτιμία.
Τώρα τά ἔχουμε διαλύσει ὅλα! Οὔτε οἱ πρό τοῦ γάμου σαρκικές σχέσεις, ἀλλά οὔτε καί οἱ μετά τόν γάμο ἐξωσυζυγικές ἀναζητήσεις ὑπολογίζονται ὡς «ὕβρις τῆς φύσεως». Σήμερα οὔτε ὁ λεγόμενος πολιτικός γάμος, οὔτε τά σύμφωνα συμβίωσης θεωροῦνται σχέσεις πορνείας.
Ὁ Ἅγιος Παΐσιος ἔλεγε πώς στήν ἐποχή μας ἡ ἁμαρτία ἔγινε μόδα καί δέν μᾶς προκαλεῖ ἐντύπωση. Ἀλλά αὐτή ἡ μόδα εἶναι περιφρόνηση τοῦ Θείου Νόμου, εἶναι «ὕβρις τῆς φύσεως» ὅπως μᾶς διδάσκει ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία.
Τά διδάγματα πού μᾶς προσφέρει ὁ βίος καί ἡ ἐξομολόγηση τῆς Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας εἶναι ἐξόχως ἐπίκαιρα καί ἀφυπνιστικά ὄχι μονάχα γιά τόν ἁπλό λαό, ἀλλά καί γιά ὅσους ποιμένες ἔχουν ἐγκαταλείψει ἐντελῶς τά αὐστηρά ἀλλά ἀληθινά κηρύγματα τῆς μετανοίας.

Φώτιος Μιχαήλ, ἰατρός
https://proskynitis.blogspot.com/

Κυριακή 6 Απριλίου 2025

Τα ιστία του Πνεύματος




Του π. Δημητρίου Μπόκου
Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μπαίνουμε στὴν τελευταία ἑβδομάδα τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου κλείνει ἡ εὐλογημένη αὐτὴ περίοδος καὶ ἀκολουθεῖ ἡ Μεγάλη Ἑβδομάδα. Ὡς τελευταῖο πρότυπο σωτήριας μετάνοιας καὶ πνευματικοῦ ἀγώνα κατὰ τῶν παθῶν βάζει ἐνώπιόν μας ἡ Ἐκκλησία τὴν ἀσυνήθιστη μορφὴ καὶ βιοτὴ τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ποὺ ἐπέδειξε πρωτόγνωρη ὄντως ἄσκηση ἐγκράτειας καὶ προσευχῆς (Κυριακὴ Ε΄ Νηστειῶν).
Εὔδρομο πλοῖο ἡ Ἐκκλησία, ταχύ, θωρακισμένο ἐξοπλισμένο, εὐέλικτο, ποντοπορεῖ διαπλέοντας τὴν πολυτάραχη θάλασσα τοῦ κόσμου. Χωρὶς νὰ λοξοδρομεῖ ἀπὸ τὴ θεόθεν καθορισμένη πορεία της, κλυδωνίζεται ἔντονα στὰ ἀντίθεα κύματα, στὸν πανταχόθεν ἐπεγειρόμενο ἄνεμο τῆς ἀποστασίας, στὴν παφλάζουσα τρικυμία τῆς ἀπιστίας καὶ ἀδιαφορίας, ἀλλὰ οὐδέποτε καταποντίζεται. Εὐθυδρομεῖ διηνεκῶς ἐπὶ τὸ Πάσχα, πλέει κατ’ εὐθεῖαν γραμμὴ πρὸς «τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Οὐρανῶν».
Μαστιζόμενοι ἀπὸ τὴν καταιγίδα τῶν πειρασμῶν, καταποντούμενοι ἀπὸ τὶς τρικυμίες τῶν παθῶν, χειμαζόμενοι ἀπὸ τὸν σάλο τῶν ἡδονῶν, δοκιμαζόμενοι παντοιοτρόπως ἀπὸ τὴ χαλεπότητα τῆς ἁμαρτίας, μία καὶ μόνο σανίδα σωτηρίας ἔχουμε μπροστά μας: Τὴν ἄμεση ἐπιβίβαση στὸ ἀσφαλὲς καὶ ἀβύθιστο καράβι τῆς Ἐκκλησίας. Τότε «πρὸς τὸ μέλλον ἐν χαρᾷ» διευθυδρομοῦμε κι ἐμεῖς. Μὲ τὴ ναυαγοσωστικὴ Κιβωτὸ τῆς Ἐκκλησίας διαπερνοῦμε ἀκίνδυνα τὰ κύματα τῶν πταισμάτων μας, πού, ὑψωμένα ἀπὸ πάνω μας, ἀπειλοῦν νὰ μᾶς καλύψουν, ὅπως κάλυψαν κάποτε «ἐν θαλάσσῃ Ἐρυθρᾷ ἐπαναστραφέντα» τὰ ὕδατα «ἁρματηλάτην Φαραώ, …τοὺς Αἰγυπτίους καὶ τοὺς τριστάτας». Ἀπὸ τὸν τρικυμιώδη ὠκεανὸ τοῦ βίου μας ἡ ἐκκλησιαστικὴ «ναῦς», διαπλέοντας «τὸ τῆς νηστείας μέγα πέλαγος», μᾶς φέρνει μὲ ἀσφάλεια σὲ ἤρεμα νερά.
Ἂν καὶ μέγα τὸ πέλαγος τῆς νηστείας, εἶναι ὅμως «πρᾷον καὶ γαληνόν». Μᾶς ὁδηγεῖ σὲ «λιμένα γαλήνιον». Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ οὔριος ἄνεμος ποὺ φουσκώνει τὰ ἱστία τοῦ πνευματικοῦ δρόμωνος, τῆς Ἐκκλησίας. Μὲ τρία μεγάλα πανιὰ θαλασσοπορεῖ ἡ Ἐκκλησία: Νηστεία, εὐποιία (φιλανθρωπία), προσευχή. Μὲ αὐτὰ πελαγοδρομοῦμε, «εὐποιίας ἐλαίῳ τὰς ψυχὰς ἀλειφόμενοι, … ἐν προσευχαῖς καὶ νηστείαις τὰς ἀρετὰς κατορθοῦντες». Ὁ συνδυασμὸς καὶ τῶν τριῶν εἶναι ὁ ἄριστος τρόπος γιὰ νὰ μᾶς ἀνεβάζει ὁ Χριστὸς «ἐκ τῶν ἀδύτων βυθῶν τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀπογνώσεως», ὅπου προσπαθεῖ συστηματικὰ ὁ διάβολος νὰ μᾶς κρατάει βυθισμένους.
Ἐπιβαίνοντες στὸ σωτήριο σκάφος τῆς Ἐκκλησίας, καλούμαστε ὅλοι νὰ συμμετέχουμε πρόθυμα στὸ πνευματικὸ αὐτὸ τρίαθλο. Πρωταθλητὲς εἶναι βέβαια οἱ πνευματικοὶ ἀετοί μας, οἱ ἅγιοι. Ἂς εἶναι γιὰ μᾶς ἀνυπέρβλητα πρότυπα. Καὶ ἂς τοὺς ἀκολουθοῦμε. Στὸν βαθμὸ ποὺ ὁ καθένας μπορεῖ. Ὅσο κι ἂν καταφέρει ὁ καθένας, εἶναι ἀποδεκτὸ καὶ πολύτιμο γιὰ τὸν Θεό. Στεφανώνονται ὅλοι οἱ ἀθλητές, ὄχι μόνο οἱ πρωταθλητές.
Ἂς διεγερθοῦμε λοιπὸν καὶ οἱ ραθυμότεροι. Ὁσονούπω τὸ πνευματικό μας καράβι εἰσπλέει στὸν λιμένα τῆς σωτηρίας. Μαζί του κι ἐμεῖς. Γιὰ νὰ προσκυνήσουμε «Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν τὰ θεῖα παθήματα». Νὰ προφτάσουμε «καὶ τὴν φρικτὴν καὶ ἁγίαν Ἀνάστασιν».

https://www.nyxthimeron.com/

«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν»




«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ᾿ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, οὐδὲ δι᾿ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ ῞Αγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος» (Ἑβρ. 9. 11-13).  
«Ὁ Χριστὸς ἦρθε ὡς ἀρχιερέας τῶν ἀγαθῶν πραγμάτων ποὺ προσμένουμε. ῾Η σκηνὴ στὴν ὁποία μπῆκε εἶναι ἀνώτερη καὶ τελειότερη. Δὲν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, μέρος δηλαδὴ αὐτῆς τῆς δημιουργίας. ῾Ο Χριστὸς μπῆκε μιὰ γιὰ πάντα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, γιὰ νὰ προσφέρει αἷμα ὄχι ταύρων καὶ μοσχαριῶν, ἀλλὰ τὸ δικό του αἷμα· κι ἔτσι μᾶς ἐξασφάλισε τὴν αἰώνια σωτηρία». 
           Όλη η ζωή της Εκκλησίας είναι μία συνεχής υπενθύμιση των μελλόντων αγαθών. Δεν είναι μόνο η σωτηρία, η νίκη δηλαδή κατά του θανάτου. Είναι και η υπέρβαση της  μοναξιάς, η δυνατότητα δηλαδή ο άνθρωπος να πορεύεται πάντοτε εν σχέσει τόσο με τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού, όσο και με τους συνανθρώπους του, στα πρόσωπα των αγίων και όσων βιώνουν τη ζωή και τον τρόπο της βασιλείας του Θεού. Και αυτό ξεκινά από την παρούσα ζωή, εάν γνωρίζουμε και βιώνουμε τι αληθινά είναι η Εκκλησία.
 Όχι ένας χώρος ή ένας θεσμός ικανοποίησης των θρησκευτικών μας αναγκών, δηλαδή μιας αναζήτησης του υπερβατικού, της διατήρησης εθίμων και παραδόσεων, της αίσθησης ότι πρέπει με κάποιον τρόπο να συνεχίσουμε να υπάρχουμε μετά τον θάνατο και αυτό μπορεί να γίνει με την ανταμοιβή για τις καλές μας πράξεις, για την τήρηση των εντολών της ανώτερης δύναμης που ονομάζεται Θεός, με μία φιλοσοφική ενατένιση, ώστε η ζωή μας να εμπνέεται από θετική ενέργεια.  
Η Εκκλησία είναι σχέση με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Αυτή η σχέση ξεκινά από το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο οποίο συνεχώς η πίστη μάς υπενθυμίζει τη θυσία του Χριστού επάνω στον Σταυρό, όχι για να ικανοποιήσει τη δικαιοσύνη του Θεού, όπως άλλα δόγματα υποστηρίζουν, αλλά για να ζήσει τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, τον θάνατο, να συναντήσει τις ψυχές των ανθρώπων που Τον περίμεναν στην κατάσταση του Άδη και να κηρύξει την ανάσταση, την έξοδο δηλαδή από το σκοτάδι του θανάτου και την καινούργια ζωή, μέσα στην κατάσταση της κοινωνίας με τον Θεό, που τώρα είναι ένας από εμάς. Διά του Χριστού γινώσκουμε τον Πατέρα. Διά της Εκκλησίας ζούμε την καινή κτίση που μας προσφέρει το Άγιο Πνεύμα με τους καρπούς Του. Και νιώθουμε αυτόν τον συγκλονιστικό λόγο που ο απόστολος Παύλος μοιράζεται με τους Εβραίους αδελφούς του και ως δικό μας βίωμα: «ο Χριστός ήρθε στον κόσμο αυτό ως Αρχιερέας των μελλόντων αγαθών». Ήρθε για μας, για να μας προσφέρει τα μελλοντικά αγαθά στο παρόν. Να μας προσφέρει την αγάπη και την αλήθεια. Τη συγχώρεση διά της μετανοίας. Τη συνάντηση μαζί Του και τη συνάντηση με τον συνάνθρωπο όχι με κριτήρια υστεροβουλίας και συμφέροντος ή εκμετάλλευσης ή χρήσης του άλλου, αλλά με κριτήριο αυτοπροσφοράς, υπέρβασης του εαυτού και του ιδίου θελήματος.
Αυτός είναι ο δρόμος και ο τρόπος της Εκκλησίας, που καθιστά τα μέλλοντα παρόντα. Μόνο που αυτός ο δρόμος και αυτός ο τρόπος προϋποθέτει την πίστη και την απόφασή μας να δούμε την Εκκλησία όπως πραγματικά είναι και να τη ζήσουμε στην πράξη. Να τηρούμε τις εντολές ναι. Όχι όμως προς δόξα μας, αλλά για να ετοιμάζουμε την ύπαρξή μας να βρει τον Θεό. Και να είναι η έκβαση του πνευματικού μας αγώνα έκβαση εμπειρίας του Χριστού στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο μυστήριο της αγάπης, στο μυστήριο της ελπίδας ότι ο θάνατος κάθε μορφής, σωματικός, ψυχικός, του νου, της καρδιάς, της μοναξιάς, της απόρριψης, της συντριβής από τους άλλους δεν είναι αυτός που κυβερνά, αλλά η ανάσταση και η ζωή διά του Χριστού.
Πορευόμενοι προς το Πάσχα, ας κάνουμε το μέλλον παρόν. Στο πρόσωπο του Χριστού, στην εκζήτηση της παρουσίας Του, στη ζωή της Εκκλησίας.  

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
6 Απριλίου 2025, Κυριακή Ε’ Νηστειών 
https://www.nyxthimeron.com/

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΝΗΣΤΕΙΩΝ: Μέσα από τον πόνο και την θλίψη δοκιμάζεται η πίστη μας.




«Δύνασθε πιεῖν τό πο­τήριον ὅ ἐγώ πίνω καί τό βάπτισμα ὅ ἐγώ βα­πτί­ζομαι βαπτισθῆναι;» (Μαρκ. 10.38)
Πλησιάζουμε πρός τή Μεγάλη Ἑβδομάδα καί τό Πά­θος τοῦ Κυρίου μας καί ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς προε­τοιμάζει μέ τό σημερινό εὐαγγε­λικό ἀνάγνωσμα γιά τά μεγάλα καί κοσμοσωτήρια γεγονότα, τά ὁποῖα καλούμεθα νά ζήσουμε. Μᾶς προετοιμάζει μέ τρό­πο ἀνάλογο μέ αὐτόν, μέ τόν ὁποῖο προετοίμαζε καί ὁ Χριστός τούς μα­θητές του, πρίν ἀπό τό πάθος του, καί συγχρόνως ἐφιστᾶ τήν προσοχή μας, γιά νά μήν ὑποκύψουμε στόν πειρασμό, στόν ὁποῖο ὑπέπε­σαν οἱ δύο μαθητές του. Διότι, ἐνῶ ὁ Διδάσκαλός τους τούς ἔλεγε τί ἐπρόκειτο νά συμβεῖ καί τί ἐπρό­κειτο νά ὑπομείνει γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων, ὁ Ἰάκωβος καί ὁ Ἰωάννης, δύο ἀπό τούς πιό στενούς του μαθητές, ζητοῦσαν νά τούς ὑποσχεθεῖ ὅτι, ὅταν θά ἔρθει στή δόξα του, αὐτοί θά καθίσουν δίπλα του.
Οἱ δύο μαθητές δέν εἶχαν λάβει ἀκόμη τή χά­­ρη τοῦ ἁγίου Πνεύ­μα­τος, καί γι᾽ αὐτό δέν μποροῦσαν νά κατανοήσουν τό νόημα τῶν λόγων τοῦ Διδασκάλου τους, καί ἔτσι ἀντέδρασαν, θά λέγαμε, μέ κοσμικό τρόπο στά λεγόμενα τοῦ Χρι­στοῦ. Ἡ ἀπάντη­σή του ὅμως προσπαθεῖ νά τούς ἐπαναφέρει στήν πραγματικότητα. «Δύ­να­σθε πιεῖν τό πο­τή­ριον ὅ ἐγώ πίνω καί τό βάπτισμα ὅ ἐγώ βα­πτί­ζομαι βαπτισθῆναι;» Μπορεῖτε νά πιεῖτε τό ποτήριο πού πίνω ἐγώ καί νά βαπτισθεῖτε τό βάπτισμα πού βαπτίζο­μαι; ρωτᾶ ὁ Χριστός, ἐν­­­νοώντας τό πικρό πο­τήριο τῆς ὀδύνης καί τοῦ πόνου καί τό βά­πτι­σμα τοῦ αἵματος καί τοῦ μαρτυρίου τό ὁποῖο θά λάμ­βα­νε μέ τή σταύ­ρωσή του.
Οἱ μαθητές του νόμιζαν ὅτι ἡ ἀγά­πη πού ἔδειξαν στό πρό­σωπό του, ἀκολουθώντας τον ἐπί τρία χρόνια, ἦταν ἀρ­­κετή γιά νά τούς ἐξα­σ­φα­λί­σει μία προνομιακή θέση δίπλα στόν οὐ­ρά­νιο θρό­νο τοῦ Κυρίου, καί γι᾽ αὐτό τή ζητοῦν μέ τόν ἴδιο τρόπο πού καί ἐμεῖς ζητοῦμε πολλές φορές ἀπό διά­φορα ὑψηλά πρόσωπα νά μᾶς ἐξασφαλίσουν μία πλεονεκτική θέ­ση κοντά τους, χωρίς νά σκε­φτό­μαστε ἐάν δια­θέ­­­τουμε τά ἀπαι­τού­με­να προσόντα γι᾽ αὐτήν.
Τό ἐρώτημα τοῦ Ἰησοῦ πρός τούς μαθητές του δέν ἀπαντᾶ μόνο ἔμ­με­σα σ᾽ αὐτούς, ἀλλά δίνει μία ἀπά­ντηση καί σέ ὅ­λους ἐμᾶς γιά τά κρι­τή­ρια τοῦ Θεοῦ. Γιατί καί ἐμεῖς πολ­λές φορές πι­στεύ­ουμε, κάτι ἀνά­λο­γο μέ αὐτό πού πί­στευ­αν οἱ μαθητές του. Νο­μί­ζουμε ὅτι ἡ πί­στη στόν Χριστό εἶναι κάτι ἁπλό καί εὔκολο, πού ἐξαντλεῖται σέ μία ἐπι­φανειακή θρησκευτι­κό­τητα, πού ἀρκεῖται σέ πρά­ξεις τυπικῆς εὐσε­βεί­ας, πού συχνά ἀνα­μι­­γνύετ­αι καί μέ στοι­χεῖα πού δέν ἔχουν κα­μία σχέση μέ τόν χρι­στιανισμό. Νομίζουμε ὅτι ἡ πίστη εἶναι ἕνας τρόπος γιά νά περά­σου­με αὐτή τή ζωή ἄνετα ἔχοντας τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ.
Ἡ ζωή τοῦ ἀ­λη­θινοῦ χριστιανοῦ προϋ­ποθέ­τει ὅμως καί τόν πόνο καί τή θλίψη. «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἔχετε ἀλ­λά θαρ­σεῖτε, ἐγώ νενί­κηκα τόν κόσμον», μᾶς προ­ει­δοποιεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χρι­στός.
Θλίψη καί πόνος εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο δοκιμάζεται ἡ γνησιό­τητα τῆς πίστε­ώς μας, εἶναι ὁ τρό­πος μέ τόν ὁποῖο δοκιμά­ζε­ται ἡ στα­θερότητα καί ἡ ἀντοχή της, εἶναι ἡ δική μας δη­λαδή συμμε­το­χή στό πά­­θος τοῦ Κυρίου, γιά τήν ὁποία κάνει σήμερα λόγο ὁ Χρι­στός στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα. Καί τό βλέπουμε αὐτό καί στή ζωή τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ὑπέμειναν καί κόπους καί πόνους καί διωγμούς καί μαρτύρια γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ μέ σταθερότητα καί καρτερία καί ἁγιάσθηκαν δι᾽ αὐτῶν.
Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς θά πρέπει νά ζοῦ­με σύμφω­να μέ τό θέλημά του, ὑπομέ­νοντας μέ πίστη καί ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοιά του ὅ,τι καί ἐάν ἀντιμετωπίσουμε στή ζωή μας, καί νά ἀφήνουμε στά χέρια του καί τό παρόν καί τό μέλλον μας. Ὁ Θεός ἐν­διαφέρεται γιά ἐμᾶς πε­ρισ­σότερο ἀπό ὅ,τι μπο­ροῦμε νά φα­ντα­­σθοῦμε καί ἐνεργεῖ πάντο­τε μέ κριτήριο τό ἀληθινό καί αἰώνιο συμ­φέρον μας. Ἐνεργεῖ τά πάντα κινούμενος ἀπό ἀγάπη γιά μᾶς, ἀπό τήν ἀγάπη πού τόν ἔφε­ρε μέχρι τοῦ Σταυ­ροῦ καί τοῦ θανάτου, γιά νά ἐξασ­φαλίσει καί σέ μᾶς τή βασιλεία τῶν οὐ­ρα­νῶν. Καί ἐλπίζουμε ὅτι θά μᾶς τήν χαρίζει, ἄν καί ἐμεῖς ἀγωνιζόμεθα καί προσπαθοῦμε νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τό θέλημά του καί ζητοῦμε τό ἔλεός του.
 
 Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων
http://imverias.blogspot.com

ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑ: ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕ ΟΥΡΑΝΟ ΚΑΙ ΓΗ!




«Φαεινοτάταις ἀκτῖσι καταυγάζει σε μόνη, ἡ φῶς τεκοῦσα τόν Χριστόν Παρθένος καί ἁγνή, φοβερόν τοῖς ἐχθροῖς σέ καθιστῶσα σεμνή∙ φανερόν δέ τοῖς πᾶσι, Μαρία, δεικνύει σε, Ἀσκητῶν ὡραιότης, Ὁσίων ἔρεισμα» (ωδή θ΄ Τριωδίου).
(Μόνη η Παρθένος και αγνή Παναγία, Αυτή που γέννησε το φως, δηλαδή τον Χριστό, σε καταφωτίζει με τις πιο λαμπρές ακτίνες του Φωτός Χριστού και σε καθιστά, σεμνή, φοβερή για τους εχθρούς δαίμονες. Κι από την άλλη, Μαρία, σε αναδεικνύει φανερή σε όλους η ωραιότητα των ασκητών και η βάση των οσίων, ο όσιος Ζωσιμάς).
Δεν βλέπουμε μόνο τη συγκλονιστική μεταστροφή της Μαρίας από την Αίγυπτο, διεξερχόμενοι τον βίο της στον κόσμο τούτο, πώς δηλαδή  από τον βούρκο της ασωτίας μετατέθηκε (ωδή η΄) στα ευωδιαστά πλάτη του Παραδείσου, δείγμα της δύναμης που έχει η μετάνοια που έφερε ο Χριστός στο πεσμένο πλάσμα Του, αλλά την ίδια στιγμή παρακολουθούμε και τη συμμετοχή όλης της Εκκλησίας στη διαδικασία αυτή μετανοίας και αλλαγής της. Ο άγιος Ιωσήφ ο υμνογράφος μας καθοδηγεί:
- Η εξ Αιγύπτου Μαρία βρισκόταν βυθισμένη στο σκοτάδι της αμαρτίας, λόγω της εμπαθούς προσκολλήσεώς της στα πάθη της ψυχής και της σαρκός, λίγο απέχοντας από τις «πύλες της απώλειας» (ωδή γ΄).
- Αλλά ο Κύριος, ο Οποίος «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (απ. Παύλος), παίρνοντας αφορμή την έστω και από περιέργεια επιθυμία της να προσκυνήσει τον πανάγιο Σταυρό Του δίνει τη χάρη του Φωτός Του σ’ αυτή τη μικρή ρωγμή της καρδιάς της, προκαλώντας της συναίσθηση της ρυπαράς καταστάσεώς της και διάθεση μεταστροφής της.
- Καίριο ρόλο στην αλλαγή της είχε η «μόνη αγνή Παρθένος» Παναγία, η Οποία προφανώς μεσίτευσε στον Υιό και Θεό της και το θαύμα έγινε: η Μαρία με δύναμη αποφασιστική εγκαταλείπει τον πρώην μισητό βίο της και αποδύεται στην έρημο του Ιορδάνου σε αγώνες τεράστιους ασκητικούς, μόνη μόνω Θεώ, φτάνοντας στο σημείο όχι μόνο να διαβαίνει το ποτάμι χωρίς να βρέχεται κι ούτε μόνο να εξυψώνεται την ώρα της προσευχής της, αλλά και να γίνεται φοβερή για τους εχθρούς δαίμονες, οι οποίοι έχασαν από τα χέρια τους το πολύτιμο λάφυρό τους. Κι είναι κάτι που όντως καταπλήττει τον νου και την καρδιά μας, πώς αυτή που είχε καταστεί κυριολεκτικά «όπλο της αμαρτίας» που οδηγούσε στον θάνατο πολλούς ανθρώπους, η ίδια «να γίνεται μετά την προσκύνηση του Σταυρού όπλο πια της δυνάμεως Εκείνου που κατατροπώνει όλα τα όπλα και τις πονηρίες του διαβόλου» (ωδή γ΄).
- Αλλά ο Κύριος δεν ήθελε να αφήσει αμάρτυρη τη ζωή της. Νεύει στην καρδιά του μεγάλου οσίου ασκητή Ζωσιμά να πορευτεί προς δική του άσκηση στην έρημο κι αυτός, με αποτέλεσμα χωρίς να γνωρίζει κάτι να συναντήσει την οσία πια Μαρία. Η συνάντησή του μαζί της χαρακτηρίζεται από τον ίδιο ως μεγάλη ευλογία! «Ο μέγιστος μεταξύ των πατέρων Ζωσιμάς ο σοφός» σημειώνει ο υμνογράφος, «περιπολεύοντας την έρημο αξιώθηκε να δει την οσία. Κι άρχισε να κραυγάζει: Ευλογημένο το όνομά Σου, Κύριε» (ωδή ζ΄). Διά του Ζωσιμά αναδείχτηκε και έγινε γνωστή σε όλους η αγία Μαρία, η οποία έκτοτε κατέστη για την Εκκλησία μας ισχυρότατο παράδειγμα μετανοίας – κανείς μετά από αυτήν, όπως και με άλλους βεβαίως αγίους μετανοήσαντας, δεν μπορεί να επικαλεστεί τις αμαρτίες του για να μένει προσκολλημένος εμπαθώς σ’ αυτές.
Λοιπόν, για να επανέλθουμε: στο πρόσωπο της μεγάλης οσίας και την αληθινή μετάνοια ψηλαφάμε αλλά και την κινητοποίηση όλης της Εκκλησίας βλέπουμε: της κεφαλής της που είναι ο Κύριος και το φως Του, που θα πει και όλης της ενέργειας της αγίας Τριάδος∙ της πρώτης μεταξύ όλων των αγίων, της Παναγίας Μητέρας∙ του αγίου μέλους της, οσίου Ζωσιμά, ανθρώπου της εποχής της οσίας∙ διαχρονικά μέχρι σήμερα και όσο θα υπάρχει κόσμος όλων ημών των πιστών μελών της, που τρεφόμαστε με το παράδειγμά της και κινητοποιούμαστε προς αντίστοιχο μ’ εκείνην τρόπο ζωής. Οπότε ό,τι ο Κύριος απεκάλυψε, ότι «χαρά γίνεται εν ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι», το βλέπουμε αισθητά και ορατά στον βίο της. Και με ό,τι συνέβη σ’ εκείνην καταλαβαίνουμε και τι γίνεται και με κάθε άνθρωπο, όπου γης: την αδιάκοπη ενέργεια του Θεού μας και τον σχεδιασμό Του για να τον φέρει κοντά Του ή περισσότερο κοντά Του. Όταν ο Κύριος αποκαλύπτει ότι «ο πατήρ μου έως άρτι εργάζεται καγώ εργάζομαι», σημαίνει ότι μπορεί εμείς να «κοιμόμαστε», Εκείνος όμως αγρυπνεί διαρκώς για τη σωτηρία μας. Και μακάρι να είμαστε από εκείνους που ξυπνητοί θα δουν την εργασία Του και σε εμάς τους ίδιους.

https://pgdorbas.blogspot.com/2024/04/blog-post_23.html

ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑ



«Η Μαρία καταγόταν από την Αίγυπτο κι έζησε πριν από τη μεταστροφή της στην πίστη του Χριστού μέσα στην ακολασία – πολλοί άνθρωποι οδηγήθηκαν σε όλεθρο μέσω αυτής. Αφού λοιπόν παρέμεινε δεκαεπτά έτη ζώντας με ασέλγεια, (επειδή από μικρή είχε εξολισθήσει στην πονηρία), ύστερα αποδύθηκε στους αγώνες της εγκράτειας και της αρετής. Και τόσο πολύ υψώθηκε πνευματικά υπερβαίνοντας τα πάθη της ώστε να μπορεί να περπατάει σαν σε ξηρά πάνω στα νερά του Ιορδάνη ποταμού και να σηκώνεται στον αέρα ενόσω προσευχόταν κατά γης.
Πώς άλλαξε τρόπο ζωής; Κατά τον καιρό της προσκυνήσεως του τιμίου Σταυρού, τότε που πολλοί από όλα τα μέρη της γης συνέρρεαν στα Ιεροσόλυμα, πήγε και αυτή μαζί με κάποιους ακόλαστους νέους. Όταν έφτασε στους Αγίους Τόπους και πήγε στον Ναό να προσκυνήσει, διαπίστωσε ότι μία αόρατη δύναμη την εμπόδιζε να διέλθει από την είσοδο. Συγκλονίστηκε και παρεκάλεσε τη Θεομήτορα αγνή Παρθένο να μπει εγγυήτρια γι’ αυτήν στον Θεό ότι αν μπορέσει να εισέλθει στον Ναό θα σταματήσει τον πονηρό βίο, θα ακολουθήσει την οδό της σωφροσύνης και δεν θα συνεχίσει να είναι δούλη των σαρκικών ηδονών και επιθυμιών. Πράγματι, η προσευχή της εισακούστηκε, οπότε αφού προσκύνησε τον τίμιο Σταυρό, έφυγε και περνώντας τον Ιορδάνη ποταμό έφτασε στην έρημο, αγωνιζόμενη εκεί επί σαρανταεπτά χρόνια. Στα χρόνια αυτά κανέναν άνθρωπο δεν είδε κι ο μόνος που την έβλεπε ήταν ο Θεός. Με την άσκησή της ξεπέρασε τα όρια της ανθρώπινης φύσεως κι έγινε ένας επίγειος άγγελος». 
Η υμνογραφία της Εκκλησίας διά γραφίδος αγίου Θεοφάνους του υμνογράφου αναλίσκεται επί τη μνήμη της οσίας Μαρίας στην περιγραφή της συγκλονιστικής αλλαγής της: από την ασωτία στα ύψη της πνευματικής ζωής, αλλά και στην καταγραφή των βιωμάτων της από τις αντίστοιχες περιόδους της «προ Χριστού και μετά Χριστόν» ζωής της. Ένας ύμνος μάλιστα από την ωδή γ΄ παρουσιάζει την οσία στην πρότερη αμαρτωλή ζωή της ως την Εύα που παρήκουσε το θέλημα του Θεού και αμάρτησε, αλλά και στην ύστερη αγιασμένη ζωή της ως το διψασμένο ελάφι που τρέχει επί τας πηγάς των υδάτων. Και ποιο το σημείο που πρόκειται κοινό και στις δύο εποχές; Το ξύλο. Το πρώτο ξύλο, το δέντρο, που λόγω της αμαρτίας οδήγησε στη μύηση του θανάτου: ό,τι συνέβη με τους πρωτοπλάστους, το δεύτερο, το ξύλο του Σταυρού του Κυρίου, που οδήγησε στη βαθειά πίστη του Χριστού και την εύρεση της αληθινής ζωής. «Αφού προσήλθες στο ξύλο της αμαρτίας – λέει συγκεκριμένα ο άγιος υμνογράφος – και μυήθηκες στη θανατηφόρα γνώση, έτρεξες στο ξύλο που δίνει τη ζωή, στον Σταυρό του Κυρίου, κραυγάζοντας προς Αυτόν: Εσύ είσαι ο Θεός μας και δεν υπάρχει δίκαιος εκτός από Σένα, Κύριε».
Πού έγκειτο το πρόβλημα κατά την πρώτη εποχή της Μαρίας; Στη στροφή του νου της μόνο στα πονηρά, που σημαίνει την καλλιέργεια εκείνων των άτοπων εμπαθών λογισμών που ως αποτέλεσμα φέρνουν πάντοτε την ακαθαρσία της ψυχής και την υποδούλωσή της στα πάθη και τον διάβολο (ωδή α΄). Η Μαρία επηρεαζόμενη από τον αρχαίο όφι είχε πάρει κυριολεκτικά την κατηφόρα και την κατολίσθησή της στο βάραθρο της απώλειας (ωδή α΄). Δεν λάμβανε υπ’ όψιν της καθόλου τον Δημιουργό της, γι’ αυτό και γινόταν δυστυχώς μέσον απωλείας και πολλών άλλων, ιδίως νέων ανθρώπων (ωδή α΄). Η κατάστασή της ήταν τέτοια που την εκφράζει ο Κύριος με τον πιο δραματικό και απόλυτο τρόπο: «Ουαί, δι’ ου το σκάνδαλον έρχεται», αλλοίμονο σ’ εκείνον που γίνεται μέσο που σκοντάφτει πνευματικά ο άλλος, και: «Συμφέρει σ’ έναν τέτοιο άνθρωπο να πάει να δέσει μία μυλόπετρα στον λαιμό του και να φύγει από τη ζωή αυτή!»
Κι όμως σε έναν τέτοιο άνθρωπο, χαμένο και νεκρό, προφανώς υπήρχε στο βάθος της ψυχής μία καλή διάθεση. Και πώς έρχεται σε φως το καλό αυτό; Μ’ έναν τρόπο απρόσμενο και εντελώς διακριτικό από τον Ουράνιο Πατέρα: χωρίς κανείς να καταλάβει τίποτε, η ενέργειά Του κλείνει τη δίοδο για τη Μαρία στον Ναό Του! Ένας πειρασμός δηλαδή, μία «άρνηση» και «τιμωρία» του Θεού γίνεται στην άσωτη κοπέλα η αφορμή της πλήρους αλλοιώσεως της ψυχής της, της μεγάλης μετανοίας της – πόσες φορές μία θεωρούμενη δυσκολία συνιστά την πιο μεγάλη ευεργεσία του Θεού για εμάς! Οπότε «η γεμάτη από κάθε είδους πορνείας γυναίκα φάνηκε με τη μετάνοιά της νύμφη Χριστού, ποθώντας την πολιτεία των αγγέλων» (κοντάκιο). Κι ήταν καθοριστική η επέμβαση της Θεοτόκου! Όπως συνεχώς μας καλεί η Εκκλησία με τους ύμνους και τις προσευχές της να απευθυνόμαστε στη Μεγάλη Μάνα προκειμένου να μεσιτεύει για να μας παρέχει ο Υιός και Θεός της μετάνοια – «και τον σον υιόν και ημών δεσπότην και Κύριον τη μητρική σου παρρησία χρωμένη δυσώπησον, ίνα… επιστρέψη με προς μετάνοιαν…» (ευχή Αποδείπνου) – έτσι και για τη Μαρία: και μόνο το ικετευτικό βλέμμα της συντριμμένης καρδιάς της προς την Ουράνια Μάνα γίνεται η αφορμή για να εκφραστεί όλη η αγάπη Εκείνης προς το παραστρατημένο παιδί Της. Μπορούμε να το φανταστούμε: με δάκρυα στα μάτια, με επαινετή αναίδεια, ατένιζε επίμονα την Πανάχραντο, επικαλούμενη τις πρεσβείες της (ωδή δ΄ και ς΄). Και το θαύμα γίνεται: «Παίρνοντας δύναμη από τη σωτήρια χάρη και ανοίγοντας τα μάτια και την καρδιά στη θεϊκή και φωτοφόρα λάμψη μπόρεσε να πλησιάσει τον πάνσεπτο Σταυρό και να σωθεί» (ωδή δ΄).
Έκτοτε στην έρημο που βρέθηκε ο αγώνας της ήταν πώς να απαλείψει τις εικόνες των παθών από την ψυχή της και να βάλει στις θέσεις τους τις ιδέες των αρετών (στιχ. εσπ.), κάτι που σημαίνει ότι «με όλες τις δυνάμεις της θέλχτηκε από τον έρωτα της παρουσίας του Χριστού και γι’ αυτό μπόρεσε να ξεπεράσει τις εφόδους των παθών» (ωδής΄). Αποτέλεσμα; Να υπερκεράσει πάμπολλους άλλους στην αγιότητα, τόσο που να τη θαυμάσει και ο σπουδαίος και μεγάλος Ζωσιμάς. Ο θεόφρων Ζωσιμάς που αξιώθηκε εν πνεύματι να δει την ψυχική ομορφιά της, να της φέρει τα άχραντα μυστήρια προς θεία κοινωνία και να γεμίσει ο ίδιος από ανεκλάλητη χαρά που υπάρχουν τέτοια πλάσματα του Θεού! (ωδή η΄ και θ΄). Μαζί τώρα με τον μεγάλο αυτόν όσιο εποπτεύει τον θρόνο του παντοκράτορος Κυρίου, ικετεύοντας και για εμάς ο Κύριος να εξιλεώσει τις δικές μας αμαρτίες (ωδή θ΄).

https://pgdorbas.blogspot.com/2024/04/blog-post_5.html

Άγιος Ευτύχιος πατριάρχης Κωνσταντινούπολης



Ο Άγιος Ευτύχιος γεννήθηκε το έτος 512 μ.Χ. και έζησε κατά την εποχή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α' του Μεγάλου. Καταγόταν από την πόλη Θεία Κώμη της Φρυγίας και ήταν υιός του Αλεξάνδρου, σχολαρίου υπό τον στρατηγό Βελισσάριο και της Συνεσίας. Διδάχθηκε το ιερό Ευαγγέλιο και βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον ιερέα Ησύχιο, ο οποίος ήταν παππούς του και λειτουργούσε στην Εκκλησία της Αυγουστοπόλεως. Σύμφωνα με το Συναξάρι ο Ησύχιος είχε το οφφίκιο του σκευοφύλακος και λόγω της αγιότητας του βίου του είχε λάβει από τον Θεό το χάρισμα της θαυματουργίας.
Ο Άγιος χειροτονήθηκε αναγνώστης από τον τότε Επίσκοπο Αμασείας στο ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου Ουρβικίου. Στην συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος και εισήλθε σε μονή της Αμασείας, που είχε ιδρυθεί από τους Αρχιερείς Μελέτιο και Σέλευκο, της οποία αργότερα ανεδείχθη και ηγούμενος.
Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ήταν ειρηνικά για την Εκκλησία, λόγω των αιρετικών δοξασιών που δίδασκαν νέοι Ωριγενιστές και κρυπτομονοφυσίτες. Οι έριδες των μοναχών της Παλαιστίνης περί του Ωριγένους αποτελούν την Τρίτη και τελευταία φάση των ωριγενιστικών ερίδων. Προοίμιο αυτών υπήρξε η κατά το έτος 507 μ.Χ. διάσταση λογίων μοναχών της Μεγάλης Λαύρας προς τον ηγούμενο αυτής, τον Όσιο Σάββα τον Ηγιασμένο, που έφυγαν από την Λαύρα και ίδρυσαν περί το 514 μ.Χ. τη Νέα Λαύρα, η οποία κατέστη κέντρο του ωριγενισμού. Οι αντιωριγενιστές μοναχοί έκαναν έκκληση προς τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό να καταδικάσει τον Ωριγένη. Την αίτηση αυτή υποστήριξε ο Πατριάρχης Μηνάς.
Έτσι, το έτος 543 μ.Χ., συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη Ενδημούσα Σύνοδος, ύστερα από πρόσκληση του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, με σκοπό την ειρήνευση της Εκκλησίας και την καταδίκη των αιρετικών. Διά διατάγματος που εκδόθηκε το έτος 543 μ.Χ. ο Ιουστινιανός εστράφη κατά των αιρετικών. Καταδίκασε τις κακοδοξίες του Ωριγένους, θεώρησε τα συγγράμματα αυτού κακόδοξα και καταδίκασε αυτό το πρόσωπο του Ωριγένους. Διά τρίτου διατάγματος ο Ιουστινιανός, το έτος 544 μ.Χ., καταδίκασε τα «Τρία Κεφάλαια», δηλαδή α) τον Θεόδωρο Μοψουεστίας και τα αιρετικά του συγγράμματα, β) τα κατά του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και της Γ' Οικουμενικής Συνόδου και υπέρ του Νεστορίου συγγράμματα του Θεοδωρήτου Κύρου και γ) την επιστολή του Ίβα Εδέσσης προς τον Πέρση Μάρη.
Όταν το έτος 552 μ.Χ. κοιμήθηκε ο Πατριάρχης Μηνάς, ο Άγιος Ευτύχιος ήλθε από την Αμάσεια στη Βασιλεύουσα και εξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.
Οι ταραχές όμως των αιρετικών συνεχίζονταν και ταλάνιζαν την Εκκλησία. Η Ε' Οικουμενική Σύνοδος, η οποία συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη, το έτος 553 μ.Χ. υπό την προεδρία του Αγίου Ευτυχίου, επικύρωσε την απόφαση της Ενδημούσης Συνόδου και προέβη στην καταδίκαση των «Τριών Κεφαλάιων». Ο σκοπός όμως της καταδίκης των «Τριών Κεφαλαίων» δεν επετεύχθη, διότι οι μονοφυσίτες ενέμεναν στην απόσχιση και στις αιρετικές δοξασίες τους. Ένεκα τούτου ο Ιουστινιανός το έτος 564 μ.Χ. εξέδωσε διάταγμα, διά του οποίου επέβαλε τον αφθαρτοδοκητισμό. Η διδασκαλία αυτή είχε διατυπωθεί από τον καταφυγόντα στην Αίγυπτο μονοφυσίτη Επίσκοπο Αλικαρνασσού Ιουλιανό. Συγκεκριμένα ο Ιουλιανός δίδασκε ότι το Σώμα του Χριστού, ήδη από της συλλήψεως και γεννήσεως Αυτού, απηλλάγη της φθοράς και επομένως των φυσικών αναγκών (πείνας, δίψας, καμάτου, ιδρώτος, δακρύων κ.τ.λ) - των λεγομένων «αδιαβλήτων παθών» - και μόνο «κατ' οικονομίαν» και «κατά χάριν» φαινόταν υποκείμενο σε αυτά. Ο Άγιος Ευτύχιος και οι λοιποί Πατριάρχες της Ανατολής, προς τους οποίου απευθύνθηκε, δεν δέχθηκαν το δυσσεβές διάταγμα. Γι' αυτό τον λόγο ο Άγιος, το έτος 565 μ.Χ., καθαιρέθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο υπό Συνόδου ερήμην, αφού αρνήθηκε να παρουσιασθεί και εξορίσθηκε αρχικά στην Πρίγκηπο. Στο Συναξάρι του αναφέρεται ότι μετά κατέφυγε σε μοναστήρι της Αμασείας στο οποίο ζούσε ασκητικά και αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα.
Μετά από δώδεκα χρόνια εξορίας, ο αυτοκράτορας Ιουστίνος ο Β', το έτος 577 μ.Χ., αποθανόντος του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννου του Γ', επανέφερε με τιμή και δόξα τον Άγιο στον πατριαρχικό θρόνο. Κατά την δεύτερη πατριαρχία του ο Άγιος με την προσευχή του έσωσε τον λαό που μαστιζόταν από θανατηφόρα επιδημία. Το ορθόδοξο φρόνημά του και ο αγώνας του για την ακεραιότητα της πίστεως τον οδήγησαν σε αντίθεση με τον αποκρισάριο της Ρώμης Γρηγόριο, τον μετέπειτα Πάπα, λόγω των δοξασιών του περί αναστάσεως σαρκός.
Ο Άγιος Ευτύχιος κοιμήθηκε με ειρήνη το έτος 582 μ.Χ. Το ιερό λείψανό του εναποτέθηκε στο θυσιαστήριο των Αγίων Αποστόλων, μετά την κρηπίδα της Αγίας Τραπέζης, όπου κατέκειντο και τα ιερά λείψανα Ανδρέου, Τιμοθέου και Λουκά των Αποστόλων. Το 1246 μ.Χ. τα Λείψανα και η Κάρα του Αγίου μεταφέρθηκαν από τον Ναό των Αγίων Αποστόλων Κωνσταντινουπόλεως στη Μονή Αγίου Γεωργίου του Μείζονος Βενετίας, επί Ηγουμένου Πέτρου Querini.
Σώζονται αποσπάσματα του έργου αυτού «Περὶ Εὐχαριστίας», «Ἐπιστολὴ πρὸς Πάπαν Βιγίλιον περὶ τῶν Τριῶν Κεφαλαίων» και «Συνοδικὴ Ἐπιστολή». Τρία άλλα έργα του χάθηκαν, ήτοι το «Περὶ ἀναστάσεως σαρκός», το «Κατὰ Ἀφθαρτοδοκητῶν» και το «Κατὰ τῆς μονοφυσιτικῆς διασκευῆς τοῦ Τρισαγίου». Τον Βίο του Αγίου συνέταξε ο μαθητής του Ευστράτιος.

Όσιος Σάββας ο Νέος ο εν Καλύμνω



Ο θεόφρων πατήρ ημων Σάββας ο νέος ο εν Καλύμνω, γεννήθηκε το έτος 1862 μ.Χ. στην Ηρακλείτσα (αναφέρεται και η Γάνου Χώρα της περιφέρειας Αβδίμ) της Ανατολικής Θράκης, από πτωχούς γονείς, τον Κωνσταντίνο, που ασκούσε το επάγγελμα του μικροπωλητού και τη Σμαραγδή. Ήταν μοναχοπαίδι και κατά το βάπτισμα έλαβε το όνομα Βασίλειος. Από μικρή ηλικία ήταν πιστός και ευσεβής, αλλά και ένθερμος εραστής της αγγελικής μοναχικής ζωής. Αφού τελείωσε τα εγκύκλια μαθήματα και φύλαξε τον εαυτό του καθαρό από κάθε μολυσμό, δεν συνέχισε τις σπουδές του στο γυμνάσιο, είτε διότι δεν είχε τη δύναμη ο πατέρας του, είτε διότι ο ίδιος ο Βασίλειος δεν είχε διάθεση περαιτέρω μορφώσεως. Κατόπιν τούτου, οι γονείς του του άνοιξαν ένα μικρό κατάστημα. Ο Βασίλειος, άγοντας το 12ο έτος της ηλικίας του, διαπίστωνε καθημερινά, ότι το επάγγελμα που ασκούσε δεν ήταν στη φύση του. Έπρεπε, λοιπόν, να κόψει το δεσμό που του δημιουργούσε αυτό με τον υλικό κόσμο και να προχωρήσει στο πέλαγος της χάριτος του Θεού. Ήθελε να ζήσει για τον Χριστό και μόνο. Η μητέρα του, μόλις πληροφορήθηκε τους πόθους του τον βεβαίωσε ότι «αν το κάνεις αυτό θ΄ αποθάνω».
Στην απαλή ηλικία των 12 ετών αντιμετωπίζει τον μέγα τούτο προβληματισμό. Η έλξη του Θεού είναι ισχυρότατη, όπως και η κλίση του. Το «φύγε και σώζου» κυριάρχησε και έτσι, μία ημέρα ιστορική, αλλά και λαμπρή, έβαλε το κλειδί του καταστήματος κάτω από μία πέτρα και κατέβηκε στο λιμάνι για να πραγματοποιήσει την απόφασή του. Ως ελάφι, τώρα, κατευθύνεται προς το ευωδες περιβόλι της Παναγίας, το Άγιον Όρος. Εκεί, εγκαταβιώνει στη Σκήτη της Αγίας Άννης, όπου και απολαμβάνει τους πρώτους καρπούς των ιερών πόθων του. (Κατ΄άλλη γνώμη, που στηρίζεται σε διηγήσεις, πρώτα πήγε στα Ιεροσόλυμα). Στη Σκήτη αυτή δέχθηκε το βάρος της μοναστικής δοκιμασίας επί 12 έτη (κατ΄άλλους επί 6 έτη) και ασκήθηκε στο έργο της αγιογραφίας και της βυζαντινής μουσικής.
Μετά από προσευχή παίρνει την απόφαση να πάει στα Ιεροσόλυμα. Διέρχεται από την γενέτειρά του, επισκεπτόμενος δε τους γονείς του, αναγνωρίζεται από κάποιο σημάδι του μετώπου του. Ο πειρασμός θερμαίνεται και πάλι. Πάλι εμπόδια από τη μητέρα του. Φεύγει ο ακτήμων με τη βοήθεια πλουσίου ανδρογύνου, που πηγαίνει στους Αγίους Τόπους. Ως χρόνος αφίξεώς του στα Ιεροσόλυμα αναφέρεται το έτος 1887 μ.Χ., σε έγγραφο του Αρχιγραμματέως του ομωνύμου Πατριαρχείου. Αφού προσκύνησε με δέος και ευλάβεια τους Αγίους Τόπους, εισέρχεται στην ιστορική Μονή του Χοτζεβά και γίνεται αδελφός αυτής.
Μετά τριετή ενάρετο και οσιακό βίο στη Μονή αυτή κείρεται το έτος 1890 μ.Χ. μοναχός. Οπλισμένος με την αγιαστική χάρη και θωρακισμένος με την αήττητη πανοπλία του αγγελικού σχήματος, το 1894 μ.Χ. αποστέλλεται από τον Καθηγούμενο της Μονής στο Άγιον Όρος για να ασκηθεί στην Ιερά Σκήτη της Αγίας Άννης, υπό την καθοδήγηση του αειμνήστου Αρχιμανδρίτου Ανθίμου, στην αγιογραφία, προφανώς να ειδικευθεί στην τέχνη. Επανέρχεται μετά 3ετίαν στην Ιερά Μονή Χοτζεβά και το 1902 μ.Χ. προχειρίζεται σε διάκονο και το επόμενο έτος σε πρεσβύτερο. Διατελεί επί ένα έτος (1906 μ.Χ.) εφημέριος της Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού, όπου γνωρίζεται με τον Χρυσόστομο Παπαδόπουλο, τον μετέπειτα καθηγητή του Πανεπιστημίου και Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Ο Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ως Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, αποφαινόμενος περί του Αγίου Σάββα, πριν ακόμα κοιμηθεί και αναγνωρισθεί η αγιότητά του, έλεγε στον Καλύμνιο φίλο του Γεράσιμο Ζερβό: «Να ξέρεις, Γεράσιμε, ότι ο πατήρ Σάββας είναι άγιος άνθρωπος». Το 1907 μ.Χ. επανέρχεται στην Ιερά Μονή Χοτζεβά και ασχολείται, παράλληλα προς την έντονη πνευματική ενάσκησή του, με το ευλογημένο εργόχειρο της αγιογραφίας.
Το 1916 μ.Χ., ύστερα από 26 χρόνια περίπου παραμονής στους Αγίους Τόπους επέστρεψε στην Ελλάδα. Έτσι σφραγίζει μια ωραία ασκητική ζωή, πλήρη πνευματικής καρποφορίας. Έφυγε από την έρημο του Ιορδάνου, όπου ζούσε «ως υψιπέτης αετός», τρεφόμενος ως πτηνό με μια κουταλιά βρεγμένο σιτάρι την ημέρα και νερό από τον ποταμό, διότι οι Άραβες πολεμούσαν τον ευλογημένο ερημικό βίο. Ευρισκόμενος στην Ελλάδα αναζητεί νέα γη ασκήσεως. Κατά το έτος της επιστροφής του, φαίνεται ότι μετέβη στη νήσο Πάτμο. Αφού παραμένει εκεί επί 2 έτη, πηγαίνει στο Άγιον Όρος, απ' όπου κατέρχεται στην Αθήνα για να αγοράσει υλικά αγιογραφίας. Κατά το διάστημα αυτό και μέχρι μεταβάσεώς του στην Αίγινα φαίνεται ότι μετέβη στο ξερονήσι Παραμπόλα και στην Ύδρα.
Στην Αθήνα συναντά υποτακτικό του Αγίου Νεκταρίου (βλέπε 9 Νοεμβρίου), ο οποίος τον πληροφορεί ότι τον αναζητεί. Απ' αυτό συνάγεται ότι οι δύο Άγιοι είχαν προηγούμενη γνωριμία. Από την Αθήνα, λοιπόν, πηγαίνει στην Αίγινα, όπου διακονεί τον Άγιο Νεκτάριο μέχρι την κοίμησή του. Η μετά του Αγίου Νεκταρίου συγκαταβίωσή του συνέβαλε πολύ στην περαιτέρω πνευματική πρόοδο του Οσίου. Εγνώρισε την αυστηρά άσκηση του Αγίου Νεκταρίου, τους πολέμους των μικρών ανθρώπων, αλλά και την αναμφισβήτητη αρετή του, την παροιμιώδη ταπείνωση και απλότητά του. Είδε τη θεία κοίμησή του, η οποία βεβαίωσε την ευαρέσκεια προς αυτόν του Παναγάθου Θεού με τα έκδηλα σημεία του Αγίου Μύρου και της ευωδίας, αλλά κυρίως της θαυματουργικής χάριτος. Στην Αίγινα παραμένει μέχρι το έτος 1926 μ.Χ. Αναχωρεί για την Αθήνα, διότι στη Μονή προσέρχεται πολύς κόσμος και ο θόρυβος τον κουράζει. Στην Αθήνα συναντά τον Γεράσιμο Ζερβό, ο οποίος τον φιλοξενει στο σπίτι του και τον πείθει τελικά να μεταβεί στην Κάλυμνο.
Το ίδιο έτος (1926 μ.Χ.) φθάνει στην Κάλυμνο, όπου μετά από κάποια έρευνα - περιπλάνηση εγκαταβιώνει οριστικά στην Ιερά Μονή Αγίων Πάντων. Σ΄αυτή τη Μονή, της οποίας τυγχάνει κτήτορας, ειχε ασκητεύσει και ο ενάρετος και διορατικός Ιερομόναχος π. Ιερόθεος Κουρούνης. Ο θεσπέσιος αυτός λειτουργός του Υψίστου, προ της κοιμήσεώς του, παρηγορώντας τις λυπημένες αδελφές είπεν: «μετ' ολίγον θα έλθη εδώ ανώτερός μου». Και πράγματι επαληθεύθηκαν τα λόγια του. Ο π. Σάββας, ευθύς μετά την εγκατάστασή του στην Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων, κτίζει με τη βοήθεια του Γεράσιμου Ζερβού τα επάνω κελλιά και αρχίζει μία έντονη πνευματική ζωή. Αγιογραφεί, τελεί τα Θεία Μυστήρια και τις Ιερές Ακολουθίες, εξομολογεί, διδάσκει με το στόμα και το παράδειγμά του και βοηθεί χήρες, ορφανά και φτωχούς. Ζει με ταπείνωση, άσκηση και προσφορά, ώστε το αγγελικό παράδειγμά του να ενθυμούνται με δάκρυα και συγκίνηση όσοι τον εγνώρισαν. Πάντοτε δε θα επικαλούνται με πίστη τη χάρη του στις ποικίλες δοκιμασίες της ζωής τους. Πρόθυμος όταν ζούσε, προθυμότατος μετά την κοίμησή του.
Ηταν επιεικής και εύσπλαχνος στις αμαρτίες των άλλων, δεν ανεχόταν τη βλασφημία και την κατάκριση. Αυτά τα δύο πολύ τον τάρασσαν. Η σκληρά άσκησή του του χάρισε την ευωδία του σώματός του, αλλά και την ασθένεια. Το πέρασμά του ηταν ευώδες. Αυτή η ευωδία θα εξέλθει και από το μνήμα του κατά την εκταφή του. Όπως σ΄όλους τους ανθρώπους του Θεού, έτσι και από τον π. Σάββα δεν έλλειψε «ο σκόλοψ τη σαρκί». Υπέφερε από προστάτη και σοβαρά κοιλιακή πάθηση. Για τον προστάτη έκανε εγχείρηση και θεραπεύτηκε. Όταν του έλεγαν να πάει στην Αθήνα να θεραπευθεί και για το κοιλιακό νόσημα, απαντούσε: «Αυτό, παιδί μου, θα μας σώση, τίποτε άλλο δεν κάναμε. Αυτό είναι το καλό που θα μας πάει στον Παράδεισο. Ο Θεός είναι μεγάλος». Ο π. Σάββας αγαπούσε όλους τους ανθρώπους και κατέβαλλε προσπάθεια για τη μετάνοιά τους και επιστροφή τους στον Χριστό. Η αγάπη του ηταν ειλικρινής και πηγαία. Ηταν δε αφιλοχρήματος. Ουδέποτε κρατούσε χρήματα. Από την αγιογραφία και τα μυστήρια ό,τι ελάμβανε τα έδινε στους πτωχούς, στις χήρες και τα ορφανά. Η ζωή του ήταν μία συνεχής κατάσταση αγίας υπακοής. Ενδεικτικό αυτού είναι και η υπακοή του να δεχθεί κατά την περίοδο σοβαράς ασθενείας, ο ακρότατος αυτός ασκητής (στο Άγιον Όρος κατ' εντολή του γέροντά του) τον Δεκαπενταύγουστο κρέας πετεινού. Ο μακάριος, για κάθε πνευματικό πρόβλημα ελάμβανε άνωθεν την πληροφορία και έτσι βάδιζε επί του ασφαλούς. Είχε πολλούς πειρασμούς και χάλασε πολλές παγίδες του διαβόλου. Κάποτε, και συγκεκριμένα μία Καθαρά Δευτέρα, για να μη τελέσει τις ακολουθίες του, τον έκλεισε επί τρεις ημέρες στο κελλί του. Ήταν χαριτωμένος και ευλογημένος από τον Κύριο. Πράος, ανεξίκακος, άδολος, υπάκουος και πονετικός.
Δόξασε τον άγγελο στη γη και τον άνθρωπο στους ουρανούς. Ήταν άγγελος και άνθρωπος και αντιστρόφως. Κατά τον τρόπο αυτό εκπλήρωσε τις ημέρες της επί γης πορείας του μέχρι της 7ης Απριλίου 1948 μ.Χ., ότε παρέδωκε την αγία του ψυχή στον Κύριο. Περί το τέλος της ζωής του βρίσκεται σε άκρα περισυλλογή και ιερά κατάνυξη. Επί τρεις ημέρες δεν δέχθηκε κανέναν. Βρίσκοταν πλέον στο στάδιο της ιεράς μεταστάσεώς του. Έδωσε τις τελευταίες συμβουλές και ζήτησε την εν Χριστώ αγάπη και υπακοή. Όταν ο επιθανάτιος ρόγχος τον κατέλαβε και επί μακρόν συνεχίζετο, ξαφνικά λαμβάνει δυνάμεις, ενώνει τα μικρά ευλογημένα χέρια του και χειροκροτεί επανειλημμένα, ενώ από τα χείλη του εξέρχονται οι τελευταίες ιερές φράσεις: «Ο Κύριος, ο Κύριος, ο Κύριος». Ήταν η βεβαίωση της θείας μεταφυσικής πορείας του. Ήταν το κύκνειο άσμα της θεοφιλούς ζωής του. Την ώρα εκείνη λίγες μόνο μοναχές περιέβαλαν μία αγία μορφή, έναν θαυμάσιο αγωνιστή της πίστεως και της ευσεβείας, έναν οικιστή του Παραδείσου. Ο ουρανός γνώρισε τη μετάστασή του και πανηγύριζε. Έτσι, η γη χάρισε στον ουρανό τον άγιο αυτό βλαστό της και ο ουρανός αποδέχθηκε την ιερά αυτή προσφορά. Είθε και εμείς, μιμούμενοι, κατά το δυνατόν, τις αρετές του Αγίου Σάββα του νέου, του θαυματουργού, αλλά και με τις πρεσβείες του να αξιωθούμε της Ουρανίου Βασιλείας.
Μετά από δέκα έτη, έγινε η ανακομιδή των αγίων και χαριτόβρυτων λειψάνων του, στις 7 Απριλίου 1957 μ.Χ., προεξάρχοντος του μακαριστού Μητροπολίτου Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας κυρού Ισιδώρου, ενώπιον πλήθους λαού. Ένα πυκνό νέφος θείας ευωδίας κάλυψε ολόκληρη την περιοχή και το νέο για το θεϊκό σημείο έκανε αμέσως το γύρο του νησιού. Το ιερό λείψανο του Οσίου μεταφέρθηκε σε λάρνακα, στο παρεκκλήσι του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου.
Η επίσημη Αγιοκατάταξη του Οσίου Πατρός ημών Σάββα του Νέου έγινε διά Πατριαρχικής Συνοδικής Πράξεως της 19ης Φεβρουαρίου 1992 μ.Χ.