Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου 2013

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θεοφόρος ἀπὸ τὴν Κρήτη


Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ βιογραφία του σώζεται σὲ χειρόγραφο στὸ χωριὸ Σίββα τῆς ἐπαρχίας Πυργιωτίσσης Κρήτης, ἰδιαίτερης πατρίδας τοῦ Ἁγίου.

Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς στὰ χρόνια του βασιλιὰ Κωνσταντίνου Ζ’ τοῦ Πορφυρογέννητου (951 – 959), καὶ ἀπὸ μικρὸς εἶχε κλίση στὴ μοναχικὴ ζωή. Ἔγινε ἐρημίτης στὶς σπηλιὲς τῆς Κρήτης, ἀσκούμενος στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐγκράτεια.

Κατόπιν πῆγε στὸ ὅρος Ράξος, ὅπου ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνομα τῶν Ἁγίων Εὐτυχίου καὶ Εὐτυχιανοὺ ἐπισκόπων Ἀρκαδίας Κρήτης. Ἐκεῖ ἐπίσης ἐκάρη Μοναχὸς ἀπὸ κάποιον εὐλαβὴ Γέροντα καὶ ἀναχώρησε στὸ ὄρος Μυριοκέφαλο. Στὴν κορυφὴ αὐτοῦ τοῦ ὅρους ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Θεοτόκου Ἀντιφωνήτριας, ποὺ σώζεται μέχρι σήμερα.

Ὁ Ὅσιος ὅμως δὲν ἔμεινε ἐκεῖ. Ἀφοῦ γύρισε πολλὰ μέρη τῆς Κρήτης καὶ ἔκτισε Ναοὺς καὶ Μοναστήρια, κατέληξε στὸ δυτικὸ μέρος τῆς ἐπαρχίας Κισσάμου, στὸ χωριὸ Ἀκτή, ὅπου ἔκτισε κατοικητήριο πολὺ ἡσυχαστικό, καὶ κατόπιν μέγα κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου.

Ἐκεῖ λοιπόν, ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ὁσία καὶ συνέταξε τὴν διαθήκη του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Κρητῶν τὸν φωστῆρα Ἐκκλησίας τὸ καύχημα, καὶ τῶν Μοναζόντων τὴν στάθμην, Ἰωάννην τιμήσωμεν· Χριστοῦ γὰρ τὸν Σταυρὸν ἀναλαβών, ὡς ἄγγελος ἐβίωσεν ἐν γῇ· διὰ τοῦτο ἐκ κινδύνων παντοδαπῶν, λυτροῦται τοὺς κραυγάζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ Κρήτῃ ἔλαμψας ὡς ἑωσφόρος, Ἰωάννη Ὅσιε, καταφωτίζων ἱερῶς, ταῖς ἐναρέτοις σου πράξεσι, τοὺς ἀδιστάκτῳ ψυχῇ προσιόντας σοι.

Μεγαλυνάριον.
Ἅπασαν τὴν Κρήτην διαδραμών, πανταχοῦ ἐδείμω, τῷ Σωτῆρι θείους ναούς· σεαυτὸν γὰρ Πάτερ, ναὸν προκατειργάσω, τῆς Τρισηλίου δόξης, βίου λαμπρότητι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου