Πέμπτη 28 Μαρτίου 2024

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ Ϛ´ 3 - 20
3 ποίει, υἱέ, ἃ ἐγώ σοι ἐντέλλομαι, καὶ σώζου· ἥκεις γὰρ εἰς χεῖρας κακῶν διὰ σὸν φίλον. ἴσθι μὴ ἐκλυόμενος, παρόξυνε δὲ καὶ τὸν φίλον σου, ὃν ἐνεγγυήσω. 4 μὴ δῷς ὕπνον σοῖς ὄμμασι, μηδὲ ἐπινυστάξῃς σοῖς βλεφάροις, 5 ἵνα σώζῃ ὥσπερ δορκὰς ἐκ βρόχων καὶ ὥσπερ ὄρνεον ἐκ παγίδος. 6 ῎Ιθι πρὸς τὸν μύρμηκα, ὦ ὀκνηρέ, καὶ ζήλωσον ἰδὼν τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ καὶ γενοῦ ἐκείνου σοφώτερος· 7 ἐκείνῳ γὰρ γεωργίου μὴ ὑπάρχοντος, μηδὲ τὸν ἀναγκάζοντα ἔχων, μηδὲ ὑπὸ δεσπότην ὤν, 8 ἑτοιμάζεται θέρους τὴν τροφὴν πολλήν τε ἐν τῷ ἀμητῷ ποιεῖται τὴν παράθεσιν. 8α ἢ πορεύθητι πρὸς τὴν μέλισσαν καὶ μάθε ὡς ἐργάτις ἐστὶ τήν τε ἐργασίαν ὡς σεμνὴν ποιεῖται· 8β ἦς τοὺς πόνους βασιλεῖς καὶ ἰδιῶται πρὸς ὑγίειαν προσφέρονται· ποθεινὴ δέ ἐστι πᾶσι καὶ ἐπίδοξος· 8γ καί περ οὖσα τῇ ρώμῃ ἀσθενής, τὴν σοφίαν τιμήσασα προήχθη. 9 ἕως τίνος, ὀκνηρέ, κατάκεισαι; πότε δὲ ἐξ ὕπνου ἐγερθήσῃ; 10 ὀλίγον μὲν ὑπνοῖς, ὀλίγον δὲ κάθησαι, μικρὸν δὲ νυστάζεις, ὀλίγον δὲ ἐναγκαλίζῃ χερσὶ στήθη· 11 εἶτ᾿ ἐμπαραγίνεταί σοι ὥσπερ κακὸς ὁδοιπόρος ἡ πενία καὶ ἡ ἔνδεια ὥσπερ ἀγαθὸς δρομεύς. 11α ἐὰν δὲ ἄοκνος ᾖς, ἥξει ὥσπερ πηγὴ ὁ ἀμητός σου, ἡ δὲ ἔνδεια ὥσπερ κακὸς δρομεὺς ἀπαυτομολήσει. 12 ᾿Ανὴρ ἄφρων καὶ παράνομος πορεύεται ὁδοὺς οὐκ ἀγαθάς· 13 ὁ δ᾿ αὐτὸς ἐννεύει ὀφθαλμῷ, σημαίνει δὲ ποδί, διδάσκει δὲ ἐννεύμασι δακτύλων. 14 διεστραμμένῃ καρδίᾳ τεκταίνεται κακά, ἐν παντὶ καιρῷ ὁ τοιοῦτος ταραχὰς συνίστησι πόλει. 15 διὰ τοῦτο ἐξαπίνης ἔρχεται ἡ ἀπώλεια αὐτοῦ, διακοπὴ καὶ συντριβὴ ἀνίατος· 16 ὅτι χαίρει πᾶσιν, οἷς μισεῖ ὁ Θεός, συντρίβεται δὲ δι᾿ ἀκαθαρσίαν ψυχῆς. 17 ὀφθαλμὸς ὑβριστοῦ, γλῶσσα ἄδικος, χεῖρες ἐκχέουσαι αἷμα δικαίου 18 καὶ καρδία τεκταινομένη λογισμοὺς κακοὺς καὶ πόδες ἐπισπεύδοντες κακοποιεῖν. 19 ἐκκαίει ψεύδη μάρτυς ἄδικος καὶ ἐπιπέμπει κρίσεις ἀνὰ μέσον ἀδελφῶν. 20 Υἱέ, φύλασσε νόμους πατρός σου καὶ μὴ ἀπώσῃ θεσμοὺς μητρός σου·

Νεοελληνική απόδοση:
 Κάμε, παιδί μου, ὅσα ἐγὼ σοῦ παραγγέλλω, καὶ σῶζε τὸν ἑαυτόν σου· διότι θὰ πέσῃς εἰς τὰ χέρια κακῶν ἀνθρώπων, θὰ ἐμπλακῇς εἰς δικαστήρια καὶ περιπετείας χάριν τοῦ γνωστοῦ σου, διὰ τὸν ὁποῖον ἐγγυήθης. Μιὰ φορὰ ὅμως ποὺ ἔγινες ἐγγυητής, μὴ χάνῃς τὸ θάρρος σου καὶ μὴ ἀπελπίζεσαι, ἀλλ’ ἐνόχλει διαρκῶς τὸν γνωστόν σου, διὰ τὸν ὁποῖον ἐγγυήθης, νὰ δώσῃ τὰ ὀφειλόμενα. 4 Διὰ τὸ ζήτημα δὲ αὐτὸ μὴ δώσῃς ὕπνον εἰς τὰ μάτια σου, οὔτε νὰ ἀφήσῃς τὰ βλέφαρά σου νὰ νυστάξουν. Νὰ μὴ ἠσυχάσῃς, ἕως ὅτου ἀπαλλαγῇς ἀπὸ τὴν ὑποχρέωσιν τῆς ἐγγυήσεως, 5 διὰ νὰ γλυτώσῃς, ὅπως τὸ ζαρκάδι σώζεται μὲ τὴν ὀξυδέρκειάν του ἀπὸ τοὺς βρόχους καὶ τὶς θηλειὲς τοῦ κυνηγοῦ, καὶ ὅπως τὸ πουλί, τὸ ὁποῖον πετᾷ ὑψηλὰ καὶ σώζεται ἀπὸ τὴν παγίδα. 6 Πήγαινε πρὸς τὸν μύρμηκα, ὀκνηρὲ ἄνθρωπε, καὶ ἀφοῦ παρατηρήσῃς προσεκτικὰ τοὺς τρόπους τῆς ζωῆς του, νὰ τοὺς ζηλεύσῃς καὶ νὰ τοὺς μιμηθῇς καὶ νὰ γίνῃς περισσότερον ἀπὸ αὐτὸν μυαλωμένος καὶ ἐργατικός. 7 Διότι εἰς τὸν μύρμηκα, παρ' ὅλον ὅτι δὲν ὑπάρχουν χωράφια διὰ νὰ τὰ καλλιεργῇ, οὔτε ἔχει κανένα ποὺ νὰ τὸν ἀναγκάζῃ νὰ ἐργασθῇ, οὔτε ἔχει εἰς τὸ κεφάλι του κύριον, ὁ ὁποῖος νὰ τὸν ἐπιβλέπῃ, 8 ἐν τούτοις ἑτοιμάζει καὶ συγκεντρώνει κατὰ τὸ θέρος τὴν τροφὴν ὅλου τοῦ ἔτους καὶ κάμνει πολλὴν προμήθειαν καὶ μεγάλην ἀποθήκευσιν κατὰ τὸν θερισμόν, τοποθετῶν καταλλήλως τὰς ἀπαραιτήτους δι’ ὅλον τὸ ἔτος τροφάς του. 8α Ἢ πήγαινε νὰ παρακολουθήσῃς τὴν μέλισσαν καὶ νὰ μάθῃς πόσον ἐργατικὴ εἶναι καὶ μὲ πόσην προσοχήν, ἐπιμέλειαν καὶ τάξιν ἐκτελεῖ τὴν ἐργασίαν της. 8β Αὐτῆς τῆς μελίσσης τοὺς κόπους, δηλαδὴ τὸ μέλι, τρώγουν ὡς τροφὴν καὶ φάρμακον βασιλεῖς καὶ ἰδιῶται, διότι τὸ μέλι ἐξυπηρετεῖ τὴν ὑγείαν εἶναι δὲ ἡ μέλισσα ἀξιαγάπητος καὶ δοξασμένη εἰς ὅλους. 8γ Διότι, ἂν καὶ εἶναι ἀδύνατη σωματικῶς, ἐν τούτοις ἐτιμήθη καὶ ὑψώθη, διότι ἐπροτίμησε τὸν κόπον τῆς ἐργασίας, τὴν ὁποίαν ἐργάζεται μὲ τόσην τέχνην καὶ σοφίαν. 9 Ἕως πότε, ὀκνηρέ, θὰ κάθεσαι ξαπλωμένος; Πότε θὰ σηκωθῇς ἀπὸ τὸν ὕπνον; 10 Ὀλίγην μὲν ὥραν κοιμᾶσαι, ὀλίγον δὲ κάθεσαι, ὀλίγον δὲ νυστάζεις, ὀλίγον δὲ ἀγκαλιάζεις τὰ στήθη σου μὲ σταυρωμένα τὰ χέρια σου. 11 Κατόπιν αὐτῶν θὰ σὲ καταφθάσῃ ὡσὰν κακὸς συνοδοιπόρος ἡ φτώχεια, καὶ ἡ ἀνέχεια ὡσὰν γρήγορος δρομεὺς θὰ σὲ προφθάσῃ διὰ νὰ δυστυχήσῃς. 11α Ἐὰν ὅμως δὲν εἶσαι ὀκνηρός, ἀλλ’ ἐργατικός, θὰ ἔλθῃ ὡσὰν πηγὴ πλούτου ὁ θερισμὸς καὶ ὁ ἁλωνισμός, ἡ δὲ δυστυχία καὶ ἡ φτώχεια σὰν ἀπαράδεκτος ἐπισκέπτης θὰ φύγῃ μόνη της ἀπὸ κοντά σου. 12 Ὁ ἄνθρωπος ὁ ἀνόητος καὶ παραβάτης τοῦ θείου νόμου δὲν βαδίζει εἰς καλοὺς καὶ εὐθεῖς δρόμους, οὔτε πολιτεύεται καλῶς. 13 Ὁ τοιοῦτος κάμνει νεύματα καὶ νοήματα μὲ τὰ μάτια, κάμνει σημάδια μὲ τὸ πόδι, διδάσκει μὲ κινήματα τῶν δακτύλων καὶ δι’ ὅλων γενικῶς τῶν κινήσεών του συνεννοεῖται μὲ τοὺς κακοὺς συντρόφους του διὰ νὰ κάμουν τὸ κακόν. 14 Φύσις διεστραμμένη ἀπὸ τὸ κακὸν σκευωρεῖ καὶ σχεδιάζει διαρκῶς κακά, καὶ εἰς κάθε ἐποχὴν ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς δημιουργεῖ ταραχὰς εἰς τὴν πόλιν. 15 Δι’ αὐτὸ ἔρχεται ξαφνικὰ ἡ καταστροφή του. Αἱ σωματικαί του δυνάμεις πίπτουν ἀπότομα καὶ παραλύει ἀπὸ ἀσθένειαν, ἡ δὲ συντριβή του εἶναι ἀνεπανόρθωτος. 16 Διότι ὁ κακὸς αὐτὸς ἄνθρωπος αἰσθάνεται εὐχαρίστησιν καὶ χαρὰν εἰς ὅλα, ὅσα μισεῖ ὁ Θεός, συντρίβεται ὅμως, διότι ἔχει ἁμαρτωλὴν καὶ ἀκάθαρτον ψυχήν. 17 Εἶναι βουτηγμένος ὁλόκληρος εἰς τὴν ἁμαρτίαν. Ἔχει μάτι ὑπερηφάνου καὶ χλευαστοῦ, γλῶσσαν ποὺ ἀδικεῖ τοὺς ἄλλους μὲ λόγους, χέρια ἐγκληματικὰ ποὺ χύνουν τὸ αἷμα τοῦ δικαίου, 18 νοῦν, ὁ ὁποῖος γεννᾷ πάντοτε κακοὺς λογισμοὺς καὶ σχεδιάζει τὸ πονηρόν, καὶ πόδια ποὺ τρέχουν γρήγορα διὰ νὰ κάμουν τὸ κακόν. 19 Χαλκεύει καὶ ἐπινοεῖ καυτερὰ ψεύδη ὡς ψευδομάρτυς εἰς τὰ δικαστήρια καὶ δημιουργεῖ φιλονικίας μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν σπειρῶν μεταξύ των τὴν διχόνοιαν. 20 Παιδί μου, φύλαττε καλὰ σὰν νόμους, ὅσα σὲ συμβουλεύει ὁ πατέρας σου, καὶ μὴ περιφρονήσῃς ποτὲ τὰς συμβουλὰς καὶ ἐντολὰς τῆς μητέρας σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου