ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' ΙΔ´ 6 - 19
6 νυνὶ δέ, ἀδελφοί, ἐὰν ἔλθω πρὸς ὑμᾶς γλώσσαις λαλῶν, τί ὑμᾶς ὠφελήσω, ἐὰν μὴ ὑμῖν λαλήσω ἢ ἐν ἀποκαλύψει ἢ ἐν γνώσει ἢ ἐν προφητείᾳ ἢ ἐν διδαχῇ; 7 ὅμως τὰ ἄψυχα φωνὴν διδόντα, εἴτε αὐλὸς εἴτε κιθάρα, ἐὰν διαστολὴν τοῖς φθόγγοις μὴ διδῷ, πῶς γνωσθήσεται τὸ αὐλούμενον ἢ τὸ κιθαριζόμενον; 8 καὶ γὰρ ἐὰν ἄδηλον φωνὴν σάλπιγξ δῷ, τίς παρασκευάσεται εἰς πόλεμον; 9 οὕτω καὶ ὑμεῖς διὰ τῆς γλώσσης ἐὰν μὴ εὔσημον λόγον δῶτε, πῶς γνωσθήσεται τὸ λαλούμενον; ἔσεσθε γὰρ εἰς ἀέρα λαλοῦντες. 10 τοσαῦτα εἰ τύχοι γένη φωνῶν ἐστιν ἐν κόσμῳ, καὶ οὐδὲν αὐτῶν ἄφωνον· 11 ἐὰν οὖν μὴ εἰδῶ τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς, ἔσομαι τῷ λαλοῦντι βάρβαρος καὶ ὁ λαλῶν ἐν ἐμοὶ βάρβαρος. 12 οὕτω καὶ ὑμεῖς, ἐπεὶ ζηλωταί ἐστε πνευμάτων, πρὸς τὴν οἰκοδομὴν τῆς ἐκκλησίας ζητεῖτε ἵνα περισσεύητε. 13 Διόπερ ὁ λαλῶν γλώσσῃ προσευχέσθω ἵνα διερμηνεύῃ. 14 ἐὰν γὰρ προσεύχωμαι γλώσσῃ, τὸ πνεῦμά μου προσεύχεται, ὁ δὲ νοῦς μου ἄκαρπός ἐστι. 15 τί οὖν ἐστι; προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι δὲ καὶ τῷ νοΐ· ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ δὲ καὶ τῷ νοΐ. 16 ἐπεὶ ἐὰν εὐλογήσῃς τῷ πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τὸ ἀμήν ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ; ἐπειδὴ τί λέγεις οὐκ οἶδε· 17 σὺ μὲν γὰρ καλῶς εὐχαριστεῖς, ἀλλ’ ὁ ἕτερος οὐκ οἰκοδομεῖται. 18 εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου, πάντων ὑμῶν μᾶλλον γλώσσαις λαλῶν· 19 ἀλλ’ ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους διὰ τοῦ νοός μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἢ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ.
6 νυνὶ δέ, ἀδελφοί, ἐὰν ἔλθω πρὸς ὑμᾶς γλώσσαις λαλῶν, τί ὑμᾶς ὠφελήσω, ἐὰν μὴ ὑμῖν λαλήσω ἢ ἐν ἀποκαλύψει ἢ ἐν γνώσει ἢ ἐν προφητείᾳ ἢ ἐν διδαχῇ; 7 ὅμως τὰ ἄψυχα φωνὴν διδόντα, εἴτε αὐλὸς εἴτε κιθάρα, ἐὰν διαστολὴν τοῖς φθόγγοις μὴ διδῷ, πῶς γνωσθήσεται τὸ αὐλούμενον ἢ τὸ κιθαριζόμενον; 8 καὶ γὰρ ἐὰν ἄδηλον φωνὴν σάλπιγξ δῷ, τίς παρασκευάσεται εἰς πόλεμον; 9 οὕτω καὶ ὑμεῖς διὰ τῆς γλώσσης ἐὰν μὴ εὔσημον λόγον δῶτε, πῶς γνωσθήσεται τὸ λαλούμενον; ἔσεσθε γὰρ εἰς ἀέρα λαλοῦντες. 10 τοσαῦτα εἰ τύχοι γένη φωνῶν ἐστιν ἐν κόσμῳ, καὶ οὐδὲν αὐτῶν ἄφωνον· 11 ἐὰν οὖν μὴ εἰδῶ τὴν δύναμιν τῆς φωνῆς, ἔσομαι τῷ λαλοῦντι βάρβαρος καὶ ὁ λαλῶν ἐν ἐμοὶ βάρβαρος. 12 οὕτω καὶ ὑμεῖς, ἐπεὶ ζηλωταί ἐστε πνευμάτων, πρὸς τὴν οἰκοδομὴν τῆς ἐκκλησίας ζητεῖτε ἵνα περισσεύητε. 13 Διόπερ ὁ λαλῶν γλώσσῃ προσευχέσθω ἵνα διερμηνεύῃ. 14 ἐὰν γὰρ προσεύχωμαι γλώσσῃ, τὸ πνεῦμά μου προσεύχεται, ὁ δὲ νοῦς μου ἄκαρπός ἐστι. 15 τί οὖν ἐστι; προσεύξομαι τῷ πνεύματι, προσεύξομαι δὲ καὶ τῷ νοΐ· ψαλῶ τῷ πνεύματι, ψαλῶ δὲ καὶ τῷ νοΐ. 16 ἐπεὶ ἐὰν εὐλογήσῃς τῷ πνεύματι, ὁ ἀναπληρῶν τὸν τόπον τοῦ ἰδιώτου πῶς ἐρεῖ τὸ ἀμήν ἐπὶ τῇ σῇ εὐχαριστίᾳ; ἐπειδὴ τί λέγεις οὐκ οἶδε· 17 σὺ μὲν γὰρ καλῶς εὐχαριστεῖς, ἀλλ’ ὁ ἕτερος οὐκ οἰκοδομεῖται. 18 εὐχαριστῶ τῷ Θεῷ μου, πάντων ὑμῶν μᾶλλον γλώσσαις λαλῶν· 19 ἀλλ’ ἐν ἐκκλησίᾳ θέλω πέντε λόγους διὰ τοῦ νοός μου λαλῆσαι, ἵνα καὶ ἄλλους κατηχήσω, ἢ μυρίους λόγους ἐν γλώσσῃ.
Νεοελληνική απόδοση:
Τώρα ὅμως, ἀδελφοί, ἐὰν ἔλθω πρὸς σᾶς καὶ ὁμιλῶ γλώσσας, ποὺ δὲν τὰς καταλαβαίνετε, τὶ θὰ σᾶς ὠφελήσω, ἐὰν δὲν σᾶς ὁμιλήσω ἡ μὲ ἀποκάλυψιν ἡ μὲ γνῶσιν καταληπτὴν εἰς ὅλους τοὺς πιστοὺς ἡ μὲ προφητείαν ἡ μὲ διδασκαλίαν; 7 Τὰ ἄψυχα μουσικὰ ὄργανα, καίτοι εἶναι ἄψυχα, ὅμως ὅταν βγάνουν φωνὴν καὶ παράγουν ἦχον, εἴτε αὐλὸς εἶναι τὸ ὄργανον, εἴτε κιθάρα, ἐὰν δὲν δώσουν διάκρισιν εἰς τοὺς ἤχους καὶ δὲν διαχωρίσουν τοὺς τόνους, πῶς θὰ γίνῃ ἀντιληπτὸν τὸ μουσικὸν μέλος, ποὺ παίζεται μὲ τὸν αὐλὸν ἢ μὲ τὴν κιθάραν; 8 Διότι καὶ ἐὰν κάποια σάλπιγγα δώσῃ ἄγνωστον καὶ χωρὶς σημασίαν σάλπισμα, ποῖος θὰ παρασκευαστῇ διὰ νὰ πολεμήσῃ καὶ λάβῃ μέρος εἰς τὴν μάχην; 9 Ἔτσι καὶ σεῖς μὲ τὸ χάρισμα τῆς γλώσσης, ἐὰν δὲν εἴπετε λόγον σαφῆ καὶ καταληπτόν, πῶς θὰ καταλάβουν οἱ ἄλλοι ἐκεῖνο, ποὺ λέγετε; Θὰ λέγετε χωρὶς καμμίαν ὠφέλειαν, διότι τότε θὰ ὁμιλῆτε εἰς τὸν ἀέρα καὶ θὰ ματαιοπονῆτε. 10 Τόσον πολλὰ ἂν τύχῃ κανεὶς νὰ ξεύρῃ πόσα - εἴδη γλωσσῶν ὑπάρχουν εἰς τὸν κόσμον. Καὶ ἡ κάθε μία γλῶσσα ἔχει τὴν σημασίαν της καὶ ἐκεῖνοι ποὺ τὴν ξεύρουν, συνεννοοῦνται μὲ αὐτήν. 11 Ἐὰν λοιπὸν δὲν γνωρίζω τὴν σημασίαν τῆς γλώσσης, θὰ εἶμαι βάρβαρος δι' ἐκεῖνον, ποὺ ὁμιλεῖ τὴν ξένην γλῶσσαν, καθὼς καὶ αὐτὸς ὁ ξενόγλωσσος θὰ εἶναι δι’ ἐμὲ βάρβαρος. 12 Ἔτσι καὶ σεῖς, ἀφοῦ μὲ πολὺν ζῆλον ἐπιδιώκετε τὰ πνευματικὰ χαρίσματα, νὰ ζητῆτε νὰ σᾶς δώσῃ ὁ Θεὸς περίσσια ἐκεῖνα τὰ χαρίσματα ποὺ συντελοῦν εἰς τὸ νὰ οἰκοδομῆται ἡ Ἐκκλησία. 13 Ἀκριβῶς δὲ δι’ αὐτὸ ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει τὸ χάρισμα τοῦ νὰ ὁμιλῇ γλῶσσαν, ἂς προσεύχεται νὰ τοῦ δοθῇ καὶ τὸ χάρισμα τοῦ νὰ διερμηνεύῃ τὴν γλῶσσαν. 14 Διότι, ἐὰν προσεύχωμαι μὲ τὸ χάρισμα τῆς γλώσσης, προσεύχεται μὲν ἡ ψυχή μου, ποὺ εὑρίσκεται ὑπὸ τὴν ἐπίδρασιν τοῦ Πνεύματος καὶ αἰσθάνεται τὸν ἑαυτόν της ἐνωμένον μὲ τὸ Πνεῦμα, ἀλλ’ ὁ νοῦς μου δὲν κατανοεῖ ἐκεῖνα ποὺ λέγω καὶ συνεπῶς παραμένει ἄκαρπος καὶ χωρὶς ὠφέλειαν. 15 Ἢ λοιπὸν εἶναι τὸ ὠφελιμώτερον καὶ τὸ περισσότερον καρποφόρον; Θὰ προσευχηθῶ μὲ τὸ πνευματικὸν χάρισμα, ἀλλὰ θὰ προσευχηθῶ καὶ μὲ τὸν νοῦν, κατανοῶν καὶ ἐξηγῶν τὰ λεγόμενα. Θὰ ψάλω μὲ τὸ πνευματικὸν χάρισμα, θὰ ψάλω ὅμως καὶ μὲ τὸν νοῦν. 16 Καὶ πρέπει νὰ ψάλης καὶ μὲ τὸν νοῦν, μὲ λέξεις δηλαδὴ ποὺ ὅλοι τὰς ἐννοοῦν, διότι, ἐὰν δοξολογήσῃς τὸν Θεόν μὲ τὸ πνευματικὸν χάρισμα τῆς γλώσσης, ποὺ δὲν τὴν ἐννοεῖ κανείς, τότε ἐκεῖνος, ποὺ ἔχει τὴν θέσιν τοῦ ἀκροατοῦ, πῶς θὰ εἴπῃ τὸ Ἀμὴν διὰ τὴν εὐχαριστίαν σου; Ἀσφαλῶς δὲν θὰ τὸ εἴπῃ, διότι δὲν γνωρίζει τί λέγεις. 17 Ἢ ἐμπνευσμένη εὐχαριστία σου λοιπὸν πηγαίνει χαμένη. Διότι σὺ μὲν καλὰ εὐχαριστεῖς τὸν Θεόν, ἀλλ’ ὁ ἄλλος, ἀφοῦ δὲν νοιώθει τὰ ὅσα λέγεις, δὲν οἰκοδομεῖται πνευματικῶς. 18 Εὐχαριστῶ τὸν Θεόν μου, διότι μου ἔδωκε τὸ χάρισμα τῶν γλωσσῶν καὶ ὁμιλῶ γλώσσας περισσότερον ἀπὸ ὅλους σας. 19 Ἐν τούτοις εἰς τὴν σύναξιν τῶν πιστῶν προτιμῶ νὰ εἴπω πέντε λόγους, ποὺ νὰ τοὺς καταλαβαίνει ὁ νοῦς μου, διὰ νὰ διδάξω καὶ ἄλλους, παρὰ νὰ εἴπω μὲ τὸ χάρισμα τῆς γλώσσης χιλιάδας λόγους, ποὺ δὲν τοὺς νοιώθει κανείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου