(Ἄγ. Συμεὼν o Νέος Θεολόγος)
Μιὰ μέρα, καθὼς προσευχόταν [ὁ Ἅγιος Συμεὼν] μὲ καθαρότητα καὶ συνομιλοῦσε μὲ τὸν Θεό, εἶδε πὼς ὁ ἀέρας ἄρχισε νὰ φωτίζει τὸ νοῦ του, καὶ ἐνῶ ἦταν μέσα στὸ κελί του, νόμιζε ὅτι βρισκόταν ἔξω, σ’ ἀνοιχτὸ χῶρο. Ἦταν νύχτα, ποὺ μόλις εἶχε ξεκινήσει. Τότε ἄρχισε νὰ φέγγει ἀπὸ ψηλὰ ὅπως τὸ πρωινὸ ροδοχάραμα- ὢ τῶν φρικτῶν ὀπτασιῶν τοῦ ἀνδρός!καὶ τὸ οἴκημα κι ὅλα τ’ ἄλλα ἐξαφανίστηκαν, καὶ νόμιζε ὅτι δὲν ἦταν καθόλου σὲ οἴκημα. Τὸν συνέπαιρνε ὁλότελα θεία ἔκσταση ἀντιλαμβανόμενος καλὰ μὲ τὸν νοῦ τοὺ τὸ φῶς ἐκεῖνο ποὺ τοὺ ἐμφανιζόταν. Αὐτὸ μεγάλωνε λίγο –λίγο κι ἔκανε τὸν ἀέρα νὰ φαίνεται πιὸ λαμπερὸς κι αἰσθανόταν τὸν ἑαυτὸ τοῦ μ’ ὁλόκληρό το σῶμα του νὰ βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὰ γήινα.
Ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐξακολουθοῦσε νὰ λάμπει ἀκόμη περισσότερο ἐκεῖνο τὸ φῶς καὶ τοῦ φαινόταν σὰν ἥλιος ποὺ μεσουρανώντας ἔλαμπε ἀπὸ ψηλά, αἰσθανόταν σὰν νὰ στέκεται στὸ μέσο του φωτὸς καὶ ὅτι ὁλόκληρος ὁ ἐαυτὸς τοῦ μαζὶ μὲ τὸ σῶμα τοῦ ἦταν γεμάτος ἀπὸ χαρὰ καὶ δάκρυα λόγω τῆς γλυκύτητας ποὺ τοῦ προξενοῦσε ἡ παρουσία του. Παράλληλα ἔβλεπε ὅτι τὸ ἴδιο φῶς κατὰ τρόπο θαυμαστὸ ἦρθε σὲ ἐπαφὴ μὲ τὸ σῶμα του καὶ σιγὰ-σιγὰ διαπερνοῦσε τὰ μέλη του. Ἡ ἔκπληξη αὐτῆς τῆς ὀπτασίας τὸν ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὴν προηγούμενη θεωρία καὶ τὸν ἔκανε νὰ αἰσθάνεται μόνο αὐτὸ τὸ ἐξαίσιο πράγμα ποὺ συνέβαινε μέσα του. Ἔβλεπε, λοιπόν, ὅτι τὸ φῶς ἐκεῖνο σιγὰ-σιγὰ εἰσχωροῦσε σ’ ὁλόκληρό το σῶμα του, τὴν καρδιὰ καὶ τὰ ἔγκατά του καὶ τὸν ἔκανε ὁλόκληρο σὰν φωτιὰ καὶ φῶς. Καὶ ὅπως προηγουμένως τὸ οἴκημα, ἔτσι καὶ τώρα τὸν ἔκανε νὰ χάσει τὴν αἴσθηση τοῦ σχήματος, τῆς θέσεως, τοῦ βάρους καὶ τὴν μορφῆς τοῦ σώματος καὶ σταμάτησε κὰ κλαίει. Τότε ἀκούει μιὰ φωνὴ ἀπὸ τὸ φῶς νὰ τοῦ λέει: «Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο εἶναι ἀποφασισμένο ν’ ἀλλάξουν οἱ Ἅγιοι ποὺ θὰ ζοῦν καὶ θὰ βρίσκονται ἀκόμη ἐδῶ κατὰ τὴν ὥρα τῆς ἔσχατης σάλπιγγας, κι ἔτσι μεταμορφωμένοι θ’ ἁρπαγοῦν, ὅπως λέει καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος».
Γιὰ πολλὲς ὧρες ὄντας ὁ μακάριος σ’ αὐτὴν τὴν κατάσταση, ἀνυμνώντας μυστικὰ καὶ ἀκατάπαυστά το Θεὸ καὶ κατανοώντας τὴ δόξα ποὺ τὸν περιέβαλλε καὶ τὴν αἰώνια μακαριότητα ποὺ πρόκειται νὰ δοθεῖ στοῦ Ἁγίους, ἄρχισε νὰ σκέφτεται καὶ νὰ μονολογεῖ μέσα του: «Ἄραγε θὰ ξαναγυρίσω πάλι στὴν προηγούμενη κατάσταση τοῦ σώματός μου ἢ θὰ ζήσω ἔτσι συνέχεια;» Μόλις ἔκανε τὴ σκέψη αὐτή, ἀμέσως αἰσθάνθηκε νὰ περιφέρει τὸ σῶμα του σὰν σκιὰ ἢ σὰν πνεῦμα. Καταλάβαινε ὅτι εἶχε γίνει, ὅπως εἴπαμε, ὁλόκληρος μὲ τὸ σῶμα τοῦ φῶς χωρὶς μορφή, χωρὶς σχῆμα καὶ ἄυλο. Καὶ τὸ μὲν σῶμα τοῦ τὸ αἰσθανόταν ὅτι ὑπάρχει, πλὴν ὅμως χωρὶς ὑλικὲς διαστάσεις καὶ σὰν πνευματικό. Αἰσθανόταν δηλαδὴ νὰ μὴν ἔχει καθόλου βάρος ἢ ὄγκο κι ἀποροῦσε βλέποντας τὸν ἑαυτό του ποὺ εἶχε σῶμα νὰ εἶναι σὰν ἀσώματος. Καὶ τὸ φῶς ποὺ λαλοῦσε μέσα του, ὅπως καὶ προηγουμένως, τοῦ ἔλεγε καὶ πάλι: «Τέτοιοι θὰ εἶναι μετὰ τὴν ἀνάσταση στὸν μέλλοντα αἰώνα ὅλοι οἱ ἅγιοι περιβλημένοι ἀσωμάτως μὲ σώματα πνευματικὰ ἢ ἐλαφρότερα καὶ λεπτότερα καὶ πιὸ αἰθέρια ἢ παχύτερα καὶ βαρύτερα καὶ πιὸ γεώδη, ἀπὸ τὰ ὁποῖα θὰ καθορισθεῖ γιὰ τὸν καθένα ἡ στάση καὶ ἡ τάξη καὶ ἡ οἰκείωση μὲ τὸ Θεό».
Αὐτὰ ὅταν ἄκουσε ὁ θεοπτικότατος καὶ θεοληπτος Συμεὼν κι ἀφοῦ εἶδε τὸ ἀνέκφραστο θεϊκὸ φῶς κι εὐχαρίστησε τὸν Θεό, ποὺ δόξασε τὸ γένος μας καὶ τὸ ἔκανε μέτοχό της θεότητας καὶ τῆς βασιλείας Του, ξαναγύρισε πάλι στὸν ἑαυτό του καὶ βρέθηκε ξανὰ μὲς στὸ κελὶ τοὺ στὴν προηγούμενη ἀνθρώπινη φυσικὴ κατάσταση. Ὅμως μὲ ὅρκους διαβεβαίωνε ἐκείνους μὲ τοὺς ὁποίους εἶχε θάρρος καὶ φανέρωνε τὰ μυστικά του, ὅτι «γιὰ πολλὲς ἡμέρες αἰσθανόμουν αὐτὴ τὴν ἐλαφρότητα τοῦ σώματος χωρὶς νὰ καταλαβαίνω καθόλου οὔτε κόπο, οὔτε πείνα, οὔτε δίψα».
Ἐπειδή, λοιπόν, μὲ αὐτὰ ἑνωνόταν μόνο μὲ τὸ Πνεῦμα κι ἦταν γεμάτος ἀπὸ τὰ θεϊκὰ χαρίσματά Του- καὶ φυσικὰ εἶχε καθαρίσει καὶ ὁ ἴδιος πλήρως τὸ νοῦ του-, ἔβλεπε ὀπτασίες καὶ φρικτὲς ἀποκαλύψεις τοῦ Κυρίου ὅπως παλαιὰ οἱ Προφῆτες. Ἔτσι, ἔχοντας ἀποστολικὴ διάνοια, ἐπειδὴ τὴν ὕπαρξή του κατηύθυνε καὶ κινοῦσε τὸ θεῖο Πνεῦμα, εἶχε καὶ τὸ χάρισμα τοῦ λόγου ποὺ ἔβγαινε ἀπὸ τὰ χείλη του καί, ἐνῶ ἦταν ὅπως κι ἐκεῖνοι ἀγράμματος, θεολόγησε καὶ μὲ τὰ θεόπνευστα συγγράμματα τοῦ διδάσκει τοὺς πιστοὺς τὴν ἀκρίβεια τῆς εὐσεβοῦς ζωῆς. Ἔχοντας ἀνέλθει σ’ ἕνα τέτοιο πνευματικὸ ἐπίπεδο, ἀρχίζει νὰ συγγράφει ἀσκητικοὺς λόγους κατὰ κεφάλαια γιὰ τὶς διάφορες ἀρετὲς καὶ τὰ πάθη ποὺ ἀντίκεινται σ’ αὐτές, ἀπὸ ὄσα αὐτὸς ἔμαθε ἀπὸ τὴν προσωπική του ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ τὴ θεία γνώση ποὺ τοῦ δόθηκε, καὶ περιγράφει μὲ ἀκρίβεια τὴ μοναχικὴ ζωὴ γιὰ ὅσους τὴν ἀσκοῦν καὶ ἔτσι γίνεται γιὰ τὸν ἰσραηλιτικὸ λαὸ τῶν μοναχῶν ποταμὸς Θεοῦ γεμάτος πνευματικὰ νερά.
Μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, στὸν ὁποῖον ὁ Θεὸς ἀποκάλυψε πῶς θὰ ἀλλάξουν τὰ ὑλικὰ σώματα καὶ θὰ ἀφθαρτοποιηθοῦν κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ! Τὸ κείμενο λήφθηκε ἀπὸ τὸ βιβλίο: "Ἅγιος Συμεὼν Ὁ Νέος Θεολόγος", ὁ βίος τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ τὸν Νικήτα Στηθάτο, κριτικὴ ἔκδοση τοῦ Ἀρχιμ Συμεὼν Κοῦτσα, Ἐκδόσεις ΑΚΡΙΤΑΣ, σέλ. 189-193.
http://salpismata.blogspot.com.eg/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου