Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΝΗΦΩΝ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ & Ο ΓΕΡΟ-ΜΟΔΕΣΤΟΣ Ο ΚΩΝΣΤΑΜΟΝΙΤΗΣ


Σὲ ἕνα ταξίδι μου, ἀντάμωσα τὸν Γερο-Μόδεστο τὸν Κωνσταμονίτη, στὸν Ἁγιογραφικὸ Οἶκο τῶν Δανιηλαίων στὰ Κατουνάκια καὶ πηγαίναμε μαζὶ νὰ ἐπισκεπτοῦμε τὸν Πνευματικὸ Ἐφραίμ. Ὁ Γερο-Μόδεστος ἔχει πρόβλημα μὲ τὰ μάτια του καὶ ὁ ἀγροτικὸς γιατρὸς τῶν Καρυῶν τὸν εἶχε ἐφοδιάσει μὲ ἕνα κολλύριο, ἀλλὰ ἐξακολουθεῖ νὰ ταλαιπωρεῖται. Κάποιος τοῦ συνέστησε νὰ πάει στὴν Θεσσαλονίκη καὶ νὰ κάνει ἐγχείρηση. Αὐτὸς ὅμως τοῦ δημιουργεῖ ἄλλο πρόβλημα συνειδησιακό. Παλιὸς Ἁγιορείτης, εἶχε νὰ βγεῖ χρόνια στὸν κόσμο.
Ἐκεῖ στὰ Κατουνάκια, συναντήσαμε ἕναν ἐξαίρετο καλλιτέχνη, ἀπὸ τοὺς τελευταίου καλοὺς ξυλόγλυπτες τοῦ Ἄθω, τὸν Γέροντα Νήφωνα, ποὺ ἔχει κοιμηθεῖ, ὅπως ἄλλωστε καὶ ὁ Γέροντας Μόδεστος. Ὁ Νήφων, ποὺ ἔμενε σὲ μία ἄθλια παράγκα, ποὺ εἶχες τὴν ἐντύπωση ὅτι θὰ τὴν ἔπαιρνε ὁ ἀγέρας, ἔκανε μεγάλες χαρές, ὅταν μᾶς εἶδε. Τὴν παράγκα του ἀποτελοῦσαν δύο δωματιάκια ὅλα-ὅλα. Στὸ ἕνα διέκρινα τὰ σύνεργα τῆς τεχνῆς του, στὸ ἄλλο -ὅπου μᾶς πέρασε, καθίσαμε ἐγὼ σὲ μία καρέκλα ποὺ ὑπῆρχε καὶ οἱ δύο Γεροντάδες στὸ κρεββάτι. Ὁ ἐρημίτης ξυλογλύπτης ἐργαζόταν τόσο ὅσο ἦταν δυνατὸ νὰ τοῦ ἐξασφαλιστοῦν τὰ στοιχειώδη γιὰ νὰ ζήσει. Ἀμέσως πῆγε στὸ διπλανὸ δωμάτιο καὶ μᾶς ἔφερε μία κούπα γλυκὸ φιστίκι μὲ δύο κουτάλια τῆς σούπας. Πήραμε λίγο, ὁπότε ἔβαλε τὶς φωνές:
-Τί εἶναι αὐτά; Ἐγὼ σᾶς ἔδωσα τὸ γλυκὸ νὰ τὸ φᾶτε ὅλο. Μοῦ περίσσεψε ἀπὸ τὴν πανήγυρη, ποὺ μοῦ τὸ ἔστειλε ἕνας ἐξάδελφός μου ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Φᾶτέ το ὅλο, νὰ φύγει ἀπὸ τὴν μέση ὁ πειρασμός.
Βέβαια, δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ κάνουμε ὑπακοή.
Ὁ Γερο-Μόδεστος ἀνέφερε στὸν Νήφωνα τοὺς προβληματισμούς του γιὰ τὰ μάτια του καὶ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ μεταβεῖ στὴν Θεσσαλονίκη γιὰ ἐγχείρησι. Εὐθὺς μόλις τὸ ἄκουσε ὁ ἐρημίτης, ἔγινε ἔξω φρενῶν.
-Δὲν ντρέπεσαι Μόδεστε; Τί εἶναι αὐτὰ ποὺ μοῦ λές, ὲσὺ παλαιὸς Ἁγιορέιτης; Ἐμεῖς ἔχομε τὴν Παναγία μας τὴν γιάτρισσα. Νὰ προσευχηθεῖς καὶ Ἐκείνη θὰ σὲ κάνει καλά!
Θὰ τοῦ τὸ εἶπε δύο-τρεῖς φορές, ὅσο διαρκοῦσε ἡ συζήτηση, καὶ τοῦ τὸ ἐπανέλαβε, ἐνῶ μᾶς κατευόδωνε. Ἀπελπισμένος ὁ Γερο-Μόδεστος, δείχνοντας τὸ κολύριο, μὲ ῥώτησε:
-Αὐτὸ τί νὰ τὸ κάνω; Νὰ τὸ πετάξω;
-Ὄχι, τοῦ ἀπάντησα. Βάζε τὸ κολλύριό σου καὶ κάνε τὴν προσευχή σου στὴν Παναγία, Γέροντα. Τὸ ἕνα δὲν ἐμποδίζει τὸ ἄλλο.
(Χατζηφώτης, 1983)
http://periagiouorous.blogspot.com.eg/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου