Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

«Κύριε, Ελέησον»


π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Αυτό το «Κύριε, Ελέησον» είναι η αρχαία κραυγή του ανθρώπου προς το Θεό των πατέρων του. Δεν είναι εφεύρεση νέα ούτε για ορισμένους. Μπορεί να λεχθεί από τον καθένα, όπου κι αν βρίσκεται, ό,τι και να  κάνει, όπως και  να νιώθει.
Είναι προσευχή δοξολογίας καθώς θαυμάζεις τη δημιουργία Του. Γίνεται προσευχή ευχαριστίας όταν νιώσεις την ανεξήγητη αγάπη Του να σ’ επισκέπτεται. Αλλά πιο πολύ γίνεται προσευχή ικεσίας, καθώς θα βιώνεις την απόγνωση, την αποτυχία, τη δυσκολία, τα αδιέξοδα.
Ποιος μπορεί να καυχηθεί πως πάντα τού έρχονταν τα γεγονότα καθώς περίμενε; Ποιος ποτέ δεν στεναχωρήθηκε, δεν πόνεσε, δεν έκλαψε; Τα των ανθρώπων συμβαίνοντα χαρακτηρίζονται από λύπη και χαρά, δάκρυ και γέλιο, πόνο και ανάπαυση. Σε κανένα ποτέ δεν κυριάρχησε μόνο το ένα.
Γνώστες οι άγιοι Πατέρες και Μητέρες μας των γνωρισμάτων του βίου, μας παρέδωσαν, μεταξύ των άλλων, και τούτη την προσευχή, τη σύντομη και δυνατή, για να στηριζόμαστε, να ενισχυόμαστε, να πορευόμαστε με τη βεβαιότητα πως δεν βαδίζουμε μόνοι. Γιατί το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» έχει δύο βασικά χαρακτηριστικά:
Πρώτο: περιέχει το όνομα του Ιησού Χριστού, Το όνομα, «το υπέρ παν όνομα», όπου «παν γόνυ κάμψει επουρανίων και επιγείων και καταχθονίων» (Φιλ.2, 9-10), που στο άκουσμά του επιτελούνται οι θεραπείες, οι νεκραναστάσεις, τα όποια θαύματα. Ένα όνομα που φανερώνει το πρόσωπο που νίκησε το θάνατο κι έγινε ο Κύριος και Θεός μας. Λέγοντάς το, ο Ιησούς Χριστός, το Θεανθρώπινο πρόσωπο, είναι παρών, όπως συμβαίνει με την αναφορά οποιουδήποτε ονόματος.
Και δεύτερο: το «Κύριε, Ελέησον» περικλείει όλα όσα θέλουμε να πούμε, ακόμα κι όσα αγνοούμε ότι χρειαζόμαστε. Περιλαμβάνει εμάς, τους οικείους μας, τον κόσμο ολόκληρο, γιατί δεν είμαστε μονάδα αποκομμένη από την ανθρωπότητα. Ανήκουμε σ’ αυτήν, συν-πάσχουμε και συν-πορευόμαστε. Έτσι η προσευχή μας γίνεται προσευχή του κόσμου, επηρεάζει τον κόσμο θετικά και ουσιαστικά.
Η σημασία της καρδιακής και σύντομης αυτής προσευχής είναι ανυπολόγιστη καθώς μαρτυρούν όσοι, παλαιότεροι και σύγχρονοι, την δοκίμασαν στην καθημερινότητά τους, πάλεψαν με τους ποικίλους λογισμούς και τις πολλές αντιξοότητες για να την εφαρμόσουν. Γιατί, πέρα  από την προσπάθεια που είναι αναγκαία να γίνει ώστε να καρποφορήσει, μας βεβαιώνουν πως πλέον η προσευχή δεν είναι καθήκον αλλά ανάγκη της ύπαρξης. Γλυκαίνεται ο νους, η καρδία, το σώμα, κι όλα αντιμετωπίζονται με συνοδοιπόρο το Πνεύμα το Άγιο. Κι ας συνεχίζουν τα προβλήματα να είναι τα ίδια κι ας μη λεν οι πειρασμοί και οι δοκιμασίες να μειωθούν. Άλλαξε η δική μας στάση.
Μακάρι τα μέσα που η εκκλησία μάς χαρίζει, όπως την προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», να τα χρησιμοποιούμε, ώστε η ειρήνη της καρδίας, η δική Του ειρήνη, όπως και η χαρά,  η δική Του χαρά και απόλαυση, να γεμίζουν την ύπαρξή μας, για να είναι η ζωή μας ωραία, ζωντανή, πρόγευση αιωνιότητας. 

http://www.isagiastriados.com/κείμενα-π-ανδρέα-αγαθοκλέους.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου