Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016

Η σιωπή σου να είναι μυστική, στην καρδιά σου..


«Η σιωπή σου να είναι μυστική, στην καρδιά σου. 
Εξωτερικά να μην φαίνεται ότι σιωπάς και το αντιλαμβάνονται οι άλλοι. Ευθύς ως ειπείς δύο τρία λόγια, συνεχίζεις μέσα σου μυστικά να στέλνεις προσευχή για όλους στον Κύριο. Να αγκαλιάζεις μυστικά στην καρδιά σου, με αγάπη, όλο το κοινόβιο.
Όλη την Εκκλησία… Να αγιάζεις τη σιωπή σου με την προσευχή, να μην είναι στείρα και άγονη» 

(Γέροντος Πορφυρίου Ανθολόγιο Συμβουλών σελ. 281)
http://theomitoros.blogspot.

Να έχουμε επίγνωση


Δεν φτάνει μόνο να βγαίνει η προσευχή από τα χείλη μας.
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να αγαπάμε Εκείνον που επικαλούμαστε. Όμως την αγάπη αυτή δεν μπορούμε να την νοιώσουμε, αν επαναλαμβάνουμε μηχανικά την προσευχή ή έστω αν αυτοσυγκεντρωνόμαστε.  Αν δεν αγωνιζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις να φυλάσσουμε τις εντολές του Κυρίου, τότε επικαλούμαστε το όνομά Του επί ματαίω. 
Όμως ο Θεός μάς λέει ξεκάθαρα ότι δεν πρέπει να προφέρουμε το όνομά Του χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος (Έξ. 20,7). Γι’ αυτό, όταν επικαλούμαστε το όνομα του Κυρίου, πρέπει να έχουμε επίγνωση όχι μόνο της παρουσίας του ζώντος Θεού, αλλά και της αληθινής σοφίας Του.

http://theomitoros.blogspot.

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ


Για τον Άγιο Μακάριο έλεγαν, πως κάποτε, καθώς πήγαινε στην εκκλησία των κελλίων για την συνήθη ακολουθία, βλέπει έξω απ' το κελλί ενός αδελφού ένα μεγάλο πλήθος από δαίμονες, που ήταν μετασχηματισμένοι, άλλοι σε γυναίκες που μιλούσαν αναίσχυντα, άλλοι σε νεαρούς με το στόμα τους όλο βρισιές, άλλοι να χορεύουν κι' άλλοι να μεταλλάζουν διάφορες μορφές και σχήματα. Ο Γέροντας που ήταν διορατικός, εστέναξε, λέγοντας: 
- Οπωσδήποτε, ο αδελφός που μένει σε τούτο το κελλί πρέπει να ζει πολύ απρόσεχτα, για να 'ναι μαζεμένα και να περικυκλώνουν το κελλί του, ασχημονώντας, τόσα πονηρά πνεύματα!

Όταν τελείωσε η ακολουθία, επιστρέφοντας, μπήκε στο κελλί εκείνου του αδελφού και του λέγει:
- Είμαι πολύ στενοχωρημένος, αδελφέ, γιατί ζω με πολλήν αμέλεια, μα έχω εμπιστοσύνη σε σένα και γνωρίζω καλά πως αν εσύ προσευχηθείς για μένα, οπωσδήποτε ο Θεός θα με ανακουφίσει από τους πονηρούς λογισμούς.

Ο μοναχός έβαλε μετάνοια στον Γέροντα και του λέγει:
- Γέροντα, εγώ δεν είμαι άξιος να προσευχηθώ για σένα.
Μα ο Γέροντας επέμενε, παρακαλώντας τον και λέγοντάς του:
- Δεν φεύγω από 'δω, αν δεν μου δώσεις τον λόγο σου, πως κάθε νύχτα θα κάνεις μια προσευχή για μένα.
Ο αδελφός υπάκουσε στην εντολή του Γέροντα. Κι' αυτή την εντολή βέβαια, την έδωκε ο Γέροντας, θέλοντας να δώσει στον μοναχό μια αφορμή για ν' αρχίσει να προσεύχεται τις νύχτες.

Σηκώθηκε, λοιπόν, ο μοναχός την νύχτα και έκαμε την προσευχή για τον Γέροντα. Κι' όταν την τελείωσε, ένοιωσε τέτοια κατάνυξη, που συλλογίστηκε μέσα του: «δυστυχισμένη μου ψυχή! Για έναν τόσο καλό Γέροντα προσευχήθηκες και για σένα την ίδια δεν προσεύχεσαι;». Και έτσι, έκαμε και για τον εαυτό του μια μεγάλη προσευχή. Και με αυτό τον τρόπο πέρασε μια εβδομάδα, δηλαδή κάθε βράδυ έκαμνε μια προσευχή για τον Γέροντα και μια για τον εαυτόν του.

Την Κυριακή πηγαίνοντας πάλι προς την εκκλησία ο αββάς Μακάριος, ξαναβλέπει τους δαίμονες έξω απ' το κελλί του μοναχού να στέκουν πολύ στενοχωρημένοι. Κι' ο Γέροντας ικανοποιήθηκε, γνωρίζοντας πως οι δαίμονες στενοχωρήθηκαν εξ' αιτίας της προσευχής του αδελφού. Κι' όταν, επιστρέφοντας, μπήκε χαρούμενος στο κελλί του μοναχού, του λέγει:
- Κάμε μου τη χάρη, αδελφέ, και πρόσθεσε άλλη μια προσευχή τη νύχτα για μένα.

Κι' όταν, την ερχόμενη νύχτα, έκαμε ο αδελφός τις δυό προσευχές για τον Γέροντα, πάλι ένοιωσε μεγάλο κύμα κατανύξεως μέσα του, και λέει με τον νου του: «αχ, ταλαίπωρη ψυχή μου! Δεν προσθέτεις και για τον εαυτό σου άλλη μια προσευχή, που τόσον έχεις ανάγκη;» Και με αυτό τον τρόπο, δηλαδή με τέσσερις προσευχές κάθε νύχτα, πέρασε άλλη μια εβδομάδα.

Την άλλη Κυριακή ο Γέροντας περνώντας, πάλι είδε τους δαίμονες στενοχωρημένους και σιωπηλούς, και ευχαρίστησε τον Θεό. Κι' όταν μπήκε πάλι στο κελλί του μοναχού, τον παρακάλεσε να προσθέσει άλλη μια προσευχή για εκείνον, κάθε νύχτα. Και ο μοναχός πρόσθεσε και άλλη μια προσευχή για τον εαυτό του και έτσι τις έκανε έξι τις προσευχές για κάθε νύχτα του.

Όταν πια την άλλη Κυριακή, ξανάρθε ο Γέροντας να δει τον μοναχό, οι δαίμονες θύμωσαν πολύ μαζί του και άρχισαν να τον βρίζουν, γιατί έβλεπαν στενοχωρημένοι την σωτηρία του μοναχού. Τότε ο αββάς Μακάριος εδόξασε τον Θεό για την προκοπή του αδελφού και αφού τον παρακάλεσε να μην αμελεί μα να προσεύχεται χωρίς διακοπή, τον άφησε και έφυγε για το κελλί του. Τότε και οι δαίμονες, βλέποντας την προθυμία και την προσοχή που έβαλε ο νέος μοναχός στην προσευχή του, με την χάρη του Χριστού, έφυγαν εντελώς απ' το κελλί του.-

http://theomitoros.blogspot.

Ἡ ὁδὸς πρὸς τὰ ἔσω



Τατάκης Βασίλειος
«Ἀλλ' ἡμῖν μέν, διὰ τὸ πτωχὴν εἶναι τοῦ καλοῦ, ἡ φύσις ἀεὶ πρὸς τὸ ἐνδέον ἵεται, καὶ ἡ τοῦ λείποντος ἔφεσις αὕτη ἐστὶν ἡ ἐπιθυμητικὴ τῆς φύσεως ἡμῶν διάθεσις.» 
(Γρηγ. Νύσσης, περὶ ψυχῆς καὶ ἀναστάσεως, Ἑλλην. Πατρολογία 46, 92 C).

Τὸ σύντομο τοῦτο χωρίο περιέχει βαθυστόχαστη διάγνωση τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου. Ἂς τὴν προσέξωμε. Εἶναι ἀπαύγασμα στροφῆς πρὸς τὰ ἔσω. Ἐπειδή, λέγει, ἡ φύσις μας εἶναι «πτωχή τοῦ καλοῦ», γιὰ τοῦτο ρίχνεται μὲ ὁρμὴ πάντα πρὸς αὐτὸ ποὺ τῆς λείπει, πρὸς τὸ καλὸ δηλαδή. Ἀφοῦ εἶναι ἔτσι, ἡ ἐπιθυμητικὴ διάθεση τῆς φύσεώς μας, περιεχόμενο καὶ στόχο της ἔχει τὴν ἔφεση ἐκείνου ποὺ λείπει.

Τὸ «πτωχήν τοῦ καλοῦ» δὲν ἀποτελεῖ ἁπλῶς διαπίστωση τοῦ γεγονότος, ἀλλὰ προϋποθέτει καὶ ὅτι ἡ φύση τοῦ ἀνθρώπου ἔχει συνείδηση τῆς «πτωχείας» της. Αὐτὰ σημαίνουν ἀκόμη ὅτι «τὸ καλὸν» οὐσιώνει τὸν ἄνθρωπο, αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν πλήρωση τῆς φύσεώς του. Γιὰ τοῦτο ὁ ἄνθρωπος, θηρευτὴς τοῦ καλοῦ, φέρεται πάντα μὲ ὁρμὴ πρὸς αὐτό. Τὸ κατακτᾶ ὅμως πάντα μὲ τρόπο ἐλλιπῆ.

Ἔτσι ἡ πορεία γιὰ τὴν ἱκανοποίηση τῆς πτωχείας γίνεται ἄσωστη∙ τὸ «καλὸν» μένει πάντα ἀνέφικτο στὴν πληρότητά του γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ὡστόσο ἡ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου παίρνει τὸ σωστὸ νόημά της, ὅσο ἡ ἐπιθυμητικὴ του διάθεση ἐκφράζει τὴν ἔφεση πρὸς τὸ καλό, πού, τὴν ἴδια ὥρα ποὺ τὸ γεύεται ὁ ἄνθρωπος, αἰσθάνεται καὶ ὅτι τοῦ λείπει.

Ἔχομε ἐδῶ μεταφυσικὴ θεμελίωση τῆς πνευματικῆς φύσης τοῦ ἀνθρώπου. Ρίζα καὶ οὐσία της, ἡ ἔφεση τοῦ καλοῦ. Καὶ ἀφοῦ πρόκειται γιὰ ἔφεση ἐκείνου ποὺ μᾶς λείπει, ἡ μεταφυσικὴ θεμελίωση στηρίζεται στὴ γόνιμη αἴσθηση τῆς ἔνδειάς μας. Ἡ συνείδηση τῆς φτώχειάς του ὡς πρὸς τὸ « καλὸν », αὐτὴ καὶ μόνο αὐτὴ οἰστρηλάτει τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὴν θήρα «τοῦ ἀεὶ λείποντος». Ἔτσι ἡ εὐλογημένη ἔνδεια ἀνοίγει τὸ δρόμο πρὸς τὴν θέωση. Ἀποπειρᾶται ὁ ἄνθρωπος νὰ μοιάση τὸν Θεό, ποὺ εἶναι τὸ «Αὐτόκαλον», τὸ «Αὐτοάγαθον».

Ἄν, ὕστερα ἀπὸ αὐτὰ στραφοῦμε πρὸς τὸν σημερινὸ ἄνθρωπο, δὲν εἶναι δύσκολο νὰ διαπιστώσωμε, ὅτι εἶναι βυθισμένος κυρίως στὴν ἔρευνα τῶν ἀντικειμένων καὶ τὴν ἐπινόηση τεχνικῶν μέσων καὶ γιὰ τὴν ἔρευνα καὶ γιὰ τὴν ἱκανοποίηση ἐπιθυμιῶν. Ἐπιθυμιῶν ποὺ δὲν ἔχουν στόχο τους «τὸ καλόν», ἀλλὰ τὴν εὐημερία του. Εἶναι σήμερα ὁ ἄνθρωπος κυρίως ἕνας λαμπρὸς θηρευτὴς τῆς εὐημερίας. Τοῦ λείπει ἡ στροφὴ πρὸς τὰ ἔσω, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ μεταφυσικὴ σύλληψη τῆς φύσεώς του ὡς ἔνδειας τοῦ καλοῦ. Τοῦ λείπει λοιπὸν τὸ οὐσιωδέστερο στοιχεῖο γιὰ τὴ σωστὴ πραγμάτωση τῆς πνευματικῆς του φύσης. Γιὰ νὰ ξεφύγη ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸ πέλαγος, ἀπὸ τὸ χάος καλύτερα τοῦ μηδενισμοῦ στὸ ὁποῖο, παρ' ὅλη τὴν ἐπιστημοσύνη του, τὸν ὁδηγεῖ ἡ ἀβασάνιστη θήρα τῆς εὐημερίας, εἶναι ἀνάγκη νὰ στραφῆ πάλι πρὸς τὰ ἔσω καὶ νὰ ἀνακάλυψη τὸ μεταφυσικὸ βάθος τῆς φύσεώς του, νὰ ξαναβρῆ τὸν οἶστρο πρὸς «τὸ καλόν», ποὺ ἐξαγνίζει καὶ σώζει. Θὰ βροῦν τότε δικαίωση καὶ ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ τεχνολογία, θὰ ξαναζήση ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του ὡς μεταφυσικὴ συνείδηση καὶ ὄχι ὡς ὑπερβατικὸ λόγο, ὅπως ἤθελεν ὁ Κάντ∙ θὰ λάμψη πάλι μέσα του τὸ φῶς τῆς πνευματικότητάς του.

Ἄς μοῦ ἐπιτραπῆ νὰ τονίσω ὅτι κύριο ἔργο της πρέπει νὰ θεωρῆ ἡ φιλοσοφία, νὰ ἀποδεσμεύη τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ ἐπιτεύγματά του, νὰ τὸν καθιστᾶ ἐλεύθερο καὶ ἀνεξάρτητο ἀπὸ αὐτά, ρυθμιστὴ τῆς πνευματικῆς του πορείας. Μόνο ἔτσι ἑτοιμάζεται ὁ ἄνθρωπος νὰ συλλάβη τὸ μεταφυσικὸ βάθος τοῦ εἶναι του. Τὸ ἴδιο πρᾶγμα μὲ τὸν δικό του τρόπο ἐτόνισεν ὁ μεγάλος ἀτομικὸς ἐπιστήμων Ὀππενχάϊμερ: «Μᾶς χρειάζονται», εἶπε, «φιλόσοφοι καὶ ὄχι ἐπιστήμονες. Ἡ ἀλήθεια ἀνήκει στὴν σοφία καὶ ὄχι στὴν ἐπιστήμη.»

http://theomitoros.blogspot.

Από το βόλεμα στην ανακάλυψη της αληθινή ζωής.


Πόσο ζηλεύω τις πέστροφες. Που δε λογαριάζουν την ορμή του νερού και κολυμπούν κόντρα στο ρεύμα...
Άραγε, πόσες φορές κάναμε και εμείς κάτι αντίστοιχο στη ζωή μας; Πόσες φορές αποφασίσαμε να ξεφύγουμε απ'το βόλεμα της καθημερινότητας; Απ'την απίστευτα στείρα ρουτίνα μας; Πόσες φορές προσπαθήσαμε να μιλήσουμε ειλικρινά στο Θεό; 

Αυτό ζηλεύω: την αληθινή ζωή. Αυτό επιθυμώ: το γνήσιο βίωμα. Να είμαι αληθινός όσο και αν μου κοστίζει. Όσο και αν οι περιστάσεις δεν ανέχονται κάτι το διαφορετικό. Κι όλο αυτό, μυστικά...
Δύσκολο, μα αξίζει. Να κάνω ό,τι μπορώ για να στεριώσω σε μια σχεδία στη θάλασσα των πειρασμών. Να αγαπώ ανυπόκριτα, άδολα, ειλικρινά. Απροϋπόθετα. Λέξεις με τόση βαρύτητα. 
Καιρός να περάσουμε απ'τη θεωρία στην πράξη. Καιρός να δείξουμε ότι με το Θεό βοηθό μπορούμε να κινήσουμε για την ανακάλυψη της αληθινής ζωής.

http://theomitoros.blogspot.hu

«Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι».


 Σήμερα υπάρχουν λίγοι μόνο γέροντες πού γνωρίζουν τήν αγάπη του Κυρίου για μας καί γνωρίζουν τον αγώνα εναντίον των εχθρών και ότι οι εχθροί κατατροπώνονται μόνο με τήν κατά Χριστόν ταπείνωση.
Τόσο αγαπά ο Κύριος τον άνθρωπο, που του δίνει πλούσια τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Μέχρις ότου, όμως, μάθει η ψυχή να διατηρεί τη χάρη, θα βασανίζεται για πολύ.

Τον πρώτο καιρό μετά τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος σκέφθηκα: Ο Κύριος μου συγχώρεσε τις αμαρτίες μου, το μαρτυρεί μέσα μου η χάρη. Τι μου χρειάζεται, λοιπόν, περισσότερο; 
Δεν πρέπει, όμως, να σκεφτόμαστε έτσι. Παρότι μας συγχωρούνται οι αμαρτίες, εν τούτοις πρέπει να τις θυμόμαστε σε όλη τη ζωή μας και να θλιβόμαστε γι΄ αυτές, για να διατηρούμε τη συντριβή της καρδιάς. Εγώ δεν το γνώριζα αυτό και έπαυσα να έχω συντριβή και υπέφερα πολλά από τους δαίμονες. Και απορούσα, τι συμβαίνει με μένα. Η ψυχή μου γνωρίζει τον Κύριο και την αγάπη Του· τότε πώς μου έρχονται κακοί λογισμοί; Αλλά ο Κύριος με σπλαγχνίστηκε και με δίδαξε ο Ίδιος πώς πρέπει να ταπεινώνομαι: «Κράτα το νου σου στον Άδη και μην απελπίζεσαι».
Με τον τρόπο αυτό νικώνται οι εχθροί. Όταν, όμως, ο νους μου λησμονεί το πυρ του άδη, τότε οι λογισμοί αποκτούν και πάλι δύναμη.

 Όποιος έχασε τη χάρη, όπως εγώ, αυτός ας πολεμά με γενναιότητα τους δαίμονες. Γνώριζε πώς εσύ ο ίδιος είσαι ο ένοχος: έπεσες στην υπερηφάνεια και τη ματαιοδοξία. Όμως, ο πολυέλεος Κύριος σε αφήνεις να μάθεις τι σημαίνει να ζεις με το Άγιο Πνεύμα και τι σημαίνει να βρίσκεσαι σε πόλεμο με τους δαίμονες. Έτσι, η ψυχή βλέπει εκ πείρας πόσο ολέθρια είναι η υπερηφάνεια και αποφεύγει τη ματαιοδοξία και τους ανθρώπινους επαίνους και διώχνει τους υπερήφανους λογισμούς. Τότε η ψυχή αρχίζει να γίνεται καλά και μαθαίνει να διατηρεί τη χάρη. Πώς θα καταλάβεις αν η ψυχή είναι υγιής ή άρρωστη; Η άρρωστη ψυχή είναι υπεροπτική, ενώ η υγιής ψυχή αγαπά την ταπείνωση, όπως τη δίδαξε το Άγιο Πνεύμα, και όσο δεν γνωρίζει ακόμη αυτή τη Θεία ταπείνωση πρέπει να θεωρεί τον εαυτό της χειρότερο απ΄ όλους.

… «Εσύ, Κύριε, μου δείχνεις τη δόξα Σου, γιατί αγαπάς το πλάσμα σου. Σε μένα, όμως, δώσε δάκρυα κατανύξεως και τη δύναμη να Σε ευχαριστώ. Σε Σένα βέβαια αρμόζει δόξα στον ουρανό και στη γη, σε μένα, όμως, ταιριάζουν δάκρυα για τις αμαρτίες μου»…

… Ο Κύριος με λυπήθηκε πολύ και μου έδωσε να καταλάβω ότι πρέπει να κλαίω σε όλη μου τη ζωή. Αυτή είναι η οδός του Κυρίου. Και τα γράφω αυτά τώρα από πόνο για τους ανθρώπους, πού, όπως κι εγώ, είναι υπερήφανοι και γι΄ αυτό πάσχουν. Τα γράφω, για να μάθουν την ταπείνωση και να βρουν ανάπαυση εν τω Θεώ…

Είναι μεγάλο αγαθό να μάθει κάποιος την κατά Χριστόν ταπείνωση. Με αυτή γίνεται εύκολη και ευχάριστη η ζωή και όλα γίνονται αγαπητά στην καρδιά. Μόνο στους ταπεινούς εμφανίζεται ο Κύριος εν Πνεύματι Αγίω και αν δεν ταπεινωθούμε, δεν θα δούμε τον Θεό. Η ταπείνωση είναι το φως, μέσα στο οποίο μπορούμε να δούμε τον Θεό-Φως, όπως ψάλλεται: «Εν τω φωτί Σου οψόμεθα φως».

Ο Κύριος με δίδαξε να κρατώ το νου μου στον άδη, και να μην απελπίζομαι. Με τον τρόπο αυτόν ταπεινώνεται η ψυχή μου, αλλ΄ αυτό δεν είναι ακόμη η αληθινή κατά Χριστόν ταπείνωση, που είναι απερίγραπτη…
… Ω, προσευχηθείτε για μένα όλοι οι Άγιοι, για να μάθει η ψυχή μου την ταπείνωση του Χριστού. Τη διψά η ψυχή μου, αλλά δεν κατορθώνω να την αποκτήσω και την ζητώ με δάκρυα, σαν το παιδί που ζητά τη μητέρα του, όταν τη χάσει.
«Πού είσαι, Κύριέ μου; Κρύφτηκες από την ψυχή μου και Σε ζητώ με δάκρυα»…

… Πρέπει να υπομείνεις πολλούς κόπους και να χύσης πολλά δάκρυα, για να διατηρήσεις το πνεύμα ταπεινωμένο κατά Χριστόν. Χωρίς αυτό σβήνει το φως της ζωής στην ψυχή και αυτή πεθαίνει.

Μπορείς σε σύντομο χρονικό διάστημα να αποξηράνεις το σώμα με τη νηστεία. Να ταπεινώσεις όμως την ψυχή έτσι, που να μένει συνεχώς ταπεινή, αυτό ούτε εύκολο είναι ούτε σύντομα έρχεται. Η οσία Μαρία η Αιγύπτια πάλευε δεκαεπτά χρόνια με τα πάθη, σαν με άγρια θηρία, και μόνο τότε βρήκε ανάπαυση. Και όμως το σώμα της μαράθηκε σε λίγο χρόνο, γιατί στην έρημο δεν υπάρχει πολλή τροφή…

… Ποθεί η ψυχή μου να δει τον Κύριο και διψά γι΄ Αυτόν με ταπείνωση, γιατί είναι ανάξια για τέτοιο μεγάλο αγαθό.

Η υπερηφάνεια εμποδίζει την ψυχή να μπει στο δρόμο της πίστεως. Στον άπιστο δίνω αυτή τη συμβουλή. Ας πει: «Κύριε, αν υπάρχεις, φώτισέ με και θα Σε υπηρετήσω με όλη την καρδιά μου και με όλη τήν ψυχή μου». Και ο Κύριος οπωσδήποτε θα φωτίσει μια τέτοια ταπεινή σκέψη και προθυμία για την υπηρεσία του Θεού. Δεν πρέπει, όμως, να λέει: «Αν υπάρχεις, τότε παίδεψέ με», γιατί αν έρθει η τιμωρία, είναι δυνατό να μη βρεις τη δύναμη να ευχαριστήσεις τον Θεό και να μετανοήσεις…

… Για να σωθείς, είναι ανάγκη να ταπεινωθείς. Γιατί τον υπερήφανο, και με τη βία να τον βάλεις στον παράδεισο, κι εκεί δεν θα βρει ανάπαυση, γιατί δεν θα είναι ικανοποιημένος και θα λέει: «Γιατί δεν είμαι εγώ στην πρώτη θέση;» Αντίθετα, η ταπεινή ψυχή είναι γεμάτη αγάπη και δεν επιδιώκει πρωτεία, αλλά επιθυμεί για όλους το καλό και είναι ευχαριστημένη με όλα.

… Ο κενόδοξος ή φοβάται τους δαίμονες ή γίνεται όμοιος με αυτούς. Δεν πρέπει, όμως, να φοβόμαστε τους δαίμονες, αλλά πρέπει να φοβόμαστε την κενοδοξία και την υπερηφάνεια, γιατί προκαλούν την απώλεια της χάριτος…

… Ο Κύριος μας αγαπά πολύ. Και, όμως, εμείς πέφτομε σε αμαρτίες, γιατί δεν έχουμε ταπείνωση. Για να διαφυλάξεις την ταπείνωση, πρέπει να νεκρώσεις τη σάρκα και να δεχτείς το Πνεύμα του Χριστού. Οι Άγιοι είχαν ισχυρό πόλεμο με τους δαίμονες και νίκησαν με την ταπείνωση, την προσευχή και τη νηστεία.
Όποιος ταπείνωσε τον εαυτό του, αυτός νίκησε τους εχθρούς.

… Τι πρέπει να κάνει κάποιος, για να έχει ειρήνη στην ψυχή και το σώμα;
Πρέπει ν΄ αγαπά όλους τους ανθρώπους, όπως τον εαυτό του, και να είναι κάθε ώρα έτοιμος για το θάνατο. Όταν η ψυχή θυμάται το θάνατο, ταπεινώνεται και παραδίνεται ολόκληρη στο θέλημα του Θεού και επιθυμεί να έχει ειρήνη με όλους και να τους αγαπά όλους.

Όταν έρθει στην ψυχή η ειρήνη του Χριστού, τότε είναι ευχαριστημένη να κάθεται, όπως ο Ιώβ, στην κοπριά και χαίρεται που βλέπει τους άλλους δοξασμένους και η ίδια είναι η πιο ασήμαντη από όλους. Το μυστήριο της κατά Χριστόν ταπεινώσεως είναι μεγάλο και άρρητο. Η ψυχή που αγαπά, επιθυμεί για κάθε άνθρωπο περισσότερα αγαθά παρά για τον εαυτό της, και χαίρεται να βλέπει τους άλλους να είναι πιο ευτυχισμένοι από την ίδια και θλίβεται, όταν τους βλέπει να βασανίζονται…

… Ο Κύριος αγαπά τους ανθρώπους. Εν τούτοις παραχωρεί τις θλίψεις, για να γνωρίσουν οι άνθρωποι την αδυναμία τους και να ταπεινωθούν και με την ταπείνωση να λάβουν το Άγιο Πνεύμα. Με το Άγιο Πνεύμα όλα γίνονται ωραία, χαρούμενα, υπέροχα…

… Λες: Με βρήκαν πολλές συμφορές. Εγώ, όμως, θα σου πω –μάλλον ο Κύριος ο Ίδιος λέει: Ταπεινώσου και θα δεις πώς όλες οι συμφορές σου θα μετατραπούν σε ανάπαυση, έτσι πού συ ο ίδιος έκπληκτος θα λες: Γιατί λοιπόν πριν βασανιζόμουν και στενοχωριόμουν τόσο; Τώρα, όμως, χαίρεσαι, γιατί έχεις ταπεινωθεί και ήρθε η χάρη του Θεού. Τώρα, και αν ακόμη μείνεις μόνο εσύ φτωχός στον κόσμο, δεν θα σε εγκαταλείψει η χαρά, γιατί δέχθηκες στην ψυχή σου τήν ειρήνη εκείνη, για τήν οποία λέει ο Κύριος: «Ειρήνην τήν Εμήν δίδωμι υμίν». Έτσι δίνει ο Κύριος σε κάθε ταπεινή ψυχή τήν ειρήνη Του, που ξεπερνά τον ανθρώπινο νου.

Ο Κύριος δεν εμφανίζεται στην υπερήφανη ψυχή. Η υπερήφανη ψυχή, ακόμη και αν μελετήσει όλα τα βιβλία, ποτέ δεν θα γνωρίσει τον Κύριο, γιατί με τήν υπεροψία της δεν αφήνει μέσα της χώρο για τη χάρη του Αγίου Πνεύματος –και ο Κύριος γνωρίζεται μόνο με το Άγιο Πνεύμα.

… Αν ήμασταν ταπεινοί, ο Κύριος από αγάπη θα μας αποκάλυπτε όλα τα μυστήρια. Αλλά η συμφορά μας είναι πώς δεν είμαστε ταπεινοί, υπερηφανευόμαστε και είμαστε ματαιόδοξοι για κάθε τι ασήμαντο κι έτσι βασανίζουμε τον εαυτό μας και τους άλλους…

… Είναι αξιολύπητοι οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουν τον Θεό, και πονώ γι΄ αυτούς. Υπερηφανεύονται, γιατί πετούν· αλλά τί το αξιοθαύμαστο; Και τα πουλιά πετούν, και δοξάζουν τον Θεό. Καί, όμως, ο άνθρωπος, το κτίσμα του Θεού, εγκαταλείπει τον Κτίστη. Αλλά σκέψου, πώς θα σταθείς στην Φοβερή Κρίση του Θεού; Πού θα πορευθείς ή πού θα κρυφτείς από το Πρόσωπο του Θεού;…

… Υπάρχουν πολλά είδη ταπεινώσεως. Ο ένας είναι υπάκουος και μέμφεται για όλα τον εαυτό του, και αυτό είναι ταπείνωση. Ο άλλος μετανοεί για τις αμαρτίες του και θεωρεί τον εαυτό του βδέλυγμα ενώπιον του Κυρίου, και αυτό είναι ταπείνωση. Άλλη ταπείνωση, όμως, έχει εκείνος που γνώρισε τον Κύριο με το Πνεύμα το Άγιο· εκείνος έχει άλλη γνώση και άλλη γεύση.

Όταν η ψυχή δει με το Άγιο Πνεύμα τον Κύριο, πόσο πράος και ταπεινός είναι, τότε ταπεινώνεται και η ίδια τελείως. Και η ταπείνωση αυτή είναι εντελώς ιδιαίτερη· κανένας δεν μπορεί να την περιγράψει, και γνωρίζεται μόνο εν Πνεύματι Αγίω. Κι αν οι άνθρωποι γνώριζαν εν Πνεύματι Αγίω ποιος είναι ο Κύριός μας, τότε όλοι θα άλλαζαν: οι πλούσιοι θα εγκατέλειπαν τα πλούτη τους, οι επιστήμονες τις επιστήμες τους, οι κυβερνήτες τη δόξα και την εξουσία τους και θα γινόταν όλοι ταπεινοί, θα ζούσαν με μεγάλη ειρήνη και αγάπη και θα βασίλευε μεγάλη χαρά στη γη…
… Κύριε , δώσε να γνωρίσουν όλοι οι λαοί της γης πόσο μας αγαπάς και ποια θαυμαστή ζωή χαρίζεις σε όσους πιστεύουν σε Σένα.

Από το βιβλίο "Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης", Αρχιμ.Σωφρόνιου (Σαχάρωφ), σ.370-384.
https://proskynitis.blogspot.hu

Η δικαιοκρισία του Θεού


Γλυκύτητα και σοφία στάζουν τα λόγια σου, του είπανε με θαυμασμό οι συνομιλητές του. Πόσο αληθινός είναι ο λόγος του Χριστού, «εάν μείνητε εν εμοί και τα ρήματά μου εν υμίν μείνη»! Κι εσύ λοιπόν, πάτερ, μένοντας ενωμένος όλος μ’ Εκείνον, λαλείς και τα δικά Του λόγια.

Γι’ αυτό απάντησέ μας σε τούτο, που μας έρχεται φυσιολογικά στο νου μετά απ’ όσα είπες: Πώς συμβαίνει να μπαίνουν κάποτε σε πλοίο πολλοί άνθρωποι, από διαφορετικά μέρη, και σε μία τρικυμία να πνίγονται όλοι; Σε μια τέτοια περίπτωση, είναι σ’ όλους ανεξαιρέτως προορισμένο ένα τόσο αξιοθρήνητο τέλος;

-Πολύ ψηλά στοχεύετε! τους είπε ο όσιος. Αυτά μόνο ο Θεός τα ξέρει και το Πνεύμα Του το Άγιο. Με τη βοήθειά Του όμως, θα σας διηγηθώ ακόμα κάτι σχετικό.

Και άρχισε να τους διηγείται για κάποιον καραβοκύρη, που τον έλεγαν Θεόγνωστο. Αυτός είχε ένα πλοίο μεγάλο, με πλήρωμα ίσαμε τριάντα άντρες. Μετέφεραν εμπορεύματα και ταξιδιώτες, κι έκαναν, γενικά όλες τις δουλειές των ναυτικών. Έκαναν όμως και πολλές παρανομίες , που δεν άρεσαν στο Θεό. Νέρωναν τα κρασιά, νόθευαν τ’ άλλα εμπορεύματα, συχνά μάλιστα δεν δίσταζαν, αν έπαιρναν είδηση πως ταξίδευε με το πλοίο τους κανένας πλούσιος, να τον ληστέψουν και να τον πετάξουν στη θάλασσα! Τόσο αθεόφοβοι και ανάλγητοι ήταν.

Μονάχα ένας τους, μόλις τελείωνε η παράνομη επιχείρηση, μετάνιωνε και στέναζε για το κακό που έκανε. Κι αυτός όμως μόνο για λίγο. Σαν έφτανε η στιγμή της μοιρασιάς του βρώμικου κέρδους, ξεχνούσε τις τύψεις του κι έτρεχε να πάρει το μερίδιό του. Δεν μπορούσε ,βλέπετε, να ξεπεράσει την άθλια συνήθεια.

Ο φιλάνθρωπος, που περιμένει όλων τη μετάνοια, πρόσμενε και τη δική τους. Μα ο πονηρός διάβολος δεν χόρταινε με τόσα και τόσα που έκαναν. Τους παρακινούσε όλο και σε χειρότερα.

Αφού πια είδε ο Θεός πως όχι μόνο δεν σταματάνε τις παρανομίες αλλά μηχανεύονται χειρότερες, ανάβοντας φωτιές στα κεφάλια τους, αποφάσισε να τους θανατώσει το συντομότερο. Κι αυτό βέβαια από φιλανθρωπία ,για να μην αυξήσουν τις αμαρτίες τους πάνω στη γη, και προξενήσουν έτσι αργότερα σκληρότερη τιμωρία στις ψυχές τους.

Μια μέρα λοιπόν έπιασαν το λιμάνι του Σέριδου. Πούλησαν εκεί το φόρτωμα του πλοίου τους με μεγάλο κέρδος και κίνησαν πάλι για τα σπίτια τους. Σαν έφτασαν στον τόπο τους, τράβηξαν το πλοίο στη στεριά , για να κάνουν τις συνηθισμένες μικροεπισκευές, που γίνονται μετά από κάθε μεγάλο ταξίδι.

Όταν όλα ήταν έτοιμα, ειδοποιήθηκαν μεταξύ τους ότι θα έφευγαν για τη Βασιλεύουσα. Ένας όμως – ήταν εκείνος που ελεγχόταν λιγάκι από τη συνείδησή του μετά από κάθε παρανομία- δεν ήθελε αυτή τη φορά να μπαρκάρει μαζί τους , επειδή η γυναίκα του πριν από τρεις μήνες του είχε χαρίσει γιο, κι έπρεπε  να τον βαφτίσει. Μα οι σύντροφοί του τον πίεζαν αφόρητα , γιατί ήταν απαραίτητος ένας ακόμη άνθρωπος στο πλοίο. Αναγκάστηκε τότε να πληρώσει άλλον ναύτη, για να μπαρκάρει στη θέση του.

Έτσι σαλπάρανε.

Καθώς ταξίδευαν στο πέλαγος, ακούστηκε ξάφνου από ψηλά μία φοβερή βροντή. Τρομοκρατημένοι συνέχισαν την πορεία τους. Μέσ’ από τη βροντή όμως λες και ξεπήδησε αμέσως ένα τεράστιο ραβδί , που χτύπησε με τόση δύναμη το πλοίο , ώστε μεμιάς το τσάκισε και το βούλιαξε αύτανδρο!

Πνίγηκαν όλοι, εκτός από έναν: τον μισθωτό ναύτη, που – θαυμαστό!- άρπαξε μια σανίδα και σώθηκε. Αυτός ήταν που διηγήθηκε μετά το πώς χάθηκε το καράβι.

Το απίστευτο – και όμως αληθινό – είναι ότι την ώρα ακριβώς που πνίγηκαν οι ναυτικοί , έπεσε νεκρός κι ο σύντροφός τους , που είχε μείνει πίσω για να βαφτίσει το παιδί του. Ξεψύχησε αναπάντεχα , στα καλά καθούμενα ,ενώ έτρωγε κι έπινε μαζί με μερικούς φίλους του!

–      Τί να σκεφτούμε τώρα για όλ’ αυτά; Ρώτησε τους ακροατές του ο δίκαιος Νήφων. Γιατί χάθηκαν όλοι μονομιάς; Νομίζω πως είναι φανερό: Οι ναυτικοί καταδικάστηκαν από το Θεό γιατί δούλευαν συνειδητά και αμετανόητα στην αμαρτία. Και επειδή παρανομούσαν όλοι μαζί , γι’ αυτό πνίγηκαν έτσι φρικτά όλοι μαζί. Αυτός πάλι που πέθανε στο σπίτι του, ήταν επειδή έδειχνε λίγη μετάνοια. Να γιατί ξεψύχησε τουλάχιστον στη στεριά και κοντά στους δικούς του . Η δικαιοκρισία του Θεού δεν τον άφηνε να πνιγεί μαζί με τους υπόλοιπους , αφού είχε λίγη μεταμέλεια. Αυτή βέβαια , δεν ήταν αρκετή για να του εξασφαλίσει τη σωτηρία. Του εξασφάλισε όμως έναν καλύτερο θάνατο. Και το σώμα του αξιώθηκε να ταφεί στη γη, αντί να χαθεί στα βάθη της θάλασσας. Όσο για τον μισθωτό ναύτη που σώθηκε με τη σανίδα , ο Θεός έκρινε ότι δεν είχε τίποτα κοινό με τους άλλους στην παρανομία. Γι’ αυτό και τον απάλλαξε από την καταδίκη τους… Λοιπόν, παιδιά μου, ας αποφεύγουμε την αμαρτία, που τόσες οδύνες προξενεί και κανένα καλό δεν φέρνει. Πόσο πόνο, πόσο θρήνο και τί πέλαγος συμφορών γέννησε και γεννάει στο γένος των ανθρώπων!…

–      Όμως, πάτερ, του παρατήρησαν οι χριστιανοί, δεν έδωσες απόκριση σ’ εκείνο ακριβώς που ρωτήσαμε την αγιωσύνη σου: Πώς δηλαδή , εξηγείται, να μπαίνουν στο ίδιο πλοίο άνθρωποι από διαφορετικούς τόπους, και να πνίγονται όλοι;

–      Άνθρωπος που δεν είναι ένοχος για κάτι, σπάνια θα πνιγεί στη θάλασσα, απάντησε ο όσιος. Συχνά, βέβαια, γλυτώνουν τον πνιγμό και πολλοί αμαρτωλοί, που κινδυνεύουν ή και ναυαγούν στα πέλαγα. Τα οικονομεί έτσι ο Θεός , ώστε, ξεφεύγοντας το θάνατο, να έρθουν σε συναίσθηση των αμαρτιών τους και να μετανοήσουν. Άλλες φορές πάλι ο πανούργος διάβολος  υπολογίζει, από διάφορες εξωτερικές ενδείξεις, ότι πλησιάζει το τέλος ενός ανθρώπου. Και τότε αγωνίζεται να τον θανατώσει μια ώρα αρχήτερα και με τρόπο βίαιο – είτε πνίγοντάς τον σε πηγάδια, είτε ρίχνοντάς τον σε γκρεμό, είτε ερεθίζοντας θηρία να τον κατασπαράξουν είτε βάζοντας άλλους ανθρώπους για να τον σκοτώσουν με γρονθοκόπημα ή πετροβόλημα ή δηλητήριο κ.ο.κ. Και όλ’ αυτά τα κάνει ο σατανάς μαζί με τους υπηρέτες του- πάντα, βέβαια , με παραχώρηση του Θεού- για να καυχηθεί , ο ανόητος, πως είναι κύριος του θανάτου των ανθρώπων…

Από το βιβλίο: «ΕΝΑΣ ΑΣΚΗΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ
ΟΣΙΟΣ ΝΗΦΩΝ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΝΗΣ»
http://www.vimaorthodoxias.gr

O Άγγελος τού σπιτιού


Ο άγγελος του σπιτιού προστατεύει τον ιερό αυτό χώρο που στεγάζει τις εικόνες του Θεού, αλλά και όσους ζουν μέσα σ’ αυτό, ακόμη και αν δεν έχουν λάβει το Άγιο βάπτισμα, όπως είναι τα αβάπτιστα παιδιά των χριστιανών, αλλά και όσους ζουν σύμφωνα με τους νόμους του Θεού, αλλά δεν γνώρισαν ακόμη την ορθή πίστη. 

Δεν επιτρέπει στα πονηρά πνεύματα να μπουν μέσα και να πειράξουν την οικογενειακή θαλπωρή, αν οι ίδιοι οι κάτοικοι του χώρου δεν το επιτρέψουν με τη ζωή τους. Είναι διαταγμένος από τον Θεό, κάθε άγγελος που προστατεύει ένα σπίτι, αν δει στις ψυχές των ανθρώπων, απλότητα και ευγένεια, στοιχεία που δηλώνουν πως είναι παιδιά δικά Του, όχι απλά να προστατεύουν αυτόν τον οίκο από πονηρά πνεύματα, αλλά να απομακρύνουν και φθονερούς ανθρώπους σταλμένους από τον Εωσφόρο, που θα ήθελαν να μπουν και να κάνουν κακό.

Μα πόση εξουσία δίνετε εσείς οι άνθρωποι στον σατανά να σας πειράξει μέσα στο ίδιο σας το σπίτι, όταν του χτίζετε τον θρόνο του και από κει τον αφήνεται να μολύνει σιγά-σιγά τις αισθήσεις σας και να καταστρέφει την ψυχή σας, δίχως να βλέπετε τις πληγές που σας επιφέρει!

Και το φοβερότερο είναι πως τον αφήνετε όλο και πιο πολύ να σας απομακρύνει από τον Ουράνιο Πατέρα σας και από την χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Οι άγγελοι των σπιτιών χαίρονταν όταν έβλεπαν παλαιότερα την οικογένεια ενωμένη να προσεύχεται στο εικονοστάσι και να δοξάζει τον Θεό. Οι ίδιοι μετέφεραν ο καθένας την ευωδία των προσευχών των ανθρώπων του οίκου που προστάτευαν και την ανέβαζαν στον θρόνο του Θεού, ζητώντας από τον Δημιουργό τους να στείλει περισσότερη θεία χάρη στο σπίτι αυτό. Και ο Θεός άκουγε τις ικεσίες τους και όλο και πιο πολύ ευλογούσε τον οίκο που Τον δόξαζε.

Μα σήμερα λίγοι είναι οι άγγελοι που φτάνουν στον θρόνο Του Θεού, αφού τα χέρια τους είναι άδεια από προσευχές και ευχαριστήριους ύμνους. Γι’ αυτό όταν βλέπουν κοντά στο σπίτι που προστατεύουν, άλλους αγγέλους να χαίρονται επειδή αυτοί φυλάνε θεοσεβούμενους ανθρώπους, ταπεινά εκλιπαρούν να προτρέψουν και να φωτίζουν τους ανθρώπους που ζουν εκεί να παραδειγματίσουν και τους δικούς τους, αφήνοντας να φανούν οι ευλογίες που τους στέλνει ο Θεός.

Μα πόσο πάλι θλίβονται όταν ζηλόφθονα φέρονται οι δικοί τους προστατευόμενοι, βλέποντας την χαρά των συνανθρώπων τους, αντί να ωφεληθούν από τις ευλογίες που τους δίνει ο Θεός σαν ανταμοιβή για την θεοσεβούμενη ζωή τους. 

Αγαπημένα παιδιά του Θεού, να ξέρετε προς παρηγοριά και δύναμη δική σας, πως έχει δοθεί εντολή σε κάθε άγγελο φύλακα σπιτιού, στα εφιαλτικά χρόνια που ήδη ξεκίνησαν, όσα σπίτια επαναφέρουν το θρόνο του Θεού, εγκαταστήσουν το εικονοστάσι και το προσευχητάρι τους με όλες τις ευλογημένες συνήθειες ευλάβειας προς τον Ουράνιο Πατέρα μας, να προστατέψουν τα σπίτια αυτά και να φροντίσουν θαυματουργικά ώστε να μην τους λείψουν τα απαραίτητα υλικά αγαθά. 

Επίσης τους έχει δοθεί η άδεια να διατηρούν την ειρήνη και τη γαλήνη του σπιτιού και να μην επιτρέψουν στο σατανά να σπείρει μέσα σ’ αυτό, την ταραχή και τον εφιάλτη που θα επικρατεί παντού».

http://inpantanassis.blogspot.hu

Το Συναξάρι της ημέρας


Άγιος Ανδρέας ο Απόστολος, ο Πρωτόκλητος
Άγιος Φρουμέντιος αρχιεπίσκοπος Αβησσυνίας
Άγιος Αλέξανδρος Επίσκοπος Μηθύμνης

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Ἐκεῖνοι πού εἶναι ἀληθινοὶ ἄνθρωποι, ἂς φροντίζουν μὲ ὅλη τή δύναμή τους νά ζοῦν μὲ ἀγάπη Θεοῦ καὶ μὲ ἀρετή, ὥστε νά λάμπει ἡ ἐνάρετη ζωὴ τους μεταξὺ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. ὅπως γίνεται μὲ τὴν πορφύρα: ἕνα μικρὸ κομμάτι μπαίνει πάνω στά λευκὰ φορέματα καὶ τὰ στολίζει. Ἔτσι κι αὐτοὶ νά λάμπουν καὶ νά ξεχωρίζουν, γιατὶ ἔτσι καλλιεργοῦν ἀσφαλέστερα τίς ἀρετὲς τῆς ψυχῆς.

Μέγας Αντώνιος

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

Το όνειρο του Προσκυνητή


''Η Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών οδηγός στη νοερά προσευχή..'

Από το βιβλίο ''Οι περιπέτειες ενός Προσκυνητου'' όπου ο προσκυνητής με την βοήθεια ενός μοναχού και με το βιβλίο Φιλοκαλία των Νηπτικών Πατέρων, κατορθώνει να μάθει να εμβαθύνει και να εφαρμόζει την αδιάλειπτη προσευχή, που λέγεται και νοερά προσευχή ή προσευχή της καρδιάς και συνοψίζεται στις λέξεις:"Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με"

Ύστερα από όχι μεγάλο χρονικό διάστημα την εδιάβασα όλη (Φιλοκαλία) και αντελήφθηκα πόση σοφία, πόση αγιότητα και πόσο βάθος ενοράσεως υπήρχε σ' αυτό το ευλογημένο βιβλίο.
Είδα δε ακόμη ότι χειρίζεται τόσα άλλα θέματα, και περιλαμβάνει τόσες διδασκαλίες από τους θείους Πατέρας, έτσι που δεν μπορούσα να συλλάβω με μιας όλα όσα ήταν γραμμένα για την εσωτερική Προσευχή.. (επειδή εγώ ενδιαφερόμουν να μάθω απ' το βιβλίο αυτό, κυρίως, πώς να εφαρμόσω την προσευχή που αυτοενεργεί εις την καρδιά μέσα..)
Αυτή ήταν η μεγάλη μου επιθυμία, σύμφωνα και με του αποστόλου Παύλου τα λόγια, «Ζηλούτε δε τα χαρίσματα τα κρείττονα» και «Το Πνεύμα μη σβέννυται». Περιεργάστηκα το ζήτημα αυτό μέσ' στη σκέψι μου αρκετό χρόνο. Τι έπρεπε να γίνη; Το μυαλό μου και η αντίληψίς μου δεν είχαν ανάλογη δύναμι με το έργο που εζητούσα να φέρω εις πέρας και δεν είχα κανένα να μου το εξηγήση όταν εχρειάζετο. 

Απεφάσισα, λοιπόν, να ικετεύσω τον Θεό εις τις προσευχές μου, μήπως με βοηθήση να το καταλάβω κάπως...Επί είκοσι τέσσερεις ώρες δεν έκανα τίποτε άλλο παρά να προσεύχωμαι χωρίς ούτε μιας στιγμής διακοπή. Τέλος η σκέψις μου ηρέμησε και αποκοιμήθηκα.

Εις τον ύπνο μου oνειρεύτηκα οτι ήμουν με τον μακαρίτη τον Πνευματικό μου οδηγό εις το κελλί του και ότι αυτός μου εξηγούσε την «Φιλοκαλία».
«Το άγιο αυτό βιβλίο είναι γεμάτο από πλούτο σοφίας» μου έλεγε, «είναι ένα μυστικό θησαυροφυλάκιο διαφόρων εννοιών και εντολών του Θεού.» 

Δεν είναι καταληπτό παντού κι απ' τον κάθε ένα, δίνει όμως ασφαλώς εις τον κάθε άνθρωπο ό,τι του χρειάζεται· εις τον σοφό είναι σοφός οδηγός και εις τον απλό παρέχει απλά την καθοδήγησι.
Γι' αυτό σεις οι απλοί που δεν έχετε μεγάλη μόρφωσι δεν πρέπει να διαβάζετε τα κεφάλαιά του το ένα ύστερα από το άλλο, όπως είναι με την σειρά τους μέσ' στο βιβλίο. 
Η σειρά είναι βαλμένη έτσι, για τους θεολόγους. Αυτοί που δεν έχουν εμβαθύνει εις την θεολογία αλλ' επιθυμούν να μάθουν για την εσωτερική Προσευχή απ' αυτό το βιβλίο, πρέπει να διαβάζουν απ' εκείνο σύμφωνα με την παρακάτω σειρά:


1. Πρώτα απ' όλα πρέπει να διαβάσουν όσα έχει γράψει ο μοναχός Νικηφόρος κι αυτό βρίσκεται εις το δεύτερο μέρος της «Φιλοκαλίας».
2. Έπειτα, όλο το βιβλίο του Γρηγορίου του Σιναΐτου, εκτός από τα μικρά κεφάλαια.
3. Μετά, ό,τι έχει γράψει ο Συμεών ο Νέος θεολόγος για τους τρεις τύπους της Προσευχής, καθώς και τους λόγους «Περί Πίστεως» και,
4. Τέλος, το βιβλίο που έγραψαν οι μοναχοί Κάλλιστος και Ιγνάτιος. Εις αυτούς τους Πατέρας υπάρχει τέλεια καθοδήγησις και διδασκαλία για την εσωτερική Προσευχή της καρδιάς, με τέτοιον τρόπο που ο κάθε ένας μπορεί να την καταλάβη. Κι αν θέλης ακόμη να βρης μιά πολύ καταπληκτική διδασκαλία για την Προσευχή, γύρισε εις το τέταρτο μέρος του βιβλίου και θα βρής ένα περιληπτικό σχέδιο «Περί Προσευχής», γραμμένο απ' τον αγιώτατο Κάλλιστο, τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως».

Εις το όνειρό μου αυτό είδα πως εκρατούσα την «Φιλοκαλία» εις τα χέρια μου και άρχισα να ψάχνω για το περιληπτικό αυτό σχέδιο, αλλά δεν ημπορούσα να το βρω. Ο Πνευματικός μου οδηγός όμως εγύρισε κάμποσες σελίδες και μου είπε: «Εδώ είναι, θα το σημειώσω για να μη το χάσης». 
Πήρε δε ένα κομματάκι κάρβουνο από κάτω και εσημείωσε μιά γραμμή εις το περιθώριο εκεί που άρχιζε το κεφάλαιο. Τον άκουγα με πολλή προσοχή και προσπάθησα να εντυπώσω στο μυαλό μου κάθε μιά του λέξι όπως την έλεγε.
Όταν εξύπνησα ήταν ακόμη σκοτάδι. Ήμουν ακόμη ξαπλωμένος, όταν η σκέψη μου περιεστράφηκε γύρω εις το όνειρό μου και σ' αυτά που ο μακαρίτης ο οδηγός μου μου είχεν ειπή. 

«Ο Θεός ξεύρει» εσκέφθηκα, «εάν αληθινά ήταν το πνεύμα του μακαρίτη αυτό που είδα, ή ήταν όλο αυτό αποτέλεσμα των σκέψεών μου, που προέρχονται από την «Φιλοκαλία» και από όσα με εδίδαξε αυτός όταν εζούσε».
Με αυτή την αμφιβολία εις το μυαλό μου εσηχκώθηκα, επειδή άρχισε να χαράζη. 

Και τι είδα;
Επάνω εις την πλάκα που εχρησίμευε για τραπέζι της καλύβας βρισκόταν ανοιγμένη η «Φιλοκαλία» στην σελίδα που μου είχε δείξει η ψυχή του οδηγού μου και είχε την γραμμή τραβηγμένη με κάρβουνο εις το περιθώριο, όπως ακριβώς είχε συμβή και εις το όνειρό μου! 
Ακόμη και το κομματάκι το κάρβουνο, ήταν αφημένο επάνω εις την πλάκα,
δίπλα εις το βιβλίο! 
Το εκοίταξα με μεγάλη έκπληξι, γιατί θυμώμουν πολύ καλά πως το βιβλίο από βραδύς το είχα βάλει κλειστό, κάτω από τα πανιά που μου εχρησίμευαν για μαξιλάρι και οτι δεν υπήρχε τίποτα εκεί που τώρα έβλεπα την γραμμή, τραβηγμένη με κάρβουνο. 

Ύστερα απ' αυτά εβεβαιώθηκα για την αλήθεια του ονείρου μου και για το ότι ο ευλογημένος και αξέχαστος διδάσκαλός μου είχε βρει «παρρησία» εις τον Θεόν.
Άρχισα, λοιπόν, να διαβάζω απ' την «Φιλοκαλία» όλα αυτά που είχε αυτός ορίσει. Τα επέρασα με την σειρά μια φορά κ' έπειτα δεύτερη, αυτή δε η μελέτη άναψε μέσ' στην καρδιά μου την επιθυμία και τον ζήλο να εφαρμόσω τέλεια αυτά που είχα διαβάσει. 
Κατενόησα πολύ καθαρά τι σημαίνει εσωτερική Προσευχή, πώς κατορθώνεται, ποιοί είναι οι καρποί της, πώς γεμίζει την καρδιά του ανθρώπου και την ψυχή του με ευφροσύνη και πώς αυτός που την αποκτά μπορεί να εξηγήση εάν αυτή η ευφροσύνη προέρχεται από τον Θεό, από τον εξωτερικό κόσμο, ή από τον πειρασμό.
Έτσι άρχισα να ερευνώ την καρδιά μου σύμφωνα με την διδασκαλία του Συμεών του νέου θεολόγου. 

Με κλειστά τα μάτια μου προσήλωσα την σκέψι μου και την φαντασία μου επάνω εις την καρδιά μου. Προσπάθησα να την απεικονίσω και να ακούσω τα κτυπήματά της εις το αριστερό μέρος του στήθους μου. Άρχισα να το πράττω αυτό κάμποσες φορές την ημέρα, για μισή ώρα κάθε φορά, και στην αρχή δεν αισθάνθηκα παρά μόνον μιαν αίσθησι σκοταδιού. 

Όμως, σιγά-σιγά, για πολύ λίγο χρονικό διάστημα κάθε φορά, μπορούσα να απεικονίζω την καρδιά μου μέσ' στο μυαλό μου και να παρακολουθώ τις κινήσεις της. Με τη βοήθεια δε του ρυθμού της αναπνοής μου μπορούσα να ρυθμίζω την προσευχή του Χριστού όπως την διδάσκουν σχετικώς οι Πατέρες, Γρηγόριος ο Σιναΐτης και ο Κάλλιστος και ο Ιγνάτιος.
Όταν ανέπνεα, με την εισπνοή έλεγα: «Κύριε, Ιησού Χριστέ», και με την εκπνοή συμπλήρωνα λέγοντας εις την καρδιά μου μέσα: «ελέησόν με».

Εις την αρχή αυτό διαρκούσε μιάν ώρα, έπειτα δυό ωρες, μετά όσο περισσότερον ημπορούσα, και εις τέλος όλη την ημέρα. Εάν συνέβαινε καμμιά δυσκολία, εάν με κατελάμβανε οκνηρία ή αμφιβολία, έσπευδα να ανοίξω την «Φιλοκαλία» και να διαβάσω τα μέρη αυτά που πραγματεύονται για την εργασία της καρδιάς, και έτσι ξανάβρισκα τον ζήλο και την θερμότητα για την «Προσευχή» αυτή.

Έπειτα από τρεις εβδομάδες αισθάνθηκα ένα πόνο εις την καρδιά μου κ' έπειτα μιά εξαιρετικά ευφροσύνη θερμότητα και παρηγοριά και ειρήνη. 

Αυτό μου έδωσε μεγάλη ενίσχυσι και με παρεκίνησε να αφιερωθώ όσο περισσότερον ημπορούσα στην φροντίδα μου να λέω την «Προσευχή» και συνέβη ώστε να αισθανθώ ύστερα απ' αυτό, σαν να είχα καταληφθή απ' αυτή, πράγμα που μούδινε άφατη χαρά. Από το σημείο αυτό άρχισα να έχω από καιρό σε καιρό διαφορετικά συναισθήματα εις την καρδιά και σκέψεις εις το μυαλό μου. Άλλοτε η καρδιά μου αισθανόταν σαν να εκόχλαζε από χαρά, τόσος ήταν ο φωτισμός, η ελευθερία και η παρηγοριά που εδρεύανε μέσα της. 

Άλλοτε αισθανόμουν μιά καυτερή αγάπη για τον Χριστό και για όλα τα πλάσματα του Θεού. Άλλοτε εβούρκωναν τα μάτια μου από δάκρυα ευγνωμοσύνης προς τον Θεό για το έλεος το πλούσιο που έδειξε σε μένα, έναν άθλιο αμαρτωλό. Άλλοτε η διάνοιά μου, που πολλές φορές πριν, είχεν αποδειχθή αδύνατη και ατελής, έπαιρνε τόσο φως, ώστε εγινόταν ικανή να κατανοήση και να περιεργασθή θέματα και ζητήματα, που μέχρι τότε δεν ήταν σε θέσι ούτε κάν να τα φαντασθή. 

Άλλοτε η αίσθησις της θερμής ευχαριστήσεως μέσ' στην καρδιά μου απλωνότανε και κατελάμβανε όλη μου την ύπαρξι και άλλοτε με κατελάμβανε βαθειά συγκίνησις από το γεγονός ότι μπορούσα να κατανοώ τί είναι η πανταχού παρουσία του Θεού. Άλλοτε, τέλος, με την επίκλησι του ονόματος του Ιησού Χριστού, σκεπαζόμουνα από ουράνια ευλογία και τοτε μπορούσα να καταλάβω την έννοια των λόγων «η Βασιλεία του Θεού εντός υμών εστιν».
Έχοντας όλα αυτά κι άλλα παρόμοια συναισθήματα, αντελήφθηκα ότι η «Προσευχή» φέρνει τους καρπούς της με τρεις τρόπους: 

Με το Πνεύμα, με τα συναισθήματα και με τις αποκαλύψεις.

Εις την πρώτη περίπτωσι π.χ. καρπός της Προσευχής είναι: «η γλυκύτης της αγάπης του Θεού, η εσωτερική ειρήνη, η ήρεμη χαρά του νου, η καθαρότης της σκέψεως και η γλυκεία ανάμνησις του Θεού».

Εις την δευτέρα περίπτωση καρπός είναι: «η ευχάριστη θερμότης της καρδιάς, η πληρότης της ευτυχίας που καταλαμβάνει και όλα τα μέλη του σώματος ακόμη, το κόχλασμα ευτυχίας εις την καρδιά, ο φωτισμός και το θάρρος, η βαθύτερη άγνωστη χαρά της ζωής και η δύναμις της υπομονής εις την λύπη και την αρρώστια». 

Εις την τρίτη, τέλος, περίπτωσι, αποτέλεσμα και καρπός της «Προσευχής» είναι: «η διάνοιξις του νου με φωτισμό, η κατανόησις των Αγίων Γραφών, η γνώσις της γλώσσης των διαφόρων δημιουργημάτων, η απόκτησις ελευθερίας μέσα από την ματαιότητα και τον θόρυβον, η γνώσις της χαράς της εσωτερικής ζωής, και τέλος, η βεβαιότης της προσεγγίσεως του Θεού προς εμάς και η γνώσις της αγάπης Του για όλους μας».

Έπειτα από πέντε μήνες ζωής με προσευχή και με ευτυχία σαν κι αυτή, συνήθισα τόσο πολύ την «Προσευχή του Χριστού», ώστε την είχα σύντροφό μου συνεχή και σταθερό. 
Εις το τέλος η «Προσευχή» ενεργούσε μόνη της μέσα στο μυαλό μου, χωρίς καθόλου προσπάθεια από μέρους μου και αυτό συνέβαινε όχι μόνον όταν ήμουν ξύπνιος αλλά και εις τον ύπνο μου ακόμη.
Τίποτε δεν ημπορούσε να την διασπάση ούτε για ένα λεπτό της ώρας και καμμιά μου απασχόλησις δεν την έβλαπτε.
Η ψυχή μου έστελνε συνεχώς ευχαριστίες προς τον Θεό και η καρδιά μου έλειωνε από ατέλειωτη ευτυχία...

https://proskynitis.blogspot.hu

Ἡ ὑπερβολή στή νηστεία καί ἡ λαιμαργία ἔχουν τό ἴδιο ἀποτέλεσμα.


"Ας αγωνιστούμε λοιπόν με όλη τη δύναμη να αποκτήσουμε, με τη βοήθεια της αρετής της ταπείνωσης, την αρετή της διάκρισης, το οποίο θα μας προφυλάσσει από τις ακρότητες.Όλοι έχουμε ακούσει το ρητό που λέει: "Μεταξύ των δύο άκρων υπάρχει η μέση οδός". Η υπερβολή στη νηστεία και η λαιμαργία έχουν το ίδιο αποτέλεσμα.
Οι συνεχείς αγρυπνίες δεν είναι λιγότερο καταστροφικές από τη νωθρότητα και τον άμετρο ύπνο. Οι υπερβολικές στερήσεις σίγουρα, εξασθενούν τον άνθρωπο και τον οδηγούν στην κατάσταση εκείνη , όπου λιμνάζουν η αμέλεια και η αθυμία.
Έχω δει πάρα πολλές φορές μοναχούς, οι οποίοι δεν υποχώρησαν στο πάθος της γαστριμαργίας, να καταβάλλονται από την υπερβολική νηστεία. Το πάθος της λαιμαργίας που είχαν νικήσει, πήρε την εκδίκησή του από την εξασθένιση του οργανισμού τους. Άλλοι έπεσαν, γιατί επιδόθηκαν σε άμετρες αγρυπνίες και παρατεταμένα ξενύχτια και έφθασαν στο σημείο να μην μπορούν στο τέλος να κλείσουν μάτι.
Ας κρατήσουμε λοιπόν το μέτρο, με την καθοδήγηση της διάκρισης και σύμφωνα με το λόγο του Αποστόλου: " Με τα όπλα της σωτηρίας τα επιθετικά και τα αμυντικά" (Β' Κορ. 6,7). 
Ας ψάξουμε να βρούμε τη μέση οδό και να μην ξεστρατίσουμε ποτέ απ' αυτή. Να μην εγκρατευόμαστε περισσότερο από εκείνο που μας παρέδωσαν οι Πατέρες, για να μην πέσουμε, από τη μια άκρη στην άλλη. Δηλαδή, από την ολέθρια χαλαρότητα στην κακή επιθυμία, στη λαιμαργία και στην ακράτεια".

Αββά Κασσιανού, Β΄Συνομιλία με τον αββά Μωϋσή, εκδ. "Ετοιμασία"
https://proskynitis.blogspot.hu

Τέτοιους ανθρώπους θέλει ο Θεός…


Ήταν κάποια γυναίκα πάμφτωχη σ’ ένα μικρό χωριό της Αιτωλοακαρνανίας και είχε τρία παιδιά. Κατάφερε να τα μεγαλώσει με απίστευτες στερήσεις και δυσκολίες, όμως, με μία μοναδική αξιοπρέπεια! Αυτή, ήταν η κυρα-Βασιλική.

Πέθανε παραμονή της Παναγίας του 1998. Την επόμενη μέρα, 15 Αυγούστου, το φτηνό φέρετρο με την σορό της,που ήταν πάνω στην καρότσα του μικρού αγροτικού ημιφορτηγού του ιερέα, κατευθυνόταν προς το κοιμητήριο.

… Στην πορεία της κηδείας, ακολουθούσαν μερικοί συγχωριανοί της και συζητούσαν για τα βάσανα που είχε περάσει όσο αυτή ζούσε, όταν, ξαφνικά, ευωδίασε όλος ο γύρω τόπος: χιλιάδες άνθη και λουλούδια να υπήρχαν, πραγματικά, δεν θα μύριζαν τόσο! Όλοι τους, παραξενεύτηκαν και απόρησαν. Αλλά δεν είχαν καμμία εξήγηση να δώσουν γι” αυτό.

Ανάμεσα σ” εκείνους που την συνόδευαν, ήταν κι ένα πνευματικό τέκνο του μακαριστού Πατρός Γέροντος Αμβροσίου Λάζαρη (1912—2006), χαρισματικού Πνευματικού της Ιεράς Μονής Δαδίου.

Μετά από λίγες μέρες από αυτό το θαυμαστό, αλλά, για πολλούς ανεξήγητο γεγονός, πήγε προς τον θεοφώτιστο Γέροντα Αμβρόσιο αυτό το πνευματικό του τέκνο, αναφέροντάς του το όλο συμβάν. Πολύ λακωνικά και επιγραμματικά, του είπε μονάχα ότι, «μία γυναίκα πέθανε και ευωδίασε ο τόπος». Αυτό, μόνον.

Διαβάστε εδώ:  Ο Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης: Ο σύγχρονος Γέροντας της Εύβοιας
Ο Γέροντας Αμβρόσιος, στην αρχή, έμεινε σιωπηλός. Έπειτα, μπήκε μέσα στο δωμάτιό του, έμεινε για λίγο εκεί, και μετά επέστρεψε. Λέγοντας τα παρακάτω εξηγηματικά και κατατοπιστικά λόγια:

—Αυτή, αγίασε! Και, ξέρεις τον λόγο; Γιατί, ποτέ στην ζωή της, δεν παραπονέθηκε! Τέτοιους ανθρώπους, θέλει ο Θεός! Για να γεμίσει τον Παράδεισο και να κάνει την Δευτέρα Παρουσία. Κατάλαβες;…

«Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης — Ο Πνευματικός της Μονής Δαδίου»
http://www.vimaorthodoxias.gr/

Η καρδιά


Μιχαήλ Ε. Μιχαηλίδης

Μιά λέξη που κλείνει μέσα της ένα ολόκληρο κόσμο. Ιατροφυσιολογικά, βέβαια, είναι το κέντρο της κυκλοφορίας του αίματος και η έδρα όλων των συναισθημάτων του ανθρώπου. Ωστόσο, εννοιολογικά, κρύβει ένα απέραντο κόσμο ανθρώπινων υπαρξιακών συναισθημάτων, που εκφράζουν την ψυχή.

Η καρδιά είν᾽ ένα μυστήριο. Και μη ξεχνάμε πως, όλος ο άνθρωπος «είναι αυτός ο άγνωστος», όπως είπε νεώτερος διανοητής.

Συχνές, πολύ συχνές, είναι οι εκφράσεις: καρδιά ζηλότυπη, καρδιά τρυφερή, καρδιά σπλαχνική, καρδιά αγνή, καρδιά παιδιού, καρδιά σκληρή, καρδιά φθονερή, καρδιά εγκληματική, καρδιά πωρωμένη κ.λπ. Καί με τους χαρακτηρισμούς αυτούς, εκφράζουμε την εικόνα του έσω ανθρώπου.

Εάν η επιστήμη ερευνά και εξερευνά την υλική δημιουργία της γης και του σύμπαντος, κατά παρόμοιο τρόπο και ο πνευματικός άνθρωπος —ο άνθρωπος του Θεού— εξετάζει και ερευνά τον εαυτό του, ώστε, αποβάλλοντας κάθε κακία και προσλαμβάνοντας κάθε αρετή, ν᾽ αποκτήσει την τελειότητα.

Εάν η αμαρτία προκαλεί πόνο και δυστυχία, ο άνθρωπος για να επανεύρει τη χαρά και την ευτυχία, καταφεύγει στη μετάνοια και παρακαλεί τον Θεό —όπως ο Δαβίδ— και Τού λέγει: «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός , και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου (Ψαλμ. 50, 12). «Καθάρισε Κύριε, όλο το εσωτερικό της καρδιάς μου, και γέμισε το εσωτερικό μου με αγνούς λογισμούς και αγαθή προαίρεση» (Π.Τρεμπέλας).

Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο, που, «καρδία ανθρώπου αλλοιοί το πρόσωπον αυτού» (Σοφ. Σειρ. Γ΄ 25). Ο,τι κρύβει η καρδιά, εξωτερικεύεται με την αλλοίωση του προσώπου, είτε κακό, είτε καλό. Όπως αντιλαμβάνεσαι τον οργισμένο, τον ανυπόμονο, τον εκδικητικό, το ζηλόφθονο… με τις εκφράσεις του προσώπου του, έτσι αναγνωρίζεις αμέσως και τον άνθρωπο του Θεού, τον θρησκευόμενο, τον τίμιο και άγιο, τον ειρηνικό και ανεξίκακο, τον άνθρωπο της αγάπης, της προσευχής, της υπομονής… Στο πρόσωπό του καθρεφτίζεται όλη η αγιότητα και η Χάρη του Θεού.

Πόση γαλήνη καρδιάς εκφράζουν οι λόγοι του προφήτη Ιεζεκιήλ! Αφού πρώτα τους ελέγξει για τις βδελυρές και αισχρές παρανομίες τους που γέμισαν τον τόπο, έχουν ταυτόχρονα την αναίδεια να χλευάζουν τους ηθικούς ανθρώπους (Ιεζ. Η΄ 17).

Γιαυτό, (αν μετανοήσουν και έρθουν κοντά μου), «δώσω αυτοίς καρδίαν ετέραν και πνεύμα καινόν δώσω εν αυτοίς, και εκσπάσω την καρδίαν την λιθίνην… και δώσω αυτοίς καρδίαν σαρκίνην» (Ιεζ. ΙΑ΄ 19). Δηλαδή, θα τους αναγεννήσω.

Η πώρωση της καρδιάς, είναι ο καρκίνος της καρδιάς. Καί ο καρκίνος είναι δυσκολοθεράπευτος. Ωστόσο, τ᾽ αδύνατα στους ανθρώπους είναι δυνατά στο Θεό. Μόνο με τη Χάρη του Θεού,τότε, ο όλος άνθρωπος ανακαινίζεται και σώζεται.

http://www.vimaorthodoxias.gr/

Που Ελπίζεις;


«Επί σοι, Κύριε, ήλπισα, μη καταισχυνθείην εις τον αίωνα» (Ψαλμ. 70, 1)

Η ελπίδα είναι για τον άνθρωπο σαν τον αέρα που αναπνέει. Είναι σαν το νερό που πίνει. Χωρίς ελπίδα δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Δεν μπορεί να ζει. Δεν μπορεί να κάνει καμιά εργασία. Δεν μπορεί να σταδιοδρομήσει. Χωρίς ελπίδα η ζωή είναι απελπισία. Είναι απόγνωση. Είναι σκοτάδι.

Όπως είπε σωστά ο Γκαίτε: «Εάν η ελπίς και το θάρρος χαθούν, το παν εχάθη»! Με την ελπίδα ζει ο άνθρωπος. Με αυτήν κοιμάται και με αυτήν ξυπνά. Με αυτήν ασχολείται με το ένα η το άλλο έργο. Με την ελπίδα ζει και με την ελπίδα πεθαίνει.
Αλλά που πρέπει να στηρίζουμε την ελπίδα μας, για να μπορέσουμε να επιτύχουμε στη ζωή; Να είμαστε πάντα κερδισμένοι και ποτέ ζημιωμένοι και ποτέ χαμένοι; Που, λοιπόν, να στηρίζουμε την ελπίδα μας;

Στον εαυτό μας;
Πολλοί άνθρωποι εκεί στηρίζουν την ελπίδα τους, για μία επιτυχημένη και ασφαλισμένη ζωή. Στον εαυτό τους. Στην υγεία τους. Στις δυνάμεις τους. Στις ικανότητές τους. Στην εξυπνάδα τους. Στα χαρίσματά τους. Αλλά είναι αυτή η ελπίδα σίγουρη; Είναι ασφαλής; Είναι απόλυτη; Αν το πούμε αυτό, θα πούμε ψέματα. Γιατί; Γιατί η υγεία του ανθρώπου δεν είναι σταθερή. Συχνά κλονίζεται. Ο άνθρωπος αρρωσταίνει. Και πάσχει πότε από τη μία και πότε από την άλλη αρρώστια.

Και, τότε, τον εγκαταλείπουν οι δυνάμεις του. Μειώνονται οι ικανότητές του. Εξάλλου εγκεφαλικές παθήσεις επηρεάζουν και την εξυπνάδα του και τη σοφία του. Είναι, λοιπόν, αλήθεια αυτό που, ψάλλει η Εκκλησία μας. Ποιό; Ο άνθρωπος «ως άνθος μαραίνεται». Κι ας είναι ακόμα νέος. Κι ας βρίσκεται σε οποία ηλικία ακόμα κι αν βρίσκεται. Κι ας είναι διάσημος στον κόσμο όλο. Όχι. Δεν είναι σίγουρη ελπίδα ο εαυτός μας. Αλλά, τότε, που να στηρίζουμε την ελπίδα μας;

Στους φίλους μας;
Ο άνθρωπος είναι κοινωνικός. Κανείς δεν μπορεί να ζει εντελώς μόνος του. Θέλει να συνδέεται και με κάποιο συνάνθρωπο. Έτσι, δημιουργούνται οι φιλίες. Έτσι, ο καθένας έχει τα φιλικά του πρόσωπα. Πρόσωπα, τα οποία πολλές φορές υπερέχουν σε πολλά από μας. Κι αυτά τα φιλικά πρόσωπα μας εμπνέουν εμπιστοσύνη. Έτσι, κατά συνέπεια, στηρίζουμε πολλές ελπίδες σ’ αυτά τα πρόσωπα. Άλλωστε κι αυτά τα ίδια φιλικά πρόσωπα μας προκαλούν να ελπίζουμε σ’ αυτά, μάλιστα για όλα. Και τι μας λένε;

«Εγώ εδώ είμαι». Και ημείς, το δεχόμαστε. Στηρίζουμε σ’ αυτά πολλές, μάλιστα, ελπίδες. Είναι, τότε, τα πρόσωπα αυτά η ελπίδα μας. Αλλά είναι όμως κι αυτή η ελπίδα σίγουρη; Είναι ασφαλής; Πολλά περιστατικά έρχονται και διαψεύδουν και την ελπίδα μας αυτή! Καθένας έχει τις δικές του πικρές εμπειρίες. Εμπειρίες που προκάλεσαν δάκρυα πολλά. Να αναφέρω κι ένα γενικό περιστατικό; Ο Καίσαρας της Ρώμης είχε στην ακολουθία του και το Βρούτο. Βρούτος για τον Καίσαρα σήμαινε πιστός φίλος, αφοσιωμένος, σε σημείο που τον αποκαλούσε «τέκνο» του. Και πόσα δεν έκανε γι αυτό το «τέκνο» του ο Καίσαρας! Πολλά. Κι όμως ο Βρούτος, μαζί με άλλους συνωμότες, δολοφόνησε τον Καίσαρα μέσα στο Βουλευτήριο της Ρώμης. Κι όταν ο πληγωμένος, θανάσιμα, Καίσαρας διέκρινε, ανάμεσα στους δολοφόνους του, και το Βρούτο, του είπε με πίκρα και δάκρυα στα μάτια:
«Και συ, τέκνον Βρούτε;». Ναι, Καίσαρα Και το «τέκνο» σου, ο Βρούτος, ύψωσε το σπαθί εναντίον σου. Όχι, λοιπόν, δεν είναι ούτε οι φίλοι ασφαλής ελπίδα. Και τότε, που να στηρίξουμε την ελπίδα μας;

Στους άρχοντες;
Αυτό φρονούν πολλοί. «Όταν στηρίζεσαι στους άρχοντες, στηρίζεσαι στην ελπίδα». Έχουν δύναμη οι άνθρωποι αυτοί, από τη θέση την οποία κατέχουν. Μπορούν και λύνουν πολλά προβλήματα. Μπορούν και σε βοηθούν στη μία η στην άλλη περίπτωση. Παλιότερα έλεγαν πως «αν έχεις μπάρμπα στην κορώνα, είσαι ασφαλής». Τότε, όλες οι πόρτες είναι ανοιχτές. Τότε, όλοι οι δρόμοι είναι διάπλατα ανοιχτοί στη ζωή σου. Με αυτή τη σκέψη πολλοί και σήμερα, αλλά και πάντα, συμπαραστέκονται, με φανατισμό, στις επιδιώξεις των οποίων αρχόντων, ιδιαίτερα των πολιτικών αρχόντων.

Αλλά αποτελούν πράγματι οι άρχοντες σταθερή ελπίδα στη ζωή μας; Αν καλοσκεφθούμε το πράγμα, θα καταλήξουμε στο αντίθετο. Όχι. Δεν αποτελούν σταθερή ελπίδα ούτε οι άρχοντες, όσο γνώριμοι κι αν μας είναι, όσο φίλοι και συγγενείς ακόμα κι αν συμβαίνει να είναι. Γιατί; Και το ρωτάτε; Γιατί η ίδια η «καρέκλα» τους δεν είναι σταθερή. Σήμερα είναι άρχοντες κι αύριο γίνονται απλοί, αδύνατοι, και όχι σπάνια, περιφρονημένοι πολίτες. Σαν και μας. Γι αυτό και δικαιολογημένα ο Δαβίδ, που γεύθηκε όλη τη δόξα και τη δύναμη του άρχοντα, είπε το λόγο τούτο, που εκφράζει την αλήθεια. Ποιό λόγο; «Μή πεποίθατε ἐπ’ ἄρχοντας» (Ψαλμ. 145, 3). Μη στηρίζετε την πεποίθηση και την ελπίδα σας στους άρχοντες. Ο λόγος είναι γενικός, αλλά και ειδικός. Ειδικός, γιατί «ὁ Κύριος καθεῖλεν θρόνους ἀρχόντων» (Σοφ. Σειρ. 10, 14). Ο Θεός ανέτρεψε θρόνους αρχόντων. Και η ιστορία μας είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα. Την ίδια έννοια έχει και ο άλλος λόγος. «Καθεῖλε δυνάστας ἀπό θρόνων» (Λουκ. α, 52). Γκρέμισε ο Θεός από τους θρόνους τους άρχοντες ισχυρούς. Και μήπως αυτό, δεν το βλέπουμε και σήμερα; Και τότε, τι γίνεται; Που πάνε οι ελπίδες μας; Χάνονται. Σβήνουν. Αλλά τότε, μήπως πρέπει να στηρίξουμε την ελπίδα μας.

Στην περιουσία μας;
Στα σπίτια μας και στα λεφτά μας; Σπίτια! Αλλά ποιά ελπίδα να σου δώσει το σπίτι, όταν μία ξαφνική πυρκαγιά, το κάνει στάχτη; Όταν μία καταιγίδα, νεροποντή, το παρασύρει στη θάλασσα και το κάνει πλεούμενο, σαν αυτό που συνέβηκε στη Φούρκα της Χαλκιδικής; Όταν ένας σεισμός το μεταβάλλει σε μπάζα από τσιμέντα και σίδερα; Ένας, κοιτώντας το καινούργιο σπίτι του, έλεγε φιλοσοφώντας: «Σπίτι μου, σπίτι μου! Σήμερα είσαι δικό μου, αύριο θα είσαι κάποιου άλλου και ποτέ δεν θα ανήκεις σε κανέναν.» Και, επιτέλους, είσαι ευτυχής, γιατί έχεις σπίτι η σπίτια; Αγγίζουν μήπως την ψυχή σου;

Στα λεφτά μας;
Στηρίζουμε την ελπίδα μας στα λεφτά μας; Εδώ είναι το πιο τραγικό. Γιατί τα λεφτά είναι άδηλα, αβέβαια. Άδηλος ο πλούτος. Δεν σου παρέχει καμιά σιγουριά. Γι αυτό και ο Απ. Παύλος γράφει στον Τιμόθεο να παραγγείλει στους πλουσίους•«μηδέ ελπικέναι επί πλούτου αδηλότητι» (Α Τίμ. στ, 17). Να μη ελπίζουν στα πλούτη που είναι αβέβαια. Ύστερα είναι και το άλλο: «Οἱ πεποιθότες ἐπί χρήμασι, αἰσχύνην ὀφειλήσουσιν» (Ιώβ, στ, 20). Όσοι στηρίζουν την πεποίθηση στα χρήματα, θα πληρώσουν την πεποίθησή τους αυτή με αισχύνη, με ντροπή. Γιατί; Γιατί «ὁ πεποιθῶς ἐπί πλούτω, οὗτος πεσεῖται» (Παροιμ. ία, 28). Όποιος έχει την ελπίδα του στον πλούτο, θα καταστραφεί. Είναι επικίνδυνα τα χρήματα. Σε πνίγουν, σαν τον Ιούδα. Σε σκοτώνουν, σαν τόσους που συχνά σκοτώνουν μέσα στην Αθήνα και σ’ άλλες πόλεις. Στα παίρνουν τρομοκράτες και στη στιγμή, αν σου χαρίσουν τη ζωή, γίνεσαι φτωχός. Αδελφοί! Μη ξεχνάτε τον ψαλμό που ψάλλουμε στην αρτοκλασία. «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν…» (Ψαλμ. 33, 11). Που, τέλος πάντων, να στηρίξουμε την ελπίδα μας;

Στο Θεό.
Αυτός είναι η ελπίδα μας. Μία ελπίδα που δεν μας ντροπιάζει. Ποιός ντροπιάσθηκε, γιατί στήριξε την ελπίδα του στο Θεό: Όσοι στηρίζουν την ελπίδα τους στο Θεό, μοιάζουν σαν το όρος Σιών. «Οι πεποιθότες επί Κύριον ως όρος Σιών» (Ψαλμ. 124, 1). Είναι ευτυχής, ο ευτυχέστερος άνθρωπος, αυτός που στηρίζει τις ελπίδες του στο Θεό. «Μακάριος ανήρ, ός ελπίζει επ’ αὐτόν» (Ψαλμ. 33, 8).

Στη ζωή μας, μία και μόνο να είναι η ελπίδα μας. Εκείνος. Ο Κύριος. Σ’ αυτόν και μόνο να ελπίζουμε μέρα και νύχτα, «από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός» (Ψαλμ. 129, 6). Από τα χαράματα μέχρι περασμένα μεσάνυχτα. Με την ελπίδα μας σ’ Αυτόν, να κλείνουμε τα μάτια μας τα βράδια και να τα ανοίγουμε το πρωί. Κι όταν κλείσουμε, για πάντα τα μάτια μας σε τούτη τη ζωή και τότε, πάλι, ιδιαίτερα τότε, να τα κλείσουμε με την ελπίδα μας σε Αυτόν και μόνον. Για να πάρουμε θέση στη Βασιλεία του, με όλα τα πνευματικά αγαθά της.

http://www.vimaorthodoxias.gr/

«Και όταν Τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει…»


Του Αββά Ισαάκ του Σύρου

Όταν θελήσεις να κάνεις αρχή καλού έργου, πρώτα να ετοιμάσεις τον εαυτό σου για την αντιμετώπιση των πει­ρασμών, που πρόκειται να έρθουν εναντίον σου. Γιατί ο ε­χθρός, όταν δει κάποιον ν’ αρχίζει με θερμή πίστη μια θεάρεστη ζωή, συνηθίζει να του επιτίθεται με διάφορους και φοβερούς πειρασμούς, ώστε να δειλιάσει απ’ αυτούς ο άν­θρωπος και να εγκαταλείψει την καλή του πρόθεση.

Και παραχωρεί ο Θεός να πέσει σε πειρασμό για να χτυπήσεις επίμονα τη θήρα (του ελέους) Του και για να ριζώσει μέσα στο νου σου, από το φόβο των θλίψεων, η μνήμη Εκείνου, και για να Τον πλησιάσεις με τις προσευχές, ώστε ν’ αγιασθεί έτσι η καρδιά σου από την ακατάπαυστη ενθύμησή Του. Και όταν Τον επικαλείσαι, θα σε ακούσει. Και θα μά­θεις έτσι, ότι ο Θεός είναι αυτός που σε λυτρώνει. Και τότε θα νιώσεις την παρουσία Εκείνου που σ’ έπλασε και σε δυ­ναμώνει και σε προστατεύει.

Γιατί η σκέπη και η πρόνοια του Θεού αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους. Δεν γίνεται ό­μως ορατή παρά μόνο σ’ εκείνους που καθάρισαν τον εαυτό τους από την αμαρτία και είναι συνεχώς προσηλωμένοι στο Θεό. Εξαιρετικά μάλιστα φανερώνεται σ’ αυτούς η βοήθεια και η πρόνοια του Θεού, όταν μπουν σε μεγάλη δοκιμασία για χάρη της αλήθειας. γιατί τότε την αισθάνονται πολύ καθαρά με την αίσθηση του νου.

Μερικοί, που είδαν αυτή (τη βοήθεια) και με τα σωμα­τικά τους μάτια, ανάλογα με τις δοκιμασίες, και διαπίστω­σαν έτσι τη συμπαράσταση του Θεού, υποκινήθηκαν απ’ αυτή σε γενναίες πράξεις, όπως μαθαίνουμε για τον Ιακώβ και τον Ιησού του Ναυή και τους Τρεις Παίδες και τον απόστολο Πέτρο και τους άλλους αγίους, που άθλησαν για το Χριστό. Σ’ αυτούς (η θεία βοήθεια) ήταν ολοφάνερη, έ­χοντας ανθρώπινη μορφή, δίνοντάς τους θάρρος και προε­τοιμάζοντάς τους για τον αγώνα της ευσέβειας.

Διαβάστε εδώ:  Πώς είναι ο Θεός;
Αλλά και στους πατέρες, που έζησαν στην έρημο και έδιωξαν από κει τους δαίμονες και έγιναν κατοικητήρια αγγέλων, και σ’ αυ­τούς παρουσιάζονταν συνεχώς οι άγιοι άγγελοι και με κάθε τρόπο τους βοηθούσαν και τους συμπαραστέκονταν σε όλα και τους στήριζαν και τους λύτρωναν από τους πειρασμούς, που οι άγριοι δαίμονες τους προξενούσαν. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν απομακρύνεται η βοήθεια του Θεού από τους ανθρώπους που ολοκληρωτικά αφιερώθηκαν στα έργα που Εκείνος ευαρεστείται, αλλά βρίσκεται κοντά σε όλους ό­σοι Τον επικαλούνται.

http://www.vimaorthodoxias.gr/

Την ελπίδα της σωτηρίας ποτέ μη χάνης και να βοάς προς τον Θεόν και να κλαις


Την ελπίδα της σωτηρίας ποτέ μη χάνης και να βοάς προς τον Θεόν και να κλαις. Ο Θεός ποτέ δεν παραβλέπει μίαν ψυχήν που θέλει να σωθή και μετανοεί, όσον και αν τραυματίζεται εις τον αγώνα. 

Γνωρίζει ο Θεός, πόσον ασθενής είναι η φύσις μας. Πόθεν θα εύρη την δύναμιν ο πηλός να βαστάζη την πίεσιν του νερού, εάν ο Θεός δεν τον ψήση με την χάριν του Αγίου Πνεύματος; 

Γνωρίζει ως αλάνθαστος οφθαλμός ότι μόλις μας αφήση, πίπτομεν και χανόμεθα. Δια τούτο δεν μας αφήνει να πειρασθώμεν, όσον ο διάβολος επιθυμεί. Εάν μας άφηνε, συσσώμους θα μας έρριπτε εις την κόλασιν, αλλά ο αγαθός Θεός τον εμποδίζει και τον αφήνει τόσον, όσον δύναται να βαστάξη η κάθε ψυχή. 

Όσον και αν τραυματισθώμεν εις τον αγώνα, ας μη αποθαρρυνθώμεν, αλλά ας επιμεληθώμεν τας πληγάς μας και ας συνεχίσωμεν τον αγώνα. Βλέποντας ο Θεός τον κόπον μας και την μικράν θέλησιν της σωτηρίας μας, θα μας δώση την νίκην. 

Μεγάλον κακόν το να χάση το θάρρος του επάνω εις τον αγώνα ο αγωνιστής, διότι αμέσως ο αντίπαλος ορμά με λύσσαν, ίνα τον νικήση. Δια τούτο, παιδί μου, να δίδης θάρρος εις την ψυχήν σου και να ελπίζης. Θα αποθάνω εις τον αγώνα υπέρ της δόξης του Θεού, να λέγης, παρά να λυπήσω τον Θεόν μου, εγκαταλείποντας τον αγώνα μου εναντίον του διαβόλου.

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης
http://inpantanassis.blogspot.

Ταπείνωση καί ταπεινοφροσύνη


4. Η ταπεινοφροσύνη (Ἡ ἔννοια τῆς ταπεινοφροσύνης)

Ὁ Ἅ­γι­ος Μά­ξι­μος ὁ Ὁ­μο­λο­γη­τής δί­νει τόν ἑ­ξῆς ὁ­ρι­σμό γι­ά τήν τα­πει­νο­φρο­σύ­νη: «Τα­πει­νο­φρο­σύ­νη εἶ­ναι μι­ά συ­νε­χής προ­σευ­χή μέ δά­κρυ­α καί πό­νο. Δι­ό­τι αὐ­τή ἐ­πι­κα­λεῖ­ται τή βο­ή­θει­α τοῦ Θε­οῦ καί δέν ἀ­φή­νει τόν ἄν­θρω­πο οὔ­τε νά στη­ρί­ζε­ται ἀ­πε­ρί­σκε­πτα στή δύ­να­μή του καί στή σο­φί­α του, οὔ­τε νά ὑ­πε­ρη­φα­νεύ­ε­ται ἐ­να­ντί­ον ἄλ­λου, τά ὁ­ποῖ­α εἶ­ναι φο­βε­ρά νο­σή­μα­τα, ὀ­φει­λό­με­να στό πά­θος τῆς ὑ­πε­ρη­φά­νει­ας».

Ἡ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη εἶ­ναι τό ἐρ­γα­στή­ρι πού δι­α­λύ­ει τά ἀρ­νη­τι­κά ἀ­πο­τε­λέ­σμα­τα τῆς τα­πεί­νω­σης στήν ὁ­ποί­αν ὑ­πο­βάλ­λει στόν ἄν­θρω­πο ἡ κα­κί­α τῶν δαι­μό­νων καί τῶν ἀν­θρώ­πων. Δη­λα­δή τήν προ­σβο­λή, τόν ἐ­ξευ­τε­λι­σμό, τήν ἀ­δι­κί­α, τή συ­κο­φαν­τί­α πού θά ὑ­πο­στεῖ ὁ τα­πει­νός ἄν­θρω­πος, ἐ­νερ­γο­ποι­εῖ τήν τα­πει­νο­φρο­σύ­νη πού σάν ἄλ­λο ἐρ­γα­λεῖ­ο με­τα­τρέ­πει τήν ὀρ­γή τήν ἐκ­δί­κη­ση σέ συγ­χω­ρη­τι­κό­τη­τα καί ἀ­γά­πη, ἀ­πο­φεύ­γον­τας ἔ­τσι τήν ἁ­μαρ­τί­α καί πλή­γώ­νει τό δι­ά­βο­λο στό κέν­τρο τῆς καρ­δί­ας του.

Ποι­ός εἶ­ναι ὅμως ὁ πρα­γμα­τι­κά τα­πει­νό­φρο­νας;

Ἀ­πό τήν ἀρ­χή θά πρέ­πει νά δι­ευ­κρι­νή­σου­με ποι­ός εἶ­ναι ὁ τα­πει­νό­φρο­νας, γι­α­τί ὑ­πάρ­χουν ­καί με­ρι­κοί ἄν­θρω­ποι πού ἀ­πό τή φύ­ση τους εἶ­ναι πρᾶ­οι καί ἥ­συ­χοι καί φαί­νο­νται ὅ­τι εἶ­ναι τα­πει­νοί, ὄ­ταν ὅ­μως ἔλ­θει ἡ στι­γμή τῆς δο­κι­μα­σί­ας, δέν ἐ­φαρ­μό­ζουν τήν τα­πει­νο­φρο­σύ­νη καί δι­α­μαρ­τύ­ρο­νται. Αὐ­τοί οἱ φαι­νο­με­νι­κά τα­πει­νοί, μό­λις τούς «πα­τή­σεις τόν κάλ­λο», δι­α­μαρ­τύ­ρον­ται ἐν­το­νό­τα­τα καί φω­νά­ζουν καί ἀ­πει­λοῦν. Ποῦ εἶ­ναι λοι­πόν ἡ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη τους;

Ὁ πραγ­μα­τι­κά τα­πει­νός ἄν­θρω­πος εἶ­ναι ἐ­κεῖ­νος πού ἐ­νῶ εἶ­ναι με­γά­λος σέ πλού­τη, ἀ­ξι­ώ­μα­τα, καί χα­ρί­σμα­τα, θε­ω­ρεῖ τόν ἑ­αυ­τό του κα­τώ­τε­ρο ἀ­πό κά­θε ἄν­θρω­πο. Τα­πει­νό­φρο­νας ἐ­πί­σης εἶ­ναι αὐ­τός πού ἐ­νῶ τὀν συ­κο­φαν­τοῦν, δέν τα­ρά­ζε­ται, ἐ­νῶ τόν κα­τη­γο­ροῦν γι­ά πράγ­μα­τα πού δέν ἔ­κα­με, δέν φο­βᾶ­ται, ἐ­νῶ τόν προ­σβάλ­λουν, μέ­νει ἀ­τά­ρα­χος ἀ­φή­νο­ντας τήν κρί­ση του καί τήν ἀ­πο­λο­γί­α του στόν Κύ­ρι­ο πού εἶ­πε «ἐ­μοί ἐκ­δί­κη­σις ἐ­γώ ἀν­τα­πο­δώ­σω»· αὐ­τός εἶ­ναι βέ­βαι­ος ὅ­τι ὁ Κύ­ριος θά δι­κά­σει δί­και­α καί θά κα­τα­δι­κά­σει δί­και­α τό συ­κο­φάν­τη, ἐ­νῶ τόν τα­πει­νό θά τόν δι­και­ώ­σει μέ τόν τρό­πο πού ὁ Ἴ­διος γνω­ρί­ζει« ἵ­να (αὐ­τόν) ὑ­ψώ­σει ἐν και­ρῷ»­. (1.Πέ­τρ. 5. 6).

5. Δύ­σκο­λο Ἔρ­γο ἡ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη

Εἶ­ναι πο­λύ δύ­σκο­λο ὅ­μως αὐ­τό τό ἔρ­γο χω­ρίς θε­ϊ­κή βο­ή­θεια καί συν­δρο­μή, για­τί ὁ κό­σμος τόν τα­πει­νό τό θε­ω­ρεῖ βλά­κα καί χα­ζό καί ἐκ­με­τα­λεύ­σι­μο. Ἐ­νώ­πιον ὅ­μως τοῦ Θε­οῦ εἶ­ναι δι­α­μάν­τι πα­νά­κρι­βο. Ὁ Μάρ­κος ὁ Ἀ­σκη­τής ὑ­πε­ρα­μύ­νε­ται τοῦ τα­πει­νό­φρο­να λέ­γον­τας: « Ἡ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη δέν εἶ­ναι κα­τα­δί­κη συ­νει­δή­σε­ως, ἀλ­λά χά­ρις Θε­οῦ καί ἀ­κρι­βής πλη­ρο­φο­ρί­α τῆς συμ­πά­θειάς Του».

Καί ὁ Ἅ­γι­ος Ἰ­σα­άκ ὁ Σύ­ρος λέ­γει, ὅ­τι ἡ ἑ­κού­σι­α τα­πει­νο­φρο­σύ­νη εἶ­ναι δό­ξα τοῦ Θε­οῦ· γρά­φει:« Σμί­κρυ­νε τόν ἑ­αυ­τό σου εἰς ὅ­λα ἐ­νώ­πι­ον τῶν ἀν­θρώ­πων καί θά ὑ­ψω­θεῖς ἐ­πά­νω ἀ­πό τούς ἄρ­χο­ντας τοῦ αἰ­ώ­να τού­του. Τα­πεί­νω­σε τόν ἑ­αυ­τό σου καί θά δεῖς τή δό­ξα τοῦ Θε­οῦ ἐ­ντός σου. Δι­ό­τι ὅ­που βλα­στά­νει ἡ τα­πεί­νω­ση, ἐ­κεῖ ἀ­να­βλύ­ζει ἡ δό­ξα τοῦ Θε­οῦ. 

Ἄν ἀ­γω­νί­ζε­σαι φα­νε­ρά νά τα­πει­νω­θεῖς, ὁ Θε­ός θά σέ κά­νει νά δο­ξα­σθεῖς ἀ­πό ὅ­λους τούς ἀν­θρώ­πους· ἄν ἔ­χεις τήν τα­πεί­νω­ση στήν καρ­δι­ά σου ἐ­κεῖ στήν­ καρ­δι­ά σου θά σοῦ φα­νε­ρώ­σει ὁ Θε­ός τή δό­ξα Του. Ὅ­ταν ἐρ­γά­ζε­σαι τήν ἀ­ρε­τή, νά φρο­ντί­ζεις νά σέ κα­τα­φρο­νοῦν οἱ ἄν­θρω­ποι καί τό­τε θά τι­μη­θεῖς ἀ­πό τό Θε­ό. Μί­ση­σε τήν τι­μή, γι­ά νά τι­μη­θεῖς. Ἐ­κεῖ­νος πού ἀ­πο­φεύ­γει τήν τι­μή, τόν κα­τα­δι­ώ­κει ἡ τι­μή καί γί­νε­ται κή­ρυ­κας τῆς τα­πει­νώ­σε­ώς του». 

Ὁ ἴ­διος λέ­γει ἀλ­λοῦ γι­ά τήν τέ­λεια τα­πει­νο­φρο­σύ­νη τά ἀ­κό­λου­θα: «Ὁ ἄν­θρω­πος πού κα­τόρ­θω­σε νά ἐν­νο­ή­σει πό­σο ἀ­σθε­νής εἶ­ναι στά πνευ­μα­τι­κά, αὐ­τός ἔ­φθα­σε στήν τέ­λεια τα­πει­νο­φρο­σύ­νη καί τήν ἐ­πί­γνω­ση τοῦ Θε­οῦ. Γι­’ αὐ­τό καί πα­ρα­κι­νεῖ­ται συ­νε­χῶς νά εὐ­χα­ρι­στεῖ τό Θε­ό καί γί­νε­ται πλου­σι­ώ­τε­ρος στήν ἀ­πό­κτη­ση θεί­ων χα­ρι­σμά­των. Στό­μα πού εὐ­χα­ρι­στεῖ πάν­το­τε τό Θε­ό, δέ­χε­ται ἀ­πό τό Θε­ό εὐ­λο­γί­α. Καί στήν καρ­διά πού δι­α­μέ­νει στή συ­νε­χή πρός τό Θε­ό εὐ­χα­ρι­στί­α, αὐ­ξά­νει δια­ρκῶς ἐν­τός αὐ­τῆς ἡ θεί­α Χά­ρη. Ἀ­πό τή Χά­ρη προ­η­γεῖ­ται ἡ τα­πεί­νω­ση, ὅ­πως ἐμ­πρός ἀ­πό τόν πει­ρα­σμόν τρέ­χει ἡ ὑ­πε­ρη­φά­νεια».

Ὁ ἄν­θρω­πος ἔ­χει ἀ­νάγ­κη ἀ­πό τήν τα­πει­νο­φρο­σύ­νη καί τό φό­βο τοῦ Θε­οῦ, ὅ­πως ἀ­κρι­βῶς ἔ­χει ἀ­νάγ­κη ἀ­πό ἀ­έ­ρα γι­ά τήν ἀ­να­πνο­ή του. Ἡ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη εἶ­ναι τό δέν­δρο τῆς ζω­ῆς πού συ­νε­χῶς ὑ­ψώ­νε­ται πρός τόν οὐ­ρα­νό, ἀλ­λά καί κά­τω ἀ­πό τή δρο­σε­ρή του σκιά, ὁ τα­πει­νός ἄν­θρω­πος βρί­σκει τή γα­λή­νη τήν ἡ­ρε­μί­α καί προ­φυ­λάσ­σε­ται ἀ­πό τά στρέ­ς’ καί τά ἀγ­χώ­δη δηλ­λή­μα­τα καί μέ­ρι­μνες τοῦ κό­σμου τού­του.

6. Αξία της ταπεινοφροσύνης

Ἀ­φοῦ εἴ­δα­με τήν οὐ­σί­α τῆς τα­πει­νο­φρο­σύ­νης, στή συ­νέ­χει­α θά δοῦ­με καί τήν ἀ­ξί­α της, δη­λα­δή τήν ὠ­φε­λι­μό­τη­τά της καί τήν ἀ­γα­θή ἐ­πί­δρα­ση πού ἔ­χει στήν ψυ­χή τοῦ ἀν­θρώ­που. Θά ἀρ­χί­σου­με ἀ­πό τό λό­γο τοῦ Θε­οῦ, τήν Ἁ­γί­α Γρα­φή, γι­ά νά δοῦ­με ποι­ά χω­ρί­α τή συ­στή­νουν καί πῶς τήν ἀ­ξι­ο­λο­γοῦν.

Στίς Πα­ροι­μί­ες γρά­φει: «στό­μα δέ τα­πει­νοῦ με­λε­τᾶ σο­φί­αν» (κεφ. 11. 2). Δη­λα­δή ὁ τα­πει­νός ἄν­θρω­πος βλέ­πει τή μη­δα­μι­νό­τη­τά του καί δι­α­κρί­νει τήν ἀ­ξί­α τοῦ κά­θε πρά­γμα­τος. Προ­τι­μᾶ ἀ­ντί νά ἀ­σχο­λεῖ­ται μέ τή σο­φί­α τοῦ κό­σμου, νά με­λε­τᾶ τή σο­φί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἔ­τσι γί­νε­ται κα­τά Θε­όν σο­φός, πρά­γμα πού τόν βο­η­θᾶ νά βα­δί­ζει πι­ό εὔ­κο­λα τό δρό­μο τοῦ Θε­οῦ μέ τή δι­ά­κρι­ση πού ἀ­πο­κτᾶ.

Δι­α­βά­ζου­με, πά­λιν στό πι­ό πά­νω βι­βλί­ο:«Εἰ­σίν οἱ πλου­τοῦ­ντες ἑ­αυ­τούς μη­δέν ἔ­χο­ντες καί εἰ­σίν οἱ τα­πει­νοῦ­ντες ἑ­αυ­τούς ἐν πολ­λῷ πλού­τῳ» (13. 17). Θέ­λει νά πεῖ ὅ­τι ὑ­πάρ­χουν ἄν­θρω­ποι πού καυ­χοῦ­νται γι­ά τόν πρό­σκαι­ρο πλοῦ­το τους, ἀλ­λά οὐ­σι­α­στι­κά εἶ­ναι φτω­χοί, γι­α­τί δέν ἔ­χουν τόν αἰ­ώ­νι­ο πνευ­μα­τι­κό πλοῦ­το. Καί ὑ­πάρ­χουν οἱ τα­πει­νοί οἱ ὁ­ποῖ­οι εἶ­ναι φτω­χοί καί ὅ­μως, ἡ τα­πεί­νω­σή τους τούς ἐ­ξα­σφα­λί­ζει πο­λύ πνευ­μα­τι­κό καί αἰ­ώ­νι­ο πλοῦ­το.

Στό βι­βλί­ο­τοῦ Σο­φοῦ Σει­ράχ, γρά­φει: «Προ­σευ­χή τα­πει­νοῦ νε­φέ­λαις δι­ῆλ­θεν» (Σ. Σει­ράχ,35. 17). Ἐ­δῶ πα­ρου­σι­ά­ζει τή δύ­να­μη πού ἔ­χει ἡ προ­σευ­χή τοῦ τα­πει­νοῦ ἀν­θρώ­που καί τήν παρ­ρη­σί­α ὥ­στε νά δι­α­σχί­ζει τούς νε­φε­λώ­δης οὐ­ρα­νούς καί νά φθά­νει στό Θεό.

Ὁ βα­σι­λι­άς Δαυ­ΐδ προ­τεί­νει τήν τα­πεί­νω­σή του στό Θε­ό καί ζη­τᾶ νά τοῦ συγ­χω­ρε­θοῦν οἱ ἁ­μαρ­τί­ες του.« Δές τήν τα­πεί­νω­σή μου καί τόν κό­πο μου καί συγ­χώ­ρε­σε ὅ­λες τίς ἁ­μαρ­τί­ες μου».

Ἐ­κεῖ πού φα­νε­ρώ­νε­ται ὅ­λο τό με­γα­λεῖ­ο τῆς τα­πει­νο­φρο­σύ­νης καί οἱ εὐ­λο­γη­μέ­νοι καρ­ποί της εἶ­ναι στήν Και­νή Δι­α­θή­κη. Σάν δέν­δρο ἀ­γλα­ό­καρ­πο εἶ­ναι φυ­τευ­μέ­νο ἀ­πό τόν ἴ­δι­ο τό Θε­ό στή γῆ μας, ἀ­φοῦ Ὁ Θε­ός Λό­γος, τό δεύ­τε­ρο πρό­σω­πο τῆς πα­να­γί­ας Τρι­ά­δας, τα­πει­νώ­θη­κε λαμ­βά­νο­ντας δού­λου μορ­φή, μό­νο καί μό­νο γι­ά νά ἐ­λευ­θε­ρώ­σει τόν ἄν­θρω­πο ἀ­πό τή δου­λεί­α τοῦ σα­τα­νᾶ, κά­νο­ντας ἔ­τσι τήν τα­πεί­νω­ση θεϊ­κην ἀ­ρε­τή. 

Ἄς δοῦ­με πῶς ὁ Ἀ­πό­στο­λος Παῦ­λος πε­ρι­γρά­φει αὐ­τή τήν τα­πεί­νω­ση τοῦ Κυ­ρί­ου: «Ἐ­κεῖ­νος (ὁ Θε­ός Λό­γος) ἄν καί ἦ­ταν στή μορ­φή τοῦ Θε­οῦ, δέν ἐ­θε­ώ­ρη­σεν εὐ­και­ρί­α γι­ά ἀ­πό­λαυ­σι τό ὅ­τι ἦ­ταν ἴ­σος μέ τό Θε­ό, ἀλ­λ’ ἐ­ξου­δέ­νω­σε τόν ἑ­αυ­τό του μέ τό νά λά­βει τή μορ­φή δού­λου, μέ τό νά ἔλ­θῃ στή μορ­φή τῶν ἀν­θρώ­πων, καί ἀ­φοῦ κα­τά τή μορ­φή βρέ­θη­κε ἄν­θρω­πος (ἀ­φοῦ πρα­γμα­τι­κῶς ἔ­γι­νε ἄν­θρω­πος), ἐ­τα­πεί­νω­σε τόν ἑ­αυ­τό του μέ τό νά γί­νει ὑ­πή­κο­ος μέ­χρι θα­νά­του...» (Φι­λιπ.2. 6). 

Ὁ Θε­άν­θρω­πος Σω­τή­ρας μας φό­ρε­σε, σάν ἄλ­λο ἔν­δυ­μα, τήν τα­πεί­νω­ση καί τή πτω­χεί­α, βι­ώ­νο­ντάς την ὁ ἴ­δι­ος καί δι­δά­σκο­ντάς την καί προ­τρέ­πει κι ἐ­μᾶς νά Τόν μι­μη­θοῦ­με. «...μά­θε­τε ἀ­π’ ἑ­μοῦ ὅ­τι πρᾶ­ος εἰ­μι καί τα­πει­νός τῇ καρ­δί­α» (Ματ­θ.11.29).

Στήν ἐ­πί τοῦ ὄ­ρους ὁ­μι­λί­α Του ὕ­ψω­σε τούς τα­πει­νό­φρο­νες μέ­χρι τοῦ οὐ­ρα­νοῦ, μό­λις ἄ­νοι­ξε τό στό­μα Του, ὁ Κύριος,γι­ά νά μι­λή­σει, εἶπε στόν πρῶ­το «Μα­κα­ρι­σμό»: «Μα­κά­ρι­οι οἱ πτω­χοί τῷ πνεύ­μα­τι ὅ­τι αὐ­τῶν ἐ­στιν ἡ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν» (Ματ­θ. 5.2). Πτω­χοί τῷ πνεύ­μα­τι, ἐ­δῶ, δέν εἶναι οἱ τρελλοί, ἀλλά εἶ­ναι οἱ τα­πει­νό­φρο­νες, οἱ ὁ­ποῖ­οι συ­ναι­σθα­νό­με­νοι τήν πνευ­μα­τι­κή τους φτώ­χει­α κα­τα­φεύ­γουν στό Θε­ό γι­ά νά πλου­τί­σουν καί γι­ά τοῦ­το εἶ­ναι εὐ­τυ­χι­σμέ­νοι, ἐ­πει­δή γι­’ αὐ­τούς εἶ­ναι ἡ βα­σι­λεί­α τῶν οὐ­ρα­νῶν.

Καί οἱ Ἀ­πό­στο­λοι μι­μού­με­νοι τόν Ἀρ­χη­γό τους, στή δι­ά­δο­ση τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου, ἐρ­γά­ζο­νταν «με­τά πά­σης τα­πει­νο­φρο­σύ­νης», ὅ­πως μαρ­τυ­ρεῖ ὁ Λουκᾶς. (Πρά­ξεις, 20.19).

Ἐ­πει­δή ἔ­χει με­γά­λο κέρ­δος ἡ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη, δέν τή ζοῦ­σαν μό­νον οἱ ἴ­δι­οι, ἀλ­λά ζη­τοῦ­σαν καί ἀ­πό τούς χρι­στι­α­νούς νά τήν ἐ­φαρ­μό­ζουν στή ζω­ή τους. «Τῇ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη ἀλ­λή­λους ἡ­γού­με­νοι» συμ­βου­λεύ­ει ὁ Παῦ­λος τούς Χρι­στι­α­νούς. Δη­λα­δή μέ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη νά θε­ω­ρεῖ­τε τούς ἄλ­λους πι­ό με­γά­λους ἀ­πό σᾶς καί νά τούς δί­νε­τε τό προ­βά­δι­σμα.

Ὁ Ἀ­πό­στο­λος Ἰ­ά­κω­βος συμ­βου­λεύ­ει τούς πι­στούς: «τα­πει­νώ­θη­τε οὖν ἐ­νώ­πι­ον τοῦ Κυ­ρί­ου καί ὑ­ψώ­σει ὑ­μᾶς» (Ἰ­ακ. 4.10). Καί εἶ­ναι σύμ­φω­νο αὐ­τό μέ τά λό­γι­α τοῦ Κυ­ρί­ου «Ὁ τα­πει­νῶν ἑ­αυ­τόν ὑ­ψω­θή­σε­ται». Τό βρα­βεῖ­ο πού λαμ­βά­νει ὁ τα­πει­νός, τό­σο στή ζω­ή αὐ­τή ὅ­σο καί στήν αἰ­ώ­νι­α εἶ­ναι ἀ­γά­πη τοῦ Θε­οῦ πού τόν ὑ­ψώ­νει ἐ­νώ­πι­ον ἀν­θρώ­πων καί ἀγ­γέ­λων.

Ἐ­πα­να­λαμ­βά­νο­ντες λέ­με ὅ­τι εἶ­ναι με­γά­λη ἀ­ρε­τή ἡ τα­πεί­νω­ση, γι­α­τί ὁ τα­πει­νός ἄν­θρω­πος μι­μεῖ­ται τό Θε­ό ἔ­μπρα­κτα, γί­νε­ται πο­λύ ἀ­γα­πη­τός καί ἔ­χει πλού­σι­α τή Χά­ρη τοῦ Κυ­ρί­ου. Ἔ­χει με­γα­λύ­τε­ρο κέρ­δος ἀ­πό αὐ­τό; Εἶ­ναι πά­ρα πολ­λά τά πα­ρα­δεί­γμα­τα ἀ­πό τήν Και­νή Δι­α­θή­κη πού μι­λοῦν γι­ά τήν τα­πεί­νω­ση, ἀλ­λά,γι­ά νά μή μα­κρυ­γο­ρή­σου­με ἀ­να­φέ­ρα­με αὐ­τά τά λί­γα.

Τή με­γά­λη ἀ­ξί­α καί ὠ­φέ­λει­α πού ἔ­χει ἡ τα­πει­νο­φρο­σύ­νη γνώ­ρι­ζαν ἐκ πεί­ρας οἱ Πα­τέ­ρες καί οἱ Ὅ­σι­οι τῆς ὀρ­θό­δο­ξης Ἐκ­κ­λη­σί­ας μας καί ἔ­χουν ἀ­σχο­λη­θεῖ πο­λύ μέ τήν ἀ­ρε­τήν αὐ­τή.

Ὁ Ἅ­γι­ος Ἰ­σα­άκ ὁ Σύ­ρος ἀρ­χί­ζει τόν ιθ΄ Λό­γο του ὡς ἑ­ξῆς: «ἄν­θρω­πε τα­πει­νέ, θέ­λεις νά εὕ­ρεις τήν αἰ­ώ­νι­ον ζω­ήν; Κρά­τη­σον τήν πί­στην καί τήν τα­πεί­νω­σιν εἰς ἑ­αυ­τόν· δι­ό­τι δι­ά τού­των εὑ­ρί­σκεις τήν βο­ή­θει­αν τοῦ Θε­οῦ...» 

Καί στόν κ΄Λό­γον του λέ­γει: «Τόν τα­πει­νό­φρο­να οὐ­δείς μι­σεῖ πο­τέ, οὐ­δέ ἐ­πι­πλήτ­τει, οὐ­δέ κα­τα­φρο­νεῖ· ἐ­πει­δή ἀ­γα­πᾶ αὐ­τόν ὁ δε­σπό­της αὐ­τοῦ καί δι­ά τοῦ­το ἀ­γα­πᾶ­ται πα­ρά πά­ντων... Ὅ­ταν ὁ ἄν­θρω­πος τα­πει­νω­θεῖ κυ­κλώ­νει αὐ­τόν τό ἔ­λε­ος τοῦ Θε­οῦ, καί τό­τε ἡ καρ­δί­α αἰ­σθά­νε­ται τή θεί­α βο­ή­θει­α... πλη­ροῦ­ται χα­ρᾶς καί ὁ­δη­γεῖ­ται πρός τήν προ­σευ­χή». 

Δη­λα­δή ἡ ὠ­φέ­λει­α εἶ­ναι δι­πλή εἶ­ναι ὅ­μως καί πολ­λα­πλή, ἐ­πει­δή ἡ μι­ά ἀ­ρε­τή ἀ­κο­λου­θεῖ τήν ἄλ­λη. Ὁ τα­πει­νός γί­νε­ται κά­το­χος πολ­λῶν ἀ­ρε­τῶν. Εὐ­λο­γί­α Θε­οῦ! Ὁ Θε­ός δο­ξά­ζει τόν τα­πει­νό, γι­α­τί ὅ­που τα­πεί­νω­ση ἐ­κεῖ καί τοῦ Θε­οῦ ἡ δό­ξα φαί­νε­ται νά τρέ­χει σάν ἄλ­λη πη­γή.

Ὁ ἱ­ε­ρός Χρυ­σό­στο­μος σέ ὁ­μι­λί­α του, ἔ­λε­γε: «Δέν ὑ­πάρ­χει τί­πο­τε ὅ­μοι­ο μέ τήν τα­πει­νο­φρο­σύ­νη, Γι­’ αὐ­τό καί ὁ Χρι­στός ἄρ­χι­σε τούς Μα­κα­ρι­σμούς μέ τήν ἀ­ρε­τή αὐ­τή...Εἶ­ναι ἀ­δύ­να­το χω­ρίς αὐ­τή νά σω­θοῦ­με». Καί ἀλ­λοῦ προ­τρέ­πει: «Ἄν θέ­λεις νά ἀ­πο­λαύ­σεις πα­ρη­γο­ρι­ά ἀ­πό τό Θε­ό, τα­πει­νώ­σου, σύ­ντρι­ψε τό­ν ἑ­αυ­τό σου».

Καί ὁ Μέ­γας Ἀ­θα­νά­σι­ος συμ­βου­λεύ­ει: « Στή χρι­στι­α­νι­κή ζω­ή πρέ­πει νά προ­σερ­χό­μα­στε μέ πολ­λή προ­σο­χή καί τα­πει­νο­φρο­σύ­νη γι­ά νά λά­βου­με τόν πλοῦ­το τοῦ Χρι­στοῦ. Σέ κά­θε ἐκ­δή­λω­ση τῆς ζω­ῆς μας νά θυ­μό­μα­στε νά ἐ­φαρ­μό­ζου­με τήν τα­πεί­νω­ση τοῦ Κυ­ρί­ου. Μό­νον ἔ­τσι θά κα­τα­στρέ­ψου­με τίς πα­γί­δες τοῦ δι­α­βό­λου».

Χα­ρα­λά­μπους Νε­ο­φύ­του (Πρεσβυ­τέ­ρου)
ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΚΑΙ ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ, ΕΚΔΟΣΗ ΤΡΙΤΗ
‘’Ορθόδοξος Ὁδοδείχτης
http://inpantanassis.blogspot.