Τετάρτη 25 Οκτωβρίου 2017

Πότε, γιαγιά μου, πότε;


Γράφει ο Κώστας Παναγόπουλος, 

Στο ποίημα του Γεώργιου Βιζυηνού, «Ὁ τελευταῖος Παλαιολόγος» (1882), ρωτάει το παιδάκι τη γιαγιά του: «Ἀπέθανε, γιαγιά;». Και η γιαγούλα απαντάει: «Ποτέ, παιδάκι μου, κοιμᾶται».

Το εγγονάκι επιμένει: «Και τώρα πια δεν ἠμπορεῖ  γιαγιάκα να ξυπνήση;». «Ὤ, βέβαια!» λέει εκείνη, «Καιρούς καιρούς, σηκώνει το κεφάλι, και βλεπ᾿ ἂν ἦρθεν ἡ στιγμή, πὄχει ὁ Θεός ὁρίσει».

«Πότε, γιαγιά μου, πότε;» ξαναρωτάει το εγγονάκι.

Όλο το ποίημα του Βιζυηνού είναι μια τέτοια κουβεντά συγκινητική για τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά, που μέλλει να ξυπνήσει. Και οι Έλληνες, νομίζω, έχουμε όλοι τη θέση του παιδιού σ’ αυτόν εδώ τον διάλογο: «Πότε, γιαγιά μου, πότε;».

Σαν το μικρό παιδάκι στο ποίημα του Βιζυηνού, έτσι ανυπόμονα ρωτούμε όλοι οι Έλληνες  το πότε θα βαδίσουμε στην Πόλη, το πότε θα ξυπνήσει ο Βασιλέας. Το πότε, δηλαδή, θα έρθει για τους Έλληνες εκείνη η δοξασμένη μέρα.

Είναι αυτή η δοξασμένη μέρα που τη γράφει και ο Κώστας Καρυωτάκης στο ποίημα του «Μαρμαρωμένε Βασιλιᾶ»:

Μαρμαρωμένε Βασιλιά, πολύ δε θα προσμένεις
Ἕνα πρωί ἀπ᾿ τα νερά τοῦ Βόσπορου κεῖ πέρα
θε να προβάλει λαμπερός, μιᾶς Λευτεριᾶς χαμένης,
ὁ ἀσημένιος ἥλιος. Ὤ, δοξασμένη μέρα!

Κ.Γ.Π. - Αύγουστος 2014
http://constantinoupolin.blogspot.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου