Τετάρτη 22 Μαΐου 2013

Ένα περιστατικό από τους Κρυπτοχριστιανούς στο Σταυρί του Πόντου.




Ἦταν Μάιος μῆνας στὰ 1867. Τὸ ὅτι οἱ κάτοικοι τῆς Κρώμνης φανερώθηκαν ὡς Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες καὶ στὴν ψυχὴ καὶ στὴν καρδιά, αὐτὸ ἔδωσε μεγάλο θάρρος στοὺς Σταυριῶτες, κι ἔλεγαν ἀναμεταξύ τους. «Ἀφοῦ ὁ ἑκατοχρονίτης Μολλὰ-Μπεχρέμ’ ς πέταξε τὸ σαρίκι κι ἔβγαλε τὸν κίτρινο τσουμπέ, γιατί κι ἐμεῖς νὰ μὴν πετάξουμε ἀπὸ πάνω μας τὴ ντροπὴ τοῦ ἀρνησίθρησκου;»
 Γι’ αὐτὸ οἱ χωρικοὶ συγκεντρώθηκαν στὸ σπίτι τοῦ πρωτόπαπα τοῦ χωριοῦ, καὶ ἀφήνοντας κατὰ μέρος καὶ τὰ ψέματα, ἔκαναν τὴν ἑξῆς συμφωνία. «Δὲν ἔχει σημασία τὸ ὅτι οἱ παποῦδες μᾶς ἀρνήθηκαν τὸ Χριστὸ μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους. Ἐμεῖς, κι ἂν ἀκόμα μᾶς σφάξουν, εἴμαστε ἀποφασισμένοι νὰ κάνουμε ὅπως ἔκαναν οἱ Κρωμέτες. Θὰ φανερώσουμε τὴν πίστη μας καὶ θὰ χάσουμε ὅλα μας τὰ ὑπάρχοντα, ἀρκεῖ νὰ βγοῦμε ἀπὸ αὐτὴ τὴν κόλαση»…. Καὶ ἀμέσως ὑπόγραψαν τὴ συμφωνία καὶ πῆραν ἀπόφαση νὰ πᾶνε στὸ Κάνι καὶ νὰ ὁμολογήσουν τὴν πίστη τῶν πατέρων τοὺς μπροστὰ στὸ Μουτασερίφη καὶ ὅλο τὸ Συμβούλιο.
 Καὶ τότε ἔβλεπες στὸ Σταυρὶ ἕνα θέαμα ποὺ νὰ σπαράζη τὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Ὅλοι ἀγκαλίαζαν τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά τους, ἔκλαιγαν καὶ τὰ ἀποχαιρετοῦσαν, ὄχι γιατί φοβοῦνταν γιὰ τὴν ἀπόφαση ποὺ ἔπαιρναν, ἀλλὰ γιὰ τὰ βάσανα ποὺ θὰ τοὺς ἐπέβαλε ἡ βάρβαρη κυβέρνηση τοῦ τόπου, ἡ ὁποία οὔτε νόμο εἶχε οὔτε πίστη, καὶ ἡ ὁποία ἦταν ἐξοργισμένη γιατί οἱ Σταυριῶτες πῆραν θάρρος ἀπὸ τοὺς Κρωμέτες καὶ ἀπὸ τοὺς Γιαγλὶ-ντερέδες.
 Ἀφοῦ πολὺ τὸ σκέφτηκαν καὶ τὸ συζήτησαν, πῆγαν καὶ λειτουργήθηκαν στὴν ἐκκλησία καὶ μετάλαβαν, ἔκαναν τὸ σταυρό τους καὶ πῆραν τοῦ Κανὶ τὸ δρόμο κι ἦρθαν μπροστὰ στὸ Μουτεσαρίφ, τὸν Χάμαλην Γιουσοὺφ πασά, καὶ ἄφοβά του εἶπαν τὴν ἀπόφασή τους. Ὁ Μουτεσαρίφης, ἔξυπνος ἄνθρωπος, ὅταν βρέθηκε μπροστὰ σὲ ὀγδόντα ἀνθρώπους ἕτοιμους νὰ πεθάνουν, ἐπροσκάλεσε τὸ Ἰνταρὲ-Μεζλισὶν καὶ τὸ Μουφτὴ τῆς πολιτείας καὶ μπροστά τους προσπάθησε μὲ καλὸ τρόπο νὰ τοὺς κάνη ν’ ἀλλάξουν γνώμη. Ὅταν ὅμως εἶδε πὼς εἶναι ἀμετάπειστοι, τοὺς φυλάκισε.
 Δύο μέρες ἔμειναν στὴ φυλακὴ πεινασμένοι, διψασμένοι, ἄυπνοι, καὶ κατόπι τοὺς ἔβγαλε καὶ τοὺς ἔστειλε σὲ καταναγκαστικὰ ἔργα. Καὶ ἔβλεπες τοὺς νέους μάρτυρες τοῦ χριστιανισμοῦ νὰ κουβαλοῦν μὲ τὴ ράχη τους ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὴν πολιτεία μεγάλες πέτρες, κάτω ἀπὸ τὸ μαστίγιο τῶν ζεπτιέδων, καὶ νὰ χτίζουν ντουβάρια στὴ Ρωμαίισσα, στὸ τούρκικο νεκροταφεῖο, ἄλλους νὰ καθαρίζουν ἀποχωρητήρια σὲ δημόσια γραφεῖα, ἄλλους νὰ κουβαλοῦν στὰ λουτρὰ τὰ σκεύη τῶν χανουμισσῶν, ἄλλους νὰ καθαρίζουν τὰ χάνια τῆς πολιτείας ἀπὸ τὶς ἀκαθαρσίες τῶν ὑποζυγίων, ἄλλους νὰ κάνουν κατώτερες δουλειές, ἐνῷ τοὺς ἔφτυναν, τοὺς ὕβριζαν, τοὺς ἔσπρωχναν καὶ τοὺς ράβδιζαν.
 Τί ἔκαναν οἱ πρόκριτοι καὶ οἱ δημογέροντες τοῦ Κανί; Ἡ ἀλήθεια εἶναι πὼς δὲν κάθισαν μὲ σταυρωμένα χέρια. Ὁ δεσπότης ὁ Γερβάσιος Καρνέτης προσκάλεσε σὲ συνεδρίαση τὴ Δημογεροντία, ποὺ ἀποτελοῦνταν ἀπὸ τὸ Χατζὴ Ἀναστάση Τσαμουρλή, τὸν ἀδελφό του Χατζῆ Κωνσταντῖνο, τὸ Χατζὴ Κωνσταντῖνο Τσαμκιόζη, τὸν Ἀναστάση Βαφειάδη, τὸ Γιάννη Τουλούμη, τὸ Χατζὴ Δημήτρη Μουμτζή, τὸν Ἀγαθάγγελο Δημητριάδη. Ἡ Δημογεροντία ἀποφάσισε καὶ ἔκρινε καλὸ νὰ στείλουν πεζοδρόμους στὴν Τραπεζούντα -γιατί τότε τηλεγραφεῖα δὲν ὑπῆρχαν, καὶ στὸ ταχυδρομεῖο τὰ ἑλληνικὰ γράμματα πάντα ἀνοίγονταν ἀπὸ τοὺς ταχυδρομικοὺς ὑπαλλήλους- νὰ δώσουν εἴδηση στὴν Ἀδελφότητα τῶν Ἀργυροπολιτῶν καὶ τὸν ἐκεῖ σχολάρχην Γεώργιον Παπαδόπουλον τὸν Κυριακίδην γιὰ τὰ ὅσα ἔγιναν στὸ Κάνι, καὶ ἐκεῖνοι νὰ εἰδοποιήσουν τὶς Πρεσβεῖες καὶ τὸ Πατριαρχεῖο καὶ νὰ προλάβουν τὸ κακό.
 Βρῆκαν καὶ ἔστειλαν τέτοια παλληκάρια, καὶ γρήγορους σαΐδες, τὸ Γιάννη τοῦ Λουκᾶ καὶ τὸν Παντελῆ Ζαμανόπουλο, ποὺ σὲ 15 ὧρες ἔφτασαν ἀπὸ τὸ Γουλάτι στὴν Τραπεζούντα. Ἀπ’ ἐκεῖ ὁ Κυριακίδης ἔγραψε ἀμέσως στὸ Πατριαρχεῖο καὶ στὶς Πρεσβεῖες καὶ ἔστειλε ἀναφορὰ στὴν Ὑψηλὴ Πύλη καὶ πέτυχαν νὰ σταλοῦν γρήγορα κυβερνητικὲς διαταγές, νὰ σταματήσουν οἱ βασανισμοὶ τῶν Σταυριωτῶν καὶ νὰ τοὺς ἀφήσουν νὰ πᾶν στὰ σπίτια τους.
 Καὶ ὕστερα ἀπὸ κάμποσες μέρες, στὶς 29 Ἰουνίου, ἐλεύθεροι, καὶ χωρὶς σαρίκι καὶ τσουμπέ, μὲ χαρούμενο τὸ πρόσωπο καὶ γαληνεμένη τὴν καρδιά, γύρισαν τρεχάτοι στὰ χωριά τους, πῆγαν στὶς ἐκκλησίες, ἄναψαν μεγάλες λαμπάδες, χτύπησαν τὶς καμπάνες, δόξασαν τὴν Ἁγία Τριάδα, ποὺ οἱ γονεῖς τοὺς μπροστά τους τὴν ἀρνοῦνταν, καὶ ἄρχισαν τὶς χαρὲς καὶ τὶς διασκεδάσεις.
 Μονάχα οἱ Κασὶμ-ζαντέδες, ἐπειδὴ εἶχαν τὴν πόστα τῆς Τραπεζούντας ὡς τὸ Ἐρζερούμ, δὲν πῆραν μέρος ὡς τὸν καιρὸ τῆς Ἀνταλλαγῆς, ὅποτε κρυφὰ-κρυφὰ ἕνα δύο ἦρθαν κι ἐκεῖνοι στὸ Ὡραιόκαστρο τῆς Θεσσαλονίκης καὶ φανερώθηκαν καὶ δόξασαν τὸ Θεό.

«Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ- Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΟΣ (1884-1980)» Τεύχος 3. ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2001. Θεσ/νίκη- Έκδοσις: «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου