Ιωάννου Κορναράκη.
Πολλοί καλοπροαίρετοι χριστιανοί και ίσως πραγματικοί πνευματικοί αγωνιστές κυριαρχούνται συχνά από την αίσθηση μιας πνευματικής αυτάρκειας.
Ίσως ο αστικοποιημένος τρόπος εκκλησιαστικής ζωής αλλά και άλλοι ασφαλώς παράγοντες, προσδιοριστικοί πάντως του είδους και της ποιότητας της ατομικής πνευματικότητος και ευσέβειας, συντελούν συχνά σε μια αίσθηση ικανοποιητικού, κατά περίπτωση, τρόπου πνευματικής μας ζωής.
Σκεπτόμαστε δηλ σε πολλές περιπτώσεις (ενσυνείδητα ή «λεληθότως»), ότι με τις πνευματικές μας προσπάθειες, που έχουμε ήδη καταβάλει, έχουμε προχωρήσει σε κάποιο ανώτερο επίπεδο πνευματικής ζωής. Εξάλλου η τάση να αντιλαμβανόμαστε την εικόνα του εαυτού μας σε σύγκριση με τους άλλους ανθρώπους, μας δίνει, επίσης συχνά την αίσθηση ενός βαθμού «υπεροχής»! Έτσι καταλήγουμε σε κάποιο είδος πνευματικής αυτοσυνειδησίας, το οποίο, όπως νομίζουμε, μας ταιριάζει «αναπαυτικά»! Μας ικανοποιεί στο βαθμό μιας αυτάρκειας αγωνιστικής!
Το αποτέλεσμα τέτοιων ενδόμυχων σκέψεων και διαλογισμών ή αισθημάτων αντανακλά ένα στερεοποιημένο τύπο πνευματικής ζωής, με εσώτερο συναισθηματικό πυρήνα την αυτάρκεια. Σε μια τέτοια περίπτωση φαίνεται σαν να σταματήσαμε τον αγώνα μας σε κάποιο σημείο της πνευματικής μας πορείας. Σαν να κάναμε κάποια στάση διαρκείας, με το δικαίωμα που (δήθεν) μας δίνει η αίσθηση των πνευματικών αγώνων και κόπων, που έχουμε ήδη καταβάλει!
Για μια τέτοια περίπτωση ακριβώς, ο άγιος Μάξιμος θα σημειώσει· «Της αρετής η στάσις κακίας εστίν αρχή». Αφορμή για τη διατύπωση της βασικής αυτής αξιωματικής αρχής της ορθοδόξου πνευματικότητας έδωσε στον άγιο Μάξιμο ερώτηση του μαθητού του αββά Θαλασσίου, σχετικά με μια απορία σε χωρίο της Παλαιάς Διαθήκης.
Η γραφική απορία του αββά Θαλασσίου ανεφέρετο στο Έξοδ. δ’ 25 εξ. όπου σημειώνεται ότι, πορευόμενος ο Μωϋσής προς τον Φαραώ, για να μεταφέρει τις εντολές του
Θεού, σχετικά με την απελευθέρωση των Ισραηλιτών από τη δουλεία των Αιγυπτίων και ενώ ευρίσκετο σε κάποιο κατάλυμα, στο οποίο στάθμευσε για να αναπαυθεί από την κόπωση της πορείας, «άγγελος Κυρίου εζήτει αυτόν αποκτείναι».
Η απορία του αββά Θαλασσίου είναι εύλογη· εφόσον ο Θεός απέστειλε τον Μωϋσή σε επιτέλεση έργου τόσο σπουδαίου, πώς «άγγελος Κυρίου» ζητούσε να τον φονεύσει μέσα στο κατάλυμα;
Ο άγιος Μάξιμος, διά της μεθόδου της αναγωγής των ιστορικών γεγονότων σε σχήματα και διαδικασίες πνευματικής ζωής, «ως προκάλυμμα περιαιρών το γράμμα του πνεύματος», μας βοηθεί να κατανοήσουμε «νοεροίς όμμασιν» την «εν πνεύματι δύναμιν» της ιστορίας.
Ο Μωϋσής, κατά τον άγιο Μάξιμο, είναι στην προκειμένη περίπτωση «ο νους»! Ο τελευταίος, εφόσον αγωνίζεται εναντίον των αισθητών και δημιουργεί ήθος ψυχικής καθαρότητας, όπως είναι«η παθών εστερημένη έξις», γίνεται επιδεκτικός μιας παιδαγωγίας εκ μέρους του Θεού, αποτέλεσμα της οποίας είναι η μετοχή του στη θεωρία των όντων. Σ’ αυτή την κατάσταση επιτρέπει ο Θεός στο νουν να μεταλάβει γνώσεως «κρυφίας τε και μυστικής, κατά το αφανές της καρδίας».
Αλλά ο προικισμένος με τη χάρη αυτής της γνώσεως νους, «ως διατελών οπωσδήποτε εισέτι υπό την κυριαρχία της ανθρωπείας φύσεως», εφόσον δηλ. φορεί ακόμη σάρκα και ευρίσκεται «καθ’ οδόν» προς την απόκτηση της αρετής διά της εργασίας των εντολών, καλείται «να εξέλθη εκ της γης της Αιγύπτου», από τη δουλεία στη σάρκα και την αίσθηση.
Κατά τον άγιο Μάξιμο, ο χαριτωθείς με την μετοχή του στη θεωρία των όντων νους είναι κάτοχος«των θείων νοημάτων», τα οποία, στην περίπτωση αυτή, είναι εγκλωβισμένα στον πηλό της σάρκας, «ανοήτως πονούμενα». Όπως οι Ισραηλίτες καταπονούνταν και ταλαιπωρούνταν, κάτω από τη δουλεία των Αιγυπτίων και αναζητούσαν την ελευθερία τους, έτσι και τα θεία αυτά νοήματα, βιούμενα υπό τη δεσποτεία της «υλικής συνθέσεως της υπάρξεως», τρόπον τινά, ταλαιπωρούνται και υποφέρουν, χωρίς νόημα λυτρωτικό.
Για τον τελευταίο αυτό λόγο, ο νους καλείται να αγωνίζεται για την έξοδό του από τη δουλεία των παθών, με τη συνεργεία και βοήθεια πρώτον της σοφίας, που έχει αποκτήσει από τη γνώση της θεωρίας των όντων και δεύτερον «του εξ’ αυτής γεννηθέντος ευγενούς τρόπου τε και λογισμού, της κατά τον βίον σεμνής πολιτείας». Με αυτούς τους ορούς καλείται να βαδίσει την οδόν της αρετής «την μηδαμώς επιδεχομένην των εν αυτή βαδιζόντων στάσιν αλλ’ αεικίνητον και οξύν εχόντων κατά σκοπόν της ψυχής, προς το βραβείον της άνω κλήσεως τον δρόμον. Επειδή της αρετής η στάσις, κακίας εστίν αρχή…»!
Στην ιστορική αφήγηση της στάσεως του Μωϋσή στο κατάλυμα, ως λόγος απειλής θανάτου του, εκ μέρους του αγγέλου του Θεού, προβάλλεται η ακροβυστία του υιού της Σεπφώρας, της γυναίκας του Μωϋσή. Ο τελευταίος, πριν αναλάβει το έργο της εξόδου των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, είχε προσταχθεί από το Θεό «να καθαρθεί διά περιτομής». Αλλά στο κατάλυμα (κατά τη «στάση»)«απέκτησε υιόν ακρόβυστο».
Αναγωγικά, δηλ. ως προς τον καθαρθέντα από τα πάθη νουν, ο λόγος της απειλής του με θάνατο, είναι η απόκτηση, κατά τη στάση του στην οδό των αρετών, εμπαθούς λογισμού («ακροβύστου υιού»).
Ο νους, εφόσον σταματήσει, κατά την πορεία του στην οδό των αρετών, μοιραίως, (κατ’ αναπόφευκτο τρόπο) ελκύεται από τα εκατέρωθεν της οδού υλικά πράγματα και επομένως ασχολείται εμπαθώς με τα αισθητά. Στην περίπτωση αυτή «τον καθαρόν και διόλου (τελείως) περιτετμημένον τρόπον τε και λογισμόν της ευσεβούς διαγωγής», καθιστά ακρόβυστο (εμπαθή) και βέβηλο.
Τότε ακριβώς ο λόγος (η δημιουργική αιτία του νου), ο οποίος παρακολουθεί και ελέγχει την πορεία του νου στην οδό των αρετών, ως «άγγελος κατά συνείδησιν», απειλεί θάνατο, για το γεγονός ότι«η κατ’ αρετήν στάσις» γίνεται αιτία αποκτήσεως εμπαθούς λογισμού.
Είναι άξιο προσοχής το γεγονός ότι ως ιδιαίτερα σημαντικό χαρακτηριστικό της «στάσεως», κατά την πορεία του πνευματικού αγωνιστή, στην οδό των αρετών, ο άγιος Μάξιμος επισημαίνει την ανεπίγνωστη (ασυνείδητη) υποκλοπή του νου από τους εμπαθείς λογισμούς.
Η στάση, ενώ μερικές φορές κατανοείται εύλογα ως ανάπαυση από τους κόπους των πνευματικών αγώνων και ως αναγκαία αναψυχή για την περαιτέρω συνέχιση των αγώνων αυτών, εντούτοις, κατά την πατερική αντίληψη, έχει πάντοτε τον κίνδυνο της επιστροφής στην αιχμαλωσία των εμπαθών λογισμών.
Ο κίνδυνος αυτός είναι συχνά θανάσιμος, επειδή ακριβώς «λεληθότως» διολισθαίνει ο πνευματικός αγωνιστής στο «κατά διάνοιαν πάθος», κατά την στάση της αρετής. Η εμφατική χρησιμοποίηση από τον άγιο Μάξιμο δύο φορές του επιρρήματος «λεληθότως», για την επισήμανση της ανύποπτης αυτής επιστροφής στην κυριαρχία εμπαθών λογισμών, ύστερα από κάποιες πνευματικές κατακτήσεις στην περιοχή της ψυχικής καθαρότητας, υπογραμμίζει την ανάγκη της εγρηγόρσεως και της νήψεως, ως υπέρβαση ασυνείδητων παθογόνων ενδοψυχικών διεργασιών, που απειλούν άμεσα τον αναπαυόμενο στις πνευματικές δάφνες του…πνευματικό αγωνιστή!
http://theomitoros.blogspot.co.at/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου