Τετάρτη 16 Ιουλίου 2025

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 9 - 16
9 ἀλλὰ καθὼς γέγραπται, ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν. 10 ἡμῖν δὲ ὁ Θεὸς ἀπεκάλυψε διὰ τοῦ Πνεύματος αὐτοῦ· τὸ γὰρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ. 11 τίς γὰρ οἶδεν ἀνθρώπων τὰ τοῦ ἀνθρώπου εἰ μὴ τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου τὸ ἐν αὐτῷ; οὕτω καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ οὐδεὶς οἶδεν εἰ μὴ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. 12 ἡμεῖς δὲ οὐ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου ἐλάβομεν, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τὸ ἐκ τοῦ Θεοῦ, ἵνα εἰδῶμεν τὰ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ χαρισθέντα ἡμῖν. 13 ἃ καὶ λαλοῦμεν οὐκ ἐν διδακτοῖς ἀνθρωπίνης σοφίας λόγοις, ἀλλ’ ἐν διδακτοῖς Πνεύματος ἁγίου, πνευματικοῖς πνευματικὰ συγκρίνοντες. 14 ψυχικὸς δὲ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ· μωρία γὰρ αὐτῷ ἐστι, καὶ οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνακρίνεται. 15 ὁ δὲ πνευματικὸς ἀνακρίνει μὲν πάντα, αὐτὸς δὲ ὑπ’ οὐδενὸς ἀνακρίνεται. 16 τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ὃς συμβιβάσει αὐτόν; ἡμεῖς δὲ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν.

Ερμηνευτική απόδοση:
ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α' Β´ 9 - 16
9 Ἀλλὰ συνέβη σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχει γραφῆ ἀπὸ τὸν Ἡσαΐαν· Ἐκεῖνα, τὰ ὁποῖα μάτι δὲν εἶδε καὶ αὐτὶ δὲν ἄκουσε καὶ ἀνθρώπινος νοῦς δὲν ἐφαντάσθη, τὰ ὁποῖα ἐτοιμασεν ὁ Θεὸς δι' ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν. Αὐτὰ ἦσαν τὰ μυστηριώδη καὶ κρυμμένα. 10 Εἰς ἡμᾶς ὅμως ὁ Θεὸς ἐφανέρωσε ταῦτα μὲ τὸ Πνεῦμα του. Καὶ μόνον ἀπὸ τὸ Πνεῦμα ἦτο δυνατὸν νὰ γίνῃ ἡ φανέρωσις αὐτή. Διότι τὸ Πνεῦμα ἐρευνᾷ καὶ γνωρίζει ὅλα, καὶ αὐτὰ τὰ βαθύτατα καὶ μυστηριώδη ἰδιώματα καὶ σχέδια τοῦ Θεοῦ. 11 Τὸ ὅτι δὲ τὸ Πνεῦμα ἐρευνᾷ καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ, τὸ ἐννοοῦμεν καὶ ἀπὸ τὴν πεῖραν μας. Διότι, ποῖος ἄλλος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γνωρίζει τὰ ἰδιαίτερα τοῦ ἀνθρώπου παρὰ μόνον ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι μέσα του; Ἔτσι καὶ τὰ ἰδιαίτερα τοῦ Θεοῦ κανεὶς ἄλλος δὲν τὰ γνωρίζει παρὰ μόνον τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. 12 Ἡμᾶς δὲ δὲν ἐλάβαμεν τὸ πνεῦμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖον ἐμπνέεται ὁ ξένος πρὸς τὸν Θεόν κόσμος· ἀλλ’ ἐλάβαμεν τὸ χάρισμα τοῦ Πνεύματος, τὸ ὁποῖον προέρχεται ἀπὸ τὸν Θεόν καί, τὸ ὁποῖον ἐδόθη καὶ εἰς ἡμᾶς, διὰ νὰ γνωρίσωμεν ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ἐχαρίσθησαν ἀπὸ τὸν Θεόν. 13 Ταῦτα καὶ διδάσκομεν ὄχι μὲ λόγους σὰν αὐτούς, ποὺ μεταχειρίζεται εἰς τὴν διδασκαλίαν ἡ ἀνθρωπίνη σοφία, ἀλλὰ μὲ λόγους, ποὺ διδάσκονται ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Καὶ ἐξηγοῦμεν καὶ κατανοοῦμεν τὰς διδασκαλίας αὐτὰς διὰ τῆς συγκρίσεως τῶν πνευματικῶν πρὸς τὰ πνευματικά. 14 Ὁ φυσικὸς δὲ καὶ μὴ ἀναγεννημένος ἄνθρωπος δὲν δέχεται ἐκεῖνα, ποὺ διδάσκει τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, διότι ταῦτα φαίνονται εἰς αὐτὸν κουταμάρα καὶ δὲν ἔχει τὴν πνευματικὴν δύναμιν καὶ ἀντίληψιν νὰ τὰ γνωρίσῃ, διότι ταῦτα ἐξετάζονται καὶ διακρίνονται πνευματικῶς καὶ μὲ τὸν φωτισμὸν τοῦ Πνεύματος. 15 Ὁ ἀναγεννημένος ὅμως ἀπὸ τὸ Πνεῦμα ἄνθρωπος διακρίνει καὶ κατανοεῖ ὅλα, κάθε περίστασιν καὶ κάθε πρόσωπον, αὐτὸς δὲ δὲν νοιώθεται ἀπὸ κανένα μὴ ἀναγεννημένον ἄνθρωπον. 16 Καὶ δὲν νοιώθεται ὁ ἀναγεννημένος ἀπὸ τὸν φυσικὸν καὶ μὴ ἀναγεννημένον ἄνθρωπον, διότι, ποῖος ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ δὲν ἐφωτίσθησαν ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἐγνώρισε τὴν σκέψιν καὶ τὰς βουλὰς τοῦ Θεοῦ; Ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς θὰ διδάξῃ καὶ θὰ διορθώσῃ τὸν Κύριον; Κανείς. Κανεὶς λοιπὸν ἀπὸ τοὺς μὴ ἀναγεννημένους δὲν ἠμπορεῖ νὰ κατανοήσῃ καὶ ἡμᾶς. Διότι καὶ ἡμεῖς ἔχομεν τὴν σκέψιν καὶ τὴν διάνοιαν τοῦ Χριστοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου