Τρεῖς ἀδελφοὶ συμφώνησαν νὰ θερίσουν ἑξήντα στρέμματα χωράφι. Τὴν πρώτη μέρα ὅμως ποὺ ἐπίασαν δουλειὰ ἔτυχε ν’ ἀρρωστήσει ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς καὶ ἀναγκάστηκε νὰ γυρίσει πίσω στὴ σκήτη.
Οἱ ἄλλοι δύο ποὺ ἔμειναν εἶπαν μεταξύ τους:
-Δὲν κάνουμε μιὰ μικρὴ προσπάθεια νὰ θερίσουμε κι ἐκεῖνο ποῦ ἀναλογεῖ στὸν Ἀδελφό; Μὲ τὴν εὐχή του θὰ τὸ κατορθώσουμε.
Το εἶπαν καὶ τὸ ἔκαναν. Ὅταν τέλειωσε τὸ θέρισμα, κάλεσαν τὸν Ἀδελφὸ νὰ πάρει τὸ μισθό του. -Ποιὸ μισθό; ἔλεγε ἐκεῖνος. Ἀφοῦ δὲν πρόλαβα νὰ θερίσω
-Μὲ τὴν εὐχή σου ἔγινε ὅπως πρέπει ἡ δουλειά, τοῦ ἀπαντοῦσαν οἱ δύο ἄλλοι. Ἔλα τώρα νὰ πληρωθεῖς.
Ἐπειδὴ ἐκεῖνος δὲν δεχόταν νὰ πάρει μισθὸ καὶ οἱ ἄλλοι ἐπέμεναν νὰ τοῦ δώσουν, γιὰ νὰ μὴ φιλονικοῦν πῆγαν σ’ ἕνα γείτονά τους Γέροντα νὰ τοὺς λύσει τὴ διαφορά.
-Ἀββᾶ, ἄρχισε πρῶτος ὁ Ἀδελφὸς ποὺ εἶχε ἀρρωστήσει, πήγαμε οἱ τρεῖς μας νὰ θερίσουμε. Ἐγὼ ὅμως, προτοῦ πιάσω δρεπάνι στὸ χέρι, ἀρρώστησα καὶ ἔφυγα. Οἱ Ἀδελφοὶ ἐδῶ μὲ ἀναγκάζουν τώρα νὰ πάρω μισθό, ποὺ δὲν ἐργάστηκα. Τὸ βρίσκεις δίκαιο αὐτό;
-Ἀββᾶ, ἐπενέβησαν οἱ ἄλλοι, οἱ τρεῖς μαζὶ ἀναλάβαμε ἑξήντα στρέμματα χωράφι. Ἂν θερίζαμε ὅλοι, εἶναι ἀπίθανο νὰ τελειώναμε στὴν ὁρισμένη προθεσμία. Ὅμως μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ Ἀδελφοῦ οἱ δύο μας τὸ βγάλαμε εἰς πέρας πολὺ πιὸ γρήγορα. Δὲν εἶναι λοιπὸν δίκαιο νὰ πάρει τὸ μισθό του;
Ὁ Γέροντας θαύμασε τὴν ἀγάπη τῶν Ἀδελφῶν ἐκείνων. Πῆρε εὐθύς το ξύλο κι ἔκρουσε γιὰ νὰ μαζευτοῦν ὅλοι οἱ Μοναχοί της σκήτης σὲ σύναξη.
-Ἐλᾶτε, Πατέρες καὶ Ἀδελφοί, νὰ κάνουμε σήμερα μιὰ δίκη, τοὺς εἶπε, ὅταν συγκεντρώθηκαν, καὶ διηγήθηκε τὴν ὑπόθεση.
Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ ἀναγκάσουν τὸν Ἀδελφὸ νὰ πάρει τὸ μισθό του. Ἐκεῖνος τὸν πῆρε κλαίγοντας κι ἔλεγε διαρκῶς, πὼς τὴν ἡμέρα ἐκείνη οἱ Ἀδελφοὶ τὸν εἶχαν ἀδικήσει.
Ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης μὲ μερικοὺς ἀκόμη ἀδελφοὺς πήγαιναν νὰ ἐπισκεφτοῦν κάποια πολὺ μακρινὴ σκήτη. Περπατώντας νυχτωθήκανε κι ὁ Μοναχὸς ποὺ τοὺς εἶχαν δώσει γιὰ ὁδηγὸ ἔχασε τὸ δρόμο. Οἱ ἀδελφοί το κατάλαβαν καὶ ρώτησαν τὸν Γέροντα ἰδιαιτέρως:
-Τί πρέπει νὰ κάνουμε τώρα, Ἀββᾶ; Ἂν ἐξακολουθήσουμε νὰ προχωρᾶμε, κινδυνεύουμε νὰ χαθοῦμε σ’ αὐτὴν ἐδῶ τὴν ἀπέραντη ἔρημο.
-Ἂν δείξουμε πὼς καταλάβαμε ὅτι ἔχασε τὸ δρόμο θὰ ντραπεῖ καὶ θὰ στενοχωρηθεῖ ὁ ἀδελφός, εἶπε ὁ ἀγαθὸς Γέροντας. Θὰ προφασιστῶ καλύτερα πὼς εἶμαι κουρασμένος καὶ δὲν μπορῶ νὰ περπατήσω ἄλλο καὶ ἃς μείνουμε ἐδῶ νὰ ξημερώσει.
Ἔτσι κι ἔκανε γιὰ νὰ μὴ λυπήσει τὸν ἀφηρημένο ὁδηγό τους.
http://salpismata.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου