Πέμπτη 7 Απριλίου 2016

Όραμα θαυμαστό ηγουμένου Ιωαννίκιου Μορόι περί αλλαγής του ημερολογίου!


Η ιστορία της Μονής Σιχαστρίας μετά από το 1909 είναι στενά δεμένη με τον πρωτοσύγκελο Ιωαννίκιο Μορόι ο οποίος αναγέννησε από τις στάχτες για τέταρτη φορά στην ιστορία της την μονή. Το 1944 τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γέροντας του 20ου αιώνα στην Ρουμανία ο γέροντας Κλεόπας Ιλίε, καταστώντας την Μονή Σιχαστρία ένα από τα μεγαλύτερα πνευματικά κέντρα της σύγχρονης Ρουνμανίας

Μιά από τις μεγαλύτερες δοκιμασίες που έζησε ο πρωτοσύγκελος Ιωαννίκιος Μορόι στην Σιχαστρία, ήταν η αλλαγή του ημερολογίου, τον Οκτώβριο του 1924. Σχεδόν τρία χρόνια ο ηγούμενος δεν ήθελε να αλλάξει το ημερολόγιο και να ακολουθεί το νέο. Φοβόνταν μήπως έκανε κάποιο μεγάλο λάθος. Σε αυτό τον επηρέαζαν και πολυάριθμοι μοναχοί και πνευματικοι οι οποίοι τον συμβούλευαν να μην αλλάξει το ημερολόγιο.

Μια φορά τον κάλεσαν στην Μονή Νεάμτς όπου ο μητροπολίτης Νικόδημος Μουντεάνου, ηγούμενος της Λαύρας, του είπε:

-Πατέρα Ιωάννίκιε, γιατί δείχνεις ανυπακοή; Ορίστε η απόφαση της Ιεράς Συνόδου. Ή θα αλλάξετε το ημερολόγιο ή θα σας καθαιρέσω και η σκήτη θα διαλυθεί. Διάλεξε ένα από τα δύο.

- Σεβασμιώτατε, σέβομαι την εντολή της υπακοής αλλά φοβάμαι να αλλάξω το ημερολόγιο. Δεν μπορώ να κάνω κάτι τέτοιο εαν δεν λάβω μία άνωθεν διαβεβαίωση. Δώστε μου ευλογία να νηστέψω πρώτα σαράντα ημέρες.

-Είναι πολύ σαράντα ημέρες. Νήστεψε όσο μπορείς. Μετά όμως από αυτήν την νηστεία να μου πεις οπωσδήποτε την απόφασή σου.. 

Ο ηγούμενος ήλθε λυπημένος στην Συχαστρία.
-Πατέρες τελειώσαμε. Ή αλλάζουμε το ημερολόγιο ή διαλύεται η σκήτη μας. Να ξέρετε πως εγώ από την Δευτέρα αρχίζω σαρανταήμερη νηστεία. Το ίδιο να κάνετε και εσείς. Να προσευχηθείτε με όλη τη δύναμή σας στα κελιά σας για να μας διδάξει ο Θεός τι πρέπει να κάνουμε. Κανένας δεν επιτρέπεται να μπει στο κελί μου. Όποιος μπει θα έχει κανόνα ασυγχώρητο.

Πέρασε μία εβδομάδα, έπειτα ακόμη μία, αλλά ο ηγούμενος δεν έδινε σημεία ζωής. Όλη η αδελφότητα ανησυχούσε. Θα έμπαιναν στο κελί του αλλά φοβούνταν τον περιορισμό του ηγουμένου. Όταν έφτασε η 21η ημέρα ο ιεροδιάκονος Γλυκέριος, υποτακτικός του ηγουμένου, είπε στους άλλους αδελφούς:

-Ο πατέρας μας βρίσκεται σε μεγάλο κίνδυνο. Δεν μπορούνε να τον αφήσουμε να πεθάνει. Εαν εσείς θέλετε να κάνετε υπακοή, έχει καλώς. Εγώ πάντως θα μπω. Ευλογήστε να σπάσω την πόρτα!

Οι άλλοι όμως δεν είπαν τίποτα, παρά μόνο αυτό:

-Εμείς δεν θέλουμε να παρακούσουμε τον κανόνα που έδωσε ο ηγούμενος.

Τότε ο ιεροδιάκονος χτύπησε το παράθυρο και την πόρτα.

-Ευλόγησον άγιε ηγούμενε!
Ούτε μία απάντηση. Τότε έσπασε την πρώτη πόρτα.

-Ευλογήστε πατέρες να σπάσω και την δεύτερη πόρτα.
Αυτοί όμως σιωπούσαν. Φοβόνταν.

-Καλύτερα να πεθάνω εγώ με την κατάρα, αλλά να μην πεθάνει ο ηγούμενος-είπε ο ιεροδιάκονος Γλυκέριος-και κάνοντας το σημείο του σταυρού είπε: ''Κύριε βοήθει!''

Και χάλασε και την δεύτερη πόρτα. Όλοι οι πατέρες μπήκαν στο κελί. Ο ηγούμενος ήταν κάτω πεσμένος με το πρόσωπο προς τα πάνω και τα χέρια στα πλάγια. Τα μάτια ήταν μισάνοιχτα. Το Ψαλτήρι ήταν δίπλα του και το καντήλι ήταν σβημένο.

-Ευλογείτε άγιε ηγούμενε! είπαν όλοι.
Δεν πρόσεξαν όμως καμία αντίδραση στο πρόσωπό του όμως. Τότε οι πατέρες άλλαξαν χρώμα και άρχισαν να κλαίνε.

-Αλοίμονο! Πέθανε ο άγιος ηγούμενος!

-Όχι, δεν πέθανε. Τα μάτια είναι ανοιχτά. Σαν να μας παρακολουθεί με το βλέμμα του, αλλά δεν μπορεί να μιλήσει.Είναι εντελώς αδύνατος. Ίσα που αισθάνομαι τον σφυγμό του.

Έφεραν γρήγορα τα Τίμια Δώρα. Τότε ο ιερομόναχος Παμβώ τον κοινώνησε και του έδωσε ζεστό νερό. Έπειτα άρχισαν να τον ταίζουν λίγο -λίγο με ψίχα και μετά από δύο ημέρες μπόρεσε ο καλός πνευματικός ποιμένας να σταθεί στα πόδια του. Δεν μπορούσε όμως να μιλήσει παρά ψιθυριστά.

Μετά από ακόμη μία εβδομάδα, ο γέροντας πήγε στην κοινή τράπεζα. Όλοι περίμεναν να τους πει κάτι, κάποια συμβουλή, κάποιο σημάδι σχετικά με την αλλαγή του ημερολογίου. Αφού πολύ τον παρακάλεσαν, τους είπε:

-Ευχαριστώ τον Θεό που πέρασα αυτήν την δοκιμασία. Ο κόπος ήταν μεγάλος, οι πειρασμοί μεγάλοι και πολλοί, αλλά ο Κύριος δεν παρέβλεψε τον δούλο του.. Μέχρι την δέκατη ημέρα μπόρεσα να σταθώ όρθιος και γονατιστός και διάβαζα συνεχώς από το Ψαλτήρι. Έπειτα άρχισα σταδιακά να αδυνατίζω, τα μάτια μου θόλωσαν, έπεσα κάτω και δεν μπορούσα να σηκωθώ μέχρι που ήλθατε. Με το μυαλό όμως προσευχόμουν μέρα-νύχτα και ζητούσα έλεος από τον Θεό

Πολλά όμως υπέφερα αυτό το διάστημα από τους δαίμονες. Ερχόνταν πάνω μου με μεγάλη μανία: με χτυπούσαν, με απειλούσαν, με φόβιζαν. Με χτύπησαν με κάτι σαν πύρινα ραβδιά. Κάποια στιγμή όρμησαν επάνω μου τέσσερις δαίμονες ντυμένοι με μαύρα μακριά ρούχα, με κόκκινα φέσια στο κεφάλι και με κοφτερά σπαθιά στα χέρια.

-Έλα να κάνουμε κομματάκια αυτόν τον γέρο, επειδή θέλει να γίνει άγιος, έλεγαν ο ένας στον άλλον.

Έπειτα αφού με χτύπησαν δυνατά στα πλευρά με τα σπαθιά και στο στήθος πλησίασαν στα αυτιά μου και φώναξαν ανατριχιαστικά:

-Ποιός σου είπε εσένα ότι σήμερα γίνονται πια άγιοι;

-Εσάς ποιός σας είπε πως δεν γίνονται; τους απάντησα εγώ.

Ήλθαν και δεύτερη φορά και ήταν περισσότεροι στον αριθμό. Ήταν ντυμένοι το ίδιο και τα μπαστούνια ήταν σαν από φλόγα. Με χτύπησαν πάλι δυνατά,που πίστεψα πως θα πεθάνω. Επειτα φώναξαν με άγρια φωνή από πάνω μου
-Τσάμπα νηστεύεις,πάλι στα χέρια μας θα καταλήξεις
-Εγώ ελπίζω στο έλεος του Θεού και δεν θα πέσω στα χέρια σας-απάντησα εγώ.

Πέρασαν λίγες μέρες, δεν ξέρω πόσες και καθόμουν κάτω και προσευχόμουν με τον νου, όταν ξαφνικά βλέπω την σκέπη του κελιού να φεύγει από την θέση της και έβλεπα καθαρά τον ουρανό και τα αστέρια που έλαμπαν.

«Τι να είναι αυτό;»αναρωτήθηκα. Έπειτα είδα μία ακτίνα φωτός που κατέβαινε από τον ουρανό προς τα επάνω μου. Πάνω σε αυτήν την ακτίνα είδα να έρχονται προς τα κάτω τρεις αρχιερείς, ντυμένοι με λαμπρά και πολύχρωμα άμφια. Ο μεσαίος μου φαίνονταν πως ήταν ο Θεοδόσιος ο πρώην επίσκοπος Ρόμαν που ήταν και πνευματικός μου. 

Αισθανόμουν μία μεγάλη χαρά στην ψυχή και δεν ήξερα τι να πιστέψω. Προσευχόμουν όμως με δάκρυα στο Κύριο ημών Ιησού Χριστό και στην Παναγία να με γλυτώσουν από τις παγίδες του εχθρού. Αυτοί οι Τρεις ιεράρχες, οι οποίοι ίσως να ήταν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Βασίλειος και ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος,σταμάτησαν από πάνω μου, περίπου στα δέκα βήματα.Έπειτα ο μεσαίος με λεπτή φωνή σαν σάλπιγγα μου είπε:

-Ιωανίκιε,γιατί αμφιβάλλεις και δεν θέλεις να κάνεις υπακοή; Δεν ξέρεις πως η ανυπακοή είναι μεγάλο αμάρτημα; Ή δεν διάβασες στην Αγία Γραφή ότι η υπακοή είναι μεγαλύτερη και από την θυσία; Κάνε λοιπόν υπακοή, όπως σου λένε οι πιο μεγάλοι, δεν θα δώσεις εσύ λόγο για την αλλαγή του ημερολογίου.

Μετά από αυτά τα λόγια, οι τρεις αρχιερείς, έβαλαν τα χέρια τους σταυρωτά στο στήθος και με ευλόγησαν όλοι ταυτόχρονα. Μετά άρχισαν να ανεβαίνουν προς τον ουρανό, πάνω στην ίδια ακτίνα φωτός η οποία αποχωρούσε πίσω τους, μέχρι που δεν έβλεπα τίποτα. Ξαφνικά είδα το ταβάνι του κελιού, τις εικόνες και το καντήλι.

Από την χρονιά εκείνη η αδελφότητα της Σιχαστρίας δέχτηκε χώρις άλλη αντίρρηση το νέο ημερολόγιο.Έπειτα πολλοί πιστοί και μοναχοί από τα μέρη εκείνα, ακούγοντας αυτό, εγκατέλειψαν το παλιό και ακολούθησαν το καινούργιο αφού είχαν τον Ιωαννίκιο για πνευματικό τους πατέρα.

Μετάφραση π. Γεώργιος Κονισπολιάτης /proskynitis.blogspot.gr
Από το βιβλίο ''Ieroschimonahul Ioanichie Moroi-Egumenul Sihastriei''
http://inpantanassis.blogspot.com.eg

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου