Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
«Ἂνθρωπός τις ἦν πλούσιος, καί ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καί βύσσον εὐφραινόμενος καθ’ ἡμέραν λαμπρῶς».
Στη σημερινή ευαγγελική περικοπή ο Ευαγγελιστής Λουκάς μάς αφηγείται την παραβολή του πλουσίου και του φτωχού Λαζάρου, που είπε ο Κύριος. Μια παραβολή με πολλά μηνύματα.
Στην παραβολή αυτή βλέπουμε τον πλούσιο να ζει μια ζωή γεμάτη χλιδή. Να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του και κανένα άλλο. Ο πλούτος τον έχει κάνει τυφλό στη δυστυχία των συνανθρώπων του. Ανάλγητος, ιδιοτελής, εγωιστής ο πλούσιος.
Ο σκοπός της ζωής του ήταν οι ποικίλες τέρψεις, οι αμαρτωλές απολαύσεις, οι ηδονές, η ικανοποίηση των αισθήσεων του με κάθε τρόπο, τα πολυτελή ενδύματα και η λαμπρή αμφίεση. Τα συμπόσια ήταν καθημερινά και γεμάτα λαμπρότητα. Τα φαγητά και τα ποτά ήταν τα πιο εκλεκτά και γαργαλιστικά, εξάπτοντας με τον τρόπο αυτό τις αμαρτωλές ορμές του. Οι συνδαιτυμόνες των συμποσίων του, του ιδίου φυράματος, γεμάτοι γέλια και θόρυβο. Η μουσική ανάλογη συνόδευε τα δείπνα. Τα πάντα χρησιμοποιούσε για να ευφραίνεται ο φιλήδονος και φίλαυτος πλούσιος.
Τέτοιοι άνθρωποι, όπως ο πλούσιος της παραβολής, οι οποίοι όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, έχουν θεοποιήσει την κοιλιά τους, «ὧν ὁ Θεός ἡ κοιλία καί ἡ δόξα αὐτῶν ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν» , δεν λείπουν ποτέ από τις κοινωνίες των ανθρώπων. Ένα σύνθημα έχουν στη ζωή τους· να φάμε, να πιούμε, να απολαύσουμε. Τίποτε άλλο δεν τους ενδιαφέρει, δεν τους απασχολεί. Κανένα υψηλό ιδανικό, καμία αρχή. Έχουν ποδοπατήσει τα πάντα. Με τον τρόπο αυτό έχουν υποβιβάσει το εαυτό τους στην κατάσταση του ζώου. Ζουν, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, μια «βοσκηματώδη» ζωή. Όπως δηλαδή τα ζώα ενδιαφέρονται μόνο να φάνε, να πιουν, να αναπαυθούν έτσι και οι φιλήδονοι άνθρωποι.
Με πολύ παραστατικό τρόπο τους διαζωγραφίζει η Σοφία Σολομώντος. Οι ασεβείς και οι φιλήδονοι σκέφτονται λάθος και λένε: «η ζωή μας είναι σύντομη και γεμάτη από λύπες. Δεν υπάρχει ελπίδα ότι θα ζήσουμε πέρα του τάφου. Άλλωστε κανείς δεν επέστρεψε από τον άδη για να μας πει τι υπάρχει εκεί. Η γέννηση μας στον κόσμο ήταν τυχαία. Μετά τον θάνατο θα επανέλθουμε σε μια τέτοια κατάσταση σαν να μην υπήρξαμε ποτέ. Όταν τελειώσει η ζωή μας, το σώμα μας θα γίνει στάχτη και αυτό που ονομάζουμε πνεύμα θα διαλυθεί σαν κούφιος άνεμος. Η ζωή μας θα περάσει σαν το σύννεφο που δεν αφήνει ίχνη, σαν την ομίχλη που διασκορπίζεται από τις ακτίνες του ήλιου και διαλύεται από την θερμότητά του».
Οι σκέψεις όμως αυτές είναι απαισιόδοξες, είναι υλιστικοί δογματισμοί, εξουθενώνουν την αξία του ανθρώπου, ως τέκνων Θεού με αθάνατη ψυχή και με προορισμό την αιωνιότητα. Φυσική κατάληξη αυτής της υλοφροσύνης είναι η απόφασή τους να απολαύσουν, όσα μπορούν περισσότερο, τις καταστρεπτικές για την ψυχή και σώμα ηδονές. Λένε: «Αφού τέτοια είναι η ζωή μας, ας απολαύσουμε τα αγαθά του κόσμου. Ας μεθύσουμε με το πιο ακριβό κρασί, ας λουσθούμε με πανάκριβα αρώματα και ας μην αφήσουμε να περάσει κανένα άνθος της άνοιξης χωρίς να το απολαύσουμε. Κανείς από μας ας μη μείνει αμέτοχος στις μεγαλοπρεπείς απολαύσεις μας».
Είπαν και έκαμαν αυτά και πολύ χειρότερα και ασεβέστερα. Και προσθέτει ο σοφός Σολομών· «αὐτά τά φαύλα ἐσκέφθησαν οἱ ἀσεβεῖς καί ἐπλανήθησαν. Τούς ἐτύφλωσεν ἐξ ὁλοκλήρου ἡ κακία των καί ἡ φιληδονία…» .
Πραγματικά πλανήθηκαν. Ο πόθος των αμαρτωλών απολαύσεων, των ηδονών και της ασωτίας, σκότισαν το νου τους, αχρήστευσαν το λογικό τους, διέφθειραν την καρδιά τους, μόλυναν την ψυχή τους. Καθώς ήταν σκοτισμένοι από το οικτρό αυτό κατάντημά τους δεν ήθελαν να δουν ότι η αμαρτωλή τέρψη και ηδονή ποτέ δεν δίνει – και δεν μπορεί να δώσει – την πραγματική χαρά, την αληθινή ικανοποίηση και ευφροσύνη. Για πολύ λίγο προσφέρει ευχαρίστηση στις αισθήσεις και μόνο, χωρίς να μπορεί να αναπαύσει βαθύτερα τον άνθρωπο. Πολύ γρήγορα παρέρχεται και αφήνει πίσω πίκρα και μεγάλη απογοήτευση.
Καμιά φορά ή μάλλον πολύ συχνά κατά την ώρα των πολυτελών συμποσίων, της απόλαυσης, δημιουργούνται παρεξηγήσεις μεταξύ των συνδαιτυμόνων. Εκτοξεύονται πειράγματα, ειρωνείες και υπονοούμενα. Ανταλλάσσονται λόγια πικρά, ύβρεις, ξεσπούν αντεγκλήσεις και φιλονικίες. Έτσι το συμπόσιο που υποσχόταν ευχαρίστηση και χαρά, γίνεται τόπος διαπληκτισμών και τελειώνει με ψυχική αναστάτωση και πικρία. Ας αφήσουμε, ότι τέτοιου είδους απολαύσεις γεννούν πολύ συχνά τον κόρο και την αηδία και κάνουν κάθε φιλήδονο να ζητάει κάτι περισσότερο, κάτι εξεζητημένο και να μην το βρίσκει. Και να φθάνει σε μια κατάσταση γελοία, όπως ο άσωτος της παραβολής.
Το χειρότερο όμως και φοβερότερο από όλα είναι ότι οι αμαρτωλές ηδονές και απολαύσεις κάνουν τον άνθρωπο υπεύθυνο της αιωνίου κολάσεως, της φοβερής καταδίκης στην κάμινο του πυρός, της απερίγραπτης οδύνης στον άδη. Ο πλούσιος της παραβολής θρηνούσε, ότι βρισκόταν «ἐν βασάνοις», ότι υπέφερε τρομερές οδύνες «ἐν τῇ φλογί» του άδη, ώστε και μια σταγόνα νερού θα ήταν γι’ αυτόν ουράνιο δώρο.
«Η ηδονή, λέει ο Μέγας Βασίλειος, είναι η μητέρα της αμαρτίας, η δε αμαρτία το δηλητηριώδες κεντρί του θανάτου. Η ηδονή τρέφει τον αιώνιο σκώληκα. Προς στιγμή μόνο γλυκαίνει τον φιλήδονο, ύστερα όμως φέρνει πικρότερες κι από τη χολή συνέπειες». Η ηδονή είναι το δόλωμα, κάτω από το οποίο κρύβεται το φοβερό αγκίστρι του αιωνίου πόνου. Ο άνθρωπος δελεάζεται και ελκύεται από αυτό που βλέπει και δεν μπορεί, μάλλον δεν θέλει, να δει τη συμφορά που κρύβεται πίσω από την ηδονή. Έτσι η πρόσκαιρη ηδονή γίνεται αιώνια οδύνη.
Ο Θεός δεν θέλει να έχουμε μια ζωή χωρίς χαρά και ευτυχία. Ο ίδιος άλλωστε δημιούργησε για τον άνθρωπο τον ωραίο αυτό κόσμο που ζούμε με τις αναρίθμητες απολαύσεις. Ο άνθρωπος του Θεού γνωρίζει να απολαμβάνει τις θεόσδοτες απολαύσεις του κόσμου, χωρίς να γίνεται δούλος των ψυχοφθόρων ηδονών και παθών. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου