Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κ. Ἰωήλ
«Τήν πνευματικήν, ἀδελφοί, ἀναλαβόντες νηστείαν, τῇ γλώττῃ μή λαλεῖτε τά δόλια».
(Α΄ ἰδιόμελον ἑσπερινοῦ Τετάρτης Β΄ ἑβδομάδος Νηστειῶν)
Σέ ἕνα ἀπό τά τροπάρια τοῦ ἑσπερινοῦ ὁ ἱερός ὑμνογράφος τονίζει πώς πρέπει νά ἀναλάβουμε τήν πνευματική νηστεία. Ποιά εἶναι ἡ πνευματική νηστεία;
Νά μή λαλοῦμε δόλια κατά τοῦ πλησίον, νά μή σκανδαλίζουμε τόν ἀδελφό μας, ἀλλά νά φαιδρύνουμε μέ τήν μετάνοια τήν λαμπάδα τῆς ψυχῆς μας καί μέ δάκρυα νά βοήσουμε στόν Θεό: «Ἄφες ἡμῖν τά παραπτώματα ἡμῶν, ὡς φιλάνθρωπος».
Ἄς ἐξετάσουμε τήν πνευματκή νηστεία καί πῶς τήν ἐπεξηγοῦν πλατύτερα οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας.
Γιά τή νηστεία ἀπό τίς τροφές πολλές φορές ἔχουμε ἀκούσει. Ἡ σωματική νηστεία εἶναι ἕνα μέσο, γιά νά πολεμήσουμε τά πάθη μας. Γιά παράδειγμα, ἡ δαιμονική ἐνέργεια δέν φεύγει ἀπό τόν ἄνθρωπο, «εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ» (Μρ. 9,29). Κανείς ἀπό τούς ἁγίους δέν ἀρίστευσε παρά μέσα στήν προσευχή καί τή νηστεία. «Συνηλικιῶτίς ἐστι τῆς ἀνθρωπότητος· νηστεία ἐν τῷ παραδείσῳ ἐνομοθετήθη» (Περί νηστείας , PG 31, 168A), γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος. Ἡ νηστεία σάν νά εἶναι «πατρῶος κλῆρος», πατρική κληρονομιά, μεταδίδεται ἀπό γενεά σέ γενεά μέχρι σήμερα. «Νηστεία προφήτας γεννᾷ, δυνατούς ῥώννυσι, νηστεία νομοθέτας σοφίζει, ψυχῆς ἀγαθόν φυλακτήριον, σώματος σύνοικος ἀσφαλής, ὅπλον ἀριστεύουσι, ἀθληταῖς γυμνάσιον. Τοῦτο πειρασμούς ἀποκρούεται, τοῦτο ἀλείφει πρός εὐσέβειαν, νήψεως σύνοικος, εὐφροσύνης δημιουργός» (Περί νηστείας , PG 31, 172A), θά προσθέσει.
Ἡ ἀληθινή ὅμως καί πνευματική νηστεία εἶναι ἀνώτερη ἀπό τήν σωματική. Εἶναι ἡ ἀλλοτρίωση τῶν κακῶν, εἶναι ἡ λύση κάθε συνδέσμου ἀδικίας, εἶναι ἡ συγχώρεση τοῦ πλησίον. Πῶς εἶναι δυνατό νά νηστεύει κανείς ἀπό κρέατα καί νά κατατρώγει τόν ἀδελφό του μέ δόλια χείλη; «Οἴνου ἀπέχεις, ἀλλ΄ ὕβρεων οὐ κρατεῖς; Τήν ἑσπέραν ἀναμένεις εἰς μετάληψιν, ἀλλά δαπανεῖς τήν ἡμέραν εἰς δικαστήρια;» (Περί νηστείας, PG 31, 181B.).
Νηστεία εἶναι τό κατά Θεόν πένθος. Τό μεγαλύτερο ἀγαθό πού μπροεῖ νά ἔχει ἕνας ἄνθρωπος εἶναι ὁ Θεός. Ἡ ἐπικοινωνία τοῦ ἀνθρώπου μέ τό Θεό εἶναι τό ὕψιστο ἀγαθό. Ὁ Θεός εἶναι ἡ μακαριότητα, ἡ χαρά, τό φῶς, ἡ ζωή, ἡ ἀλήθεια. Ὅ,τι εἶναι ὁ Θεός σέ ἀπόλυτο βαθμό, εἶναι καί ἡ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σέ σχετικό. Στόν Παράδεισο εἴχαμε ὅ,τι εἶχε ὁ Θεός, ἀλλά σέ σχετικό βαθμό. Ὅταν λοιπόν συγκρίνει κανείς τή ζωή τοῦ Παραδείσου μέ τή ζωή τήν ἄθλια καί γεμάτη ἁμαρτίες πού περνᾶμε σήμερα, εἶναι συνατό νά μή νηστεύει καί νά μήν πενθεῖ συνέχεια; Ἀπό μικρόθεοι γίναμε δοῦλοι τῶν παθῶν. Ὀρθῶς ὁ ὑμνογράφος λέγει πώς μέ δάκρυα κραυγάζουμε στόν Χριστό. «Ἄφες ἡμῖν τά παραπτώματα ἡμῶν ὡς φιλάνθρωπος». Ἡ νηστεία μᾶς ὑπενθυμίζει τά ἀγαθά πού ἔχουμε χάσει. Εἶναι μιά ἔνδειξει ὅτι προσδοκοῦμε καί πάλι τόν Παράδεισο.
http://paraklisi.blogspot.com.eg
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου