Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2013

Η αντίδραση των Αγιορειτών στην προσπάθεια διεθνοποίησης του Αγίου Όρους (1)


ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑΣ ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Η διεθνοποίηση του Όρους ήταν αίτημα της τσαρικής Ρωσίας, με απώτερο σκοπό να μετατραπεί η χερσόνησος σε ρωσική βάση. Οι εδώ πανσλαβιστές που έπαιρναν γραμμή από την Πετρούπολη κάνουν το σύνθημα σημαία. Οι μοναχοί των λοιπών εθνικοτήτων προτιμούν την προσάρτιση του Άθω μάλλον στην Ελλάδα, και για λόγους ιστορικούς και για λόγους δικαίου. Η Σερβία και το Μαυροβούνιο μένουν αδιάφοροι, ενώ η Βουλγαρία προτείνει να δοθεί το Όρος στη Ρουμανία, ώστε αυτή να απαλλαγεί από διεκδικήσεις της δεύτερης επί βουλγαρικών εδαφών...! Τον Άθω διεκδικούν και η Αγγλία και η Αυστρουγγαρία.
Η διεθνοποίηση του Όρους, κατά τους Ρώσους διπλωμάτες και εκκλησιαστικούς, συνίστατο στο να αναγνωριστεί η Χερσόνησος έδαφος ουδέτερο, υπό την προστασία ιμπεριαλιστικών δυνάμεων: των Ρώσων και των Αγγλογάλλων, όπως συμφωνήθηκε με τη συνθήκη του Λονδίνου (Φεβρουάριος 1913). Συνιστούσαν, για τα προσχήματα, να γίνει μεταξύ των Αγιορειτών δημοψήφισμα ονομαστικό (ονομαστικό, διότι υπερτερούσαν αριθμητικά με την τεχνητή αλλοίωση που επέφεραν στον πληθυσμό). Όμως η Παναγιορειτική αδελφότητα εγείρεται σύσσωμη εναντίον της πολιτικής εκείνης που απέβλεπε στην εξασφάλιση ξένων προς το μοναστικό πνεύμα σκοπών και επιδιώξεων. Η θαρραλέα και εμψυχωμένη αντίσταση των Αγιορειτών θα δικαιωθεί. Μετά 9μηνο από τη συνθήκη του Λονδίνου, πραγματοποιείται η πρεσβευτική διάσκεψη, πάλι στο Λονδίνο (Νοέμβριος 1913) που ορίζει, το Άγιο Όρος «να έχει αυτονομία ανεξάρτητη και ουδέτερη». Η φράση αυτή, παρόλο που δεν δίνει πλήρες διάγραμμα του καθεστώτος της Χερσονήσου, δεν επιτρέπει όμως να εφαρμοστούν ανεμπόδιστα τα επεκτατικά σχέδια.
Οι συντάκτες της παραπάνω φράσης εξέφραζαν το αίτημα των Ρώσων κελλιωτών και να, πως:

Κατά τις 12 Μαΐου 1913 Ρώσοι κελλιώτες συντάσσουν υπόμνημα που το στέλνουν στη συνδιάσκεψη των ξένων πρεσβευτών. Το υπόμνημα εκείνο ήταν υποβολιμαίο σ' αυτούς από τον Παύλο Mansourof, υπάλληλο του Συνοδικού Γραφείου Μόσχας και πρώην γραμματέα της Ρωσικής Πρεσβείας Κωνσταντινούπολης, και το Μπόρις Serafimof, τμηματάρχη επί των εκκλησιαστικών της ίδιας Πρεσβείας. Στο κείμενο υπήρχαν και δίκαια αιτήματα, κυρίως εκείνα που αφορούσαν τις σχέσεις των κελλιών με τις Μονές: αυτοτέλεια των κελλιών, εσωτερική αυτοδιοίκηση, σύνταξη κώδικα νόμων, διάκριση των ποινικών από τα πνευματικά επιτίμια. Πίσω όμως από τα δίκαια εκείνα αιτήματα, που ήταν ενδοαγιορειτικά και δεν συγκινούσαν τους συνέδρους της συνδιάσκεψης, προβαλλόταν το αίτημα, όπως η Χερσόνησος αναγνωριστεί ως έδαφος ουδέτερο υπό την προστασία Ρωσίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Σερβίας, Μαυροβουνίου και Ελλάδας.

Εναντίον των Ρώσων κελλιωτών ξεσηκώθηκε σύνολος ο αγιορείτικος πληθυσμός, σε κάποια στιγμή και η Μονή Ρωσικού. Αλλά και το ήθος τους δεν τους έκανε πιστευτούς. Μ' αυτούς είχε ασχοληθεί και η Ιερά Κοινότητα και το Πατριαρχείο και η Ιερά Σύνοδος της Ρωσικής Εκκλησίας. Λοιπόν οι 20 αντιπρόσωποι (και ο Ρωσικού) συντάσσουν μακροσκελές υπόμνημα (19 Αυγούστου 1913) προς τον Έντουαρντ Gray, πρόεδρο της συνδιάσκεψης των πρεσβευτών του Λονδίνου, με το οποίο αποκαλύπτουν και επισημαίνουν την εκτροπή των κελλιωτών. Το ιεροκοινοτικό κείμενο ορίζει: «η πρότασις της συγκυριαρχίας, κατά τας σχετικάς διατάξεις του διεθνούς δικαίου, εστί παράνομος και συνεπώς απαράδεκτος, ως παραβιάζουσα την κυριαρχίαν της Ελλάδος...». Τη Χερσόνησο «κατέκτησε δια του αίματος των τέκνων αυτής» η Ελλάδα κι επομένως ανήκει δικαιωματικά σ' αυτήν.
Ήδη με την αντίσταση του συνόλου σχεδόν του Αγιορειτικού κόσμου και λίγες μέρες πριν δημοσιευτεί το υπόμνημα των 20 Μονών, γίνεται η συνθήκη του Βουκουρεστίου (Ιούλιος 1913), με την οποία καθορίζονται τα εδαφικά όρια των βαλκανικών κρατών και αναγνωρίζεται η ελληνική κυριότητα επί του Άθω. στη διάσκεψη εκείνη συμμετείχαν τα βαλκανικά κράτη: Ελλάδα, Βουλγαρία, Σερβία, Μαυροβούνιο.

Τέλος στις 3 Οκτωβρίου η Έκτακτος Ιερά Σύναξις των καθηγουμένων και των αντιπροσώπων των 19 Μονών (η Μ. Ρωσικού απήχε) συντάσσουν το περίφημο Ψήφισμα στο οποίο διακηρύσσεται σε 10 άρθρα η «αΐδιος ευγνωμοσύνη» των Μονών προς τις νικητήριες ελληνικές δυνάμεις και, παράλληλα, αποκρούεται «εντόνως ως ολεθρία δια την περαιτέρω εξέλιξιν του μοναχικού βίου εν Αγίω Όρει η ιδέα της διεθνοποιήσεως, ή ουδετεροποιήσεως, ή συγκυριαρχίας, ή συμπροστασίας, ή όπως άλλως ήθελέ τις ονομάσει την τάσιν» αυτήν. Το Ψήφισμα καλεί τις κυβερνήσεις των Ορθοδόξων κρατών «αλλά και ικετεύει αυτάς» να αναγνωρίσουν την κυριαρχία «του Ελληνικού Βασιλείου». Αλλιώς, προειδοποιεί, κάθε αντίθετη απόφαση «θέλει συναντήσει, εν τη εφαρμογή αυτής, ενασκούμενον το δικαίωμα της υπέρ ιερών και οσίων αμύνης». Η τελευταία φράση έδειχνε καθαρά την απόφαση των Αγιορειτών να τα παίξουν όλα για όλα, όπως φαινόταν κι από άλλη σύγχρονη εγκύκλιο της Ιεράς Κοινότητας (24 Σεπτεμβρίου 1913): «...ρίπτοντες, κατά το δη λεγόμενον, τον περί όλων κύβον» εναντίον εκείνου «όστις ήθελεν αποπειραθεί να αποβιβασθή εν τω Ιερώ ημών Τόπω με σκοπόν διεθνοποιήσεως αυτού».
Στο μεταξύ η ρωσική διπλωματία έχει μεταφέρει το παιχνίδι της σ' άλλο ταμπλό: στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Έτσι οι πληροφορίες που έφταναν στο Όρος μιλούσαν για υιοθέτηση των ρωσικών αξιώσεων από το Πατριαρχείο. Όμως η Ιερά Κοινότητα δηλώνει ρητά στο Πατριαρχείο «ότι ουδεμίαν λύσιν του Αγιορειτικού ζητήματος θα αποδέχετο γενησομένην εν αγνοία της». Η έξαψη διέτρεχε όλη τη Χερσόνησο και όλοι «προέβλεπαν γεγονότα αδήλου εκτάσεως και απροσδιορίστου επιπτώσεως δια τε το παρόν και το μέλλον» του Αγίου Όρους.
Κατά τις αρχές Φεβρουαρίου του 1913, 5μελής επιτροπή Αγιορειτών αντιπροσώπων μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου τους υποδέχεται ο βασιλιάς Κωνσταντίνος και, στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός Ελ. Βενιζέλος καθώς και ο αρχιεπίσκοπος (τότε μητροπολίτης) Θεόκλητος. Πολύς λαός επευφημούσε την αντιπροσωπία και έδειχνε διάθεση «ως εθελοντής να πολεμήση παρά το πλευρόν» των Αγιορειτών. Επίσης οι καθηγητές Μ. Χατζηδάκης και Π. Καρολίδης συγχάρηκαν «πάσαν την Αγιορειτικήν χορείαν επί τη ανδρική στάσει, ην εν τω ζητήματι τούτω επεδείξατο».

Το Άγιο Όρος, όλα πείθουν, θα μείνει στην Ελλάδα. Σε λίγο θα ξεσπάσει ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914), ύστερα η Ρωσική Επανάσταση (1917) και, στη συνέχεια, ο ελληνοτουρκικός πόλεμος (1921-22), που αποβαίνουν ανανεωμένες αιτίες να ναυαγούν τα σχέδια της διεθνοποίησης. Οι επόμενες συνθήκες, του Νεϊγύ (27 Νοεμβρίου 1919) και των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) κάνουν μνεία του Άθωνα. Επίσης και στη συνθήκη της Λωζάνης, μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας (Ιούλιος 1923), αναγνωρίζεται de jure η κυριαρχία τιυ Ελληνικού κράτους επί του Αγίου Όρους. Στο άρθρο 13 της συνθήκης αυτής ορίζεται πως η Ελλάδα υποχρεούται να αναγνωρίσει και διατηρήσει τα δικαιώματα και ελευθερίες των μη ελληνικών κοινοτήτων του Αγίου Όρους, σύμφωνα με το άρθρο 62 της συνθήκης του Βερολίνου του 1878.
Το Ρωσικό κράτος με τη μπολσεβικική επανάσταση του 1917 παύει κάθε υποστήριξη προς τους Αγιορείτες πανσλαβιστές. Αυτό, πλέον, τους επιτρέπει να αντιληφθούν πως όλα ήταν μια φενάκη. Το μεγαλοϊδεατισμό των πανσλαβιστών θα συνεχίσουν να ενισχύουν, μόνο ηθικά, οι υπό τον Αναστάσιο Ρώσοι μητροπολίτες - φυγάδες στο Κάρλοβιτς. Η πτώση του τσαρικού καθεστώτος φέρνει σε επίγνωση τους πανσλαβιστές. Συνέρχονται και ζητούν να φιλιωθούν με τους μοναχούς των άλλων εθνικοτήτων. Και αρχίζουν όλα να τοποθετούνται σε ευαγγελικές βάσεις.

Χρήστος Γ. Πατρινέλης,
Ομ. Καθηγητής της Νέας Ελληνικής Ιστορίας του Α.Π.Θ.
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ "ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ", Θεσσαλονίκη 1997

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου