Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2024

Η βροχή πέφτει για όλους



Ας μη γίνουμε, αδελφοί, κακοί διαχειριστές των αγαθών που μας δόθηκαν. 
Ας μην κοπιάζουμε για να θησαυρίζουμε και ν’ αποταμιεύσουμε, ενώ άλλοι υποφέρουν από την πείνα. 
Ας μιμηθούμε τον ανώτατο και κορυφαίο νόμο του Θεού, που στέλνει τη βροχή σε δικαίους και αδίκους και ανατέλλει τον ήλιο επίσης για όλους. 
Αυτός έκανε τη γη ευρύχωρη για όλα τα χερσαία ζώα, δημιούργησε πηγές, ποτάμια, δάση, αέρα για τα φτερωτά και νερά για τα υδρόβια, και έδωσε σ’ όλα τα όντα άφθονα τα απαραίτητα για τη ζωή τους στοιχεία, χωρίς να τα περιορίζει καμιά εξουσία, χωρίς να τα καθορίζει κανένας γραπτός νόμος, χωρίς να τα εμποδίζουν σύνορα. Και αυτά τα στοιχεία τα παρέδωσε κοινά και πλούσια, χωρίς διάκριση ή περικοπή, τιμώντας την ομοιότητα της φύσεως με την ισότητα της δωρεάς και δείχνοντας τον πλούτο της αγαθότητός Του.
Οι άνθρωποι όμως, αφότου έβγαλαν από τη γη το χρυσάφι, το ασήμι και τα πολύτιμα πετράδια και αφότου έφτιαξαν ρούχα μαλακά και περιττά και αφότου απέκτησαν άλλα παρόμοια πράγματα, που αποτελούν αιτίες πολέμων και επαναστάσεων και τυραννικών καθεστώτων, κυριεύθηκαν από παράλογη υπεροψία. 
Έτσι, δεν δείχνουν ευσπλαχνία στους δυστυχισμένους συνανθρώπους τους και δεν θέλουν ούτε με τα περίσσια τους να δώσουν στους άλλους τα αναγκαία. Τι βαναυσότητα! Τι σκληρότητα! Δεν σκέφτονται, αν όχι τίποτ’ άλλο πως η φτώχεια και ο πλούτος, η ελευθερία και η δουλεία και τ’ άλλα παρόμοια εμφανίστηκαν στο ανθρώπινο γένος μετά την πτώση των πρωτοπλάστων, σαν αρρώστιες που εκδηλώνονται μαζί με την κακία και που είναι δικές της επινοήσεις. 
Αρχικά όμως δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, λέει η Γραφή∙ αλλά Εκείνος που έπλασε εξαρχής τον άνθρωπο τον άφησε ελεύθερο, αυτεξούσιο - συγκρατημένο μόνο από το νόμο της εντολής - και πλούσιο μέσα στον παράδεισο της τρυφής.
Αυτή την ελευθερία και αυτόν τον πλούτο θέλησε να χαρίσει - και χάρισε - ο Θεός μέσω του πρώτου ανθρώπου, και στο υπόλοιπο ανθρώπινο γένος. Ελευθερία και πλούτος ήταν μόνο η τήρηση της εντολής. Φτώχεια αληθινή και δουλεία ήταν η παράβασή της.
Μετά την παράβαση λοιπόν εμφανίστηκαν οι φθόνοι και οι φιλονικίες και η τυραννία του διαβόλου, που παρασύρει πάντα με τη λαιμαργία της ηδονής και ξεσηκώνει τους πιο τολμηρούς ενάντια στους πιο αδύνατους. Μετά την παράβαση, το ανθρώπινο γένος χωρίστηκε σε διάφορες φυλές με διάφορα ονόματα και η πλεονεξία κατακερμάτισε την ευγένεια της φύσεως, αφού πήρε και τον νόμο βοηθό της.
Εσύ όμως να κοιτάς την αρχική ενότητα και ισότητα, όχι την τελική διαίρεση∙ όχι τον νόμο που επικράτησε, αλλά τον νόμο του Δημιουργού. 
Βοήθησε, όσο μπορείς, τη φύση, τίμησε την πρότερη ελευθερία, δείξε σεβασμό στον εαυτό σου, συγκάλυψε την ατιμία του γένους σου, παραστάσου στην αρρώστια, σύντρεξε στην ανάγκη.
Να παρηγορεί ο γερός τον άρρωστο, ο πλούσιος τον φτωχό, ο όρθιος τον πεσμένο, ο χαρούμενος τον λυπημένο, ο ευτυχισμένος τον δυστυχισμένο.
Δώσε κάτι στο Θεό ως δώρο ευχαριστήριο, για το ότι είσαι ένας απ’ αυτούς που μπορούν να ευεργετούν και όχι απ’ αυτούς που έχουν ανάγκη να ευεργετούνται, για το ότι δεν περιμένεις εσύ βοήθεια από τα χέρια άλλων, αλλ’ από τα δικά σου χέρια περιμένουν άλλοι βοήθεια.
Πλούτισε όχι μόνο σε περιουσία, μα και σε ευσέβεια, όχι μόνο σε χρυσάφι, μα και σε αρετή, ή καλύτερα, μόνο σε αρετή.
Γίνε πιο τίμιος από τον πλησίον με την επίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε Θεός για τον δυστυχισμένο με τη μίμηση της ευσπλαχνίας του Θεού.

Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου
https://inpantanassis.blogspot.com/

Ο ταπεινός ασχολείται με τον εαυτόν του. Ο υπερήφανος ασχολείται με τους άλλους

 

– Από τις διδαχές του π. Ευμενίου Σαριδάκη
Ο ταπεινός ασχολείται με τον εαυτόν του. Ο υπερήφανος ασχολείται με τους άλλους.
– Ο ταπεινός γνωρίζει τον εαυτόν του. Ο υπερήφανος δεν γνωρίζει τον εαυτόν του.
– Ο ταπεινός δέχεται με υπομονή ό,τι δεν μπορεί ν’ αλλάξει και περιμένει. Ο υπερήφανος θέλει να γίνονται όλα όπως τα θέλει και όταν τα θέλει.
– Ο ταπεινός αναπαύεται και αναπαύει. Ο υπερήφανος αναστατώνεται και αναστατώνει.
– Ο ταπεινός παίρνει όλα τα σφάλματα πάνω του. Ο υπερήφανος τα μεταβιβάζει στους άλλους,
– Ο ταπεινός δοξάζει και ευγνωμονεί το Θεό για όλα! Ο υπερήφανος δεν είναι ποτέ ευχαριστημένος και όλα τον ενοχλούν…
– Ο ταπεινός θα υψωθεί από τον Θεό. Ο υπερήφανος θα ταπεινωθεί από τον Θεό.
– Αν αγαπήσεις την ταπεινοφροσύνη, θα γίνεις μερίδα του Χριστού. Αν αγαπήσεις την υπερηφάνεια, θα γίνεις μερίδα των δαιμόνων.
– Η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο θεό. Η υπερηφάνεια έκανε τους αγγέλους δαίμονες.
– Η ταπείνωση θα σου ανοίξει τις πόρτες του Ουρανού, ενώ η υπερηφάνεια θα τις κλείσει.

https://www.askitikon.eu/

Τι θα γινόταν ο κόσμος ακόμα χωρίς αυτή την καθημερινή, πολλαπλή, ασταμάτητη προσευχή;



«Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου»
Σ’ ένα μικρό εκκλησάκι, με λίγους ανθρώπους, με λιγοστές δυνατότητες για προσφορά, ακόμα και σ’ αυτή την κατάσταση γίνεται η μεγάλη ιεραποστολή.
Η προσευχή για την «ειρήνη του σύμπαντος κόσμου» είναι η ουσία στην πορεία του κόσμου, που ούτε φαίνεται ούτε υπολογίζεται.
Τι θα γινόταν ο κόσμος ακόμα χωρίς αυτή την καθημερινή, πολλαπλή, ασταμάτητη προσευχή;
Πόσοι άνθρωποι πεθαίνουν στη γη μας «την ώρα που μιλάμε»; Πόσος ξεριζωμός; Πόσος πόνος: Πόση ακαταστασία;
Τι μπορεί να κάνει η προσευχή; Τι έκανε τόσα χρόνια για την «ειρήνη του σύμπαντος κόσμου»; Το αίμα συνεχίζει να ρέει ασταμάτητα «όπου γης».
Κι όμως, «κανένα Κύριε ελέησον δεν πάει χαμένο», όπως μας βεβαιώνουν οι πατέρες μας. Η προσευχή της Εκκλησίας αθόρυβα και αόρατα, ενισχύει, καλύπτει, σώζει από βέβαιο θάνατο.
Κι άλλους ετοιμάζει για τη μετάβαση στην αιωνιότητα, με το εισιτήριο του μαρτυρίου.
Κύριε ελέησον τον κόσμο Σου».

Από το βιβλίο ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΠΟΡΕΙΑ, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου Αγίας Τριάδος – Μετόχι Ι. Μονής Μαχαιρά.
https://www.askitikon.eu/

Το πρώτο δειλό ξεκίνημα για μια υψηλή πνευματική ζωή συνίσταται: Μοναχός Γεώργιος, ο Ερημίτης του Άθω



«Το πρώτο δειλό ξεκίνημα για μια υψηλή πνευματική ζωή συνίσταται:
α) στην απαλλα­γή από τα πάθη, ελαττώματα, αδυναμίες κ.τ.ό.
β) στο ακατάκριτο της γλώσσης και της διανοίας,
γ) στην απροσπάθεια έναντι των πραγμάτων του παρόντος κόσμου (πλούτος, δόξες, τιμές κ.λπ.) και
δ) στην απόλυτα ήρεμη συνείδηση.
Όλα αυτά είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις, οι βάσεις, η προετοιμασία για τους μεγάλους αγώνες».

https://www.askitikon.eu/

Ένας γέρων γλυκοαυστηρός



«Όσοι έζησαν κοντά στον Γέροντα Αιμιλιανό τα πρώτα χρόνια της εγκαταβιώσεως της αδελφότητος του, της προερχομένης από τα Μετέωρα, στη Μονή Σίμωνος Πέτρας, έχουν φυλάξει στην καρδιά τους τις συνάξεις, κατά τη διάρκεια των οποίων προσέφερε τον λόγο του στα πνευματικά του τέκνα».
Έτσι αναφέρει ο Αρχιμ. π. Πλακίδας Deseille, προλογίζοντας το βιβλίο του ηγουμένου Αιμιλιανού υπό τον τίτλο «Λόγοι Ασκητικοί, Ερμηνεία στον Αββά Ησαΐα».
Ο πατήρ Πλακίδας Deseille καταγράφει ότι η αδελφότητα συναζόταν γύρω από τον Γέροντα Αιμιλιανό, άλλοτε σε έναν εσωτερικό χώρο του μοναστηριού και άλλες φορές σε κάποιον από τους εξώστες που δέσποζαν πάνω από τη θάλασσα.
«Άρχιζε να πέφτει το σκοτάδι, οι τελευταίες ακτίνες του ηλίου φώτιζαν την κορυφή του Αγίου Όρους, ένας γέροντας, ο αγαπητός παπά Σίμων που μάς έχει αφήσει πια χρόνους, ερχόταν να ζητήσει την ευλογία του Γέροντα για να διαβάσει την ακολουθία του Αποδείπνου στην εκκλησία, και η συζήτησις που ακολουθούσε τη διδαχή μάκραινε κάτω από τα άστρα, συνοδευόμενη κάτω από το μουρμουρητό του χειμάρρου που κυλούσε κάτω από το μοναστήρι».
Τα λόγια του πατρός Αιμιλιανού ήταν κάτι το μοναδικό. Σαν δέντρο άπεφτο τα λόγια του, ζωηρά, ασκητικά, γλυκά, μα και αυστηρά σαν σύσταση γονιού, γλυκοαυστηρά (!), αξέχαστα, με μία εκφορά με γωνίες αγγέλου επί της Γης, προτείνοντας την κούραση για τον Ιησού Χριστό μας, τον προγραμματισμό, την προσοχή, μα έχοντας μέσα τους χαρά, ξεκούραση, άπλα, αρχοντιά.
«Ο λόγος του Γέροντα ήταν λόγος πατρικός, αλλά ήταν και λόγος σαν το μαχαίρι» λέει ο Καθηγούμενος της Ιερά Μονής Σίμωνος Πέτρας, Αρχιμ. Ελισσαίος, για τον Γέροντα Αιμιλιανό τον Σιμωνοπετρίτη.
«Ήταν το μαχαίρι που έκοβε, δεξιά, αριστερά, κάθετα και οριζόντια. Δηλαδή, ήταν λόγος που έμπαινε στην καρδιά, στους αρμούς, στον νου του ανθρώπου, και μέσα στο σώμα του, κατά κάποιον τρόπο».
Έλεγε ο Γέροντας Αιμιλιανός προς τα καλογέρια του να ξεχάσουν, ει δυνατόν, οτιδήποτες άλλο και να ξαφνιαστούν μονάχα απ’ τον Θεό:
«Όταν μέσα στη νύχτα δεις μια αστραπή, αμέσως ξαφνιάζεσαι. Ξεχνάς τι ζητούσες, σου πέφτει ότι έχεις στο χέρι σου, πνίγεσαι αν πίνεις νερό. Κάτι τέτοιο πρέπει να πάθει κανείς, κάτι τέτοιο να επιθυμήσει. Πρέπει να μείνει ενεός ενώπιον του Θεού και τότε έχει μετανοήσει, τότε έχει αγαπήσει τον Θεόν».
Η μετάνοια, για τον Γέροντα Αιμιλιανό τον Σιμωνοπετρίτη, είναι ο περισσότερος Θεός στη ζωή μας. Ω, πόσο απλά, πόσο αριστοκρατικά και δίκαια διατυπωμένο. Μπαίνοντας στη μετάνοια, αναζητούμε ολοένα το περισσότερο – έτσι λίγο λίγο, άργα αργά, κάθε μέρα ολίγο παραπάνω.
«…έτσι κι εμείς προκόβουμε ως προς τη γνώση και την κοινωνία του Θεού, ως προς την απόκτηση περισσότερου Θεού…».

Προτεινόμενο βιβλίο ΑΡΧ. ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΥ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ, ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΒΒΑ ΗΣΑΪΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΝΔΙΚΤΟΣ
Κώστας Παναγόπουλος
https://www.askitikon.eu/

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ



«Χριστιανός είναι η απομίμηση του Χριστού, όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο, και στα λόγια και στα έργα και στη σκέψη. Πιστεύει δε ορθά και αλάνθαστα στην Αγία Τριάδα» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. α΄, 7).
Ο άγιος Ιωάννης σου δίνει τα κριτήρια.  Πρώτον· είσαι χριστιανός αν πιστεύεις «ορθά και αλάνθαστα στην Αγία Τριάδα». Που σημαίνει ότι ζεις και αναπνέεις τη ζωή της Εκκλησίας, αφού εκεί διαφυλάσσεται και κηρύσσεται η ορθή πίστη που απεκάλυψε ο Κύριος Ιησούς. Το «πιστεύω εις ένα Θεόν…και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν», δηλαδή, πάει πάντα μαζί με το πιστεύω και «εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν Εκκλησίαν». Είμαι μέλος της Εκκλησίας θα πει είμαι μέλος του Χριστού και βλέπω με την όραση που μου έδωσε και μου δίνει ο ίδιος ο Χριστός. Η ορθή πίστη έτσι υπάρχει εκεί που υπάρχει η κοινή πίστη: των Αποστόλων, των Πατέρων, όλων των αγίων. Χωρισμένος από την Εκκλησία, το μόνο που βλέπω είναι ο εαυτός μου και τα πάθη μου, έστω κι αν επικαλούμαι το όνομα του Χριστού.
Και δεύτερον, μάλλον πρώτον κατά τον άγιο: είσαι χριστιανός, όταν φανερώνεις στην καθημερινότητά σου τον Χριστό. Στο πρόσωπό σου ο κάθε άλλος, γνωστός ή ξένος, να μπορεί να βλέπει την παρουσία Εκείνου. Όχι μόνο στα λόγια, αλλά και στα έργα, ακόμη και στη σκέψη. Άλλωστε ο λόγος και τα έργα είναι γνήσια στον βαθμό που εκφράζουν τον νου και τη σκέψη του ανθρώπου. Όπως το έλεγε ο μέγιστος των αποστόλων άγιος Παύλος: «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού». Γιατί; Διότι «και ημείς νουν Χριστού έχομεν». Έτσι μη θεωρήσεις χριστιανό εκείνον που πάει να μιμηθεί τον Χριστό με έναν εξωτερικό τρόπο. Είναι υποκριτής. Παίζει θέατρο. Ο χριστιανός ζει τον Χριστό στην καρδιά του και αυτό κατά φυσικό τρόπο αντανακλάται σε όλο το είναι του. Εκεί άλλωστε βρίσκεται και το μεγαλείο του αγίου βαπτίσματος, κατά το οποίο γίνεται ο άνθρωπος πραγματικό μέλος του Χριστού.
Γι’ αυτό βεβαίως και η ζωή του στον κόσμο δεν είναι ρόδινη. Ό,τι σταυρό πέρασε ο Χριστός, το ίδιο, με τη χάρη Εκείνου, περνά και ο χριστιανός. «Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν». Μη δυσανασχετείς λοιπόν με τα βάσανα και τις οδύνες της ζωής. Όταν υπάρχουν σημαίνει ότι βρίσκεσαι στον σωστό δρόμο. Αλλά το τέρμα είναι η χαρά και Ανάσταση. «Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω». Οπότε «ου πάντων η πίστις». «Μικρόν γαρ το ποίμνιον».

https://pgdorbas.blogspot.com/

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΤΗΡ ΗΜΩΝ ΡΩΜΑΝΟΣ Ο ΜΕΛΩΔΟΣ



«Ο άγιος Ρωμανός ήταν από τη Συρία, από την πόλη των Εμεσηνών, κι έγινε διάκονος της αγίας Εκκλησίας στη Βηρυτό. Όταν έφτασε στην Κωνσταντινούπολη στους χρόνους Αναστασίου του βασιλιά έμενε στο ναό της υπεραγίας Θεοτόκου που βρισκόταν στην περιοχή της Κύρου, ζώντας με ευλάβεια και διανυκτερεύοντας στις αγρυπνίες των Βλαχερνών. Επιτελούσε λοιπόν εκεί την ολονύκτια προσευχή και πάλι επέστρεφε στην Κύρο, όπου έλαβε και το χάρισμα να συντάσσει τους ύμνους των κοντακίων. Το έλαβε δε ως εξής: του φανερώθηκε η υπεραγία Θεοτόκος στον ύπνο του και του έδωσε ένα κομμάτι από χαρτί, το οποίο τον διέταξε να το φάει. Του φάνηκε λοιπόν ότι άνοιξε το στόμα του και κατάπιε το χαρτί. Ήταν τότε η εορτή των Χριστουγέννων. Αμέσως ξύπνησε, ανέβηκε στον άμβωνα κι άρχισε να ψάλλει: «Ἡ Παρθένος σήμερον τόν ὑπερούσιον τίκτει». Στη συνέχεια έγραψε και τα κοντάκια των υπολοίπων εορτών, όπως και των επισήμων αγίων, ώστε το πλήθος των κοντακίων που έφτιαξε να υπερβαίνουν τα χίλια. Στο τέλος τελειώθηκε ειρηνικά».
Το κύριο γνώρισμα του αγίου Ρωμανού είναι του ποιητού των κοντακίων, του εκκλησιαστικού υμνολογικού είδους που σφράγισε κυρίως τους 6ο και 7ο αι. – στη συνέχεια μέχρι σήμερα κυριάρχησε το είδος που ονομάζεται κανόνας. Είναι γνωστό ότι ο όρος κοντάκιο (υπάρχουν διάφορες ερμηνείες του ονόματος) δεν χρησιμοποιείτο από τον άγιο Ρωμανό, επικράτησε όμως μετά τον 10ο αι., και το ποίημά του αυτό αποτελείτο από το προοίμιο και τους οίκους, οι οποίοι έχουν ως πρότυπο το προίμιο. Τελικώς επιβίωσε μόνον το προοίμιο και αυτό στην Εκκλησία πια ονομάζουμε κοντάκιο.
Ο άγιος υμνογράφος βεβαίως του οσίου Ρωμανού, Ιωάννης ο μοναχός, δεν ενδιαφέρεται για το είδος των ύμνων του, αν είναι κοντάκιο ή αν είναι κανόνας – ο ίδιος τον υμνολογεί μέσω του κανόνος. Εκείνο στο οποίο επικεντρώνει ως ποιητής της Εκκλησίας και ως πνευματικός άνθρωπος και θεολόγος είναι το περιεχόμενο των ύμνων του Ρωμανού. Και το περιεχόμενο αυτό, σημειώνει, είναι «τοῦ Πνεύματος λόγια» (στιχ. εσπ.), είναι «ἀγγελική ὑμνωδία» (δόξα αποστ. εσπ.), είναι «ἡ ἀληθής γνῶσις καί τά ἔνθεα διδάγματα» (ωδή γ΄), δηλαδή «ὁ δογματισμός τοῦ συνανάρχου Λόγου Πατρί καί Πνεύματι ὡς ὁμοουσίου» (δόξα καθίσμ. όρθρου). Ο άγιος Ρωμανός είναι ο δογματικότερος όλων των εκκλησιαστικών ποιητών, αὐτός πού μέ τή ρωμαλέα θεολογία του ήταν και ο πιο αγαπημένος του μεγάλου οσίου της εποχής μας, Γέροντος π. Πορφυρίου καυσοκαλυβίτου – κι είμαστε ευγνώμονες εν προκειμένω στον μακαριστό άγιο Γέροντα π. Ανανία (Κουστένη) (που ευρισκόμενος στην Εκκλησία των πρωτοτόκων άγει σήμερα την ονομαστική του εορτή), ο οποίος μετά από πολλά χρόνια πνευματικής εργασίας μετέστρεψε στη νεοελληνική ποιητικώ τω τρόπω τα κοντάκια του οσίου μελωδού.
Τι ήταν εκείνο που έκανε τον όσιο Ρωμανό να φτάσει σ’ αυτό το ύψος της αγγελικής υμνωδίας και «να διατρανώνει με θεόπνευστα άσματα την απόρρητη θεία οικονομία του Χριστού και με ύμνους να στέφει όλους τους αγίους;» (εξαποστ. όρθρου). Αφενός, κατά τον υμνογράφο του, η ίδια η Θεοτόκος Μαρία, την οποία αγάπησε υπερβαλλόντως – καθημερινώς, όπως είδαμε, στον ναό της ζούσε και στις παννυχίδες της Παναγίας των Βλαχερνών σύχναζε και προσευχόταν. «Η αειπάρθενος που γέννησε τον Υιό του Θεού ως άνθρωπο, κατεφώτισε την ψυχή σου και γέμισε τον νου σου από την ένθεη γνώση, όταν σου παρουσιάστηκε τη νύκτα» (ωδή ε΄). Και: «Θεόφρον Ρωμανέ, είχες δάσκαλο τη Θεοτόκο Μαρία που σου ’δινε τη σύνεση και σε μυούσε και σε προέτρεπε να ψάλλεις» (ωδή ζ΄).
Και αφετέρου, η χάρη του Αγίου Πνεύματος που «καταλάμπρυνε με φεγγοβόλες λάμψεις τόν νου του» (ωδή α΄) και «τον έκανε να έχει την ομορφιά του κάλλους Του» (ωδή α΄). Γιατί; Τι έλκυσε το Πνεύμα του Θεού για να προσφερθεί τόσο πλούσια εκ νεότητος στον Ρωμανό; Τίποτε άλλο από αυτό που ελκύει πάντοτε τον Θεό στον άνθρωπο: η ανταπόκριση στην κλήση Του, δηλαδή η αγάπη του σ’ Εκείνου την αγάπη. Όπως το λέει και πάλι ο άγιος Ιωάννης ο μοναχός: «Από τη νεότητά σου παρέθεσες όλο τον εαυτό σου στον Χριστό και τον ακολούθησες» (ωδή α΄). Και φαίνεται η ακολουθία αυτή από το κατεξοχήν αποδεικτικό γεγονός: την ύπαρξη των αρετών, τον καρπό του αγίου Πνεύματος! «Σαν φωτολαμπής αστέρας με την ομορφιά των αρετών αναδείχτηκες σ’ όλον τον κόσμο, σοφέ Ρωμανέ» (ωδή α΄).
Οι ύμνοι λοιπόν του οσίου μελωδού αποτελούν λόγια του Πνεύματος - ό,τι ο Θεός και η Παναγία ενέπνευσαν στην καθαρή καρδιά του. Κι εδώ αναφύεται βεβαίως άλλο «πρόβλημα»: ανταποκρίνεται στα λόγια αυτά μόνον όποιος διαπνέεται εξίσου από το Πνεύμα αυτό! Μόνον ο πιστός άνθρωπος, ο άνθρωπος της Εκκλησίας που θέλει να ζει ως πραγματικός χριστιανός με φρόνημα Χριστού, μπορεί να αναγνωρίσει το μεγαλείο των εμπνευσμένων λόγων του αγίου Ρωμανού. «Ἐν τῶ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς». Γι’ αυτό και σπεύδει απαρχής ο άγιος Ιωάννης ο μοναχός να τονίσει: «Ο Ρωμανός, η λύρα του θείου Πνεύματος, το αηδόνι, το τζιτζίκι, ο αυλός των θείων ασμάτων της Εκκλησίας, παραθέτει σε όλους μας τις μελωδικές του ευωχίες και μέσω αυτών κατευφραίνει τους θεόφρονες» (στιχ. εσπ.). Πρέπει να είναι κανείς θεόφρων, να έχει φρόνημα Θεού: πνεύμα υπακοής και ταπείνωσης όπως εξηγεί ο μέγας απόστολος Παύλος (Φιλ. 2, 5-8) για να ευφρανθεί από τα λόγια του Πνεύματος του Θεού.
Κι αυτό παραπέμπει στο ευρύτερο πρόβλημα γενικώς των εκκλησιαστικών λογίων, είτε της Γραφής είτε των Πατερικών έργων είτε της υμνολογίας και της λειτουργικής ζωής της Εκκλησίας! Τι θέλουμε να πούμε; Αν σήμερα υπάρχει μικρή ανταπόκριση των ανθρώπων για την πίστη του Χριστού και τη ζωή της Εκκλησίας, είναι ακριβώς γι’ αυτό: διαπνεόμαστε από το κοσμικό, αμαρτωλό, πνεύμα, και γι’ αυτό δεν «ευφραινόμαστε», δεν ελκυόμαστε, δεν ευχαριστιόμαστε από ό,τι το Πνεύμα του Θεού εμπνέει. Μπορεί κάποιος να «κατηγορεί» την Εκκλησία για παλαιολιθικές μεθόδους, για απηρχαιωμένες τάχα αντιλήψεις, μα η Εκκλησία δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συνεχίζει την οδό του αρχηγού της Κυρίου Ιησού Χριστού. Οπότε, για να μπορεί κανείς να κατανοήσει τα της πίστεως και να ευφραίνεται γι’ αυτά, χρειάζεται το μοναδικό στοιχείο που τα αλλάζει όλα: τη μετάνοια. Μόλις κανείς ανταποκριθεί στις βαθύτερες εφέσεις της ψυχής του και θελήσει να αναζητήσει την αλήθεια, αμέσως θα δει τη φωτιά του Πνεύματος που περικλείουν τα λόγια του Θεού, θα δει τη νεότητα του Χριστού να ανακαινίζει πλήρως την ύπαρξή του. «Ἰδού καινά ποιῶ πάντα»!

https://pgdorbas.blogspot.com/2021/10/blog-post.html

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ Ϛ´ 37 - 45
37 Καὶ μὴ κρίνετε, καὶ οὐ μὴ κριθῆτε· μὴ καταδικάζετε, καὶ οὐ μὴ καταδικασθῆτε· ἀπολύετε, καὶ ἀπολυθήσεσθε· 38 δίδοτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· μέτρον καλὸν, πεπιεσμένον καὶ σεσαλευμένον καὶ ὑπερεκχυνόμενον δώσουσιν εἰς τὸν κόλπον ὑμῶν· τῷ γὰρ αὐτῷ μέτρῳ, ᾧ μετρεῖτε, ἀντιμετρηθήσεται ὑμῖν. 39 Εἶπε δὲ καὶ παραβολὴν αὐτοῖς· Μήτι δύναται τυφλὸς τυφλὸν ὁδηγεῖν; οὐχὶ ἀμφότεροι εἰς βόθυνον πεσοῦνται; 40 οὐκ ἔστι μαθητὴς ὑπὲρ τὸν διδάσκαλον αὐτοῦ· κατηρτισμένος δὲ πᾶς ἔσται ὡς ὁ διδάσκαλος αὐτοῦ. 41 Τί δὲ βλέπεις τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ δοκὸν τὴν ἐν τῷ ἰδίῳ ὀφθαλμῷ οὐ κατανοεῖς; 42 ἢ πῶς δύνασαι λέγειν τῷ ἀδελφῷ σου, ἀδελφέ, ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου, αὐτὸς τὴν ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σοῦ δοκὸν οὐ βλέπων; ὑποκριτά, ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σοῦ, καὶ τότε διαβλέψεις ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου. 43 Οὐ γάρ ἐστι δένδρον καλὸν ποιοῦν καρπὸν σαπρόν, οὐδὲ δένδρον σαπρὸν ποιοῦν καρπὸν καλόν· 44 ἕκαστον γὰρ δένδρον ἐκ τοῦ ἰδίου καρποῦ γινώσκεται. οὐ γὰρ ἐξ ἀκανθῶν συλλέγουσι σῦκα, οὐδὲ ἐκ βάτου τρυγῶσι σταφυλὴν. 45 ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ ἀγαθόν, καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας αὐτοῦ προφέρει τὸ πονηρόν· ἐκ γὰρ τοῦ περισσεύματος τῆς καρδίας λαλεῖ τὸ στόμα αὐτοῦ.

Ερμηνευτική απόδοση:
Καὶ μὴ κατακρίνετε ἐξ ἀσυμπαθείας καὶ ἐγωϊσμοῦ τὰς πράξεις τοῦ πλησίον σας· ἀσφαλῶς δὲ τότε καὶ σεῖς δὲν θὰ κατακριθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ μελλούσῃ κρίσει. Μὴ γίνεσθε δικασταὶ ἀπρόσκλητοι καὶ προπετεῖς διὰ νὰ καταδικάζετε τὸν πλησίον· καὶ δὲν θὰ καταδικασθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. Ἐφ’ ὅσον δὲν θὰ σᾶς ἔχῃ ἀνατεθῇ ὡς καθῆκον τὸ νὰ δικάζετε, κρίνετε εἰς τὰς ἰδιωτικάς σας συζητήσεις μὲ συμπάθειαν καὶ ἀπολύετε ὡς ἀθῴους τοὺς ἄλλους, καὶ θὰ κριθῆτε καὶ σες μὲ ἐπιείκειαν καὶ θὰ ἀθῳωθῆτε ὑπὸ τοῦ Θεοῦ. 38 Δίδετε εἰς ἐκείνους, ποὺ ἔχουν ἀνάγκην βοηθείας, καὶ θὰ δοθῇ καὶ εἰς σᾶς βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεόν. Μέτρον καλόν, στοιβαγμένον καὶ κουνημένον, ὥστε νὰ μὴ μείνῃ διόλου χῶρος κενὸς εἰς τὸ δοχεῖον τῆς μετρήσεως, καὶ μέτρον, ποὺ θὰ πλεονάζῃ καὶ θὰ ξεχύνεται, θὰ δοθῇ εἰς τὴν ἀγκάλην σας ἀπὸ τὴν πρόνοιαν καὶ δικαιοσύνην καὶ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ. Διότι μὲ τὴν αὐτὴν πλουσίαν διάθεσιν καὶ μὲ τὸ ἴδιον μέτρον τῆς εὐεργεσίας, μὲ τὸ ὁποῖον μετρᾶτε τὰς δωρεάς σας πρὸς τοὺς ἄλλους, θὰ μετρηθῇ καὶ θὰ ἀνταποδοθῇ καὶ εἰς σᾶς ἀπὸ τὸν Θεόν. 39 Εἶπε δὲ καὶ τὴν ἑξῆς παραβολὴν εἰς αὐτούς· Μήπως δύναται τυφλὸς νὰ ὁδηγῇ τυφλόν; Δὲν θὰ πέσουν καὶ οἱ δύο εἰς λάκκον; Ἔτσι καὶ σεῖς προτοῦ νὰ κρίνετε τοὺς ἄλλους, κρίνατε πρῶτον τὸν ἑαυτόν σας, ὁπότε θὰ γίνετε καὶ ἐπιεικεῖς πρὸς τοὺς ἄλλους. Διότι, ἐὰν δὲν κάμετε αὐτό, τότε θὰ εἶσθε τυφλοί, ποὺ θέλουν νὰ γίνουν ὁδηγοὶ τυφλῶν. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι ὀλέθριον καὶ διὰ σᾶς καὶ δι’ ἐκείνους. 40 Δὲν ὑπάρχει μαθητὴς ἀνώτερος ἀπὸ τὸν διδάσκαλόν του, ἐφ’ ὅσον ἑξακολουθεῖ νὰ διδάσκεται ὑπ’ αὐτοῦ. Ἐκεῖνος δὲ ὁ μαθητής, ποὺ θὰ τελειοποιηθῇ εἰς τὰ μαθήματα, θὰ εἶναι, ὅταν θὰ περατωθῇ ὁ κύκλος τῶν μαθημάτων, σὰν τὸν διδάσκαλόν του. Ἐὰν λοιπὸν ὁ διδάσκαλος εἶναι τυφλός, τυφλὸς θὰ μείνῃ καὶ ὁ μαθητής. Διὰ νὰ γίνῃς συνεπῶς ὁδηγὸς καὶ διδάσκαλος τῶν ἄλλων, πρέπει προηγουμένως νὰ γίνῃς διδάσκαλος τοῦ ἑαυτοῦ σου καὶ νὰ διορθώσῃς τὸν ἑαυτόν σου, διότι ἄλλως καὶ σὺ θὰ εἶσαι τυφλὸς καὶ οἱ μαθηταί σου τυφλοὶ θὰ παραμείνουν. 41 Διατί δὲ βλέπεις τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὸ δοκάρι δέ, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, δὲν τὸ αἰσθάνεσαι καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνεις; 42 Ἢ μὲ ποῖον θάρρος θὰ ἠμπορέσῃς νὰ εἴπῃς εἰς τὸν ἀδελφόν σου· Ἀδελφέ, ἄφησε νὰ βγάλω τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου, ἐνῷ σὺ ὁ ἴδιος δὲν βλέπεις τὸ δοκάρι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι σου; Πῶς ἡμπορεῖς νὰ τοῦ εἴπῃς: ἀδελφέ, ἐπίτρεψόν μου νὰ διορθώσω τὸ μικρὸν σφάλμα σου, ἐνῷ σὺ δὲν βλέπεις τὸ ἰδικόν σου βαρύτατον ἐλάττωμα; Ὑποκριτά, βγάλε πρῶτον τὸ δοκάρι ἀπὸ τὸ μάτι σου· διόρθωσε τὸ βαρὺ ἐλάττωμά σου· καὶ τότε θὰ ἴδῃς καθαρὰ διὰ νὰ βγάλῃς τὸ ξυλαράκι, ποὺ εἶναι εἰς τὸ μάτι τοῦ ἀδελφοῦ σου· τότε θὰ εἶσαι εἰς θέσιν νὰ διορθώσῃς καὶ τὸ ἐλαφρὸν σφάλμα τοῦ πλησίον σου. 43 Διότι δὲν εἶναι δένδρον καλόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν κακὸν καὶ ἐπιβλαβῆ, οὔτε πάλιν ὑπάρχει δένδρον κακόν, ποὺ νὰ κάνῃ καρπὸν καλόν. Ἔτσι καὶ ὁ κάθε ἄνθρωπος διὰ νὰ φέρῃ καρπὸν καὶ ὠφέλειαν εἰς τὸν πλησίον, πρέπει νὰ εἶναι καλός. Ἄνθρωπος, ποὺ δὲν διώρθωσε προτήτερα τὸν ἑαυτόν του, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ διορθώσῃ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ δώσῃ εἰς αὐτοὺς τὸ καλόν, τὸ ὁποῖον δὲν ἠμπόρεσε προτήτερα νὰ δώσῃ εἰς τὸν ἑαυτόν του; 44 Κάθε δένδρον ἀπὸ τὸν καρπόν, ποὺ βγάζει, διακρίνεται καὶ γνωρίζεται, ἐὰν εἶναι καλὸν ἢ κακόν. Διότι ἀπὸ ἀγκάθια δὲν μαζεύουν ὡς καρπὸν σῦκα, οὔτε ἀπὸ βάτον τρυγοῦν ποτὲ σταφύλι. Ἔτσι καὶ ὁ ἀδιόρθωτος, εἰς τοῦ ὁποίου τὴν ψυχὴν ὑπάρχουν τὰ ἀγκάθια τῶν κακιῶν καὶ ἐλαττωμάτων, δὲν ἠμπορεῖ νὰ διορθώσῃ τὸν ἄλλον. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκην νὰ εὔρῃ ὁδηγὸν καὶ διδάσκαλον τῆς ζωῆς του, εὔκολα ἀπὸ τὸν βίον καὶ τὴν συμπεριφορὰν τῶν ἄλλων ἡμπορεῖ νὰ διακρίνῃ, ποῖος ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι ὁ καλός, εἰς τοῦ ὁποίου τὸν λόγον νὰ δίδῃ προσοχήν. 45 Ὁ ἀγαθὸς ἄνθρωπος ἔχει τὴν ψυχήν του πολύτιμον θησαυροφυλάκιον ἀγαθῶν σκέψεων καὶ συναισθημάτων, καὶ ἀπὸ τὸν ἀγαθὸν τοῦτον θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει λόγους καὶ πράξεις ἀγαθάς. Καὶ ὁ πονηρὸς ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν κακὸν θησαυρὸν τῆς καρδίας του βγάζει τὸ κακόν. Διότι ἀπὸ ἐκεῖνο ποὺ περισσεύει καὶ ξεχύνεται εἰς τὴν καρδίαν, λαλεῖ τὸ στόμα· θὰ συμβουλεύσῃς λοιπὸν καὶ σὺ τὸν ἄλλον σύμφωνα μὲ ἐκεῖνο, ποὺ ἔχεις στὴν καρδιά σου. Καὶ ἂν δὲν ἔχῃς διορθώσει τὸν ἑαυτόν σου, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ γίνῃς ὁδηγὸς ὠφέλιμος εἰς τὸν πλησίον σου;

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Η Θεία παρηγοριά τί είναι; Θα σας πω ένα παράδειγμα, για να καταλάβετε καλύτερα. Ένα παιδάκι κάνει μια μικρή ζημιά, σπάζει λ.χ. ένα εργαλείο του πατέρα του και ύστερα στενοχωριέται και κλαίει, γιατί την θεωρεί πολύ μεγάλη. Όσο περισσότερο κλαίει και αναγνωρίζει την ζημιά που έκανε και υποφέρει, τόσο περισσότερο ο πατέρας του το χαϊδεύει και το παρηγορεί: Καλά, παιδάκι μου, μη στενοχωριέσαι, δεν πειράζει, θα αγοράσουμε άλλο. Εκείνο όμως, βλέποντας την στοργή του πατέρα του, κλαίει από φιλότιμο περισσότερο. Και όσο στενοχωριέται, άλλο τόσο ο πατέρας του το σφίγγει στην αγκαλιά του, το φιλάει και το χαϊδεύει. Έτσι και όσο περισσότερο υποφέρει ο άνθρωπος και λυπάται για την αμαρτωλότητά του ή για την αχαριστία του προς τον Θεό και κλαίει φιλότιμα που λύπησε με τις αμαρτίες του τον Θεό Πατέρα του, τόσο περισσότερο και ο Θεός τον ανταμείβει με Θεία αγαλλίαση και τον γλυκαίνει εσωτερικά. Αυτή η λύπη έχει μεν πόνο, αλλά έχει και ελπίδα και παρηγοριά. 

(Άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης)