(Κυριακή ΙΣΤ΄ Ματθαίου).
Στὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων ἕνας οἰκοδεσπότης (ὁ Θεὸς) μοίρασε τάλαντα (χαρίσματα) σὲ τρεῖς δούλους του, ἀνάλογα μὲ τὴν ἀξία καὶ τὶς δυνατότητες τοῦ καθενός. Στὸν πρῶτο ἔδωσε πέντε τάλαντα, στὸν δεύτερο δύο καὶ στὸν τρίτο ἕνα. Ὁ πρῶτος, ἀξιοποιώντας αὐτὰ ποὺ ἔλαβε, κέρδισε ἄλλα πέντε, ὁ δεύτερος ἄλλα δύο, ἀλλὰ ὁ τρίτος δὲν ἐκμεταλλεύτηκε καθόλου τὸ τάλαντό του. Τὸ ἔθαψε μόνο στὴ γῆ καὶ ὅταν κλήθηκαν ὅλοι νὰ ἀποδώσουν λογαριασμό, οἱ δυὸ πρῶτοι βραβεύτηκαν, ἐνῷ ὁ τρίτος κατακρίθηκε
Εἶναι λογικὸ νὰ βραβεύεται ὅποιος ἀξιοποιεῖ τὰ τάλαντα, τὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ δόθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐπίσης καὶ τὸ νὰ κατακρίνεται καὶ νὰ καταδικάζεται ὅποιος θάβει τὸ ταλέντο του καὶ δὲν τὸ ἀξιοποιεῖ γιὰ τὸ καλὸ ὅλων. Παρατηροῦμε ὅμως καὶ μιὰ τρίτη πρακτική, ποὺ ἀκολουθεῖται ἀπὸ πολλούς, πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι τὸ συχνότατο φαινόμενο νὰ προσπαθοῦν πολλοὶ ἄνθρωποι ἀτάλαντοι νὰ ἐπιδείξουν ἱκανότητες ποὺ δὲν ἔχουν, νὰ οἰκειοποιοῦνται χαρίσματα ποὺ δὲν τοὺς δόθηκαν. Ἐντελῶς αὐθαίρετα παρουσιάζονται ὡς εἰδικοὶ ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ. Καὶ ὅταν μὲν τὸ κάνουν, γιὰ νὰ ἐπιδείξουν ἁπλῶς πνεῦμα στὴν παρέα τους, λίγο τὸ κακό. Ὅταν ὅμως προσπαθοῦν νὰ ἐνεργοῦν ὡς ἁρμόδιοι σὲ χώρους καὶ τομεῖς ἐντελῶς ἔξω ἀπὸ τὴν τυχὸν εἰδικότητά τους (ἂν ὑπάρχει), τότε τὸ πράγμα παίρνει σοβαρότατες διαστάσεις.
Ὅμως…
Γιὰ νὰ χτίσεις σπίτι ἀπευθύνεσαι σὲ ὀδοντίατρο ἢ σὲ μηχανικό; Στὸ δικαστήριο ἀναθέτεις τὴν ὑπεράσπισή σου σὲ ἀρχιτέκτονα ἢ σὲ δικηγόρο; Εἶναι ὅλοι εἰδικοὶ γιὰ ὅλες τὶς δουλειές; Ὄχι φυσικά! Καὶ ὅμως ὑπάρχει ἕνας τομέας, ὅπου οἱ πάντες αὐτοχρίονται εἰδικοί! Ὅταν πρόκειται γιὰ θέματα πνευματικά, γιὰ ὅσα ἀναφέρονται στὸν Θεὸ καὶ στὸν νόμο Του, ὁ κάθε ἄσχετος θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ἁρμόδιο νὰ ἀποφανθεῖ, θεωρώντας τὴν ἄποψή του ἀδιαφιλονίκητη, ἀδιαμφισβήτητη, ἀναμφίβολη, ἀναντίρρητη. Αὐτοχειροτονεῖται θεολόγος μὲ ἀναμφίλεκτο κύρος καὶ ἀποφαίνεται ex cathedra, ἀπὸ καθέδρας, μὲ τὴν αὐθεντία τοῦ ἀλάθητου.
Ἂν καὶ ὁ Θεὸς «ἔθετο ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους…» (Α΄ Κορ. 12, 28) καὶ ὅρισε αὐτοὶ νὰ κηρύττουν τὴν ἀλήθεια του, σήμερα ὑφαρπάζει τὰ χαρίσματα αὐτὰ ὁ καθένας, σπουδαγμένος ἢ ἀγράμματος, γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ὁ λογοτέχνης, ὁ τραγουδιστής, ὁ ἠθοποιὸς καὶ κυρίως ὁ δημοσιογράφος καὶ ὁ πολιτικός, ποὺ μέσα ἀπὸ τὸν ἐπαίσχυντο ὁλοκληρωτισμὸ τῶν Μ.Μ.Ε. κατευθύνουν τὴ σκέψη τοῦ λαοῦ. Γίνονται νοσφιστές, σφετερίζονται τὰ μέγιστα χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοαναγορεύονται ἀπόστολοι, προφῆτες καὶ διδάσκαλοι. Ἀποφαίνονται ἐρήμην τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ τί εἶναι ἠθικὸ καὶ τί ἀνήθικο, τί εἶναι καλὸ καὶ τί κακό, τί εἶναι τελικὰ ἁμαρτία καὶ τί ὄχι. Τὸ φαινόμενο ὀργιάζει φυσικὰ στὶς μέρες μας. «Ὁ νοῶν νοείτω»!
Λέει ὅμως ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ὁ ὄντως Θεολόγος:
« Ταλαίπωροι! Δὲν εἶναι δουλειὰ τοῦ καθενὸς νὰ μιλάει γιὰ τὸν Θεό. Καὶ γιὰ ὅσα νομοθέτησε ὁ Θεός.
«Οὐ παντός, ὦ οὗτοι, τὸ περὶ Θεοῦ φιλοσοφεῖν, οὐ παντός».
Δὲν εἶναι γι’ αὐτοὺς ποὺ σέρνονται μὲ τὰ πάθη τους κατὰ γῆς. Ἀλλὰ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔφτασαν στὴ θέα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ καθαρίστηκαν ἀπὸ τὰ πάθη τους, ἢ ποὺ ἀγωνίζονται τοὐλάχιστον νὰ καθαριστοῦν. Δὲν εἶναι τόσο «φθηνὸ» πράγμα τὸ νὰ μιλᾶς γιὰ τὸν Θεὸ (Θεολογικὸς Α΄, 3).
Γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο, «θεολογῶ» σημαίνει «ζῶ ἀσκητικὰ» (π. Γ. Φλωρόφσκι). Τὰ οὐράνια χαρίσματα δὲν ἀποκτῶνται μὲ γλέντι, διασκέδαση καὶ δῆθεν στοχαστικὲς ἀνοησίες.
Ἐσύ, τί προτιμᾶς; Νὰ σὲ φωτίζουν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἢ νὰ σὲ σκοτίζουν οἱ καπηλευτὲς τῆς ἀλήθειας του;
Στὴν παραβολὴ τῶν ταλάντων ἕνας οἰκοδεσπότης (ὁ Θεὸς) μοίρασε τάλαντα (χαρίσματα) σὲ τρεῖς δούλους του, ἀνάλογα μὲ τὴν ἀξία καὶ τὶς δυνατότητες τοῦ καθενός. Στὸν πρῶτο ἔδωσε πέντε τάλαντα, στὸν δεύτερο δύο καὶ στὸν τρίτο ἕνα. Ὁ πρῶτος, ἀξιοποιώντας αὐτὰ ποὺ ἔλαβε, κέρδισε ἄλλα πέντε, ὁ δεύτερος ἄλλα δύο, ἀλλὰ ὁ τρίτος δὲν ἐκμεταλλεύτηκε καθόλου τὸ τάλαντό του. Τὸ ἔθαψε μόνο στὴ γῆ καὶ ὅταν κλήθηκαν ὅλοι νὰ ἀποδώσουν λογαριασμό, οἱ δυὸ πρῶτοι βραβεύτηκαν, ἐνῷ ὁ τρίτος κατακρίθηκε
Εἶναι λογικὸ νὰ βραβεύεται ὅποιος ἀξιοποιεῖ τὰ τάλαντα, τὰ χαρίσματα ποὺ τοῦ δόθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό. Ἐπίσης καὶ τὸ νὰ κατακρίνεται καὶ νὰ καταδικάζεται ὅποιος θάβει τὸ ταλέντο του καὶ δὲν τὸ ἀξιοποιεῖ γιὰ τὸ καλὸ ὅλων. Παρατηροῦμε ὅμως καὶ μιὰ τρίτη πρακτική, ποὺ ἀκολουθεῖται ἀπὸ πολλούς, πάρα πολλοὺς ἀνθρώπους. Εἶναι τὸ συχνότατο φαινόμενο νὰ προσπαθοῦν πολλοὶ ἄνθρωποι ἀτάλαντοι νὰ ἐπιδείξουν ἱκανότητες ποὺ δὲν ἔχουν, νὰ οἰκειοποιοῦνται χαρίσματα ποὺ δὲν τοὺς δόθηκαν. Ἐντελῶς αὐθαίρετα παρουσιάζονται ὡς εἰδικοὶ ἐπὶ παντὸς ἐπιστητοῦ. Καὶ ὅταν μὲν τὸ κάνουν, γιὰ νὰ ἐπιδείξουν ἁπλῶς πνεῦμα στὴν παρέα τους, λίγο τὸ κακό. Ὅταν ὅμως προσπαθοῦν νὰ ἐνεργοῦν ὡς ἁρμόδιοι σὲ χώρους καὶ τομεῖς ἐντελῶς ἔξω ἀπὸ τὴν τυχὸν εἰδικότητά τους (ἂν ὑπάρχει), τότε τὸ πράγμα παίρνει σοβαρότατες διαστάσεις.
Ὅμως…
Γιὰ νὰ χτίσεις σπίτι ἀπευθύνεσαι σὲ ὀδοντίατρο ἢ σὲ μηχανικό; Στὸ δικαστήριο ἀναθέτεις τὴν ὑπεράσπισή σου σὲ ἀρχιτέκτονα ἢ σὲ δικηγόρο; Εἶναι ὅλοι εἰδικοὶ γιὰ ὅλες τὶς δουλειές; Ὄχι φυσικά! Καὶ ὅμως ὑπάρχει ἕνας τομέας, ὅπου οἱ πάντες αὐτοχρίονται εἰδικοί! Ὅταν πρόκειται γιὰ θέματα πνευματικά, γιὰ ὅσα ἀναφέρονται στὸν Θεὸ καὶ στὸν νόμο Του, ὁ κάθε ἄσχετος θεωρεῖ τὸν ἑαυτό του ἁρμόδιο νὰ ἀποφανθεῖ, θεωρώντας τὴν ἄποψή του ἀδιαφιλονίκητη, ἀδιαμφισβήτητη, ἀναμφίβολη, ἀναντίρρητη. Αὐτοχειροτονεῖται θεολόγος μὲ ἀναμφίλεκτο κύρος καὶ ἀποφαίνεται ex cathedra, ἀπὸ καθέδρας, μὲ τὴν αὐθεντία τοῦ ἀλάθητου.
Ἂν καὶ ὁ Θεὸς «ἔθετο ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους…» (Α΄ Κορ. 12, 28) καὶ ὅρισε αὐτοὶ νὰ κηρύττουν τὴν ἀλήθεια του, σήμερα ὑφαρπάζει τὰ χαρίσματα αὐτὰ ὁ καθένας, σπουδαγμένος ἢ ἀγράμματος, γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ὁ λογοτέχνης, ὁ τραγουδιστής, ὁ ἠθοποιὸς καὶ κυρίως ὁ δημοσιογράφος καὶ ὁ πολιτικός, ποὺ μέσα ἀπὸ τὸν ἐπαίσχυντο ὁλοκληρωτισμὸ τῶν Μ.Μ.Ε. κατευθύνουν τὴ σκέψη τοῦ λαοῦ. Γίνονται νοσφιστές, σφετερίζονται τὰ μέγιστα χαρίσματα τοῦ Θεοῦ. Αὐτοαναγορεύονται ἀπόστολοι, προφῆτες καὶ διδάσκαλοι. Ἀποφαίνονται ἐρήμην τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ τί εἶναι ἠθικὸ καὶ τί ἀνήθικο, τί εἶναι καλὸ καὶ τί κακό, τί εἶναι τελικὰ ἁμαρτία καὶ τί ὄχι. Τὸ φαινόμενο ὀργιάζει φυσικὰ στὶς μέρες μας. «Ὁ νοῶν νοείτω»!
Λέει ὅμως ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ὁ ὄντως Θεολόγος:
« Ταλαίπωροι! Δὲν εἶναι δουλειὰ τοῦ καθενὸς νὰ μιλάει γιὰ τὸν Θεό. Καὶ γιὰ ὅσα νομοθέτησε ὁ Θεός.
«Οὐ παντός, ὦ οὗτοι, τὸ περὶ Θεοῦ φιλοσοφεῖν, οὐ παντός».
Δὲν εἶναι γι’ αὐτοὺς ποὺ σέρνονται μὲ τὰ πάθη τους κατὰ γῆς. Ἀλλὰ γι’ αὐτοὺς ποὺ ἔφτασαν στὴ θέα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ καθαρίστηκαν ἀπὸ τὰ πάθη τους, ἢ ποὺ ἀγωνίζονται τοὐλάχιστον νὰ καθαριστοῦν. Δὲν εἶναι τόσο «φθηνὸ» πράγμα τὸ νὰ μιλᾶς γιὰ τὸν Θεὸ (Θεολογικὸς Α΄, 3).
Γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο, «θεολογῶ» σημαίνει «ζῶ ἀσκητικὰ» (π. Γ. Φλωρόφσκι). Τὰ οὐράνια χαρίσματα δὲν ἀποκτῶνται μὲ γλέντι, διασκέδαση καὶ δῆθεν στοχαστικὲς ἀνοησίες.
Ἐσύ, τί προτιμᾶς; Νὰ σὲ φωτίζουν οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ ἢ νὰ σὲ σκοτίζουν οἱ καπηλευτὲς τῆς ἀλήθειας του;
π. Δημητρίου Μπόκου
https://proskynitis.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου