Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Anthony Bloom: Ἡ ἀπώλεια ἑνὸς οἰκείου προσώπου


  Ἡ πρώτη καὶ ἡ πλέον συνεχὴς ἐπαφή μας μὲ τὸ θάνατο πραγματοποιεῖται μέσα ἀπὸ τὸ αἴσθημα τῆς ἀπώλειας. Μαθαίνοντας νὰ κατανοοῦμε τὸ θάνατο τῶν ἄλλων καὶ νὰ τὸν βιώνουμε μέσα στοὺς ἄλλους καὶ στὸν ἑαυτό μας, μποροῦμε νὰ μάθουμε νὰ τὸν ἀντικρίζουμε, καὶ τελικὰ νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὸ δικό μας θάνατο, κατ' ἀρχὰς ὡς δυνατότητα -καὶ ὄντως ὡς μιὰ βεβαιότητα, μιὰ βεβαιότητα ὅμως ποὺ τόσο συχνὰ καὶ τόσο ἐμφανῶς ἔχει ἀπομακρυνθεῖ ἀπό μας, ὥστε νὰ μὴν τὴ χαρακτηρίζουμε πλέον βεβαιότητα- καὶ κατόπιν ὡς τὴν ἴδια τὴν πραγματικότητα ποὺ μᾶς πλησιάζει.

  Ἕνα ἀπὸ τὰ ἄμεσα προβλήματα ποὺ πρέπει νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ πρόσωπο ἐκεῖνο ποὺ πενθεῖ, εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς μοναξιᾶς, τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ μόνο πρόσωπο ποὺ κατὰ καιροὺς τὸν ἐνδιέφερε, τὸ πρόσωπο ἐκεῖνο ποὺ γέμιζε ὅλο το χῶρο καὶ τὸ χρόνο καὶ ὅλη τὴν καρδιὰ τοῦ τὸν ἄφησε. Κι ἂν ἀκόμη τὸ πρόσωπο ποὺ μᾶς ἄφησε δὲν μᾶς εἶχε δώσει ὅλη του τὴν καρδιά, ἀφήνει ὡστόσο πίσω του ἕνα τεράστιο κενό. Ὅσο τὸ πρόσωπο εἶναι ἄρρωστο προσφέρουμε πολὺ περισσότερο χρόνο στὴ σκέψη. Οἱ δραστηριότητές μας συγκεντρώνονται καὶ κατευθύνονται πρὸς αὐτό. Ὅταν τὸ πρόσωπο πεθάνει, πολὺ συχνὰ αὐτοὶ ποὺ μένουν πίσω αἰσθάνονται ὅτι ἡ δραστηριότητά τους εἶναι πλέον ἄσκοπη, δὲν ἔχουν τουλάχιστον κάποιον ἄμεσο σκοπό, κέντρο καὶ κατεύθυνση. Μιὰ ζωή, ὅσο ὀδυνηρὴ καὶ ἀγωνιώδης κι ἂν ἦταν, ἔτρεχε σὰν τὸ ποτάμι. Τώρα ὅμως καταντάει ἕνας βάλτος.
  Μοναξιὰ ἐπίσης σημαίνει ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα πρόσωπο μὲ τὸ ὁποῖο νὰ μπορεῖ κάποιος νὰ μιλήσει ἢ νὰ τὸ ἀκούσει, ἢ νὰ τὸ προσέξει, ποὺ νὰ ἀνταποκρίνεται καὶ νὰ ἀντιδρᾶ, καὶ στὸ ὁποῖο αὐτὸς νὰ ἀντιδρᾶ καὶ νὰ ἀνταποκρίνεται. Τὸ πρόσωπο ποὺ μᾶς ἀφήνει εἶναι πολὺ συχνά το πρόσωπο ἐκεῖνο πού, στὰ δικά μας μάτια, μᾶς ἔδινε τὴν ἔσχατη ἀξία: τὸ πρόσωπο ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο ἀξίζαμε, τὸ πρόσωπο ἐκεῖνο ποὺ διεκδικοῦσε τὴν ὕπαρξη καὶ τὴ σημασία μας.
  Περισσότερο ἀπὸ μιὰ φορὰ ἔχω ἀναφέρει, μὲ τὴν εὐκαιρία κάποιου γάμου, τὴ φράση τοῦ Λέων Μπλόυ: «Τὸ νὰ πεῖς σὲ κάποιον "σ' ἀγαπῶ" ἰσοδυναμεῖ μὲ τὸ νὰ τοῦ λὲς "δὲν θὰ πεθάνεις ποτέ"». Αὐτὸ ἰσχύει καὶ σ' αὐτὸ τὸ πλαίσιο. Τὸ πρόσωπο ποὺ μᾶς ἀφήνει δὲν βρίσκεται πλέον ἐδῶ γιὰ νὰ διακηρύσσει τὴν ἔσχατη ἀξία μας, τὴν ἔσχατη σημασία μας. Αὐτὸ τὸ πρόσωπο δὲν βρίσκεται πλέον ἐδῶ γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ πεῖ «σὲ ἀγαπῶ», καὶ γι' αὐτὸ χάνεται ἡ αἰώνια ἐπιβεβαίωση καὶ ἀναγνώρισή μας. Αὐτὸ εἶναι κάτι ποὺ πρέπει νὰ τὸ ἀντιμετωπίσουμε. Δὲν εἶναι κάτι ποὺ πρέπει νὰ τὸ παραμερίσουμε, νὰ τὸ ξεχάσουμε ἢ νὰ τὸ παρακάμψουμε. Δημιουργεῖται ἕνα κενὸ καὶ αὐτὸ τὸ κενὸ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ γεμίσει μὲ τεχνητὰ πράγματα, ποὺ δὲν ἀξίζουν μπροστὰ σ' αὐτὰ ποὺ ἀντικαθιστοῦν.
  Πρέπει νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ ἀναγνωρίσουμε ὅτι ὁ πόνος εἶναι μία ἀπὸ τὶς ἐκφράσεις τῆς ἀγάπης. Ἂν ἰσχυριζόμαστε ὅτι ἀγαποῦμε ἀληθινά το πρόσωπο ποὺ μόλις ἀναχώρησε ἀπὸ αὐτὴν τὴ ζωή, πρέπει νὰ εἴμαστε καὶ ἕτοιμοι νὰ τὸ ἀγαποῦμε μέσα ἀπὸ τὸν πόνο, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ κάποτε τὸ ἀγαπήσαμε μέσα ἀπὸ τὴ χαρὰ - τὴ χαρὰ τῆς ἐπιβεβαίωσης, τὴ χαρὰ τῆς κοινῆς ζωῆς. Αὐτὸ ἀπαιτεῖ θάρρος, καὶ νομίζω ὅτι πρέπει πολλὰ νὰ ἐξηγηθοῦν ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτὴ σήμερα, ὅταν τόσοι ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ξεφύγουν ἀπὸ τὸν πόνο, στρέφονται στὰ ἠρεμιστικά, στὸ ἀλκοὸλ ἢ σὲ ὁποιαδήποτε διασκέδαση, γιὰ νὰ ξεχάσουν. Πιθανῶς νὰ ἐπισκιάζεται ὅ,τι συμβαίνει σὲ μίαν ἀνθρώπινη ψυχή, συνεχίζει ὅμως νὰ προχωρᾶ, καὶ ἂν δὲν λυθεῖ, ἀφήνει τὸ πρόσωπο φτωχότερο.
   Ἕνα ἄλλο πράγμα ποὺ πρέπει τὸ πρόσωπο ποὺ πενθεῖ νὰ μάθει νὰ μὴν κάνει ποτὲ εἶναι νὰ μιλᾶ γιὰ τὴ σχέση ἀγάπης ποὺ ὑπῆρχε σὲ ἀόριστο χρόνο. Ποτὲ δὲν πρέπει κάποιος νὰ πεῖ: «Ἀγαπούσαμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο». Πρέπει πάντοτε νὰ λέει: «Ἀγαποῦμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλο».
    Ἂν ἐπιτρέψουμε στὴν ἀγάπη μας νὰ μεταβληθεῖ σὲ ἀντικείμενο τοῦ παρελθόντος, πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι δὲν πιστεύουμε στὴ συνέχιση τῆς ζωῆς τοῦ προσώπου ποὺ πέθανε. Ἂν τὸ κάνουμε, πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι εἴμαστε ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, μὲ τὴ χειρότερη ἔννοια, καὶ ὅτι ἀντιμετωπίζουμε τὴ ζωὴ ἀπὸ διαφορετικὴ γωνία. Ἂν δὲν ὑπάρχει Θεός, ἂν δὲν ὑπάρχει αἰώνια ζωή, τότε ὁ θάνατος ποῦ ἐπῆλθε δὲν ἔχει καμιὰ μεταφυσικὴ σημασία. Ἀποτελεῖ ἕνα γεγονὸς τῆς φυσικῆς ἱστορίας. Εἶναι μιὰ νίκη τῶν νόμων τῆς φυσικῆς καὶ τῆς χημείας, καὶ ὁ ἄνθρωπος συνεχίζει νὰ ὑπάρχει ὄχι ὡς πρόσωπο ἀλλὰ ὡς μέρος τῆς φύσης. Σὲ κάθε περίπτωση, πρέπει νὰ ἀντιμετωπίσουμε κατάματα εἴτε τὴν πίστη μας, εἴτε τὴν ἔλλειψη πίστης καὶ νὰ ἐνεργήσουμε ἀνάλογα.
    Πολὺ συχνά, αὐτοὶ ποὺ μένουν πίσω αἰσθάνονται ὅτι τὸ πρόσωπο ποὺ ἔφυγε δὲv εἶναι μόνο μιὰ δική τους ἀπώλεια, ἀλλὰ μιὰ ἀπώλεια ποὺ στερεῖ ὅλους γύρω ἀπὸ κάτι τὸ πολύτιμο - ἀπὸ μιὰ λογική, μιὰ καρδιὰ καὶ μιὰ θέληση, ἀπὸ κάποιον ποὺ ἐνεργοῦσε ὄμορφα καὶ σωστά. Καὶ αὐτὸς ποὺ ἔχασε τὸ πρόσωπο μένει ἐπίσης μὲ τὴν ἀπώλεια. Σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο πρέπει νὰ θυμηθοῦμε -πράγμα οὐσιαστικὸ- ὅτι ὅποιος ζεῖ θέτει ἕνα παράδειγμα: ἕνα παράδειγμα γιὰ τὸ πῶς ζεῖ κανεὶς καλὰ ἢ ἕνα παράδειγμα γιὰ τὸ πῶς ζεῖ κανεὶς ἄσχημα. Πρέπει νὰ μαθαίνουμε ἀπὸ ὅλους, ζῶντες ἢ κεκοιμημένους, αὐτὸ ποὺ εἶναι λάθος γιὰ νὰ τὸ ἀποφεύγουμε καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι σωστὸ γιὰ νὰ τὸ μιμούμαστε. Ὅποιος ἔχει γνωρίσει κάποιον ποὺ τώρα ἔχει πεθάνει, θὰ πρέπει νὰ στοχαστεῖ βαθιά το σημάδι ποὺ ἡ ζωὴ αὐτοῦ του ἀνθρώπου ἄφησε στὴ ζωή του. Πρέπει νὰ στοχαστεῖ τὸ εἶδος τοῦ σπόρου ποὺ σπάρθηκε στὴ ζωὴ αὐτοῦ του ἀνθρώπου καὶ τὸν καρπὸ ποὺ αὐτὸς ἔφερε.
   Ὑπάρχει μιὰ φράση στὸ Εὐαγγέλιο ποὺ λέει πὼς «ἐὰv μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσῶν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνη, αὐτὸς μόνος μένει.Ἐὰν δὲ ἀποθάνη πολὺν καρπὸν φέρει». Αὐτὸ ἀκριβῶς μπορεῖ νὰ συμβεῖ, ἂν στοχαζόμαστε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, μὲ τὸ πνεῦμα καὶ μὲ τὴ μνήμη, μὲ ὅλη τὴν εὐαισθησία μας καὶ τὴν αἴσθηση δικαιοσύνης, τὴ ζωὴ ἐκείνων ποὺ ἔχουν ἀναχωρήσει ἀπὸ αὐτὴν τὴ ζωή. Ἂν εἴχαμε τὸ κουράγιο νὰ χρησιμοποιήσουμε αὐτὸ τὸ ξίφος -ποὺ εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεoὺ γιὰ νὰ χωρίσουμε τὸ φῶς ἀπὸ τὸ σκοτάδι, νὰ χρησιμοποιήσουμε ὅλη μας τὴ διάκριση γιὰ νὰ ξεχωρίσουμε τὴν ἤρα ἀπὸ τὸ σιτάρι, τότε, ἔχοντας συγκεντρώσει ὅσο σιτάρι θὰ εἴχαμε τὴ δυνατότητα νὰ ξεχωρίσουμε, θὰ μποροῦσε ὁ καθένας μας, ὁ καθένας ποὺ εἶχε γνωρίσει τὸν κεκοιμημένο, νὰ φέρει πολὺ καρπὸ στὴ ζωή του. Μποροῦμε νὰ ζήσουμε σύμφωνα μ' ἕνα παράδειγμα ποὺ προσφέρεται καὶ λαμβάνεται, νὰ χωνέψουμε ὅσα ἀξίζουν νὰ χωνευθοῦν ἀπὸ τὴ ζωὴ αὐτοῦ του προσώπου.
   Στὴ Νεκρώσιμη Ἀκολουθία κρατοῦμε ἀναμμένα κεριά. Πιστεύω ὅτι αὐτὸ ὑποδηλώνει δύο πράγματα. Τὸ πρῶτο, ποὺ εἶναι πολὺ ἐμφανές, εἶναι ὅτι ἀναγγέλλουμε τὴν ἀνάσταση. Στεκόμαστε κρατώντας ἀναμμένα κεριὰ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ στεκόμαστε στὴν ἐκκλησία τὸ βράδυ τῆς Ἀνάστασης. Στεκόμαστε ἐπίσης δίνοντας τὴ μαρτυρία μᾶς μπροστὰ στὸν Θεὸ ὅτι τὸ πρόσωπο αὐτὸ ἔφερε τουλάχιστον μιὰ σπίθα φωτὸς στὸ λυκόφως τοῦ κόσμον, ὅτι αὐτὸ τὸ πρόσωπο δὲν ἔζησε μάταια. Θὰ φυλάξουμε, θὰ προστατεύσουμε καὶ θὰ μοιραστοῦμε αὐτὸ τὸ φῶς, ἔτσι ὥστε νὰ φωτίζει ὅλο καὶ περισσότερους ἀνθρώπους, καὶ ἂν εἶναι δυνατὸ νὰ γίνει ἑκατονταπλάσιο.
Ἂν ξεκινήσουμε νὰ ζήσουμε μ' αὐτὸ τὸν τρόπο, νὰ γίνουμε ἡ συνέχεια τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ κεκοιμημένου, ἂν ξεκινήσουμε νὰ γίνουμε ἡ συνέχεια ὅλων ὅσα ἦταν εὐγενικά, καλά, ἀληθινὰ καὶ ἅγια σ' αὐτὸ τὸ πρόσωπο, τότε αὐτὸ τὸ πρόσωπο πράγματι δὲν ἔχει ζήσει μάταια καὶ θὰ αἰσθανθοῦμε κι ἐμεῖς ὅτι πράγματι δὲν ζοῦμε μάταια. Δὲν θὰ ὑπάρξει μέσα μας χῶρος γιὰ ἐλπίδες ἑνὸς ἄμεσου θανάτου, ἐπειδὴ πρέπει νὰ ἐπιτελέσουμε κάποια λειτουργία.
Μένουμε πίσω γιὰ νὰ κάνουμε δυνατὰ ὅλα ὅσα εἴδαμε, ὅλα ὅσα ἀκούσαμε, ὅλα ὅσα νιώσαμε, νὰ τὰ πολλαπλασιάσουμε καὶ νὰ τὰ σκορπίσουμε καὶ νὰ γίνουμε μιὰ νέα ἁλυσίδα φωτὸς πάνω στὴ γῆ. Ἂν μπορέσουμε ὅμως νὰ ὁμολογήσουμε πὼς τὸ πρόσωπο ποὺ ἀναχώρησε ἀπὸ αὐτὴν τὴ ζωὴ ἦταν γιὰ μᾶς ἕνας θησαυρός, τότε «ὅπου γὰρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν». Πρέπει, μαζὶ μ' αὐτὸν ποὺ εἰσῆλθε στὴν αἰωνιότητα, νὰ ζήσουμε κι ἐμεῖς ὅσο τὸ δυνατὸν τελειότερα καὶ βαθύτερα, στὴν αἰωνιότητα.Ἐπειδὴ εἶναι ὁ μόνος τόπος ὅπου μποροῦμε νὰ εἴμαστε μαζὶ μὲ τὸν κεκοιμημένο. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι, καθὼς ὅλο καὶ περισσότερα ἀγαπημένα πρόσωπα ἀφήνουν αὐτὸ τὸ ἐπίγειο προσκύνημα καὶ εἰσέρχονται στὴ σταθερότητα καὶ στὴ γαλήνη τῆς αἰώνιας ζωῆς, θὰ πρέπει νὰ αἰσθανόμαστε ὅλο καὶ περισσότερο ὅτι ἀνήκουμε ὅλο καὶ τελειότερα καὶ πληρέστερα σ' ἐκεῖνο τὸν κόσμο, καὶ ὅτι σταδιακὰ οἱ ἀξίες τοῦ γίνονται δικές μας.
Ἂν μάλιστα ἕνα ἀπὸ τὰ πολυαγαπημένα μᾶς πρόσωπα, ἂν ἕνας ἀπὸ τοὺς πολυτιμότερους θησαυροὺς μᾶς λέγεται Ἰησοῦς Χριστός, τότε μποροῦμε ἀληθινά, ὅσο εἴμαστε ἀκόμη πάνω στὴ γῆ, νὰ λαχταροῦμε, ὅπως ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μὲ ὅλη μας τὴν ψυχὴ καὶ ὅλο μας τὸ μυαλό, μὲ ὅλο μας τὸ σῶμα καὶ ὅλη μας τὴν καρδιά, τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ ἑνωθοῦμε ἀδιαίρετα μαζί Του....

http://salpismata.blogspot.com.eg/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου