Η κοινωνιολογική ερμηνεία της περικοπής έχει τους δικούς της υποστηρικτές. Κανένας ασφαλώς δεν αμφισβητεί πως ο άνθρωπος είναι (ή έχει) σώμα και ψυχή και οι βιοτικές του ανάγκες είναι μεγάλες. Για να εξασφαλίσει τα απαραίτητα στον βίο του θα πρέπει να καταβάλει τίμημα σκληρού μόχθου (Γεν. γ´ 19). Στο ιερό Ευαγγέλιο βλέπουμε πως ο Ιησούς Χριστός πολλές φορές φροντίζει και για τα υλικά αγαθά του ανθρώπου.
Η σημερινή περικοπή είναι σαφέστατη. Σπλαχνίσθηκε τον κόσμο και όλη τη μέρα δίδασκε στον λαό την ουρανόσταλτη διδασκαλία Του· και κατά το δειλινό, μην αγνοώντας και αδιαφορώντας για τις υλικές ανθρώπινες ανάγκες, αντιθέτως. Ευλόγησε την τίμια προσπάθεια του ανθρώπου για να τις καλυψει. Η ευλογία αυτή αποκαλύπτει την αγάπη Του, που δεν προσφέρεται ως πανάκεια, σαν μια εύκολη δηλαδή λύση, η οποία θα ακύρωνε – ως θεϊκή παρέμβαση – τον άνθρωπο, τρέφοντάς τον αυτόματα και παθητικά. Η Εκκλησία λοιπόν, ακολυθώντας το παράδειγμα του Θεανθρώπου, προσεύχεται για τον «κοπιῶντα» άνθρωπο, αγωνιά μαζί του, συμπαραστέκεται στον αδύναμο, συμπαθεί, αλλά ποτέ δεν υποβιβάζεται σε ένα απλό φιλανθρωπικό ίδρυμα. Άλλο είναι το μείζον γι᾽ αυτήν, έτσι όπως παρουσιάζεται στο Ευαγγέλιο.
Ο Ιησούς Χριστός, ενώ μπορούσε να χορταίνει τον λαό, γιατί όχι και να αυξάνει τον αριθμό των «οπαδών» Του, έλεγε: «Σάς βεβαιώνω πως ψάχνετε να με βρείτε όχι επειδή είδατε θαυμαστά από τον Θεό σημάδια, αλλά επειδή φάγατε από τα ψωμιά και χορτάσατε» (Ιωάν. ς´ 26).
Ο Θεάνθρωπος κατακρίνει λοιπόν την επιπολαιότητα, τη ρηχότητα, την προχειρότητα που βασίζεται σε έναν «εξωτερικό» χορτασμό κάποιων χιλιάδων ανθρώπων. Είναι ένα γεγονός με κοινωνιολογικές σίγουρα διαστάσεις, αλλά η ουσία του βρίσκεται βαθύτερα στον εκκλησιολογικό και ευχαριστιακό προσανατολισμό: Στον χορτασμό του ανθρώπου με άρτο ουράνιο, με αιώνια ζωή, με ελπίδα, δηλαδή με Χριστό.
(Από τη Φωνή Κυρίου 2008)

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου