«Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου, καί παθῶν μή καθαρεύουσα, μάτην ἐπαγάλλῃ τῇ ἀτροφίᾳ∙ εἰ μή γάρ ἀφορμή σοι γένηται πρός διόρθωσιν, ὡς ψευδής μισεῖται παρά Θεοῦ, καί τοῖς κακίστοις δαίμοσιν ὁμοιοῦσαι, τοῖς μηδέποτε σιτουμένοις∙ μή οὖν ἁμαρτάνουσα, τήν νηστείαν ἀχρειώσῃς, ἀλλ’ ἀκίνητος, πρός ὁρμάς ἀτόπους μένε, δοκοῦσα παρεστάναι ἐσταυρωμένῳ τῷ Σωτῆρι, μᾶλλον δέ συσταυροῦσθαι, τῷ διά σέ σταυρωθέντι, ἐκβοῶσα πρός αὐτόν∙ Μνήσθητί μου Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Ἀπόστιχα τῶν Αἴνων, Ἰδιόμελον, ἦχος α΄).
(Ψυχή μου, μέ τό νά νηστεύεις ἀπό φαγητά, ἀλλά νά μή καθαρίζεσαι ἀπό τά πάθη σου, μάταια χαίρεσαι πού δέν τρῶς. Διότι ἄν ἡ νηστεία δέν σοῦ γίνεται ἀφορμή γιά διόρθωσή σου, προκαλεῖ τήν ἀποστροφή τοῦ Θεοῦ ὡς ψεύτικη, κι ἐσύ γίνεσαι ὅμοιος μέ τούς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι δέν σιτίζονται καθόλου. Μήν ἐξαχρειώσεις λοιπόν τή νηστεία μέ τίς ἁμαρτίες σου, ἀλλά μένε ἀκίνητος, χωρίς να στρέφεσαι πρός τίς ἄτοπες ὁρμές. (Κι αὐτό θά τό καταφέρεις) μέ τή σκέψη ὅτι βρίσκεσαι μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο Σωτήρα Χριστό, ἤ μᾶλλον ὅτι εἶσαι σταυρωμένος μαζί μ’ Ἐκεῖνον πού σταυρώθηκε γιά σένα, φωνάζοντας δυνατά πρός Αὐτόν: Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ Βασιλείᾳ Σου).
Τό συγκεκριμένο τροπάριο εἶναι ἀπό τά πιό συγκλονιστικά ὅλου τοῦ Τριωδίου. Ὁ ὑμνογράφος μέ κρυστάλλινη διαύγεια καί ἀμεσότητα, μέ προφητική δύναμη πού θυμίζει τούς παλαιούς μεγάλους Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τονίζει τόν ἀληθινό χαρακτήρα τῆς νηστείας, ἡ ὁποία ὄχι μόνον δεν ἐξαντλεῖται στόν περιορισμό τῶν τροφῶν ἤ και στήν ἀποχή ἀπό αὐτές, ἀλλά γίνεται ἀποδεκτή ἀκριβῶς στόν βαθμό πού ὁδηγεῖ στή διόρθωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ὡς ἀπομάκρυνση καί κάθαρσή του ἀπό τά ψεκτά πάθη τοῦ ἐγωισμοῦ καί τῆς φιλαυτίας∙ πού θα πεῖ ὅτι, ἀφοῦ διορθώνει τον ἄνθρωπο, γίνεται τό μέσον γιά στροφή του πρός τόν Θεό, ἄρα πρός ἀπόκτηση περισσότερης ἀγάπης. Ἄν δέν κατανοηθεῖ ἔτσι ἡ νηστεία τοῦ πιστοῦ, τότε ἀφενός προκαλεῖ την ἀποστροφή τοῦ Θεοῦ ὡς ψεύτικη και φαρισαϊκή, ἀφετέρου ἐξομοιώνει τόν ἄνθρωπο μέ τούς ἴδιους τούς δαίμονες, ἀφοῦ κι ἐκεῖνοι ἀπέχουν ὁλιωσδόλου ἀπό φαγητά. Τί προτείνει λοιπόν ὁ ὑμνογράφος ὡς στόμα τῆς Ἐκκλησίας; Νά κρατάει ὁ πιστός τήν ἀληθινή νηστεία, ἀποφεύγοντας τίς ἁμαρτίες καί μένοντας σταθερός σ’ αὐτό πού ἔχει κληθεῖ ὡς μέλος Χριστοῦ: νά εἶναι πάντα ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυρωμένου, πού σημαίνει νά βλέπει τόν ἑαυτό του συσταυρωμένο μέ Ἐκεῖνον. Στήν πνευματική αὐτή κατάσταση τό μόνο πού ἀπαιτεῖται εἶναι νά φωνάζει κι αὐτός σάν τόν ληστή πάνω στόν Σταυρό: «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθεις στή Βασιλεία Σου». Εἶναι περιττό βεβαίως νά σημειώσουμε ὅτι ὁ ὑμνογράφος, μολονότι μᾶς διδάσκει καί μᾶς καθοδηγεῖ, δέν γίνεται καθόλου ἀπόμακρος ἤ ἀποκρουστικός, γιατί ἀπευθύνεται πρωτίστως στόν ἑαυτό του καί τήν ψυχή του, ὁπότε ὁ λόγος του ἀποκτᾶ τή δραματική ἔνταση τοῦ πιστοῦ πού πάσχει κι ἀγωνίζεται κατά τῆς ἁμαρτίας καί τῶν διαστροφῶν της.
http://pgdorbas.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου