ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΛΟΥΚΑ
Οι παραβολές του Χριστού αναφέρουν στιγμιότυπα παρμένα από την καθημερινή ζωή. Στην σημερνή ευαγγελική περικοπή βλέπουμε να περιγράφεται αρχικά, ο εντελώς διαφορετικός τρόπος ζωής δύο ανθρώπων, που βρίσκονται στον ίδιο τόπο.
Ένας πλούσιος καλοπερνάει, «εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς» και ένας ζητιάνος γεμάτος πληγές, προσπαθεί να τραφεί από τα αποφάγια του πλουσίου. Ο πλούσιος δεν κατηγορείται για κάτι άλλο, εκτός του ότι ντυνόταν με πανάκριβα ρούχα, «πορφύρα και βύσσο», και γλεντούσε καθημερινά. Προφανώς δεν έδινε και καμία σημασία στο φτωχό ζητιάνο που τριγύριζε έξω από το αρχοντικό του. Επεδίωκε μόνο την καλοπέρασή του και αδιαφορούσε αν υπάρχει άλλη ζωή και τι γίνεται μετά το θάνατο. Φαίνεται πως είχε έντονη κοινωνική ζωή και πολλούς φίλους, αν κρίνουμε από τα γλέντια που έκανε και όταν πέθανε, κηδεύτηκε με μεγαλοπρέπεια.
Αντίθετα για το φτωχό, που αναφέρεται και το όνομά του, τον Λάζαρο, δεν πληροφορούμαστε τι έγινε το σώμα του μετά το θάνατό του. Την ψυχή του όμως, την οδήγησαν οι άγγελοι στην αγκαλιά του πατριάρχη Αβραάμ.
Στη συνέχεια της παραβολής το σκηνικό αλλάζει.Ο Χριστός περιγράφει την κατάσταση των δύο αυτών ανθρώπων στην αιωνιότητα.
Ο πλούσιος στον Άδη μέσα σε φοβερά βάσανα, βλέπει τον Λάζαρο να είναι ευτυχισμένος και παρακαλεί τον Αβραάμ να τον στείλει, να του προσφέρει μία μικρή ανακούφιση στην οδύνη που βρίσκεται.
Ο Αβραάμ του απαντάει ότι εδώ οι όροι αναστρέφονται: «παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου, όπως και ο Λάζαρος τα κακά, τώρα όμως εδώ έχει παρηγοριά ενώ εσύ βασανίζεσαι». Του ξεκαθαρίζει επίσης, ότι στην τωρινή κατάσταση δεν υπάρχει καμία αλλαγή, ούτε επικοινωνία της μιας πλευράς με την άλλη.
Ο πλούσιος ζητά στη συνέχεια να σταλεί ο Λάζαρος στην γη, για να προειδοποιήσει τα πέντε αδέρφια του να αλλάξουν τρόπο ζωής, «ἵνα μή καί αὐτοί ἔλθωσιν εἰς τόν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου».
Ο Αβραάμ του θυμίζει πως έχουν τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης για να γνωρίσουν ότι υπάρχει και άλλη ζωή. Ο πλούσιος λέει ότι δεν πιστεύουν σε αυτά, οπότε ο Αβραάμ τον διαβεβαιώνει πως αν δεν πιστεύουν στους προφήτες, «οὐδέ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται».
Εντύπωση προξενεί η απάντηση του Αβραάμ στο αίτημα του πλούσιου να στείλει τον Λάζαρο να προειδοποιήσει τα αδέρφια του, ότι «ἔχουσι Μωϋσέα καί τούς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν». Στην Παλαιά Διαθήκη δεν διδάσκεται με σαφήνεια άλλη ζωή, ούτε ανάσταση. Ανάσταση υπάρχει μόνο μετά την Ανάσταση του Χριστού. Οι Προφήτες προφήτευαν την Ανάσταση του Χριστού και σαν αποτέλεσμα αυτής, έρχεται και η ανάσταση των ανθρώπων. Αν λοιπόν ο Αβραάμ απαιτεί να πιστεύουν στην ανάσταση διαβάζοντας την Παλαιά Διαθήκη, τι να πούμε εμείς που έχουμε την Καινή Διαθήκη και πλήθος αγίων που μας κηρύττουν την ανάσταση;
Τα λόγια που στην παραβολή αναφέρει ο Χριστός ότι είπε ο Αβραάμ, δηλαδή πως αν κάποιοι δεν πιστεύουν στα βιβλία της Αγίας Γραφής ούτε και αν ένας νεκρός αναστηθεί θα πιστέψουν, επαληθεύτηκαν σύντομα. Όταν ανέστησε ο Κύριος τον επί τέσσερεις ημέρες νεκρό Λάζαρο, όχι μόνο δεν πίστεψαν οι Ιουδαίοι στο Χριστό, αλλά σκέφτηκαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο διότι πολλοί από τους Ιουδαίους πίστεψαν στον Χριστό εξαιτίας του Λαζάρου (Ιωαν. 12,10-11). Είναι άραγε τυχαίο ότι και ο πτωχός της παραβολής, του οποίου την ανάσταση ζητάει ο πλούσιος και ο φίλος του Χριστού που πράγματι αναστήθηκε, έχουν το ίδιο όνομα;
Αλλά ούτε στην ανάσταση του Χριστού πίστεψαν οι Ιουδαίοι και όταν οι στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο ενημέρωσαν τους αρχιερείς για το γεγονός, αυτοί «τους έδωσαν αρκετά χρήματα και τους είπαν να διαδώσουν ότι οι μαθητές του ήρθαν την νύκτα και τον έκλεψαν την ώρα που κοιμόμασταν».
Πόσοι άνθρωποι σε κάθε εποχή ζουν με τον ίδιο τρόπο που ζούσε ο πλούσιος της παραβολής; Δεν τους ενδιαφέρει τι γίνεται μετά τον θάνατο, δεν σκέπτονται τους συνανθρώπους τους που υποφέρουν, δεν πιστεύουν στο Θεό και την αιωνιότητα. Το δόγμα τους είναι «φάγωμεν, πίωμεν,αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Όταν πεθάνουν θα βρεθούν στην χειρότερη έκπληξη της ζωής τους, σε αυτήν που βρέθηκε και ο πλούσιος της σημερινής παραβολής.
Εμείς που πιστεύουμε, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο να μας κρατάει δυνατούς στην πίστη, όχι όμως μόνο στα λόγια αλλά και στον τρόπο της ζωής μας, έτσι ώστε συνειδητά να λέμε όπως και οι πρώτοι χριστιανοί, «ναί ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ» (Αποκ. 22,20). Αμήν.
Οι παραβολές του Χριστού αναφέρουν στιγμιότυπα παρμένα από την καθημερινή ζωή. Στην σημερνή ευαγγελική περικοπή βλέπουμε να περιγράφεται αρχικά, ο εντελώς διαφορετικός τρόπος ζωής δύο ανθρώπων, που βρίσκονται στον ίδιο τόπο.
Ένας πλούσιος καλοπερνάει, «εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς» και ένας ζητιάνος γεμάτος πληγές, προσπαθεί να τραφεί από τα αποφάγια του πλουσίου. Ο πλούσιος δεν κατηγορείται για κάτι άλλο, εκτός του ότι ντυνόταν με πανάκριβα ρούχα, «πορφύρα και βύσσο», και γλεντούσε καθημερινά. Προφανώς δεν έδινε και καμία σημασία στο φτωχό ζητιάνο που τριγύριζε έξω από το αρχοντικό του. Επεδίωκε μόνο την καλοπέρασή του και αδιαφορούσε αν υπάρχει άλλη ζωή και τι γίνεται μετά το θάνατο. Φαίνεται πως είχε έντονη κοινωνική ζωή και πολλούς φίλους, αν κρίνουμε από τα γλέντια που έκανε και όταν πέθανε, κηδεύτηκε με μεγαλοπρέπεια.
Αντίθετα για το φτωχό, που αναφέρεται και το όνομά του, τον Λάζαρο, δεν πληροφορούμαστε τι έγινε το σώμα του μετά το θάνατό του. Την ψυχή του όμως, την οδήγησαν οι άγγελοι στην αγκαλιά του πατριάρχη Αβραάμ.
Στη συνέχεια της παραβολής το σκηνικό αλλάζει.Ο Χριστός περιγράφει την κατάσταση των δύο αυτών ανθρώπων στην αιωνιότητα.
Ο πλούσιος στον Άδη μέσα σε φοβερά βάσανα, βλέπει τον Λάζαρο να είναι ευτυχισμένος και παρακαλεί τον Αβραάμ να τον στείλει, να του προσφέρει μία μικρή ανακούφιση στην οδύνη που βρίσκεται.
Ο Αβραάμ του απαντάει ότι εδώ οι όροι αναστρέφονται: «παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου, όπως και ο Λάζαρος τα κακά, τώρα όμως εδώ έχει παρηγοριά ενώ εσύ βασανίζεσαι». Του ξεκαθαρίζει επίσης, ότι στην τωρινή κατάσταση δεν υπάρχει καμία αλλαγή, ούτε επικοινωνία της μιας πλευράς με την άλλη.
Ο πλούσιος ζητά στη συνέχεια να σταλεί ο Λάζαρος στην γη, για να προειδοποιήσει τα πέντε αδέρφια του να αλλάξουν τρόπο ζωής, «ἵνα μή καί αὐτοί ἔλθωσιν εἰς τόν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου».
Ο Αβραάμ του θυμίζει πως έχουν τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης για να γνωρίσουν ότι υπάρχει και άλλη ζωή. Ο πλούσιος λέει ότι δεν πιστεύουν σε αυτά, οπότε ο Αβραάμ τον διαβεβαιώνει πως αν δεν πιστεύουν στους προφήτες, «οὐδέ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται».
Εντύπωση προξενεί η απάντηση του Αβραάμ στο αίτημα του πλούσιου να στείλει τον Λάζαρο να προειδοποιήσει τα αδέρφια του, ότι «ἔχουσι Μωϋσέα καί τούς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν». Στην Παλαιά Διαθήκη δεν διδάσκεται με σαφήνεια άλλη ζωή, ούτε ανάσταση. Ανάσταση υπάρχει μόνο μετά την Ανάσταση του Χριστού. Οι Προφήτες προφήτευαν την Ανάσταση του Χριστού και σαν αποτέλεσμα αυτής, έρχεται και η ανάσταση των ανθρώπων. Αν λοιπόν ο Αβραάμ απαιτεί να πιστεύουν στην ανάσταση διαβάζοντας την Παλαιά Διαθήκη, τι να πούμε εμείς που έχουμε την Καινή Διαθήκη και πλήθος αγίων που μας κηρύττουν την ανάσταση;
Τα λόγια που στην παραβολή αναφέρει ο Χριστός ότι είπε ο Αβραάμ, δηλαδή πως αν κάποιοι δεν πιστεύουν στα βιβλία της Αγίας Γραφής ούτε και αν ένας νεκρός αναστηθεί θα πιστέψουν, επαληθεύτηκαν σύντομα. Όταν ανέστησε ο Κύριος τον επί τέσσερεις ημέρες νεκρό Λάζαρο, όχι μόνο δεν πίστεψαν οι Ιουδαίοι στο Χριστό, αλλά σκέφτηκαν να σκοτώσουν και τον Λάζαρο διότι πολλοί από τους Ιουδαίους πίστεψαν στον Χριστό εξαιτίας του Λαζάρου (Ιωαν. 12,10-11). Είναι άραγε τυχαίο ότι και ο πτωχός της παραβολής, του οποίου την ανάσταση ζητάει ο πλούσιος και ο φίλος του Χριστού που πράγματι αναστήθηκε, έχουν το ίδιο όνομα;
Αλλά ούτε στην ανάσταση του Χριστού πίστεψαν οι Ιουδαίοι και όταν οι στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο ενημέρωσαν τους αρχιερείς για το γεγονός, αυτοί «τους έδωσαν αρκετά χρήματα και τους είπαν να διαδώσουν ότι οι μαθητές του ήρθαν την νύκτα και τον έκλεψαν την ώρα που κοιμόμασταν».
Πόσοι άνθρωποι σε κάθε εποχή ζουν με τον ίδιο τρόπο που ζούσε ο πλούσιος της παραβολής; Δεν τους ενδιαφέρει τι γίνεται μετά τον θάνατο, δεν σκέπτονται τους συνανθρώπους τους που υποφέρουν, δεν πιστεύουν στο Θεό και την αιωνιότητα. Το δόγμα τους είναι «φάγωμεν, πίωμεν,αύριον γαρ αποθνήσκομεν». Όταν πεθάνουν θα βρεθούν στην χειρότερη έκπληξη της ζωής τους, σε αυτήν που βρέθηκε και ο πλούσιος της σημερινής παραβολής.
Εμείς που πιστεύουμε, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο να μας κρατάει δυνατούς στην πίστη, όχι όμως μόνο στα λόγια αλλά και στον τρόπο της ζωής μας, έτσι ώστε συνειδητά να λέμε όπως και οι πρώτοι χριστιανοί, «ναί ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ» (Αποκ. 22,20). Αμήν.
Γραπτό κήρυγμα Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας
(1-11-2020)
https://proskynitis.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου