Σελίδες

Τρίτη 31 Μαρτίου 2020

“Εγώ παιδί μου με την υπομονή τα έβγαλα πέρα τα τόσα σκάνταλα”


Ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς (+1932 // Εορτάζει στις 2 Μαρτίου), ένας άγιος των ημερών μας, ήταν άνθρωπος άκακος, απονήρευτος και με βαθειά ταπείνωση.

Έδειχνε μεγάλη υπομονή στους πειρασμούς και τις δοκιμασίες. Έλεγε κάποτε ο ίδιος συμβουλεύοντας μια πνευματική του κόρη:

“Εγώ παιδί μου με την υπομονή τα έβγαλα πέρα τα τόσα σκάνταλα που μου παρουσιαζόντουσαν”.

Εξηγεί σε μια «κόρη του» γιατί να μην θυμώνει και λέει: «και ‘γω δεν ξέρω να μιλήσω; ξέρω, αλλά σκέφτομαι το αποτέλεσμα και έτσι σιωπώ».

Ο παπα – Νικόλας Πλανάς λειτουργούσε καθημερινά, χωρίς διακοπή, σε διάστημα μισού αιώνα. Στο διάστημα αυτό τύχαινε κάποτε να μην έχει πρόσφορο. Πάντοτε όμως εξοικονομούσε είτε από τους πιστούς είτε από τους γύρω φούρνους.

Κάποια μέρα είχε προχωρήσει ο όρθρος αρκετά, αλλά πρόσφορο δεν φαινόταν πουθενά. Έστειλε να ψάξουν στους φούρνους και στις νοικοκυρές που πάντα είχαν. Κοίταξε και στα ντουλάπια του ιερού, μήπως είχε αφήσει άλλος ιερέας. Μα κανένα αποτέλεσμα. Στενοχωρήθηκε μέχρι δακρύων.

Κάποια στιγμή τον βλέπουν να βγαίνει στην ωραία πύλη κρατώντας ένα πρόσφορο φρέσκο-φρέσκο. Το είχε βρει πάνω στην αγία τράπεζα!

-Κοιτάξτε, παιδιά μου, τι σημείο μου έκανε ο Θεός, είπε συγκινημένος και χαρούμενος.

Όλα τα θαύματα, σημεία τα έλεγε. Τα θεωρούσε φυσικά, γιατί είχε μεγάλη πίστη.Στα συναξάρια συναντάμε ασκητές που τους υπηρετούσε άγγελος Κυρίου. Πολύ φυσικό λοιπόν να υπηρετούσε άγγελος Κυρίου και τον παπα-Νικόλα, τον «εντός του κόσμου διαβούντα αληθινόν ασκητήν».

Αρκετοί ενορίτες του, κυρίως μικρά παιδιά, τον έβλεπαν όταν λειτουργούσε κυριολεκτικά μεταρσιωμένο. «Η φήμη του παπα-Νικόλα», διηγείται σεβαστή γυναίκα, «είχε απλωθεί σ’ όλη την Αθήνα. Κάποτε, παραμονή Χριστουγέννων, ξεκίνησα με τα εγγονάκια μου για να κοινωνήσω από τ’ αγιασμένα χέρια του.

Τότε στη Βουλιαγμένη ήταν ακόμα ερημιά. Είκοσι χαμόσπιτα σκόρπια εδώ κι εκεί και τριγύρω χωράφια. Στη θέση της σημερινής εκκλησίας υπήρχε ένα παλιό βυζαντινό εκκλησάκι, μικρό σαν κουβούκλιο, χαμηλό και μισοσκότεινο.
Είχαν έρθει και άλλες οικογένειες με τα παιδάκια τους. Κάποια στιγμή που ο παπα-Νικόλας εμφανίστηκε στην ωραία πύλη κρατώντας το άγιο ποτήρι, το εγγονάκι μου φώναξε:

-Γιαγιά, ο παπάς περπατάει στον αέρα!

-Πάψε, του λέω, ενώ συγχρόνως σταυροκοπήθηκα. Πώς περπατάει στον αέρα;

-Τον βλέπω κι εγώ, φώναξε άλλο παιδάκι. Δεν πατάει κάτω.

Στο «Μετά φόβου…» πλησιάσαμε όλες οι γυναίκες και τα παιδάκια να κοινωνήσουμε. Ο παπα-Νικόλας δεν είχε ακούσει τίποτε, αλλά, κι αν είχε ακούσει, δεν έδωσε καθόλου προσοχή.

Από τότε ερχόμουν πάντοτε εδώ και κοινωνούσα. Και κάθε φορά ήταν αδύνατον να μην ακούσω παιδάκια να φωνάζουν:

–Ο παπάς περπατάει στον αέρα!».

Το 1920, ανήμερα τα Χριστούγεννα, ο όσιος λειτουργούσε στον άγιο Ιωάννη Βουλιαγμένης. Όταν βγήκε να κοινωνήσει τους πιστούς, πλησίασε και μια γυναίκα με το μωρό της. Αφού κοινώνησε το μικρό, το έδωσε σε μια κοπέλα, την Ιουλία, να το κρατάει.

Η Ιουλία, καθώς το κρατούσε, γύρισε και κοίταξε τον ιερέα. Τότε παρά λίγο να της πέσει το παιδί από τα χέρια.

-Πρόσεξε! Τί έπαθες; της φωνάζει η γυναίκα.

–Βλέπω τον παπά να στέκεται πάνω σ’ ένα σύννεφο, απάντησε εκείνη εκστατική.

Άλλοτε πάλι, ενώ λειτουργούσε ο όσιος στον προφήτη Ελισαίο, έγινε και τούτο: Ένα οκτάχρονο παιδάκι βγαίνει κάτωχρο από το ιερό και λέει στη μητέρα του:

-Μαμά, ο παπα-Νικόλας είναι τόσο ψηλά από τη γη!

Και της έδειξε μισό πήχη με το χεράκι του.

Δύο μικροί φίλοι, καθώς βάδιζαν στο δρόμο, συνάντησαν τον άγ. Νικόλαο. Ο ένας από τούς δύο ήταν τύπος αγαθός· και επειδή ήταν αγαθός οι φίλοι του τον έλεγαν βλάκα, αλλά δεν συνέβαινε αυτό, ήταν απλώς αθώος και πολύ θρησκευόμενος.

Στο δρόμο πού συνάντησαν τον άγ. Νικόλαο, λέει ο αγαθός στον φίλο του: «Κοίταξε να δεις, ο παπάς δεν πατάει στη γη»! Και ο μεν αγαθός έβλεπε τον Άγιο 30 πόντους πάνω από το έδαφος, ο δε άλλος δεν μπορούσε να τον δει.

«Ξέρεις τι είναι να δεις τον Ιησού Χριστό, τον Μονογενή Υιό του Θεού»


Ο Γέροντας Αμβρόσιος, σύμφωνα με τις αφηγήσεις πολλών ανθρώπων που τον γνώρισαν, έβλεπε τον Κύριο Ιησού Χριστό, την Παναγία Μητέρα Του, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, Αγγέλους, Αγίους, αλλά και δαίμονες. Όταν τον ζούσες, άρχιζες και βίωνες το θαύμα, ένιωθες πολύ οικείος με το θαύμα και το θεωρούσες μια φυσιολογική κατάσταση.

*****

… Ένα μεσημέρι του 2006, κρατούσε έναν ξύλινο σταυρό στο χέρι του και προσευχόταν. Ξαφνικά, γύρισε στη γυναίκα που τον διακονούσε και της φώναξε:

-Έλα εδώ!

Σαν να ήταν σε άλλη διάσταση, πολύ σοβαρός και χωρίς να την κοιτά, συνέχισε:

-Ζήτησε ότι θέλεις. Ο Κύριος είναι εδώ τώρα.

Εκείνη τα έχασε. Δεν μπορούσε να σκεφτεί. Αλλά κάποια στιγμή, ψιθύρισε με δυσκολία:

-Αγάπη!

Ο Γέροντας δεν μίλησε για αρκετή ώρα. Έπειτα είπε:

-Εντάξει, ο Κύριος θα στη δώσει.

Και γελούσε ολόκληρος από χαρά. Το πρόσωπό του έλαμπε.

*****

Όταν έμεναν στην Αθήνα, στην περιοχή Ζωγράφου, αποκάλυψε ότι είδε το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. «Είναι πανέμορφο, φωτεινό, γλυκύτατο και παρηγορητικό», είπε. Σε πνευματικά του παιδιά, ιερείς, μοναχούς και λαϊκούς, μιλούσε συνεχώς για το πρόσωπο του Κυρίου, δείχνοντάς τους μια εικόνα, που έχει και τώρα η Γερόντισσα.

-Ξέρεις τι είναι να δεις τον Ιησού Χριστό, τον Μονογενή Υιό του Θεού, έλεγε!

*****

Η μακαριστή Γερόντισσα Παρθενία είχε πει μια φορά ότι σε κάποια Θεία Λειτουργία βγήκε ο Γέροντας στην Ωραία Πύλη και το πρόσωπό του ήταν αλλοιωμένο. Τον ρώτησα κατόπιν:

-Γέροντα, τι έγινε; Έλαμπες.

Κι εκείνος της απάντησε:

-Δεν μπορούσα να τελειώσω τη Θεία Λειτουργία, και ήλθε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ και με βοήθησε. Ακούς; Μη λες τίποτα.

Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης

Πρώτα να αγαπήσει κάποιος τον Θεό και όλα τα άλλα θα προστεθούν


-Ο γέροντας Σοφρώνιος του Έσσεξ δεν τόνιζε το πάθος αυτό περισσότερο από τα άλλα πάθη. Θυμάμαι ερχόνταν στο μοναστήρι μία Γαλλίδα που είχε γίνει ορθόδοξη. Καμία φορά έβγαινε έξω για να καπνίσει κάποιο τσιγάρο. 

Μετά μου έλεγε:«Αισθάνομαι σαν μία πόρνη, πώς να ξεφύγω από τον καπνό;» Το ήθελε πολύ. Τότε της είπα (πιστεύω ότι της το είπε και ο γέροντας Σωφρόνιος): «Άφησέ το αυτό τώρα. Έχεις άλλα προβλήματα»; Εκείνη την εποχή είχε διάφορα προβλήματα και το κάπνισμα ήταν ένα πρόσθετο βάρος επειδή ήθελε να το κόψει.

Τελικά αυτή και άλλοι πολλοί το έκοψαν. Δεν είναι απαραίτητα αυτό το πρώτο βήμα. Το πρώτο βήμα είναι να πλησιάσεις τον Θεό. Να επιθυμείς να είσαι κοντά Του. Εαν ξέρεις ότι ο Θεός σε αγαπάει και με το τσιγάρο στο στόμα τότε ίσως κάποια στιγμή να σου έρθει μία ιερή ντροπή, όχι μία ανθρώπινη ντροπή και να το παρατήσεις με αηδία, με αηδία ιερή και σωτήρια.

-Γνώρισα έναν Μολδαβό ο οποίος συχνά ταξιδεύει στην Ρωσία. Μου έλεγε ότι εκεί γνώρισε έναν Ρώσο γιατρό ο οποίος έχει 24 παιδιά με μία μόνο γυναίκα και υιοθέτησε και άλλα 4. Πηγαίνει συχνά στην Λαύρα του Αγίου Σεργίου του Ράντονεζ. Εκεί έχει ένα κελί δικό του. 

Όταν μπαίνει στο κελί μένει μέσα για 4 ημέρες χωρίς φαί, χωρίς ποτό. Κανείς δεν ξέρει τι κάνει εκεί. ‘Οταν βγαίνει από εκεί νομίζει ότι πέρασαν δέκα λεπτά. Η εκκλησία θέλει να τον κάνει ιερέα αλλά εκείνος αρνείται. Και έχει μία προσευχή τόσο δυνατή που μία φορά έκανε κάποιους εξορκισμούς με προσευχές απλές που ούτε οι ιερείς δεν μπορούσαν να κάνουν. 

Μετά από τις προσευχές αυτές βγαίνει έξω και καπνίζει κανένα τσιγάρο. Συγνώμη, με αυτό δεν θέλω να πω ότι επικροτώ το κάπνισμα, αλλά ωστόσο ας υπάρχει κάποια ισορροπία. Πρώτα να αγαπήσει κάποιος τον Θεό και όλα τα άλλα θα προστεθούν.

Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ
Μαρτυρία του ιερομ. Ραφαήλ Νόικα

Ο αγώνας στο μοναστήρι...


Ρώτησε Κοινοβιάτη που τον επισκέφθηκε:
– Πώς πάει ο αγώνας στο Μοναστήρι ;
– Πώς να πάη, Γέροντα, τρέχουμε και δεν προλαβαίνουμε ούτε τον κανόνα μας να κάνουμε καλά-καλά.
– Μη στενοχωριέσαι γι’ αυτό. Έτσι πρέπει να είναι ο μοναχός. Να μην προλαβαίνη να προσευχηθή όσο θέλει, ώστε, όταν πηγαίνη για προσευχή, να τρέχη σαν την διψώσα έλαφο. Να προσεύχεται, να προσεύχεται και να μη χορταίνη τον Κύριο.
Οι προσευχές ποτέ δεν πάνε χαμένες, αν και στην αρχή φαίνεται ότι δεν πιάνουν, ότι δεν μας ακούει ο Θεός.

.. Του ανέφερε Κοινοβιάτης ότι στο Μοναστήρι τους έρχονται πολλοί προσκυνητές, κάνουν θόρυβο και ο ίδιος αγανακτεί μερικές φορές.
Ο Γέροντας απάντησε: «Να μην αγανακτής, γιατί η δική σας γενεά από αυτό θα σωθή. Σήμερα ο κόσμος τρέχει στα Μοναστήρια, γιατί δεν βρίσκει πουθενά αλλού ανάπαυση η ψυχή του. Έρχονται σε σας και αναπαύονται. Για κάθε ψυχή που αναπαύεται παίρνετε μισθό από τον Θεό. Και μπορεί να μην προλαβαίνετε να κάνετε πολλή προσευχή, αλλά τον λίγο αγώνα σας τον πολλαπλασιάζει ο Θεός. Μπορεί εσείς να βλέπετε ότι μερικοί έρχονται για τουρισμό, αλλά όλοι παίρνουν κάτι. Όπως λένε και οι Πατέρες, μία φορά να βάλης μύρο στο δοχείο, η μυρωδιά θα μείνει κι ας μην έχη μέσα τίποτε. Έτσι συμβαίνει και με αυτούς. Αυτό το λίγο που θα πάρουν από δω, όταν έρθη η ώρα, θα το χρησιμοποιήσει ο Θεός για να τους σώση και ο δικός σας μισθός θα είναι μεγάλος.

Λόγοι Αγίου γέροντος Εφραίμ Κατουνακιώτη

Αγιογραφικό ανάγνωσμα


Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 7:10-16
Ἀδελφοί, ἡ κατὰ Θεὸν λύπη μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον ἐργάζεται· ἡ δὲ τοῦ κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται. Ἰδοὺ γὰρ αὐτὸ τοῦτο τὸ κατὰ Θεὸν λυπηθῆναι πόσην κατειργάσατο ὑμῖν σπουδήν· ἀλλὰ ἀπολογίαν, ἀλλὰ ἀγανάκτησιν, ἀλλὰ φόβον, ἀλλὰ ἐπιπόθησιν, ἀλλὰ ζῆλον, ἀλλὰ ἐκδίκησιν· ἐν παντὶ συνεστήσατε ἑαυτοὺς ἁγνοὺς εἶναι τῷ πράγματι. Ἄρα εἰ καὶ ἔγραψα ὑμῖν, οὐχ ἕνεκεν τοῦ ἀδικήσαντος, οὐδὲ ἕνεκεν τοῦ ἀδικηθέντος, ἀλλ᾽ ἕνεκεν τοῦ φανερωθῆναι τὴν σπουδὴν ὑμῶν τὴν ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς ὑμᾶς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Διὰ τοῦτο παρακεκλήμεθα ἐπὶ τῇ παρακλήσει ὑμῶν, περισσοτέρως δὲ μᾶλλον ἐχάρημεν ἐπὶ τῇ χαρᾷ Τίτου, ὅτι ἀναπέπαυται τὸ πνεῦμα αὐτοῦ ἀπὸ πάντων ὑμῶν· ὅτι εἴ τι αὐτῷ ὑπὲρ ὑμῶν κεκαύχημαι οὐ κατῃσχύνθην, ἀλλ᾽ ὡς πάντα ἐν ἀληθείᾳ ἐλαλήσαμεν ὑμῖν, οὕτως καὶ ἡ καύχησις ἡμῶν ἡ ἐπὶ Τίτου ἀλήθεια ἐγενήθη. Καὶ τὰ σπλάγχνα αὐτοῦ περισσοτέρως εἰς ὑμᾶς ἐστιν ἀναμιμνῃσκομένου τὴν πάντων ὑμῶν ὑπακοήν, ὡς μετὰ φόβου καὶ τρόμου ἐδέξασθε αὐτόν. Χαίρω οὖν ὅτι ἐν παντὶ θαρρῶ ἐν ὑμῖν.

Νεοελληνική απόδοση:
Διότι ἡ λύπη, ὅπως τὴν θέλει ὁ Θεός, παράγει μετάνοιαν, ἡ ὁποία καταλήγει εἰς σωτηρίαν, διὰ τὴν ὁποίαν κανεὶς ποτὲ δὲν μετανοεῖ. Ἡ λύπη ὅμως ἡ κοσμικὴ παράγει θάνατον. – Βλέπετε, ἀκριβῶς τὸ ὅτι ἐλυπηθήκατε ὅπως θέλει ὁ Θεός, πόσην προθυμίαν ἔχει παράγει μέσα σας, πόσην ἀνάγκην ἀπολογίας, πόσην ἀγανάκτησιν, πόσον φόβον, πόσον πόθον, πόσον ζῆλον, πόσην ἐπιθυμίαν τιμωρίας τοῦ κακοῦ. Μὲ κάθε τρόπον ἐδείξατε ὅτι εἶσθε ἀθῶοι εἰς αὐτὴν τὴν ὑπόθεσιν. Ἑπομένως, ἂν καὶ σᾶς ἔγραψα, δὲν τὸ ἔκανα δι’ ἐκεῖνον ποὺ ἀδίκησε, οὔτε δι’ ἐκεῖνον ποὺ ἀδικήθηκε, ἀλλὰ διὰ νὰ γίνῃ φανερὸς σ’ ἐσᾶς, ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ὁ ζῆλος σας γιὰ μᾶς. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἐπαρηγορηθήκαμε. Ἀλλ’ ἐκτὸς τῆς παρηγορίας μας, ἐχαρήκαμε πολὺ περισσότερον διὰ τὴν χαρὰν τοῦ Τίτου, διότι ἀναπάυθηκε τὸ πνεῦμα του ἀπὸ ὅλους σας. Διότι ἐὰν κάπως ἐκαυχήθηκα σ’ αὐτὸν γιὰ σᾶς, δὲν ἐντροπιάσθηκα, ἀλλὰ ὅπως κάθε τι ποὺ σᾶς εἴπαμεν ἦτο ἀληθινόν, ἔτσι καὶ ἡ καύχησίς μας εἰς τὸν Τίτον ἀπεδείχθη ἀληθινή. Καὶ ἡ καρδιά του κλίνει περισσότερον πρὸς ἐσᾶς, ὅταν θυμᾶται τὴν ὑπακοὴν ὅλων σας, μὲ πόσον φόβον καὶ τρόμον τὸν ἐδεχθήκατε. Χαίρω, διότι ἔχω ἀπόλυτον ἐμπιστοσύνην σ’ ἐσᾶς.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


..Δύο κυρίες από τα Καλάβρυτα είχαν μεγάλη ευλάβεια στον Παππούλη και τον επισκέπτονταν συχνά.
Εστεναχωρούντο, γιατί είχαν ένα αδελφό κομμουνιστή, που αν και τελείως αμόρφωτος, είχε χάρισμα λόγου και εύκολα έπειθε τους ανθρώπους. Αυτός λοιπόν, με τα λόγια του είχε ξεσηκώσει επτά χωριά και τα είχε μεταστρέψει στον Κομμουνισμό. Τις δε αδελφές του που πήγαιναν στον Γέροντα τις κορόιδευε συνέχεια. Κάποια φορά μετά από πολλά παρακάλια, οι αδελφές του κατάφεραν να τον πάρουν μαζί τους στο Μήλεσι. Μόλις μπήκαν μέσα στο κελλάκι, λέει στον Γέροντα:

– παπά, πες μου κι εμένα από αυτές τις ιστοριούλες που λες και ξεσηκώνεις τις γυναίκες.

Κι ο Γέροντας του λέει:

– Πάρε πρώτα την καρέκλα και κάθησε. Δεν μου λες; Εκείνο το κακό που έκανες στον γυιό του παπά τον 22χρονο, που στο γόνατό σου του έκοψες το κεφάλι με την κονσέρβα, το έχεις εξομολογηθεί;

Τα έχασε. Πετάει την καρέκλα, πέφτει μπρούμυτα κι αρχίζει να κλαίη με λυγμούς και αναφυλλητά. Λέει στον Παππούλη:

– Υπάρχει σωτηρία για μένα;

– Υπάρχει, πώς δεν υπάρχει! Αλλά θα κάνης ένα επιτίμιο. Θα πας σε αυτά τα χωριά που τα έρριξες στην αθεΐα και θα τους κηρύξης τον Χριστό! Να τα ξανακάνης να αγαπήσουν τον Χριστό και την πατρίδα! Κι όταν το κάνης αυτό, ο Χριστός μας θα σε συγχωρήση!

Πράγματι για πολύ καιρό γυρνούσε ένα-ένα τα σπίτια των χωριών αυτών κηρύττοντας τον Χριστό. Στις επόμενες εκλογές, σε εκείνα τα μέρη δεν βρέθηκε ούτε μία ψήφος υπέρ του κομμουνισμού!

Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)». Α’. Μαρτυρίες.

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2020

«Αγαπήσατε τον Χριστόν·μηδέν προτιμήσητε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ!»


 Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς προσωπικότητας τοῦ ὁσίου Πορφυρίου ἦταν ἡ μεγάλη ἀγάπη ποὺ εἶχε γιὰ τὶς Ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ὑμνωδία. Ἔμαθε νὰ ψέλνει τοὺς διάφορους Κανόνες, πρᾶγμα ὄχι εὔκολο, ἀποστήθισε ὅλο τὸ Ψαλτήριο τοῦ Δαβίδ, ὅπως συνηθιζόταν στὴν ἀρχαία μοναστικὴ πράξη, καθὼς καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, εἰδικώτερα μάλιστα τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιο, πού, ὅταν μποροῦσε, τὸ ἀπήγγελλε ὄρθιος.
Ὅταν τὰ πνευματικά του τέκνα τοῦ ζητοῦσαν νὰ κάνουν κομποσχοίνι στὴ θέση τῶν Ἀκολουθιῶν, τοὺς ἔλεγε: «Καλὸ εἶναι καὶ τοῦτο, ἀλλὰ ἀνώτερο εἶναι νὰ διαβάζεις τὰ ὑμνογραφικὰ κείμενα ποὺ ἔγραψε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ἅγιος Θεοφάνης ὁ Γραπτὸς κ.ἄ., γιατὶ κάθε λέξη εἶναι γραμμένη ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
 Καὶ μόνο νὰ δεῖ αὐτὰ τὰ κείμενα τὸ μάτι σου, νὰ τὰ ἀκούσει τὸ αὐτί σου, νὰ τὰ ψάλλει ἡ γλῶσσα σου, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ ἁγιάζει, καὶ μετὰ εὔκολα ἐρωτεύεσαι τὸν Χριστὸ καὶ ὅλα τὰ κακὰ ἀντέχονται.» 
 Ἐδῶ νὰ τονίσουμε καὶ τὸ πόσο ἰδιαίτερα ἐπέμενε ὁ ὅσιος στὴν ἀπόκτηση τοῦ θείου ἔρωτα. Γι᾽ αὐτὸ καί, ἐπαναλαμβάνοντας στίχο ἑνὸς ὡραιότατου ὁσιακοῦ Δοξαστικοῦ, συμβούλευε συχνά: «ἀγαπήσατε τὸν Χριστόν· μηδὲν προτιμήσητε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ!»

Μητροπολίτης Μόρφου Νεόφυτος
''Ἅγιος Πορφύριος, ὁ Ὅσιος τῶν μυστικῶν συχνοτήτων''

Κάποτε ήρθε στήν μονή μας ένας υπουργός με πολύ ύφος...


π Αίμιλιανός Σιμωνοπετρίτης. 

Κάποτε ήρθε στήν μονή μας ένας υπουργός με πολύ ύφος αλλά γρήγορα είδε ότι ή μοναστηριακή ατμόσφαιρα είναι ένας άλλος κόσμος, και άρχισε να συναναστρέφεται απλούστερα με τούς μοναχούς.

 Τον προσκάλεσα στο ηγουμενείο μόνο του και, όταν μπήκε, δεν κατάφερε να πει λέξι, διότι τον κατέλαβαν λυγμοί. Προσπάθησα να τον διασκεδάσω και μού λέει: «Σήμερα θυμήθηκα ότι ό παππούς μου κάθε Δευτέρα έφευγε άπ' το σπίτι και πήγαινε στο βουνό γιά να προσευχηθεί. Επίσης, πολλές φορές έβλεπα τον πατέρα μου, πού ήταν άπ' τή Μικρά Ασία, να μη περπατά στο χώμα. Πηγαίνοντας σ' ένα μοναστήρι το χειμώνα με πολλά χιόνια και πάγους, τον έβλεπα να υψώνεται πάνω άπ' τούς πάγους  και, όταν φθάναμε στο μοναστήρι, αντιλαμβανόμουν ότι σε κάτι διαφέρει άπ' τούς άλλους πού ήταν τριγύρω μας. Σήμερα κατάλαβα το μυστικό τού πατέρα μου. Μού έδωσε μία πίστη, τήν όποια ξαναποκτώ σήμερα.
 Αύτή είναι ή φυσική, ή κληρονομική πίστη».

Από το βιβλίο του αρχ.Ιωάννη Κωστώφ «Ψυχική Τόνωση»

Τα σβηστά καντήλια του ναού


Όταν ήμουν μικρός, ο παπάς που με βάπτισε, μου είχε διηγηθεί το εξής περιστατικό, το οποίο και καταγράφω:

«Μια φορά, παιδάκι μου, ένα πρωινό, πήγα στον ναό μου που εφημέρευα. Ήταν χειμώνας κι έκανε πολύ κρύο. Ήμουν μόνος, χωρίς τον καντηλανάφτη, τον κυρ-Κώστα, που ήταν τότε άρρωστος.

»Έχοντας τα κλειδιά, άνοιξα και σκέφτηκα ν’ ανάψω τα καντήλια. Ψάχτηκα, αλλά δεν βρήκα σπίρτα. Πάω στο παγκάρι, ανοίγω τα συρτάρια, δεν βρήκα τίποτα. Πάω μέσα στο ιερό Βήμα, τίποτα πάλι. Ψάχνω εδώ, ψάχνω εκεί, για να βρω σπίρτα ή τσακμάκι (αναπτήρα δηλαδή), αλλά δεν μπόρεσα να βρω. 

Στεναχωρήθηκα! Πάω μπροστά στην εικόνα της Παναγίας (ο Ναός είναι αφιερωμένος στα Εισόδιά της) και της λέω:

—Παναγίτσα μου, δεν κάνεις κανένα θαύμα ν’ ανάψεις τα καντήλια; Εγώ σπίρτα ή τσακμάκι δεν έχω. Έξω κάνει κρύο και παγωνιά. Ποιον να βρω τώρα να σταματήσω για να μου δώσει φωτιά;

»Τα συζητούσα όλα αυτά μόνος μου, χωρίς να σκεφθώ ότι τα καντήλια ήταν άδεια κι από λάδι. Έπρεπε, λοιπόν, πρώτα να γεμίσω τα καντήλια με λάδι και ύστερα να βρω φωτιά. Τα καντήλια ήταν όλα σβηστά, ακόμη και το ακοίμητο μέσα στο άγιο Βήμα, παρ’ όλο που εκείνη την εποχή χρησιμοποιούσαν μακριά φυτίλια.

»Και εκεί που τα έλεγα αυτά, μονολογώντας για το λάδι στα καντήλια και τη φωτιά…, φρααπ!..., άναψαν μονομιάς όλα. Άναψαν όλα τα καντήλια της εκκλησίας! Και των προσκυνηταρίων και των φορητών εικόνων, που είναι στα πλάγια του τέμπλου, ακόμη και μέσα στο ιερό Βήμα, το ακοίμητο.

—Πω!... Πω!... Πω!... Να, μπρε Παναγιά, που κάνεις θαύματα! Κουραζόμαστε, βασανιζόμαστε να τ’ ανάβουμε ανεβαίνοντας στα σκαμνιά και στις καρέκλες, κι Εσύ, με μιας, φρααπ!..., ήρθες και τ’ άναψες!...

»Και γυρίζοντας προς εμένα, με ρώτησε:
—Δεν μου λες, έχετε καντήλι στο σπίτι σας;
—Βέβαια.
—Καίει το καντήλι σας μέρα-νύχτα;
—Μάλιστα, μέρα-νύχτα!
—Αα! Γιατί τα σβησμένα καντήλια, παιδί μου, είναι σβησμένες ψυχές, άδειες ψυχές! 

Ψυχές που δεν κάνουν προσευχή μπροστά στο εικονοστάσι, είναι παγωμένες σαν τον βοριά που φυσάει έξω· είναι σαν τ’ άδεια και σβησμένα καντήλια!...

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ
Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Κ. Αναγνωστόπουλου:
(1) «Η Ευχή μέσα στον κόσμο» κεφ. 2ο, σελ. 123–124. Πειραιάς, Οκτώβριος 20165.
(2) Με μία παραλλαγή στα στοιχεία της αφήγησης: «Εμπειρίες κατά την Θεία Λειτουργία» 
Κεφ. 2ο, σελ. 88–89. Πειραιάς, 20032.
(3) Επιμέλεια ανάρτησης: π. Δαμιανός

Πιστεύω. Μεγάλη κουβέντα…


Εδώ στην Ελλάδα «κληρονομούμε» την πίστη μας. Αυτό όμως είναι επικίνδυνο. Επικίνδυνο, διότι όταν η πίστη δεν είναι εσωτερικός μας καρπός -καρπός πάλης με την αμφιβολία, με τον πόνο, με την λογική - τότε καταντά η πίστη καθήκον. Χάνεται η δυναμική της.

Βιώνεται στα όρια της παράδοσης, του εθίμου και όχι της σχέσης με τον Θεό. Γι’αυτό και η Εκκλησία σημαίνει για τους Έλληνες: παπάδες, σκάνδαλα, μιζέρια, «όχι και πρέπει». 

Οι χριστιανοί καταντούν άνθρωποι με απωθημένα, φυλακισμένοι σε μια ζωή με καθήκοντα και υποχρεώσεις. Και η πίστη περνά στο περιθώριο. Πιο μεγάλη αξία έχει η διατήρησή της πίστης ως έννοια και χαρακτηριστικό του γένους μας και όχι ως Χάρη, ως Σχέση, ως Ελευθερία, ως Εμπιστοσύνης.

Πιστεύουμε στον Θεό επειδή είμαστε Έλληνες ή επειδή ματώσαμε μέσα στην γέννα της αναζήτησης; Είναι ένα ερώτημα. Γι' αυτό και καταντούμε στο όνομα της δήθεν πίστης μας να αναθεματίζουμε άλλους ανθρώπους λόγο χρώματος, εθνικότητας.

Πιστεύουν λένε οι Έλληνες αλλά πολεμούν τον μοναχισμό, τους κληρικούς. Πιστεύουν λένε οι Έλληνες στην Ορθοδοξία αλλά συγχρόνως φλερτάρουν και με κάθε είδους ειδωλολατρία. Γιατί τελικά η καρδιά μας μένει αμέτοχη της Χάρης. 

Δεν ζητούμε τον Θεό, αλλά μένουμε στα «πέριξ» του Θεού. Είναι επικίνδυνο να λες ότι πιστεύεις επειδή και μόνο έτσι σου μάθανε. Επικίνδυνο γιατί η πίστη δεν είναι ρούχο που το παίρνεις και το φοράς (και ανά πάσα ώρα και στιγμή το πετάς). Η Πίστη κατοικεί μέσα σε καρδιές, μέσα σε δάκρυα, μέσα στο αίμα που χύνεται στις σιωπηλές μας στιγμές.

Η Πίστη δεν «κληρονομείται», τελικά. Η Πίστη είναι ο πιο μεγάλος πόνος. Πόνος μιας γέννας που σε φέρνει στην Αλήθεια, στο Φως, στον Αιώνιο. Και αυτός ο πόνος είναι δώρο. Δώρο που σου δόθηκε όχι γιατί το άξιζες αλλά γιατί το ζήτησες, το θέλησες…

Πιστεύω. Μεγάλη κουβέντα…

π. Παύλος Παπαδόπουλος (FB)

Αγιογραφικό ανάγνωσμα


Πρὸς Κορινθίους Β΄ Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 7:1-10
Ἀδελφοί, καθαρίσωμεν ἑαυτοὺς ἀπὸ παντὸς μολυσμοῦ σαρκὸς καὶ πνεύματος, ἐπιτελοῦντες ἁγιωσύνην ἐν φόβῳ Θεοῦ. Χωρήσατε ἡμᾶς· οὐδένα ἠδικήσαμεν, οὐδένα ἐφθείραμεν, οὐδένα ἐπλεονεκτήσαμεν. Οὐ πρὸς κατάκρισιν λέγω· προείρηκα γὰρ ὅτι ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν ἐστε εἰς τὸ συναποθανεῖν καὶ συζῆν. Πολλή μοι παρρησία πρὸς ὑμᾶς, πολλή μοι καύχησις ὑπὲρ ὑμῶν· πεπλήρωμαι τῇ παρακλήσει, ὑπερπερισσεύομαι τῇ χαρᾷ ἐπὶ πάσῃ τῇ θλίψει ἡμῶν. Καὶ γὰρ ἐλθόντων ἡμῶν εἰς Μακεδονίαν οὐδεμίαν ἔσχηκεν ἄνεσιν ἡ σὰρξ ἡμῶν, ἀλλ᾽ ἐν παντὶ θλιβόμενοι· ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι. Ἀλλ᾽ ὁ παρακαλῶν τοὺς ταπεινοὺς παρεκάλεσεν ἡμᾶς ὁ Θεὸς ἐν τῇ παρουσίᾳ Τίτου· οὐ μόνον δὲ ἐν τῇ παρουσίᾳ αὐτοῦ ἀλλὰ καὶ ἐν τῇ παρακλήσει ᾗ παρεκλήθη ἐφ᾽ ὑμῖν, ἀναγγέλλων ἡμῖν τὴν ὑμῶν ἐπιπόθησιν, τὸν ὑμῶν ὀδυρμόν, τὸν ὑμῶν ζῆλον ὑπὲρ ἐμοῦ, ὥστε με μᾶλλον χαρῆναι. Ὅτι εἰ καὶ ἐλύπησα ὑμᾶς ἐν τῇ ἐπιστολῇ, οὐ μεταμέλομαι· εἰ καὶ μετεμελόμην· βλέπω γὰρ ὅτι ἡ ἐπιστολὴ ἐκείνη, εἰ καὶ πρὸς ὥραν, ἐλύπησεν ὑμᾶς. Νῦν χαίρω, οὐχ ὅτι ἐλυπήθητε, ἀλλ᾽ ὅτι ἐλυπήθητε εἰς μετάνοιαν· ἐλυπήθητε γὰρ κατὰ Θεόν, ἵνα ἐν μηδενὶ ζημιωθῆτε ἐξ ἡμῶν· Ἡ γὰρ κατὰ Θεὸν λύπη, μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται.

Νεοελληνική απόδοση:
Ἐπειδὴ λοιπὸν ἔχομεν αὐτὰς τὰς ὑποσχέσεις, ἀγαπητοί, ἂς καθαρίσωμεν τοὺς ἑαυτούς μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸν σαρκὸς καὶ πνεύματος, τελειοποιούμενοι εἰς τὴυν ἁγιωσύνην μὲ φόβον Θεοῦ. Κάνετε χῶρον γιὰ μᾶς στὴν καρδιά σας, κανένα δὲν ἀδικήσαμε, κανένα δὲν καταστρέψαμε, κανένα δὲν ἐκμεταλλευθήκαμε. Δὲν τὰ λέγω αὐτὰ διὰ νὰ σᾶς κατακρίνω, διότι εἶπα προηγουμένως ὅτι εἶσθε μέσα στὶς καρδιές μας, ἑνωμένοι εἰς τὸν θάνατον καὶ τὴν ζωήν. Ἔχω πολὺ θάρρος ἀπέναντί σας, ὑπερηφανεύομαι πολὺ γιὰ σᾶς. Εἶμαι γεμάτος ἀπὸ παρηγοριά, ἔχω ξεχειλίσει ἀπὸ χαρὰν παρ’ ὅλην μας τὴν θλῖψιν. Διότι πραγματικά, ὅταν ἤλθαμεν εἰς τὴν Μακεδονίαν, τὸ σῶμά μας δὲν εὑρῆκε καμμίαν ἀνάπαυσιν, ἀλλὰ παντοῦ θλίψεις. Ἀπὸ ἔξω πόλεμοι, ἀπὸ μέσα φόβοι. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς ποὺ παρηγορεῖ τοὺς ταπεινούς, μᾶς ἐπαρηγόρησε μὲ τὸν ἔρχομὸν τοῦ Τίτου. Ὄχι μόνον δὲ μὲ τὸν ἐρχομὸν του ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν παρηγορίαν ποὺ ἔλαβε κοντά σας. Μᾶς ἀνήγγειλε τὸν σφοδρὸν πόθον σας, τὰ κλάματά σας, τὸν ζῆλόν σας γιὰ μένα, ὥστε νὰ χαρῶ ἀκόμη περισσότερον, διότι ἂν καὶ σᾶς ἐλύπησα μὲ τὴν ἐπιστολήν μου, δὲν μετανοῶ – ἂν καὶ εἶχα μετανοήσει – διότι βλέπω ὅτι ἡ ἐπιστολὴ ἐκείνη, ἔστω καὶ προσωρινῶς, σᾶς ἐλύπησε. Τώρα χαίρω, ὄχι διότι ἐλυπηθήκατε, ἀλλὰ διότι ἡ λύπη σας κατέληξε εἰς μετάνοιαν. Ἐλυπηθήκατε ὅπως θέλει ὁ Θεός, ὥστε δὲν ζημιωθήκατε σὲ τίποτε ἀπὸ μᾶς. – Διότι ἡ λύπη, ὅπως τὴν θέλει ὁ Θεός, παράγει μετάνοιαν, ἡ ὁποία καταλήγει εἰς σωτηρίαν, διὰ τὴν ὁποίαν κανεὶς ποτὲ δὲν μετανοεῖ. Ἡ λύπη ὅμως ἡ κοσμικὴ παράγει θάνατον. –

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Ομοιάζουν, οἱ μὲν εὐλογημένες καὶ ὅσιες ἀρετὲς μὲ τὴν κλίμακα τοῦ Ἰακώβ, οἱ δὲ ἀνόσιες κακίες μὲ τὴν ἁλυσίδα ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ κορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου (πρβλ. Πράξ. ιβ´ 7). Διότι οἱ μὲν πρῶτες, καθὼς ἡ μία ὁδηγεῖ στὴν ἄλλη, ἀνεβάζουν στὸν οὐρανὸ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἐπιθυμεῖ. Ἐνῷ οἱ ἄλλες, οἱ κακίες, ἔχουν τὴ συνήθεια νὰ γεννοῦν ἡ μία τὴν ἄλλη καὶ νὰ συσφίγγωνται μεταξύ τους. Διὰ τοῦτο καὶ μόλις προηγουμένως ἀκούσαμε τὸν ἀσύνετο θυμὸ νὰ ὀνομάζη ἰδικό του τέκνο τὴν μνησικακία. Τώρα λοιπὸν ποὺ τὸ καλεῖ ὁ καιρός, ἂς ὁμιλήσωμε καὶ γι᾿ αὐτήν.

2. Μνησικακία σημαίνει κατάληξις τοῦ θυμοῦ, φύλαξ τῶν ἁμαρτημάτων, μίσος τῆς δικαιοσύνης, ἀπώλεια τῶν ἀρετῶν, δηλητήριο τῆς ψυχῆς, σαράκι τοῦ νοῦ, ἐντροπὴ τῆς προσευχῆς , ἐκκοπὴ τῆς δεήσεως, ἀποξένωσις τῆς ἀγάπης, καρφὶ ἐμπηγμένο στὴν ψυχή, αἴσθησις δυσάρεστη ποὺ ἀγαπᾶται μέσα στὴν γλυκύτητα τῆς πικρίας της, συνεχὴς ἁμαρτία, ἀνύστακτη παρανομία, διαρκῆς κακία. Καὶ τοῦτο τὸ σκοτεινὸ καὶ δύσμορφο πάθος, ἡ μνησικακία δηλαδή, ἀνήκει στὰ πάθη ποὺ γεννῶνται ἀπὸ ἄλλα πάθη καὶ ὄχι σὲ αὐτὰ ποὺ γεννοῦν. Γι᾿ αὐτὸ δὲν σκοπεύομε νὰ ὁμιλήσωμε πολὺ περὶ αὐτῆς.

3. Ὅποιος κατέπαυσε τὴν ὀργή, αὐτὸς ἐφόνευσε τὴν μνησικακία, διότι γιὰ νὰ γεννηθοῦν τέκνα πρέπει νὰ ζῆ ὁ πατέρας.

4. Ὅποιος ἀπέκτησε τὴν ἀγάπη, ἔγινε ξένος της ὀργῆς. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ διατηρεῖ τὴν ἔχθρα, συσσωρεύει στὸν ἑαυτόν του ἄσκοπα ἐνοχλητικὰ βάρη.

5. Ἡ τράπεζα καὶ τὸ γεῦμα τῆς ἀγάπης διαλύουν τὸ μίσος, καὶ τὰ εἰλικρινῆ δῶρα μαλακώνουν τὴν ὠργισμένη ψυχή. Ἡ ἀπρόσεκτη συμπεριφορὰ κατὰ τὴν τράπεζα εἶναι μητέρα τῆς παρρησίας. Καὶ ἀπὸ τὸ παράθυρο τῆς ἀγάπης κάνει τὴν ἐμφάνισί της στὴν τράπεζα ἡ γαστριμαργία.

6. Εἶδα μίσος νὰ διασπᾶ πολυχρόνιο πορνικὸ δεσμό, καὶ εἶδα -πράγμα παράδοξο!- μνησικακία νὰ τὸν διατηρῆ πλέον ὁριστικὰ διαλελυμένο. Θαυμαστὸ πράγματι θέαμα! Ἕνας δαίμων νὰ θεραπεύη ἀπὸ ἄλλον δαίμονα! Πρόκειται μᾶλλον γιὰ ἔργο τῆς προνοίας καὶ ἐπεμβάσεως τοῦ Θεοῦ, καὶ ὄχι τῆς θελήσεως τῶν δαιμόνων.

7. Ἡ μνησικακία εὑρίσκεται μακρυὰ ἀπὸ τὴν φυσικὴ καὶ αὐθόρμητη καὶ στερεωμένη ἀγάπη.

Σ᾿ αὐτὴν ὅμως τὴν ἀγάπη πλησιάζει εὔκολα ἡ πορνεία, καὶ βλέπεις στὸ περιστέρι νὰ εἰσχωρῆ ἀνεπαίσθητα ἡ ψείρα.

8. Νὰ μνησικακῆς πολὺ ἐναντίον τῶν δαιμόνων καὶ νὰ ἐχθρεύεσαι πολὺ καὶ διαρκῶς τὴν σάρκα σου. Ἡ σάρκα εἶναι ἕνας ἀχάριστος καὶ δόλιος φίλος, καὶ ὅσο τὴν περιποιεῖται κανείς, τόσο περισσότερο αὐτὴ βλάπτει.

9. Ἡ μνησικακία γίνεται καὶ ἑρμηνευτῆς τῶν Γραφῶν, προσαρμόζοντας καὶ ἐξηγώντας τὰ λόγια του Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὶς ἰδικές της διαθέσεις. Ἂς τὴν καταισχύνη ὅμως ἡ προσευχὴ ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ Ἰησοῦς, (τὸ «Πάτερ ἡμῶν»), τὴν ὁποία δὲν μποροῦμε νὰ τὴν εἰποῦμε ὅπως αὐτός, ἐὰν μνησικακοῦμε.

10. Ἂν δὲν μπορῆς, μολονότι ἐπάλαιψες πολύ, νὰ διαλύσης ἐντελῶς τὸ σκάνδαλο τῆς μνησικακίας, δεῖξε στὸν ἐχθρό σου, ἔστω μὲ λόγια, ὅτι μετενόησες. Ἔτσι θὰ συμβῆ νὰ ἐντραπῆς τὴν παρατεινομένη ὑποκρισία σου, καὶ νὰ τὸν ἀγαπήσης ὁλοκληρωτικά, κεντώμενος καὶ καιόμενος σὰν μὲ πῦρ ἀπὸ τὶς τύψεις τῆς συνειδήσεως.

11. Τότε θὰ καταλάβης ὅτι ἀπηλλάγης ἀπὸ αὐτὴν τὴν «σαπίλα», τὴν μνησικακία δηλαδή, ὄχι ὅταν προσεύχεσαι γιὰ ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἐλύπησε οὔτε ὅταν τοῦ προσφέρης δῶρα οὔτε ὅταν τοῦ στρώσης τράπεζα, ἀλλὰ ὅταν μάθης πῶς τοῦ συνέβη κάποια συμφορά, ψυχικὴ ἢ σωματική, καὶ πονέσης καὶ κλαύσης σὰν νὰ ἐπρόκειτο γιὰ τὸν ἑαυτό σου.

12. Ἡσυχαστὴς ποὺ διατηρεῖ μνησικακία ὁμοιάζει μὲ ἐμφωλεύουσα ἀσπίδα, ἡ ὁποία περιφέρει μέσα της θανατηφόρο δηλητήριο. Ἡ ἀνάμνησις τῶν παθημάτων τοῦ Ἰησοῦ θὰ θεραπεύση τὴν ψυχὴ ποὺ μνησικακεῖ, διότι θὰ αἰσθάνεται ὑπερβολικὴ ἐντροπή, ἐνῷ θὰ ἀναλογίζεται τὴν ἰδική Του ἀνεξικακία.

13. Στὸ σάπιο ξύλο γεννῶνται σκουλήκια. Ὁμοίως καὶ σὲ ἀνθρώπους μὲ πραότατη ἐπιφανειακὴ συμπεριφορὰ καὶ νοθευμένη ἠρεμία καὶ ἡσυχία προσκολλᾶται ἡ ὀργή. Ὅποιος τὴν ἀπεδίωξε ἀπὸ μέσα του, εὑρῆκε τὴν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν του. Ὅποιος ἀντιθέτως προσκολλᾶται σ᾿ αὐτήν, ἐστερήθηκε τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ.

14. Μερικοὶ ὑπέβαλαν τὸν ἑαυτό τους σὲ κόπους καὶ ἱδρώτας γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὴν συγχώρησι. Ὁ ἀμνησίκακος ὅμως ἄνδρας τοὺς ξεπέρασε, ἐφ᾿ ὅσον ἀσφαλῶς εἶναι ἀληθινὸς ὁ λόγος «ἄφετε - συντόμως- καὶ ἀφεθήσεται ὑμῖν - πλουσίως» (πρβλ. Λουκ. στ´ 37).

15. Ἡ ἀμνησικακία εἶναι ἀπόδειξις τῆς γνησίας μετανοίας. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ διατηρεῖ τὴν ἔχθρα καὶ νομίζει ὅτι ἔχει μετάνοια, ὁμοιάζει μ᾿ αὐτὸν ποὺ τοῦ φαίνεται στὸν ὕπνο του ὅτι τρέχει.

16. Εἶδα μνησικάκους νὰ παροτρύνουν ἄλλους στὴν ἀμνησικακία. Καὶ ἔτσι αἰσθάνθηκαν ἐντροπὴ ἀπὸ τὰ ἴδια τους τὰ λόγια καὶ ἀπηλλάγησαν ἀπὸ τὸ πάθος τους.

17. Ἂς μὴ θεωρήση κανεὶς ἀσήμαντο πάθος τούτη τὴν «σκοτομήνη», δηλαδὴ τὴν μνησικακία. Διότι πολλὲς φορὲς συμβαίνει νὰ καταλαμβάνη ἀκόμη καὶ τοὺς πνευματικοὺς ἄνδρας.

Βαθμὶς ἐνάτη! Ὅποιος τὴν κατέκτησε, ἂς ζῆ πλέον μὲ παρρησία τὴν συγχώρησι τῶν πταισμάτων του ἀπὸ τὸν Σωτῆρα

ΟΣΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΣΙΝΑΪΤΟΥ - ΟΥΡΑΝΟΔΡΟΜΟΣ ΚΛΙΜΑΞ
ΛΟΓΟΣ ΕΝΑΤΟΣ

Κυριακή 29 Μαρτίου 2020

Μυστήριο ασύλληπτο


Η αληθινή ταπείνωση κρύβει την αληθινή αρετή, όπως μια σεμνή κόρη κρύβει την ομορφιά της μ’ ένα κάλυμμα, όπως τα “άγια των αγίων” κρύβονταν από τα μάτια των ανθρώπων με το καταπέτασμα. 

Η αληθινή ταπεινοφροσύνη είναι ο χαρακτήρας του Ευαγγελίου, το ήθος του Ευαγγελίου, η λογική του Ευαγγελίου. Η αληθινή ταπεινοφροσύνη είναι θεϊκό μυστήριο, μυστήριο ασύλληπτο από τον ανθρώπινο νου. 

Όντας ύψιστη σοφία, φαίνεται παράλογη στη σαρκική διάνοια.

Άγιος Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ

Τί όφελος έχουμε;


Να νηστεύουν τα χέρια, παραμένοντας καθαρά από την αρπαγή και την πλεονεξία. 

Να νηστεύουν τα πόδια, ξεκόβοντας από τους δρόμους που οδηγούν σε αμαρτωλά θεάματα. 

Να νηστεύουν τα μάτια, εξασκούμενα να μην πέφτουν ποτέ λάγνα πάνω σε όμορφα πρόσωπα, ούτε να περιεργάζονται τα κάλλη των άλλων. 

Ας νηστεύει και η ακοή. Και νηστεία της ακοής είναι να μη δέχεται κακολογίες και διαβολές…

Ας νηστεύει και το στόμα από αισχρά λόγια και λοιδορίες. Διότι τί όφελος έχουμε, όταν απέχουμε από πουλερικά και ψάρια, δαγκώνουμε όμως και κατατρώμε τους αδελφούς μας;

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Οι δαίμονες όταν συγκεντρωθούν σε κάποιες θάλασσες, ασκούν εκεί υψηλές ηλεκτρομαγνητικές ιδιότητες


Οι δαίμονες μετά την πτώση τους, συνηθίζουν και τους αρέσει πάρα πολύ, να βρίσκονται κυρίως στο υγρό στοιχείο και στη θάλασσα, γιατί η θάλασσα είναι ο αντίπους του ουρανού. 

Βρίσκονται σε όλο το υγρό στοιχείο, ακόμα και στα υπόγεια ύδατα. 

Όταν συγκεντρωθούν σε κάποιες θάλασσες, ασκούν εκεί υψηλές ηλεκτρομαγνητικές ιδιότητες, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στο τρίγωνο των Βερμούδων, με αποτέλεσμα όποια καράβια πλησίασουν την περιοχή εκείνη, να εξαφανίζονται! 

Πολλοί που πλησίασαν τέτοιες περιοχές, δεν πρόλαβαν να ειδοποιήσουν για τον κίνδυνο που διατρέχουν, αφού όλα τα μηχανήματα μετρήσεως και ραντάρ που διέθεταν, ατόνησαν και καταστράφηκαν αυτομάτως, με αποτέλεσμα να βυθιστούν και να πνιγούν!

Με αυτόν τον τρόπο, πάρα πολλοί άνθρωποι έχουν πνιγεί με δαιμονική συνέργεια σε όλο τον κόσμο. Γι΄αυτό και λένε οι Πατέρες της Εκκλησίας, ότι όταν ταξιδεύουμε στην θάλασσα, να κάνουμε τον σταυρό μας και με πολύ πίστη να προσευχόμαστε.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος όταν πήγε στην Πάτμο εξόριστος, εκεί βρήκε κάποια ιαματικά λουτρά, τα λεγόμενα χαμάμ. 

Το ύψος του νερού, στα λουτρά αυτά ήταν μηδαμινό 10 με 20 εκατοστά, αλλά επειδή στα νερά αυτά οι άνθρωποι έφτιαχναν μεταξύ τους πολλές ασέλγειες και σαρκικές διαστροφές, τα δαιμόνια παίρνανε εξουσία και στη συνέχεια πιάνανε τους ανθρώπους από το σβέρκο, τους βουτούσαν σε μια στάλα νερό και τους πνίγανε!

Μια μέρα πνίγηκε και ο γιός της ιδιοκτήτριας, που άνηκαν τα χαμάμ. Η μάνα έπεσε σε πένθος και ο Άγιος Ιωάννης ανέστησε το παιδί της και της είπε το λόγο, που συμβαίνουν εκείνοι οι πνιγμοί. Ο Άγιος Ιωάννης προσευχήθηκε και εξόρισε τα δαιμόνια από εκείνη την περιοχή, τα οποία πήγαν σε »έρημους» τόπους.

Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα

Ἕξι ἡμέρες νά ἐργάζεσαι καί τήν ἕβδομη ἡμέρα στόν Κύριο καί Θεό σου.


Σ᾿ ἕνα πνευματικό του παιδί πού λεγόταν Ἀλέξανδρος, ὁ Γέροντας ἔδωσε εὐλογία νά χτίσει ἕνα «ξενώνα» δηλαδή σπίτι γιά τήν φιλοξενία αὐτῶν πού ἔρχονταν στήν Βίριτσα γιά νά τόν δοῦν. Ὁ Ἀλέξανδρος ἔχτισε τό σπίτι. Ἀγόρασε καί μία ἀγελάδα.

Μιά φορά ἔπρεπε νά φέρει σανό γιά τήν ἀγελάδα του γι᾿ αὐτό νοίκιασε ἕνα αὐτοκίνητο γιά τήν Κυριακή. Ἔπρεπε νά φύγει νωρίς τό πρωί καί αὐτό σήμαινε ὅτι δέν θά μποροῦσε νά πάει στήν ἐκκλησία.

Ὁ Ἀλέξανδρος πῆγε στόν Γέροντα γιά νά πάρει τήν εὐλογία του.
Μπαίνει μέσα στό κελί καί ὁ πατήρ Σεραφείμ χωρίς νά τόν ρωτήσει τίποτα καί χωρίς νά τόν ἀκούσει τοῦ λέει:

Ἀλέξανδρε, ἕξι ἡμέρες νά ἐργάζεσαι καί τήν ἕβδόμη ἡμέρα στόν Κύριο καί Θεό σου.

Ὁ Ἀλέξανδρος γύρισε στό σπίτι καί εἶπε στή γυναίκα του:
Δέν ἔδωσε εὐλογία ὁ Γέροντας.
Ἐκείνη πάλι τόν ἔστειλε στόν Γέροντα καί εἶπε νά τοῦ ἐξηγήσει καλύτερα ὅτι τό αὐτοκίνητο τό δίνουν μόνο γιά τήν Κυριακή. Πῆγε ὁ Ἀλέξανδρος καί πάλι ἄκουσε ἀπό τόν Γέροντα τά ἴδια λόγια. Ὅταν γύρισε σπίτι ἡ γυναίκα ἄρχισε ξανά νά τοῦ λέει:

Πήγαινε πάλι καί ἐξήγησέ του καλύτερα.
Καί πάλι πῆγε ὁ Ἀλέξανδρος στόν Γέροντα καί προσπάθησε νά τοῦ ἐξηγήσει ὅτι γιά τήν ἄλλη μέρα ἐκτός ἀπό τήν Κυριακή δέν δίνουν αὐτοκίνητο.

Ἀλλά ὁ πατήρ Σεραφείμ καί τήν τρίτη φορά τοῦ εἶπε:

Ἀλέξανδρε, ἕξι ἡμέρες νά ἐργάζεσαι καί τήν ἕβδομη ἡμέρα στόν Κύριο καί Θεό σου.
Ὁ Ἀλέξανδρος εἶπε πάλι στήν γυναίκα του ὅτι δέν ἔχει εὐλογία ἀλλά ἐκείνη ἔπεισε τόν ἄνδρα της νά πάει.

Ὅταν γέμισαν τό φορτηγό καί ἔπρεπε νά πᾶνε σπίτι ὁ Ἀλέξανδρος ἀνέβηκε πάνω καί κάθησε στό σανό. Ὁ ὁδηγός ξεκίνησε ἀπότομα, ὁ Ἀλέξανδρος δέν μπόρεσε νά κρατηθεῖ, ἔπεσε κάτω καί ἔσπασε τήν σπονδυλική στήλη σέ τρία σημεῖα. Ἡ γυναίκα του ἔτρεξε στόν πατέρα Σεραφείμ νά τοῦ πεῖ γιά τό κακό πού ἔγινε στόν ἄνδρα της. Ἐκεῖνος ὅταν τήν ἄκουσε εἶπε:

Ἄκουσα πώς ἔσπασε ἡ σπονδυλική του στήλη. Νά προσευχόμαστε στήν Παναγία καί τόν ἅγιο Σεραφείμ. Ὁ Ἀλέξανδρος θά γίνει καλά καί θά περπατάει στά πόδια του.

Ὁ Γέροντας εἶπε νά σφίξουν καλά ἐκεῖνο τό σημεῖο πού ἔγινε τό τραῦμα καί ἄρχισε νά προσεύχεται γιά τήν ὑγεία του. Μετά ἀπό μερικούς μῆνες ὁ Ἀλέξανδρος μποροῦσε νά περπατάει μόνος του ἔστω καί μέ μπαστουνάκι.

Ὅταν ὁ πατήρ Σεραφείμ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ ὁ Ἀλέξανδρος μαζί μέ ἄλλα πνευματικά του παιδιά βρισκόταν στήν ταφή του καί κατέβασε τό σῶμα του στόν τάφο.
Μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του ὁ Ἀλέξανδρος κάθε μέρα πήγαινε στόν τάφο τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα καί ἄναβε τό καντήλι.

Άγιος Σεραφείμ της Βίριτσα

Το Αποστολικό και Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής


† Κυριακῇ 29 Μαρτίου 2020 (Δ' Νηστειῶν) (Ἰωάννου τῆς Κλίμακος)
Τὸ Εὐαγγέλιον
Ἐκ τοῦ κατὰ Μάρκον
Κεφ. θ' : 17-31

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἄνθρωπος τις προσῆλθε τῷ ᾿Ιησοῦ, γονυπετῶν αὐτῷ, καὶ λέγων· Διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε, ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον· καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ ῥήσσει αὐτόν, καὶ ἀφρίζει, καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται· καὶ εἶπον τοῖς Μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσι, καὶ οὐκ ἴσχυσαν. Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς αὐτῷ λέγει· Ὦ γενεὰ ἄπιστος, ἕως πότε πρὸς ὑμᾶς ἔσομαι; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετε αὐτὸν πρός με. Καὶ ἤνεγκαν αὐτὸν πρὸς αὐτόν. Καὶ ἰδὼν αὐτὸν, εὐθέως τὸ πνεῦμα ἐσπάραξεν αὐτόν, καὶ πεσὼν ἐπὶ τῆς γῆς, ἐκυλίετο ἀφρίζων. Καὶ ἐπηρώτησε τὸν πατέρα αὐτοῦ· Πόσος χρόνος ἐστὶν ὡς τοῦτο γέγονεν αὐτῷ; Ὁ δὲ εἶπε· παιδιόθεν. Καὶ πολλάκις αὐτὸν καὶ εἰς πῦρ ἔβαλε καὶ εἰς ὕδατα, ἵνα ἀπολέσῃ αὐτόν· ἀλλ᾿ εἴ τι δύνασαι, βοήθησον ἡμῖν σπλαγχνισθεὶς ἐφ᾿ ἡμᾶς.Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτῷ τὸ, Εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι. Καὶ εὐθέως κράξας ὁ πατὴρ τοῦ παιδίου, μετὰ δακρύων ἔλεγε· Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ. Ἰδὼν δὲ ὁ ᾿Ιησοῦς, ὅτι ἐπισυντρέχει ὁ ὄχλος, ἐπετίμησε τῷ πνεύματι, τῷ ἀκαθάρτῳ, λέγων αὐτῷ· Τὸ πνεῦμα τὸ ἄλαλον καὶ κωφόν, ἐγώ σοι ἐπιτάσσω· Ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ, καὶ μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν. Καὶ κράξαν, καὶ πολλὰ σπαράξαν αὐτὸν, ἐξῆλθε, καὶ ἐγένετο ὡσεὶ νεκρός, ὥστε πολλοὺς λέγειν ὅτι ἀπέθανεν. Ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς κρατήσας αὐτὸν τῆς χειρὸς, ἤγειρεν αὐτόν, καὶ ἀνέστη. Καὶ εἰσελθόντα αὐτὸν εἰς οἶκον, οἱ Μαθηταὶ αὐτοῦ ἐπηρώτων αὐτὸν κατ᾿ ἰδίαν· ὅτι ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν, εἰμὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. Καὶ ἐκεῖθεν ἐξελθόντες παρεπορεύοντο διὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ οὐκ ἤθελεν ἵνα τις γνῷ. Ἐδίδασκε γὰρ τοὺς Μαθητὰς αὐτοῦ, καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· Ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοται εἰς χεῖρας ἀνθρώπων, καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ ἀποκτανθεὶς, τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἀναστήσεται.

Ὁ Ἀπόστολος
Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα
Κεφ. στ' : 13-20

Ἀδελφοί, τῷ ᾿Αβραὰμ ἐπαγγειλάμενος ὁ Θεός, ἐπεὶ κατ᾿ οὐδενὸς εἶχε μείζονος ὀμόσαι, ὤμοσε καθ᾿ ἑαυτοῦ, λέγων· «Ἦ μὴν εὐλογῶν εὐλογήσω σε καὶ πληθύνων πληθυνῶ σε»· καὶ οὕτω μακροθυμήσας ἐπέτυχε τῆς ἐπαγγελίας. Ἄνθρωποι μὲν γὰρ κατὰ τοῦ μείζονος ὀμνύουσι, καὶ πάσης αὐτοῖς ἀντιλογίας πέρας εἰς βεβαίωσιν ὁ ὅρκος· ἐν ᾧ περισσότερον βουλόμενος ὁ Θεὸς ἐπιδεῖξαι τοῖς κληρονόμοις τῆς ἐπαγγελίας τὸ ἀμετάθετον τῆς βουλῆς αὐτοῦ, ἐμεσίτευσεν ὅρκῳ, ἵνα διὰ δύο πραγμάτων ἀμεταθέτων, ἐν οἷς ἀδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ἰσχυρὰν παράκλησιν ἔχωμεν οἱ καταφυγόντες κρατῆσαι τῆς προκειμένης ἐλπίδος· ἣν ὡς ἄγκυραν ἔχομεν τῆς ψυχῆς ἀσφαλῆ τε καὶ βεβαίαν καὶ εἰσερχομένην «εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος», ὅπου πρόδρομος ὑπὲρ ἡμῶν εἰσῆλθεν ᾿Ιησοῦς, «κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ» ἀρχιερεὺς γενόμενος «εἰς τὸν αἰῶνα».

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Είπε ο αββάς Μακάριος: «Περπατώντας κάποτε εις την έρημο, βρήκα παραπεταμένο στο έδαφος ένα κρανίο νεκρού. Και κουνώντας το με το ραβδί, μου μίλησε το κρανίο. Και του λέγω: «Συ ποιος είσαι;» Το κρανίο μου αποκρίθηκε: «Εγώ ήμουν ιερεύς των ειδώλων και των εθνικών όπου είχαν απομείνει σε αυτόν τον τόπο. Και συ είσαι ο Μακάριος, όπου έχεις το Άγιο Πνεύμα μέσα σου. Όταν εσύ σπλαγχνισθής όσους είναι στην κόλασι, Μακάριε, και προσευχηθής γι᾽ αυτούς, βρίσκουν κάποια παρηγοριά». Του λέγω: «Ποια είναι η παρηγοριά; Και ποια η Κόλασι;» Μου αποκρίνεται το κρανίο: «Όσο απέχει ο ουρανός από την γη, τόση είναι η φωτιά κάτω από εμάς. Στεκόμαστε δε, από τα πόδια έως το κεφάλι, μέσα σε αυτή την φωτιά και δεν μπορούμε να κοιτάξωμε κάποιον πρόσωπο με πρόσωπο, αλλά η ράχη του ενός είναι κολλημένη στην ράχη του άλλου». Πλήρης δηλαδή ακοινωνησία. Και συνεχίζει το κρανίο λέγοντας: «Όταν λοιπόν προσεύχεσαι, Μακάριε, εσύ για μας, βλέπει κάπως ο ένας το πρόσωπο του άλλου. Αυτή είναι η παρηγοριά».
Και έκλαψα τότε και είπα: «Αλλοίμονο στη μέρα που γεννιέται ο άνθρωπος!»
Του λέγω έπειτα του κρανίου: «Υπάρχει άλλο χειρότερο βάσανο;»
Μου λέγει το κρανίο: «Μεγαλύτερο βάσανο είναι από κάτω μας».
Του λέγω: «Και ποιοί είναι εκεί;»
Μου αποκρίνεται το κρανίο: «Εμείς, επειδή δεν γνωρίζαμε τον Θεό, βρίσκομε κάποιο έλεος. Όσοι όμως τον γνώρισαν και τον αρνήθηκαν και δεν έπραξαν το θέλημά Του, από κάτω μας είναι» – δηλαδή είναι πολύ χειρότερα. Πήρα τότε το κρανίο και το έθαψα»

Σάββατο 28 Μαρτίου 2020

Τους κακούς λογισμούς με τις »κλωτσιές» να τους διώκης


Πρόσεχε το μυαλό να μη σου φεύγη εδώ και εκεί, αλλά κόλλησέ το σφικτά εις το όνομα του Χριστού,και ωσάν να είναι έμπροσθέν σου, να Τον ικετεύης επικαλούμενος το όνομά Του με πόνον ψυχής και τότε θα ίδης πόσην ωφέλειαν θα βγάλης.

Τους κακούς λογισμούς έξω γρήγορα με τις «κλωτσιές» να τους διώκης, «έξω, αλήτες», να φωνάζης, «από τον ναόν του Θεού, από την ψυχήν μου»! Δίωκε τους κακούς λογισμούς αμέσως, μόλις έλθουν, μη τους αφήνης μέσα σου, διότι κινδυνεύεις να υποστής πληγήν και ύστερα χρειάζονται δάκρυα και στεναγμοί.

Κάμνε υπομονήν, παιδί μου, φεύγε ως από φωτιά τους λογισμούς, διότι αυτοί ερημώνουν την ψυχήν, την ψυχραίνουν, την νεκρώνουν! Εάν όμως τους διώκωμεν με την οργήν, με την προσοχήν και την ευχήν, γίνονται πρόξενοι μεγάλης ωφελείας.

Δια τούτο αγωνίζου, μη φοβού, επικαλού τον έτοιμον ιατρόν μας, δεν χρειάζονται πολλαί παρακλήσεις, δεν ζητεί χρήματα δεν συχαίνεται πληγάς, δέχεται τα δάκρυα, ως καλός Σαμαρείτης, περιθάλπει και επιμελείται τον τραυματισμένον από τους νοητούς ληστας. Ας σπεύσωμεν λοιπόν εις Αυτόν.

Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης

Όταν δεν μπορώ να αποφύγω την αμαρτία, ούτε να μετανοήσω αληθινά, υπάρχει σωτηρία;


Πολύ συχνά, θέτουμε στον εαυτό μας και μεταξύ μας ένα πολύ βασανιστικό ερώτημα. Πως μπορώ να αντιμετωπίσω την αμαρτωλή μου κατάσταση; Τι μπορώ να κάνω; Δεν μπορώ να αποφύγω την διάπραξη αμαρτημάτων, μόνο ο Χριστός άλλωστε ήταν αναμάρτητος.

Και δεν μπορώ και εξακολουθώ να διαπράττω αμαρτήματα, εξαιτίας της έλλειψης αποφασιστικότητας, θάρρους, ικανότητας για αληθινή μετάνοια ή εξαιτίας της γενικότερης αμαρτωλής κατάστασης η οποία κυριαρχεί στον εσωτερικό μου κόσμο. Τι απομένει λοιπόν σε μένα; Βασανίζομαι, παλεύω απεγνωσμένα όπως ένας άνθρωπος την ώρα που πνίγεται και δεν βλέπω λύση.

Κάποτε γι αυτό το θέμα ένας Ρώσος στάρετς, ένας από τους τελευταίους γέροντες της μονής της Όπτινα, είπε, σ’ έναν επισκέπτη του: Κανένας δεν μπορεί να ζήσει χωρίς να αμαρτήσει και ελάχιστοι γνωρίζουν πως να μετανοούν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να λευκανθούν οι αμαρτίες τους. Υπάρχει όμως ένα πράγμα το οποίο όλοι μπορούμε να κάνουμε: 

Όταν δεν μπορούμε ούτε την αμαρτία να αποφύγουμε, ούτε να μετανοήσουμε αληθινά, μπορούμε τότε να βαστάζουμε το φορτίο της, να το υποφέρουμε υπομονετικά, με πόνο, χωρίς να κάνουμε οτιδήποτε για να αποφύγουμε τον πόνο και την αγωνία που προξενεί, να την υποφέρουμε όπως κάποιος θα υπέφερε το βάρος ενός σταυρού.

Όχι βέβαια το σταυρό του Κυρίου, ούτε το σταυρό των αληθινών μαθητών του, αλλά το σταυρό του ληστή που είχε σταυρωθεί δίπλα Του. Δεν είπε ο ληστής αυτός στον άλλο ληστή που βλασφημούσε τον Κύριο: Εμείς υποφέρουμε επειδή έχουμε διαπράξει εγκλήματα. Αυτός υποφέρει παρόλο που είναι αναμάρτητος. Και σε αυτόν ο Χριστός είπε:

«Σήμερα θα είσαι στον παράδεισο μαζί Μου…», επειδή είχε αποδεχτεί την τιμωρία, τον πόνο, την αγωνία και τις συνέπειες πραγματικά του κακού που είχε διαπράξει με το να ήταν αυτός που ήταν.

Θυμάμαι επίσης από τη ζωή ενός ιερέα, την ιστορία ενός ανθρώπου που είχε έρθει σ’ αυτόν και του είχε πει ότι όλη η ζωή του μέχρι τότε ήταν αμαρτωλή, ακάθαρτη και ανάξια τόσο ενώπιον του Θεού, όσο και ενώπιον του ίδιου. Και κατόπιν είχε μετανοήσει, είχε απορρίψει και αποστραφεί όλο το κακό που είχε κάνει, εν τούτοις όμως, βρισκόταν ακόμη κάτω υπό την επήρεια των ίδιων αμαρτημάτων. Και ο ιερέας του είπε: 

«Υπήρχε μια περίοδος της ζωής σου που έτρωγες σκυμμένος πάνω στις λάσπες όλες αυτές τις ακαθαρσίες με μεγάλη ικανοποίηση. Τώρα κατανόησες ότι πρόκειται για ακαθαρσίες και νιώθεις τρόμο, αηδία και ότι πνίγεσαι με αυτές. Θεώρησε λοιπόν ότι αυτή είναι ανταμοιβή σου για το κακό σου παρελθόν και υπέμεινε…».

Αυτό είναι κάτι που όλοι μας μπορούμε να κάνουμε. Να υπομένουμε τις συνέπειες, την υποδούλωση που είναι δική μας, υπομονετικά, ταπεινά, με συντετριμμένη την καρδιά και όχι με αδιαφορία, ούτε και με την λογική ότι εφόσον είμαστε εγκαταλελειμμένοι από τον Θεό σε αυτή την κατάσταση, τότε γιατί να μην αμαρτάνουμε; 

Αλλά εκλαμβάνοντας την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε ως θεραπευτική επίγνωση του τι είναι αμαρτία, τι μας προξενεί, καθώς επίσης και τη φρίκη που αυτή περικλείει. Και εάν αντέξουμε υπομονετικά, θα έρθει μια μέρα που η εσωτερική μας αποστροφή προς την αμαρτία θα φέρει καρπούς και θα απελευθερωθούμε απ’ αυτή.

Έτσι, αν μπορούμε, με κάθε τρόπο, ας αποφύγουμε την αμαρτία σε όλες της τις μορφές, ακόμη κι εκείνα τα αμαρτήματα που φαίνονται τόσο ασήμαντα, γιατί μην ξεχνούμε ότι σ’ ένα φράγμα νερού η παραμικρή ρωγμή του αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει στην έκρηξη και διάλυσή του. 

Εάν μπορούμε, ας μετανοήσουμε αληθινά, ας αποστραφούμε το αμαρτωλό παρελθόν μας μ’ έναν ηρωικό και αποφασιστικό τρόπο. Αλλά εάν δεν μπορούμε τίποτα από αυτά τα δύο, τότε ας σηκώσουμε υπομονετικά και με ταπεινοφροσύνη όλο τον πόνο και όλες τις συνέπειες αυτής της αδυναμίας.

Και αυτή η στάση μας μια μέρα θα ληφθεί υπόψη από τον Θεό, ο οποίος σε απάντηση στο ερώτημα των Αγγέλων του για τη ζωή του Μωυσή, «Για πόσο διάστημα ακόμη θα ανέχεσαι τις αμαρτίες τους», απάντησε: «Θα τους αρνηθώ όταν το μέτρο των αμαρτιών τους υπερβεί το μέγεθος των βασάνων τους».

Ως εκ τούτου, ας αποδεχθούμε τον πόνο σαν ένα πόνο λυτρωτικό, ακόμα κι αν δεν μπορούμε να τον προσφέρουμε σαν ένα καθαρό, ακηλίδωτο πόνο. Αμήν.

Αντωνίου Bloom Μητροπολίτου Σουρόζ 

Για τον λόγο που ο Θεός γνωρίζει, σε δοκιμάζει


«Αλλά και τούτο φαίνεται ότι κάνει πολλές φορές ο Θεός. Βλέποντας ανδρείες ψυχές, επιτρέπει τους πολέμους ευθύς εξ αρχής, με την επιθυμία να τις στεφανώσει σύντομα» (λόγ. α΄, 41).

Είναι φορές που παραπονιέσαι ότι αντιμετωπίζεις στη ζωή σου δυσκολίες, δοκιμασίες, πειρασμούς, παραπάνω από τις δυνάμεις σου. Και μάλιστα εκ νεότητός σου. Μία δύσκολη αρρώστια προσωπική ή οικογενειακή, ένα ατύχημα, μία αποτυχία ενώ κάτι το ήθελες πάρα πολύ. Κι είναι οι στιγμές που νιώθεις ότι δεν αντέχεις, που πάει να κλονισθεί η πίστη σου γιατί ο Θεός σε εγκατέλειψε, όταν μάλιστα βλέπεις ότι η δοκιμασία διαρκεί.

Μην πιστέψεις τον λογισμό αυτό. Είναι ψεύτικος. Είναι του εχθρού που θέλει ακριβώς να σε καταβάλει για να σε φέρει στα δικά του δίχτυα και να σε κάνει υποχείριό του.

Στρέψου με ορμή στον Κύριο. Ζήτα του ενίσχυση και υπομονή. Έχοντας υπόψη σου ότι ποτέ ο Θεός δεν μας εγκαταλείπει, γιατί η αγάπη Του είναι άπειρη και η Πρόνοιά Του για όλον τον κόσμο, κυρίως δε για τον άνθρωπο και μάλιστα τον πιστό, δεδομένη.

Ο Κύριος δεν μας βεβαίωσε ότι «και αι τρίχες της κεφαλής υμών πάσαι ηριθμημέναι εισί»; Ο απόστολός Του θεόπνευστα δεν διεκήρυξε ότι «δεν πρόκειται να μας αφήσει να δοκιμασθούμε παραπάνω από όσο μπορούμε, και μάλιστα μαζί με τη δοκιμασία θα φέρει και τη διέξοδο»; 

Άρα ό,τι μας συμβαίνει είναι μέσα στα πλαίσια του ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τον καθένα από εμάς: Εκείνος το επιτρέπει για το καλό μας.

Και πέραν αυτού: αν πράγματι πολλές και μαζεμένες δοκιμασίες σού έρχονται, γνώριζέ το χωρίς αμφιβολία: πρώτον, ο Κύριος σου ετοιμάζει σύντομα στεφάνια, και δεύτερον, σου δίνει ευκαιρία αυτογνωσίας: να κατανοήσεις ότι έχεις ανδρεία ψυχή. Η γενναιότητα συνοδεύεται πάντοτε από τις προκλήσεις και τους πειρασμούς.

«Για τον λόγο που ο Θεός γνωρίζει, σε δοκιμάζει.

Μπορείς να κρατήσεις αυτή τη θλίψη; (λέγει ο Κύριος).

Μπορώ!

Θα σου δώσω Χάρη.

Δεν μπορείς; Κι αυτό που σου έδωσα, θα το αφαιρέσω. Εγώ δεν θέλω δειλούς ανθρώπους».

Άγιος Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης

Οι εντολές του Θεού


Οι εντολές του Θεού δεν είναι βαριές, είναι πολύ ελαφριές, ανακουφίζουν, δροσίζουν και δημιουργούν και φτιάχνουν μακαριότητα στην ψυχή του ανθρώπου.
Γι’ αυτό ο Χριστός μας δεν ζήτησε πολλά πράγματα. Και στη Δευτέρα Παρουσία δεν θα πει «γιατί δεν ασκητεύσατε …».
Όχι. Θα πει «γιατί δεν ελεήσατε, γιατί δεν θρέψατε, γιατί δεν ντύσατε, γιατί δεν ανακουφίσατε το φυλακισμένο».

Τι είναι αυτά; Έργα αγάπης.
Γι’ αυτό είπε ο Χριστός «Ποιος είναι αυτός που με αγαπάει; Αυτός που τηρεί τις εντολές μου. Εκείνος που δε με αγαπάει δεν τηρεί τις εντολές μου». Με τον έλεγχο που έκανε στους εξ αριστερών, ήθελε να τους πει, ότι «εσείς δεν είχατε αγάπη και εφόσον δεν είχατε αγάπη, δεν μπορείτε να μπείτε στο νυμφώνα της αγάπης».
Ο νυμφώνας της αγάπης κερδίζεται μόνο με την αγάπη και τη θυσία. Γι’ αυτό θα πρέπει, με την αγάπη και την ταπείνωση, να περάσουμε στη Βασιλεία των Ουρανών.
Στενή και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν. Ο φαρδύς δρόμος οδηγεί τους ανθρώπους στην κόλαση. Ποιος είναι ο φαρδύς δρόμος; Η ξένοιαστη κοσμική ζωή, και όταν περνούν οι μέρες μας άδειες …
Δεν πρέπει να μας πλανά ο διάβολος· και να προσπαθήσουμε, κατά το Ευαγγέλιο του Χριστού μας, να καθαρίσουμε το έσωθεν του ποτηρίου που είναι η ψυχή μας, η καρδιά μας, ο νους μας. Αν το μέσα του ποτηρίου, λέει, το κάνεις, άνθρωπε, καθαρό και το έξωθεν θα είναι καθαρό. Υποκριτά, μην κάνεις το έξω, και το μέσα το αφήνεις ακάθαρτο. Στα μάτια του Θεού είναι όλα φανερά. Τους ανθρώπους θα τους ξεγελάσουμε, θα δείξουμε άλλο πρόσωπο, αλλά τα μέσα μας είναι γνωστά στο Θεό. Να φροντίσουμε μέσα μας να τακτοποιηθούμε, ν’ αλλάξουμε. Το χρόνο που μας έδωσε ο Θεός να τον γεμίσουμε με καλά έργα, με καλές σκέψεις, με αγνά αισθήματα.

Η κάθε στιγμή που περνάει δεν ξαναγυρνάει. Ο διάβολος μάς κερδίζει χρόνο, μάς απασχολεί με πράγματα γήινα και πρόσκαιρα προκειμένου να μας κερδίσει το χρόνο να μην τον έχουμε, ώστε να μην προσφέρουμε περισσότερα στο Θεό και στην ψυχή μας.
Ας προσέξουμε όσο μπορούμε να είμαστε εν εγρηγόρσει, να γρηγορούμε στο μυαλό, στην καρδιά, να μην αφήνουμε σκέψεις, να μην αφήνουμε την καρδιά μας να μολύνεται.
Ο θάνατος είναι φοβερός, δεν είναι παιχνίδι.
Εάν κανείς από μας έχει γνωρίσει λίγο περί θανάτου, αν κινδύνεψε από ασθένεια, είδε πόσο φοβερό είναι. Βλέπετε πώς δακρύζει ο άνθρωπος ή και κλαίει και τρέχουν τα μάτια του κατά την ώρα την επιθανάτια; Γιατί κλαίει; Γιατί βλέπει ότι έρχονται οι ενάντιες δυνάμεις, έρχονται τα δαιμόνια ν’ αρπάξουν την ψυχή. Κι η ψυχή τρέμει σαν το φθινοπωρινό φύλλο στον ελάχιστο άνεμο.
Λέει το τροπάριο της νεκρώσιμης ακολουθίας: “οίον αγώνα έχει η ψυχή χωριζομένη του σώματος, πόσα δάκρυα τότε; Προς τους αγγέλους τα όμματα τρέπουσα άπρακτα καθικετεύει, προς τους ανθρώπους τας χείρας εκτείνουσα ουκ έχει τον βοηθούντα”. Λέει, στρέφει τα μάτια στους αγγέλους δεν παίρνει τίποτα. Γιατί οι άγγελοι λένε «κατά τα έργα σου αλληλούια». Θα σε βοηθήσουμε, αλλά έπρεπε να βοηθήσεις κι εσύ με τα έργα σου.
Σηκώνει τα χέρια προς τους ανθρώπους, βοηθήστε με. Κι εκείνοι λένε: τι να σε βοηθήσουμε, τον εαυτό μας δεν μπορούμε να βοηθήσουμε, εσένα θα βοηθήσουμε; Και τότε βάζει μυαλό ο κάθε άνθρωπος. Τι μπορεί όμως να κάνει εκείνη την ώρα, αφού ξεψυχάει;
Αυτή τη μελέτη, αυτή την αλήθεια, αυτή την πραγματικότητα την οποία βλέπουμε να την ζει κάθε δικός μας άνθρωπος που φεύγει από τη ζωή, γιατί δε μας γίνεται μάθημα να τακτοποιήσουμε τον εαυτό μας τώρα, ώστε όταν έρθει αυτή η περίπτωση, η ώρα, να είμαστε έτοιμοι; Ναι μεν θα πικραθούμε, ο θάνατος είναι από φύσεως σκληρός και πικρός, αλλά όταν η συνείδηση δεν μας καταμαρτυρεί, βάλσαμο έρχεται στην ψυχή.
Η ψυχή ελπίζει, της γίνεται μια αίσθηση ότι κάτι θα γίνει. Γι’ αυτό λοιπόν, πριν έρθει αυτή η φοβερή ώρα, πριν έρθει αυτή η πρώτη κρίση της ψυχής από τη μεγάλη κρίση της Δευτέρας Παρουσίας, ας ετοιμαστούμε, ας προσέξουμε, ας βιαστούμε τώρα, όχι αύριο και μεθαύριο. Από σήμερα, απ’ αυτή τη στιγμή, μέσα στην ψυχή μας μετάνοια κι επιστροφή στο Θεό. Κι όταν ο Θεός δει αυτή την καλή διάθεση από μέρους μας, θα μας βοηθήσει. Και αυτή τη μικρή διάθεση θα την κάνει μεγάλη, ώστε να επιτελεστεί αυτή η μεγάλη σωτηρία των ψυχών μας.

γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης

Αγιογραφικό ανάγνωσμα


Πρὸς Ἑβραίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 6:9-12
Ἀδελφοί, πεπείσμεθα περὶ ὑμῶν, ἀγαπητοί, τὰ κρείττονα καὶ ἐχόμενα σωτηρίας, εἰ καὶ οὕτω λαλοῦμεν. Οὐ γὰρ ἄδικος ὁ Θεὸς ἐπιλαθέσθαι τοῦ ἔργου ὑμῶν καὶ τοῦ κόπου τῆς ἀγάπης ἧς ἐνεδείξασθε εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ, διακονήσαντες τοῖς ἁγίοις καὶ διακονοῦντες. Ἐπιθυμοῦμεν δὲ ἕκαστον ὑμῶν τὴν αὐτὴν ἐνδεί κνυσθαι σπουδὴν πρὸς τὴν πληροφορίαν τῆς ἐλπίδος ἄχρι τέλους, ἵνα μὴ νωθροὶ γένησθε, μιμηταὶ δὲ τῶν διὰ πίστεως καὶ μακροθυμίας κληρονομούντων τὰς ἐπαγγελίας.

Νεοελληνική απόδοση:
 Γιὰ σᾶς ὅμως, ἀγαπητοί, ἂν μιλᾶμε κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον, εἴμεθα πεπεισμένοι διὰ καλύτερα πράγματα ποὺ καταλήγουν εἰς τὴν σωτηρίαν. Διότι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι ἄδικος ὥστε νὰ λησμονήσῃ τὸ ἔργον σας καὶ μὲ τί κόπους ἐδείξατε τὴν ἀγάπην σας διὰ τὸ ὄνομά του, ὑπηρετήσαντες τοὺς ἁγίους καὶ ἐξακολουθοῦντες νὰ τοὺς ὑπηρετῆτε. Ἐπιθυμοῦμεν δὲ ὁ καθένας ἀπὸ σᾶς νὰ δείχνῃ μέχρι τέλους τὸν ἴδιον ζῆλον διὰ τὴν ἐκπλήρωσιν τῆς ἐλπίδος σας, διὰ νὰ μὴ γίνετε ὀκνηροὶ ἀλλὰ καὶ νὰ μιμηθῆτε ἐκείνους οἱ ὁποῖοι μὲ πίστιν καὶ ὑπομονὴν κληρονομοῦν τὰς ὑποσχέσεις.