Γράφει ο Ηγούμενος της Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου Βέροιας, Αρχιμ. Πορφύριος
Φίλος από τα παλαιά, μας ανέφερε ότι ο γιατρός ο Ζαμάνης ήταν από τα Κύθηρα, και η Μοναχή Ιερωνύμη, Ελένη Σιαφάκα, ήταν αδελφή της συζύγου του γιατρού.
Ενώ άλλος φίλος μας μίλησε γιά τις οικογενειακές σχέσεις των δύο οικογενειών, της δικής τους και του μακαρίτη του γιατρού. Και άλλοι, τέλος, επιβεβαίωσαν τις ιστορίες γιά τον μακαριστό Ιεράρχη, τον Νέας Σμύρνης Χρυσόστομο τον Βούλτσο.
Το Σιμοπετρίτικο Μετόχι της Αναλήψεως, εκεί στον Βύρωνα ήταν και συνεχίζει να είναι εργαστήριο αρετής και αγιότητος.
Είχε εξαιρετικούς πνευματικούς, που όργωναν την περιοχή αλλά και την Αθήνα. Ο Ματθαίος Καρπαθάκης, πριν το παλαιοημερολογίτικο, ο Πανάρετος Δουληγέρης.
Και βέβαια ο όσιος του Θεού, ο πατήρ Ιερώνυμος, ο Προηγούμενος της κυριάρχου Αγιορειτικής Μονής της Σιμωνόπετρας.
Δεν ήταν μόνον ο ίδιος υψηλής αρετής και αγιότητος, αλλά δίδασκε την γνήσια πνευματική ζωή και στα πνευματικά του τέκνα. Παλαίστρες ασκητικές τα δωμάτιά τους.
Όσοι τον έζησαν, είχαν να διηγούνται θαυμάσιες ιστορίες. Τον είχαν σε τέτοια ευλάβεια, που και τα νύχια του μάζευαν. Και όταν τους μάλλωνε γιά τις υπερβολές τους, απολογούνταν: Μα αυτά τα νύχια ακουμπούν τον Χριστό, έλεγαν.
Ο Γιαννάκης ο Λεβεντίδης, δεν ξέρω αν ζη ακόμα, ήταν ένα από τα παιδιά που αλάνα, γιά το παιγνίδι τους, είχαν την αυλή της Ανάληψης. Και τις Κυριακές ήταν τα παπαδάκια, που βοηθούσαν τον Γέροντα.
Πολλές φορές, εκεί που έβγαιναν με τα κεριά στην Μικρή είσοδο, προσκυνούσαν, και συχνά κινδύνευαν να βάλουν φωτιά στα γένια του Γέροντα.
Τί γινόταν; Μαζεύονταν στο καμπαναριό και οι άλλοι από μέσα έριχναν στους έξω λειτουργιές και νάμα, και γινόταν σκνίπα. Και φυσικά, στις εισόδους προσκυνούσαν μαζί με τα κεριά.
Ο παπούλης τους μάζεψε στοργικά, κλείδωσε το καμπαναριό, και μετά την Θεία Λειτουργία, τους έκαμνε ο ίδιος κατακλαστόν και καθόταν μαζί τους.
...............................................................
Λέγανε όλοι ότι ο Γέροντας πήγαινε σχεδόν πριν να φέξει, στην Εκκλησία.
Και ο Γιαννάκης είχε την περιέργεια να δει τί κάνει από τόσο νωρίς. Ένα Σαββατόβραδο, λοιπόν, προφασίστηκε ότι θα πάει στην γιαγιά του, σε άλλη περιοχή, και πριν κλείσει η πόρτα του ναού, πήγε και κρύφτηκε σε ένα στασίδι.
Την νύχτα τον πήρε ο ύπνος. Αλλά με το γκράνγκ της κλειδαριάς, το πρωΐ ξύπνησε.
Βλέπει τον Γέροντα, έτσι μικρόσωμος, που ήταν, να κάνει τον σταυρό του και να παίρνει με την σειρά όλες τις εικόνες στον τοίχο, ξεκινώντας από τα νότια.
Και είχε αμέτρητες εικόνες η Ανάληψη. Όσες δεν τις έφτανε, τις ασπάζονταν με τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Ύστερα από ώρα - ήταν περασμένα και τα χρόνια – έφτασε μπροστά στην Ωραία Πύλη. Ήταν ένα μεγάλος, ολόσωμος Μέγας Αρχιερέας αντί γιά βήλο- κουρτίνα.
Ο Γέροντας, στάθηκε απέναντι, και με φωνή που την άκουγε καθαρά ο Γιαννάκης, είπε: Ας ασπασθώμεν τώρα και την χείρα του Κυρίου μας.
Και τότε ο μικρός φίλος μας έφριξε. Ζωντάνεψε το χέρι του Χριστού, έφτασε μέχρι τον παπούλη και ο Γέροντας το φίλησε. Ο μικρός έβγαλε φωνή. Ο Γέροντας δεν ταράχτηκε.
Όταν όμως τελείωσε το προσκύνημά του, πήγε στον μικρό Γιαννάκη, πυ έτρεμε και γιά αυτό που είδε και γιά να μην τον μαλώσει, και με την ήσυχη και πραεία φωνή, του λέει: Γιαννάκη, παιδί μου, να μην πεις σε κανέναν αυτό που είδες.
Πέρασαν τα χρόνια. Μαθεύτηκε το γεγονός. Ίσως να το είδαν και άλλοι σε άλες περιπτώσεις.
Αργότερα, ήλθε άλλος Οικονόμος – Διαχειριστής και Εφημέριος από το Μοναστήρι και έφερε το παραδοσιακό βήλο.
Όσοι από τους μαθητές του Γέροντος ζούσαν, αναστατώθηκαν. Ήταν τόσο δεμένοι με εκείνον τον Μέγα Αρχιερέα. Και έτσι, έκαναν κορνίζα και τον τοποθέτησαν σε εμφανές σημείο, και να τον βλέπουν και να τον προσκυνούν.
Μία μέρα, τότε που μέναμε στην Ανάληψη, ο γνωστός Κυρ Χαράλαμπος, με παίρνει σχεδόν από το χέρι να δούμε μία φωτογραφία. Ήταν καθισμένοι οι ιερείς, με τον Μητροπολίτη Αιτωλοακαρνανίας Χριστοφόρο(;) στο κέντρο, και γύρω γύρω Ευρυτάνες.
Είχε λειτουργήσει εκεί ο δεσπότης, με άδεια φυσικά της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, γιατί ο Σύλλογος είχαν Μνημόσυνο.
Ο πατήρ Ιερώνυμος καθόταν πολύ σοβαρός, με μία αδιόρατη θλίψη στα μάτια.
Βλέπεις στα χέρια του παπά αυτές τις μαύρες βούλες; Στην φωτογραφία βγήκαν κόκκινες, στα αντίγραφα βγήκαν μαύρες.
Ε, σ’ εκείνη την Λειτουργία τον Γέροντα τον έπιασε αυτός από τον λαιμό να τον πνίξει και τον κόλλησε στο τέμπλο. Ο Γέροντας δεν έβγαλε άχνα. Και όμως ο παπάς λειτούργησε.
Και ο Θεός έδειξε το θαύμα του. Στην φωτογραφία τα χέρια και τα δυό είχαν κόκκινες στάμπες.
Πόσα πέρασε ο Γέροντας; Βλέπεις η αγιότητα είναι βαρειά γιά τους άλλους. Δεν την θέλουν.
Καθόταν όλοι κάτω από το πεύκο, μπροστά στην πόρτα του Οικονομείου.
Καλούσαν και τον Γέροντα, τα καλοκαίρια, γιά λίγη δροσιά. Αυτός δεν έβγαινε από το κελλί του. Γιά τον καλόγερο, έλεγε, δροσιά είναι το Κελλί του.
.........................................................................
Στην αγιοκατάταξη του Αγίου Πορφυρίου, ο Πατριαρχικός Αρχιερέας που προεξήρθε στην θεία λειτουργία, ανέφερε τους αγωνιστές τις ευσεβείας, που σιγά σιγά θα αναγραφούν στις αγιολογικές δέλτους της Αγίας Εκκλησίας μας.
Μεταξύ άλλων, ανέφερε και τον Γέροντα Ιερώνυμο της Αναλήψεως, τον όσιο Σιμωνοπετρίτη μοναχό.
Να έχουμε την αγία του ευχή και να τον παρακαλούμε γιά τα τυχόν σκάνδαλα στην Εκκλησία, αυτόν που πέρασε τόσα μαρτύρια και μάλιστα από συγγενή του, ανηψιό του, καλόγερο.
Ε, αδελφοί, θέλει κόπο η αγιωσύνη και υπομονή αμέτρητη, υπομονές καλύτερα.
http://www.romfea.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου