Σελίδες

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Ὑπάρχει τὸ κακό;


Πρωτοπρ. Νικόλαος Λουδοβίκος

 Εἶναι λάθος, τὸ νὰ θεωρεῖται πὼς ἡ βιβλικὴ περὶ τοῦ κόσμου ἔκφραση τοῦ Θεοῦ, ὡς «καλοῦ λίαν», ἀναφέρεται στὴν «ἀρχὴ» τοῦ κόσμου! Πρόκειται γιὰ ἔκφραση ἐσχατολογική, ἀναφερόμενη στὴν ἐσχατολογικὴ τελείωση τοῦ κόσμου, κατὰ τὴν πατερικὴ τουλάχιστον παράδοση, ὅπως προσπάθησα νὰ δείξω ἀλλοῦ (βλ. ἡ Εὐχαριστιακὴ Ὀντολογία, Δόμος, Ἀθήνα 1992). Ἡ ἔκφραση αὐτὴ σημαίνει ὁπωσδήποτε καὶ τὴν τελικὴ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου, ὁ ὁποῖος σαφῶς φυσικὰ προϋπῆρχε τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου - διαφορετικὰ ὁ κόσμος καὶ ὁ ἄνθρωπος θὰ ἦταν, κατὰ φύση καὶ ἀναγκαστικά, ἀπ' τὴν ἀρχὴ τοὺς θεοί. Ὁ θάνατος προϋπῆρχε, ὡς συνέπεια ἀκριβῶς, ὅπως εἴπαμε, τῆς ἐκ τοῦ μηδενὸς δημιουργίας, χωρὶς φυσικὰ ν' ἀκυρώνεται ἡ προοπτικὴ ὑπέρβασης τοῦ κατὰ χάριν καὶ ὄχι κατὰ φύσιν - διαφορετικὰ (ἂν ὁ Ἀδὰμ δηλαδὴ δὲν γνώριζε τίποτε περὶ θανάτου) δὲν θὰ εἶχε νόημα ἡ προειδοποίηση τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸν πὼς «θανάτω ἀποθανεῖσθε», μετὰ τὴν τυχὸν βρώση τοῦ ἀπαγορευμένου καρποῦ.
  Στὸν Ἀδὰμ γίνεται ἡ ὀντολογικὴ πρόταση γιὰ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου ἀπὸ μέρους τοῦ θεοῦ (καὶ ὄχι μιὰ πρόταση γιὰ ἠθικὴ ἐπιλογή)· εἶναι ὁ Ἀδὰμ τὸ ὃν τὸ ὁποῖο ὁρίζεται θὰ λέγαμε ὑπαρξιακὰ ἀπ' τὴν πρόταση ἀκριβῶς αὐτὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτὸ νὰ γίνει, ἐν ἐλευθερία, δὶ' αὐτοῦ ἡ εἴσοδος αὐτὴ τοῦ ἀκτίστου στὸ κτιστό. Στὰ ὅρια τοῦ νεώτερου ὑποκειμενισμοῦ ἡ ὀντολογικὴ αὐτὴ ὑφὴ τοῦ διαλόγου ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ κινδυνεύει, καθὼς τὸ κακό, εἴτε ἠθικολογικὰ εἴτε ὀρθολογικά, τοποθετεῖται εἴτε ἐντός του ἀνθρώπου, ὡς μέρος τῆς φύσης του, εἴτε ἐκτός του, ὡς «ἀντικειμενικὸ» ἐξωτερικὸ γεγονός. Ἕκτος του ὅτι καταλήγουν ὑποχρεωτικὰ σὲ διάφορες μορφὲς θεοδικίας, τὰ παραπάνω ἀποκρύπτουν τὸ γεγονὸς πὼς τὸ κακὸ δὲν ὑφίσταται ὡς αὐγουστίνεια φυσικὴ διαστροφὴ ( pervertio ) λόγω τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ ὡς διακοπῆ, μερικὴ ἢ πλήρης, τοῦ διαλόγου αὐτοῦ μεταξὺ ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐλεύθερα συνάπτει τὸν θάνατο μὲ τὴ ζωή, τὸ κτιστὸ μὲ τὸ ἄκτιστο. Καὶ μάλιστα, ἂν τὰ παραπάνω εἶναι σωστά, εἶναι αὐτὸς ἀκριβῶς ὁ διάλογος ποὺ ἀποτελεῖ ἀκριβῶς τὴν διαδικασία μέσω τῆς ὁποίας ἡ ἐσχατολογικὴ ἐξάλειψη τοῦ κακοῦ γίνεται πιθανή, ὡς ἐνσωμάτωση δηλαδὴ τοῦ κτιστοῦ Εἶναι στὸ Ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἐν προαιρέσει, ὡς «κοινωνία γνώμης», κατὰ τὴν ἔκφραση τοῦ Ἄγ. Νικολάου Καβάσιλα καὶ ὄχι ἁπλῶς ὡς ὑποχρεωτικὴ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. 
   Μὲ τὸν διάλογο, λοιπόν, αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος ἐξαλείφει ἀπ' τὴν κτίση κάποια κομμάτια τοῦ προκτισιακοῦ μηδενός, κατὰ τὴν προαίρεσή του, μεταβάλλοντας τὴν σὲ κατὰ χάριν ἄκτιστο Σῶμα Χριστοῦ. Μιὰ τέτοια στάση ἐπιτρέπει στὸν θεὸ νὰ ἐπεμβαίνει περισσότερο στὸν κόσμο, περιορίζοντας τὸ κακὸ ἀκόμη καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐπαρκεῖ πρὸς τοῦτο - οὐδέποτε ὅμως, οὔτε στὰ ἔσχατα, τὸ κακό, ὡς ἄρνηση τοῦ διαλόγου μετὰ τοῦ Θεοῦ, θ' ἀφανιστεῖ ἐντελῶς, παρὰ τὴν ὑποχρεωτικὴ ἀφθαρσία τῶν ὄντων. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο τότε θὰ φανεῖ, ὅμως, εἶναι το ὅτι τὸ κακὸ δὲν ἀποτελεῖ μέρος τῆς Δημιουργίας, τοῦ Εἶναι, τῆς Ζωῆς, ἀλλὰ προαιρετική τους ἄρνηση.
   Σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν Αὐγουστίνο, ὁ Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, ἐπιπλέον, θεωρεῖ μόνον τὴν «πτώση τῆς προαίρεσης» διαβλητή, ἐνῶ αὐτὴν τῆς φύσεως ἀδιάβλητη. Δὲν ὑπάρχει «κακὴ φύση» λοιπὸν στὴν πατερικὴ παράδοση · τὸ ἴδιο το γεγονὸς ποὺ περιγράφεται στὴ διήγηση τῆς Γενέσεως ὡς πτώση τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μιὰ προαιρετικὴ κίνηση ἀναχώρησης ἀπ' τὴν βιωματικὰ ἀφθαρτοποιὸ ἄκτιστη Πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει ὡς ἱστορικὸ γεγονός…
  Εἶναι φανερὸ πὼς μιὰ σειρὰ ὀντολογικῶν καὶ κυρίως θεολογικῶν ἐρωτημάτων ἐγείρονται πλέον ἀκόμη. Ἡ Δύση βεβαίως παραπαίει ἀνάμεσα στὴν σύγχρονη πλήρη ἀποδοχὴ καὶ τὴν ἀρχαία της αὐγουστίνεια καὶ καλβινικὴ πλήρη ἀπόρριψη τῆς φύσης, ἀλλὰ τὸ ἐρώτημα στὸ ὁποῖο ἡ θεολογία δὲν ἀπαντᾶ ἀκόμη εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀναφέρεται στὴν δυνατότητα μιᾶς πραγματικῆς σχέσης τῆς φύσης αὐτῆς μὲ τὸν ἄκτιστο Θεό. Ἂν ὁ Θεὸς διαθέτει ἄκτιστες ἐνέργειες δρῶν ὡς πρόσωπο καὶ ἂν ὁ ἄνθρωπος ἐπίσης ὡς πρόσωπο μπορεῖ μὲ τὶς δικές του ἐνέργειες νὰ δεξιωθεῖ τὸν Θεό, τότε ἡ φύση μεταμορφώνεται, χωρὶς νὰ χάνεται, ἐξαφανιζόμενης κάθε ἀναγκαστικῆς φυσικῆς νομοτέλειας.

  Τί εἶναι ὅμως τὸ πρόσωπο; Καὶ τί εἶναι ἡ ἐλευθερία; Ὑπάρχει μιὰ βιοχημεία τῆς ἐλευθερίας; (Ἂν ὑπάρχει, δὲν ὑπάρχει ἐλευθερία...). Ποῦ ἑδράζεται τὸ πρόσωπο ἢ ἡ ἐλευθερία μέσα στὸν ἄνθρωπο; Στὴν ψυχή του; Καὶ τί εἶναι ἡ ψυχή, ὅταν μάλιστα ἡ ἑλληνικὴ πατερικὴ παράδοση ἔχει ἀπορρίψει κάθε μεταφυσικὴ ἔννοια τῆς ψυχῆς, θεωρώντας τὴν κατ' οὐσίαν ὑλική;

  Ἔχουμε ἀκόμη πάρα πολλὰ πράγματι νὰ μάθουμε ἀκόμη γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἀκριβῶς διότι κατὰ τὴν πατερικὴ θεολογία ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἕνα δεδομένο ὃν ἀλλὰ ἕνα ὃν ἐν τῷ γίγνεσθαι, ποὺ δημιουργεῖται συνέχεια, καὶ μόνον στὰ ἔσχατα θὰ μάθουμε τί τέλος πάντων εἶναι. Ἡ μεγάλη συμβολὴ τῆς Ὀρθόδοξης θεολογίας στὴν ἀνθρωπολογικὴ αὐτὴ ἀπορία εἶναι ὡστόσο πὼς μᾶς ἔμαθε πὼς εἶναι ἀδύνατο νὰ χωρίσουμε τὸ περὶ ἀνθρώπου ἐρώτημα ἀπ' τὸ ἐρώτημα περὶ Θεοῦ καὶ πὼς μόνον ἡ ἀπάντηση σ' αὐτὸ τὸ τελευταῖο προοιωνίζεται καὶ τὴν ἀπάντηση στὸ πρῶτο. 

http://salpismata.blogspot.com.eg/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου