«Σήμερον εν τω οίκω σου δει με μείναι» (Λουκ. 19, 5)
α. Μία άλλη Υπαπαντή μπορεί να χαρακτηριστεί η περίπτωση που καταγράφει το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα και που διαδραματίζεται στην Ιεριχώ με τον αρχιτελώνη Ζακχαίο. Ο Κύριος συναντά τον Ζακχαίο, με αποτέλεσμα της συνάντησης αυτής, παρά τη συκομοριά, που θα ολοκληρωθεί στο σπίτι του Ζακχαίου – μάλλον που ξεκινά την ολοκλήρωση, αφού έκτοτε η ζωή του αγίου Ζακχαίου ήταν μία αδιάκοπη αναζήτηση του Κυρίου – τη σωτηρία αυτού και όλης της οικογενείας του. Κατά το ευαγγελικό ανάγνωσμα, η συνάντηση προϋπέθετε δύο συγκλίνουσες ενέργειες: την ενέργεια του ίδιου του Κυρίου, που ήλθε «ζητήσαι και σώσαι το απολωλός», και την ενέργεια του Ζακχαίου, που «εζήτει ιδείν τον Ιησούν». Η ώρα της πρώτης φάσης της συνάντησης κατακλείεται με τη φράση του Κυρίου: «σήμερον εν τω οίκω σου δει με μείναι», σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου.
β. 1. Το αίτημα αυτό του Κυρίου να μείνει στο σπίτι του Ζακχαίου συνιστά καταρχάς μία παραδοξότητα: ο Ζακχαίος ήταν αρχιτελώνης, δηλαδή άνθρωπος αμαρτωλός, δεδομένου ότι οι τελώνες, ως γνωστόν, εξυπηρετούσαν τους κατακτητές των Ιουδαίων Ρωμαίους και καταπίεζαν οικονομικά τον απλό λαό μέχρι πλήρους εξαντλήσεώς του. Γι’ αυτό και ο γογγυσμός των Ιουδαίων για την επιλογή του Κυρίου να πάει στο σπίτι του Ζακχαίου – «και ιδόντες πάντες διεγόγγυζον ότι παρά αμαρτωλώ ανδρί εισήλθε καταλύσαι» - μπορεί να θεωρηθεί εκ πρώτης όψεως δικαιολογημένος. Αλλά η εξήγηση της παραδοξότητας αυτής φαίνεται να υπάρχει στο «σήμερον» του Κυρίου. Το «σήμερον» φανερώνει την ώρα του Θεού για τον Ζακχαίο. Την ώρα που η ψυχή του Ζακχαίου ήταν ανοιχτή στην παρουσία και την ενέργεια Εκείνου, την ώρα δηλαδή που ο άνθρωπος μπορεί να νιώσει την πάντοτε αναζητούσα αυτόν χάρη του Θεού. Πρόκειται για τις παρόμοιες περιπτώσεις που καταγράφει ιδίως ο ευαγγελιστής Ιωάννης, σαν εκείνην με τη Σαμαρείτιδα «παρά το φρέαρ του Ιακώβ», με τη συγκλονιστική φράση «ώρα ην ωσεί έκτη». Το «σήμερον» λοιπόν ως η ώρα της χάρης για τον Ζακχαίο δίνει και το νόημα του «δει», του πρέπει. «Πρέπει να μείνω στο σπίτι σου».
2. Ποια στοιχεία συγκεκριμένα συνθέτουν την ώρα αυτή και οριοθετούν την αναγκαιότητά της; Πρώτον, όπως είπαμε, η αναζήτηση του ίδιου του Κυρίου. Ο Κύριος ήλθε στον κόσμο «ζητήσαι και σώσαι το απολωλός». Ο άνθρωπος χαμένος στα πάθη και τις αμαρτίες του, λόγω της άγνοιας του αληθινού Θεού και της επιρροής του αρχεκάκου διαβόλου, είχε ανάγκη αναζητήσεώς του από τον Θεό. Κανείς πέραν του ίδιου του Δημιουργού δεν μπορούσε να ρίξει φως στη ζόφωση αυτή του ανθρώπου, κανείς πέραν Εκείνου που είναι το φως του κόσμου, του ενανθρωπήσαντος Θεού μας: «Εγώ ειμι το φως του κόσμου». Κι ένας τέτοιος χαμένος άνθρωπος ήταν και ο Ζακχαίος. Το ίδιο το επάγγελμά του – να καταπιέζει και να αδικεί του ανθρώπους – είναι η μεγαλύτερη επιβεβαίωση. Ποτέ κανείς ζώντας με αδικία δεν βρίσκεται στην καθάρια ατμόσφαιρα της παρουσίας του Θεού. Η καταχνιά, η ζόφωση, η σύγχυση αποτελούν τα μόνιμα γνωρίσματα της ψυχής του. Ο Κύριος λοιπόν έρχεται προς αναζήτηση και του Ζακχαίου. Στο «στόχαστρο» της αγάπης Του, εκείνη την ημέρα, είχε αυτόν και την οικογένειά του. Κι από ό,τι τελικώς θα αποδειχτεί, και όλη την πόλη της Ιεριχώς: η αποκατάσταση που θα κάνει ο Ζακχαίος, θα περιλάβει σχεδόν όλους τους κατοίκους της: το ήμισυ της περιουσίας του θα πάει στους φτωχούς, θα δώσει πίσω στο τετραπλάσιο, δηλαδή στο ανώτερο δυνατό σημείο για τα Ιουδαϊκά δεδομένα, ό,τι είχε πάρει από αδικίες.
Δεύτερον, η αναζήτηση του ίδιου του Ζακχαίου: «ο Ζακχαίος εζήτει ιδείν τον Ιησούν». Δεν ξέρουμε ακριβώς το κίνητρό του, αλλά σαφώς υπονοείται από το ανάγνωσμα ότι ο Ζακχαίος πρέπει να μην αισθανόταν καθόλου καλά μέσα του με ό,τι έπραττε και ενεργούσε. Η καρδιά του δεν πρέπει να είχε φτάσει σε σημείο πώρωσης, που σημαίνει ότι οι αδικίες που έπραττε του προκαλούσαν «θλίψιν και στενοχωρίαν» κατά τον απόστολο. Κι αυτή η εσωτερική του πίεση – ένα είδος απελπισίας ίσως από τον εαυτό του – τον έκανε να αναζητεί τον Ιησού, τον λαϊκό δάσκαλο που περιφρονούσαν οι επίσημοι δάσκαλοι και άρχοντες του Ιουδαϊσμού. Η αναζήτηση λοιπόν αυτή του Ζακχαίου δεν ήταν μία επιφανειακή αναζήτηση, μία περιέργεια, κατά το παράδειγμα του Ηρώδη Αγρίππα, ο οποίος και αυτός ζητούσε να δει τον Ιησού, σαν κάποιο μάγο όμως και θαυματουργό (Πρβλ. Λουκ. 23, 8-9). Η αναζήτησή του ήταν βαθιά και αποφασιστική, που τον κάνει να μην υπολογίζει τίποτε: ούτε τη θέση του ούτε την υπόληψή του – το ανέβασμά του στη συκομοριά συνιστούσε μεγάλη πρόκληση για τον λαό σε σχέση με το αξίωμά του. Κι αυτό θα πει: εκείνη την ώρα ο Ζακχαίος «ρίσκαρε», κατά το κοινώς λεγόμενο, την κοινωνική του υπόληψη. Έκανε κάτι που περιείχε ένα στοιχείο προσωπικής θυσίας.
3. Έτσι η ώρα συνάντησης με τον Χριστό κάθε ανθρώπου – δεδομένου ότι εν προκειμένω ο Ζακχαίος λειτουργεί ως τύπος κάθε ανθρώπου – δεν είναι ώρα αδιαφορίας και υποτονικότητας, δεν είναι ώρα λογικής ψυχραιμίας και θεωρούμενης αξιοπρέπειας. Μία τέτοια κατανόηση φανερώνει εγωισμό και θωράκιση στον ψεύτικο εαυτό μας. Η ώρα αυτή είναι ώρα έντασης και θεοποιού «τρέλας»: κάνει αυτόν που τον καταλαμβάνει να ξεπερνά τα συμβατικά πλαίσια της κοινωνίας μέσα στην οποία ζει και να προβαίνει σε υπέρβαση του εαυτού. Με ποιο σκοπό; Να φτάσει στο σημείο συντονισμού του με τον εξίσου ανατρεπτικό Θεό μας, ο Οποίος «εν μορφή Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών» (Φιλ. 2, 6-7) (αν και ήταν Θεός, δεν θεώρησε την ισότητά του με τον Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα και πήρε μορφή δούλου). Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η ώρα της συνάντησης με τον Θεό είναι ώρα «τρέλας» εκ μέρους πρώτα του Θεού, λόγω του μανικού έρωτά Του προς τα πλάσματά Του, και εκ μέρους έπειτα του ανθρώπου, λόγω της απελπισίας του από ό,τι μπορεί να προσφέρει σ’ αυτόν ο πεσμένος στην αμαρτία κόσμος. Όση «αξιοπρέπεια» έλειψε από τον Θεό – τι «αξιοπρέπεια» μπορεί να έχει ένας Θεός γεννημένος σαν άνθρωπος και μάλιστα σε στάβλο στο πιο άσημο χωριό της Ιουδαίας, κι έπειτα Εσταυρωμένος; - τόση πρέπει να λείψει και από τον άνθρωπο, αν θέλει να βρει το σημείο συνάντησης μαζί Του. Θέλουμε να πούμε ότι η ταπείνωση του ανθρώπου αποτελεί την προϋπόθεση να βρει τον ταπεινό Θεό και να σχετιστεί μαζί Του.
4. Το αποτέλεσμα τελικώς επιβεβαιώνει την αλήθεια: ο Ζακχαίος σώθηκε και μαζί με αυτόν και η οικογένειά του. «Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο». Σωτηρία, διότι η συνάντηση αυτή με τον Κύριο τον οδήγησε σε αληθινή μετάνοια, σε έμπρακτη δηλαδή αλλαγή του, η οποία φανερώθηκε με την προσφορά αφενός του μισού της περιουσίας του στους φτωχούς αδελφούς του, στην αποκατάσταση έπειτα, όπως είδαμε, του κάθε από αυτόν αδικημένου, και μάλιστα στο τετραπλάσιο. Κι αυτό βεβαίως σημαίνει ότι η σχέση με τον Χριστό είναι αληθινή, στο βαθμό που ο άνθρωπος αλλάζει τρόπο ζωής και ανοίγεται εν αγάπη προς τον συνάνθρωπο. Δέχτηκε δηλαδή ο Ζακχαίος τον Χριστό στο σπίτι του, αμέσως το σπίτι του έγινε «κατ’ οίκον Εκκλησία», αγκαλιά για όλον τον υπόλοιπο κόσμο.
γ. Στο πρόσωπο του Ζακχαίου κρινόμαστε όλοι, κληρικοί και λαϊκοί: αν δηλαδή έχουμε συναντήσει πράγματι τον Χριστό, κι αν Τον έχουμε συναντήσει, πώς φανερώνεται τούτο με τη στάση μας έναντι των συνανθρώπων μας. Κι αυτό θα πει: έχουμε τον πόθο και την «τρέλα» να είμαστε μαζί Του; Είμαστε διατεθειμένοι προς χάρη Του να χάσουμε πράγματα που μας «ανήκουν», προκειμένου να τα δώσουμε σε εκείνους που όντως τους ανήκουν: στους αδελφούς μας εν Χριστώ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου