Άγιος Τύχων του Ζαντόνσκ
Συμβαίνει πολλές φορές μεταξύ τῶν ἀνθρώπων ὁ ἕνας νά προσβάλει τόν ἄλλον. Οἱ προσβολές ὑποκινοῦνται εἴτε ἀπό τά δόλια τεχνάσματα καί τίς πονηριές τοῦ διαβόλου, πού δέν ἀνέχεται τήν ἀγάπη μεταξύ τῶν χριστιανῶν, εἴτε ἀπό τίς ἀδυναμίες καί τίς ἀπροσεξίες τίς δικές μας. Γιά νά ἐπανέλθει λοιπόν καί γιά νά διατηρηθεῖ ἡ ἀδελφική ἀγάπη, χρειάζεται ἀπαραίτητα ἡ συμφιλίωση.
Πολλοί θυμώνουν καί προσβάλλουν τόν πλησίον τους, καί δέν ἀνησυχοῦν καθόλου γι᾿ αὐτό. Μάλιστα, σά νά μή συμβαίνει τίποτα, πηγαίνουν στήν ἐκκλησία καί προσεύχονται. Πόσο ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ κατάσταση αὐτή!
Γιατί ὅποιος προσβάλλει τόν πλησίον του εἶναι σά νά προσβάλλει τόν ἴδιο τό Θεό. Γι᾿ αὐτό, ὅποιος θέλει νά συμφιλιωθεῖ καί νά ἔχει εἰρήνη μέ τό Θεό, πρέπει ἀπαραίτητα νά συμφιλιωθεῖ καί μέ τόν πλησίον. Ἀλλιῶς ἡ προσευχή του καί ὁ ἐκκλησιασμός του θά εἶναι μάταια καί ἄσκοπα.
«Ἐάν οὖν προσφέρης τό δῶρόν σου», παραγγέλλει ὁ Κύριος, «ἐπί τό θυσιαστήριον κἀκεῖ μνησθῇς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατά σοῦ, ἄφες ἐκεῖ τό δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου, καί ὕπαγε πρῶτον διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου, καί τότε ἐλθών πρόσφερε τό δῶρόν σου» (Ματθ. Ε΄: 23-24).
Εἶδες, χριστιανέ μου πόσο ἀπαραίτητη εἶναι ἡ συμφιλίωση μέ τόν πλησίον μας; Ὁ Θεός δέν δέχεται οὔτε τίς προσευχές μας οὔτε τή μετάνοιά μας οὔτε ὁτιδήποτε ἄλλο, ἄν δέν ἀγαπηθοῦμε μέ τόν ἀδελφό μας. Τόσο πολύ ἐκτιμάει τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη πού βασιλεύει στούς χριστιανούς.
Πρόσεχε λοιπόν. Ἄν τύχει καί προσβάλεις κάποιον, μήν ἀδιαφορήσεις. Τρέξε χωρίς χρονοτριβή νά συμφιλιωθεῖς μαζί του, γιά νά μήν πέσεις στή δίκαιη ὀργή τοῦ Κυρίου.
Μέ λόγο τόν πρόσβαλες; Μέ λόγο νά συμφιλιωθεῖς. Ταπεινώσου καί ζήτησέ του συγχώρηση.
Μέ πράξη τόν πρόσβαλες; Ἔμπρακτα νά συμφιλιωθεῖς μαζί του· γιατί ὁ θάνατος περπατάει ἀόρατα ἀπό πίσω μας καί ξαφνικά θά μᾶς ἁρπάξει. Τί θά γίνει λοιπόν, ἄν πεθάνουμε καί παρουσιαστοῦμε μπροστά στό Χριστό, ἐνῶ μέσα μας ὑπάρχει ἡ διχόνοια καί ἡ ἐχθρότητα; Ὅ,τι ὅμως εἶναι συγχωρημένο καί διορθωμένο σ᾿ αὐτή τή γῆ, δέν θά φανερωθεῖ ἐκεῖ.
Συμφιλιώσου λοιπόν, ἀγαπητέ μου, μέ τόν ἐχθρό σου, ὅσο βαδίζεις ἀκόμα πάνω στό δρόμο τῆς ζωῆς αὐτῆς. Ὅπως τά κατάφερες νά τόν προσβάλεις, ἔτσι κατάφερε καί νά συμφιλιωθεῖς μαζί του. Μήν ἀναβάλλεις αὐτή τή σοβαρή ὑπόθεση γιά αὔριο. Δέν ξέρεις, ἄν θ᾿ ἀξιωθεῖς νά ξυπνήσεις.
Ὁ Θεός μᾶς ὑποσχέθηκε βέβαια τό ἔλεός Του, ὅταν μετανοήσουμε· δέν ὑποσχέθηκε ὅμως ὅτι θά μᾶς χαρίσει καί τήν αὐγή τῆς καινούργιας μέρας. Πεῖσε τόν ἑαυτό σου, γκρέμισε τά εἴδωλα τοῦ ἐγωισμοῦ ἀπό τήν καρδιά σου, σκύψε μέ ταπείνωση μπροστά στόν ἀδελφό σου, βάλε του μετάνοια. Ζήτησέ του συγχώρηση ὄχι μόνο μέ τά χείλη, ἀλλά καί μέ τήν καρδιά. Μετανόησε, λυπήσου, φίλησέ τον εἰλικρινά καί ὄχι μέ ὑποκρισία.
Αὐτός μέ τόν ὁποῖο φιλονίκησα, ἰσχυρίζεσαι, ἔχει κακότητα.
Μά δέν εἶναι δική σου δουλειά νά τόν κρίνεις, γιατί ἐσύ δέν μπορεῖ νά ξέρεις, ποιός ἀπό τούς δυό σας εἶναι καλύτερος. Ὁ Θεός γνωρίζει, πού κρίνει ἀπό τήν ἐσωτερική μας κατάσταση καί ὄχι ἐξωτερικά. «Κύριος ἐξετάζει τόν δίκαιον καί τόν ἀσεβῆ» (Ψαλμ. 10 : 5).
Οὔτε ξέρεις ἀκόμα τά τέλη σου, πῶς θά πεθάνεις ἐσύ καί πῶς ἐκεῖνος. Πολλοί ἀρχίζουν τή ζωή τους ἐνάρετα, ἀλλά τελειώνουν ἁμαρτωλά. Ἄλλοι πάλι ἀρχίζουν ἄσχημα, ἀλλά τελειώνουν ἅγια. Τό καλό τέλος, αὐτό εἶναι πού τά διορθώνει ὅλα.
Μά αὐτός δέν θά μέ συγχωρήσει, ἴσως πεῖς, κι ἄν ἀκόμα ἐγώ τοῦ ζητήσω συγχώρηση.
Ὄχι! Ἡ ταπείνωση ἔχει τεράστια δύναμη, ὥστε λυγίζει καί μαλακώνει καί τίς πιό σκληρές καρδιές. Ὁ Θεός, πού ἀγαπάει τήν ταπείνωση, θά συνεργήσει. Ταπεινώσου ἐσύ στόν ἀδελφό σου, καί θά δεῖς τή δύναμη τῆς ταπεινώσεως. Αὐτός τότε ὁπωσδήποτε θά σέ ἀγκαλιάσει μέ ἀγάπη καί χαρά, καί θά σοῦ δώσει τόν ἀσπασμό τῆς ἀγάπης. Ἄν τυχόν δέν συμβεῖ αὐτό πού προσδοκᾶμε, τότε εὐθύνεται ἐκεῖνος καί εἶναι ἄξιος τῆς τύχης του.
Αὐτός, συνεχίζεις, θά ὑπερηφανευθεῖ μέ τή δική μου ταπείνωση.
Ὄχι! Δέν εἶναι ἀλήθεια, γιατί βλέποντας τή δική σου ταπείνωση θά ταπεινωθεῖ κι ἐκεῖνος. Ἀλλά κι ἄν ὑπερηφανευθεῖ, ἡ ὑπερηφάνειά του αὐτή θά τόν ταπεινώσει.
Ὅπως λέει ὁ Κύριος, «πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτόν ταπεινωθήσεται» (Λουκ. Ιδ΄: 11). Ἄφησε ὅμως ὅλες τίς δικαιολογίες κατά μέρος. Αὐτός ἄς κάνει ὅ,τι θέλει· ἐσύ πράξε ὅ,τι ὠφελεῖ τήν ψηχή σου καί ὅ,τι προστάζει ὁ Κύριος σου.
Ἄν κάποιος σέ πρόσβαλε, πρέπει νά τόν συγχωρέσεις, ἄν θέλεις νά συγχωρηθεῖς κι ἐσύ ἀπό τό Θεό. Καί μέ τήν ἐλπίδα αὐτή θά προσεύχεσαι: «Πάτερ... ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Ματθ. Στ΄: 12).
Βλέπεις, χριστιανέ μου, πόσο φοβερό πράγμα εἶναι νά μή συγχωρεῖς τά παραπτώματα τοῦ πλησίον; «Ἐάν γάρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ἡμῶν ὁ οὐράνιος· ἐάν δέ μή ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, οὐδέ ὁ πατήρ ὑμῶν ἀφήσει τά παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. Στ΄: 14-15), λέει ὁ Κύριος. Συγχωρεῖς ἐσύ τά σφάλματα τοῦ συνανθρώπου σου; Σέ συγχωρεῖ τότε κι ἐσένα ὁ Θεός.
Μπορεῖ ὁ συνάνθρωπός σου νά ἔσφαλε ἀπέναντί σου, ἐσύ ὅμως ἁμάρτησες καί ἁμαρτάνεις συνεχῶς ἀπέναντι στό Θεό. Ἐκεῖνος εἶναι χρεώστης σου, ἀλλά ἐσύ εἶσαι χρεώστης τοῦ Θεοῦ. Ὅταν συγχωρήσεις τόν πλησίον σου, τότε θά προσεύχεσαι εἰλικρινά καί ὄχι ὑποκριτικά λέγοντας τό «Πάτερ ἡμῶν». Ὅταν δέν τόν συγχωρήσεις ἀπό τήν καρδιά σου, τότε ἡ προσευχή σου ὄχι μόνο δέν ὠφελεῖ, ἀλλά καί μεταβάλλεται σέ ἁμαρτία.
Βλέπεις ποῦ ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο ἡ ὀργή καί ἡ ἔχθρα; Διῶξε λοιπόν τήν ὀργή, συγχώρησε τόν πλησίον σου καί ἔλα ν᾿ ἀπαγγείλεις εἰλικρινά καί ἄξια: «Πάτερ... ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν». Τότε θά σοῦ δοθεῖ ἡ ἄφεση. Γιατί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀψευδής. Ὅ,τι λέει, αὐτό καί εἶναι· ὅ,τι ὑπόσχεται, ἐκπληρώνεται· καί ὅ,τι ἀπειλεῖ, πραγματοποιεῖται, ἄν δέν μετανοήσουμε.
Ὅπως φερόμαστε στόν πλησίον μας, ἔτσι φέρεται καί ὁ Θεός σ᾿ ἐμᾶς. Ἀπό σένα τόν ἴδιο, ἄνθρωπε, ἐξαρτᾶται ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σου. Στά χέρια σου κρέμεται ἡ σωτηρία ἤ ἡ καταστροφή σου. Καί ξέρεις μόνος σου πολύ καλά, ὅτι χωρίς ἄφεση δέν ὑπάρχει δικαίωση καί σωτηρία.
Δέν συγχωρεῖς τό συνάνθρωπό σου, πού ὅπως λές, τόλμησε, αὐτός ὁ ἀσήμαντος, νά προσβάλει ἐσένα, τόν σπουδαῖο! Ἀλλ᾿ ὁ Θεός, πού προσβάλλεις ἐσύ μέ ἀτέλειωτες καθημερινές ἁμαρτίες, εἶναι ἀπερίγραπτα μεγάλος καί ἄπειρος. Πόσες εἶναι λοιπόν οἱ ἁμαρτίες οἱ δικές σου ἀπέναντι στό Θεό καί πόσες οἱ ἁμαρτίες τοῦ πλησίον σου, μέ τίς ὁποῖες σέ πρόσβαλε; Οἱ ἁμαρτίες τοῦ πλησίον σου μοιάζουν μ᾿ ἕνα καπίκι μπροστά στά χιλιάδες ρούβλια πού χρωστᾶς ἐσύ στό Θεό. Μοιάζουν μ᾿ ἕνα δηνάριο μπροστά στά μύρια τάλαντα πού ὀφείλεις ἐσύ στόν Κύριο.
Πῶς λοιπόν περιμένεις νά λάβεις συγχώρηση γιά τά μεγάλα καί σοβαρά σου ἁμαρτήματα, χωρίς νά συγχωρήσεις τήν ἐλάχιστη, τήν ἀνάξια λόγου ἁμαρτία τοῦ ἀδελφοῦ σου;
Ἐγώ, λές, δέν τοῦ ἔφταιξα σέ τίποτα, κι αὐτός χωρίς καμιάν αἰτία μέ πρόσβαλε.
Ναί, ἀλλά καί ὁ Θεός, πού τόσο Τόν πικραίνουμε σέ τί μᾶς ἔφταιξε; «Εὐθύς Κύριος ὁ Θεός ἡμῶν καί οὐκ ἔστιν ἀδικία ἐν αὐτῷ» (Ψαλμ. 91 : 16). Ἁμαρτάνουμε ἀσυλλόγιστα καί ἀδιάντροπα. Τόν προσβάλλουμε. Κι Ἐκεῖνος, μόλις μετανοήσουμε, μᾶς στέλνει ἀμέσως τό ἔλεός Του.
Ἄν λοιπόν κι ἐσύ ἐπιθυμεῖς νά συγχωρηθεῖς ἀπό τόν Κύριο, συγχώρησε αὐτόν πού ἔσφαλε ἀπέναντί σου. Λές ὅτι δέν τοῦ ἔφταιξες· ἴσως ὅμως καί νά τοῦ ἔχεις φταίξει κάπου, γιατί εἶναι ἀδύνατον ὅσοι ζοῦν μέσα στήν ἴδια κοινωνία νά μή συγκρουστοῦν κάποτε μεταξύ τους.
Ἐγώ τοῦ ἔκανα καλό, λές κι αὐτός μοῦ ἀνταπέδωσε κακό.
Βέβαια εἶναι δύσκολο νά ὑπομείνεις τό κακό πού σοῦ κάνει αὐτός πού εὐεργέτησες. Ἀλλά ποιός περισσότερο ἀπό τό Θεό μᾶς ἔχει εὐεργετήσει στή ζωή μας; Κι ὅμως ἐμεῖς ἀδιαφοροῦμε μπροστά στίς εὐεργεσίες Του καί σάν παράφρονες ἁμαρτάνουμε. Ἔχοντας λοιπόν ὑπόψη σου ὅλα αὐτά, σκέπασε τό πρόσωπό σου καί φώναξε ἀπ᾿ τά βάθη τῆς ψυχῆς σου:
Ἁμάρτησα, Κύριε, ἐλέησέ με! Συγχωρῶ τόν ἀδελφό μου. Συγχώρεσε κι Ἐσύ ἐμένα, τόν ἀνάξιο δοῦλο σου, πού ἁμάρτησα σ᾿ Ἐσένα, τόν Πλάστη καί Εὐεργέτη μου.
Μήν πεῖς, χριστιανέ μου, ὅτι ἐσύ ἔδειξες μεγάλη ὑπομονή στόν ἐχθρό σου. Θυμήσου πόσες φορές ἀπό τά νιάτα σου ἁμάρτησες στό Θεό, καί πόσο σέ ὑπέμεινε ὁ Κύριος. Τί θά γινόταν μ᾿ ἐσένα, ἄν Ἐκεῖνος σ ᾿ ἀντιμετώπιζε ὅπως σοῦ ἄξιζε; Πρό πολλοῦ θά εἶχες κατεβεῖ στόν ἅδη.
Λές ὅτι εἶσαι ἄνθρωπος ἀδύνατος καί δέν μπορεῖς νά φερθεῖς ἔτσι εὐσπλαχνικά, ὅπως ὁ Θεός.
Ὄχι δέν μπορεῖς, ἀλλά δέν θέλεις. Νά περπατήσεις βέβαια πάνω στήν θάλασσα δέν μπορεῖς, ὄχι ὅμως καί νά συγχωρήσεις.
Θυμήσου τί παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος στούς χριστιανούς: «Γίνεσθε οὖν μιμηταί τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά» (Ἐφεσ. Ε΄: 1). Συγχώρεσέ τον ἐσύ, καί, ἄν αὐτός δέν διορθωθεῖ, θά ἔχει τήν εὐθύνη ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.
Μέ πρόσβαλε πολύ βαριά, λες.
Καί ὅμως! Ἡ προσβολή σου δέν εἶναι σκληρότερη ἀπό τήν προσβολή τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνον Τόν χλεύαζαν, Τόν βλασφημοῦσαν, Τόν ἔφτυναν, Τόν ράπιζαν, Τόν χτυποῦσαν, Τοῦ φόρεσαν ἀκάνθινο στεφάνι, Τόν σταύρωσαν. Ποιόν;
Τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ, τόν Κύριο τῆς δόξας! Τί εἶσαι ἐσύ μπροστά σ᾿ αὐτό τό ἱερό καί ὑψηλό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, καί τί εἶναι ἡ δική σου προσβολή μπροστά στή δική Του; Ἕνα τίποτα.
Κι ἔπειτα ἐσένα δέν σέ φτύνουν στό πρόσωπο, δέν σέ χτυποῦν, δέν σέ στεφανώνουν μέ ἀγκάθια. Ὁ Χριστός ὅμως τά ὑπέμεινε ὅλα. Γιά ποιόν;
Γιά μένα καί γιά σένα, τούς ἀνάξιους δούλους Του. Κοίτα σ᾿ αὐτόν τόν καθρέφτη τῆς ὑπομονῆς, καί ἀναμφίβολα θά συγχωρεῖς κάθε προσβολή καί κάθε κακό πού θά σοῦ κάνουν.
Ὅταν ἐγώ, λές, θά συγχωρῶ, θ᾿ ἀρχίσουν οἱ ἄλλοι νά μέ κοροϊδεύουν.
Μάθε ὅτι στούς ἀσεβεῖς καί στούς φιλόκοσμους ἡ χριστιανική ζωή καί ἡ διδαχή τοῦ Εὐαγγελίου φαίνεται σκάνδαλο καί μωρία, ἀλλά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι σοφία. Ἐσύ κάνε ὅ,τι διδάσκει τό Εὐαγγέλιο καί ὄχι ὅ,τι ἀρέσει στούς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου.
Ἄς γελοῦν ὅσοι εἶναι ἄξιοι γιά γέλια. Θά ἔρθει ὅμως καιρός πού θά κλάψουν πικρά. Μά τότε θά εἶναι ἀργά. Τότε θά τούς κατατρώει ἡ ἴδια ἡ συνείδησή τους.
Ἀγαπητέ μου χριστιανέ! Τό θέμα εἶναι πολύ σοβάρο. Ἀπ᾿ αὐτό ἐξαρτᾶται ἡ αἰώνια σωτηρία ἤ ἡ αἰώνια καταστροφή μας. Πρόκειται γιά τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν μας· τῶν ἁμαρτιῶν μας, γιά τίς ὁποῖες στενάζουμε καθημερινά. Ἀλλά οἱ στεναγμοί αὐτοί καί τά δάκρυα θ᾿ ἀποβοῦν ἄκαρπα, ἄν δέν συγχωροῦμε τά παραπτώματα τοῦ πλησίον μας.
Ἐδῶ κρύβεται ὅλη ἡ κακότητα, ἡ μικρότητα καί ἡ φτώχεια τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς.
Θέλεις, ἄνθρωπε, νά ἐλεηθεῖς ἀπό τό Θεό, ἀλλά ἐσύ ἀρνεῖσαι νά ἐλεήσεις τόν ὅμοιο συνάνθρωπό σου!
Θέλεις νά σοῦ συγχωρήσει ὁ Θεός τίς ἁμαρτίες σου, ἀλλά ἐσύ ἀρνεῖσαι νά συγχωρήσεις τά πονηρά καί ἄδικα ἔργα, πού τυχόν διέπραξε ὁ συνάνθρωπός σου!
«Ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τούς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καί προσεύχεσθε ὑπέρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καί διωκόντων ὑμᾶς» (Ματθ. Ε΄:44). Αὐτή εἶναι ἄλλη μία ἐντολή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός.
Δέν εἶναι ἀρκετό στούς χριστιανούς ν᾿ ἀγαπᾶνε μόνο ὅσους τούς δείχνουν ἀγάπη, γιατί αὐτό τό κάνουν καί οἱ ἄπιστοι, πού δέν γνωρίζουν τόν ἀληθινό Θεό καί δέν πιστεύουν στό Χριστό. Τί λέει ὁ Κύριος; «Ἐάν γάρ ἀγαπήσητε τούς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, τίνα μισθόν ἔχετε; οὐχί καί οἱ τελῶναι τό αὐτό πιοῦσι; καί ἐάν ἀσπάσησθε τούς φίλους ἡμῶν μόνον, τί περισσόν ποιεῖτε; οὐχί καί οἱ τελῶναι οὔτω ποιοῦσιν;» (Ματθ. Ε΄: 46-47).
Οἱ χριστιανοί πρέπει νά ξεπερνοῦν στήν ἀγάπη τούς ἄπιστους. Τή διαφορά τους μ᾿ αὐτούς, ἀλλά καί τήν τελειότητά τους, ἔτσι θά τή δείχνουν.
Ὁ οὐράνιος Πατέρας μας «τόν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπί πονηρούς καί ἀγαθούς καί βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους» (Ματθ. Ε΄: 45). Σάν παιδιά Του λοιπόν ἐμεῖς οἱ χριστιανοί ἄς Τόν μιμούμαστε. «Γίνεσθε οὖν μιμηταί τοῦ Θεοῦ ὡς τέκνα ἀγαπητά» (Ἐφεσ. Ε΄: 1).
Μοῦ εἶναι ἀδύνατον, ἴσως πεῖς, ν᾿ ἀγαπήσω ἐγώ τούς ἐχθρούς μου καί νά τούς κάνω καλό.
Ἀλλά δέν ἔχεις δίκιο. Γιατί πῶς ἦταν δυνατόν στόν Δαβίδ νά κλαίει γιά τούς ἐχθρούς του πού σκοτώθηκαν, τόν Σαούλ καί τόν Ἀβεσσαλώμ; Τά δάκρυά του δέν εἶναι φανερό σημάδι τῆς ἀγάπης του πρός τούς ἐχθρούς του; Πῶς ἦταν δυνατόν στόν Ἅγιο Στέφανο νά προσεύχεται γιά τούς ἐχθρούς του πού τόν πετροβολοῦσαν – «Κύριε, μή στήσῃς αὐτοῖς τήν ἁμαρτίαν ταύτην»; (Πράξ. Ζ΄: 60). Ἐφόσον ἦταν δυνατόν σ᾿ ὅλους τούς Ἁγίους νά συγχωροῦν, εἶναι κατορθωτό καί ἀπό σένα. Γιατί ἄνθρωποι ἦταν κι ἐκεῖνοι, ὅπως κι ἐσύ. Τήν ἴδια ἀδυναμία πού ἔχεις ἐσύ, εἶχαν κι ἐκεῖνοι.
Τά μικρά παιδιά ὅταν πρωτοπηγαίνουν στό σχολεῖο, διδάσκονται στήν ἀρχή τό ἀλφάβητο, ἔπειτα σιγά-σιγά συλλαβίζουν τίς λέξεις, καί στό τέλος μαθαίνουν νά διαβάζουν ἄνετα. Αὐτό τό δρόμο πρέπει ν᾿ ἀκολουθοῦν καί οἱ χριστιανοί. Πρῶτα νά διδαχθοῦν ν᾿ ἀνταποδίδουν καλό στό καλό· ἔπειτα νά μήν ἀνταποδίδουν τό κακό στό κακό, τήν πικρία στήν πικρία, τήν ἀδικία στήν ἀδικία, οὔτε μέ λόγια οὔτε μέ ἔργα· τέλος, ν᾿ ἀγαποῦν τούς ἐχθρούς τους, νά εὐαρεστοῦν ὅσους τούς μισοῦν καί ν᾿ ἀνταποδίδουν τό καλό στό κακό.
Νά ἡ σκάλα μέ τήν ὁποία οἱ χριστιανοί φτάνουν στήν τελειότητα – στήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς.
Ὁ οὐράνιος Βασιλιάς μᾶς προτρέπει ὄχι μόνο νά συγχωροῦμε ὅσους μᾶς προσβάλλουν, ἀλλά καί ν᾿ ἀγαπᾶμε τούς ἐχθρούς μας. Διαφορετικά μᾶς περιμένει ὁ αἰώνιος θάνατος. «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, ἀλλ᾿ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. Ζ΄: 21).
Τῷ Θεῷ πρέπει κάθε δόξα, τώρα καί πάντοτε καί
στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν !
Ἀπό τό βιβλίο: “ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ”
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ
https://inpantanassis.blogspot.com/