Σελίδες

Τρίτη 31 Μαΐου 2022

Δέν περιμένουμε τίποτε ἀπό μή καθαρούς νόες!



  Γιὰ τὴν κρίση αὐτοῦ τοῦ τόπου, ξεχάσαμε παντελῶς τὴν προσευχή. Ὄχι, τὴν λύση δὲν θὰ τὴν δώσουν οὔτε οἰκονομολόγοι, οὔτε ἄλλες πολιτικὲς δυνάμεις, δὲν μποροῦνε!
Στὴν τραγωδία τοῦ οὐμανισμοῦ καὶ τῆς ἀποστασίας ἀπ΄ τὸν Θεό, δὲν μποροῦνε. Καὶ βαθύτατα τὸ πιστεύω, γιατί αὐτὸ λέει ἡ νηπτική θεωρία, ὅτι τὰ γόνατά μας θὰ λύσουν τὸ πρόβλημα, αὐτὸ κρατῆστε το. Καὶ γι΄ αὐτὸ κάνω αὐτὲς τὶς ὁμιλίες ἐδῶ. Νὰ δώσω ἕνα διέξοδο στὸ ἀδιέξοδο τῆς ψεύτικης ἀναζητήσεως.
Κακῶς λοιπὸν πιστεύουμε ὅτι τὸ ὅλο πρόβλημα θὰ τὸ λύσουν οἱ οἰκονομολόγοι καὶ…οἱ πολιτικοί.
Δὲν περιμένουμε τίποτε ἀπὸ μὴ καθαροὺς νόες!
Ἡ ἱστορία εἶναι στὰ χέρια τοῦ λαοῦ, ὄχι μὲ ἄλλες παρεμβάσεις, τύπου ἐπαναστατικοῦ ἢ ξεσηκωμοῦ. Χρειάζεται πολύ προσευχή. Ἂν δὲν τὸ κάνουμε θὰ εἶναι κρίμα! Ὁ καιρὸς εἶναι μπροστά μας. Καὶ μᾶς τὸν δίνει ὁ Θεὸς γιὰ νὰ μποῦμε δραστικὰ στὴν ἱστορία.

π..Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος
https://proskynitis.blogspot.com/

Ο άνθρωπος ως προσκυνητής



Γιατί έρχεται στον κόσμο αυτόν ο άνθρωπος; Χρειάζεται ο κόσμος τον άνθρωπο; Υπάρχει κάποιος σκοπός στον κόσμο και υπάρχει κάποιος σκοπός για τον άνθρωπο; Απορίες που ανακύπτουν από έναν διαστοχασμό μοναχικό της ύπαρξής μας όλης, απορίες διατρητικές, ανατρεπτικές μιας φαινομενικής τάξης και μιας παράδοξης αλληλουχίας που πληγώνει στα βάθη του τον άνθρωπο, θέτοντάς τον υπό πολλαπλή διερώτηση, απογυμνώνοντας την ασίγαστη προβληματικότητά του.

Μέσα σ’ έναν κόσμο που οφείλεται σε θεία ετοιμασία έρχεται ο καθένας με δάκρυα στα μάτια, για να γνωρίσει, να θαυμάσει, να ζήσει το αρμονικό κάλλος της Δημιουργίας όλης. Τα κάλλος αυτό, το πολύμορφο και πολύτροπο, έχει θεία καταγωγή, είναι κατόρθωμα ιερό. Και τα ίχνη αυτής της ιερότητας έρχεται να γνωρίσει ο άνθρωπος. Για τούτο έρχεται, οφείλει να έρχεται ως προσκυνητής. Να έρχεται, να συμπεριφέρεται και ν’ απέρχεται ως προσκυνητής. Να εμβιώνει, να συμβιώνει και να αποβιώνει ως ευλαβής επισκέπτης, ως προσκυνητής.

Για αιώνες ο άνθρωπος συμπεριφέρθηκε μέσα στον κόσμο έτσι. Έκτισε τις πολιτείες του ακολουθώντας τις θεηγόρες γραμμές των τοπίων του κόσμου. Ύψωσε τα ιερά του εκεί όπου ένιωθε μέσα στον κόσμο την πανέμορφη έξαρση του θείου. Έστησε τα γεφύρια του συνομιλώντας ευλαβικά με τα ποτάμια, χαϊδεύοντας στοργικά την τριγύρω τους φύση. 

Και ύψωσε τείχη μέσα στην ταυτόμορφη αρμονία του τοπίου ενώ στέριωσε τα λιμάνια του εκεί όπου το δάχτυλο του Πλάστη του είχε φανερώσει τους πρόσφορους κόλπους. Δεν είναι τυχαίο που όλα τα παλιά του ανθρώπου έργα μοιάζει να έχουν ψυχή, μοιάζει να λαλούν και από ολόβαθά τους να ψάλλουν την ιερότητα του κόσμου και τα θαυμάσια του Θεού. 

Όπου ο άνθρωπος έπαυε να είναι προσκυνητής του κόσμου και υπέκυπτε στην οίηση, ο κόσμος ο ίδιος ερχόταν και με άκαμπτες, μυστικές δυνάμεις σάρωνε κι τσάκιζε τα έργα αυτά της οίησης.

Ώσπου, στους στερνούς αυτούς δυο αιώνες της οικουμένης η οίηση που υπέβοσκε μέσα στον άνθρωπο κατανίκησε το ήθος του προσκυνητή και τον αναγόρευσε κατακτητή του κόσμου.

Ως κατακτητής, ο άνθρωπος, όπου ζει και απ’ όπου περνά, σαρώνει την ιερότητα του κόσμου κι αναγορεύει τον εαυτό του σε νου της Δημιουργίας όλης. Αυτός που ήλθε για να φύγει, συμπεριφέρεται ως αλαζονικός κληρονόμος που μένει.

Μένει και κατακτά, και μετασχηματίζει, και αλλοιώνει, και ασχημίζει, και γκρεμίζει, και κατατρώγει και την όψη και τα σπλάχνα του κόσμου. Προσπαθεί να απαλείψει την ιερότητα του κόσμου, να σβήσει την σφραγίδα του Θεού, να θέσει αναιδώς την δική του. 

Είναι αδίσταχτος, αδηφάγος, άμοιρος αρμονίας και ομορφιάς, πλάσμα που μένει προσηλωμένο έξω από τον εαυτό του, κοινωνικός και κοινωνικοφανής, επικοινωνιακός και μύχια ακοινώνητος, ένας βάρβαρος που κρατεί στα χέρια του δυνάμεις αβυσσαλέες και τρέφεται με το μίσος, την αντιπάθεια, την διεκδίκηση, την επιθετικότητα, ποτέ με την αγάπη που ξυπνά στη ψυχή η κοινωνία της ιερότητας όλης της Δημιουργίας, την αγάπη του προσκυνητή.

Ο κατακτητής άνθρωπος, σέρνοντας πίσω του τα πιο άσχημα, κακόγουστα, εκτρωματικά, αντιφυσικά, αντικοσμικά έργα του, οδηγείται, σ’ ένα συγκλονιστικό αδιέξοδο: μπορεί να θανατώσει με τις κατακτητικές του δυνάμεις τον κόσμον όλο αλλά δεν μπορεί να αθανατίσει τον εαυτό του. Όσα και όπως και αν βιώσει, τελικά θα αποβιώσει. Και η μνήμη των κατακτητικών του απολαύσεων δεν θα τον συνοδεύσει. 

Ο κατακτητής θα καμφθεί εμπρός στην ιερότητα του θανάτου, όσο και αν έχει τραφεί με την οίηση των κατακτήσεών του, όσο κι αν έχει παραμορφώσει τον κόσμο. 

Ο κόσμος τελικά θα τον θάψει. Και θ’ απλώσει και πάλι πάνω από τα λείψανά του, την θεσπέσια αλουργίδα της ιερότητας της Δημιουργίας, φυτά, άνθη ζωύφια που αντικρίζουμε να μισοντύνουν τ’ αρχαία ερείπια, τα μισογκρεμισμένα κάστρα, τα λησμονημένα γεφύρια,

Αλλά πώς ο γυμνός και τετραχηλισμένος άνθρωπος-κατακτητής θα ενδυθεί αφού δεν προσκύνησε τον κόσμο ετούτο και δεν εβίωσε ως λειτουργός αλλά ως βιαστής του; 

Ποιός θα ενδύσει τον απογυμνωμένο από τον εαυτό του άνθρωπο του καιρού μας; Άφησε τα αλαζονικά του ίχνη στον κόσμο, αλλά ο κόσμος δαμάζει τα πάντα, γιατί μέσα στον κόσμο λειτουργεί άγρυπνος ο χρόνος. 

Μόνον όποιος έρχεται και ζει ως προσκυνητής υπερβαίνει τον χρόνο μέσα στην θεία ιερότητα που νιώθει εντός του βαθιά ως έκσταση και ως ευχαριστία, ως ρυθμό βίου και ως συμμετοχή.

Κ. Τσιρόπουλος- Περιοδικό «ΕΥΘΥΝΗ»
http://inpantanassis.blogspot.com/

Τελειώνοντας η μέρα!



Πέρασε καὶ ἡ σημερινὴ μέρα. Ἐπιστρέψαμε στὰ σπίτια μας μὲ τὸν κόπο τῆς ἐργασίας μας, τὶς ἐντυπώσεις, τὶς ἐμπειρίες καὶ τὰ γεγονότα ποὺ ζήσαμε. Ποικίλα συναισθήματα κατακλύζουν τὸ ἐσωτερικό μας: ἀγωνία, φόβος, ἔνταση, ἀγανάκτηση, λύπη, χαρά, γαλήνη, ἀνάλογα μὲ ὅ,τι ζήσαμε στὴ διάρκεια τῆς μέρας.
Δικαιολογεῖται νὰ ξαποστάσουμε γιὰ λίγο. Νὰ συναντηθοῦμε μὲ τὰ προσφιλὴ πρόσωπα τῶν ἀνθρώπων ποὺ μᾶς περιβάλλουν, νὰ συζητήσουμε, νὰ ἀνταλλάξουμε τὶς σκέψεις μας, νὰ μάθουμε τὰ νέα τους, νὰ δοῦμε τὰ πρόσωπά τους. Μὴ σπεύδουμε ν’ ἀπομονωθοῦμε στὴν παρακολούθηση τῶν γεγονότων τῆς ἡμέρας ἀπὸ τὶς ἐφημερίδες, τὴν τηλεόραση, τὸ Διαδίκτυο. Αὐτὴ ἡ ὀμορφιὰ τῆς ἐπικοινωνίας ξεκουράζει πραγματικὰ καὶ ἀνανεώνει ὅλους. Μὴν τὴ στεροῦμε ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας καὶ τοὺς ἄλλους, ποὺ τὴ θέλουν καὶ τὴν ἔχουν ἀνάγκη.
Κατόπιν ἕνας ἀπολογισμὸς τῆς ἡμέρας, μιὰ ἐξέταση τοῦ ἑαυτοῦ μας, εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴ συνέχιση τῆς πορείας μας. Ἡ μέρα μᾶς ἔδωσε εὐκαιρίες γιὰ πρόοδο, γιὰ μετάνοια. Πῶς τὶς ἐκμεταλλευτήκαμε; Ἔγιναν ὅλα σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ; Πῶς προχώρησε ὁ ἀγώνας μας; Νὰ ἐξετάσουμε τὶς σκέψεις μας, τὶς ἐπιθυμίες μας, τὰ θελήματά μας. Τὴ συμπεριφορά μας πρὸς τοὺς ἄλλους, τὴ διαγωγή μας, τὶς ἐλλείψεις μας, ἀλλὰ καὶ τί μπορούσαμε νὰ κάνουμε καὶ δὲν τὸ κάναμε. Αὐτὴ ἡ αὐτοεξέταση μᾶς βοηθᾶ νὰ διορθωνόμαστε καὶ νὰ προοδεύουμε συνεχῶς.
Καθὼς ὅμως φθάσαμε στὸ τέλος καὶ αὐτῆς τῆς μέρας, αἰσθανόμαστε τὴν ἀνάγκη νὰ μιλήσουμε σ’ Ἐκεῖνον ποὺ σιωπηλά, διακριτικά, στοργικὰ παρακολουθοῦσε τὸ κάθε μας βῆμα καὶ σήμερα. Νὰ ἐπικοινωνήσουμε μὲ τὸν οὐράνιο Πατέρα μας, τὸν ἅγιο Θεό. Ἔχουμε πολλὰ νὰ Τοῦ ποῦμε...
Στὸ πνευματικὸ βιβλίο «Ὁ προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου» ὁ π. Εὐσέβιος Ματθόπουλος συνιστᾶ: «Πρὶν πέσεις νὰ κοιμηθεῖς, νὰ θεωρεῖς ὡς καθῆκον σου ἀπαραίτητο νὰ προσευχηθεῖς, δοξάζοντας καὶ εὐχαριστώντας τὸν Θεό, γιατί μὲ τὴν ἀγαθοσύνη Του καὶ μακροθυμία Του σὲ διατήρησε στὴ ζωὴ μέχρι ἐκείνη τὴν ὥρα...» (σελ. 529).
Ἐπιθυμοῦμε νὰ δοξολογήσουμε Ἐκεῖνον γιὰ τὶς πλούσιες δωρεές Του ποὺ δεχθήκαμε. Γιὰ τὰ ἀγαθά Του ποὺ ἄφθονα ἀπολαύσαμε, ὑλικὰ καὶ πνευματικά. Ἐκεῖνον θὰ εὐχαριστήσουμε γιὰ τὸ δῶρο τῆς ζωῆς, τῆς ὑγείας ποὺ μᾶς χάρισε, γιὰ τὴν οἰκογένεια, γιὰ τὴν ἐργασία, ἀκόμη καὶ γιὰ τὴ δυσκολία ποὺ συναντήσαμε, τὸν πειρασμὸ ποὺ ξεπεράσαμε. Μᾶς φώτισε στὴν ὥρα τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοῦ, μᾶς στήριξε στὴν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ, μᾶς παρηγόρησε στὴ δοκιμασία καὶ σήκωσε μαζί μας τὸν δικό μας σταυρό. Ἀναζητᾶ ἡ ψυχή μας τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ στὴν ἡμέρα καὶ τὴ βρίσκει παντοῦ καὶ συνεχίζει νὰ ἐκφράζει τὴν εὐγνωμοσύνη της, διότι μᾶς διαφύλαξε ἀπὸ σωματικοὺς καὶ ψυχικοὺς κινδύνους, μᾶς εὐεργέτησε μὲ ποικίλους τρόπους.
Ἡ προσευχή μας ὅμως ἐκφράζει καὶ ἱκεσίες, παρακλήσεις πρὸς τὸν Κύριο καὶ Θεό μας. Ἄλλωστε Ἐκεῖνος μᾶς προέτρεψε, «αἰτεῖτε καὶ δοθήσεται, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται» (Ματθ. ζ΄ 7). Τὸν παρακαλοῦμε γιὰ τὶς σωματικὲς καὶ πνευματικές μας ἀνάγκες, Ἐκεῖνον ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς τὶς καλύψει. Μὴ μᾶς στερήσει «τῶν ἀγαθῶν τῆς ἐπουρανίου Του βασιλείας», ἀλλὰ οὔτε τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴν ἐπιβίωσή μας. Ὅλα τὰ ζητοῦμε ἀπὸ Ἐκεῖνον, διότι μόνο Αὐτὸς μπορεῖ νὰ μᾶς τὰ προσφέρει, ἀρκεῖ νὰ τὸ πιστεύουμε καὶ νὰ ἐπιμένουμε στὴν προσευχή.
Ὅμως στὴ βραδινὴ ἐπικοινωνία μας μὲ τὸν Θεὸ δὲν παραλείπουμε ν’ ἀναφέρουμε καὶ τὰ λάθη ποὺ κάναμε στὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας, τὶς ἀδυναμίες τοῦ ἑαυτοῦ μας ποὺ δὲν συγκρατήσαμε, τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράξαμε. Ἔργα καὶ λόγια ποὺ πλήγωσαν, ἀδίκησαν, πίκραναν. Αἰσθανόμαστε τὴν ἐνοχή μας καὶ μὲ ταπεινωμένη ψυχὴ καὶ συντριβὴ καρδίας ζητοῦμε τὴ συγχώρηση. Παλέψαμε στὸ στίβο, ἴσως μᾶς πλήγωσαν «τὰ πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ», γι’ αὐτὸ καταφεύγουμε στὸν φιλάνθρωπο Κύριο καὶ ζητοῦμε τὸ ἄπειρο ἔλεός Του.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος μᾶς παροτρύνει σχετικά: «Ὅπως ἀκριβῶς τὸ σῶμα καθαρίζεται μὲ τὸ νερό, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ καθαρίζεται μὲ τὴν προσευχή. Πολλὰ εἴδη κακίας ὑπάρχουν στὴν ψυχή. Αὐτὰ ἂς τὰ ἀπομακρύνουμε μὲ τὴν προσευχή μας» (Ὁμιλία εἰς τὸν Ε΄ Ψαλμόν, ΕΠΕ 5, 217).
Έτσι τελειώνει μιὰ ἀκόμη μέρα ποὺ μᾶς φέρνει ὅλο καὶ πιὸ κοντὰ στὸ τέλος τῆς ζωῆς μας. Ἂς τὸ σκεφτόμαστε καὶ ἂς ἀγωνιζόμαστε νὰ τὴ ζοῦμε ὅσο γίνεται πιὸ θεάρεστα. Γιὰ νὰ μᾶς βρίσκει τὸ τέλος τῆς κάθε μέρας μας μὲ τὴ συνείδησή μας ἤρεμη πὼς προσπαθήσαμε νὰ πράξουμε αὐτὸ ποὺ μπορούσαμε, πὼς ἀγωνισθήκαμε μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. 
Καὶ τώρα μὲ εἰρήνη ψυχῆς θὰ κατακλιθοῦμε, γιὰ ν’ ἀντλήσουμε δυνάμεις γιὰ τὴν ἑπόμενη μέρα, τὴν ἑπόμενη μάχη, «τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν».

http://inpantanassis.blogspot.com/

Κλείνουν τον ουρανό



Η ζήλεια και ο φθόνος είναι αιτία κάθε κακού και εχθρός κάθε καλού. 
Απ’ αυτή την αιτία ο Κάιν φόνευσε τον Άβελ, ο Ησαύ θέλησε να εξοντώσει τον Ιακώβ, ο Σαούλ καταδίωξε τον Δαβίδ. 
Η ζήλεια και ο φθόνος τυφλώνουν τον νου, αμαυρώνουν την ψυχή, σκοτίζουν τη συνείδηση, θλίβουν τον Θεό, χαροποιούν τους δαίμονες, κλείνουν τον ουρανό, ανοίγουν την κόλαση.

Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ
http://inpantanassis.blogspot.com/

Όταν σου έλθει θυμός κλείσε το στόμα δυνατά



Γράφεις για το θυμό στην καρδιά του ανόητου. Ο θυμός από μόνος του, είναι φυσικός. Όπως τα νεύρα στο σώμα. Είναι και αυτός νεύρο ψυχής. Και οφείλει να τον μεταχειρίζεται ο καθένας εναντίον των δαιμόνων, ανθρώπων αιρετικών, και σε όσους τον εμποδίζουν από το δρόμο του Θεού. 
Εάν δε θυμώνεις κατά των ομοψύχων αδελφών ή γίνεσαι έκτος εαυτού, χαλάς τα έργα των χεριών σου, γνώριζε ότι πάσχεις από κενοδοξία και κάνεις παράχρηση του νεύρου της ψυχής. Απαλλάσσεσαι δε με την αγάπη προς όλους και την αληθινή ταπεινώση.
Γι’ αυτό, όταν σου έλθει θυμός κλείσε το στόμα δυνατά και μη μιλήσεις σ’ αυτόν που σε βρίζει ή σε ατιμάζει ή σε ελέγχει ή με πολλούς τρόπους και χωρίς λόγο σε πειράζει.
Και αυτός σαν το φίδι θα στρίψει μέσα στην καρδιά, θα ανέβει μέχρι το λαιμό, και αφού δεν θα του δώσεις διέξοδο θα πνιγεί και θα σκάσει. Και, όταν αυτό επαναληφθεί λίγες φορές, θα λιγοστέψει και θα πάψει τελείως.
Επειδή ο άνθρωπος είναι πλασμένος λογικός και ήμερος, διορθώνεται ασυγκρίτως καλύτερα με την αγάπη και τον ήμερο τρόπο, παρά με το θυμό και τη αγριότητα.
Αυτό το βρήκα και εγώ μετά από πολλή και μεγάλη δοκιμασία. Με το καλό και με την αγάπη μπορείς να κάνεις πολλούς να ημερέψουν, Και αν κανείς είναι καλοπροαίρετος, τον κάνεις γρήγορα να συμμορφωθεί, να γίνει Άγγελος του Θεού.
Λοιπόν αυτό λέω σε σένα και σε όλους. Ποτέ με θυμό μη ζητάτε να διορθώνεσθε, διότι πειρασμός τον πειρασμό δεν βγάζει· αλλά με ταπείνωση και αγάπη ειλικρινή. Όταν βλέπεις ότι υπάρχει θυμός, άφησε προς στιγμήν την διόρθωση. Και όταν δεις ότι πέρασε ο θυμός και ήλθε ειρήνη και λειτουργεί χωρίς πάθος η διάκριση, τότε λες τα ωφέλιμα.
Ποτέ δεν είδα εγώ να γίνει διόρθωση με θυμό, αλλά πάντοτε με αγάπη. Τότε και ο νουθετούμενος θυσιάζεται. Λοιπόν έτσι να κάνετε. Πάρε παράδειγμα από τον ίδιο τον εαυτό σου. Πότε ημερεύεις; Με τις ύβρεις, ή με την αγάπη;
Και δεν θαυμάζεις τον λόγο που λέγει εκείνος ο Άγιος στο Γεροντικό «ότι ο θυμώδης και οργίλος άνθρωπος, και νεκρόν ακόμη εάν αναστήσει, δεν είναι δεκτός στη Βασιλεία του Θεού»!
Λες ότι σέβεσαι τους λόγους μου. Δοκίμασε λοιπόν εάν αληθεύει αυτό, να κάνεις αυτά που σου γράφω. Πνίξε το πάθος, όταν έλθει να σε πνίξει αυτό. Κράτα το φίδι μέσα κλειστό μια και δύο και πολλές φορές, και αμέσως θα βρεις το δρόμο της χαράς και της νίκης. Και τότε θα ενεργήσουν αμέσως οι προσευχές που κάμνω για σένα. Και αφού νικηθεί η μητέρα, καταπίπτει όλο το σμήνος των θυγατέρων, που γεννά ο θυμός.
Διότι τα κύρια πάθη, που γεννούν όλα τα άλλα, είναι θυμός και επιθυμία,
Λοιπόν, πνίξε με όλη σου τη δύναμη το θυμό, κάθε στιγμή που θα κινηθεί, και θα τον βρεις την επομένη φορά πιο ασθενέστερο. Και πάλιν εξακολούθησε να τον κτυπάς και να του κόβεις το κεφάλι -όταν τον δεις να σηκώνει κεφάλι· και σε λίγο θα δημιουργηθεί η αταραξία που είναι ο καρπός της μακροθυμίας. Μετά ακολουθεί ειρήνη και χάρις, και όλα τα άλλα αγαθά.
Αντιστάσου λοιπόν με αντίρρηση. Μην αφήνεις τους λογισμούς να εισέρχονται, αλλά πολέμησε με την προσευχή. Πολέμησε με ανδρεία και όχι με χαυνότητα. Και αμέσως παραλύουν. Και κάνοντας έτσι θα ανθήσει το άνθος της καθαρότητας και αγνείας, και θα χαίρεται η ψυχή σου χαρά ανεκλάλητη και θα έχεις πληροφορία ότι από τώρα σου ετοιμάσθηκε τόπος της αναπαύσεως.

Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού
(«Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», εκδ, Ι.Μ. Φιλοθέου, Άγ. Όρος - αποσπάσματα σε νεοελληνική απόδοση)
http://inpantanassis.blogspot.com/

Με το καλό και με την αγάπην μπορείς να κάμεις πολλούς να ημερέψουν



«Ο θυμός καθ’ εαυτόν είναι φυσικός. Όπως τα νεύρα στο σώμα. Είναι και αυτός νεύρον ψυχής και οφείλει να τον μεταχειρίζεται ο καθείς εναντίον των δαιμόνων, ανθρώπων αιρετικών, και παντός κωλύοντος από την όδόν του Θεού. 
Εάν δε θυμώνεις κατά των ομοψύχων αδελφών ή, εκτός εαυτού γενόμενος, χαλάς τα έργα των χειρών σου, γίνωσκε ότι κενοδοξίαν νοσείς και κάμνεις παράχρησιν του νεύρου της ψυχής. Απαλλάττεσαι δε διά της αγάπης προς πάντας και αληθούς ταπεινώσεως.
Διά τούτο όταν σοι έλθει θυμός κλείσε το στόμα σου δυνατά και μη ομιλήσεις εις τον υβρίζοντα ή ατιμάζοντα ή ελέγχοντα ή πολυειδώς σε πειράζοντα άνευ λόγου.
Ο άνθρωπος είναι πλασμένος ήμερος και λογικός και επομένως ο θυμός δεν αρμόζει ουδέποτε εις την φύσιν του, ενώ με την αγάπην πάντοτε ευδοκιμεί και υποτάσσεται. Με το καλό και με την αγάπην μπορείς να κάμεις πολλούς να ημερέψουν και αν κανείς είναι καλοπροαίρετος, τον κάμνεις ογλήγορα να συμμορφωθεί, να γένη Άγγελος Θεού».
«Μη ζητήσεις ποτέ σου να ευρείς το δίκαιον, διότι τότε έχεις το άδικον. Αλλά μάθε να υπομένεις ανδρείως τους πειρασμούς, οιουσδήποτε και αν επιτρέψει ο Κύριος. Χωρίς πολλές δικαιολογίες να λέγεις «Ευλόγησον»! Και χωρίς να σφάλλεις να μετανοείς ότι έσφαλες. Εν επιγνώσει ψυχής και όχι απ’ έξω, δι΄ έπαινον, να λέγεις πως έσφαλες και μέσα να κατακρίνεις. 
Μη ζητάς εις τις θλίψεις σου παράκληση από τους ανθρώπους, διά να παρακληθείς από τον Θεόν. Μη νομίζεις ανάπαυσιν οπόταν ομιλήσεις, εάν ζητήσεις να ευρείς το δίκαιον. Το δίκαιον είναι να υπομείνεις ανδρείως τον επερχόμενον πειρασμόν διά να βγης νικητής καν έπταισες ή δεν έπταισες. Ει δε και λέγεις «μα διατί;» μάχεσαι τον Θεόν, τον αποστείλαντα λυπηρά διά την εμπαθή σου κατάσταση».

Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού-διδασκαλίες, «Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας», 
εκδ. Ι.Μ. Φιλοθέου – Αγ. Όρος
http://inpantanassis.blogspot.com/

Άγιος Ερμείας



Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.
Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 - 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων: «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».
Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε, αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά τον αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Τῌ ΤΡΙΤῌ ΤΗΣ ΣΤ΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
ιβ΄ 19 - 36
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ συμβούλιον ἔποίησαν οἱ Φαρισαῖοι κατὰ τοῦ Ἰησοῦ καὶ εἶπον πρὸς ἑαυτούς· Θεωρεῖτε ὅτι οὐκ ὠφελεῖτε οὐδέν; ἴδε ὁ κόσμος ὀπίσω αὐτοῦ ἀπῆλθεν. 20 Ἦσαν δέ τινες Ἕλληνες ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ. 21 οὗτοι οὖν προσῆλθον Φιλίππῳ τῷ ἀπὸ Βηθσαϊδὰ τῆς Γαλιλαίας, καὶ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· Κύριε, θέλομεν τὸν Ἰησοῦν ἰδεῖν. 22 ἔρχεται Φίλιππος καὶ λέγει τῷ Ἀνδρέᾳ, καὶ πάλιν Ἀνδρέας καὶ Φίλιππος καὶ λέγουσι τῷ Ἰησοῦ· 23 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀπεκρίνατο αὐτοῖς λέγων· Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. 24 ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει· ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ, πολὺν καρπὸν φέρει. 25 ὁ φιλῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἀπολέσει αὐτήν, καὶ ὁ μισῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ, εἰς ζωὴν αἰώνιον φυλάξει αὐτήν. 26 ἐὰν ἐμοί διακονῇ τις, ἐμοὶ ἀκολουθείτω, καὶ ὅπου εἰμὶ ἐγὼ, ἐκεῖ καὶ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται· καὶ ἐάν τις ἐμοὶ διακονῇ, τιμήσει αὐτὸν ὁ πατήρ. 27 Νῦν ἡ ψυχή μου τετάρακται, καὶ τί εἴπω; Πάτερ, σῶσόν με ἐκ τῆς ὥρας ταύτης. ἀλλὰ διὰ τοῦτο ἦλθον εἰς τὴν ὥραν ταύτην. 28 πάτερ, δόξασόν σου τὸ ὄνομα. ἦλθεν οὖν φωνὴ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ· Καὶ ἐδόξασα καὶ πάλιν δοξάσω. 29 ὁ οὖν ὄχλος ὁ ἑστὼς καὶ ἀκούσας ἔλεγε βροντὴν γεγονέναι· ἄλλοι ἔλεγον· Ἄγγελος αὐτῷ λελάληκεν. 30 ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς καὶ εἶπεν· Οὐ δι' ἐμὲ αὕτη ἡ φωνὴ γέγονεν, ἀλλὰ δι' ὑμᾶς. 31 νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου, νῦν ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου ἐκβληθήσεται ἔξω· 32 κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτόν. 33 τοῦτο δὲ ἔλεγεν σημαίνων ποίῳ θανάτῳ ἤμελλεν ἀποθνήσκειν. 34 ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ ὄχλος· Ἡμεῖς ἠκούσαμεν ἐκ τοῦ νόμου ὅτι ὁ Χριστὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ πῶς σὺ λέγεις, δεῖ ὑψωθῆναι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου; τίς ἐστιν οὗτος ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου; 35 εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Ἔτι μικρὸν χρόνον τὸ φῶς μεθ' ὑμῶν ἐστι· περιπατεῖτε ἕως τὸ φῶς ἔχετε, ἵνα μὴ σκοτία ὑμᾶς καταλάβῃ· καὶ ὁ περιπατῶν ἐν τῇ σκοτίᾳ οὐκ οἶδεν ποῦ ὑπάγει. 36 ἕως τὸ φῶς ἔχετε, πιστεύετε εἰς τὸ φῶς ἵνα υἱοὶ φωτὸς γένησθε.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (κ. Παναγιώτη Τρεμπέλα)
19 Μετά λοιπόν ἀπό τόν ἐνθουσιασμό αὐτό τοῦ λαοῦ εἶπαν οἱ Φαρισαῖοι μεταξύ τους: Βλέπετε ὅτι δέν κερδίζετε τίποτε μέ τό νά περιμένετε καί νά ἀναβάλλετε τή σύλληψή του; Νά τώρα, ὅλος ὁ λαός ἐγκατέλειψε ἐμᾶς καί ἀκολούθησε αὐτόν.
20 Ἀνάμεσα σ΄ ἐκείνους πού συνήθως ἀνέβαιναν στά Ἱεροσόλυμα γιά νά προσκυνήσουν κατά τήν ἑορτή τοῦ Πάσχα ἦταν τότε καί μερικοί Ἕλληνες προσήλυτοι.
21 Αὐτοί λοιπόν ἦλθαν στόν Φίλιππο πού ἦταν ἀπό τή Βηθσαϊδά τῆς Γαλιλαίας καί τόν παρακαλοῦσαν λέγοντας: Κύριε, θέλουμε νά δοῦμε ἰδιαιτέρως τόν Ἰησοῦ καί νά μιλήσουμε μαζί του. 
22 Κι ἐπειδή ὁ Φίλιππος δίσταζε νά τό ἀναγγείλει αὐτό στό Διδάσκαλο, ἦλθε καί τό ἀνακοίνωσε στόν Ἀνδρέα, πού ἦταν συμπολίτης του καί μαθητής τοῦ Κυρίου. Καί ὁ Ἀνδρέας πάλι μαζί μέ τόν Φίλιππο λένε στόν Ἰησοῦ ὅτι κάποιοι Ἕλληνες προσήλυτοι θέλουν νά τόν δοῦν.
23 Ὁ Ἰησοῦς τότε τούς ἀποκρίθηκε: Ἦλθε ἡ ὥρα πού ὅρισε ὁ Θεός, σύμφωνα μέ τό προκαθορισμένο σχέδιό του, γιά νά δοξασθεῖ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου μέ τό θάνατό του καί τήν Ἀνάληψή του, ὁπότε καί θά ἀναγνωρισθεῖ ὡς Μεσσίας καί ἀπό τούς ἐθνικούς.
24 Ἀληθινά σᾶς λέω, ἐάν τό μικρό σπυρί τοῦ σιταριοῦ δέν πέσει στή γῆ καί δέν σαπίσει μέσα στό χῶμα, μένει ἁπλῶς ἕνας μόνο σπόρος καί δέν πολλαπλασιάζεται. Ἐάν ὅμως μέ τή σπορά του στή γῆ πεθάνει καί ταφεῖ, βγάζει πολύ καρπό. Ἔτσι κι ἐγώ, ἐάν πεθάνω, ὅπως ὁ Πατέρας μου ὅρισε, θά καρποφορήσω τή σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
25 Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ τή ζωή του καί ἀποφεύγει τό θάνατο πού τοῦ ἐπιβάλλει ἡ ὑπακοή του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά τήν χάσει στήν αἰώνια βασιλεία. Κι ἐκεῖνος πού γιά τό θέλημα τοῦ Θεοῦ περιφρονεῖ καί μισεῖ τή ζωή του στόν κόσμο αὐτό, θά τήν διατηρήσει καί θά τήν φυλάξει, γιά νά ἀπολαύσει τήν αἰώνια ζωή τοῦ μέλλοντος.
26 Ἐάν κανείς μέ ὑπηρετεῖ καί εἶναι μαθητής μου, ἄς μιμεῖται τό παράδειγμά μου κι ἄς μέ ἀκολουθεῖ στήν ὁδό τῆς αὐταπαρνήσεως. Καί ὅπου εἶμαι ἐγώ, τώρα βέβαια κακοπαθώντας καί θυσιαζόμενος, στό μέλλον ὅμως δοξαζόμενος στούς οὐρανούς, ἐκεῖ θά εἶναι καί ὁ δικός μου διάκονος. Πρέπει λοιπόν κι αὐτός νά εἶναι πρόθυμος σέ θυσίες ἐδῶ, γιά νά δοξάζεται μαζί μου στή βασιλεία μου. Κι ἄν κανείς μέ ὑπηρετεῖ, θά τόν τιμήσει καί θά τόν δοξάσει ὁ Πατήρ στήν αἰωνιότητα.
27 Τώρα πού ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μου πλησίασε, ἡ ψυχή μου ἔχει ταραχθεῖ ἀπό τήν ἀγωνία πού φυσικῶς αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος ὅταν ἀντιμετωπίζει τό θάνατο. Τί νά πῶ λοιπόν; Πατέρα μου, σῶσε με καί ἀπάλλαξέ με ἀπό τή σκληρή αὐτή ὥρα τοῦ μαρτυρικοῦ μου θανά­του. Ἀλλά ἀκριβῶς γι’ αὐτό ἔφτασα μέ ἐγκαρτέρηση καί αὐταπάρνηση μέχρι τήν ὥρα αὐτή, γιά νά ὑποστῶ δηλαδή τόν θάνατο αὐτόν, καί αὐτό ὑπῆρξε ὁ ὅλος σκοπός τῆς ζωῆς μου. Θά πῶ λοιπόν αὐτό:
28 Πάτερ, ὁτιδήποτε κι ἄν πρόκειται νά πάθω, φέρε ἐσύ σέ αἴσιο τέλος τό ἔργο τῆς σωτηρίας καί ἀπολυτρώσεως τῶν ἀνθρώπων καί δόξασε ἔτσι τό ὄνομά σου. Τότε ἦλθε ὡς ἀπάντηση στήν ἐπίκληση αὐτή τοῦ Ἰησοῦ μιά φωνή ἀπό τόν οὐρανό πού ἔλεγε: Τό ὄνομά μου τό δόξασα μέ τή δράση σου μέχρι τώρα ἀνάμεσα στόν Ἰσραήλ, καί θά τό δοξάσω καί πάλι μέ τό ἔνδοξο Πάθος σου καί τήν Ἀνάστασή σου καί μέ τήν ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου στά ἔθνη.
29 Μετά λοιπόν ἀπό τή φωνή αὐτή, ὁ πολύς λαός πού στεκόταν ἐκεῖ καί ἄκουσαν τόν ἦχο της χωρίς ὅμως νά ξεχωρίσουν καί τά λόγια, ἔλεγαν ὅτι ἔγινε βροντή. Ἄλλοι ἔλεγαν ὅτι ἕνας ἄγγελος τοῦ μίλησε.
30 Ὁ Ἰησοῦς τότε τούς ἀποκρίθηκε: Δέν ἔγινε ἡ φωνή αὐτή γιά μένα, πού γνωρίζω πόσο πολύ μέ ἀγαπᾶ ὁ Πατέρας μου, ἀλλά γιά σᾶς· γιά νά πληροφορηθεῖτε ὅτι αὐτός μέ ἔχει ἀποστείλει στόν κόσμο.
31 Τώρα πού θά μέ δοῦν οἱ ἄνθρωποι περιφρονημένο καί σταυρωμένο, θά κριθεῖ ὁ κόσμος αὐτός καί θά χωρισθοῦν οἱ πιστοί ἀπό τούς ἀπίστους. Τώρα ὁ ἄρχοντας τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ὁ σατανάς, θά πεταχθεῖ ἔξω ἀπό τό κράτος του καί θά χάσει τήν ἐξουσία του.
32 Ἀντίθετα ὅμως ἐγώ, ὅταν ὑψωθῶ μέ τό σταυρό ἀπό τή γῆ καί ἀναληφθῶ στούς οὐρανούς, θά ἀποσπάσω ἀπό τή δουλεία τοῦ διαβόλου καί θά ἑλκύσω κοντά μου ὅλους τούς ἀνθρώπους· ὄχι μόνο τούς Ἰουδαίους, ἀλλά καί τούς Ἕλληνες πού θά πιστέψουν σέ μένα.
33 Καί ἔλεγε τά λόγια αὐτά γιά τήν ὕψωσή του ἀπό τή γῆ, ὑποδεικνύοντας ἔτσι συνεσκιασμένα μέ ποιό εἶδος θανάτου θά πέθαινε.
34 Τότε τό πλῆθος τοῦ λαοῦ τοῦ ἀποκρίθηκε: Ἐμεῖς ἔχουμε ἀκούσει ἀπό τήν ἀνάγνωση τοῦ νόμου πού γίνεται στίς συναγωγές ὅτι ὁ Χριστός θά ζήσει αἰώνια καί δέν θά πεθά­νει ποτέ. Καί πῶς ἐσύ λές ὅτι πρέπει νά ὑψωθεῖ πάνω στό σταυρό καί νά πεθάνει ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου; Ποιός εἶναι αὐτός ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου γιά τόν ὁποῖο μιλᾶς;
35 Μετά ἀπό τήν ἐρώτησή τους αὐτή τούς εἶπε ὁ Ἰησοῦς: Λίγο καιρό ἀκόμη θά μ’ ἔχετε μαζί σας, ἐμένα πού εἶμαι τό φῶς τοῦ κόσμου. Γιά ὅσο λοιπόν διάστημα ἔχετε τό φῶς ἀνάμεσά σας, περπατᾶτε κάτω ἀπό τήν ὁδηγία του καί τό φωτισμό του, γιά νά μή σᾶς κατακυριεύσει τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας καί τῆς πλάνης. Διότι ἐκεῖνος πού περπατάει στό σκοτάδι, δέν ξέρει ποῦ πηγαίνει.
36 Ὅσο ἀκόμη ἔχετε ἀνάμεσά σας ἐμένα, πού εἶμαι τό φῶς, πιστεύετε στό φῶς καί ἀναγνωρίστε ὅτι ἐγώ εἶμαι τό φῶς, γιά νά γίνετε παιδιά τοῦ φωτός, ὁλόκληροι φωτισμένοι ἀπό τό φῶς τῆς ἀλήθειας καί τῆς ἁγιότητος. Αὐτά εἶπε ὁ Ἰησοῦς, καί ἀφοῦ ἀναχώρησε ἀπό τό ἱερό καί τά Ἱεροσόλυμα, κρύφτηκε ἀπ’ αὐτούς, γιά νά μήν ἐρεθίζονται περισσότερο ἀπό τήν παρουσία του.

 (Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ - ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ¨Ο ΣΩΤΗΡ¨»)

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



 «Τέτοιος είναι ο φθόνος. Δεν ανέχεται να βλέπει την ευτυχία των άλλων, διότι νομίζει ότι η ευτυχία του πλησίον είναι δική του συμφορά και λιώνει για όλα τα καλά του πλησίον του». 

Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομου

Δευτέρα 30 Μαΐου 2022

Τα λόγια είναι εύκολα αλλά άχρηστα όταν βρίσκεσαι μπροστά σε μυστήρια.



  Πολλοί πιστεύουν και θρησκεύουν συνειδητά και σ' αυτό συντελεί φυσικά και η δοκιμασία τους. Άνθρωποι που πονούν και ταλαιπωρούνται για χρόνια δηλώνουν ότι κατάφεραν να ανακαλύψουν τον βαθύτερο εαυτό τους καθώς και το πρόσωπο του Χριστού.
 Εκεί που δημιουργούνται εύλογα ερωτήματα όμως είναι με τη διανοητική καθυστέρηση. Ίσως φανεί παράδοξο αλλά πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους αναπτύσσουν βαθιά θρησκευτικότητα. Φαίνεται διότι εμπιστεύονται το Θεό σαν παιδιά, δεν παρεμβάλλουν τις διανοητικές επιφυλάξεις και τις νευρώσεις που αναπτύσσουμε εμείς οι υγιείς.
 Το ίδιο και με την ηθική: είχε γραφτεί ότι κατά τους ειδικούς ολυμπιακούς αγώνες ένας αθλητής σταμάτησε και σήκωσε έναν συναθλητή του που είχε πέσει. Γι' αυτόν δεν λειτουργούσαν δύο ηθικές στάσεις, μια στην καθημερινή ζωή και μία για την ώρα του ανταγωνισμού.

  Κάποτε λειτουργούσα σε μία πόλη για πρώτη φορά αναπληρώνοντας τον εφημέριο και ένας ενήλικος με σύνδρομο Ντάουν στεκόταν κοντά μου στο ιερό. Μου έκανε εντύπωση ότι και στο «Πιστεύω» και στο «Πάτερ ημών» πλησίασε στην Αγία Τράπεζα και απήγγειλε (ή τουλάχιστον προσπαθούσε) και αυτός, με έκδηλη αφοσίωση στο πρόσωπό του. Κατόπιν επανερχόταν στη θέση του. Αισθάνθηκα πως έτσι δήλωνε με τις δικές του δυνάμεις ότι αποτελούσε μέλος του σώματος του Χριστού.

Τα λόγια είναι εύκολα αλλά άχρηστα όταν βρίσκεσαι μπροστά σε μυστήρια. Πράγματι ο Θεός φαίνεται ανίσχυρος μπροστά στις ατέλειες της ανθρώπινης φύσης. Δεν πρόκειται όμως για αληθινή αδυναμία αλλά για μυστηριώδη συστολή της δυνάμεως Του κατά το πρότυπο του Χριστού. Αδύναμος φάνηκε ο Θεός Πατέρας όταν δεν προφύλαξε τον Υιό Του από ατιμωτικό θάνατο. Αδύναμος φάνηκε κατά τα ανθρώπινα φάνηκε και ο Υιός την ώρα εκείνη. Και η τελική έκβαση είναι να εμφανίζεται «γεμάτος από μώλωπες και εν τούτοις πανίσχυρος».

Τα ερωτήματα αυτά θα απαντηθούν στη Βασιλεία του Θεού, όπου ποιος ξέρει πως θα μας εμφανιστούν τα άτομα με ειδικές ανάγκες! Το μόνο που καλούμαστε να κάνουμε εμείς εν το μεταξύ είναι να σηκώνουμε λίγο βάρος, όσο μπορούμε, από τον Σταυρό του Χριστού. Ανακουφίζοντας αυτούς ανακουφίζουμε τον Ίδιο.

π. Βασίλειος Θερμός
Διαδρομές αγάπης και γνώσης
εκδόσεις Αρχονταρίκι
https://proskynitis.blogspot.com/

ΙΕΡΑ ΑΓΡΥΠΝΙΑ



Στην Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη, την Τρίτη 31 Μαΐου 2022 και ώρα 20.00 μ.μ. θα τελεστεί ιερά Αγρυπνία επί τη Αποδόσει της εορτής του Πάσχα.

Εκ της Ιεράς Μονής

«Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΗΝ ΑΣΤΡΑΠΗ!»



«Βρέθηκα στον Ευαγγελισμό. Με απασχολούσε το θέμα της ψυχικής μου ανετοιμότητος. Σε μία επίσκεψη του πνευματικού μου (σημ.: του μακαριστού Γέροντος Επιφανίου Θεοδωροπούλου) του είπα: Προσεύχομαι στον Θεό να μου δώσει λίγα χρόνια ζωής, για να μετανοήσω. Κι εκείνος μου απήντησε: Δεν χρειάζονται χρόνια, η μετάνοια είναι σαν την αστραπή» (Κ. Γιαννιτσιώτη, Κοντά στον Γέροντα Πορφύριο).
Ο μακαριστός συγγραφέας σχετιζόταν ιδιαιτέρως με τον όσιο Πορφύριο τον καυσοκαλυβίτη – γι’ αυτόν έγραψε και το βιβλίο του -, αλλά και με τον μεγάλο και σοφό μακαριστό Γέροντα των Αθηνών, όπως έχει χαρακτηριστεί, Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο. Κατ’ ακρίβεια, ο Γέρων Επιφάνιος παρέπεμψε το πνευματικοπαίδι του στον μεγάλο όσιο, προκειμένου να τον συμβουλεύεται για διάφορα κρίσιμα προβλήματα της ζωής του που και ο ίδιος ως πνευματικός ήθελε την επιβεβαίωση, λέγοντάς του μάλιστα ότι «για το συγκεκριμένο θέμα που μου αναφέρεις ισχύει αυτό που σου λέω, μέχρις ότου ο Γέρων Πορφύριος σου πει κάτι διαφορετικό. Αυτό που θα σου πει θα είναι και το τελικό, οπότε θα διαγράψεις ό,τι ίσως άλλο σου έχω υποδείξει εγώ». Και πράγματι, υπακούοντας στον πνευματικό του ο συγγραφέας γνωρίστηκε με τον άγιο Πορφύριο, σε βαθμό τέτοιο που από τις σημειώσεις του μετά τις συναντήσεις τους, τις οποίες γνώριζε ο διορατικός μεγάλος όσιος, απήρτισε ογκώδες βιβλίο – μία σπουδαία κατάθεση  μαρτυριών για τον μεγάλο άγιο – που εξέδωσε προ ετών το Ιερό Ησυχαστήριό του.
Στο παραπάνω απόσπασμα του βιβλίου το βάρος πέφτει στην απάντηση του σοφού Γέροντος Επιφανίου. Με προβλήματα υγείας ο συγγραφέας βρέθηκε στον Ευαγγελισμό καθ’ υπόδειξη του οσίου Πορφυρίου. Ενόψει μιας πιθανής άσχημης εξέλιξής του ο συγγραφέας βιώνει την αγωνία ενός μελλοθάνατου – επέκειτο «εγκεφαλικό», το οποίο πέρασε τελικά ανώδυνα με τις ευχές του οσίου. Και ο προβληματισμός του γι’ αυτό ήταν η «ψυχική του ανετοιμότητα». Καταλαβαίνει ότι δεν έχει ολοκληρώσει τη μετάνοιά του – και ποιος μπορεί να πει ότι την έχει ολοκληρώσει, όταν και μεγάλοι όσιοι προσεύχονταν μέχρι την τελευταία τους στιγμή να τους δώσει χρόνο μετανοίας ο Κύριος; - οπότε η προσευχή του ήταν να του δώσει «λίγα χρόνια ζωής ο Κύριος για να μετανοήσει». Η απάντηση του Γέροντος Επιφανίου μοιάζει απρόσμενη: η μετάνοια δεν θέλει πολλά ή έστω λίγα χρόνια για να υπάρξει˙ «είναι σαν την αστραπή»!
Δεν φαίνεται να μην αποδέχεται στην ουσία ο μεγάλος Επιφάνιος την προσευχή του πνευματικού του τέκνου – η μετάνοια πράγματι θέλει χρόνο για να βιωθεί. Η ίδια η Γραφή αποκαλύπτει ότι η δωρεά του χρόνου από τον Θεό στον άνθρωπο γίνεται ακριβώς για να μετανοήσει. «Έδωκα χρόνον ίνα μετανοήση» (Αποκ. Ιωάν.). Ο απόστολος Πέτρος παρομοίως τονίζει στην Β΄ καθολική επιστολή του ότι ο Κύριος μακροθυμώντας απέναντί μας παρατείνει τον χρόνο της Δευτέρας Του παρουσίας με σκοπό όλοι οι άνθρωποι ει δυνατόν «χωρήσαι εις μετάνοιαν» - η κάθε ημέρα μας αποτελεί και μία «παράταση» χρόνου για μετάνοια ενόψει του και πάλι ερχομού Του. Το ίδιο σημειώνει και ο απόστολος Παύλος («το χρηστόν του Θεού εις μετάνοιαν άγει»), ενώ ο ίδιος ο Κύριος ξεκινά τη δημόσια δράση Του με αυτήν ακριβώς την προτροπή: «Μετανοείτε, γιατί έφτασε η Βασιλεία του Θεού». Χρόνος λοιπόν και μετάνοια συνδέονται αρρήκτως μεταξύ τους, σαφώς το γνωρίζει ο Γέρων πνευματικός, γι’ αυτό και φαίνεται παράδοξη η παρατήρησή του στο πνευματικό του τέκνο.
Δεν είναι όμως καθόλου παράδοξα τελικώς τα πράγματα. Γιατί και το ένα ισχύει και το άλλο. Και η μετάνοια είναι γεγονός «σαν αστραπή», με την έννοια ότι ο Κύριος βλέποντας την όποια ρωγμή στην καρδιά του ανθρώπου, τον οποιονδήποτε στεναγμό του δηλαδή για τα κακώς κείμενα της ζωής του, προσφέρει την ακτίνα της ενέργειάς Του να εισέλθει σ’ αυτήν και να την φωτίσει ώστε να κλάψει για την όποια βρωμιά της πλένοντάς την και να στραφεί με πόθο προς Εκείνον – ό,τι συνέβη με τον άσωτο της παραβολής: «εις εαυτόν ελθών» και «αναστάς πορεύσομαι προς τον Πατέρα μου»˙ αλλά επίσης είναι γεγονός που απαιτεί χρόνο, με την έννοια όπως είπαμε ότι την κάθε στιγμή ο πιστός που μετανοεί την αξιοποιεί ακριβώς για να επιβεβαιώνει τη μετάνοιά του και να τη βαθαίνει και να την επεκτείνει. Έτσι κι αλλιώς η πορεία του ανθρώπου στη γη, αν είναι πιστός, είναι «εκ πίστεως εις πίστιν» που θα πει «εκ μετανοίας εις μετάνοιαν καθαράν» - η μετάνοια αποδεικνύει ότι υφίσταται πίστη στον Χριστό, ή αλλιώς: η πίστη στον Χριστό αποδεικνύεται με τη μετάνοια ως αλλαγή τρόπου ζωής του ανθρώπου. Γι’ αυτό ακριβώς και δεν πρέπει ο άνθρωπος να «πετάει» και να «σκοτώνει» τον χρόνο του – είναι σαν να διαγράφει τη δωρεά του Θεού για τη σωτηρία του.
Ο άγιος Γέρων Επιφάνιος λοιπόν, ενώ προϋποθέτει τον χρόνο για τη μετάνοια, θέλει εκεί να στρέψει την προσοχή του ασθενούντος τέκνου του: στη «στιγμή», στο «τώρα»: αυτό να αξιοποιήσει, γιατί αυτό είναι η «ώρα» του Θεού. «Μην περιμένεις άλλον χρόνο» είναι σαν να του λέει. «Ξεκίνα τώρα να μετανοείς». Ο ληστής πάνω στον σταυρό μία τέτοια «στιγμή» αξιοποίησε και ήλθε εις εαυτόν και κέρδισε τον Παράδεισο˙ η Σαμαρείτις του Ευαγγελίου, η αγία Φωτεινή, το «τώρα» της σχέσεώς της με τον Χριστό «άδραξε», που της έδινε τη δυνατότητα να βρει την αληθινή πηγή της ζωής˙ ο απόστολος Παύλος την ώρα της εμφανίσεως του Χριστού που τον καλούσε να αλλάξει ζωή θεώρησε ως την πιο σημαντική και καθοριστική της πορείας του˙ η οσία Μαρία η Αιγυπτία την άρνηση του Θεού να εισέλθει στον Ναό Του είδε ως την αστραπή που τη φώτισε για να μετανοήσει και να φτάσει σε υπέρμετρα ύψη αγιότητας – ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Λοιπόν, όντως: «δεν χρειάζονται χρόνια» για τη μετάνοια. Τα χρόνια είναι μόνο για τη φανέρωση του φωτός της. 

http://pgdorbas.blogspot.com/

ΦΟΡΤΙΟ ΚΑΙ ΒΑΡΟΣ ΤΗΣ ΓΗΣ…



ΔΕΥΤΕΡΑ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ
«Ὥσπερ φορτίον καί γεῶδες ἀχθοφόρημα ὡρᾶτο τοῖς ἐν κόσμῳ περιπατῶν ὁ Τυφλός, καί ἐν ταῖς πλατείαις πόδας συντρίβων, τάχα ὡς ὅρασιν τήν ράβδον πλουτῶν˙ ὅθεν καταφεύγει πρός τόν φωτοδότην, ἐξ οὗ λαμβάνει τό φῶς ὁρᾶν, καί ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ βλέπειν τόν ποιητήν, τόν καθ’ ὁμοίωσιν αὐτοῦ καί κατ’ εἰκόνα δημιουργήσαντα τήν φύσιν τῶν ἀνθρώπων, ἐκ γῆς τό πρότερον, καί νῦν χοΐ καί πτύσματι, καταυγάσαντα τούτου τάς κόρας, καί δόντα φιλανθρώπως βλέπειν τόν ἥλιον» (απόστ. Αίνων όρθρου ημέρας).
(Περπατώντας ο τυφλός και συντρίβοντας τα πόδια του στις πλατείες, έχοντας ως θησαυρό του τη ράβδο του ως ένα είδος όρασης, φαινόταν στους ανθρώπους του κόσμου σαν φορτίο και βάρος της γης. Γι’ αυτό καταφεύγει προς τον φωτοδότη Κύριο, από τον Οποίο παίρνει το φως της όρασης και να βλέπει με τα μάτια του τον Ποιητή και Δημιουργό, που δημιούργησε καθ’ ομοίωσιν και κατ’εικόνα του Ίδιου τη φύση των ανθρώπων, στην αρχή της δημιουργίας από γη και τώρα από χώμα και φτύσμα, και ο Οποίος καταφώτισε τις κόρες των οφθαλμών του και του έδωσε από την αγάπη Του να βλέπει τον ήλιο).
Με δύναμη ποιητική ο άγιος υμνογράφος περιγράφει τα στάδια που πέρασε ο εκ γενετής τυφλός του Ευαγγελίου, μέχρις ότου θεραπευτεί από τον Κύριο, όχι μόνο σωματικά, αλλά κυρίως και πνευματικά. Πρώτο στάδιο, η οδυνηρή πραγματικότητα στην οποία ζούσε ως αόμματος – μη έχοντας όραση, κυρίως όμως και μάτια˙ άδειες κόγχες ήταν στη θέση των οφθαλμών του. Και η οδύνη του τυφλού, κατά τον υμνογράφο, ήταν διπλή: σωματική πρώτον, γιατί κρατώντας το μπαστούνι του τάχα ως όρασή του συχνά σκόνταφτε και έπεφτε, ιδίως στις πλατείες που ήταν μαζεμένος κόσμος˙ δεύτερον ψυχολογική, γιατί ακριβώς γινόταν, κατά την άποψή του, περίγελως των άλλων ή ακόμη χειρότερα αντικείμενο του οίκτου τους. Ο ποιητής εκφράζει με μοναδικό τρόπο την ψυχολογία του, πλήρη καταθλιπτικών στοιχείων: «είμαι ένα φορτίο για τον κόσμο, ένα βάρος πάνω στη γη!» Ίχνος χαράς και ελπίδας δεν φαίνεται να του δίνει ώθηση για ζωή.
Κι εκεί που όλα είναι γι’ αυτόν «μαύρα» και σκοτάδι, έρχεται το δεύτερο στάδιο: η συνάντησή του με τον Κύριο, ο Οποίος τον πλησιάζει με την άπειρη αγάπη Του, «φιλανθρώπως», για να του δώσει φως και προοπτική, στον κόσμο τούτο αλλά και αιώνια. Ποιες οι κινήσεις του Κυρίου; Ψυχολογικά και πνευματικά, τον απαλλάσσει από οποιαδήποτε ενοχή: δεν είναι αυτός αίτιος λόγω αμαρτίας δικής του ή των γονέων του, για ό,τι του έχει συμβεί. Το αντίθετο: η ύπαρξή του συνιστά την αφορμή για να φανερωθεί η δόξα του Θεού! «Ούτε αυτός αμάρτησε ούτε οι γονείς του, αλλά για να φανερωθούν τα έργα του Θεού μέσα από αυτόν».  Ο αόμματος που στα μάτια των άλλων και τα δικά του θα πρέπει ίσως να μην υπάρχει στον κόσμο είναι στα μάτια του Θεού η ύλη που έχει στα χέρια Του ο Θεός για να λάμψει η δόξα Του! Πόσο οι εκτιμήσεις μας για τον κόσμο, για τους συνανθρώπους μας, για τους εαυτούς μας είναι τις περισσότερες φορές πλανεμένες. Με τι μάτια, διεστραμμένα το συνηθέστερο λόγω της αμαρτίας μας, βλέπουμε εμείς˙ με τι μάτια, καθαρά από την απόλυτη και άπειρη αγάπη Του βλέπει ο ίδιος ο Κύριος!
Κι ακολουθεί το τρίτο και σημαντικότερο στάδιο: ο τυφλός αποκαθίσταται, καθώς γεύεται την εμπειρία του πρώτου ανθρώπου, του Αδάμ: να γίνεται υλικό στα δημιουργικά χέρια του Χριστού που του φτιάχνει μάτια και του δίνει το φως να βλέπει, με αποκορύφωση: να του φωτίσει τα πνευματικά μάτια που ήταν όμως έτοιμα και διψασμένα για τον Δημιουργό τους. Και τα διπλά μάτια του πια: τα σωματικά και τα πνευματικά διανοίγονται. Κι αυτό που αντικρίζει είναι η ομορφιά της δημιουργίας, η ομορφιά της κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού ανθρώπινης φύσης του, η χαρισματική θέα του Δημιουργού Χριστού, και τότε που έπλασε τον άνθρωπο από τη γη και τώρα που ο Ίδιος του έφτιαξε τους οφθαλμούς.
Δεν ήταν τυχαίος άνθρωπος ο θεραπευθείς τυφλός. Ήταν έτοιμη η καρδιά του να γευτεί τον Δημιουργό της, ήταν ήδη πιστός και «χριστιανός» πριν τον συναντήσει ο Κύριος. Μπρος στο μεγαλείο του ανθρώπου αυτού κλίνουμε γόνυ καρδίας, δοξολογώντας τον Θεό μας. Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι η Εκκλησία μας τον προβάλλει ως τύπο και για εμάς. Και μας λέει ότι μπορούμε και εμείς να απολαύσουμε τη χαρισματική εμπειρία του και να ανοίξουμε τα μάτια μας, κυρίως τα πνευματικά. Όταν πορευόμαστε εν μετανοία στη ζωή μας. «Έχοντας τυφλωμένα τα μάτια της ψυχής, προσέρχομαι σ’ Εσένα, Χριστέ, όπως ο τυφλός εκ γενετής, κραυγάζοντάς Σου με μετάνοια: Συ είσαι το υπέρλαμπρο φως των εν σκότει της αγνωσίας και της αμαρτίας ανθρώπων» (Κοντάκιο).

http://pgdorbas.blogspot.com/

Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων



Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών. Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. Ο Ισαάκιος, που ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ουάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: «Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν» (Πράξεις των Αποστόλων, κστ' 14). Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα. Ο Ουάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. Ο Ισαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο δε Ουάλης έπαθε αυτά που προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος.
Στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω από την Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά την οποία ο αυτοκρατορικός στρατός κατατροπώθηκε, αφού φονεύθηκαν πολλοί από τους άριστους στρατηγούς του. Ο Ουάλης, καταφεύγοντας εντός αχυρώνος, για να σωθεί, κάηκε ζωντανός, μαζί με τον αρχιστράτηγό του.
Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στη Β' Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., συντελώντας τα μέγιστα στην επιτυχία αυτής.
Προαισθανόμενος το τέλος του, αφού διόρισε διάδοχό του τον Όσιο Δαλμάτιο (τιμάται 3 Αυγούστου), κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 396 μ.Χ.

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Τῌ ΔΕΥΤΕΡᾼ ΤΗΣ ΣΤ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
ια΄ 47 - 54
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ συνήγαγον οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι συνέδριον κατὰ τοῦ Ἰησοῦ λέγοντες· Τί ποιοῦμεν, ὅτι οὗτος ὁ ἄνθρωπος πολλὰ σημεῖα ποιεῖ; 48 ἐὰν ἀφῶμεν αὐτὸν οὕτω, πάντες πιστεύσουσιν εἰς αὐτόν, καὶ ἐλεύσονται οἱ Ρωμαῖοι καὶ ἀροῦσιν ἡμῶν καὶ τὸν τόπον καὶ τὸ ἔθνος. 49 εἷς δέ τις ἐξ αὐτῶν Καϊάφας, ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου, εἶπεν αὐτοῖς· Ὑμεῖς οὐκ οἴδατε οὐδέν, 50 οὐδὲ διαλογίζεσθε ὅτι συμφέρει ὑμῖν ἵνα εἷς ἄνθρωπος ἀποθάνῃ ὑπὲρ τοῦ λαοῦ καὶ μὴ ὅλον τὸ ἔθνος ἀπόληται. 51 τοῦτο δὲ ἀφ' ἑαυτοῦ οὐκ εἶπεν, ἀλλὰ ἀρχιερεὺς ὢν τοῦ ἐνιαυτοῦ ἐκείνου προεφήτευσεν ὅτι ἔμελλεν ὁ Ἰησοῦς ἀποθνήσκειν ὑπὲρ τοῦ ἔθνους, 52 καὶ οὐχ ὑπὲρ τοῦ ἔθνους μόνον, ἀλλ' ἵνα καὶ τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ τὰ διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἕν. 53 ἀπ' ἐκείνης οὖν τῆς ἡμέρας συνεβουλεύσαντο ἵνα ἀποκτείνωσιν αὐτόν. 54 Ἰησοῦς οὖν οὐκέτι παρρησίᾳ περιεπάτει ἐν τοῖς Ἰουδαίοις, ἀλλὰ ἀπῆλθεν ἐκεῖθεν εἰς τὴν χώραν ἐγγὺς τῆς ἐρήμου, εἰς Ἐφραὶμ λεγομένην πόλιν, κἀκεῖ διέτριβε μετὰ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (κ. Παναγιώτη Τρεμπέλα)
47 Μετά λοιπόν ἀπ’ αὐτό συγκάλεσαν οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ Φαρισαῖοι σέ σύσκεψη τά μέλη τοῦ συνεδρίου καί ἔλεγαν: Τί θά κάνουμε; Ὁ κίνδυνος πού μᾶς παρουσιάζεται εἶναι μεγάλος, διότι αὐτός ὁ ἄνθρωπος κάνει πολλά θαύματα.
48 Ἄν τόν ἀφήσουμε ἐλεύθερο, ὅπως τόν εἴχαμε μέχρι τώρα, ὅλοι θά πιστέψουν σ’ αὐτόν ὅτι εἶναι ὁ Μεσσίας, καί εἶναι ἑπόμενο νά γίνει κάποια ἐπανάσταση. Καί τότε θά ἐπέμβουν οἱ Ρωμαῖοι καί θά μᾶς πάρουν καί τόν ἅγιο τόπο τοῦ ναοῦ καί θά καταλύσουν τήν ἀνεξαρτησία τοῦ ἔθνους μας.
49 Τότε ἕνας ἀπ’ αὐτούς, πού ὀνομαζόταν Καϊάφας καί ἦταν ἀρχιερέας τοῦ ἀξιομνημόνευτου καί σω­τηριώδους ἐκείνου ἔτους, τούς εἶπε: Ἐπειδή εἶστε ἄτολμοι καί ἄβουλοι, δέν καταλαβαίνετε τίποτε ἀπό ἐκεῖνα πού πρέπει νά γίνουν.
50 Οὔτε σᾶς περνᾶ ἀπό τό νοῦ ὅτι μᾶς συμφέρει νά θανατωθεῖ ἕνας ἄνθρωπος γιά χάρη τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί νά μή χαθεῖ ὁλόκληρο τό ἔθνος μας μέ τήν ὑποδούλωσή του στούς Ρωμαίους.
51 Κι αὐτό δέν τό εἶπε ἀπό μόνος του, ἀλλά ἐπειδή ἦταν ἀρχιερέας τοῦ μοναδικοῦ ἐκείνου ἔτους, προφήτευσε ὅτι ὁ Ἰησοῦς, σύμφωνα μέ τό καθορισμένο σχέδιο τοῦ Θεοῦ, θά πέθαινε γιά τό καλό καί τή σωτηρία τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔθνους.
52 Καί θά πέθαινε ὄχι μόνο γιά τό καλό καί τή σωτηρία τοῦ ἰουδαϊκοῦ ἔθνους, ἀλλά καί γιά νά συναθροίσει σ’ ἕνα ποίμνιο κι ἕνα σῶμα τούς διασκορπισμένους σ’ ὅλο τόν κόσμο καλοπροαίρετους ἐθνικούς, οἱ ὁποῖοι μέ τήν πίστη θά γίνονταν παιδιά τοῦ Θεοῦ.
53 Ἀπό τήν ἡμέρα λοιπόν ἐκείνη ἀποφάσισαν ὅλοι τους νά τόν σκοτώσουν.
54 Ἐξαιτίας λοιπόν τῶν φονικῶν αὐτῶν διαθέσεων καί σχεδίων τῶν ἐχθρῶν του ὁ Ἰησοῦς δέν κυκλοφοροῦσε πλέον φανερά καί ἐλεύθερα ἀνάμεσα στούς Ἰουδαίους, πού τόν μισοῦσαν. Ἀλλά ἀναχώρησε ἀπό ἐκεῖ καί πῆγε στήν περιοχή πού βρίσκεται κοντά στήν ἔρημο, σέ μία πόλη πού λεγόταν Ἐφραίμ. Ἐκεῖ ἔμενε μαζί μέ τούς μαθητές του.

 (Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ - ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ¨Ο ΣΩΤΗΡ¨»)

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Ὅσον ἀφορᾶ τὸ χρονικὸ διάσημα τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ διαθέτουμε γιὰ τὴν ἐξάσκησι τῆς κάθε ἀρετῆς, αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ τὸ καθορίσουμε ἐμεῖς. Γιατὶ αὐτὸ πρέπει νὰ τὸ κανονίζῃ κανεὶς σύμφωνα μὲ τὴν θέσι του, τὴν ἀνάγκη του, τὴν πρόοδο ποὺ κάνει στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ σύμφωνα μὲ τὴν διάκρισι ἐκείνου τοῦ Γέροντα ἢ τοῦ Πνευματικοῦ ποὺ μᾶς καθοδηγεῖ σ᾿ αὐτήν.

Σάββατο 28 Μαΐου 2022

Τα πράγματα του Θεού είναι απλά…



Ήταν πολύ κουραστικό αυτό το ταξίδι. Είχε, εξάλλου, πολύ καιρό να το κάνει. Θυμόταν τον εαυτό του στο Λύκειο, όταν πήγε να επισκεφτεί για τελευταία φορά τη γιαγιά του, την κυρα-Θοδόσαινα στα Τρόπαια της Γορτυνίας.
Και τώρα, τριτοετής φοιτητής της Φιλοσοφικής, να που ξαναπαίρνει τον ίδιο δρόμο. Τι τον έκανε να φύγει από την Αθήνα, τη «Βαβυλώνα τη μεγάλη»; Ούτε και ο ίδιος ήξερε.
Πάντως ένα είναι σίγουρο, πως πνιγόταν. Πνιγόταν από τους φίλους, τα μαθήματα, τους γονείς, απ’ όλους. Ένιωθε πως κανείς δεν τον καταλάβαινε, κανείς δεν μπορούσε να γίνει κοινωνός στην αναζήτησή του για πλέρια αλήθεια και γνησιότητα. Κι αυτή ακόμη η χριστιανική του παρέα τον έπνιγε.
Όλοι τους ήταν τακτοποιημένοι, όλοι τους είχαν ταμπουρωθεί πίσω από κάποιες συνταγές, κάποιες ρετσέτες σωτηρίας και δεν έλεγαν να κουνηθούν από ‘κει. Μα αυτός… Αυτός ήταν διαφορετικός.
Δεν βολευόταν σε σχήματα και σε κουτάκια. Ήθελε να βιώσει τον Χριστιανισμό αληθινά, όχι κίβδηλα. Να μπει στο νόημα παρευθύς και όχι να καμαρώνεται τον ευσεβή. Εξάλλου, του φαινόταν τόσο απλοϊκό και ανόητο να υιοθετήσει μια τυποκρατική και ευσεβιστική χριστιανική βιωτή τη στιγμή που η ίδια του η επιστήμη, αλλά και η έμφυτη τάση του γι’ αναζήτηση, για ψάξιμο και ψηλάφηση του αληθινού τον ωθούσε προς μια άλλη ζωή.
Μα, πόσο δύσκολο ήταν, Θεέ μου! Πόσο βασανιζόταν! Κάποια στιγμή ένιωσε πως είχε φτάσει στο απροχώρητο. Το κεφάλι του πήγαινε να σπάσει…
– Πάω στη γιαγιά μου στα Τρόπαια, φώναξε μια μέρα στο σπίτι και αφήνοντας πίσω του φωνές για μαθήματα και εξετάσεις, μήτε ο ίδιος ξέρει πότε, βρέθηκε στο λεωφορείο.
Και να που ζύγωνε στο σπίτι της γιαγιάς του. Ντάλα ο ήλιος πάνω από το κεφάλι του κι από παντού να ‘ρχονται χίλιες ευωδιές από την ανοιξιάτικη, αρκαδική φύση. Δεν πρόλαβε όμως ο άμοιρος να ρουφήξει λίγο βουνίσιο αέρα, όταν ακούστηκε η γνώριμη τσιριχτή φωνή της γειτόνισσας:
– Μαριγώωωω! Τρέξε καλέ, ήρθε ο Αλέκος! Την επόμενη στιγμή είδε να ξεπροβάλλει από το πλινθόκτιστο σπιτάκι η γιαγιά του σκουπίζοντας τα παχουλά της χέρια στην ποδιά της και λέγοντας:
– Καλώς τον πασά μου, καλώς τον γιόκα μου, καλώς ήρθες, Αλέκο μου! Κι αμέσως βρέθηκε στην αγκαλιά της. Τι ήταν αυτό; Σα να μπήκε σε λιμάνι απάνεμο, σα να του ‘φυγε όλη η αντάρα του μυαλού του. Ξαφνικά άδειασε και την αγκάλιασε κι αυτός.
– Καλώς σε βρήκα, γιαγιά.
– Κόπιασε, γιέ μου, να ξαποστάσεις.
Μόλις μπήκε στο χαμηλοτάβανο σπιτάκι, τον συνεπήρε η μυρωδιά της σπανακόπιτας και του λιβανιού. Σίγουρα η γιαγιά είχε φουρνίσει από το πρωί ακόμη και είχε λιβανίσει το σπίτι τρεις- τέσσερις φορές.
– Πάλι λιβάνι γιαγιά;
– Α! Όλα κι όλα, άμα δεν κάνω τα θεοτικά μου τρεις φορές την ημέρα, δεν μπορώ να κοιμηθώ.
– Και σαν τι λες;
– Μνήσθητί μου, Κύριε! Ό,τι λέει η Σύνοψη.
– Και τα εννοείς;
– Γιέ μου, αυτά είναι μυστήρια του Θεού, ποιος να τα εννοήσει; Αλλά μη γνοιάζεσαι, σα δεν καταλαβαίνω εγώ, νογά ο Θεός και βλέπει τον κόπο μου, νογά κι ο Διάολος και καίγεται.
– Χμ, καλά τα λες, είπε συγκαταβατικά.
– Στάσου, να σου φέρω λίγη σπανακόπιτα, μόλις την έβγαλα από το φούρνο. Κι έφυγε αμέσως για την κουζίνα, το βασίλειό της. Ο Αλέκος έμεινε μόνος του στο καθιστικό. Αισθανόταν άνετα και ζεστά εκεί, μολονότι ήξερε πως, εάν έκανε τη ζωή της γιαγιάς του σε τούτο το χωριό, σίγουρα θα τρελαινόταν. Η καημένη! Δεν ήξερε πολλά γράμματα, αλλά το Ευαγγέλιο δεν έλεγε να το αφήσει από τα χέρια της. Μέρα – νύχτα το διάβαζε.
Όταν λέει «γιαγιά Μαριγώ» του ‘ρχεται πάντα η ίδια εικόνα στο μυαλό: Μια γριούλα παχουλή, με σφιχτοδεμένο κότσο να κάθεται στην πολυθρόνα και να διαβάζει το Ευαγγέλιο ψιθυριστά. Δυστυχώς, η γιαγιά δεν ήξερε τίποτα από Φιλοσοφία. Θυμάται μια φορά που της ανέφερε τον Heidegger. Τον κοίταξε με τρόμο στα μάτια και είπε:
– Παναγιά μου, οι Γερμανοί, ο Θεός να φυλάει την Ελλάδα μας! Η καημένη ήταν αδαής. Δεν αναζητούσε καμιά αλήθεια. Δεν σκοτιζόταν για καμιά ψυχολογική σχολή. Ο Αλέκος έριξε μια ματιά στον τοίχο, αμέτρητες εικόνες. Η γιαγιά είχε μαζέψει όλους τους Αγίους της οικογένειας. Κι όμως αρκούσε ένας σταυρός.
– Γιαγιά, τι τις θες τόσες εικόνες;
– Μνήσθητί μου, Κύριε! Και πώς θα παρακαλέσω τον Αγιαλέξανδρο, σαν δεν έχω την εικόνα του; Άσε το άλλο, κάθε φορά που γιορτάζει Άγιος με εικόνα, το σπίτι έχει πανηγύρι. Άσε όμως αυτά, πες μου τα δικά σου, παλικάρι μου.
Και τότε, άγνωστο γιατί, ο Αλέκος άνοιξε την καρδιά του όπως δεν την είχε ανοίξει ποτέ, ούτε στον πνευματικό του, ούτε και στους γέροντες στο Άγιο Όρος όπου βρισκόταν συχνά – πυκνά. Της είπε για τις αγωνίες του, τη βασανιστική του πορεία για ανεύρεση της αλήθειας, την προσπάθεια ελευθερώσεως του εαυτού του από τα δεσμά της συμβατικότητας και του ηθικισμού, ώστε να ‘ρθει σε κοινωνία αληθινή με το πρόσωπο του πλησίον.
Της είπε ακόμη για την αδυναμία του να σταθεί μπροστά στο Θεό χωρίς τη μάσκα του ευσεβή που τον στοιχειώνει από τα παιδικά του χρόνια. Της είπε, της είπε, της είπε… και τι δεν της είπε. Ακολούθησε μια μεγάλη παύση. Η κυρα-Θοδόδαινα έκανε τον σταυρό της αργά – αργά και είπε:
– Μνήσθητί μου, Κύριε! Δεν κατάλαβα γρι. Μπερδεμένα μου τα λες, ματάκια μου. Και θαρρώ πως τα ‘ χεις και στο μυαλό σου μπερδεμένα. Ευαγγέλιο διαβάζεις;
– Ορίστε;
– Εκκλησία πας;
– Δεν καταλαβαίνω…
– Την προσευχή σου την κάμεις;
– Τι εννοείς, γιαγιά;
– Τον πλησίον σου τον συντρέχεις;
– Θαρρώ πως δε με κατάλαβες.
– Αχ παιδάκι μου, εσύ δεν εννοείς να καταλάβεις πως τα πράγματα του Θεού είναι απλά. Δε χρειάζονται πολλές θεωρίες μήτε αξημέρωτες συζητήσεις. Μονάχα τούτο χρειάζεται, να ξαστερώσεις από τις φιλοσοφίες και να πιαστείς από το ρούχο του Χριστού σαν εκείνη τη γυναίκα στο Ευαγγέλιο, να δεις πως τι λένε… την ξέχασα, δεν πειράζει. Τα άλλα όλα θα τα κανονίσει ο Χριστός. Είναι δικές του δουλειές. Άσε Τον. Ξέρει τι κάνει.
Δεν κάθισε πολύ στα Τρόπαια, στο σπίτι της γιαγιάς του. Μια – δυο μέρες. Ήταν αρκετές. Είδε πράγματα που θα τον συνόδευαν για πολύ καιρό. Είδε τη γιαγιά του να κάνει ατελείωτες μετάνοιες. Την είδε να συντρέχει τη χήρα με τα τρία βυζανιάρικα παιδιά. Την είδε να μαζεύει στο σπίτι της κάθε λογής κουρασμένο στρατοκόπο και να αποθέτει στα χέρια των φτωχών ολάκερη τη σύνταξη του μακαρίτη.
Την είδε να κοινωνά την Κυριακή και να λάμπει σαν τον ήλιο όλη τη μέρα. Μυστήρια του Θεού! Σαν έφυγε με το λεωφορείο για την Αθήνα στριμωγμένος σ ‘ ένα κάθισμα κρατώντας κεφτεδάκια (πεσκέσι της γιαγιάς) σκεφτόταν όσα έζησε τούτες τις λίγες μέρες. Μια μυρωδιά λιβανιού του ‘ρθε στη μύτη και μια φωνή να του υπενθυμίζει: «Τα πράγματα του Θεού είναι απλά».
– Λες να ‘ναι έτσι; Μνήσθητί μου, Κύριε!

[agiatriadavyrona.gr]
https://theomitoros.gr/

«Όσες φορές πέφτεις, πάλι να σηκώνεσαι, και αμέσως να ζητάς τη συγχώρηση»



Βάζε λοιπόν μετάνοια συνεχώς, όταν σφάλεις, και μη χάνεις καιρό. Γιατί, όσον αργείς να ζητήσεις συγχώρηση, τόσον δίνεις άδεια στον πονηρό να απλώνει μέσα σου ρίζες.
Μην τον αφήνεις να αποκτά δικαιώματα εις βάρος σου.
Λοιπόν μην απελπίζεσαι όταν πέφτεις, αλλά αφού σηκωθείς πρόθυμα βάζε μετάνοια λέγοντας· – Συγχώρησέ με, Χριστέ μου, άνθρωπος είμαι και ασθενής.
Δεν είναι εγκατάλειψη αυτό. Αλλά, επειδή έχεις ακόμα μεγάλη υπερηφάνεια κοσμική, κενοδοξία πολλή, σε αφήνει ο Χριστός μας να σφάλλεις, να πέφτεις. Να μαθαίνεις κάθε μέρα αισθητά την αδυναμία σου και να υπομένεις τους φταίχτες. Να μην κατακρίνεις τους αδελφούς, εάν σφάλλουν, αλλά να τους υπομένεις.
Ώστε, όσες φορές πέφτεις, πάλι να σηκώνεσαι, και αμέσως να ζητάς τη συγχώρηση.

Από το βιβλίο: Οσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής.»Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας»
https://simeiakairwn.wordpress.com/

Τον κυριεύει η αδράνεια



Εφόσον ο αγώνας της μετάνοιας είναι πραγματικά πολύπλευρος και οι αντιθέσεις ποικίλες, είναι φυσικό, λόγω και των παθών και συνηθειών, που ακόμη υπάρχουν και ενεργούν, να γίνονται λάθη. 
Ο διάβολος τότε παρουσιάζει το Θεό σαν δικαστή και επομένως ο παραβάτης γίνεται πλέον υπεύθυνος. 
Σταματά να έχει παρρησία σαν προδότης και έτσι χάνει το θάρρος και το ζήλο του και τον κυριεύει η αδράνεια.

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός
http://inpantanassis.blogspot.com/

Τι αναπαύει περισσότερο την Παναγία μας;



Ρωτήθηκε ένας ενάρετος γέροντας:
- Τι αναπαύει περισσότερο την Παναγία μας;
Και ο σοφός εκείνος γέροντας απάντησε: 
α) να αγαπήσουμε και να μνημονεύουμε το όνομα του Υιού Της, με την ευχή του Χριστού.
β) να αγαπήσουμε και να μιμηθούμε τη ζωή του Υιού Της και τη δική Της, μια ζωή γεμάτη αγάπη, ταπείνωση και αγνότητα, κατεξοχήν αυτές τις αρετές και 
γ) να αγαπήσουμε και να κάνουμε τους Χαιρετισμούς της Παναγίας. Οι Χαιρετισμοί της Παναγίας, περιέχουν πάρα πολύ Χάρη!

Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα
http://inpantanassis.blogspot.com/

Όταν προσεύχεσαι στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, μην έχεις την εντύπωση ότι βρίσκεται έξω σου



Η καρδιά που δεν πιστεύει, είναι ανήσυχος, αγχώδης, αδημονούσαν. Η καρδιά που πιστεύει, είναι το αντίθετο: ειρηνική, χαρωπή, στερεά σαν το διαμάντι.
******************************************************************************
Όταν προσεύχεσαι στον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, μην έχεις την εντύπωσι ότι βρίσκεται έξω σου.
Να Του μιλάς μέσα σου, σαν σε ένοικο της καρδιάς σου. Εκεί βρίσκεται ο Θεός για τους αληθινά πιστούς. «Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού εστέ και το Πνεύματ του Θεού οικεί εν υμίν;» (Α’ Κορ. Γ’ 16).
******************************************************************************
Να είσαι ζηλωτής της αγάπης. Όλα θα παρέλθουν, η αγάπη όμως θα μείνη στον αιώνα, όπως και ο Θεός, που είναι Αγάπη.
******************************************************************************
Λέγε, συνεχώς μέσα στην καρδιά σου: «Ο Χριστός είναι Αγάπη». Έτσι, θα αγαπάς όλους τους ανθρώπους, θυσιάζοντας, χάριν αυτής της Αγάπης, ότι έχεις ακριβό, ακόμα και την ίδια σου τη ζωή.
******************************************************************************
Είναι πολλές οι σταγόνες της βροχής, αλλά όλες προέρχονται από ένα σύννεφο. Είναι πολλές οι ακτίνες του ηλίου, αλλά όλες προέρχονται από το μεγάλο αυτό άστρο. 
Είναι πολλά τα φύλλα του δένδρου, αλλά όλα ανήκουν στο δένδρο. Είναι πολλοί οι κόκκοι της άμμου πάνω στη γη, αλλά όλοι προέρχονται από την ίδια αυτή γη.
Έτσι, πολλοί είναι και οι άνθρωποι, αλλά όλοι έλκουν την καταγωγή τους από τον Αδάμ, και πριν απ΄όλα, από τον Θεό.

Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης
από το βιβλίο: «Η εν Χριστώ ζωή μου»
http://inpantanassis.blogspot.com/

Η άσκηση της προσευχής του Ιησού κατά την Αθωνική παράδοση



Στο κεφάλαιο αυτό θα αποπειραθώ να εκθέσω όσο γίνεται συντομότερα τις πιο ουσιώδεις απόψεις για την προσευχή του Ιησού, της μεγάλης αυτής ασκήσεως της καρδίας, καθώς και την πλέον υγιαίνουσα διδασκαλία για την άσκηση αυτή την οποία συνάντησα στο Άγιο Όρος.
Για πολλά χρόνια οι μοναχοί προφέρουν την προσευχή αυτή με το στόμα, χωρίς να αναζητούν τεχνητούς τρόπους ενώσεως του νου με τη καρδιά. Η προσοχή τους συγκεντρώνεται στη συμμόρφωση της καθημερινής ζωής τους στις εντολές του Χριστού.
Η αιωνόβια πείρα της ασκήσεως αυτής έδειξε ότι ο νους ενώνεται με την καρδιά δια της ενεργείας του Θεού, όταν ο μοναχός περάσει την σταθερή πείρα της υπακοής και της εγκράτειας, όταν ο νους του, η καρδιά και αυτό το σώμα του «παλαιού ανθρώπου» ελευθερωθούν επαρκώς από την εξουσία της αμαρτίας. 
Εν τούτοις και κατά το παρελθόν και κατά τον παρόντα καιρό οι Πατέρες μερικές φορές επιτρέπουν να προσφεύγουμε στην τεχνητή μέθοδο εισαγωγής του νου στην καρδιά.
Για το λόγο αυτό ο μοναχός, δίνοντας κατάλληλη θέση στο σώμα και κλίνοντας την κεφαλή προς το στήθος, νοερά προφέρει την προσευχή εισπνέοντας ήσυχα τον αέρα με τις λέξεις: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, (Υιέ του Θεού)» και έπειτα εκπνέοντας τελειώνει την προσευχή: «ελέησον με (τον αμαρτωλό)». 
Κατά τον χρόνο της εισπνοής η προσευχή του νου κατ’ αρχάς ακολουθεί την κίνηση του εισπνεόμενου αέρα και συγκεντρώνεται στο άνω μέρος της καρδιάς. Κατά την εργασία αυτήν για κάποιο χρονικό διάστημα η προσοχή μπορεί να διαφυλαχτεί αδιάχυτη και ο νους να παραμείνει κοντά στην καρδιά, ακόμη δε και να εισέλθει μέσα της. 
Η πείρα θα δείξει ότι ο τρόπος αυτός θα δώσει στο νου τη δυνατότητα να δει όχι αυτή τη φυσική καρδιά, αλλά εκείνο που γίνεται μέσα της: Τί είδους αισθήματα μπαίνουν σε αυτή· τί είδους νοερές εικόνες την πλησιάζουν απ’ έξω. Αυτή η άσκηση θα οδηγήσει τον μοναχό να αισθάνεται την καρδιά του και να διαμένει σε αυτή με την προσοχή του νου χωρίς να χρησιμοποιεί πλέον οποιαδήποτε «ψυχοσωματική τεχνική».
Η τεχνητή μέθοδος μπορεί να βοηθήσει τον αρχάριο να βρει τον τόπο, που οφείλει να σταθεί η προσοχή του νου κατά την προσευχή και γενικά σε κάθε στιγμή. Εν τούτοις η πραγματική προσευχή δεν επιτυγχάνεται με τον τρόπο αυτό. Αυτή δεν έρχεται διαφορετικά, παρά μόνο με την πίστη και τη μετάνοια, οι οποίες είναι η μόνη βάση γι’ αυτήν. 
Ο κίνδυνος της ψυχοτεχνικής, όπως έδειξε η μακρά πείρα, έγκειται στο ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι δίνουν υπερβολικά μεγάλη σημασία σ’ αυτήν καθ’ εαυτή την μέθοδο. Προς αποφυγή της επιβλαβούς παραμορφώσεως της πνευματικής ζωής του προσευχομένου συνιστάται από παλιών χρόνων στους αρχάριους ασκητές άλλος τρόπος, κατά πολύ βραδύτερος, αλλά ασυγκρίτως ορθότερος και ωφελιμότερος δηλαδή: να συγκεντρώνεται η προσοχή στο Όνομα του Ιησού Χριστού και στα λόγια της ευχής. Όταν η συντριβή για τις αμαρτίες φθάσει σε ορισμένο βαθμό, τότε ο νους με τρόπο φυσικό ενώνεται με την καρδιά.
Ο πλήρης τύπος της προσευχής είναι: «Κύριε, Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Στους αρχάριους ακριβώς αυτός ο τύπος προτείνεται. Στο πρώτο μέρος της προσευχής ομολογούμε τον Χριστόν-Θεόν, τον σαρκωθέντα δια την ημών σωτηρίαν. Στο δεύτερο μέρος με μετάνοια αναγνωρίζουμε την πτώση μας, την αμαρτωλότητα και την λύτρωσή μας. Ο συνδυασμός της δογματικής ομολογίας με την μετάνοια απεργάζεται την προσευχή πληρέστερη κατά το θετικό της περιεχόμενο. Είναι δυνατόν να καθορίσουμε μερικά στάδια στην ανάπτυξη της προσευχής αυτής:
Πρώτον, είναι η προφορική. Λέμε την προσευχή με τα χείλη, ενώ προσπαθούμε να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας στο Όνομα και τις λέξεις.
Δεύτερον, νοερά. Δεν κινούμε πλέον τα χείλη, αλλά προφέρουμε το όνομα του Ιησού Χριστού και το υπόλοιπο περιεχόμενο της προσευχής νοερά.
Τρίτον, νοερά-καρδιακή. Ο νους και η καρδιά ενώνονται κατά την ενέργεια τους· η προσοχή περικλείεται μέσα στην καρδιά και εκεί προφέρεται η ευχή.
Τέταρτον, αντενεργούμενη. Η προσευχή ριζώνει στη καρδιά, και χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια της θελήσεως προφέρεται από μόνη της μέσα στη καρδιά, τραβώντας προς τα εκεί την προσοχή του νου.
Πέμπτον, χαρισματική. Η προσευχή ενεργεί ως τρυφερή φλόγα μέσα μας, ως έμπνευση Άνωθεν, που γλυκαίνει την καρδιά με την αίσθηση της αγάπης του Θεού και αρπάζει το νου σε πνευματικές θεωρίες. Μερικές φορές συνοδεύεται με την όραση του Φωτός.
Η βαθμιαία ανάβαση στη προσευχή είναι η πλέον αξιόπιστη. Στον εισερχόμενο στο στάδιο του αγώνα για την προσευχή επιμόνως προτείνεται να αρχίζει με την προφορική προσευχή, έως ότου αυτή αφομοιωθεί από το σώμα, τη γλώσσα, την καρδιά και τη διάνοιά του. 
Η διάρκεια της περιόδου αυτής είναι διαφορετική σε κάθε άνθρωπο. Όσο βαθύτερη είναι η μετάνοια, τόσο συντομότερη η οδός.

Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ († 1993)
http://inpantanassis.blogspot.com/

Άγιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός



Ο βίος του Αγίου Ανδρέου συντάχθηκε από τον πρεσβύτερο Νικηφόρο της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, περί τα μέσα του 10ου αιώνος μ.Χ. (956 - 959 μ.Χ.), επί βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου.
Ο Άγιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός, καταγόταν από την Σκυθία και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ' του Σοφού (886 - 912 μ.Χ.). Από παιδική ηλικία είχε πουληθεί ως δούλος σε κάποιον πρωτοσπαθάριο και στρατηλάτη της Ανατολής,...

Προσευχή του Αγίου Ανδρέου προ της μακαρίας κοιμήσεώς του
«Ὁ Πατέρας, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, Τριὰς ἡ ζωοποιὸς καὶ ὁμοούσιος, σύνθρονος καὶ ἀμέριστος, παρακαλοῦμέν Σε οἱ πένητες, οἱ ξένοι, οἱ πτωχοὶ καὶ γυμνοί· οἱ μὴ ἔχοντες ποῦ τὴν κεφαλὴν κλῖναι· ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός Σου κλίνομεν τὸ γόνυ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, τῆς καρδίας καὶ τοῦ πνεύματος καὶ δεόμεθά Σου καὶ ἱκετεύομέν Σε, τὸν Θεόν, τὸ φοβερὸν ὄνομα Σαβαώθ· ἀγαθὲ καὶ ἅγιε Δέσποτα, πλαστουργέ, ποιητά, παντοκράτωρ κλῖνον τὸ οὖς σου καὶ πρόσδεξε εὐμενῶς τὴν ἱκετήριον δέησιν ἡμῶν τῶν ταπεινῶν καὶ ἀξίωσόν μας νὰ ἁγιασθῶμεν, ἐν τῇ δυνάμει καὶ τῷ ὀνόματί Σου, Κύριε, οἰκτίρμον, ἐλεῆμον, μακρόθυμε καὶ πολυέλεε. Ἐλθέ, Πατέρα, Υἱὲ καὶ Πνεῦμα Ἅγιο· ἐλθέ, τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μετὰ συμπαθείας διὰ τὰ παραπτώματά μας, τὰ ἐν λόγῳ ἢ ἔργῳ ἢ ἐν ἐνθυμήσει ἢ διανοίᾳ. Πάριδε καὶ ἄφες ταῦτα ἀγαθέ, εὔσπλαχνε, ἐλεῆμον, πολυέλεε. Καὶ μὴ μᾶς καταισχύνῃς· μὴ μᾶς ἀπορρίψῃς ἀπὸ τοῦ προσώπου Σου· Σύ, ὁ Ὁποῖος ἀπὸ ἀγάπην ὑπερβολικὴν καὶ γλυκυτάτην φιλανθρωπίαν, κάμπτεσαι ἀπὸ τὰς προσευχὰς τῶν φίλων Σου».

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Τῼ ΣΑΒΒΑΤῼ ΤΗΣ Ε΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ
Ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην
ι΄ 27 - 38
Εἶπεν ὁ Κύριος πρὸς τοὺς ἐληλυθότας πρὸς αὐτὸν Ἰουδαίους· τὰ πρόβατα τὰ ἐμὰ τῆς φωνῆς μου ἀκούει, κἀγὼ γινώσκω αὐτά, καὶ ἀκολουθοῦσί μοι, 28 κἀγὼ ζωὴν αἰώνιον δίδωμι αὐτοῖς, καὶ οὐ μὴ ἀπόλωνται εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ οὐχ ἁρπάσει τις αὐτὰ ἐκ τῆς χειρός μου. 29 ὁ πατήρ μου, ὃς δέδωκέ μοι, μεῖζων πάντων ἐστί, καὶ οὐδεὶς δύναται ἁρπάζειν ἐκ τῆς χειρὸς τοῦ πατρός μου. 30 ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν. 31 Ἐβάστασαν οὖν πάλιν λίθους οἱ Ἰουδαῖοι ἵνα λιθάσωσιν αὐτόν. 32 ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Πολλὰ ἔργα καλὰ ἔδειξα ὑμῖν ἐκ τοῦ πατρός μου, διὰ ποῖον αὐτῶν ἔργον λιθάζετέ με; 33 ἀπεκρίθησαν αὐτῷ οἱ Ἰουδαῖοι λέγοντες· Περὶ καλοῦ ἔργου οὐ λιθάζομέν σε, ἀλλὰ περὶ βλασφημίας, καὶ ὅτι σὺ ἄνθρωπος ὢν ποιεῖς σεαυτὸν Θεόν. 34 ἀπεκρίθη αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Οὐκ ἔστι γεγραμμένον ἐν τῷ νόμῳ ὑμῶν, ἐγὼ εἶπα, θεοί ἐστε; 35 εἰ ἐκείνους εἶπε θεοὺς, πρὸς οὓς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἐγένετο, καὶ οὐ δύναται λυθῆναι ἡ γραφή, 36 ὃν ὁ πατὴρ ἡγίασε καὶ ἀπέστειλεν εἰς τὸν κόσμον, ὑμεῖς λέγετε ὅτι βλασφημεῖς, ὅτι εἶπον, υἱὸς τοῦ Θεοῦ εἰμι; 37 εἰ οὐ ποιῶ τὰ ἔργα τοῦ πατρός μου, μὴ πιστεύετέ μοι· 38 εἰ δὲ ποιῶ, κἂν ἐμοὶ μὴ πιστεύητε, τοῖς ἔργοις πιστεύσατε, ἵνα γνῶτε καὶ πιστεύσητε, ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ κἀγὼ ἐν αὐτῷ.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ (κ. Παναγιώτη Τρεμπέλα)
27 Τά πρόβατα τά δικά μου ἀκοῦν μέ καλή διάθεση καί πρόθυμη ὑπα­κοή τή φωνή μου καί τή διδασκαλία μου. Κι ἐγώ τά γνωρίζω ὡς δικά μου καί ἐνδιαφέρομαι καί πονῶ καί φροντίζω γι’ αὐτά. Ἀλλά κι ἐκεῖνα μέ γνωρίζουν καί μέ ἀκολουθοῦν ὑπακούοντας σ’ ὅλες τίς ἐντολές μου.
28 Κι ἐγώ, γιά νά ἀνταμείψω τήν ὑπακοή πού μοῦ δείχνουν, τούς δίνω αἰώνια ζωή, καί δέν θά χαθοῦν ποτέ στόν αἰώνα. Οὔτε λύκος, οὔτε κλέφτης, οὔτε κανένας ἄλλος κακοποιός δέν θά μπορέσει ποτέ νά τά ἀποσπάσει μέ τή βία καί νά τά ἁρπάξει ἀπό τό δυνατό καί προστατευτικό χέρι μου.
29 Ὁ Πατέρας μου, πού μοῦ ἔχει δώσει τά πρόβατα αὐτά, εἶναι ἀνώτερος καί δυνατότερος ἀπ’ ὅλους. Κανείς λοιπόν δέν μπορεῖ νά ἁρπάξει τά πρόβατά μου αὐτά μέ τή βία ἀπό τό παντοδύναμο χέρι τοῦ Πατέρα μου.
30 Τά πρόβατα αὐτά ἀνήκουν καί στόν Πατέρα μου καί σέ μένα, καί κρατοῦνται συγχρόνως καί ἀπό τό δικό μου προστατευτικό χέρι καί ἀπό τό χέρι τοῦ Πατέρα μου. Διότι ἐγώ καί ὁ Πατέρας μου εἴμαστε ἕνα κι ἔχουμε τήν ἴδια φύση καί τήν ἴδια δύναμη καί θέληση καί ἐξουσία· ὅλα τά ἔχουμε κοινά.
31 Ὅταν λοιπόν ἄκουσαν οἱ Ἰουδαῖοι ὅτι ἐξίσωνε καί ταύτιζε τόν ἑαυτό του μέ τόν Θεό, πῆραν καί πάλι στά χέρια τους πέτρες γιά νά τόν λιθοβολήσουν.
32 Ὁ Ἰησοῦς ὅμως τούς εἶπε: Πολλά εὐεργετικά ἔργα σᾶς ἔκανα· ἔργα ἀπό κάθε ἄποψη θαυμαστά καί ἀξιέπαινα. Αὐτά ἀπό τόν Πατέρα μου προέρχονται καί μόνο μέ τή δύναμη τοῦ Πατέρα μου εἶναι δυνατόν νά συντελεσθοῦν. Γιά ποιό λοιπόν ἔργο ἀπό αὐτά θέλετε νά μέ λιθοβολήσετε;
33 Τοῦ ἀποκρίθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι καί εἶπαν: Δέν θέλουμε νά σέ λιθοβολήσουμε γιά κάποιο καλό ἔργο ἀπό ἐκεῖνα πού λές ὅτι ἔκανες. Ἀλλά θέλουμε νά σέ λιθοβολήσουμε γιά τή βλασφημία πού ξεστόμισες, καί ἐπειδή ἐσύ, ἐνῶ εἶσαι ἄνθρωπος, παρουσιάζεις τόν ἑαυτό σου γιά Θεό καί λές ὅτι εἶσαι ἕνα μέ τόν Θεό.
34 Τούς ἀποκρίθηκε τότε ὁ Ἰησοῦς: Δέν εἶναι γραμμένο στό νόμο σας γιά τούς ἀνθρώπους πού ἀσκοῦν τή δικαστική ἐξουσία: Ἐγώ εἶπα· εἶστε θεοί;
35 Ἐάν ἡ Ἁγία Γραφή ὀνόμασε θεούς ἐκείνους πού μέ κλήση Θεοῦ καί θεϊκή ἀνάδειξη ἀνέλαβαν νά διαχειρίζονται πάνω στή γῆ τή δικαστική ἐξουσία (καί δέν εἶναι δυνατόν νά χάσει τό κύρος της ἡ Ἁγία Γραφή, ὥστε ὅ,τι λέει νά μήν ἔχει πλέον καμία ἀξία),
36 ἐμένα πού ὅταν ἦλθε τό πλήρωμα τοῦ χρόνου γιά νά γίνω ἄνθρωπος ὁ Πατέρας μου μέ ξεχώρισε καί μέ ἐξέλεξε καί μέ καθιέρωσε γιά τό ὑψηλό ἔργο τοῦ Μεσσία, καί μέ ἀπέστειλε στόν κόσμο γιά νά τό ἐπιτελέσω καί νά τό ὁλοκληρώσω, ἐσεῖς μοῦ λέτε ὅτι βλασφημῶ, ἐπειδή εἶπα ὅτι εἶμαι Υἱός τοῦ Θεοῦ;
37 Ἐάν δέν κάνω τά ὑπερφυσικά ἔργα πού μοῦ ζητᾶ ὁ Πατέρας μου καί ἐκτελῶ μέ τή δική του συνέργεια, καί οὐσιαστικά αὐτά εἶναι τά ἴδια τά ἔργα τοῦ Πατέρα μου, μήν πιστεύε­τε στή μαρτυρία τοῦ στόματός μου καί στίς δικές μου δια­βεβαιώσεις.
38 Ἐφόσον ὅμως ἐνεργῶ τά ἔργα τοῦ Πατέρα μου, κι ἄν ἀκόμη δέν πιστεύετε σ’ ὅ,τι λέω ἐγώ, πιστέψτε του­λάχιστον στά ἔργα αὐτά, γιά νά μάθετε καί νά ὁδηγηθεῖτε ἀπ' αὐτά στήν τέλεια πίστη. Κι ἔτσι θά βεβαωθεῖτε ὅτι μέσα μου εἶναι καί μένει ὁ Πατέρας μου, κι ἐγώ εἶμαι καί μένω μέσα στόν Πατέρα. Ἔχω δηλαδή ὡς Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ τήν ἴδια φύση μέ τόν Πατέρα, καί εἶμαι ἄπειρος κι ἐγώ, ὥστε νά χωράει μέσα μου ὁ Πατέρας. Εἴμαστε ἀχώριστοι ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλο, διότι κι ἐγώ εἶμαι καί μένω μέσα στόν Πατέρα μου.

(Η ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ - ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ - ΕΚΔΟΣΙΣ «ΑΔΕΛΦΟΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ¨Ο ΣΩΤΗΡ¨»)

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Δὲν εἶναι μικρός ὁ ἀγώνας ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ συντρίψουμε τὸ θάνατο. Λέει βέβαια ὁ Κύριος «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι μέσα σας», βρίσκεται ὅμως καὶ ὁ θάνατος μέσα μας, ποὺ μᾶς πολεμάει καὶ μᾶς αἰχμαλωτίζει. Ἄν νικήσουμε σ' αὐτὸν τὸν πόλεμο, θὰ φύγει κάθε πόνος, λύπη καὶ στεναγμὸς καὶ ἡ ἔρημος καρδιὰ θὰ γεμίσει πηγές ὑδάτων.

Οσίου Μακαρίου του Αιγυπτίου

Παρασκευή 27 Μαΐου 2022

Απολαύστε την πνευματική ζωή! Δεν υπάρχει τίποτε γλυκύτερο απ’ αυτήν!



Όσιος Ιερώνυμος της Αιγίνης
Ο καθένας εκ των έργων του δικαιωθήσεται ή κριθήσεται. Ό,τι έργα θα κάνης, αυτά θα σε κρίνουν ή βοηθήσουν. Αν κοιμηθώ εγώ, θα λυπηθείς εσύ. Θα πεις την επομένη: Ο καημένος ο Γέρων απ την Μικρά Ασία, αλλά δεν θα μπορείς να κάμεις τίποτα περισσότερο ή, εκείνες, ή άλλοι για σένα. Ό,τι θα κάνη ο καθένας μόνος του.
Σε κηρύγματα, μη τρέχετε πολύ. Μελετήσατε εις το σπίτι σας. Επιμεληθείτε ολίγον την σιωπή. Εις την προσευχή με ταπείνωση να πηγαίνετε, να σας λυπηθεί ό Θεός.
Ο Χριστιανός δεν πρέπει ούτε δειλός να είναι, ούτε απελπισία να έχει.
«Όταν προσεύχομαι, νοερώς βρίσκομαι στον Γολγοθά, όπου σταύρωσαν τον Χριστό μας, στον Πανάγιο Τάφο Του, στο Όρος των Ελαιών, στη Βηθλεέμ».
–Εάν δεν έλθουν δάκρυα στην προσευχή, η προσευχή δεν εισακούεται.
–Να μην σηκωθείς από την προσευχή, εάν δεν χύσεις έστω και έναν κόμπο δάκρυ!
–Πρέπει να βρέξει στην προσευχή, δηλ. πρέπει να χύσεις δάκρυα, για να εισακουστείς από τον Θεόν.
«Αν δεν ζήσεις τη σιωπή, δεν μπορείς να κατανοήσεις την αξία της».
Τετάρτη και Παρασκευή να νηστεύετε. Εγώ όλους μέρα νύχτα σας θυμάμαι. Παρακαλώ για σάς. Να σας διαφυλάττει ό Κύριος μας, να σας φωτίζει. Προσπαθήστε. Αγωνίζεσθε. Στον ‘Άγιο Αρσένιο, μια φωνή. του έλεγε: «Φεύγε και σώζου. Φεύγε, Αρσένιε, και σώζου!» Και επειδή ο Βασιλεύς χωρίς τον Άγιο Αρσένιο δεν έκανε, πήγε και κείνος και έγινε βοσκός.
Έλεγε προς τους ιερείς τα εξής θαυμαστά:
-Αγγέλους έχεις συλλειτουργούς;
-Κάθε ημέρα να λέγεις το απολυτίκιον του Αγίου Σπυρίδωνος. Κάθε ημέρα υπάρχει Άγγελος δίπλα από τον ιερέα, όταν είναι στο Θυσιαστήριον.
-Ο μακαρίτης ο Γέροντάς μου δεν ημπορούσε να πει “τα Σα εκ των Σων”, απ’ αυτά που έβλεπε. Εικοσιέξι ημέρες νήστεψε. Ούτε ψωμί δεν έτρωγε. Μόνον αντίδωρο!
Διδασκαλία δίχως θέληση του άλλου έχθρα είναι και γίνεται αμαρτία και σε εκείνον πού ακούει και δεν κάνει και εσύ στενοχωρείσαι και ταράζεσαι. Μη τούς φωνάξεις. Όλοι είμεθα αμαρτωλοί.
-Απολαύστε την πνευματική ζωή!
–Δεν υπάρχει τίποτε γλυκύτερο απ’ αυτήν.
-Ο αγών είναι σκληρός, είναι γλυκείς όμως οι στέφανοι. Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος.
-Στα πνευματικά είναι ανοιχτή η καρδιά: αγάπη, χαρά.

πηγή: hristospanagia.gr
https://simeiakairwn.wordpress.com/

Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που αναζητούν την ευτυχία …



Πόσο πλανιούνται οι άνθρωποι που αναζητούν την ευτυχία μακριά από τον εαυτό τους, στις ξένες χώρες και στα ταξίδια, στον πλούτο και στη δόξα, στις μεγάλες περιουσίες και στις απολαύσεις, στις ηδονές και σ’ όλες τις χλιδές και ματαιότητες, που κατάληξή τους έχουν την πίκρα!
Η ανέγερση του πύργου της ευτυχίας έξω από την καρδιά μας, μοιάζει με οικοδόμηση κτιρίου σε έδαφος που σαλεύεται από συνεχείς σεισμούς. Σύντομα ένα τέτοιο οικοδόμημα θα σωριαστεί στη γη.

Άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως
https://www.askitikon.eu/