Σελίδες

Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021

Ψαλμοί του Δαυίδ



Ό Μέγας Βασίλειος λέγει ότι είναι καλύτερο να σταματήση ο ήλιος την τροχιά του, παρά να παραμένει το Ψαλτήριο αδιάβαστο στα σπίτια των Χριστιανών.
Όπως ο ήλιος είναι ο μεγαλύτερος αστέρας ανάμεσα στους άλλους, έτσι και το Ψαλτήριο είναι το μεγαλύτερο ανάμεσα στα άλλα θεόπνευστα βιβλία……

Γέρων Κλεόπας
https://www.askitikon.eu/

Πως είναι ο Θεός;



Ένας νέος πήγε σ ‘ έναν σοφό γέροντα και τον παρακάλεσε θερμά:
-Με απασχολεί το ερώτημα: Υπάρχει Θεός; Ειπέ μου, σε παρακαλώ! Εσύ το πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός;
-Και βέβαια το πιστεύω, του απάντησε ο γέροντας.
-Και ότι ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, το πιστεύεις κι αυτό;
-Και βέβαια, το πιστεύω.
-Και τον Θεό ποιος τον έφτιαξε;
-Εσύ, του απάντησε σοβαρά και ξερά ο γέροντας.
Ο νεαρός σοκαρίστηκε με την απάντηση του γέροντα.
Τον ρώτησε και πάλι λοιπόν:
-Γέροντα, εγώ σε ρωτάω σοβαρά, του είπε. Κι εσύ μου λες πως εγώ έφτιαξα το Θεό.
-Μα κι εγώ σοβαρά σου μιλάω, του απάντησε ο γέροντας. Πολύ σοβαρά. Και πρόσεξε γιατί.
Εσύ μ’ όλ’ αυτά που με ρωτάς, δείχνεις πως δεν ψάχνεις να βρεις το Θεό όπως είναι. Εσύ ψάχνεις να βρεις έναν Θεό όπως τον θέλεις εσύ, όπως τον φαντάζεσαι εσύ, κομμένον στα μέτρα σου.
Αυτόν τον Θεό λοιπόν θα τον έχεις φτιάξει εσύ. Δεν θα είναι ο αληθινός Θεός.
Και πρόσθεσε ο άγιος αυτός γέροντας:
-Ψάξε να βρεις τον αληθινό Θεό, παιδί μου. Να Τον δεχτείς όπως είναι. Μην
Τον θέλεις όπως εσύ τον φαντάζεσαι.
Προσπάθησε να γίνεις εσύ όπως σε θέλει ο Θεός. Προσπάθησε να Τον καταλάβεις όπως είναι. Και ν’ αγαπήσεις το θέλημά Του, όπως είναι.

https://www.askitikon.eu/

Τα μνημόσυνα ωφελούν μόνο τους νεκρούς



Μια καταπληκτική ιστορία που συνέβη πριν πολλά χρόνια στην πάλαι σοβιετική ένωση…

Ερώτηση: Πάτερ, τα μνημόσυνα ωφελούν μόνο τους νεκρούς, ή ωφελούν και τους ζωντανούς;

Άκουσε κόρη μου, την εποχή του κομμουνισμού στη Ρωσία η εκκλησία του Θεού ήταν υπό διωγμό, κανένας δε μπορούσε από φόβο να πάει στην εκκλησία να βαπτισθεί ή να παντρευτεί χριστιανικά.

Σε ένα ανθρακωρυχείο της Ρωσίας δούλευαν εβδομήντα εργάτες και έβγαζαν κάρβουνο. Ένας από τους εργάτες ήταν κρυπτοχριστιανός και μαζί με τη γυναίκα του, που ήταν ευσεβής Χριστιανή, πήγαιναν σε μια εκκλησία, που ήταν σε ένα κρυφόν υπόγειον και εκεί εκκλησιάζονταν.

Μια μέρα έγινε έκρηξις και τινάχθηκεν το στόμιον του ανθρακωρυχείου και έκλεισε μέσα τους εβδομήντα εργάτες.

Οι εμπειρογνώμονες είπαν ότι όλοι σκοτώθηκαν και δεν υπάρχει πιθανότης να επέζησε κανείς, διότι κόπηκαν οι σωλήνες που τους τροφοδοτούσαν με αέρα.

Μόλις το έμαθε η γυναίκα του χριστιανού ανθρακωρύχου, άρχισε, από την ημέρα που πέθανε ο άνδρας της, να πηγαίνει στον ιερέα που λειτουργούσε στην κρυφή εκκλησία τρία πρόσφορα, ένα μπουκάλι κρασί, θυμίαμα και καρβουνάκια και τρία κεριά για να κάνει μνημόσυνο ο ιερέας για τον άνδρα της.

Την δέκατη Πέμπτη ημέρα την ανταμώνει κάποιος άνδρας στο δρόμο και της λέει: «Μην πας τα πρόσφορα στον ιερέα, διότι δεν είναι σήμερα στην εκκλησία».

Και η γυναίκα γύρισε πίσω εκείνη την ημέρα. Συνέχισε όμως να πηγαίνει τα απαραίτητα πρόσφορα όλες τις άλλες μέρες μέχρι την τεσσαρακοστή ημέρα.

Σε πολλά μέρη της Ρωσίας έχουν συνήθεια κάθε μέρα να τελούν μνημόσυνο μέχρι τις σαράντα μέρες.

Άρχισαν να διαμαρτύρονται όλες οι γυναίκες στις αρμόδιες υπηρεσίες και ζητούσαν να βγάλουν τους άνδρες τους από το ανθρακωρυχείον για να τους δούνε και να τους θάψουν σε νεκροταφείον.

Άρχισαν οι εκσκαφές και είχαν βγάλει εξήντα εννιά νεκρούς. Έμενε ακόμη ο άνδρας που πίστευε στο Χριστό.

Όταν έφτασαν στο μέρος που ήταν αυτός ακούνε τα σωστικά συνεργεία « Αδέλφια προσέξτε, διότι πάνω από μένα είναι μια ετοιμόρροπη πέτρα».

Απόρησαν και είπαν: «Πως είναι δυνατόν να ζει κανείς σε τέτοιο βάθος χωρίς αέρα και νερό σαράντα μέρες;»

Όταν η γυναίκα πήγαινε τα πρόσφορα στην εκκλησία, έβλεπε ο ιερέας ότι κάθε μέρα έλειπε ένα πρόσφορο, μισό κρασί, λάδι θυμίαμα, καρβουνάκια και τα κεριά.

Και είπε ο ιερέας, απόψε θα φυλάξω να δω ποιος κλέβει τα πρόσφορα της γυναίκας αυτής.

Κάποια στιγμή βλέπει μέσα στο ιερό να ανάβει μια φλόγα τρία μέτρα ύψος και μέσα στη φλόγα να σχηματίζεται ένας πανέμορφος λευκοφορεμένος άγγελος και να παίρνει το πρόσφορο, το κρασί, το λάδι, τα καρβουνάκια, το θυμίαμα και τα κεριά και πάει να φύγει! Και τότε εμφανίζεται ο ιερέας και λέει:
«Πρώτη φορά βλέπω και αγγέλους να κλέβουν».

Ο άγγελος απάντησε: «Δεν τα κλέβω, αλλά θα μάθεις αργότερα που τα πηγαίνω».

Μόλις πήραν την πέτρα οι εργάτες, τα έχασαν, διότι είδαν τριάντα εννιά πρόσφορα μισοφαγωμένα, λάδια, κεριά, μισοκαμένο θυμίαμα και μπουκάλια με κρασί.

Και του είπαν:

«Τι είναι όλα αυτά, ποιος τα έφερε εδώ;»

Και λέει ο χριστιανός: «Όταν έγινε η έκρηξις την πρώτη μέρα κόντεψα να πεθάνω.

Τη δεύτερη μέρα όμως ερχόταν ένας λευκοφορεμένος άνθρωπος, που κρατούσε στο ένα χέρι σταυρό και στο άλλο μια τσάντα με πρόσφορο, κρασί, κερί, θυμίαμα και λάδι και μου πρότεινε να φάω ψωμί και κρασί και όταν το ευλογούσε ήταν τόσο νόστιμο, που δεν είχα φάει πιο νόστιμο ψωμί.

Μετά άναβε το κερί και είχα φως και όταν άναβε το καρβουνάκι και το θυμίαμα πλημμύριζε όλο το μέρος με καθαρό αέρα και ανέπνεα.

Αυτό γινόταν κάθε μέρα και νύχτα μέχρι που με βρήκατε εσείς, κρατούσα το ωρολόγι μου και κατάλαβα ότι πέρασαν σαράντα μέρες.

Μια μέρα όμως κόντεψα να πεθάνω, διότι δεν είχε έρθει ο αόρατος αυτός άνθρωπος και όταν ήρθε την άλλη μέρα τον ρώτησα , γιατί δε μου έφερες χθες πρόσφορο; Κόντεψα να πεθάνω.

Και αυτός μου απάντησε:

Στο δρόμο παρουσιάστηκε ο διάβολος με μορφή ανθρώπου, σταμάτησε τη γυναίκα σου και της είπεν, ότι ο παπάς δεν είναι στην εκκλησία και εκείνη τον πίστεψε και γύρισεν πίσω και εγώ δεν είχα τι να σου φέρω, διότι δεν πήγε τα απαραίτητα για το μνημόσυνό σου.

Και συνέχισε να μου λέει: Είμαι άγγελος Κυρίου Θεού Παντοκράτορος και απεστάλην να σε κρατήσω στη ζωή, γιατί έχεις ευσεβή σύζυγο και για να μάθουν οι κομμουνιστές, που έδιωξαν τον Θεό απ’ την πατρίδα σου ότι ο Θεός είναι η Ζωή και η Ανάστασις και ο πιστεύων εις Αυτόν ου μη αποθάνει εις τον αιώνα τον άπαντα».

Αυτό το γεγονός το έγραψαν οι ευρωπαϊκές εφημερίδες και το διάβασα όταν ήμουν στην Ευρώπη.

Οι ρωσικές αθεϊστικές εφημερίδες το αποσιώπησαν σαν να μη έγινε τίποτα.

Αλλά από στόμα σε στόμα διαδόθηκε σε πολλούς και άρχισαν να πηγαίνουν ξανά οι θαρραλέοι στις εκκλησίες, διότι κατάλαβαν ότι καλύτερα να είσαι με τον Θεό παρά με ατελείς και επιζήμιες θεωρίες.

Εδώ, αγαπητοί μου Χριστιανοί βλέπουμε ότι τα μνημόσυνα δεν ωφελούν μόνο τις ψυχές, που βρίσκονται στον ουρανό, αλλά ωφελούν και τους ζώντας.

Διότι, όποιος κάνει μνημόσυνα στους αποδημήσαντες συγγενείς των, πιστοποιεί ότι πιστεύει στον Θεόν και στην ύπαρξιν της ψυχής και θα έρθει η μέρα που θα βρει μεγάλο έλεος από τον Θεό.

Για αυτό πάντα να κάνετε μνημόσυνα, δεν χρειάζεται να είναι πολυτελή, φτάνει ένα πιάτο σιτάρι. Και στο πολυτελές και στο απλό οι ευχές θα διαβασθούν.

Αν διαβάσετε τα πατερικά συγγράμματα, θα δείτε ότι σε πολλούς πατέρες έδειξεν ο Θεός δι’ οράματος ότι τα μνημόσυνα ωφελούν τις ψυχές που βρίσκονται στον ουρανό.

Εάν μια ψυχή βρίσκεται στην κόλαση, σταματούν τα βασανιστήρια όση ώρα διαρκεί το μνημόσυνο και καλυτερεύει η κατάστασή της.

Εάν μια ψυχή βρίσκεται στον παράδεισον, τότε ο Θεός μετατρέπει τις ευχές του ιερέως και των Χριστιανών σε δώρα.

Και στεφανώνει την ψυχή με χαρά και ευφροσύνη και αυτός που κάνει το μνημόσυνο, το όνομά του γράφεται στο βιβλίον της ζωής για να ανταμειφθεί την ημέρα της κρίσεως και της ανταποδόσεως.

https://www.askitikon.eu/

«Όταν ένας άνθρωπος λέει: ''Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς''παράγει Χάρη Αγίου Πνεύματος!



 «Όταν ένας άνθρωπος λέει: ''Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς'', ξέρετε τί κάνει;
Παράγει ενέργεια! Παράγει Χάρη Αγίου Πνεύματος και την θέτει σε δράση.

Διατάσσει αυτή τη φωτιά της Θείας Χάριτος, της απανταχού της γης, να ενεργήσει.
Και πώς ενεργεί;
 Τους μεν αγγέλους χαροποιεί, τους δε δαίμονες λυπεί και φλογίζει. Είναι για τα δαιμόνια μια επιπλέον κόλαση.
  Σε κάθε ''Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς'', είναι σαν να εκρήγνυται μια ατομική βόμβα στην καρδιά του διαβόλου (γι' αυτό και ανταποδίδει τα πυρά) και θα ακούγεται εις τους αιώνας των αιώνων, όχι επειδή έχουμε εμείς τη Χάρη, αλλά διότι το όνομα του Ιησού Χριστού έχει αυθυπάρχουσα ενέργεια και Χάρη και έχει τόση δύναμη, όση δύναμη και Χάρη έχει η Θεότητά Του!

Η Χάρη αυτή ενεργεί ουσιωδώς, αρκεί να πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις:
α) συχνή μυστηριακή ζωή
β) να έχουμε συγχωρεμένους όλους τους ανθρώπους
γ) να διάγουμε αγνή ζωή στο σώμα και στην ψυχή
δ) να έχουμε πνευματικό οδηγό και
ε) να κάνουμε με τάξη και πρόγραμμα τα καθημερινά μας πνευματικά καθήκοντα σε χώρο ήσυχο και κατανυκτικό»

Γέροντας Εφραίμ Σκήτης Αγίου Ανδρέα
https://proskynitis.blogspot.com/

«Ρύπος της ψυχής είναι η ζήλεια και ο φθόνος»



Ρύπος της ψυχής είναι η ζήλεια, ο φθόνος, που γεννιέται από την υπερηφάνεια.
Μη ζηλεύεις, αδελφέ μου, κανέναν άνθρωπο για την ευτυχία του εδώ στη γη. Μη ζηλεύεις τον πλούσιο και τον ένδοξο. Μη ζητάς «θησαυρούς επί της γης, όπου στις και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπτεται διωρίσουν και κλέπτουσι» (Ματθαίος 6. 19). 
Να ζηλεύεις και να μιμείσαι τον εργάτη της αρετής, τον άνθρωπο του Θεού τον χαριτωμένο από το Άγιο Πνεύμα, τον πιο ένδοξο από τους ένδοξους και τον πιο πλούσιο από τους πλουσίους, που από ταμιεύει «θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε στις ούτε βρώσις αφανίζει, και όπου κλέφτες ου διωρίσουν ουδέ κλέπτουσιν» (Ματθαίος 6. 20).
Μη ζηλεύεις αυτόν που επαινούν και κολακεύουν οι άνθρωποι. Οι ανθρώπινοι έπαινοι είναι ασταθείς και ευμετάβλητοι. Συχνά μάλιστα είναι ιδιοτελείς και υστερόβουλοι. Σήμερα τα λόγια τους «γλυκύτερα υπέρ μέλι και κηρίον» (Ψαλμοί 18. 11). Αύριο το στόμα τους «αράς και πικρίας γέμει» (Ρωμαίους 3. 14).
Ζήλεψε λοιπόν το μεγαλείο του αφανούς και άδοξου κατά κόσμον ανθρώπου της αρετής, «ου ο έπαινος ουκ εξ ανθρώπων, αλλ’ εκ του Θεού» (Ρωμαίους 2. 29).
Μη λιώνεις από τον φθόνο βλέποντας άλλους να έχουν όσα εσύ δεν έχεις. Ο δικαιοκρίτης Κύριος γνωρίζει καλύτερα από σένα σε ποιον θα δώσει κι από ποιον θα στερήσει, πότε θα χαρίσει και πότε θα ζήτηση, τι θα δώσει και τι θα αφαιρέσει.
«… Η ουκ έξεστι μοι ποιήσαι ο θέλω εν τοις εμοίς;», λέει ο ίδιος στους εργάτες του αμπελώνας που διαμαρτυρήθηκαν νια την «άδικη» μεταχείρησή τους (Ματθαίος 20. 1-16).
Η ζήλεια και ο φθόνος είναι αιτία κάθε κάκου και εχθρός κάθε καλού. Απ’ αυτή την αιτία ο Κάϊν φόνευσε τον Άβελ, ο Ησαύ θέλησε να εξοντώσει τον Ιακώβ, ο Σαούλ καταδίωξε τον Δαβίδ.
Η ζήλεια και ο φθόνος τυφλώνουν τον νου, αμαυρώνουν την ψυχή, σκοτίζουν τη συνείδηση, θλίβουν τον Θεό, χαροποιούν τους δαίμονες, κλείνουν τον ουρανό, ανοίγουν την κόλαση. 
«Ο μισών τον αδελφόν αυτού εν τη σκοτία εστί και εν τη σκοτία περιπατεί, και ουκ οίδε που υπάγει, ότι η σκοτία τύφλωσε τους οφθαλμούς αυτού» (Α’ Ιωάννης 2. 11).

από το βιβλίο: «Πνευματικό Αλφάβητο»
Ιερά Μονή Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής 1996
http://inpantanassis.blogspot.com/

Ποιος είναι ο σκοπός της χριστιανικής άσκησης, πως διατηρείται και που σταματά;



«Το να θαυμάζη κανείς τους κόπους των Αγίων είναι καλό. Το να ζηλεύη να τους μιμηθή είναι σωτήριο. Αλλά το να θέλη διά μιάς να τους μιμηθή είναι παράλογο και ακατόρθωτο».
Όλοι οι όσιοι και οσίες της Εκκλησίας μας έφτασαν στο ποθούμενο μέσω της άσκησης. Ο όρος άσκηση χρησιμοποιείται ευρέως θα λέγαμε από τους θεολόγους και ιερείς στα κηρύγματα. Όλοι προτρέπουν τους πιστούς να ασκηθούν, να αποκτήσουν ασκητικό φρόνημα διότι διαμέσου αυτού όπως υποστηρίζεται θα καταφέρουμε όλοι μας να συναντήσουμε τον Χριστό.
Τι είναι όμως η άσκηση και που τελειώνει;
Κατ’ αρχήν να αναφέρουμε ότι χριστιανική ζωή και άσκηση θα πρέπει να νοούνται σαν δύο έννοιες ενός κοινού βιώματος. Δεν μπορεί να νοηθεί χριστιανική ζωή χωρίς άσκηση και ορθόδοξη άσκηση εκτός χριστιανικής μυστηριακής ζωής.
Η σωτηρία του ανθρώπου, δηλαδή η ολοκλήρωση του προϋποθέτει μία αδιάκοπη εσωτερική μεταστροφή του ανθρώπου, δηλαδή μετάνοια, αλλαγή του νου και των κριτηρίων, πέρασμα από το μέτρο ζωής του κόσμου που είναι η ευζωία και καλοπέραση, στο μέτρο ζωής της αγάπης που είναι η άσκηση. Και άσκηση σημαίνει απάρνηση του εγώ, δυναμική πάλη του ανθρώπου να υπερβεί τα απρόσωπα –ατομικά- στοιχεία της βιολογικής του φύσης, και να ολοκληρωθεί μέσα από τη σχέση του με το Θεό και τους συνανθρώπους του, που μόνο με την αγάπη μπορεί να πραγματωθεί.
Ο θεσμός της Εκκλησίας λοιπόν πολύ ορθά και σοφά καλεί όλα τα μέλη της να ασκηθούν, δηλαδή να μπουν στην διαδικασία της εκούσιας στέρησης (όποια κι αν είναι αυτή) ώστε να απαγκιστρωθούν σιγά σιγά από τα επίγεια και να γεμίσουν με έρωτα προς τα ουράνια. 
Μέσα στην Παράδοση της Εκκλησίας, η άσκηση είναι «φιλοκαλία», έρωτας για το κάλλος της «ατέλεστης τελειότητας» που είναι η προσωπική ολοκλήρωση, όχι απλά η αποκατάσταση της εικόνας του ανθρώπου στην προπτωτική κατάσταση αλλά κάτι πολύ περισσότερο από αυτό. 
Δεν αναζητούμε εμείς οι χριστιανοί τον χαμένο αισθητό Παράδεισο των πρωτοπλάστων, αλλά ελπίζουμε να εισέλθουμε κάπου πολύ ανώτερα, στην Βασιλεία του Θεού. Εκεί όπου κυριαρχεί μόνο η Αγάπη, εκεί όπου το Φως της παρουσίας του Χριστού θα κάνει τους ανθρώπους πεπληρωμένους, κατά χάριν θεανθρώπους.
Σήμερα για ένα πολύ μεγάλο αριθμό ανθρώπων, «ορθόδοξων χριστιανών», η άσκηση, ακόμα και σαν έννοια ή λέξη είναι ακατανόητη. Αν μιλήσει κανείς σήμερα για νηστεία και εγκράτεια και εκούσιο περιορισμό των ατομικών επιθυμιών, είναι σίγουρο πως θα εισπράξει χαμόγελα συγκατάβασης και ειρωνείας.
Το μεγαλύτερο εμπόδιο, που δεν επιτρέπει στο σύγχρονο άνθρωπο να φθάσει στη κοινωνία μετά του Θεού είναι ακριβώς αυτό: ότι προσπαθεί να Τον γνωρίσει με λάθος τρόπο, χρησιμοποιώντας λανθασμένα μέσα, εκτός Εκκλησίας. Απορρίπτει το μυστήριο της αγάπης και παραμένει θεληματικά στην επιφάνεια μιας στείρας πίστης η οποία στην καλύτερη περίπτωση σημαίνει απλά «παραδοχή της ύπαρξης του Θεού» και όχι εμπιστοσύνη και παράδοση στη Θεία Του Πρόνοια.
Αυτό βέβαια, δεν εμποδίζει τους ανθρώπους να έχουν τις «μεταφυσικές τους πεποιθήσεις», να πιστεύουν σε κάποιο «ανώτερο ον» ή στον «γλυκύ Ιησού», που δίδαξε μια θαυμάσια ηθική και τίποτα παραπάνω. Αλλά το ερώτημα είναι, τι χρειάζονται οι «μεταφυσικές πεποιθήσεις» όταν δεν οδηγούν στην Σωτηρία; Τι μας χρειάζεται ένας ηθικιστής Ιησούς όταν δεν προσφέρεται από αγάπη σε όλους; Τι μας χρειάζεται ένας Θεός ο οποίος δεν συγχωρεί τους αμαρτωλούς, δεν ελεεί τους μετανοούντας, δεν γίνεται ένα με εμάς;
Όμως ο Χριστός των αγίων είναι ο Χριστός των Πατέρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας και όχι ένας θεός που τον κόβουμε και τον ράβουμε στα μέτρα μας. Οι άγιοι προσέφεραν τον εαυτό τους, την ζωή τους, όλη τους την ύπαρξη στον Αληθινό Χριστό, ο οποίος είναι Αγάπη, είναι Αλήθεια, είναι το πρότυπο ζωής και για όλους εμάς που φέρουμε το όνομα χριστιανός.
Και χριστιανός σημαίνει να ζει κάποιος στο πνευματικό κλίμα της Βασιλείας του Θεού. Δηλαδή, να αγαπά τους πάντες και τα πάντα να μπορεί να συγχωρεί τους άλλους, να ζει με τους άλλους για τους άλλους… να ολοκληρώνεται σαν ύπαρξη μοιράζοντας και προσφέροντας την ζωή του στην διακονία του πλησίον.
Τα ασκητικά αγωνίσματα που θεσπίστηκαν από την Εκκλησία μας είναι το ελάχιστο αντίδωρο που μπορούμε να δώσουμε στον Χριστό μας για το δώρο της Αγάπης Του. Γι’ αυτό βλέπουμε οι Όσιοι και οι Όσιες πραγματοποίησαν (για εμάς) ακατανόητες και υπέρ του μέτρου ασκήσεις (νηστείες- αγρυπνίες- προσευχές-ορθοστασίες-ζώντας στο κρύο/στην ζέστη/σε σπηλιές/σε δέντρα/σε στύλους/έγκλειστοι- αλουσία κ.α.).
Πως κατάφεραν λοιπόν να τα κάνουν όλα αυτά και γιατί; Κατάφεραν να ασκηθούν τόσο πολύ όχι επειδή βλέπανε τι ελάχιστο προτείνει ο θεσμός της Εκκλησίας αλλά συνειδητοποίησαν το μέγεθος της Αγάπης του Θεού.
Όταν ο άνθρωπος καταλάβει πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη του Θεού και πόσο σημαντικό για τον καθένα προσωπικά είναι αυτό, τότε όλα του φαίνονται λίγα. Ότι και αν κάνει – όσο και αν ασκηθεί – είναι λίγο μπροστά στην Αγάπη Του. Ότι και αν θυσιάσει σ’ αυτήν την ζωή είναι ελάχιστο μπροστά στην Θυσία Του. Όσο κι αν αδικηθεί είναι λίγο μπροστά στην Αδικία που υπέστη Εκείνος για εμάς, από εμάς. Γι’ αυτό και η άσκηση των Αγίων ξεπέρασε τους νόμους της πεπτωκυίας φύσεως ή μάλλον ποιο ορθά: Έκανε τους ανθρώπους αυτούς-τους Αγίους- να ζουν φυσιολογικά τείνοντας συνεχώς προς την Αλήθεια και την Αγάπη.
Η άσκηση όταν γίνεται όχι γιατί πρέπει αλλά κινούμενη από αγάπη τότε γίνεται ανάπαυση και όχι δυσφορία. Όταν η άσκηση γίνεται με πνεύμα θυσιαστικό και ταπεινό, ελεύθερα, τότε δεν γίνεται με κατήφεια αλλά με χαρά και δοξολογία.
Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι η άσκηση από μόνη της δεν σώζει, εάν δεν συνδυάζεται με ταπείνωση, με μετάνοια και εξομολόγηση, με συμμετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας, με υπακοή στον πνευματικό μας, με συγχωρετικότητα και αγάπη.
Η άσκηση δεν δρα μαγικά πάνω στον άνθρωπο, αλλά είναι το θεμέλιο ώστε να υπάρξει η καλή αλλοίωση του είναι μας.
Η άσκηση δεν έχει όρια, δεν πρέπει να μένει στους τύπους και στα εξωτερικά γνωρίσματα. Η άσκηση είναι για τον καθένα διαφορετική αλλά το ίδιο σημαντική. Γι’ αυτό και η μάνα Εκκλησία θέσπισε κάποια μικρά ασκητικά αγωνίσματα κοινά για όλους όπως είναι οι καθορισμένες νηστείες, ώστε όλοι οι χριστιανοί να ζουν έστω με την ελάχιστη άσκηση, ώστε να βρίσκονται σε πνευματική εγρήγορση.
Να μου επιτραπεί να πω ότι ο άνθρωπος μπορεί να σταματήσει την άσκηση μόνο όταν αποκτήσει την Χριστομίμητη Αγάπη. Διότι η άσκηση αυτόν τον σκοπό έχει: ο άνθρωπος να καθαρθεί και να γίνει ένα απέραντο δοχείο Αγάπης το οποίο θα μοιράζεται σε όλους δια του Χριστού και δια της μοιρασιάς θα αυξάνεται εν Χριστώ.
Μπορούμε λοιπόν να μην ασκούμαστε πλέον εάν ενωθήκαμε με τον Χριστό, εάν γίναμε κατά χάριν θεάνθρωποι, εάν γίναμε κατά χάριν Άγιοι. Αλλά ποιος από μας μπορεί να επικαλεστεί κάτι τέτοιο;
Χρειάζεται λοιπόν η άσκηση στην ζωή μας. Έστω η διάθεση να γίνουμε όχι απλά καλύτεροι άνθρωποι, αλλά αγιότεροι. Και η αγιότητα μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία δια του Μυστηρίου της Αγάπης.
Κάθε ασκητικό πάλαισμα μας φέρνει και πιο κοντά στην κάθαρση και στον θείο φωτισμό, όμως η μεγαλύτερη άσκηση είναι η άσκηση της Αγάπης. Ο άνθρωπος δηλαδή ο οποίος ασκεί στην πράξη την αγάπη κάνει και την μεγαλύτερη άσκηση.
Η αγάπη θα μας κάνει να σιωπήσουμε σε έναν βαρύ και άδικο λόγο που θα ακούσουμε, η αγάπη θα μας κάνει να προσευχηθούμε για τον αδελφό μας, η αγάπη θα μας οδηγήσει στην ταπείνωση και η ταπείνωση στην αύξηση της αγάπης, η αγάπη θα συνθλίψει μέσα μας την κατάκριση του άλλου, την μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας.
Όποιος αποκτά την εμπειρία της τέλειας αγάπης, αποκτά ταυτόχρονα και την εμπειρία της τέλειας ταπεινώσεως. Γιατί η αληθινή ταπείνωση δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί από τους ανθρώπους που δεν έχουν γευθεί την εν Χριστώ αγάπη· τη θεωρούν μωρία και την αποστρέφονται.
Λέγει ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Το να θαυμάζη κανείς τους κόπους των Αγίων είναι καλό. Το να ζηλεύη να τους μιμηθή είναι σωτήριο. Αλλά το να θέλη διά μιάς να τους μιμηθή είναι παράλογο και ακατόρθωτο».
Κανείς δεν υποστηρίζει ότι όλοι μας θα πρέπει με μιας να ασκηθούμε όπως οι ερημίτες ή κάποιοι πολύπειροι μοναχοί οι οποίοι κατάφεραν να φτάσουν σε μεγάλα ύψη αρετής διαμέσου διαφόρων πνευματικών ασκήσεων. Οι περισσότεροι χριστιανοί μένουν στον κόσμο, έχουν οικογένειες, παιδιά, εργασίες, διάφορες υποχρεώσεις. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει ή ότι δεν χρειάζεται να ασκούνται στο μέτρο του δυνατού.
Ο δρόμος της ζωής μας θα πρέπει να είναι μία θυσία προς τους άλλους και προς τον Θεό. Δεν νοείται χριστιανός ο οποίος να αποστρέφεται κάποιον συνάνθρωπό του, δεν νοείται χριστιανός ο οποίος να υποστηρίζει ότι ζει εν Χριστώ χωρίς να έχει συγχωρετικότητα. Λέγει επί τούτο ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «ἐὰν ἀγαπῶμεν ἀλλήλους, ὁ Θεὸς ἐν ἡμῖν μένει καὶ ἡ ἀγάπη αὐτοῦτετελειωμένη ἐστὶν ἐν ἡμῖν».
Μέσα στην καθημερινότητα της ζωής μας ξεχνούμε κάτι βασικό ότι: θα πεθάνουμε. Όσο ξένο, αποκρουστικό, κακόηχο και αποτρόπαιο μας ακούγεται το ότι «θα πεθάνουμε» είναι μία πραγματικότητα την οποία δεν την έχουμε αποδεχτεί στην ζωή μας.
Ζούμε και κινούμαστε μη έχοντας μνήμη θανάτου, με αποτέλεσμα εύκολα να πέφτουμε στις παγίδες του διαβόλου, εύκολα να ενδίδουμε στους πειρασμούς του κόσμου.
Η ζωηρή μνήμη του θανάτου διατηρεί στην ζωή μας την άσκηση και την διάθεση μετανοίας. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι πρέπει να ζούμε μίζερα έχοντας την κατήφεια ζωγραφισμένη μόνιμα στα πρόσωπά μας. Η μνήμη θανάτου που διατηρεί το ασκητικό φρόνημα, κάνει την ψυχή μας λεπτή και τρυφερή, μας μεταμορφώνει σε καινούς ανθρώπους οι οποίοι βιώνουν την ζωή, σαν ευκαιρία αγιασμού. Τους άλλους, σαν ανάπαυσή τους. Τον θάνατο, σαν πέρασμα στην Ζωή.
«Μιμνήσκου τά έσχατά σου, και είς τον αιώνα ού μη αμάρτης» (Σοφ. Σειράχ ζ΄ 36).
Δεν είναι δυνατόν, είπε κάποιος, δεν είναι δυνατόν να περάσουμε με ευλάβεια την σημερινή ημέρα, εάν δεν την λογαριάσουμε σαν την τελευταία της ζωής μας.
Όντως, ο άνθρωπος εκείνος που ζει σαν ετοιμοθάνατος θα ζήσει προσεκτικά. Ο άνθρωπος αυτός θα ζήσει ασκητικά, συγχωρώντας και αγαπώντας τους άλλους.
Η άσκηση σε συνδυασμό με την μνήμη θανάτου θα μας οδηγήσουν στην ειρήνη της ψυχής μας, θα μας εισαγάγουν μέσα στην απύθμενη άβυσσο της εν Χριστώ Αγάπης η οποία αν και μοιράζεται σε όλους δεν δαπανάτε ποτέ γιατί η πηγή της δεν είναι η δική μας δήθεν αξιώτητα ή αγιότητα αλλά είναι ο ίδιος ο Άκτιστος Θεός, ο οποίος «αγάπη εστί» (Α’ Ιωάννου 4:8)

Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
http://inpantanassis.blogspot.com/

Τί σημαίνει νά ἀνήκω στήν Ἐκκλησία;



- Ἐρ.: Ἂν κανεὶς πιστεύει στὸν Χριστό, διαβάζει τὸ Εὐαγγέλιο, ἀλλὰ δὲν θέλει νὰ ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία, δὲν εἶναι καλὸς χριστιανός;

Ἀπ.: Ὄχι! Χριστιανισμὸς δὲν σημαίνει νὰ πιστεύουμε θεωρητικὰ μερικὰ πράγματα, ἀλλὰ νὰ ζοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Παραθέτουμε ὅσα πολὺ ὡραῖα γράφει σχετικὰ ὁ Φλορόφσκυ: 

«Ὁ Χριστιανισμὸς ἐξ ἀρχῆς ὑπῆρχεν ὡς συγκεκροτημένη πραγματικότης, ὡς κοινότης. Τὸ νὰ εἶναι κανεὶς Χριστιανὸς ἐσήμαινεν ἀκριβῶς τὸ νὰ ἀνήκῃ εἰς τὴν κοινότητα. Κανεὶς δὲν ἠμποροῦσε νὰ εἶναι Χριστιανὸς ἀπὸ μόνος του, ὡς ἀπομονωμένον ἄτομον, ἀλλὰ μόνον μαζὶ μὲ τοὺς "ἀδελφούς", εἰς συνάφειαν μὲ αὐτούς. Unus Christianus - nullus Chtistianus. Ἡ προσωπικὴ πεποίθηση ἤ ἀκόμη ἕνας κανὼν ζωῆς δὲν καθιστοῦν τὸ ἄτομον Χριστιανόν. Ἡ χριστιανικὴ ὕπαρξις προϋποθέτει ἐν-σωμάτωσιν, συμμετοχὴν εἰς τὴν κοινότητα. 

Αὐτὸ πρέπει εὐθὺς ἀμέσως νὰ προσδιορισθῆ: εἰς τὴν ἀποστολικὴν κοινότητα, δηλαδὴ εἰς μίαν κοινωνίαν μὲ τοὺς Δώδεκα καὶ τὸ μήνυμά των. Ἡ χριστιανικὴ "κοινότης" συνεκλήθη καὶ συνετάγη ἀπὸ τὸν ἴδιον τὸν Ἰησοῦν κατὰ τὰς ἡμέρας τῆς ἐν σαρκὶ ζωῆς του, καὶ ἀπὸ αὐτὸν τῆς ἐδόθη ἕνας, ἔστω καὶ προσωρινός, καταστατικὸς χάρτης διὰ τῆς ἐκλογῆς καὶ τοῦ διορισμοῦ τῶν Δώδεκα, ποὺ τοὺς ἔδωσε τὴν ὀνομασίαν, ἤ μᾶλλον τὸν τίτλον τῶν "Ἀποστόλων", διότι ἡ "ἀποστολὴ" τῶν Δώδεκα δὲν ἦταν μόνον μία ἁπλὴ ἀποστολή, ἀλλ' ἀκριβῶς μία ἐντολὴ ποὺ δι' αὐτὴν περιεβλήθησαν μὲ "ἐξουσίαν" (Μκ. 3, 15• Μθ. 10, 1• Λκ. 9, 1). 

Ἐν πάσῃ περιπτώσει, ὡς διορισμένοι "μάρτυρες" τοῦ Κυρίου (Λκ. 24, 48• Πρ. 1, 8) μόνον οἱ Δώδεκα ἐδικαιοῦντο νὰ ἐξασφαλίζουν τὴν συνοχὴν τόσον τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος, ὅσον καὶ τῆς ζωῆς τῆς κοινότητος. Ἡ κοινωνία, ἑπομένως, μὲ τοὺς Ἀποστόλους ἀπετέλει βασικὸν σημεῖον τῆς πρώτης "Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ" εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ (Πρ. 2, 42).

Χριστιανισμὸς σημαίνει "κοινὴ ζωή". Οἱ Χριστιανοὶ ὀφείλουν νὰ θεωροῦν ἀλλήλους ὡς "ἀδελφοὺς" (αὐτό, ἄλλωστε, ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ πρῶτα ὀνόματά τους), ὡς μέλῃ ἑνὸς σώματος, στενὰ συνδεδεμένα. Ἑπομένως ἡ ἐλεημοσύνη ἔπρεπε νὰ εἶναι τὸ πρῶτον σημεῖον, ἡ πρώτη ἀπόδειξις καὶ τεκμήριον αὐτῆς τῆς συναδελφώσεως. Δυνάμεθα νὰ εἴπωμεν ὅτι ὁ Χριστιανισμὸς εἶναι κοινότης, σῶμα, ἀδελφότης, "κοινωνία", coetus fidelium» 

- Ἐρ.: Γιατί λέμε στὸ Σύμβολο τῆς πίστης μας νὰ πιστεύουμε στὴν Ἐκκλησία («Πιστεύω... εἰς μίαν... Ἐκκλησίαν»), ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁρατή, ὅπως τὴν καθορίσαμε, ἡ δὲ πίστη, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι ἀπόδειξη πραγμάτων μὴ βλεπομένων; (βλ. Ἑβρ. 11, 1).

Ἀπ.: Πρῶτα-πρῶτα τὸ ρῆμα «πιστεύω», ποὺ λέμε στὸ Σύμβολο τῆς πίστης μας, ἔχει κυρίως τὴν ἔννοια «ἐμπιστεύομαι». Καὶ πρέπει, λοιπόν, νὰ ἐμπιστευόμαστε στὴν Ἐκκλησία, στὸν θεῖο αὐτὸν ὀργανισμὸ - Θεῖο ὀργανισμὸ καὶ ὄχι ἀνθρώπινη ὀργάνωση - στὸν ὁποῖο κατοικεῖ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ κατοικεῖ στὴν Ἐκκλησία καὶ σ' ὅσους καθαγιάζονται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, δὲν εἶναι ὁρατή. Καὶ αὐτό, λοιπόν, τὸ ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀόρατη, καθιστᾶ τὴν Ἐκκλησία ἀντικείμενο πίστης. Γιατί αὐτὴ εἶναι ταμιοῦχος τῆς ἀόρατης θείας Χάρης καὶ χρειάζεται πίστη γιὰ νὰ παραδεχτοῦμε κάτι ποὺ δὲν τὸ βλέπουμε.

Ἔπειτα ἡ Ἐκκλησία, ἂν καὶ ὁρατὴ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι περιλαμβάνει ὅλους τοὺς ὀρθόδοξους χριστιανοὺς ποὺ ζοῦν πάνω στὴν γῆ, εἶναι ὅμως καὶ ἀόρατη, γιατί περιλαμβάνει καὶ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν ἀπ' αὐτὸν τὸν κόσμο μὲ πίστη καὶ ἁγιότητα καὶ βρίσκονται στὸν οὐρανό. Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, ζεῖ καὶ ὑπάρχει καὶ στὸν οὐρανὸ καὶ στὴν γῆ καὶ εἶναι κατὰ μὲν τὴν μία ὄψη τῆς οὐράνια καὶ ἀόρατη, «θριαμβεύουσα Ἐκκλησία», ὅπως λέγεται, κατὰ δὲ τὴν ἄλλη ὄψη της ἐπίγεια καὶ ὁρατὴ καὶ ἱστορικὴ κοινωνία, «στρατευομένη Ἐκκλησία», ὅπως λέγεται. Καὶ ἡ ἐπὶ γῆς ὅμως στρατευόμενη καὶ ἡ εἰς τὸν οὐρανὸ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία εἶναι μία κοινωνία ἁγίων.

- Ἐρ.: Ποῦ βασιζόμαστε στὴν ἁγία Γραφὴ γιὰ τὴν ἰδέα ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ταυτόχρονα καὶ στὴν γῆ καὶ στὸν οὐρανό;

Ἀπ.: Σ' αὐτὰ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ λέει στοὺς χριστιανούς: «Ἔχετε προσέλθει στὸ ὄρος τῆς Σιὼν καὶ στὴν πόλη τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ, τὴν ἐπουράνια Ἱερουσαλήμ, καὶ σὲ μυριάδες ἀγγέλων, σὲ πανήγυρη καὶ Ἐκκλησία τῶν πρωτοτόκων, οἱ ὁποῖοι εἶναι γραμμένοι στὸν οὐρανὸ καὶ στὸν Θεό, τὸν κριτὴ ὅλων καὶ στὰ πνεύματα τῶν δικαίων, ποὺ ἔχουν γίνει τέλειοι καὶ στὸν μεσίτη τῆς Νέας Διαθήκης, τὸν Ἰησοῦ» (Ἑβρ. 12, 22-24).

- Ἐρ.: Κατὰ τὰ παραπάνω μποροῦμε νὰ διαιρέσουμε τὴν Ἐκκλησία σὲ ἀόρατη καὶ ὁρατή;

Ἀπ.: Ὄχι, δὲν διαιρεῖται ἡ Ἐκκλησία. Παραθέτουμε σὲ μετάφραση τὰ ὅσα ὡραῖα γράφει πάνω σ' αὐτὸ τὸ ἐρώτημα ὁ δογματολόγος καθηγητὴς Ἰωάννης Καρμίρης: «Ἡ Ἐκκλησία δὲν πρέπει νὰ διαιρεῖται σὲ ἀόρατη καὶ ὁρατή. Γιατί ὑπάρχει μία καὶ μόνο μία Ἐκκλησία, ἀλλὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ δυὸ ἀδιάσπαστα καὶ συνηνωμένα στοιχεῖα: Τὸ θεῖο καὶ πνευματικὸ καὶ ἀόρατο ἀφ' ἑνὸς καὶ τὸ ἀνθρώπινο καὶ ὑλικὸ καὶ ὁρατὸ ἀφ' ἑτέρου, ὅπως ἀκριβῶς στὸ Πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἑνώθηκαν ἀσυγχύτως ἡ θεία καὶ ἀνθρώπινη φύση. 

Ὅπως σ' ἕνα ζωντανὸ ὀργανισμὸ δὲν μπορεῖ νὰ χωριστεῖ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα, τὸ πνευματικὸ ἀπὸ τὸ ὑλικὸ στοιχεῖο, ἔτσι καὶ στὴν Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ νὰ χωριστεῖ τὸ θεῖο καὶ πνευματικὸ στοιχεῖο ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο καὶ ὑλικό, ποὺ εἶναι ἡ ἐξωτερικὴ ἐκδήλωση τοῦ πρώτου καὶ τὸ ἀναγκαῖο ὄργανο γιὰ τὶς σωτηριώδεις ἐνέργειες τῆς Ἐκκλησίας μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. 

Ἡ Ἐκκλησία, λοιπόν, ἀπὸ τὴ μία μεριὰ εἶναι θεῖο, πνευματικό, ἀόρατο καὶ αἰώνιο καθίδρυμα, ἀπὸ τὴν ἄλλη ὅμως μεριὰ εἶναι μία κοινωνία ἀνθρώπων περιγραπτὴ καὶ ἐμπειρικὴ καὶ ὁρατὴ καὶ ἱστορική. Καὶ εἶναι μὲν ἀόρατη ἡ Ἐκκλησία, γιατὶ ἀόρατη εἶναι ἡ κεφαλή της, ὁ Κύριος, καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ἐνοικεῖ σ' αὐτὴ· ἀόρατη εἶναι ἡ ὑπάρχουσα σ' αὐτὴ θεία Χάρη, ποὺ δικαιώνει καὶ ἁγίαζει καὶ σῴζει. 

Περιλαμβάνει δὲ ἡ Ἐκκλησία καὶ τὸ ἀόρατο τμῆμα της στὸν οὐρανό, καὶ ἔτσι καὶ ἀπὸ τὰ δυό, καὶ τὸ οὐράνιο καὶ τὸ ἐπίγειο τμῆμα, συναποτελεῖται τὸ μυστικὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Γι' αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία πνευματικὴ ἑνότητα γιὰ τὴν μία θεία Κεφαλή της καὶ τὸ ἕνα Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ τὴν κατευθύνει εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθεια. Εἶναι ὅμως συνάμα ἡ Ἐκκλησία καὶ ὁρατὴ καὶ περιγραπτὴ ὡς στρατευόμενη πάνω στὴν γῆ καὶ ἐπεργαζομένη τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων γιατί μὲ αἰσθητὰ σημεῖα μεταδίδει τὴν θεία Χάρη, ἔχει δὲ λατρεία καὶ ἐξωτερικὴ ὀργάνωση (στὴν ὁποία ἐνεργοῦν καὶ συνεργοῦν Θεὸς καὶ ἄνθρωποι) ἄρχοντες καὶ ἀρχόμενους, δηλαδὴ τὴν ποιμένουσα Ἱεραρχία καὶ τοὺς ποιμαινομένους πιστούς, ὅλους ἀδιακρίτως τοὺς εὐσεβεῖς καὶ τοὺς ἀσεβεῖς, τοὺς ἀγαθοὺς καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς (Σύνοψις τῆς Δογματικῆς... σ. 81).

- Ἐρ.: Πῶς διαβεβαιωνόμαστε ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ στὴν Ἐκκλησία;

Ἀπ.: Κατὰ πρῶτον, ἀπ' αὐτό: Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, γεμάτος χάρη καὶ ἀλήθεια («πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας»), καὶ γεμίζει ἐπίσης καὶ τὸ Σῶμα Του, ποὺ εἶναι ἡ Ἐκκλησία, μὲ παρόμοια χάρη καὶ ἀλήθεια (βλ. Ἰωάν. 1, 14.17).

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὅτι ὁ Θεὸς Πατέρας «Τὸν ἔκανε Κεφαλὴ ὑπεράνω ὅλων στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι τὸ Σῶμα Του, τὸ συμπλήρωμα ἐκείνου ποὺ γεμίζει τὰ πάντα ἐν πᾶσι» (Ἐφεσ. 1, 22.23).

Καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἀπόστολος λέει στοὺς Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας: «Προσέχετε, λοιπόν, τοὺς ἑαυτούς σας καὶ ὁλόκληρο τὸ ποίμνιο, στὸ ὁποῖο τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο σᾶς τοποθέτησε ἐπισκόπους, γιὰ νὰ ποιμαίνετε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, τὴν ὁποία ἀπέκτησε μὲ τὸ δικό Του Αἷμα» (Πράξ. 20, 28).

- Ἐρ.: Πῶς ἐμεῖς διαβεβαιωνόμαστε ἀκόμη ὅτι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ κατοικεῖ στὴν Ἐκκλησία ἀκόμη μέχρι τώρα καὶ θὰ κατοικεῖ σ' αὐτὴν μέχρι τέλος τοῦ κόσμου;

Ἀπ.: Τὸ διαβεβαιωνόμαστε ἀπὸ τὰ ἑπόμενα λόγια του Ἴδιου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἀποστόλου Του: «Θὰ οἰκοδομήσω τὴν Ἐκκλησία μου καὶ οἱ πύλες τοῦ Ἅδου δὲν θὰ τὴν καταβάλουν» (Ματθ. 16,18). «Ἰδοὺ Ἐγὼ εἶμαι μαζί σας ὅλες τὶς ἡμέρες μέχρι τὴν συντέλεια τοῦ κόσμου» (Ματθ. 28, 20). «Σ' Αὐτόν, τὸν Θεὸ τὸν Πατέρα, ἂς εἶναι ἡ δόξα στὴν Ἐκκλησία ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ σ' ὅλες τὶς γενεὲς τοῦ αἰῶνος τῶν αἰώνων. Ἀμὴν» (Ἐφεσ. 3, 21).

http://inpantanassis.blogspot.com/

Η εντολή της αγάπης απευθύνεται σε όλους.



ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΛΟΥΚΑ
«Ἔχουσι Μωϋσέα καί τούς προφήτας· ἀκου­σά­­τωσαν αὐτόν» (Λουκ. 16.29).
Μία ἀπό τίς παραβο­λές τοῦ Χριστοῦ μᾶς ὑπενθύμισε τό σημερινό εὐαγ­γε­λικό ἀνάγνωσμα. Τήν παραβολή τοῦ πλου­σί­ου καί τοῦ πτωχοῦ Λα­ζάρου. Ὁ ἕνας, πλού­σι­ος σέ χρήματα ἀλλά πτωχός σέ αἰσθήματα καί ἀρετές, ζοῦσε μιά πολυτελῆ ζωή καί ἀδι­α­φοροῦσε γιά τόν τα­λαί­πωρο Λάζαρο, πού πε­ρί­μενε στήν εἴσοδο τοῦ ἀρχοντικοῦ του ὑπομο­νε­τικά γιά νά χορτάσει ἀπό τά ψί­χου­λα πού ἔπεφταν ἀπό τό τραπέζι τοῦ πλουσίου ἰδιοκτή­του.
Πτωχός ὡς πρός τά ὑλικά ἀγαθά ὁ Λάζαρος ἀλλά πλούσιος ὡς πρός τά πνευματικά· γιατί ἡ ἔλ­λειψη τῶν ὑλικῶν ἀγα­θῶν τόν ἔκανε νά ἀσκηθεῖ στήν ταπεί­νω­ση καί τήν ὑπακοή, ἀρε­­­­τές πού τοῦ χάρισαν μετά τόν θάνατό του μία θέση «ἐν τοῖς κόλ­ποις τοῦ Ἀβραάμ», σέ ἀντίθεση μέ τή σκλη­ρό­τητα καί τήν ἀκαρδία τοῦ πλουσίου πού μετά τόν θάνατό του βρέθη­κε στόν «τό­πον τῆς βα­σάνου».
Τά παραδείγματα τῶν δύο αὐτῶν ἀνθρώπων τῆς σημερινῆς εὐαγγε­λι­κῆς περικοπῆς μπορεῖ νά εἶναι ἀκραῖα, ὁ Χρι­στός ὅμως τά παρουσιά­ζει ἐπίτηδες γιά νά κι­νήσει τήν προσοχή μας καί νά μᾶς διδάξει αὐτό πού θέλει. Καί αὐτό πού θέλει νά μᾶς διδάξει εἶ­ναι αὐτό πού λέγει ὁ πα­τριάρχης Ἀ­βρα­άμ, ὅ­ταν ὁ πλού­σιος τόν πα­ρακαλεῖ νά στεί­λει στή γῆ τόν Λάζαρο γιά νά εὐαι­σθη­τοποιή­σει μέ τόν λόγο του τούς πέ­ντε ἀδελ­φούς του, πού προφα­νῶς ζοῦ­­σαν μιά ἀνάλο­γη μέ αὐτόν ζωή, ὥστε νά με­τανοή­σουν, γιά νά μήν βρε­θοῦν καί αὐτοί στόν ἴδιο τόπο τῆς βα­σάνου καί τῆς κο­λά­σε­ως.
«Ἔχουσι Μωϋσέα καί τούς προφήτας· ἀκου­σά­­τω­σαν αὐτῶν». Ἔ­χουν τόν νόμο τοῦ Μω­ϋ­­σέως, λέει ὁ Ἀβραάμ, καί τίς διδασκαλίες τῶν προφητῶν. Ἄς ἀκού­σουν καί ἄς ἐφαρμό­σουν αὐτό τόν νόμο καί ἀρκεῖ γιά νά ἀντιλη­φθοῦν τί πρέπει νά κά­νουν οἱ ἀδελφοί σου, γιά νά μή ὁδηγηθοῦν καί αὐτοί στήν κόλαση.
Τό ἴδιο ἐπαναλαμβά­νει καί σέ μᾶς σήμερα ὁ Χριστός. Σέ μᾶς πού μπορεῖ νά διερωτώμεθα τί μᾶς ἀφορᾶ αὐτή ἡ παραβολή ἤ τί σχέση μπορεῖ νά ἔχουμε ἐμεῖς μέ τόν σκληρόκαρδο πλού­σιο.
Καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, δέν ἔχουμε μόνο τόν μωσαϊκό νόμο καί τούς προφῆτες, ἀλλά ἔχουμε τόν νόμο τοῦ εὐ­αγγελίου καί τή ζωή τοῦ Χριστοῦ. Ἔχουμε τόν νόμο τῆς ἀγάπης καί τήν ἴδια τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σαρκωμένη στό πρόσωπο τοῦ Χρι­στοῦ, καί σύμφωνα μέ αὐτά ὀφείλουμε νά ρυ­θμίζουμε τή ζωή μας. Διότι αὐτό πού ζητᾶ ὁ Θεός ἀπό ἐμᾶς γιά νά μᾶς χαρίσει τή βασιλεία του καί νά μᾶς ἀπαλ­λάξει ἀπό τή βάσανο τῆς κολάσεως εἶναι ἡ ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη εἶναι τό κριτήριο μέ βάση τό ὁποῖο θά κριθοῦμε κατά τή Δευτέρα Παρουσία. Ἡ ἀγάπη εἶναι αὐτή πού διαχωρίζει τούς ἐκλεκτούς τούς Θεοῦ ἀπό τούς ἀναξίους τοῦ ἐλέους καί τῆς Χάριτός του.
Καί ἡ ἀγάπη, ἀδελφοί μου, δέν εἶναι μία ἐν­το­λή πού ἀπευθύνε­ται μό­νο στούς πλουσίους, δέν εἶναι μία ἐντολή πού ἀπευθύνεται μόνο σέ ὅσους ἔχουν τήν οἰ­κονομική ἄνεση νά βοη­­­θήσουν καί νά συν­δρά­μουν τούς ἐν­δεεῖς ἀδελφούς τους. Εἶναι κάτι πού ζητᾶ ὁ Θεός ἀπό ὅλους μας, γιατί ὅ­λοι μποροῦμε νά τήν προσφέρουμε στόν πλη­σίον μας· γιατί ὅλοι μπο­­ροῦμε νά βοηθή­σου­­με αὐτόν πού ἔχει ἀνά­γκη, αὐτόν πού πει­νᾶ, αὐτόν πού διψᾶ, αὐτόν πού ἀσθενεῖ, αὐ­τόν πού δοκιμάζεται, αὐ­τόν πού ὑποφέρει, ἐάν τό θέλουμε. Γιατί γιά τόν Θεό δέν μετρᾶ ἡ ποσότητα αὐτοῦ πού προσφέρουμε, ἀλλά ἡ διάθεσή μας. Καί ὅπως δέχθηκε τό δίλεπτο τῆς χήρας, μιά ἀσήμαντη δηλαδή προσφορά, ἔτσι δέχεται καί τιμᾶ καί ἀνταμείβει καί τή δική μας προσφορά ἀγάπης πρός τόν συνάνθρωπό μας, πού τόν θεωρεῖ ὁ ἴδιος ἀδελφό του, ὅταν δίδεται ἀπό τήν καρδιά μας.
Ἄς ἀκούσουμε, λοι­πόν, ἀδελφοί μου, τήν προτροπή τῆς σημε­ρινῆς εὐαγγελικῆς πε­ρι­κοπῆς. Ἄς ἀκούσουμε τήν προτροπή τῆς ἀγάπης πού ἀπευθύνει πρός ὅλους μας ὁ Χρι­στός καί ἄς δείξουμε αὐτή τήν ἀγάπη πρός ὅλους τούς συνανθρώ­πους μας, πρός ὅλους τούς ἀδελ­φούς μας. Ἄς ἀξιο­ποι­ήσουμε τίς εὐκαιρίες πού ἔχουμε γιά νά δείξουμε τήν ἀγάπη καί τήν φι­λαλληλία μας, γιά νά δείξουμε τήν ἀλληλεγ­γύη καί τή στοργή μας πρός τούς ἔχοντας ἀνά­γκη ἀδελφούς μας, γιά νά γίνουμε καί ἐμεῖς ἄξιοι τοῦ ἐλέους καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί τῆς αἰωνίου βασι­λεί­ας του.
 
 Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων
http://imverias.blogspot.com/

Άγιοι Στάχυς, Απελλής, Αμπλίας, Ουρβανός, Νάρκισσος και Αριστόβουλος οι Απόστολοι από τους Εβδομήκοντα



Οι Άγιοι Στάχυς, Απελλής, Αμπλίας, Ουρβανός, Νάρκισσος και Αριστόβουλος άνηκαν στους εβδομήκοντα Αποστόλους του Κυρίου και όλοι τους υπήρξαν «Χριστοῦ εὐωδία τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σωζομένοις» (Β' προς Κορινθίους, Β' 15). Δηλαδή ευωδιά Χριστού, ευχάριστη στο Θεό, και ευωδία μεταξύ των σωζόμενων πυύ άκουγαν απ' αυτούς το σωτήριο μήνυμα του Ευαγγελίου.
Ο Άγιος Στάχυς έγινε πρώτος επίσκοπος Βυζαντίου, και αφού διάνυσε 16 χρόνια στο αποστολικό κήρυγμα, ειρηνικά αναπαύθηκε εν Κυρίω.
Ο Άγιος Απελλής έγινε επίσκοπος Ηράκλειας και πολλούς έφερε στη χριστιανική πίστη.
Ο Άγιος Αμπλίας έγινε επίσκοπος Οδυσσουπόλεως και ο Ουρβανός, επίσκοπος Μακεδονίας. Επειδή και οι δύο γκρέμιζαν τα είδωλα, θανατώθηκαν μαρτυρικά.
Ο Άγιος Νάρκισσος χειροτονήθηκε επίσκοπος Αθηνών. Η αλήθεια, όμως, του Ευαγγελίου, την οποία δίδασκε με ζήλο, εξήγειρε τους ειδωλολάτρες, με αποτέλεσμα να τον βασανίσουν και να παραδώσει την ψυχή του μαρτυρικά.
Ο Άγιος Αριστόβουλος, και αυτός υπήρξε επίσκοπος και πέθανε ειρηνικά, κηρύττοντας μέχρι τέλους της ζωής του το Χριστό.

Το Αποστολικό και Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής



 † Κυριακῇ 31 Ὀκτωβρίου 2021 (Ε' Λουκᾶν)
Τὸ Εὐαγγέλιον
Ἐκ τοῦ κατά Λουκᾶν
Κεφ. ιστ' : 19-31
Εἶπεν ὁ Κύριος· ῎Ανθρωπος τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον, εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς. Πτωχὸς δέ τις ἦν, ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος, καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. Ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον ᾿Αβραάμ. Ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. Καὶ ἐν τῷ Ἅδη ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τὸν ᾿Αβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν, καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. Καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· Πάτερ ᾿Αβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον, ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος, καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου· ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. Εἶπε δὲ ᾿Αβραάμ· Τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· Καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. Εἶπε δέ· Ἐρωτῶ οὖν σε, Πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ ᾿Αβραάμ· Ἔχουσι Μωσέα καὶ τοὺς Προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, Πάτερ ᾿Αβραάμ· ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. Εἶπε δὲ αὐτῷ· Εἰ Μωσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.

Ὁ Ἀπόστολος
Πρὸς Κορινθίους Β' Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα
Κεφ. ια' : 31 - ιβ' : 9
Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης ᾿Αρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ. Καυχᾶσθαι δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. Καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. Ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. Ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· Ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. Ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Τα δάκρυα έχουν μεγάλη δύναμη. Γιατί εξιλεώνουν τον Κύριο για τα σφάλματά μας και μας καθαρίζουν από τις κηλίδες που αποκτήσαμε από την αισθητή ηδονή και δίνουν φτερά προς τον Ουρανό στην επιθυμία μας. 

(Άγιος Θεόδωρος Εδέσσης)

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2021

Nα κοιτάμε προσεκτικά τον εαυτό μας



Ρωτήθηκε κάποτε ένας ερημίτης.

Πως πρέπει να αντιμετωπίζουμε τους επαίνους και τα εγκώμια;

Και απάντησε.

Να έχετε ταπείνωση και να γνωρίζετε καλά τον εαυτό σας.

Να σας πω ένα παράδειγμα.

Όταν σκαλίζω στο ξύλο την μορφή αγίου και τελειώνω, νομίζω ότι είναι καλή.

Την ξανακοιτάω μετά από λίγο και βλέπω ότι έχει ελλείψεις.

Αν βάλω τον φακό θα δω ότι δεν είναι τίποτα το σπουδαίο.

Το ίδιο πάλι και με τα χέρια. Βλέπουμε ότι είναι καθαρά. Αν βάλουμε όμως τον φακό, θα δούμε ότι έχουν βρωμιά και πολλά μικρόβια.

Έτσι, να κοιτάμε προσεκτικά τον εαυτό μας και θα βλέπουμε ότι δεν είμαστε τίποτα κι ας λέει ο κόσμος.

http://inpantanassis.blogspot.com/

Η θεραπεία του θυμού



Μη δικαιολογείς τον θυμό σου
1. Ποτέ να μη δικαιολογούμε τον θυμό μας, όσο δυσμενείς κι αν είναι οι περιστάσεις. Μη λέμε αβασάνιστα εκείνο το επιπόλαιο και ένοχο, που είναι ασυγχώρητη δικαιολογία:
“Ο δικός μου θυμός περνά γρήγορα”. Περνά ίσως γρήγορα, αλλά τι αφήνει πίσω του; Είναι πολύ δύσκολο -και συχνά αδύνατο- να επανορθώσουμε ό,τι καταστρέψαμε με το θυμό μας. Μετά τη θύελλα και το χαλάζι ξαναβγαίνει ασφαλώς ο ήλιος, αλλ’ όμως πίσω ολόκληρες εκτάσεις παραμένουν καταστρεμμένες.
Ο Μέγας Αλέξανδρος για λίγο θύμωσε, όμως πάνω σ’ αυτό τον θυμό του φόνευσε τον εκλεκτό φίλο του και στρατηγό του Κλείτο. Και πέρασαν τρεις μέρες που τον θρηνούσε, μάταια όμως διότι το κακό έμεινε ανεπανόρθωτο.
2. Ο θυμός μας, έστω κι αν είναι ολιγοχρόνιος, πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε, δεν είναι δείγμα παλληκαριάς και δυναμισμού, αλλά γνώρισμα αδυναμίας και απαιδευσίας και αναίδειας. Ανδρισμός και ηρωισμός και ευγένεια ψυχής και ήθος ψηλό είναι η πραότης, η γλυκύτης, και η ανεξικακία. “κρείσσων ἀνὴρ μακρόθυμος ἰσχυροῦ, ὁ δὲ κρατῶν ὀργῆς κρείσσων καταλαμβανομένου πόλιν” (Παροιμ. ιστ’ 32). 
Ο άνθρωπος που δε θυμώνει, είναι δυνατότερος από τον ισχυρό και χειροδύναμο, εκείνος δε, που συγκρατεί τον θυμό του και έχει αυτοκυριαρχία, είναι ανώτερος από τον πορθητή, που κυριεύει πόλεις και φρούρια οχυρωμένα.
3. Πρέπει να το εννοήσουμε και να το παραδεχθούμε, ότι ο θυμός δεν αποτελεί φυσιολογική αντίδραση της ψυχής στις δύσκολες περιστάσεις και στην ορθή αντιμετώπιση των ποικίλων προβλημάτων της ζωής. Με τον θυμό δεν κερδίζουμε, αλλά χάνουμε, δεν οικοδομούμε, αλλά κατεδαφίζουμε. Με το θυμό κάνουμε δυσκολότερη και προβληματική τη ζωή μας. Και στο κακό που τυχόν υπάρχει προσθέτουμε μεγαλύτερο κακό. 
Οι δυσκολίες της ζωής, που ποτέ δε θα λείψουν και από κανέναν, για να αντιμετωπιστούν σωστά και θεάρεστα, απαιτούν από όλους μας πολλή υπομονή και αξιοπρεπή και ειρηνική αντιμετώπιση. […]
“Εταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με”
1. Η ολοσχερής θεραπεία του πάθους του θυμού μόνο τότε θα ευοδωθεί και η ψυχή θα ελευθερωθεί από τα βαριά δεσμά της, εάν το κακό χτυπηθεί στη ρίζα του, που είναι ο επάρατος εγωισμός μας.
Η ρήσις του Ψαλμωδού “ἐταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με” (Ψ. 114, 6) έχει και εδώ απόλυτα την εφαρμογή της. Όπως το δέντρο, όταν κοπούν οι ρίζες του, αυτομάτως ξεραίνεται, έτσι και ο θυμός ξεραίνεται, όταν κοπεί η ρίζα του. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός και αποτελεί κανόνα, ότι οι ταπεινόφρονες ποτέ δε θυμώνουν. 
Και στη δική μας ψυχή, όταν νεκρωθεί ο πολυκέφαλος εγωισμός και αποκτήσουμε αληθινή ταπείνωση, ουδέποτε θα οργιζόμαστε και θα θυμώνουμε, αλλά παντού και πάντοτε θα διατηρούμαστε πράοι και ειρηνικοί, απαθείς και ατάραχοι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε την προτροπή του Κυρίου: “Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πραΰς εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ“.
2. Ας ακούσουμε και εις το σημείο αυτό την Πατερική σοφία και εμπειρία:
–Μακάριος είναι, αδελφοί μου, λέγει ο αββάς Δωρόθεος, εκείνος που έχει ταπείνωση. Γιατί η ταπείνωση είναι μεγάλη αρετή. Πετυχημένα δε ο άγιος εκείνος χαρακτήρισε αυτόν που έχει αληθινή ταπείνωση λέγοντας: “Η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο να μην οργίζεται, ούτε να εξοργίζει κανέναν”. 
Και αυτό μοιάζει σαν παράξενο πράγμα. Γιατί η ταπείνωση αντιτίθεται μόνο στην κενοδοξία και απ’ αυτή μόνο φαίνεται ότι προστατεύει τον άνθρωπο. Οργίζεται όμως κανείς και για χρήματα και για φαγητά. 
Πώς λοιπόν λέει ότι η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο να μην οργίζεται, ούτε να εξοργίζει κανέναν; Η ταπείνωση είναι μεγάλη αρετή, όπως είπαμε, και έχει τη δύναμη να ελκύει τη χάρη του Θεού στην ψυχή.. Λοιπόν, όταν έρθει η ίδια η χάρη του Θεού, σκεπάζει την ψυχή από τ’ άλλα δύο αυτά βαριά πάθη… 
Πραγματικά αν δεν σκεπαστεί αυτός γρήγορα με την ταπείνωση, σιγά σιγά καταντάει σε δαιμονική κατάσταση ταράζοντας τον εαυτό του και τους άλλους… Μόλις φανεί το φως, υποχωρεί το σκότος. Ομοίως μόλις “μυρίσει” η ταπείνωση, εξαφανίζεται κάθε πικρία και θυμός”.
3. Ο άγιος Γρηγόριος, με φιλοσοφικό τρόπο εκφράζει αυτή την αλήθεια:
“Ο ταπεινός ανέχεται να νικάται” (ΕΠΕ, 9, 329). Δηλαδή, ανέχεται τους άλλους, δεν συγκρούεται μαζί τους, ξέρει να υποχωρεί. Αυτό όμως κατ’ ευφημισμόν λέγεται ήττα, ενώ αποτελεί μεγάλη και θεάρεστη νίκη.
Με τον ίδιο φιλοσοφημένο και επιγραμματικό τρόπο εκφράζονται και άλλοι Πατέρες:
–”Εν τοις λογισμοίς τοις ταπεινοίς κοιμίζομεν τον θυμόν” (Χρυσόστομος).
–”Την ταπεινοφροσύνην ακολουθεί η καλοσύνη… η ακινησία του θυμού… και η υπομονή των πειρασμών” (Ισαάκ ο Σύρος).
–Ο Μέγας Αντώνιος μιλάει γενικότερα για τους πειρασμούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνει το πάθος του θυμού: “Είδα όλες τις παγίδες του πονηρού απλωμένες πάνω στη γη και στενάζοντας είπα: Ποιος μπορεί τάχα να τις προσπεράσει; Και μια φωνή μου αποκρίθηκε: Η ταπεινοφροσύνη“.
4. Και επειδή αυτή είναι η πραγματικότητα, γι’ αυτό και συμβουλεύει ο Μ. Βασίλειος: “Προκοπή της ψυχής είναι προκοπή εις την ταπείνωση… Γνώση θεοσεβείας σημαίνει γνώση ταπεινώσεως και πραότητος. Η ταπείνωση είναι μίμηση του Χριστού, η έπαρση δε και η θρασύτητα και η αναίδεια (και ο θυμός) είναι μίμηση του διαβόλου. Γίνε μιμητής Χριστού, και μη του αντιχρίστου…“.
“Η πραότητα (που αποτελεί τη σκιά της ταπεινώσεως) διαφυλάσσει το θυμό ατάραχο” λέγει ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής. Δηλαδή κρατεί τα ηνία του θυμού και τον διοχετεύει δημιουργικά.
5. Όμως το θέμα της ταπεινώσεως, που αναφέραμε ως αποτελεσματικό φάρμακο του θυμού, είναι άμεσα συνδεδεμένο με την κατάσταση της μετάνοιας. Δεν μπορεί ο αμαρτωλός άνθρωπος χωρίς μετάνοια να προσεγγίσει την ταπείνωση. 
Η μετάνοια και η ταπείνωση συμπορεύονται και σχεδόν συνταυτίζονται. Ας θυμηθούμε την κλασική φράση του Ψαλμού της μετανοίας: “πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει” (Ψ. ν’ 19).
Δηλαδή, όταν μετανοήσει κανείς όλες οι κακίες, τα πάθη και ο θυμός θεραπεύονται.
6. “Ποιος, λοιπόν που πενθεί καθημερινά θα συνεχίσει να ζει οργισμένος και δε θα γίνει πράος;” ρωτά ο άγιος Συμεών ο Νέος θεολόγος. Και δίνει την απάντηση. “Διότι όπως ακριβώς η φλόγα της φωτιάς σβήνει από το νερό, έτσι και ο θυμός της ψυχής σβήνει από το πένθος και τα δάκρυα της μετάνοιας και σε μεγάλο βαθμό, ώστε αν περάσει κανείς πολύ χρόνο σ’ αυτή την κατάσταση, να μετατεθεί το θυμικό της ψυχής και να περιέλθει σε ακινησία” (ΕΠΕ 19Δ, 443).
7. Επομένως, η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας, δηλαδή η μετάνοια, αποτελεί ισχυρό χαλινάρι κατά του θυμού και της οργής. Όταν βαθειά συναισθάνομαι και αναγνωρίζω ότι είμαι αμαρτωλός και ένοχος και φταίχτης σε πολλά, όταν “τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστὶ διὰ παντὸς” (Ψ. ν’ 5), ασφαλώς αυτή η συντριβή και η συναίσθηση, που είναι εκδήλωση ταπεινώσεως, θα με συγκρατεί από το θυμό και θα με βοηθήσει να είμαι συμπαθής και επιεικής στα λάθη και τα σφάλματα, στις παραλείψεις και τις αφορμές των άλλων και δε θα θυμώσω.
“Εκείνος που μετανοεί, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, δεν πρέπει να οργίζεται, ούτε να θυμώνει και να αγριεύει, αλλά να συντρίβεται εσωτερικά, εφ’ όσον είναι ένοχος, δεν έχει παρρησία, είναι καταδικασμένος, μπορεί να σωθεί μόνο κατά χάριν, φάνηκε αγνώμονας στον ευεργέτη του, και αχάριστος και ανάξιος και είναι άξιος για πολλές τιμωρίες.
Αν σκέπτεται αυτά, δε θα αγανακτήσει, αλλά θα πενθήσει, θα κλάψει, θα στενάξει και οδύρεται νύχτα και μέρα. Εκείνος που μετανοεί δεν πρέπει ποτέ να λησμονήσει την αμαρτία του, αλλά να παρακαλεί τον Θεό να την ξεχάσει, ο ίδιος όμως δεν πρέπει ποτέ να τη λησμονεί” (ΕΠΕ 25, 316).
Και υπενθυμίζει ο ιερός Πατήρ το παράδειγμα του Τελώνου, που δεν οργίσθηκε για την απρεπή συμπεριφορά του Φαρισαίου, ακριβώς διότι βρισκόταν σε κατάσταση μετανοίας. Και της αμαρτωλής εκείνης γυναίκας, που δεν πειράχθηκε, ούτε θύμωσε για την περιφρόνηση του Σίμωνος του Φαρισαίου, διότι ακριβώς ωδύρετο για τις αμαρτίες της.
8. Όλα αυτά κάνουν τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος να αποφαίνεται: “Σε όσους μετανοούν τίποτα δεν είναι πιο αταίριαστο από την ταραχή του θυμού. Διότι η μετάνοια και η επιστροφή χρειάζονται πολλή ταπείνωση, ενώ ο θυμός δείχνει άνθρωπο γεμάτο από υπερηφάνεια“.

http://inpantanassis.blogspot.com/

ΤΙ ΜΟΡΦΗ ΠΑΙΡΝΕΙ Η ΨΥΧΗ!



Αυτό με το οποίο ασχολούμαστε και το οποίο πράττουμε στην καθημερινότητά μας δεν είναι κάτι που το κάνουμε για κάποιες ώρες ανεξάρτητα από τον ψυχισμό μας. Οι ασχολίες μας και οι πράξεις μας, δηλαδή οι σωματικές μας δραστηριότητες, μας στιγματίζουν και  μας καθορίζουν: επηρεάζουν άμεσα την ψυχή μας, τόσο που εξομοιώνεται η ψυχή μας με αυτές! Κι αυτό συμβαίνει προφανώς, γιατί είμαστε ψυχοσωματικές οντότητες. Ψυχή και σώμα συνθεωρούνται πάντοτε, χωρίς να μπορεί κανείς να  ξεδιαλύνει το ένα από το άλλο  – είμαστε η ψυχή μας, είμαστε το σώμα μας.  Μόνο ο θάνατος καταφέρνει το ακατόρθωτο αυτό, γι’ αυτό ακριβώς και χαρακτηρίζεται μυστήριο.
Ολόκληροι λοιπόν ως ψυχή και σώμα βρισκόμαστε κάθε φορά σε ό,τι πράττουμε.  Κι έχει τρομακτική σημασία η αλήθεια αυτή για την πνευματική μας ζωή. Ας σκεφτούμε μόνο την προσευχή: αν προσευχόμαστε  και συνηθίζουμε να γονατίζουμε, τότε και η ψυχή μας παίρνει τη φορά του γονατίσματος, δηλαδή της ταπείνωσης. Τα εκκλησιαστικά μας κείμενα βρίθουν από τις προτροπές του «κλίνειν το γόνυ της καρδίας»! Το ίδιο και οι μετάνοιες, μικρές και μεγάλες: μαθαίνουν και την ψυχή να προσπίπτει στον Κύριο. Το βλέπουμε και  στον ίδιο τον Κύριο στο πλύσιμο των ποδιών των μαθητών Του: η διακονική ποδιά, το λέντιο, που φορούσε, λειτουργούσε ως δύναμη προσομοίωσης και για τη διακονική και ταπεινή στάση της ψυχής. Οπότε και τα ρούχα που φοράμε και η εν γένει εξωτερική μας εμφάνιση δεν είναι άσχετα προς το περιεχόμενο της ψυχής μας. Σεμνή εμφάνιση σημαίνει ελκτική δύναμη για τη σεμνότητα και της ψυχής. «Χλιδάτη» και προκλητική εμφάνιση οδηγεί σε φυσίωση και αλαζονεία της ψυχής.
Τελικά, με ό,τι ασχολούμαστε, αυτό και γινόμαστε! Είτε θετικά είτε αρνητικά! Ο λόγος του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος πάνω στην αλήθεια αυτή δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης: «Γνωρίζοντας  ο Δεσπότης Χριστός ότι προς την εξωτερική εμφάνιση συμμορφώνεται και η αφανής αρετή της ψυχής, φορώντας το λέντιο μάς υπέδειξε μέθοδο για να βαδίζουμε την οδό της ταπεινώσεως. Διότι η ψυχή εξομοιώνεται με ό,τι ασχολείται και λαμβάνει τον τύπο και τη μορφή αυτών τα οποία πράττει» (λόγ. κε΄ 54).

http://pgdorbas.blogspot.com/

28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ: ΕΘΝΙΚΟ ΟΡΟΣΗΜΟ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΔΕΙΚΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ



Δεν έχουμε σκοπό να πούμε όσα αποτελούν το περιεχόμενο ενός πανηγυρικού της ημέρας – αυτό είναι δουλειά άλλων! Μα δεν μπορούμε να μην πούμε κι εμείς ένα ταπεινό ευχαριστώ στους πατέρες και τους παππούδες μας, που στη δεδομένη στιγμή «ηλεκτρίστηκαν» από την αγάπη τους προς την πατρίδα και προσήλθαν, σε μεγάλο βαθμό εθελοντικά, να καταθέσουν τον εαυτό τους στην υπηρεσία και τη διαφύλαξή της. Οι άμεσες μαρτυρίες που έχουμε και τα ντοκουμέντα της εποχής εκείνης δείχνουν ότι αυτό που συνέβη τό ’40 δεν εξηγείται με την απλή λογική. Υπήρξε ένας πανεθνικός συναγερμός κατά της φασιστικής επίθεσης των Ιταλών πρώτα και των Γεμανών έπειτα, που προϋπέθετε σε μεγάλο βαθμό την υπέρβαση του φόβου του θανάτου. Κι αυτό γιατί τα αριθμητικά στοιχεία σε έμψυχο και άψυχο υλικό έκλιναν καθ’ υπερβολήν υπέρ των επιτεθεμένων φασιστών. Όλοι με άλλα λόγια οι Έλληνες ήξεραν ότι οι Ιταλοί σαφώς υπερτερούν σε όπλα και σε στρατιώτες. Η λογική έλεγε ότι η ήττα ήταν δεδομένη. Μα ο ψυχικός δυναμισμός των Ελλήνων ήταν τέτοιος, που τα αριθμητικά και λογικά δεδομένα τα παραθεώρησαν. Ο αγώνας ήταν για την Πατρίδα, που σημαίνει ότι ήταν αγώνας για τα ιερά και τα όσια του Έθνους. Επέλεξαν λοιπόν να μαρτυρήσουν για να παραμείνουν αυτό που ήταν: Έλληνες ελεύθεροι, παρά να υποταγούν και να χάσουν την αυτοσυνειδησία τους και την αξιοπρέπειά τους. Και τα κατάφεραν. Γι’  αυτό και δεν είναι υπερβολικός ο χαρακτηρισμός που από τότε τους συνοδεύει και τον οποίο έδωσαν φίλοι και εχθροί: είναι ήρωες!
Κοινοί άνθρωποι σαν όλους ήταν οι μαχητές του ’40 μέχρι την εποχή που ξέσπασε ο πόλεμος, κι ίσως, για όσους επέζησαν, και μετά από αυτόν. Με τους ίδιους φόβους, τις ίδιες αγωνίες και τις ανασφάλειες που έχει κάθε απλός άνθρωπος. Φαίνεται όμως πως το αδύναμο σωματικά και ψυχικά αυτό πλάσμα, σε κρίσιμες ώρες που διακυβεύονται τα ιδεώδη και τα οράματά του, μεταμορφώνεται και γίνεται γίγαντας. Σπάει τα στεγανά των ατομικών του ορίων κι αφήνει να διαφανούν οι άπειρες δυνατότητες  με τις οποίες τον έχει προικίσει ο Δημιουργός. Θεολογικά, θα επισημαίναμε ότι έχουμε εδώ μερική εφαρμογή του θεόπνευστου λόγου του Ευαγγελιστή της αγάπης, που λέει ότι «η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον» (Α΄ Ιωάν. 4, 18). Ο φόβος που έχει κάθε άνθρωπος, όταν βλέπει ότι κινδυνεύει η ατομική του ύπαρξη, ξεπερνιέται με μία τέλεια αγάπη. Εν προκειμένω οι αγωνιστές του ’40 παθιάστηκαν από την αγάπη προς την Πατρίδα, αγάπη που τους έκανε να υπερβούν τα όριά τους και να αναδειχτούν σε ήρωες, σε οικουμενικά δηλαδή πρότυπα.
Κι από την άποψη αυτή, εκτός από το να τους ευχαριστούμε, καλούμαστε να τους μιμηθούμε. Γιατί κι εμείς σήμερα ζούμε σε κρίσιμες εποχές. Οι κίνδυνοι για την ασφάλεια της πατρίδας μας, αλλά και για την ψυχική και πνευματική αρτιότητά μας είναι δεδομένοι και υπαρκτοί. Και δεν μιλάμε μόνο για τους άσπονδους φίλους μας: τους απειλητικούς γείτονες της χώρας μας, αλλά και για άλλους κινδύνους, πιο απειλητικούς ίσως γιατί είναι περισσότερο ύπουλοι. Η παρείσφρυση για παράδειγμα στη χώρα μας πάμπολλων αιρέσεων χριστιανικών και μη που σκοπεύουν στην αλλοίωση της πνευματικής φυσιογνωμίας της δεν συνιστά έναν τέτοιο κίνδυνο; Το πνεύμα της εκκοσμίκευσης ως έκπτωσης από τη γνησιότητα της ορθόδοξης πίστης και προσκόλλησης στα του κοσμικού φρονήματος δεν αποκοιμίζει σταδιακά και τους χριστιανούς Έλληνες, προκαλώντας την αναισθητοποίηση κάθε ψυχικής και πνευματικής αντίστασής τους; Κι ακόμη: η κυριαρχία σχεδόν πια των χαρακτηριστικών της μετανεωτερικής λεγόμενης εποχής, όπου ο άνθρωπος δεν κατανοείται ως εικόνα Θεού αλλ’  ούτε καν και ως «ζωντανός» άνθρωπος με την υποταγή του στην «άϋλη»  εκδοχή του μέσω του διαδικτύου, δεν αποτελεί κι αυτή ίσως τον σοβαρότερο από όλους τους κινδύνους;
Λοιπόν, οι κίνδυνοι αφανισμού μας ως Έθνους με την ελληνορθόδοξη ιδιαιτερότητά μας είναι παραπάνω από υπαρκτοί, για να μην πούμε ότι είμαστε σε φάση μη αναστρέψιμη. Κι είναι σημαντική η ευκαιρία που μας προσφέρει και πάλι η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου, γιατί όπως τότε οι αγωνιστές του ’40 συνειδητοποίησαν τον κίνδυνο και υψώθηκαν στα όρια της ελληνικής ηρωικής ψυχής για να διαφυλάξουν τον εαυτό τους και την πατρίδα τους, έτσι κι εμείς. Υπό τη Σκέπη της Παναγίας Μητέρας μας να αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και να «διαβάσουμε» σωστά τα μηνύματα των καιρών. Και να στραφούμε στον «μόνον δυνάμενον σώζειν», τον Κύριο Ιησού Χριστό, προκειμένου και να μας φωτίσει αλλά και να ενισχύσει την αδύναμη βούλησή μας ώστε να βαδίζουμε τον δρόμο τον δικό Του και των αγίων Του. Οι έστω και λίγοι σήμερα που θα βρεθούν στο χαρισματικό αυτό σημείο ίσως δημιουργήσουν κατά ένα μυστικό τρόπο αυτήν τη φορά ένα νέο «έπος»! Το «έπος της μετάνοιας» που θα υψώσει αναχώματα εναντίον κάθε δύναμης φθοράς. Μη ξεχνάμε τον λόγο του Κυρίου: η μετάνοια φέρνει στον κόσμο την ίδια τη Βασιλεία του Θεού!

http://pgdorbas.blogspot.com/

Άγιοι Νεομάρτυρες Αγγελής, Μανουήλ, Γεώργιος και Νικόλαος «ἐκ Μελάμπων Κρήτης»



Όλοι γεννήθηκαν στο χωριό Μέλαμπες Ρεθύμνου Κρήτης, από γονείς ευσεβείς χριστιανούς.
Ο Αγγελής και ο Μανουήλ ήταν γνήσια αδέλφια, γιοι του Ιωάννη Ρετζέπη. Ο Γεώργιος ήταν γιος του Κωνσταντίνου Ρετζέπη. Ο Νικόλαος ήταν γιος κάποιου άλλου Ιωάννη Ρετζέπη. Όλοι δηλαδή ήταν από την ίδια οικογένεια, πλούσιοι, διακεκριμένοι για την ανδρεία τους, έγγαμοι με παιδιά και απολάμβαναν όλα τα προνόμια των Μωαμεθανών, διότι υποκρίνονταν τους Τούρκους.
Το 1821 μ.Χ. όμως, συντάχθηκαν με τους χριστιανούς και πολέμησαν γενναία για την ελευθερία της Πατρίδας. Όταν επέστρεψαν στη γενέτειρα τους και πήγαν να πληρώσουν τους καθιερωμένους φόρους στους εντεταλμένους Τούρκους, τους κατάγγειλαν σαν αποστάτες του Μουσουλμανισμού στον Μεχμέτ Πασά του Ρεθύμνου. Συλλήφθηκαν και οδηγήθηκαν δεμένοι στην πόλη αυτή. Επειδή όμως δεν υπέκυψαν στις κολακείες των τυράννων και έμειναν σταθεροί στην πίστη, βασανίστηκαν με τον πιο φρικτό τρόπο.
Τελικά στις 28 Οκτωβρίου 1824 μ.Χ. τους αποκεφάλισαν μπροστά στη «Μεγάλη Πόρτα» του Ρεθύμνου. Οι τρεις κάρες απ' αυτούς τους Νεομάρτυρες, φυλάσσονται στον Ναό των τεσσάρων μαρτύρων στο Ρέθυμνο.

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ Θ´ 1 - 7
1 Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε Ἅγιον κοσμικόν. 2 σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια. 3 μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων, 4 χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, 5 ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. 6 Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, 7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων.

Νεοελληνική απόδοση:
Ας βγάλωμεν λοιπὸν τώρα τὸ συμπέρασμα αὐτῶν, ποὺ εἴπομεν διὰ τὴν ἱερωσύνην τῆς Π. Διαθήκης, καὶ ἂς διασαφήσωμεν αὐτὰ περισσότερον. Εἶχε μὲν καὶ ἡ πρώτη διαθήκη νόμους καὶ διατάξεις λατρείας καὶ τὸ θυσιαστήριον τὸ ἐπίγειον. 2 Διότι κατεσκευάσθη τὸ πρῶτον διαμέρισμα τῆς σκηνῆς, μέσα εἰς τὸ ὁποῖον ὑπῆρχεν ἡ λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ οἰ ἄρτοι, ποὺ τοὺς ἔθεταν ἐπάνω εἰς αὐτὴν ὡς προσφορὰν εἰς τὸν Θεόν. Καὶ τὸ πρῶτον αὐτὸ διαμέρισμα τῆς σκηνῆς λέγεται Ἅγια. 3 Ὕστερον δὲ ἀπὸ τὸ δεύτερον καταπέτασμα ἦτο τὸ μέρος τῆς σκηνῆς, ποὺ ἐλέγετο Ἅγια Ἁγίων. 4 Τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων εἶχαν χρυσὸν θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης, ποὺ ἦτο τριγύρω καὶ ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη καλυμμένη μὲ χρυσόν. Καὶ μέσα εἰς τὴν κιβωτὸν αὐτὴν ἦτο μία στάμνα χρυσῆ, ποὺ περιεῖχεν ἀπὸ τὸ περίφημον καὶ γνωστὸν μάννα, καὶ ἡ ράβδος τοῦ Ἀαρών, ποὺ διὰ θαύματος ἔβγαλε βλαστόν, καὶ αἱ θεοχάρακτοι πλάκες τῆς Διαθήκης. 5 Ἐπάνω δὲ ἀπὸ τὴν κιβωτὸν ὑπῆρχον δύο χρυσᾶ Χερουβὶμ ἔνδοξα, διότι μεταξὺ τῶν δύο αὐτῶν Χερουβὶμ ἐνεφανίζετο καὶ ἐλάλει ὁ Θεός. Αὐτὰ μὲ τὰ πτερά των ἐσκέπαζαν καὶ κατεσκίαζαν τὸ χρυσὸν κάλυμμα τῆς κιβωτοῦ, ποὺ ἐκαλεῖτο ἱλαστήριον. Ἀλλὰ δι’ αὐτὰ δὲν εἶναι τώρα καιρὸς νὰ ὁμιλήσωμεν μὲ λεπτομέρειαν. 6 Ἐνῷ δὲ αὐτὰ εἶχαν κατασκευασθῆ ἔτσι, εἰς μὲν τὸ πρῶτον διαμέρισμα τῆς σκηνῆς, ἤτοι εἰς τὰ Ἅγια, ἔμβαιναν πάντοτε οἱ ἱερεῖς καὶ ἐτέλουν τὰς ἱεροτελεστίας. 7 Εἰς τὸ δεύτερον διαμέρισμα τῆς σκηνῆς, εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων δηλαδή, ἔμβαινε μίαν φορὰν τὸ ἔτος, κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ ἐξιλασμοῦ, μόνος ὁ ἀρχιερεύς, καὶ αὐτὸς δὲν ἔμβαινε χωρὶς αἷμα, τὸ ὁποῖον ἐπρόσφερεν ὡς θυσίαν ἐξιλαστήριον διὰ τὸν ἑαυτόν του καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας, ποὺ ἐξ ἀγνοίας εἶχε κάμει ὁ λαός.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Υπάρχουν και τα απαρηγόρητα δάκρυα. Αυτά είναι ταγκαλίστικα. Δεν έχουν μετάνοια, αλλά θιγμένο εγωισμό. Τότε ο άνθρωπος κλαίει εγωιστικά για την πτώση του. Πληγώνεται, γιατί με τις απροσεξίες του, ξέπεσε στα μάτια των άλλων και όχι γιατί λύπησε τον Θεό και υποφέρει διπλά... 

(Άγιος Παϊσιος ο Αγιορείτης)

Αν δεν ανέχεσαι τον πλησίον, πως θα σε ανεχθεί ο Θεός;



Η αμοιβαία εκδήλωση στοργής είναι αναγκαίο στοιχείο της συζυγικής αγάπης. Η αγάπη φανερώνεται με την τρυφερότητα, την ευγένεια, το ενδιαφέρον. Η αγάπη εκφράζεται με λόγια.
Οι λέξεις είναι η τροφή των συναισθημάτων, ζωντανεύουν την αγάπη. Στα απλά καθημερινά πράγματα βρίσκεται συχνά το μυστικό της ευτυχισμένης οικογενειακής ζωής.
Δυστυχώς τα ξέχασαν αυτά σήμερα οι σύζυγοι.
Ξεχνούν να εκφράσουν την εκτίμηση και τον θαυμασμό τους για τα χαρίσματα, τις ικανότητες, τις προσπάθειες, τις επιτυχίες που κάνει ο καθένας στον τομέα του, ακόμη και ένα κομπλιμέντο για την εμφάνιση και το καθημερινό ντύσιμο, το καλομαγειρεμένο φαγητό.
Η γυναίκα ακτινοβολεί, αυξάνει το φιλότιμό της όταν νιώθει ότι την αγαπούν. Το ίδιο συμβαίνει και στους άνδρες. Σ’ αυτούς αυξάνεται η καλή αυτοπεποίθηση.
Η αγάπη συντηρείται με την επινόηση τρόπων εκδήλωσεώς της. Η ικανοποίηση των ιδιαιτέρων επιθυμιών και η ανοχή των αδυναμιών του άλλου βοηθούν την συνοχή των συζύγων.
Ο άγιος Χρυσόστομος με τον τονισμό της αγάπης λέει στην ουσία ότι οι σύζυγοι πρέπει να μάθουν να συγχωρούν και να ανέχονται. Ο πιο ώριμος από τους δυό πρέπει να κάνει το πρώτο βήμα.
Μέσα στον γάμο δεν έχει σημασία ποιός έκανε ένα λάθος η γιατί το έκανε. Εκείνο που είναι ζητούμενο, είναι ποιός είναι ο πιο γρήγορος τρόπος για να διορθωθεί η κατάσταση. «Να ανεχόμαστε, λέει ο άγιος, ο ένας τον άλλο με αγάπη.
Πως είναι δυνατόν να ανέχεσαι αν είσαι οργίλος και κακόγλωσσος; Πες τον τρόπο: Με αγάπη.
Αν δεν ανέχεσαι τον πλησίον, πως θα σε ανεχθεί ο Θεός; Αν συ δεν υποφέρεις αυτόν που είναι σύνδουλος σου, πως θα σε ανεχθεί εσένα ο Κύριος»;

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
https://www.askitikon.eu/

Αυτός για πρώτη φορά αποκαλεί τον Άγιο Δημήτριο «Μυροβλύτην».



 Την πρώτη πληροφορία για την ανάβλυση του μύρου βρίσκουμε στον Ιωάννη Καμενιάτη, ο οποίος εξιστόρησε την άλωση της Θεσσαλονίκης από τους Σαρακηνούς το 904. Αυτός για πρώτη φορά αποκαλεί τον Άγιο Δημήτριο «μυροβλύτην».
Γράφει ο Καμενιάτης: «Αυτόν γαρ αυχεί Θεσσαλονίκη τον Παύλον έχειν της ευσεβείας διδάσκαλον το σκεύος της εκλογής, μετ εκείνον δε τον μέγαν εν μάρτυσι και αξιοθαύμαστον εν αθλοφόροις Δημήτριον τόν Μυροβλύτην, πολύν αγώνα υπέρ της ευσεβείας καταβαλόμενον», (διότι γι αυτόν τον λόγο είναι περήφανη η Θεσσαλονίκη, επειδή έχει τον Παύλο, το σκεύος εκλογής, διδάσκαλο της ευσέβειας, και μετά τον Παύλο τον μεγάλο μεταξύ των μαρτύρων και αξιοθαύμαστο μεταξύ των αθλοφόρων, τον Δημήτριο τον Μυροβλύτη, ο οποίος και αυτός αγωνίσθηκε πολύ και κοπίασε για την ευσέβεια).
   Ο Κωνσταντίνος Ακροπολίτης (Μέγας Λογοθέτης από το 1296 ως το 1321, γνωστός συναξαριστής, ρήτορας, και επιστολογράφος) στον λόγο του «εις τόνΜεγαλομάρτυρα και μυροβλύτην Δημήτριον» περιγράφοντας ένα θαύμα θεραπείας οφθαλμών διά του μύρου, αποκαλεί τον Άγιο «μυροβλύτην». 
Γράφει ο Ακροπολίτης: «σπεύδοιμι δε προς την του Μεγάλου Δημητρίου πόλιν όση μοι δύναμις, ως αν εκείσε γενόμενος παρά τε τον ναόν αφικοίμην και τη τιμία προσεπιρριφείην σορώ και τω θείωτούς οφθαλμούς επιχρισαίμην μύρωκαί την οπτικήν απολάβοιμι, πέποιθα γαρ ως πάραυτά μοι τας όψεις ο μυροβλύτης ιάσαιτο. Και ο μυροβλύτης «αλλά δεύρό μοι του ίππου επίβηθι προς βραχύ και προς ολίγον δια ναπαύθητι», (βιάζομαι να πάω στην πόλη του μεγάλου Δημητρίου με όση δύναμη έχω, φτάνοντας δε στον ναό και προσπίπτοντας στην τιμία σορό επάλειψα τα μάτια μου με το θείο μύρο και απέκτησα την όρασή μου. Είχα πιστέψει πως αμέσως ο μυροβλύτης θα μου χάριζε την όρασή μου. Και ο μυροβλύτης μου είπε: «έλα ανέβα πάνω στο άλογό μου για λίγο και ξεκουρά σου λιγάκι»).
 Επίσης ο Ισίδωρος Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (1342-1396) ονομάζει τόν Άγιο Δημήτριο «μυρορρόα»: «αλλ ου τούτο μόνον ικανόν, αγαπητοί, έως αν ημίν μη προσή και βίος επαινετός και ευώδης και ο Δημήτριος οσφραινόμενος ήδεται μυρορρόας», (αλλά μόνον αυτό δεν είναι αρκετό αγαπητοί, αν δεν μας παρουσιάσει και ζωή αξιέπαινη και ευώδη, από την οποία οσφραινόμενος ο Δημήτριος μυροβλύζει ευχάριστα).
Αλλά και ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Γαβριήλ (1397-1416) στις ομιλίες του ονομάζει τον Άγιο μυροβλύτη. «Συ, δε, μάρτυς, μέγιστε του Χριστού, μυροβλύτα Δημήτριε», (Εσύ δε μεγαλομάρτυρα του Χριστού, μυροβλύτα Δημήτριε). Ο ίδιος επίσης λίγο παρακάτω γράφει: «Διά ταύτα και ημείς υπόθεσιν μεγίστων προθέντες τον θαυματουργόν και μυροβλύτην Δημήτριον» (γι αυτό κι εμείς ως μεγάλη υπόθεση προβάλουμε τον θαυματουργό και μυροβλύτη Δημήτριο).
Από μία επιγραφή του 1284 μ.Χ. πάνω σε λευκόμάρμαρο, η oποία βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη δίπλα στην πύλη του τζαμιού Εσκί Σεράι (ναός του Προφήτη Ηλία) που δημοσιεύθηκε από τους Ευθ. Τσιγαρίδα Κάτια Λοβέρδου-Τσιγαρίδα και σήμερα βρίσκεται στο Ναό του Αγίου Γεωργίου (Ροτόντα), πληροφορούμαστε ότι ο ανακαινιζόμενος ναός του τρισμάκαρος «έχει εντός τον μέγα μυροβλύτη».
  Τέλος, να πούμε πως πολλοί εγκωμιαστές επιγράφουν τους λόγους και τα εγκώμιά τους αποκαλώντας τον μεγαλομάρτυρα Άγιο Δημήτριο «μυροβλύτη». 
 Στην λειτουργική επίσης ζωή και παράδοση της Εκκλησίας μας μετά τον 10ο αιώνα ο Άγιος Δημήτριος μνημονεύεται ως «μεγαλομάρτυς και μυροβλύτης».
Από τη μελέτη των πηγών, των κανόνων, των ύμνων, των τροπαρίων και γενικά της λειτουργικής και λατρευτικής παράδοσης, προκύπτει ότι η ανάβλυση του μύρου γινόταν είτε από το πηγάδι , είτε από τον τάφο, είτε από τη λάρνακα και το κιβώριο, είτε από τη λογχισμένη πλευρά, είτε από το σώμα και τη σορό του μάρτυρα, ως την αστείρευτη πηγή. Τα μύρα αυτά ήταν «αείρροα», σχημάτιζαν «ποταμόν» που διαπότιζε όχι μόνο την πόλη αλλά και «πάσαν την γην» με αποτέλεσμα να καταγγέλλεται στην οικουμένη ότι το μύρο είναι «αμοιβή της αγνείας» του μάρτυρα και δείγμα «αληθούς αφθαρσίας».


 Επίσης «το αίμα Δημητρίου» που έρρευσε από τη λογχισμένη πλευρά μεταβάλλεται σε «μύρον κοινόν αναβλύζον εξ αυτής και παρέχον τοις πιστοίς ιάματα» (το αίμα του Δημητρίου που έρρευσε από την πλευρά του μεταβάλλεται σε κοινό που μπορούν να το πάρουν όλοι μύρο που αναβλύζει από αυτήν (την πληγή) και παρέχει θεραπείες στους πιστούς), ενώ η ευωδία του εκδιώκει τους δαίμονες. Η σορός των αγίων λειψάνων ανέκαθεν, αναφέρει ο άγιος Συμεών αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, αποτελεί «πηγή ακενώτων δωρεών που αναβλύζει αβύσσους ιαμάτων προς ανακούφιση όσων δοκιμάζονται», διότι αναδεικνύεται πάντα «θεραπευτήριο όσων πάσχουν, θεραπεία των ασθενών, παρηγοριά για όσους στενοχωριούνται, κοινό και σωτήριο καταφύγιο» όλων των ανθρώπων όχι μόνο των πολιτών αυτής της πόλης αλλά «και των ξένων». (Επιγραφή ψηφιδωτού δεξιού πεσσού ιερού βήματος 7ου αι.).
 Βιώνοντας ο υμνογράφος την ευεργεσία που λαμβάνει κανείς από τις πρεσβείες του Αγίου, που ενώθηκε με την πηγή του μύρου που είναι ο Χριστός, κι απαθανατίζοντας επιγραμματικά την ορθόδοξη θεολογική θεώρηση των αγίων ως μελών της Εκκλησίας, αποκαλύπτει ότι ο Χριστός, η κεφαλή και η δόξα της Εκκλησίας, αυτός είναι το μύρο.
 «Το μύρον Χριστός εν τη ψυχή σου, Δημήτριε, ρεύσαν νοητώς, ως χείλεσι σοίς μέλεσι, μύρου πηγήν εξέχεε, της χάριτος του Πνεύματος σεπτόν δεικνύων σε σκήνωμα». Ο Χριστός, που είναι το αιώνιο μύρο, έρρευσε στην καρδιά σου, Δημήτριε. Κι αυτό το μύρο, ο Χριστός, ξεχείλιζε.
Ο στενός καί αδιάρρηκτος δεσμός μέ τόν Κύριο τόν ταυτίζει μαζί του, ώστε τελικά καί τό αίμα τού Μάρτυρα νά γίνεται μύρο. Ακούει ο ποιητής τόν Μεγαλομάρτυρα νά απευθύνεται μέ περιπάθεια πρός τόν Κύριο:
«Εγώ φησιν ο ερώμενος, εγώ, Νυμφίε, σπεύδω οπίσω σου οσμή γάρ μύρων σου πάντων τών μύρων υπέρκειται, ήτις ημών τό αίμα μύρον ειργάσατο». Πληγωμένος από τόν έρωτά σου, Νυμφίε μου, λέει ο άγιος, τρέχω ξοπίσω σου. Τό άρωμα τών δικών Σου μύρων ξεπερνά κάθε μύρο. Κι είναι αυτό πού μέ αλλοιώνει, ώστε καί τό αίμα μου μετέβαλε σέ μύρο.
Σέ άλλο τροπάριο απηχεί η έννοια τού χωρίου τής Β΄ πρός Κορινθίους Επιστολής (2, 15) ότι ο χριστιανός έχοντας μέσα του τόν Χριστό, μέ τή διδασκαλία καί τά μυστήρια, γίνεται «ευωδία Χριστού».
   Τέλος, ο 132ος Ψαλμός τού Δαυίδ, όπου γίνεται λόγος γιά τό μύρο πού ευωδίαζε κατά τή στέψη τού Ααρών καί συμβόλιζε τήν ενότητα τού λαού τού Θεού, δίνει αφορμή στόν άγιο πατριάρχη Φιλόθεο νά διατυπώσει μία θεμελιώδη εκκλησιολογική αλήθεια. Απευθυνόμενος πρός τόν μυροβλύτη άγιο λέγει: «Ως μύρον μέν έφησε Δαυίδ ο θείος, εν Πνεύματι, τήν ένωσιν, ένδοξε, τών αδελφών τήν τερπνήν τά δέ μύρα σου, σοφέ, τήν νέαν κτίσιν συνάγει πρός ένωσιν, μύρου τού κρείττονος». Η μνήμη τού Μυροβλύτη, πού συνάγει όλους τούς χριστιανούς, είναι ένα δυνατό μάθημα πρός όλα τά μέλη τής νέας κτίσης, τής Εκκλησίας. Προτρέπει νά διατηρήσουμε τήν ενότητα τού Πνεύματος, νά μείνουμε ενωμένοι στή μία, αγία, καθολική καί αποστολική Εκκλησία, όπου αναβλύζει τό ανώτερο, τό «κρείττον» μύρο, ο Ιησούς Χριστός.
   Η ευλογία τού μύρου τού Αγίου Δημητρίου είναι εμφανής σέ όσους προστρέχουν στή χάρη τού μεγαλομάρτυρος καί στήν εποχή μας. Καθημερινά οι ιερείς καί οι συνεργάτες τού Ναού γίνονται μάρτυρες τών θαυμαστών επεμβάσεων καί θεραπειών πού επιτελούνται μέ τό άγιο μύρο σέ όλο τόν κόσμο. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς γράφει χαρακτηριστικά πώς ο Ναός τού αγίου Δημητρίου στή Θεσσαλονίκη γίνεται «παράδεισος άλλος, ού πηγήν μύρων εκτρέχουσα τό τής γής ποτίζει άπαν πρόσωπον» καί τόν «κόσμον όλον ποταμιδόν καταρδεύει» (παράδεισος τού οποίου η πηγή τών μύρων πού τρέχει ποτίζει όλο τό πρόσωπο τής γής καί σάν ποτάμι καταρδεύει όλο τόν κόσμο).
[Το απόσπασμα είναι από το βιβλίο «Το Μύρο του Αγίου Δημητρίου Ιστορία και σύγχρονα Θαύματα» του Πρωτ/ρου Γεωργίου Θεοδωρή.]
Απολυτίκιον
Ήχος γ’.
Μέγαν εύρατο εv τοις κιvδυvοις, σε υπέρμαχοv, η οικουμένη, Αθλοφόρε τα έθνη τροπούμενον. Ως ούν Λυαίου καθείλες την έπαρσιν, εν τω σταδίω θαρρύvας τον Νέστορα, ούτως Άγιε, Μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

[ΑΠΟ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ «ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»]
https://proskynitis.blogspot.com/