Σελίδες

Σάββατο 31 Οκτωβρίου 2020

Η δικαιολογία γεννιέται από την αμετανοησία μας



Τα λόγια μας τα καταθέτουμε,ως επί το πλείστον, προς υποστήριξη του εαυτού μας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αποτυχία από αυτήν. Ο καθένας αναγνωρίζει τον εαυτό του ως αυθεντία και όχι τον Θεό.
Λέμε πάντα “ναι μεν, αλλά…”. Ο Θεός έκανε εκείνο, όμως…Ο Χριστός μας είπε εκείνο, όμως…Οι άγιοί μας πάθανε εκείνο, υπέμειναν το άλλο, όμως…
Έλεγε ο Γέροντας Αιμιλιανός ο Σιμωνοπετρίτης: “Μπορείς να είσαι βέβαιος ότι αυτό που θα πεις ή θα κάνεις τώρα θα το γράψει ο ουρανός, και ότι θα το ακούσουν και θα χαρούν οι άγγελοι; Αν ναι, τότε πές το, και κάντο”.
Εάν κάνουμε αυτοκριτική θα δούμε ότι παραμένουμε ίδιοι, ίσως αλλάζουμε και προς το χειρότερο.
Γεμίζουμε ιδιοτροπίες αντί να γινόμαστε πιο απλοί, γινόμαστε πιο δύσκολοι άνθρωποι, δύστροποι, απαιτητικοί.
Αντί να αποκτούμε ταπείνωση παραμένουμε στην έπαρση.
Κυλάει λοιπόν η ζωή μας και αντί να συνειδητοποιούμε ότι είμαστε «πολύ λίγοι» νομίζουμε ότι είμαστε «επαρκείς», ότι δεν χρειάζεται να αλλάξουμε κάτι, ότι αρκεί η ζωή μας όπως είναι ώστε να σωθούμε.
Ο σημερινός τρόπος ζωής και σκέψης μας πασχίζει να σωθεί ενδοκοσμικά, να αποκτήσει έναν επίγειο παράδεισο, επίγεια αγαθά και επίγειες χαρές.
Πασχίζουμε να ζήσουμε χρόνια πολλά και όχι χρόνια θεάρεστα.
Γερνούμε, μα δεν γινόμαστε πιο σοφοί, διότι γερνούμε μέσα στην αμετανοησία μας, λέμε ότι: θέλουμε να αλλάξουμε μα δεν μπορούμε.
Όλα μπορούμε να τα καταφέρουμε, αρκεί να το θελήσουμε.
Και αυτό δεν είναι ψέμα.
Ψέμμα είναι κάθε δικαιολογία που γεννά ο λογισμός της αυτοδικαίωσής μας και μας κρατά δούλους της αμαρτίας.

http://theomitoros.blogspot.com/

Γιατί αρρωσταίνουμε;



«Έν ήμερα θλίψεώς μου τόν θεόν έξεζήτησα» (Ψαλμ. 76,3)
Επίκαιρο το θέμα της αρ­ρώστιας. Πάντοτε επίκαιρο. Επίκαιρο, γιατί κάθε μέρα υπάρχουν άρρω­στοι. Άρρωστοι στα σπίτια. Άρρωστοι στις Κλινικές. Άρρωστοι στα Νοσοκομεία. Και όχι μόνο φτωχοί, άλλά και πλούσιοι. Όχι μόνο μικροί, άλλά και μεγάλοι. Όχι μόνο ολιγογράμματοι και αγράμ­ματοι, άλλά και μορφωμένοι. Από όλες τις τάξεις. Όλοι αρρωσταίνουν. Όλοι. Όλος ο κόσμος. Γιατί όμως; Με­γάλο το θέμα. Άλλά λακωνι­κά θα γράψουμε. Με λίγα λόγια. Έτσι, όπως πάντα. Και όσο μπορούμε άπλά και καταληπτά.
Γιατί, λοιπόν, αρρωσταί­νουμε;
Επειδή αμαρτάνουμε. Αυτό λέ­ει ή ‘Αγία Γραφή. Λέει: «Ό άμαρτάνων έναντι του ποιήσαντος αυ­τόν έμπέσοι είς χείρας ιατρού» (Σοφ. Σειράχ 38, 15). Όποιος αμαρτάνει θα αρρωστήσει και θα πέσει στα χέρια των γιατρών. Πολλές είναι οι αρρώστιες πού προέρχονται από τις αμαρτίες. Πολλές. Όχι όλες. Αυτό παρατηρεί ο ιε­ρός Χρυσόστομος.
Γράφει: «Πάντα τά νοσήματα έξ αμαρτημάτων; Ού πάντα μεν, αλλά τά πλείονα». Στην περίπτωση αυτή το φάρμακο το ξέρουμε. Το είπε ο Κύριος στον παραλυτικό της Βηθεσδά. Θυμηθείτε τα λόγια του: «Ίδε υγιής γέγονας· μηκέτι άμάρτανε, ίνα μή χείρον σοί τι γένηται» (Ίωάν. ε, 14). Άρρωστοι πού γίνατε καλά, μη ξαναμαρτάνετε, για νά μη σάς συμβούν χειρότερα. Σάς το λέει ο Χριστός. Ακούστε τη φωνή του.
Για νά θυμόμαστε το Θεό. Κάποιος πήγε νά επισκεφθεί έναν άρρωστο. Ό επισκέπτης εξέφρασε όλη του τη συμπά­θεια και τη λύπη για την αρρώστια του. Αλλά ο άρρωστος του είπε κάτι πού τού έκανε εντύπωση και πού το θυμόταν σε όλη του τη ζωή. Είπε ο άρρωστος στον επισκέπτη του: «Ξέρεις γιατί ο Θεός μάς αφήνει, πολλές φορές, νά πέσου­με στην πλάτη; Για νά κοιτάξουμε λίγο και προς τα άνω!…». Έτσι είναι. Στην ανάγκη, στην αρρώστια, θυμόμαστε το Θεό. Ό Δαβίδ έλεγε συχνά: «Έν ήμερα θλίψεώς μου τόν Θεόν έξεζήτησα» (Ψαλμ. 76,3). Στη θλίψη μου θυμήθηκα και ζήτη­σα το Θεό.

Για νά μετανοούμε. Ή θύμιση του Θεού συντελεί, σχε­δόν πάντοτε, στη μετάνοια. Οι περισσότεροι άρρωστοι, μαζί με τη θεραπεία τους, μετανοούν για τις αμαρτίες τους και γί­νονται άλλοι άνθρωποι. Καλύτεροι. Ένας νέος, από το Νο­σοκομείο στο όποιο νοσηλευόταν, έγραψε: «Εδώ, ανάμεσα στα πονεμένα πρόσωπα των συνανθρώπων μου, την πρώτη ήμερα κατάλαβα τη ματαιότητα του πλούτου. Τη δεύτερη ή καρδιά μου μαλάκωσε κι απαλλάχτηκα από το σκληρό εγωι­σμό. Την τρίτη έκλαψα. Την τέταρτη μετάνιωσα και σήμερα προσευχήθηκα θερμά».

Μία γυναίκα ομολόγησε το έξης: «Στον καιρό της αρρώστιας μου, ξαπλωμένη στο κρεβάτι του πόνου, διάβασα πρώτη φορά το Ευαγγέλιο… Ζούσα στο σκο­τάδι κι είδα το φως. Τα θέλγητρα πού απόλαυσα ως τώρα είναι μηδέν μπροστά στις χαρές της καθαρής ζωής».

Κι ένας εργάτης, μακριά από το σπίτι του, ύστερα από μία αρρώστια, έγραψε στο γράμμα πού έστειλε στη γυναίκα του και στα παιδιά του: «Γυναίκα μου και παιδιά μου, με την αρρώστια έκοψα τα βαριά ελαττώματα μου, δεν πίνω πια κρασί και δεν βλαστημώ, μα ούτε γυρίζω αργά τις νύχτες. Σας αγαπώ και σας σκέπτομαι κάθε στιγμή. Παρακαλείτε το Θεό νά σωθώ και νά γυρίσω πάλι κοντά σας». Ας το ξαναπούμε– οι αρρώ­στιες φέρνουν τον άρρωστο, τις περισσότερες φορές, κο­ντά στο Θεό.

Για νά ταπεινωνόμαστε. Ό Θεός μάς θέλει ταπεινούς. «Μισητή έναντι Κυρίου ύπερηφανία» (Σοφ. Σειρ. 10, 7). Και «δύναται ταπεινώσαι τούς πορευομένους έν ύπερηφανία» (Δαν. 4, 34). Μπορεί νά ταπεινώσει όλους τούς υπερήφα­νους. Και μπορεί νά το κάνει αυτό με πολλούς τρόπους. Ένας τρόπος είναι και ή αρρώστια.

Ό ίδιος ο Άπ. Παύλος, κάνοντας λόγο για κάποια αρρώστια πού την ονομάζει «σκόλοπα» και πού δεν μπορούν νά την προσδιορίσουν οι ερμη­νευτές, ομολογεί ότι αυτόν το «σκόλοπα» τον έδωσε ο Κύ­ριος, για νά μη υπερηφανεύεται. Γράφει: «Εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί… ίνα μή ύπεραίρωμαι» (Β’ Κορ. ιβ, 7). Κάτω από τα χτυπήματα της αρρώστιας όλοι σκύβουν το κεφάλι τους και ομολογούν τη μηδαμινότητά τους μπροστά στο Θεό.

Για νά δοκιμαζόμαστε. Λέμε ότι πιστεύουμε και αγα­πούμε το Θεό. Πώς όμως θα φανεί αυτό; Μόνο μέσα στις δοκιμασίες. Και μία από τις δοκιμασίες είναι και ή αρρώστια. Όποιος μέσα στην αρρώστια και στον πόνο του δεν γογγύζει και δεν παραπονείται κατά τού Θεού, άλλά δέχεται σιω­πηλά το σταυρό της δοκιμασίας αυτής, αυτός είναι πραγματι­κός χριστιανός. Μόνο αυτός. Οι άλλοι πού γογγύζουν δεν είναι. Και ας λένε ότι είναι.

Όλοι οι άγιοι πέρασαν δοκιμα­σίες στη ζωή τους. Πολλές δοκιμασίες. «Ώσπερ δοκιμάζεται έν καμίνω άργυρος καί χρυσός, ούτως έκλεκταί καρδίαι παρά Κυρίω» (Παρ. 17, 3). Ποιό πρώτο και ποιο δεύτερο παράδειγ­μα νά αναφέρουμε; Είναι τόσα πολλά. Όλοι οι άγιοι και μάρ­τυρες. Μία ψυχή, λεπρή στο σώμα, μέχρι την τελευταία στιγ­μή έλεγε: «Πεφιλημένε μου Εσταυρωμένε, γι’ αγάπη σου υποφέρω και θα τα υποφέρω όλα». Κι άλλοτε έκανε τραγού­δι τον πόνο και τραγουδούσε: «»Ω πόνε, πόσο είσαι γλυκύς,όταν ο Ιησούς μας αφήνει νά αισθανθούμε την παρουσία του!».

Για νά γινόμαστε συμπονετικοί. Η αρρώστια, ο πόνος, μαλακώνει και την πιο σκληρή καρδιά. Άνθρωποι πού πρώτα περνούσαν αδιάφοροι μπροστά από πονεμένους συνανθρώ­πους τους, ύστερα από κάποια τους αρρώστια άλλαξαν δια­γωγή. Έγιναν καλοί Σαμαρείτες και σκύβουν πάνω τους με συμπόνια, όπως και εκείνος, ο καλός Σαμαρείτης τής παρα­βολής στον πληγωμένο οδοιπόρο. Ό άρρωστος, μετά τη θε­ραπεία του, γίνεται συμπονετικός άνθρωπος. Κι αυτός είναι εκείνος πού πιο πολύ σκέπτεται και επισκέπτεται τούς άρρωστους. Αυτός πού αρρώστησε και πόνεσε.

Για νά σκεπτόμαστε τον ουρανό. Εδώ στη γη είμαστε «ξένοι και παρεπίδημοι». Αυτό λέει ο Θεός με τον Απ. Πέ­τρο. ‘Εδώ δεν έχουμε «μένουσαν πόλιν», όπως λέγει και ο Απ. Παύλος. Ή πατρίδα μας ή αιώνια είναι ο ουρανός. «Τό πολίτευμα ημών έν ούρανοίς υπάρχει». Τα συμφέροντα μας είναι στον ουρανό.

Συμπέρασμα: Λιγότερα ακίνητα στη γη. Λιγότερα λεφτά στις Τράπεζες. Τα περισσότερα σε έργα αγάπης, φιλανθρωπίας και ιεραποστολής. Με τον τρόπο αυτό, μαζί με τη μετάνοια, λύνουμε το πρόβλημα τού ουρα­νού. Το σπουδαιότερο πρόβλημα.

Αδελφή ψυχή,

Γι’ αυτό αρρωσταίνουμε. Για τούς λόγους πού είπαμε. Σκέψου πάνω στους λόγους αυτούς και βγάλε τα ανάλογα συμπεράσματα. Συμπεράσματα, πού εύχομαι νά σε οδηγή­σουν στο Σωτήρα μας Χριστό.
http://theomitoros.blogspot.com/

-Γέροντα, πως μπορείς να καταλάβεις ότι κάποιος είναι πλανεμένος;



-Γέροντα, πως μπορείς να καταλάβεις ότι κάποιος είναι πλανεμένος;
-Ακόμη και από την όψη του μπορείς να το καταλάβεις. Ο πλανεμένος παρουσιάζει μια εξωτερική ψεύτικη απάθεια. Φαίνεται ταπεινός και πράος, αλλά μέσα του κρύβει την μεγάλη ιδέα που έχει για τον εαυτό του. 
Αν κοιτάξετε τα μάτια του, θα δείτε ότι βλέπει τους άλλους ταλαίπωρους σαν μυρμήγκια. Μπορείς όμως να τον καταλάβεις και από αυτά που λέει.
Ήταν ένας πλανεμένος, που πολύς κόσμος τον είχε για άγιο. Έλεγε ότι του είχε παρουσιασθεί ο Χριστός καβάλα σε ένα άλογο, κρατώντας ένα φλασάκι με κρασί, τον κέρασε από αυτό και από τότε απέκτησε το διορατικό χάρισμα. 
Μια φορά που μιλούσε στον κόσμο, κάποιος τον ρώτησε: «Γιατί δεν μπορώ να κάνω κι εγώ θαύματα;». Γιατί εσύ έκανες εκείνη κι εκείνη την αμαρτία…», του απάντησε. 
Πανικοβλήθηκε ο καημένος και ήρθε να μου το πει. «Καλά, του λέω, οι Άγιοι θεατρίζουν ποτέ τους ανθρώπους; Μόνο ο διάβολος θεατρίζει. Δεν κατάλαβες ότι ο διάβολος μιλάει; Και αν είναι αληθινά αυτά που λέει ο πλανεμένος, πάλι ο διάβολος τα λέει». 
Μια γυναίκα μου είπε ότι είχαν πάει μια δαιμονισμένη σε κάποιον, για τον οποίον είχαν ακούσει ότι έβγαζε δαιμόνια κ.λπ. Αυτός τους πήρε και τους πήγε σε ένα χαλασμένο εξωκκλήσι. Μόλις μπήκαν στο εκκλησάκι, πήρε ένα επιτραχήλι και το φόρεσε. Παραξενεύτηκε η γυναίκα! Λαϊκός και να φορέσει επιτραχήλι! «Είσαι παπάς;», του λέει. «Τι θα πει παπάδες!», λέει αυτός και άρχισε να κατηγορεί τους ιερείς. Έτσι κατάλαβαν οι καημένοι την πλάνη του και σηκώθηκαν και έφυγαν.
-Γέροντα, ο πλανεμένος είναι και τρελός;
–Όχι πάντα. Άλλο πλάνη, άλλο τρέλα. Μερικοί μόνον πλανώνται, και άλλοι πλανώνται, αλλά παθαίνει και το μυαλό τους. Είχα γνωρίσει έναν μοναχό στο Άγιον Όρος που δεν άκουγε κανέναν. Είχε φύγει από το μοναστήρι του και γύριζε μέσα στο Όρος. Τέσσερις πέντε φορές είχε πάει δήθεν να ασκητέψει και τον συμβούλεψα να γυρίσει στην μετάνοια του. 
Τελικά αγόρασε ένα Καλύβι και έμεινε μόνος του. Μετά από επτά μήνες ήρθε και με βρήκε. «Να γυρίσεις, του λέω, στο μοναστήρι σου». «Τώρα, μου λέει, πήρα απολυτήριο από το μοναστήρι· δεν με δέχονται εκεί». «Πρόσεξε, πρόσεξε πολύ, του λέω. Τουλάχιστον κοίτα να συνδεθείς με κανέναν Γέροντα, για να κάνεις υπακοή και να μη ζεις στο θέλημα». «Υπακοή στο θέλημα του Θεού θα κάνω», μου λέει. 
«Σήκω, του λέω, να πας σε μοναστήρι». «Εγώ ερημίτης τώρα, να γυρίσω πίσω; Να πας εσύ», μου λέει. «Εγώ να πάω μόνος μου; Αν θέλεις να πάω μαζί σου, να το κάνω με όλη μου την καρδιά», του λέω. «Άκου εδώ, μου λέει, αν βαρέθηκες εσύ την ησυχία και θες να πας σε μοναστήρι, να πας».
Όταν είδα να φέρεται έτσι, με αναίδεια, τον άφησα κι εγώ. Μετά από λίγο καιρό έμαθα ότι δαιμονίσθηκε αλλά και τρελάθηκε. Του είχε παρουσιασθεί ο διάβολος σαν την Παναγία και του είπε: «Τέκνον μου, άμα πέσεις να με προσκυνήσεις, θα σου δώσω τα επτά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος…». 
Οπότε σκέφθηκε: «θα πάρω τώρα τα επτά χαρίσματα και θα τους βάλω όλους κάτω», και πέφτει, τον προσκυνάει. Μόλις προσκύνησε, τον τράνταξε ο διάβολος και δαιμονίσθηκε. Με το τράνταγμα όμως που του έκανε, σάλεψαν και τα λογικά του.
Πήγε μετά στην Ιερά Κοινότητα να γίνει Πρωτεπιστάτης! Κλείδωσε μέσα τους πατέρες που ήταν εκεί, πήρε την ράβδο του Πρωτεπιστάτη και κατέβαινε καμαρωτός τα σκαλιά. 
Βλέπουν οι άλλοι απ’ έξω άλλον Πρωτεπιστάτη να κατεβαίνει!… Με τρόπο τον ακολούθησαν με ένα τζιπ και πιο κάτω τον πήραν μαζί τους και τον κατέβασαν στο ψυχιατρείο. Τώρα έχει υποχωρήσει το δαιμόνιο, αλλά η τρέλα μένει.
-Και ο πλανεμένος, Γέροντα, δεν είναι κατά κάποιον τρόπο δαιμονισμένος;
-Εμ, τι είναι; Μπορεί μάλιστα ο πλανεμένος να έχει και περισσότερα δαιμόνια από έναν δαιμονισμένο. Άλλο όμως πλανεμένος, άλλο δαιμονισμένος.

Από το βιβλίο: Λόγοι Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου – Τόμος Γ’ – Πνευματικός αγώνας
http://inpantanassis.blogspot.com/

Ποτέ δεν είναι αργά για ένα νέο ξεκίνημα...



Ὁ Γέροντας μοῦ μιλοῦσε, ὄχι γιά κάποια ἀποσπασματική καλή μας προσπάθεια, ἀλλὰ γιὰ ἕνα ἀποφασιστικό, ὁριστικὸ πέρασμα ἀπὸ τὴν παλιὰ ζωὴ τῆς ἁμαρτίας στὴν καινούργια ζωὴ τῆς ἁγιότητας, κατὰ τὴν ὁποία ἐμεῖς ζοῦμε ἐν Χριστῷ καὶ ὁ Χριστὸς ἐν ἡμῖν…
…καί γι’ αὐτό τό πέρασμα χρειαζόταν νά δώσουμε ὅλες μας τίς δυνάμεις.
Μιὰ φορὰ μὲ ρώτησε: ”Δὲ μοῦ λές, γιὰ νὰ σπουδάσει κανεὶς δικηγόρος, πόσα χρόνια χρειάζονται;”. Τοῦ ἀπάντησα. Μὲ ξαναρώτησε: “Γιὰ νὰ σπουδάσει χημικός, μηχανικός, γιατρός, πόσα χρόνια χρειάζονται;”
Τοῦ ἀπάντησα ἀναλόγως, ἀπορώντας γιὰ τὴ φύση τῶν ἐρωτήσεών του.
Κι ὁ Γέροντας κατέληξε: “Ἐμεῖς, γιὰ νὰ σπουδάσουμε, γιὰ νὰ μάθουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὸ ἐφαρμόσουμε;”.
Κατάλαβα τί ἐννοοῦσε καί ντράπηκα νά τοῦ ἀπαντήσω.
Τί νὰ τοῦ πῶ; Ὅτι οἱ πιὸ πολλοὶ ἀπὸ μᾶς τοὺς πιστοὺς εἴμαστε ράθυμοι, χλιαροί, “ἐρασιτέχνες χριστιανοί”; Τὸ ἤξερε…
Καὶ μοῦ τὸ εἶπε: “Δὲν γίνεται κανεὶς χριστιανὸς μὲ τὴν τεμπελιά. Χρειάζεται δουλειά, πολλὴ δουλειά”. Ὁ ἴδιος ἦταν ὑπόδειγμα, χωρὶς νὰ αὐτοπροβάλλεται.
Εἶχε ἀφιερώσει μὲ ζῆλο, ὅλα τὰ χρόνια τῆς μακρᾶς ζωῆς του στὸ νὰ σπουδάζει καὶ νὰ ζεὶ τὸν Χριστό. Ἦταν ἐργατικός, σωματικὰ καὶ πνευματικά, καὶ ἤθελε νὰ μεταδώσει τὴν φιλεργία καὶ στοὺς ἄλλους.
Πίστευε ὅτι ἡ ἀργία ὁδηγεῖ στὴν ἀκηδία καὶ αὐτὴ σὲ πολλὲς ἀρρώστιες, ψυχικὲς καὶ σωματικές.
Συνιστοῦσε τὴν ἐργασιοθεραπεία. Ἰδιαίτερα σὲ ὅσους εἶχαν ἀποδιοργανωθεῖ καὶ ἀπελπισθεῖ.
Γιὰ τὸν Γέροντα, ποτὲ δὲν ἦταν ἀργὰ γιὰ ἕνα νέο ξεκίνημα.
Θεωροῦσε μάλιστα τὴν διάψευση τῶν κοσμικῶν ἐλπίδων καὶ τὴ συντριβὴ τοῦ ἐγωισμοῦ σὰν τὴν καλύτερη προϋπόθεση γι’ αὐτὸ τὸ ξεκίνημα. Ἤθελε γιὰ ὅλους μας νὰ βροῦμε κάποιο δρόμο.
Ἂν δέν μποροῦμε νά κάνουμε κάτι ἀπό ἐδῶ, ἂς ἀρχίσουμε ἀπό ἀλλοῦ.
Τὸ σημαντικότερο ἦταν νὰ ἀρχίσουμε. Νὰ μὴ μένουμε ἀργοί…
“Ἂν δὲν μπορεῖς μ’ αὐτό, ἀρχίνα μὲ τὸ ἄλλο καὶ ἡ φόρα ποὺ θὰ πάρεις θὰ σὲ κινητοποιήσει καὶ στὰ ἄλλα”.
“Ὅλα ἀλλάζουν μὲ τὸν κόπο, καὶ ἡ ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα. Μὴν ἀφήνεις τὴν εὐχή. ”
Ἁπλά, ἀβίαστα, παρακάλα θερμὰ γιὰ ὅλους. Θὰ τοὺς ὠφελεῖς μὲ τὴν προσευχὴ, ὄχι μὲ λόγια. Ἂν σὲ ρωτήσουν, πὲς ταπεινά: ‘Έτσι σκέπτομαι. Πάλι, ὅπως νομίζετε… ”

Ἀπό τό βιβλίο: Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν Γέροντος Πορφυρίου
http://inpantanassis.blogspot.com/

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 8:14-21
Ἀδελφοί, ὅσοι Πνεύματι Θεοῦ ἄγονται, οὗτοί εἰσιν υἱοὶ Θεοῦ. Οὐ γὰρ ἐλάβετε Πνεῦμα δουλείας πάλιν εἰς φόβον, ἀλλ᾿ ἐλάβετε Πνεῦμα υἱοθεσίας, ἐν ᾧ κράζομεν· Ἀββᾶ ὁ πατήρ. Αὐτὸ τὸ Πνεῦμα συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἡμῶν ὅτι ἐσμὲν τέκνα Θεοῦ. Εἰ δὲ τέκνα, καὶ κληρονόμοι, κληρονόμοι μὲν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ Χριστοῦ, εἴπερ συμπάσχομεν ἵνα καὶ συνδοξασθῶμεν. Λογίζομαι γὰρ ὅτι οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς. Ἡ γὰρ ἀποκαραδοκία τῆς κτίσεως τὴν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ ἀπεκδέχεται. Τῇ γὰρ ματαιότητι ἡ κτίσις ὑπετάγη, οὐχ ἑκοῦσα, ἀλλὰ διὰ τὸν ὑποτάξαντα· ἐπ᾿ ἐλπίδι ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ κτίσις ἐλευθερωθήσεται ἀπὸ τῆς δουλείας τῆς φθορᾶς εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ.

Νεοελληνική απόδοση:
 Διότι ὅσοι ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, αὐτοὶ εἶναι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Δὲν ἐλάβατε πνεῦμα δουλείας ποὺ νὰ σᾶς φέρῃ πάλιν εἰς τὴν κατάστασιν φόβου, ἀλλ’ ἐλάβατε πνεῦμα ποὺ σᾶς κάνει υἱούς, διὰ τοῦ ὁποίου φωνάζομεν «Ἀββᾶ, Πατέρα». Αὐτὸ τὸ Πνεῦμα μαρτυρεῖ μαζὶ μὲ τὸ πνεῦμα μας ὅτι εἴμεθα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν δὲ εἴμεθα παιδιά του,  τότε εἴμεθα καὶ κληρονόμοι· κληρονόμοι μὲν τοῦ Θεοῦ, συγκληρονόμοι δὲ τοῦ Χριστοῦ, ἐὰν βέβαια πάσχωμεν μαζί του, διὰ νὰ δοξασθοῦμε ἐπίσημα μαζί του. Φρονῶ ὅτι τὰ παθήματα τοῦ παρόντος καιροῦ δὲν ἔχουν καμμίαν ἀξίαν συγκρινόμενα πρὸς τὴν δόξαν ποὺ μέλλει νὰ ἀποκαλυφθῇ σ’ ἐμᾶς. Ἡ πλάσις ἀναμένει μὲ λαχτάρα τὴν ἀποκάλυψιν τῶν υἱῶν τοῦ Θεοῦ. Διότι ἡ πλάσις ὑποτάχθηκε εἰς τὴν ματαιότητα, ὄχι θεληματικά, ἀλλ’ ἐξ αἰτίας ἐκείνου ποὺ τὴν ὑπέταξε, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ πλάσις θὰ ἐλευθερωθῇ ἀπὸ τὴν δουλείαν εἰς τὴν φθοράν, διὰ νὰ μπῇ εἰς τὴν ἔνδοξην ἐλευθερίαν τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την αμέλειά μας, αυτό πρέπει να φέρνουμε πάντα στην μνήμη μας: είμαστε θνητοί, η ζωή μας είναι πολύ σύντομη και η άγνοια της ώρας του θανάτου μας είναι εξόχως επικίνδυνη, επειδή αν και γνωρίζουμε μετά βεβαιότητας ότι θα πεθάνουμε, εντούτοις δεν γνωρίζουμε το πότε: σήμερα ή αύριο, αργά ή γρήγορα, μέρα ή νύχτα. Το πεπρωμένο κάθε ανθρώπου είναι εντελώς άγνωστο, πότε θα τον θερίσει το δρεπάνι του χάρου και σε ποιά κατάσταση θα τον βρει: έτοιμο με αγαθές πράξεις ή ανέτοιμο ή πνιγμένο στις κακές πράξεις. Σε όποια κατάσταση τον βρει ο θάνατος, σε αυτήν θα παρουσιαστεί ενώπιον του Θεού, για να κριθεί και από τις πράξεις του να δοξαστεί ή να ντροπιαστεί. Και τίποτα δεν θα μας βοηθήσει την ώρα του θανάτου μας, όσο οι εν Θεώ καλές πράξεις. 

(Όσιος Μωϋσής της Όπτινα)

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2020

ΙΕΡΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ



Την Τρίτη, 03 Νοεμβρίου 2020, εορτής της Ανακομιδής των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Αγίου Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, πανηγυρίζει η Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη. 

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2020
5.30 μ.μ. Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός, μετά των εγκωμίων του Αγίου Γεωργίου.

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2020
7.00 π.μ. Όρθρος της εορτής και η Θεία Λειτουργία, ιερουργούντος του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Κνωσσού κ. Προδρόμου.

5.00 μ.μ. Εσπερινός και Κτητορικό μνημόσυνο. 

Εκ της Ιεράς Μονής

Τα μάτια μου επάνω σου

 


Ἀμέριμνο τὸ μικρὸ παιδὶ μέσα στὸ πάρκο. Τρέχει καὶ παίζει καὶ γελᾶ. Ὅλο εὐτυχία. Γιὰ τὸ παιχνίδι; Γιὰ τὴν ἐλευθερία ποὺ νιώθει; Γιὰ τὴν παρέα μὲ τὰ ἄλλα παιδιά; Γιὰ τὴν ἀμεριμνησία του;
Ἀσφαλῶς καὶ γι’ αὐτά. Πιὸ πολὺ ὅμως γιὰ τὸ ἄλλο: Γιὰ τὸ ὅτι ἔχει πίσω του μιὰ γονεϊκὴ παρουσία, τὴ μητέρα, τὸν πατέρα, τέσσερα μάτια ποὺ τὸ ἀκολουθοῦν ὅπου πάει, ποὺ τὸ προστατεύουν μὲ τὸ γλυκὸ ἀγκάλιασμά τους. Δυὸ βλέμματα καρφωμένα ἐπάνω του.
Τρέχει καὶ παίζει τὸ παιδί, γελᾶ καὶ χαίρεται. Καὶ κάθε τόσο γυρνᾶ τὸ πρόσωπό του πίσω. Θὰ συναντήσει τὸ βλέμμα τοῦ πατέρα, τῆς μητέρας; Ὡραῖα! Συνεχίζουμε…
Κάποτε συναντᾶ ἕναν κίνδυνο, μιὰ ἀπειλὴ γιὰ τὴν ἀδύναμη ὑπόστασή του. Τρεχάλα πίσω, στὰ χέρια τοῦ πατέρα, στὴν ἀγκαλιά του. «Τί φοβήθηκες, καλό μου; Ἀφοῦ ἐγὼ εἶμαι ἐδῶ. Σ’ ἀφήνω ποτὲ μόνο σου;».
Ἀφήνει ποτὲ ὁ γονιὸς τὸ μικρὸ παιδὶ μόνο του;…
Θλίψεις καὶ ἀνάγκες στὴ ζωή. Πειρασμοὶ καὶ δοκιμασίες. Κίνδυνοι, φόβοι, ἀπειλές. «Λοιπόν, τί θὰ γίνει τώρα;…».
Σὲ παρόμοια περίσταση εὑρισκόμενος καὶ ὁ μέγας λυράρης τῆς παλαιᾶς ἐποχῆς, ὁ προφήτης καὶ βασιλεὺς Δαβίδ, στρέφεται μὲ πόθο καὶ γλυκιὰ ἀπαντοχὴ στὸν Κύριό του, καὶ μέσα ἀπὸ τὰ κατάβαθα τῆς ὑπάρξεώς του βοᾶ: «Σύ μου εἶ καταφυγὴ ἀπὸ θλίψεως τῆς περιεχούσης με· τὸ ἀγαλλίαμά μου, λύτρωσαί με ἀπὸ τῶν κυκλωσάν­των με» (Ψαλ. λα΄ [31] 7).
Ἐσύ, Κύριέ μου, εἶσαι ἡ καταφυγὴ καὶ ἡ παρηγοριά μου στὴ θλίψη ποὺ μ’ ἔχει βρεῖ· τὸ ἀγαλλίαμα τῆς ψυχῆς μου. Γλύτωσέ με ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, τὶς δοκιμασίες ποὺ μὲ περικύκλωσαν.
Ἀλλοῦ δὲν ἔχει νὰ στραφεῖ. Ἡ μόνη καταφυγή του εἶναι ὁ Κύριος. Αὐτὸς εἶναι καὶ ἡ ἀπόλαυσή του, ἡ χαρά του, ἡ εὐτυχία του, ἡ μακαριότητά του. Ὅ,τι γιὰ τὸ μικρὸ παιδὶ ἡ παρουσία τοῦ πατέρα, τῆς μητέρας.
«Γλύτωσέ με ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μὲ βρῆκαν»…
Γιὰ νὰ ἀκούσει τότε, στὰ μύχια τῆς ψυχῆς του, τὸν λόγο τοῦ μεγάλου Πατρός, τοῦ παντοκράτορος Κυρίου. Λόγο πατρικό, στοργικό, ζεστό, ἐγ­γυημένο:
«Συνετιῶ σε καὶ συμβιβῶ σε ἐν ὁδῷ ταύτῃ ᾗ πορεύσῃ, ἐπιστηριῶ ἐπὶ σὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου» (στίχ. 8). Μὴ φοβᾶσαι, παιδί μου. Ἐγὼ ποτὲ δὲν θὰ σὲ ἐγκαταλείψω. Πάντοτε θὰ εἶμαι μαζί σου. Θὰ σοῦ δίνω σοφία καὶ σύν­εση, ὥστε νὰ πορεύεσαι μὲ ἀσφάλεια τὸν δρόμο τῆς ζωῆς σου. Καὶ δὲν θὰ τὸν πορεύεσαι μόνος σου. «Συμβιβῶ σε».
Ἐγὼ θὰ πορεύομαι μαζί σου, θὰ σὲ συνοδεύω, ὅπου κι ἂν πᾶς. Καὶ κάτι ἀκόμα: Τὰ μάτια μου ποτὲ δὲν θὰ ἀποσπασθοῦν ἀπὸ σένα. «Ἐπιστηριῶ ἐπὶ σὲ τοὺς ὀφθαλμούς μου». Θὰ τά ’χω στηριγμένα, καρφωμένα ἐπάνω σου.
Ναί, καρφωμένα ἐπάνω σου!…
Τί λόγος αὐτός! Πόση ἀνακούφιση, παρηγοριὰ δὲν χύνει στὴν ταλαιπωρημένη καρδιά!
Ὅλοι εἴμαστε «ἐν ὁδῷ». Στὸ δρόμο, τὴν πορεία τῆς ζωῆς μας. Κι ὁ δρόμος συχνὰ γίνεται δύσκολος, στενός, ἀνηφορικός. Θλίψεις, δοκιμασίες, δυσκολίες, πειρασμοί. Εἶναι ὁ διάβολος ποὺ πολεμεῖ σκληρά.
Ἐχθρὸς τῆς ψυχῆς μας, θέλει νὰ τὴν καταπιεῖ, νὰ τὴν ἀφανίσει. Εἶναι ὁ κόσμος, ὁ μακρὰν τοῦ Θεοῦ ἀποστατημένος κόσμος, μὲ τὰ θέλγητρα καὶ τὰ δελεάσματά του, σὰν σειρῆνες νὰ προσπαθοῦν νὰ μαγέψουν τὴν ψυχή, γιὰ νὰ τὴν ὁδηγήσουν στὰ θανατηφόρα πλοκάμια τους.
Εἶναι καὶ ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός μας, ὁ παλαιὸς ἄνθρωπος, μὲ ὅλες τὶς ἀσθένειες, τὶς ἀναπηρίες του. Πειρασμοὶ ἀπὸ παν­τοῦ. Καὶ λοιπόν, ἄλγος στὴν ψυχή, ὀδύνη, στεναγμός, δάκρυ, μάτωμα…
«Σύ μου εἶ καταφυγὴ ἀπὸ θλίψεως τῆς περιεχούσης με».
Στρέψου τότε, ψυχή μου, στρέψου μὲ πόθο, πίστη, στὸν Κύριο καὶ πές Του: «Κύριε, ἄλλη καταφυγὴ ἀπὸ Σένα δὲν ἔχω. Ἐσὺ εἶσαι τὸ πᾶν γιὰ μένα: ἡ ζωή μου, ἡ πνοή μου, ἡ χαρά μου, ἡ εὐτυχία μου. Ἡ αἰτία τῆς ὑπάρξεώς μου. Γλύτωσέ με, Κύριε, σῶσε με…».
Καὶ τότε θὰ ἀκούσεις τὰ αἰώνια λόγια τοῦ Κυρίου. Αὐτὰ ποὺ ἄκουσε ὁ Δαβίδ: τὴ διαβεβαίωση τοῦ Παντάνακτος γιὰ μόνιμη προστασία Του ἐπάνω σου.
Ἔχουμε ἕνα Θεὸ ποὺ ὄχι μόνο δίνει ἐντολὴ νὰ πορευθοῦμε τὸν δρόμο τὸν δικό Του στὴ ζωή· τὴν «ὁδὸν τὴν στενὴν και τεθλιμμένην». Ὄχι. Ἀλλὰ ἕνα Θεὸ ποὺ «συμβιβάζει ἡμῖν», πορεύεται κι Αὐτὸς μαζί μας, Συνοδοιπόρος στὴ ζωή μας.
Καὶ ἐπιπλέον ἕνα Θεὸ ποὺ τὸ βλέμμα Του εἶναι καρφωμένο ἐπάνω μας. Ἐπάνω μου! Σὰ νὰ ἤμουν ἐγὼ ὁ μοναδικὸς ἄνθρωπος ἐπάνω στὴ γῆ, σὰ νὰ μὴν ὑπῆρχε ἄλλος κανείς. Τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου διασχίζει τοὺς αἰῶνες ἀπὸ τὰ μύχια τῆς ἱστορίας, κι ἀκόμα πιὸ πίσω.
Προτοῦ γίνει τὸ φῶς, προτοῦ δημιουργηθοῦν τὰ ἀστέρια καὶ ἡ γῆ καὶ οἱ ὠκεανοί, τὸ βλέμμα τοῦ Κυρίου εἶναι στηριγμένο ἐπάνω μου.
Λοιπόν, ἀκόμα, ψυχή μου, ἀγωνιᾶς; Ἀκόμα φοβᾶσαι; Τί ἄλλο νὰ σοῦ πεῖ γιὰ νὰ σὲ πείσει ὅτι δὲν πρόκειται νὰ σὲ ἐγκαταλείψει; Ἂν μή τι ἄλλο, κοίτα τὸ παιδί, τὸ μικρὸ παιδί, ποὺ φοβήθηκε καὶ ἔτρεξε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ πατέρα του.
Κι ἄκουσε τοῦτα τὰ λόγια ἀπ’ τὸ στόμα του: «Γιατί, καλό μου παιδάκι, φοβᾶσαι; Σ’ ἀφήνω ποτὲ μόνο σου;».
Καὶ ἀρκεῖ ἡ διαβεβαίωση αὐτή, γιὰ νὰ ἀρχίσει πάλι νὰ τρέχει καὶ νὰ παίζει ἀμέριμνο. Νὰ τρέχει, νὰ παίζει, νὰ χαίρεται.

https://www.askitikon.eu/

Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό…



Όλα τα δυσάρεστα, που μένουν μέσα στην ψυχή σας και φέρνουν άγχος, μπορούν να γίνουν αφορμή για τη λατρεία του Θεού και να παύσουν να σας καταπονούν. Να έχετε εμπιστοσύνη στον Θεό.
Δεν είναι ανάγκη να προσπαθείτε και να σφίγγεσθε. Όλη σας η προσπάθεια να είναι ν’ ατενίσετε το φως, να κατακτήσετε το φως. Έτσι, αντί να δίδεσθε στη στενοχώρια, που δεν είναι του Πνεύματος του Θεού, να δίδεσθε στη δοξολογία του Θεού.
Η στενοχώρια δείχνει ότι δεν εμπιστευόμαστε τη ζωή μας στον Χριστό.
Η επικοινωνία με τον Χριστό, όταν γίνεται απλά, απαλά, χωρίς πίεση, κάνει τον διάβολο να φεύγει. Ο σατανάς δεν φεύγει με πίεση, με σφίξιμο. Απομακρύνεται με την πραότητα και την προσευχή. Υποχωρεί, όταν δει την ψυχή να τον περιφρονεί και να στρέφεται με αγάπη προς τον Χριστό. Την περιφρόνηση δεν μπορεί να τη υποφέρει, διότι είναι υπερόπτης.
Όταν, όμως, πιέζεσθε, το κακό πνεύμα σας παίρνει είδηση και σας πολεμάει. Μην ασχολείσθε με τον διάβολο, ούτε να παρακαλείτε να φύγει. Όσο παρακαλείτε να φύγει, τόσο σας αγκαλιάζει. Τον διάβολο να τον περιφρονείτε. Να μην τον πολεμάτε κατά μέτωπον.
Όταν πολεμάς με πείσμα κατά του διαβόλου, επιτίθεται κι εκείνος σαν τίγρης, σαν αγριόγατα. Όταν του ρίχνεις σφαίρες, αυτός σου ρίχνει χειροβομβίδα. Όταν του ρίχνεις βόμβα, σου ρίχνει πύραυλο.
Μη κοιτάζετε το κακό. Να κοιτάζετε την αγκαλιά του Θεού και να πέφτετε στην αγκαλιά Του και να προχωρείτε.

Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
http://inpantanassis.blogspot.com/

Είναι τα εργαλεία



Μη ρίχνεις τις ευθύνες, για ό,τι σού συμβαίνει, σε άλλους ανθρώπους. 
Αν και έχουμε πάντα την τάση ν’ αποδίδουμε τα προβλήματά μας στους άλλους, στην κακία ή την ανικανότητά τους, στην πραγματικότητα αυτοί δεν είναι παρά εργαλεία στα χέρια του Θεού. 
Εργαλεία, που τα χρησιμοποιεί για να οικοδομήσει τη σωτηρία μας.

Όσιος Μακάριος της Όπτινας
http://inpantanassis.blogspot.com/

Ακατάπαυστα και με επιμονή



Ν’ αγωνίζεσαι και ν’ αγρυπνείς για το καλό, αλλά χωρίς να στηρίζεσαι στον εαυτό σου. 
Να προσεύχεσαι ακατάπαυστα και με επιμονή στον Θεό και να ζητάς τη βοήθειά Του. Όλα τα έργα μας δεν εξαρτώνται τόσο από μας, όσο από το έλεος του Θεού. 
Και δεν έχουν καμιά αξία, όσο κι αν εμείς τα θεωρούμε σπουδαία, αν δεν τα καταξιώσει η ευλογία και η έγκριση του Θεού.

Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ
http://inpantanassis.blogspot.com/

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Πρὸς Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 2:1-7
Ἀδελφοί, θέλω ὑμᾶς εἰδέναι ἡλίκον ἀγῶνα ἔχω περὶ ὑμῶν καὶ τῶν ἐν Λαοδικείᾳ καὶ ὅσοι οὐχ ἑωράκασι τὸ πρόσωπόν μου ἐν σαρκί, ἵνα παρακληθῶσιν αἱ καρδίαι αὐτῶν, συμβιβασθέντων ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς πάντα πλοῦτον τῆς πληροφορίας τῆς συνέσεως, εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ, καὶ Πατρὸς καὶ τοῦ Χριστοῦ, ἐν ᾧ εἰσιν πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ γνώσεως ἀπόκρυφοι. Τοῦτο δὲ λέγω ἵνα μή τις ὑμᾶς παραλογίζηται ἐν πιθανολογίᾳ. Εἰ γὰρ καὶ τῇ σαρκὶ ἄπειμι, ἀλλὰ τῷ πνεύματι σὺν ὑμῖν εἰμι, χαίρων καὶ βλέπων ὑμῶν τὴν τάξιν καὶ τὸ στερέωμα τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως ὑμῶν. ῾Ως οὖν παρελάβετε τὸν Χριστὸν ᾽Ιησοῦν τὸν Κύριον, ἐν αὐτῷ περιπατεῖτε, ἐρριζωμένοι καὶ ἐποικοδομούμενοι ἐν αὐτῷ καὶ βεβαιούμενοι ἐν τῇ πίστει καθὼς ἐδιδάχθητε, περισσεύοντες ἐν εὐχαριστίᾳ.

Νεοελληνική απόδοση:
Θέλω νὰ ξέρετε τί μεγάλον ἀγῶνα διεξάγω γιὰ σᾶς καὶ δι’ ὅσους εἶναι εἰς τὴν Λαοδικείαν καὶ δι’ ὅλους ὅσοι δὲν ἔχουν ἰδῆ τὸ πρόσωπόν μου, διὰ νὰ ἐνθαρρυνθοῦν οἱ καρδιές τους,
 ἑνωμένοι μὲ ἀγάπην εἰς πλουσίαν κατανόησιν, εἰς πλήρη γνῶσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς καὶ τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὸν ὁποῖον εἶναι κρυμμένοι ὅλοι οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ τῆς γνώσεως. Λέγω δὲ αὐτό, διὰ νὰ μὴ σᾶς παραπλανήσῃ κανεὶς μὲ ἔντεχνα λόγια, διότι, ἂν καὶ κατὰ τὸ σῶμα εἶμαι ἀπών, εἶμαι ὅμως μαζί σας μὲ τὸ πνεῦμα, καὶ χαίρω ποὺ βλέπω τὴν τάξιν καὶ τὴν σταθερότητα τῆς πίστεώς σας εἰς τὸν Χριστόν. Ὅπως λοιπὸν παραλάβατε τὸν Χριστὸν Ἰησοῦν τὸν Κύριον, ἔτσι νὰ ζῆτε ἐν αὐτῷ, ριζωμένοι καὶ οἰκοδομούμενοι ἐν αὐτῷ, καὶ σταθεροὶ εἰς τὴν πίστιν καθὼς ἐδιδαχθήκατε, ξεχειλίζοντες ἀπὸ εὐχαριστίας.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ



Αγαπητοί μου, αν δείξουμε αμέλεια σ' αυτή τη ζωή, δεν θα έχουμε απολογία, εκείνη τη φοβερή μέρα της Κρίσεως. Διότι δεν θα βρίσκουμε δικαιολογία, για τις αμαρτίες μας. Επειδή δηλ. ο Κύριος και Σωτήρας μας κατέβηκε από τους Ουρανούς και ήρθε σε εμάς, καταργήθηκε κάθε δικαιολογία μας. Διότι ο Κύριος μας χάρισε την αιώνια ζωή. Ήμασταν εχθροί Του και όμως ο Κύριό μας συμφιλιώθηκε με εμάς. Ήμασταν γήινοι και γίναμε επουράνιοι, ήμασταν θνητοί και γίναμε αθάνατοι, ήμασταν παιδιά του σκότους και γίναμε παιδιά του φωτός, ήμασταν αιχμάλωτοι στην αμαρτία και όμως απελευθερωθήκαμε, ήμασταν αμαρτωλοί και σωθήκαμε, ήμασταν στερημένοι από έλεος και ελεηθήκαμε, ήμασταν χώμα και στάχτη και γίναμε υιοί του Θεού, ήμασταν γυμνοί και σκεπάστηκε η γύμνια μας, γίναμε μάλιστα κληρονόμοι του Υιού του Θεού. Για όλα αυτά, τί θα δώσουμε εμείς σ' Αυτόν, ως πληρωμή για την ευεργεσία, σε Αυτόν που δέχτηκε εμπτυσμούς, μαστιγώθηκε, που Σταυρώθηκε, ραπίστηκε, περιπαίχθηκε; Αλίμονό μας αν αδιαφορήσουμε, διότι τότε δεν θα έχουμε απολογία ενώπιόν Του... 

(Άγιος Εφραίμ ο Σύρος)

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2020

Ο απρόσκλητος επισκέπτης

 


Μια μέρα ο π. Αγλάιος μετά την τακτική του προσευχή, κάθονταν με το κομποσχοίνι στο χέρι έξω από το «Κάθισμα», εκεί που διαλογίζονταν τα κρίματα του Θεού και έλεγε την ευχή, είπε μέσα του πώς αν θέλει ο Θεός μπορεί να του δώσει την υγειά του.
Ξαφνικά βλέπει ένα ζαρκάδι αρκετά μεγάλο, πήγε κοντά του και αφού έσκυψε, σε ένδειξη σεβασμού, μέχρι την γη το κεφάλι του, έπεσε κάτω και άρχισε να σπαράζει όλο του το σώμα.
Ο π. Αγλάιος φοβήθηκε μήπως ψοφήσει κι έτρεξε στο Μοναστήρι, φώναξε τους Πατέρες και τον Κηπουρό που ήταν κοσμικός, ο οποίος άμα είδε το ζώο να σφαδάζει αμέσως το έσφαξε, το καθάρισε και οι Πατέρες της Μονής ώρισαν στον Πατέρα Αγλάιον να το μαγειρεύει λίγο λίγο και να καταλύσει να τρώει από το κρέας αυτό, διότι το έστειλε ο Θεός, σαν φάρμακο για να θεραπευθεί η αρρώστια του.
Ο Μοναχός Αγλάιος κάνοντας υπακοή στον ηγούμενο και τους Πατέρες της Μονής, κατέλυσε από το κρέας του ζώου τούτου. (Επειδή στα Κοινόβια Μοναστήρια απαγορεύεται η κατάλυση κρέατος και ως εκ τούτου ουδέποτε παρατίθεται κρέας στην κοινή τράπεζα, αλλά εάν κανείς από τους αδελφούς ασθενήσει, κατ’ οικονομίαν επιτρέπεται η κατάλυση κρέατος έξω του Μοναστηρίου στα «Καθίσματα», στα εργατόσπιτα και στα Κελλιά με αγροκτήματα).
Έτσι με το κρέας αυτό που λίγο λίγο κατέλυσε ο Μοναχός Αγλάιος, μέχρις ότου τελειώσει όλο το κρέας, έγινε κι αυτός τελείως καλά, αποθεραπεύτηκε από την αρρώστια του και μέχρι σήμερα χαίρει άκρας υγείας και δοξάζει μέρα – νύχτα τον Κύριον της δόξης, διηγούμενος το εξαίσιο αυτό θαύμα, που η θεία Πρόνοια οικονόμησε σαν μέσο να τον θεραπεύσει.
Ας σημειωθεί δε πως στο ένα θαύμα αυτό, δηλαδή να έρθει το ζώο μόνο του και να παραδοθεί στον ασθενή, ακολούθησε κι άλλο θαύμα επίσης σπουδαίο και υπερφυσικό. Διότι για να φάει το κρέας του ζαρκαδιού αυτός μόνος του ο π. Αγλάιος χρειάστηκε να περάσουν περισσότερες από σαράντα ημέρες και σ’ όλο αυτό το διάστημα το κρέας χωρίς ψυγείο ουδεμία αλλοίωση έπαθε, σε εποχή καλοκαιριού, αλλά μέχρι και το τελευταίο κομμάτι έμεινε φρέσκο, όπως ήταν και κατά την πρώτη ημέρα που σφάγηκε το ζώο!! Θαυμαστά λοιπόν και ανεξερεύνητα είναι τα κρίματα του Θεού!!
Η θεία συγκατάβαση του Πανάγαθου Θεού, η πρεσβεία και ιδιαίτερη φροντίδα της Παναγίας Μητρός του Κυρίου και θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού είναι τόσο φανερή στους αγιορείτες Μοναχούς, που κάθε Μοναστήρι, κάθε Κελλί και κάθε Καλύβα στις Σκήτες, στα Ησυχαστήρια, στα Ερημητήρια και στα απόμερα Σπήλαια ακόμη κρύβονται, αλλά και γίνονται κάθε ήμερα και κάθε ώρα πολλά θαύματα και με μυστηριώδη τρόπο, η χάρις και το έλεος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού κατεργάζεται την σωτηρία των ψυχών αυτών, που με την θέλησή τους ησυχάζουν και κατά δύναμιν αγωνίζονται.
Αυτών των ανθρώπων, ο Θεός, μετατρέπει τον νου και την καρδιά τους και την κάνει κατοικητήριό Του, γίνονται ναός του Παναγίου Πνεύματος, του Κυρίου Παρακλήτου και Θεού ημών, ο οποίος Παράκλητος «βοά ακατάπαυστα Αββά ό Πατήρ» ελέησον.
Παρόμοιο Θαύμα της Θείας Πρόνοιας
Στα ιερά Ησυχαστήρια της Σκήτης του Αγίου Βασιλείου, πριν από αρκετά χρόνια, με άκρα ασκητική ζωή, με εγκράτεια και σωφροσύνη, με «κτημοσύνη και αδιάλειπτη προσευχή και με κάθε είδος αρετής ήτανε κοσμημένος, ο Μοναχός Χερουβείμ, ο οποίος μαζί με την εγκράτεια ήταν και λίγο βαρύκοος.
Σε μεγάλη ηλικία βρισκόμενος και σε περίοδο βαρύτατου χειμώνα, από τα χιόνια είχε τελείως αποκλεισθεί και περισσότερο από μια βδομάδα ήτανε τελείως άσιτος.
Πλησίαζε να βραδυάσει, ήσυχος και Ατάραχος ο Γερο – Χερουβείμ, όπως έκανε την προσευχή του, άκουσε κτυπήματα στην πόρτα της Καλύβας του. Ανοίγει και βλέπει έναν κοσμικό άνθρωπο να έχει το μουλάρι του φορτωμένο.
Ο κοσμικός ρώτησε τον Γερο – Χερουβείμ, αν είναι μακριά από εκεί το Ησυχαστήριο του «αγίου Πέτρου» κι αν προλαβαίνει να πάει πριν νυχτώσει και να γυρίσει στο Μοναστήρι του Αγίου Παύλου.
Ο Γερο – Χερουβείμ είπε στον ξένο: «Απ’ εδώ, ξένε μου, ο άγιος Πέτρος είναι πολύ μακριά και με το χιόνι που έχει ρίξει είναι αδύνατο να πας, έστω κι αν είχες μπροστά σου ολόκληρη ημέρα καλοκαιριάτικη, αλλά αν θέλεις μπορείς να μείνεις απόψε εδώ και το πρωί, που θα ξημερώσει ο Θεός την ημέρα, πηγαίνεις με το φορτίο σου εκεί που θέλεις»
Ο άγνωστος τότε είπε: «Γέροντα εγώ έχω φέρει μερικά τρόφιμα, τα οποία θέλω να πουλήσω και το βράδυ θέλω να γυρίσω πίσω στην δουλειά μου. Αν θέλεις εσύ να τα κρατήσεις και να μου δώσεις καμιά ευλογία να τα ξεφορτώσω εδώ και να πηγαίνω».
Ο Γερο – Χερουβείμ λυπήθηκε που δεν μπορούσε να πάει ο ξένος τα τρόφιμα στον προορισμό τους και είπε στον Ξένο: «Εφ’ όσον βιάζεσαι και θέλεις να γυρίσεις τόσο σύντομα πίσω τί να σου ειπώ άφησε τα πράγματα εκεί στην γωνία και να σου δώσω μια ευλογία που μου έχει αφήσει πριν από λίγες μέρες εδώ ένας ξένος». Είπε αυτά ο Γερο – Χερουβείμ και πήγε μέσα στο δωμάτιο του να φέρει για να δώσει την ευλογία στον Ξένο.
Εν τω μεταξύ ο Ξένος ξεφόρτωσε τα πράγματα εκεί που του είπε ο Γέροντας και έγινε άφαντος. Όταν γύρισε από το δωμάτιο του ο Γέρο – Χερουβείμ, είδε τα πράγματα ξεφορτωμένα αλλά ο ξένος είχε φύγει. Βγήκε έξω προς αναζήτησή του, αλλά δεν είδε τίποτε. Κοιτάζει προσεχτικά στο χιόνι έξω από το Καλύβι του, δεν υπήρχε ίχνος που να φανερώνει πώς πέρασε άνθρωπος, ούτε χνάρια ζώου και του φάνηκε πολύ περίεργο.
Τότε κατάλαβε, ο Γερο – Χερουβείμ, ότι πρόκειται για υπερφυσικό θαύμα. Πήρε τα πράγματα μέσα στην αποθηκούλα του, έκαμε προσευχή θερμή, παράκληση και δοξολογία και με δάκρυα ευχαρίστησε το Θεό. Θύμιασε και γέμισε η καρδιά του χαρά και αγαλλίαση από τη χάρι και ευλογία της Θείας Προνοίας, η οποία ευλόγησε τα πράγματα τόσο που βάστηξαν μέχρι που πέρασε όλος ο χειμώνας.
Έτσι φροντίζει η Θεία Πρόνοια για όλο τον κόσμο που πιστεύει, ελπίζει και επικαλείται την βοήθεια του Πανάγαθου Θεού, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. 
Ιδιαιτέρως δε για τους Μοναχούς του Αγίου Όρους φροντίζει η Κυρία Θεοτόκος, η Παναγία και μεγάλη μητέρα μας, προς δόξαν Θεού και ψυχική σωτηρία των ελπιζόντων στην θεία Πρόνοια.

http://inpantanassis.blogspot.com/

Μη σας απελπίζει



Αγρυπνείτε και προσεύχεστε, για να μην μπείτε σε πειρασμό. Μην απελπίζεστε, αν πέφτετε συνέχεια σε παλιές αμαρτίες. 
Πολλές απ’ αυτές είναι και από τη φύση τους ισχυρές και από τη συνήθεια. 
Με την πάροδο του χρόνου, όμως, και με την επιμέλεια νικιούνται. Τίποτα να μη σας απελπίζει.

Άγιος Νεκτάριος επίσκοπος Πενταπόλεως
http://inpantanassis.blogspot.com/

Δίνει δικαιώματα



Το ακάθαρτο πνεύμα δεν βγάζει στη φόρα τις αρετές των ανθρώπων, αλλά τις αδυναμίες τους. 
Ο διάβολος μόνον αν του δώσει ο άνθρωπος δικαιώματα μπορεί να του κάνει κακό. 
Όταν κανείς δεν συμμετέχει στα μυστήρια της Εκκλησίας δίνει δικαιώματα στον πειρασμό και δέχεται δαιμονικές επιδράσεις. 
Όσο κανείς απομακρύνεται από το Θεό, τόσο πιο δύσκολα γίνονται γι’ αυτόν τα πράγματα.

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
http://inpantanassis.blogspot.com/

Οσο περισσότερο αγωνίζεσαι να αγαπάς τον Θεό, τόσο περισσότερο Αυτός σου αποκαλύπτεται!

 


Πρέπει να πιστεύης ότι σε αγαπά ο Θεός, ακόμη κι αν όλοι οι άνθρωποι σε αποστραφούν κι αν όλοι σε εγκαταλείψουν. Όταν σου έλθη λογισμός πως δεν σε αγαπούν και δεν σου συμπαραστέκονται, τότε να θυμάσαι πως, όταν όλοι σ’ εγκαταλείψουν, όμως έχεις τον Θεό για βοηθό. 
«Ο πατήρ μου», λέγει ο Δαβίδ, «και η μήτηρ μου εγκατέλιπόν με, ο δε Κύριος προσελάβετό με» (Ψαλμ. 26, 10). Κάποιος Μοναχός ήταν άρρωστος. Πέρασε περίπου ένας μήνας, και κανείς δεν πήγε στο κελλί του να τον ‘δη και να τον βοηθήση. 
Κατόπιν έστειλε ο Θεός άγγελο να τον υπηρέτηση. Κι όταν αργότερα οι συνασκητές του σκέφθηκαν να τον επισκεφθούν, να ιδούν μήπως είναι άρρωστος, μήπως έχη πάθει τίποτα, αυτός, μόλις τους αντίκρυσε, τους φώναξε: «Φύγετε!» Τότε αυτοί του είπαν: «Γιατί μας διώχνεις;» Αυτός αποκρίθηκε: «Τόσο καιρό, που δεν με σκεφθήκατε εσείς, που δεν με είδατε, που δεν με βοηθήσατε, έστειλε ο Θεός άγγελο, και με υπηρετούσε. Μα τώρα, που ο άγγελος σας είδε, έφυγε! Προτιμότερο να φύγετε εσείς, και να έρθη πάλιν ο άγγελος!»
Γιατί να μη έχουμε για κάθε άνθρωπο αγάπη;
Όσο περισσότερο αγωνίζεσαι να αγαπάς τον Θεό, τόσο περισσότερο Αυτός σου αποκαλύπτεται!
Εκείνος, που επιθυμεί το κακό του συνανθρώπου του, κάνει τελικά κακό στον ίδιο τον εαυτό του. Και εκείνος, που αγαπά ακόμα και τον εχθρό του, στην πραγματικότητα ευεργετεί τον ίδιο τον εαυτό του.
Όσο πιο πολύ αγωνιζόμαστε να αγαπήσουμε τον Χριστό, τόσο πιο πολύ νοιώθουμε μέσα μας χαρά και ευτυχία. Δεν υπάρχει στον κόσμο μεγαλύτερη ευτυχία από το να φλέγεται η καρδία μας από αγάπη προς τον γλυκύτατο Κύριό μας.
«Ουδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. 6, 24). Για να μπορέσουμε να αγαπήσουμε τον Χριστό με όλη την καρδία μας, πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσουμε ότι όλα τα γήινα είναι πρόσκαιρα και μάταια, και σε τίποτε από αυτά να μη προσκολληθούμε. Για να μπορέσουμε να αγαπήσουμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας, πρέπει να περιφρονήσουμε τρία πράγματα: Το χρήμα, τις ηδονές και την ανθρώπινη δόξα.
Είμαστε σε θέση να πούμε μαζί με τον Απόστολο Παύλο, «τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα;» (Ρωμ. 8, 35). Αν ναι, τότε είναι που πραγματικά αγαπούμε τον Χριστό!
Δεν έχει τόση αξία το να αγαπούμε όσους μας αγαπούν. «ποία υμίν χάρις εστί;» (Λουκ. 6, 32). Αξία έχει το να αγαπούμε αυτούς, που μας εχθρεύονται, κι αυτούς, που μας μισούν! 

Γέροντας Γερμανός Σταυροβουνιώτης
http://inpantanassis.blogspot.com/

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Πρὸς Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 1:24-29
Ἀδελφοί, νῦν χαίρω ἐν τοῖς παθήμασί μου ὑπὲρ ὑμῶν, καὶ ἀνταναπληρῶ τὰ ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ ἐν τῇ σαρκί μου ὑπὲρ τοῦ σώματος αὐτοῦ, ὅ ἐστιν ἡ ἐκκλησία, ἧς ἐγενόμην ἐγὼ διάκονος κατὰ τὴν οἰκονομίαν τοῦ Θεοῦ τὴν δοθεῖσάν μοι εἰς ὑμᾶς πληρῶσαι τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, τὸ μυστήριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν, νυνὶ δὲ ἐφανερώθη τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, οἷς ἠθέλησεν ὁ Θεὸς γνωρίσαι τίς ὁ πλοῦτος τῆς δόξης τοῦ μυστηρίου τούτου ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὅς ἐστιν Χριστὸς ἐν ὑμῖν, ἡ ἐλπὶς τῆς δόξης· ὃν ἡμεῖς καταγγέλλομεν νουθετοῦντες πάντα ἄνθρωπον καὶ διδάσκοντες ἐν πάσῃ σοφίᾳ, ἵνα παραστήσωμεν πάντα ἄνθρωπον τέλειον ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· εἰς ὃ καὶ κοπιῶ ἀγωνιζόμενος κατὰ τὴν ἐνέργειαν αὐτοῦ τὴν ἐνεργουμένην ἐν ἐμοὶ ἐν δυνάμει. Θέλω γὰρ ὑμᾶς εἰδέναι ἡλίκον ἀγῶνα ἔχω περὶ ἡμῶν.

Νεοελληνική απόδοση:
Τώρα χαίρω δι’ ὅσα ὑποφέρω πρὸς χάριν σας καὶ συμπληρώνω εἰς τὴν σάρκα μου ἐκεῖνο ποὺ λείπει εἰς τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ, πρὸς χάριν τοῦ σώματός του, τὸ ὁποῖον εἶναι ἡ ἐκκλησία, τῆς ὁποίας ἐγὼ ἔγινα ὑπηρέτης, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴν ποὺ μοῦ ἐδόθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸν γιὰ σᾶς, νὰ ἐκτελέσω εἰς τὴν ἐντέλειαν τὸ κήρυγμα τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὸ μυστήριον ποὺ ἦτο κρυμμένον ἐπὶ αἰῶνας καὶ ἐπὶ γενεάς, τώρα δὲ ἐφανερώθηκε εἰς τοὺς ἁγίους του. Εἰς αὐτοὺς ἠθέλησε ὁ Θεὸς νὰ κάνῃ γνωστὸν πόσον μεγάλος εἶναι ὁ ἔνδοξος πλοῦτος τοῦ μυστηρίου τούτου εἰς τοὺς ἐθνικούς, δηλαδὴ ὁ Χριστὸς μέσα σας, ἡ ἐλπίδα τῆς δόξης. Αὐτὸν ἐμεῖς κηρύττομεν, καὶ συμβουλεύομεν κάθε ἔνθρωπον καὶ διδάσκομεν κάθε ἄνθρωπον μὲ ὅλην τὴν σοφίαν, διὰ νὰ παρουσιάσωμεν κάθε ἔνθρωπον τέλειον ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Πρὸς τὸν σκοπὸν αὐτὸν καὶ κοπιάζω ἀγωνιζόμενος μὲ τὴν ἐνέργειάν του, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ μέσα μου μὲ δύναμιν.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

 

Για να μην πέφτουμε σε αμέλεια και αφήνουμε την άσκηση, καλό είναι να μελετάμε πάντα τον Αποστολικό λόγο: «Καθ' ημέραν αποθνήσκω» (Α' Κορ. 15:31). Γιατί αν έτσι ζούμε και εμείς, με καθημερινή δηλαδή την αίσθηση του θανάτου, δεν θα αμαρτήσουμε. Αυτό που λέω, σημαίνει τούτο: Κάθε πρωί που ξυπνάμε, (να πιστεύουμε πως δεν θα ζήσουμε μέχρι το βράδυ. Και όταν πέφτουμε για ύπνο,) να πιστεύουμε πως δεν θα σηκωθούμε. Γιατί είναι άγνωστη, φυσικά, η διάρκεια της ζωής μας και μετριέται καθημερινά από τη Θεία Πρόνοια. 

(Μέγας Αντώνιος)

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

Γεγονότα τον καιρό της κατοχής



Πρωτοπρ. Σταύρου Παπαδόπουλου
Ο Δημητρός είχε να διηγηθεί μια προσωπική ευχάριστη ιστορία, σχετικά με τη γυναίκα του Σοφία, τη δυτικομακεδόνισσα. Όλοι έχουν στραμμένο το βλέμμα και την προσοχή πάνω του.
Ήταν τότε -λέει- νεαρό παλικάρι που στάλθηκε στο ηπειρώτικο μέτωπο να πολεμήσει τον ιταλό εισβολέα. Τον κατατρόπωσαν και τον κυνήγησαν πέρα από τα βορειοηπειρωτικά βουνά, αλλ’ έμειναν εκατοντάδες δικά μας νεκρά παλικάρια στις πλαγιές και στα λαγκάδια της περιοχής εκείνης άταφα.
Όταν οι γερμανοί σύμμαχοι τους πάτησαν το πόδι τους στην πατρίδα μας και οι βούλγαροι στην ανατολική Μακεδονία, εξουδετερώθηκε η αντίσταση των ελλήνων στρατιωτών και κατέρρευσε το μέτωπο, η δε Ελλάδα παραδόθηκε στους κατακτητές της. Ο Δημήτρης, μαζί με συστρατιώτες του, με κάθε μέσο και ποδαρόδρομο, κατευθύνθηκε ανατολικά για να φθάσει κάποτε στο χωριό του στο Τείχος.
Σ’ ένα χωριό της περιοχής των Γρεβενών, σταμάτησαν τα στρατιωτάκια μας για να ξεκουραστούν και μετά να συνεχίσουν την πορεία τους. Εκεί δέχθηκαν ευχαρίστως από νεαρά κορίτσια του χωριού ό,τι τους πρόσφεραν από πίτες, μέχρι γλυκά και κεράσματα, φτιαγμένα απ’ τα χεράκια τους.
Εδώ ο Δημητρός ξεχώρισε μια όμορφη μελαχροινή κοπέλα και δεν έπαιρνε το βλέμμα του από πάνω της.
– Πώς σε λένε κοπελιά;
– Με λένε Σοφία, απάντησε ντροπαλά και με σκυμμένο το κεφάλι εκείνη.
– Τί ντρέπεσαι και δε με κοιτάς. Μ’ αρέσεις! Κάποια μέρα θα γυρίσω στο χωριό σου μόνο για σένα. Αν κι εγώ σ’ αρέσω, να με περιμένεις. Κρατώ τον λόγο μου…
Του χαμογέλασε και κούνησε καταφατικά το κεφάλι, δείχνοντας ότι συμφωνεί μαζί του, προσπαθώντας συγχρόνως να κρύψει τον ενθουσιασμό της.
Όταν ύστερα από μήνες μπόρεσε -και μάλιστα μέσα στην κατοχή- να έλθει στο χωριό της, την αναζήτησε, την εντόπισε και τη ζήτησε από τους γονείς της. Εκείνοι δεν του την αρνήθηκαν, αφού η κόρη τους συμφωνούσε και τον περίμενε, μήνες τώρα, να φανεί.
Εκτιμήθηκε η εντιμότητά του, η τήρηση του λόγου και της υπόσχεσής του κι ας είχε τρύπια παπούτσια και μπαλωμένο παντελόνι. Τους έφθανε η τιμιότητά του.
Λογοδόθηκαν κι όρισαν τους γάμους τους ύστερα από μήνες, αν και όταν επιτρέψουν οι συνθήκες της κατοχής.
Πήρε το δρόμο της επιστροφής, περνώντας μέσα από την πόλη. Εκεί βλέπει κόσμο να κατευθύνεται προς μία κατεύθυνση και μάλιστα προς μία εκκλησία, κρατώντας ο καθένας στα χέρια του κάτι σαν καραβάνα ή κατσαρολάκι.
Πλησίασε από περιέργεια, ακούμπησε στα κάγκελα του προαυλίου της, προσπαθώντας να καταλάβει, τί συμβαίνει και γιατί μαζεύεται εκεί τόσος κόσμος.
Ξαφνικά αισθάνεται ένα χέρι να τον πιάνει από το μπράτσο. Γυρίζει και βλέπει έναν μέτριου αναστήματος διοπτροφόρο ιερωμένο με φθαρμένα ράσα και θορυβείται.
-Έι παλικάρι, μην τρομάζεις! Δεν σ’ έχω ξαναδεί. Είσαι ξένος; Πεινάς; Θέλεις κι εσύ λίγο φαγητό;
– Δεν θα έλεγα όχι, πάτερ…
– Τι περιμένεις τότε. Πέρασε κι εσύ και περίμενε στη σειρά, όπως οι άλλοι.
Τον κοίταξε από πάνω ως κάτω.
– Και πού ’σαι. Πρώτα πήγαινε σε κείνη τη γωνία και περίμενέ με.
Υπάκουσε. Πήγε στη βορεινή γωνιά της αυλής και τον περίμενε για ελάχιστα λεπτά, χωρίς να γνωρίζει τί τον ήθελε ο παράξενος αυτός παππούλης.
– Βγάλε αμέσως το παντελόνι σου! του λέει ο παπάς.
– Τι είναι αυτά που λες, πάτερ;
– Κάνε αυτό που σου λέω.
Ο Δημητρός υπακούει και βγάζει το μπαλωμένο παντελόνι του. Ο παππούλης απλώνει το χέρι του κι ενώ παίρνει το παντελόνι του Δημήτρη του δίνει το δικό του! Έγινε αλλαγή κι αντίρρηση δεν σήκωνε!
– Βγάλε και τα παπούτσια σου!
Επαναλήφθηκε πάλι το ίδιο, αυτή τη φορά με την ανταλλαγή των υποδημάτων. Φόρεσε ο παπάς το παντελόνι του Δημητρού και τα παπούτσια του και ’κείνος τα δικά του. Μετά απ’ αυτό μπήκε στο ναό κι εξαφανίστηκε, ενώ ο κόσμος ερχόταν όλο και περισσότερος για φαγητό. Κάποιος του δάνεισε δοχείο για φαγητό πήρε και τη μερίδα του ψωμιού.
– Ποιος τα προσφέρει όλα αυτά; Ποιος φροντίζει γι’ αυτά;
– Η εκκλησία. Άρχισε στην αρχή με 5-10 μερίδες και τώρα τρέφονται εκατοντάδες φτωχοί και νηστικοί από την πόλη κι από τα γύρω μέρη, όπως και περαστικοί.
– Και ποιος είναι ο υπεύθυνος;
– Ο αρχιμανδρίτης και ιεροκήρυκας Αυγουστίνος Καντιώτης (ο μετέπειτα Μητροπολίτης Φλωρίνης).
Τον αναζήτησε για να τον ευχαριστήσει για το παντελόνι και τα παπούτσια, αλλά και το ζεστό φαγητό, όμως ο παππούλης δεν επανεμφανίστηκε. Η απίστευτη αυτή χειρονομία τον κατασυγκίνησε. Ούτε ρώτησε ποιος ήταν, αν ήταν άνθρωπος της πίστης και της εκκλησίας. Του ήταν αρκετό, που τον είδε με τρύπια παπούτσια και μπαλωμένο παντελόνι, ολόκληρο νέο παλικάρι. Εκείνος τα φόρεσε και τα ’κρύψε κάτω από τα ράσα του!
Πληροφορήθηκε ο Δημητρός, ότι ο ιερέας αυτός με καθημερινό κίνδυνο της ζωής του, μέχρι και από Θεσσαλονίκη εξασφάλιζε τροφή, για να θρέψει πεινασμένους, απλά εφαρμόζοντας στην πράξη τις εντολές του Κυρίου, από τις περιοχές Γρεβενών και Κοζάνης.
Ποτέ δεν θα ξεχάσει την ταπεινότητα και την αγάπη αυτού του αγίου ανθρώπου. Όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν, πήγε, παντρεύτηκε τη Σοφία και την έφερε νύφη στο Τείχος.

Πηγή: Σταύρου Ν. Παπαδόπουλου, Θυμάται… (Μνήμες βαθιά ριζωμένες στο χρόνο), σελ. 147-151, 1η έκδοση· Σεπτέμβριος 2017, Εκδόσεις Ινφογνώμων www.infognomon.com
http://www.isagiastriados.com/

Ο ''Εκδικητής της Έλλης''



Γνωστές και άγνωστες ιστορίες από το Ελληνοϊταλικό Μέτωπο
  Ο Ελληνικός στρατός φτωχός. Οι φαντάροι πολεμούν με όπλα που ξέμειναν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και από την μικρασιατική εκστρατεία. Τα άρματα μάχης του ελληνικού στρατού είναι λιγοστά και ξεπερασμένα.
Μόλις αντικρίζουν οι Φαντάροι μας για πρώτη φορά τα σύγχρονα άρματα μάχης των Ιταλών σάστισαν. Τρομοκρατήθηκαν. Όμως δεν έκαναν βήμα πίσω. Κανένας ''μακαρονάς'', καμία πολεμική μηχανή δεν θα πατήσει Ελληνικό Χώμα. Οι αξιωματικοί μας μπαρουτοκαπνισμένοι.
Πως όμως τα χιλιοδοξασμένα ''Παιδιά της Ελλάδος'' αφόπλισαν τις μηχανοκίνητες μεραρχίες του Μουσολίνι;
Η ''πατέντα΄΄ μπορεί να είναι λέξη Ιταλικής προέλευσης όμως οι Έλληνες διαχρονικά είναι οι μόνοι που έχουν το μυαλό και την πονηριά να την εφαρμόσουν.
Ορμώντας μαζικά πάνω στα άρματα των φασιστών με τις κουβέρτες τους και άλλα χαλιά (!) μπουκώνουν τις ελπίστριες των αρμάτων και τα ακινητοποιούν!
Στα παγωμένα βουνά της Ηπείρου και με το χιόνι να έχει καλύψει κάθε πιθαμί γης η πορεία των τεθωρακισμένων ήταν καταδικασμένη αφού δυσκολεύοταν η πορεία τους.
Οι Ήρωες νικούν και τρέπουν σε φυγή την ''Τζούλια'' και τους ''Κένταυρους'', τα καμάρια του Μουσολίνι, οι οποίοι αφήνουν πίσω τους άρματα και όπλα που τα παίρνουν οι φαντάροι μας.
Στο πρώτο άρμα-λάφυρο οι μυθικοί Φαντάροι μας ζωγράφισαν πάνω το καταδρομικό ''Έλλη'' και το ονόμασαν ο ''Εκδικητής της Έλλης''.
Οι μνήμες ήταν ακόμα νωπές και οι Έλληνες δεν ξέχασαν τον άνανδρο τορπιλισμό της από τους Ιταλούς τον Δεκαπενταύγουστο του 1940.
Εκεί στα αιματοβαμμένα βουνά της Ηπείρου οι Έλληνες πήραν την εκδίκησή τους!

https://proskynitis.blogspot.com/

Ἀπό τό ἡμερολόγιο Σεφέρη (28-10-1940)



Σεφέρης Γιῶργος

Δευτέρα 28.
Κοιμήθηκα δυὸ τὸ πρωί, διαβάζοντας Μακρυγιάννη. Στὶς τρεῖς καὶ μισὴ μία φωνὴ μέσα ἀπὸ τὸ τηλέφωνο μὲ ξύπνησε: «ἔχουμε πόλεμο». Τίποτε ἄλλο, ὁ κόσμος εἶχε ἀλλάξει. Ἡ αὐγή, ποὺ λίγο ἀργότερα εἶδα νὰ χαράζει πίσω ἀπὸ τὸν Ὑμηττό, ἦταν ἄλλη αὐγή: ἄγνωστη. Περιμένει ἀκόμη ἐκεῖ ποὺ τὴν ἄφησα. Δὲν ξέρω πόσο θὰ περιμένει, ἀλλὰ ξέρω πὼς θὰ φέρει τὸ μεγάλο μεσημέρι. Ντύθηκα κι ἔφυγα ἀμέσως.
Στὸ Ὑπουργεῖο Τύπου δυό-τρεῖς ὑπάλληλοι. Ὁ Γκράτσι εἶχε δεῖ τὸν Μεταξᾶ στὶς τρεῖς. Τοῦ ἔδωσε μία νότα καὶ τοῦ εἶπε πὼς στὶς 6 τὰ ἰταλικὰ στρατεύματα θὰ προχωρήσουν. Ὁ πρόεδρος τοῦ ἀποκρίθηκε πὼς αὐτὸ ἰσοδυναμεῖ μὲ κήρυξη πολέμου, καὶ ὅταν ἔφυγε κάλεσε τὸν πρέσβη τῆς Ἀγγλίας. Ἀμέσως μετὰ τὸν Νικολούδη στὸ Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν. Ὁ πρόεδρος ἦταν μέσα μὲ τὸν πρέσβη τῆς Τουρκίας.
Στὸ γραφεῖο τοῦ Μαυρουδῆ, ὁ Μελᾶς ἔγραφε σπασμωδικὰ ἕνα τηλεγράφημα. Ὁ Μαυρουδῆς μέσα στὸ παλτό του σὰν ἕνα μικρὸ σακούλι. Διάβασα τὴ νότα τοῦ Γκράτσι. Ὁ Γάφος κι ὁ Παπαδάκης τηλεφωνοῦσαν. Καθὼς ἑτοίμαζα τὸ τηλεγράφημα τοῦ Ἀθηναϊκοῦ πρακτορείου, μπῆκε ὁ Τοῦρκος πρέσβης γιὰ νὰ ἰδεῖ τὴ νότα καὶ σὲ λίγο ὁ πρόεδρος μὲ ὄψη πολὺ ζωντανή.
Ἔπειτα ἄρχισαν νὰ φτάνουν οἱ ὑπουργοί, χλωμοὶ περισσότερο ἢ λιγότερο, καθένας κατὰ τὴν κράση του. Τὸ ὑπουργικὸ συμβούλιο κράτησε λίγο. Ὁ Μεταξᾶς πῆγε ἀμέσως στὸ γραφεῖο του κι ἔγραψε τὸ διάγγελμα στὸ λαό. Τὸ πήραμε καὶ γυρίσαμε στὸ ὑπουργεῖο τύπου. Μέσα ἀπὸ τὰ τζάμια τοῦ αὐτοκινήτου, ἡ αὐγὴ μ᾿ ἕνα παράξενο μυστήριο χυμένο στὸ πρόσωπό της.
Ἔγραψα μαζὶ μὲ τὸ Νικολούδη τὸ διάγγελμα τοῦ βασιλιᾶ. Καμιὰ δακτυλογράφος ἀκόμη. Πῆγα σπίτι μιὰ στιγμὴ καὶ τὸ χτύπησα στὴ γραφομηχανή μου. Ἡ Μάρω μοῦ εἶχε ἑτοιμάσει καφέ. Γύρισα στὸ Ὑπουργεῖο καθὼς σφύριζαν οἱ σειρῆνες. Στὴ γωνία Κυδαθηναίων μιὰ φτωχὴ γυναίκα μὲ μιὰ ὑστερικὴ σύσπαση στὸ πρόσωπο. Τώρα ὅλοι μαζεμένοι στὰ ὑπόγεια τῆς «Μεγάλης Βρετανίας».
Ὁ βασιλιὰς μὲ ὕφος νέου ἀξιωματικοῦ. Ὑπόγραψε τὸ διάγγελμά του καὶ φύγαμε. Τηλεφώνησα στὸ τηλεγραφεῖο νὰ σταματήσουν τὰ τηλεγραφήματα καὶ τῶν Γερμανῶν ἀνταποκριτῶν. Οἱ ὑπάλληλοι ἐκεῖ εἶναι ἀκόμη οὐδέτεροι. Δὲν μποροῦν νὰ πιστέψουν τὴ φωνή μου:-εἶστε βέβαιος; καὶ τῶν Γερμανῶν; -Καὶ τῶν Γερμανῶν εἶπα. -Τί δικαιολογία νὰ δώσουμε; Δὲν ἔχω καιρὸ γιὰ συζητήσεις: -Πέστε τους πὼς τώρα εἶναι χαλασμένα τὰ σύρματα μὲ τὸ Βερολίνο, κι ἂν φωνάζουν πολὺ στεῖλτε τους σ᾿ ἐμένα. Πῆρα καὶ ἔδωσα τὸ πρῶτο πολεμικὸ ἀνακοινωθέν μας καὶ κατέβηκα στοὺς δρόμους γιὰ νὰ ἰδῶ τὰ πρόσωπα. Τὸ πλῆθος ἔσπαζε τὰ τζάμια τῶν γραφείων τῆς «Ἄλα Λιτόρια».

https://www.agiazoni.gr/

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ 28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940



Όταν την 6η πρωινή της 28ης Οκτωβρίου 1940 οι σειρήνες της αντιαεροπορικής άμυνας ξύπνησαν την Αθήνα, παρόλο που κανείς δεν γνώριζε τί είχε προηγηθεί τις τρεις προηγούμενες ώρες στην οικία του Πρωθυπουργού, ούτε τις αποφάσεις του Υπουργικού συμβουλίου, ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους λες και περίμενε εκείνη ακριβώς τη στιγμή για να βροντοφωνάξει το ιστορικό “ΟΧΙ”, σαν μια καθολική επιλογή, η οποία δεν μπορούσε να είναι διαφορετική. 
Κι αντίθετα από τα όσα επιτάσσει ίσως η κοινή λογική ενώπιον μιας δύναμης ισχυρής τόσο σε αριθμό όσο και σε δύναμη σαν την Ιταλία, αντί να επικρατεί ανησυχία και φόβος, μια διάθεση ευφορίας αναμεμειγμένη με υπερηφάνεια, λεβεντιά και ανδρεία, πλήρωσε ολόκληρο τον Ελληνισμό με την πεποίθηση ότι καλείται να προστατέψει τα τρεις χιλιάδες και πλέον έτη της ιστορίας του.
Την εξέλιξη της αναμετρήσεως μπορούσε κανείς εύκολα να την μαντέψει, με δεδομένη την αμαχητί ή έπειτα από ολιγοήμερη αντίσταση παράδοση των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών στις δυνάμεις του Άξονα. 
Το ελληνικό πάλι “ΟΧΙ” ξάφνιασε ως κεραυνός εν αιθρία, πεισμώνοντας τους επιτιθέμενους και γεμίζοντας ενθουσιασμό και ελπίδα όχι μόνο χώρες φίλα προσκείμενες προς την Ελλάδα αλλά και αυτή τη γείτονα, καθότι σύσσωμος ο τουρκικός τύπος πανηγύριζε με συνθήματα όπως “Ζήτω η Ελλάς” (εφ. Ιδκάμ, 29/10/1940).
Για μας πάλι, η συγκεκριμένη στάση ήταν φυσική απόρροια της ιστορίας και της ιδιοσυγκρασίας μας. Γράφει ο Γεώργιος Βλάχος στην “Καθημερινή" της 29ης Οκτωβρίου 1940:
«Αλλά διατί πριν εδώ κινηθή προς τον πρωθυπουργικόν οίκον ο φαιδρότατος αντιπρόσωπός των και κινηθή εκεί εις την Ήπειρον ο στρατός των, δεν έρριπτον εν πρόχειρον βλέμμα εις την Ελληνικήν Ιστορίαν;... 
Πότε η Ελλάς παρεδόθη αμαχητί; Πότε ενικήθη πριν ποτίση το χώμα της με την τελευταίαν ρανίδα του αίματός της; Εις ποίαν στιγμήν έκαμε λογαριασμούς των δυνάμεών της προς τας δυνάμεις του αντιπάλου της, διά να μάθη έπειτα αν έχη την δυνατότητα να υπερασπίση την τιμήν της; Κράτος μικρόν με ιστορίαν μεγίστην, μήτηρ θηλάσασα την υφήλιον, φάρος λαμπροτάτου φωτός, η Ελλάς, καταυγάσασα τους αιώνας, έδωσεν εις όλην την ανθρωπότητα όχι μόνον την ζωήν, το φως, τον πολιτισμόν, τα γράμματα και τας τέχνας, αλλά και το παράδειγμα της αυτοθυσίας και του ηρωισμού, την Σαλαμίνα, τας Θερμοπύλας, το Ζάλογγον, το Σούλι, το Μεσολόγγι... 
Κληρονόμοι πλούτου τόσον μεγάλου, βαρείς από τον φόρτον τόσων θρύλων και τόσων παραδόσεων, πώς μας εφαντάσθησαν τώρα κύπτοντας εμπρός εις τα κατάστιχα των πετρελαίων και της βενζίνης και των μηχανοκινήτων μονάδων και αποφασίζοντας να παραδώσωμεν την ιστορίαν μας εις τους αριθμούς και εις τα πετρέλαια την τιμήν μας;»
Δεν θα αναφερθώ σε γεγονότα που σε όλους σχεδόν είναι γνωστά ως το “΄Επος του '40 ”, ούτε στην έμπρακτη συμβολή της Εκκλησίας στον άνισο αυτό αγώνα, ούτε στις θυσίες και τις εκατόμβες του απλού ελληνικού λαού. 
Αν επί πέντε μήνες η Ελλάδα πολεμούσε νικήτρια στα βουνά της Ηπείρου και απελευθέρωνε ελληνικά εδάφη, όπως το Αργυρόκαστρο, Κορυτσά, Τεπελένι κλπ.· αν στο διάστημα αυτό ο στρατός, το ναυτικό και η αεροπορία επιτέλεσαν θαύματα, εκμηδενίζοντας την αριθμητική και τεχνολογική υπεροχή του αντιπάλου· αν καθ' όλη την διάρκεια της Κατοχής η Εθνική Αντίσταση συνέχισε τον αγώνα της με άκαμπτο φρόνημα και αψηφώντας το οιοδήποτε τίμημα· όλα αυτά οφείλονται για μία ακόμη φορά στη δύναμη και τη σημασία του ηθικού παράγοντα, τον οποίο όψιμα πολλοί έχουν αρχίσει να αμφισβητούν. 
Κι όμως, ακόμα και σήμερα που οι πόλεμοι διεξάγονται με εντελώς διαφορετικά μέσα και κανόνες, τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί όταν η ψυχή δεν φλογίζεται από το πάθος της θυσίας. Μιας θυσίας η οποία προϋποθέτει ιδανικά, όπως η Πατρίδα, η Πίστη, η Ιστορία.
Τα ιδανικά αυτά ποτέ δεν έλειψαν από τη ζωή μας, ωστόσο σήμερα, με δεδομένες τις δύσκολες συγκυρίες που διαδραματίζονται στον τόπο μας, φαίνεται σαν να έχουν καμφθεί, ή σαν να κοιμούνται, περιμένοντας τη στιγμή κατά την οποία θα ξεσπάσουν ενάντια σε όσους επιβουλεύονται να καταστήσουν υπόδουλο το ελληνικό έθνος και την αιματοβαμμένη του γη. 
Η αντίστασή μας, διαχρονικά, συνίσταται στην ενότητα του πνεύματος και στην ομοψυχία του λαού μας. Αυτή η δύναμη αποτέλεσε το ανυπέρβλητο εμπόδιο για τους κατακτητές του '40 τόσο κατά τη διάρκεια των ένδοξων μαχών κατά τους πρώτους μήνες, όσο και κατά την τριετή περίπου Κατοχή. Γι αυτό και αξίζει σήμερα, να παραχωρήσουμε το βήμα στους πρωταγωνιστές της Ιστορίας, ώστε να διαπιστώσουμε του λόγου το αληθές και να αντλήσουμε ελπίδα και δύναμη για το παρόν και το μέλλον της Πατρίδας μας.
Την 30ή Οκτωβρίου 1940, ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς καλεί στο Γενικό Στρατηγείο (στο ξενοδοχείο "Μεγάλη Βρεταννία") τους εκδότες και αρχισυντάκτες των εφημερίδων και "κεκλεισμένων των θυρών" τους ενημερώνει για το πώς φτάσαμε σε πολεμική αναμέτρηση με την Ιταλία, και κλείνει με τα εξής: 
«θέλω φεύγοντες από την αίθουσαν αυτήν να πάρετε μαζί σας όλην την δική μου απόλυτη βεβαιότητα, ότι θα νικήσωμεν. Εν τούτοις πρέπει να σας επαναλάβω ό,τι επισημότερον διεκήρυξα από την πρώτην στιγμήν. Η Ελλάς δεν πολεμά δια την νίκην. Πολεμά δια την Δόξαν. Και δια την τιμήν της. Έχει υποχρέωσιν προς τον εαυτόν της να μείνη αξία της ιστορίας της. [...] Αλλά υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες ένας λαός οφείλει, αν θέλη να μείνη μεγάλος, να είναι ικανός να πολεμήση, έστω και χωρίς καμμίαν ελπίδα νίκης. Μόνον διότι πρέπει».
Στο διάγγελμά του, ο Βασιλιάς Γεώργιος Β' τονίζει τη σημασία της εθνικής ενότητας, της Πίστεως, και της προάσπισης των ιδανικών: 
« Κατά την μεγάλην αυτήν στιγμήν είμαι βέβαιος ότι κάθε Έλλην και κάθε Ελληνίς θα εκτελέσωσι το καθήκον των και θα φανώμεν αντάξιοι της ενδόξου ημών Ιστορίας. Με πίστην εις τον Θεόν και εις τα πεπρωμένα της φυλής, το Έθνος σύσσωμον και πειθαρχούν ως εις άνθρωπος, θα αγωνισθή υπέρ βωμών και εστιών μέχρι της τελικής Νίκης. »
Το ίδιο σθένος φανερώνει και η Ημερησία Διαταγή του στρατάρχη Αλέξανδρου Παπάγου: 
«Θα πολεμήσωμεν με πείσμα, με αδάμαστον εγκαρτέρησιν, με αμείωτον μέχρι τελευταίας πνοής ενεργητικότητα. Έχω ακράδαντον την πεποίθησιν ότι ο Ελληνικός Στρατός θα γράψει νέας λαμπράς σελίδας εις την ένδοξον ιστορίαν του Έθνους. Μην αμφιβάλλετε ότι τελικώς θα επικρατήσωμεν, με την βοήθειαν και την ευλογίαν του Θεού και τας ευχάς του Έθνους. Έλληνες αξιωματικοί και οπλίται φανήτε ήρωες».




Θα ήταν παράλειψη να μην θυμηθούμε την διακήρυξη των εξεχόντων μορφών (1) του πνευματικού βίου της εποχής εκείνης, όπως δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "Νέα Ελλάς" της 10ης Νοεμβρίου 1940: 
«Είναι δύο εβδομάδες τώρα, που ένα τελεσίγραφο μοναδικό στα διπλωματικά χρονικά των Αθηνών για το περιεχόμενον, την ώρα και τον τρόπο που το παρουσίασεν, η Ιταλία κάλεσε την Ελλάδα να της παραδώση τα εδάφη της, να αρνηθή την ελευθερία της και να κατασπιλώση την τιμή της. Οι Έλληνες δώσαμε στην ιταμή αυτή αξίωσι της φασιστικής βίας, την απάντησι που επέβαλαν τριών χιλιάδων ετών παραδόσεις, χαραγμένες βαθειά στην ψυχή μας, αλλά και γραμμένες στην τελευταία γωνιά της ιερής γης με το αίμα των μεγαλυτέρων ηρώων της ανθρωπίνης ιστορίας. Και αυτή τη στιγμή κοντά στο ρεύμα του Θυάμιδος και στις χιονισμένες πλαγιές της Πίνδου και των Μακεδονικών βουνών πολεμούμε, τις περισσότερες φορές με τη λόγχη, αποφασισμένοι να νικήσουμε ή να αποθάνουμε μέχρις ενός. Σ' αυτό τον άνισο σκληρότατο αλλά πεισματώδη αγώνα, που κάνει τον λυσσασμένο επιδρομέα να ξεσπάζη κατά των γυναικών, των γερόντων και των παιδιών, να καίη, να σκοτώνη, να ακρωτηριάζη, να διαμελίζη τους πληθυσμούς στις ανοχύρωτες και άμαχες πόλεις μας και στα ειρηνικά χωριά μας, έχουμε το αίσθημα ότι δεν υπερασπιζόμαστε δική μας μόνον υπόθεσι: Ότι αγωνιζόμεθα για την σωτηρία όλων εκείνων των Υψηλών αξιών που αποτελούν τον πνευματικό και ηθικό πολιτισμό, την πολύτιμη παρακαταθήκη που κληροδότησαν στην ανθρωπότητα οι δοξασμένοι πρόγονοι και που σήμερα βλέπουμε να απειλούνται από το κύμα της βαρβαρότητος και της βίας. Ακριβώς αυτό το αίσθημα εμπνέει το θάρρος σε μας τους Έλληνες διανοουμένους, τους ανθρώπους του πνεύματος και της τέχνης, ν' απευθυνθούμε στους αδελφούς μας όλου του Κόσμου για να ζητήσουμε όχι την υλική αλλά την ηθική βοήθειά τους. Ζητούμε την εισφορά των ψυχών, την επανάστασι των συνειδήσεων, το κήρυγμα, την άμεση επίδρασι, παντού όπου είναι δυνατόν, την άγρυπνη παρακολούθησι και την ενέργεια για ένα καινούργιο πνευματικό Μαραθώνα που θα απαλλάξη τα δυναστευόμενα Έθνη από τη φοβέρα της πιο μαύρης σκλαβιάς που γνώρισε ως τώρα ο κόσμος».
Αλλά και ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος, ο οποίος κατά τον ενθρονιστήριο Λόγο του ως Μητροπολίτης Τραπεζούντος είχε χαρακτηριστικά διακηρύξει "προτιμώ ιπτάμενος ως αετός να πέσω, ή έρπων να ζήσω", όχι μόνο αρνήθηκε να ορκίσει την πρώτη κατοχική κυβέρνηση (Τσολάκογλου), αλλά συμπεριφέρθηκε με παγερή υπερηφάνεια και αγέρωχο ύφος στον Γερμανό στρατηγό Στούμμε, που τον επισκεύθηκε προκειμένου να τον μεταπείσει. 
Αυτόν τον ηρωισμό και την πίστη επέδειξε και με το μήνυμά του προς τον ελληνικό λαό, με το ξέσπασμα του πολέμου. Σας το διαβάζω:
«"Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις..." (Ψαλμός ιθ', στίχος 8.)
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και ο Πρόεδρος της Εθνικής ημών Κυβερνήσεως καλούν ημάς πάντας ίνα αποδυθώμεν εις Άγιον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αμυντικόν αγώνα. 
Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν ότι τα τέκνα της Πατρίδος ευπειθή εις το κέλευσμα Αυτής και του Θεού, θα σπεύσουν εν μία ψυχή και καρδία να αγωνισθούν υπέρ βωμών και εστιών και της Ελευθερίας και τιμής, και θα συνεχίσουν ούτω την απ' αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσουν τον ωραίον θάνατον από την άσχημον ζωήν της δουλείας. Και μη φοβούμεθα από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι, ας φοβούμεθα δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα απολέσαι. 
Επιρρίψωμεν επί Κύριον την μέριμναν ημών και Αυτός θα είναι βοηθός και αντιλήπτωρ εν τη αμύνη κατά της αδίκου επιθέσεως των εχθρών. Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν ίπποις, ημείς δε εν ονόματι Κυρίου του Θεού και εν τη γενναιότητι και ανδρεία ημών μεγαλυνθησόμεθα. 
Η Χάρις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και η αγάπη του Θεού και πατρός είη μετά πάντων ημών».
Όσα παρατέθηκαν είναι αρκετά για να καταδείξουν τη σημασία της ενότητας του λαού μας, της πίστης στον Θεό, της υπεράσπισης των ιδανικών και της ιστορίας μας. Κράτησα για το τέλος ένα κείμενο, το οποίο εάν αλλάξουμε ελάχιστες λέξεις θα μπορούσε κάλλιστα να έχει γραφτεί μόλις χτες, μιας που το τελευταίο διάστημα έχουμε γίνει μάρτυρες μιας νέας προσπάθειας εισβολής ενάντια στην εθνική μας κυριαρχία, η οποία όμως δεν διαφέρει από όσες έχουμε ζήσει στο παρελθόν. 
Οι Πέρσες δεν ζήτησαν τίποτε άλλο από τους Έλληνες, παρά “γῆν καί ὕδωρ” · οι Ιταλοί ζήτησαν απλά την πρόσβαση στα ελληνικά λιμάνια και συγκοινωνιακά δίκτυα, οδούς και σιδηρόδρομους. Και οι δανειστές μας σήμερα ζητούν ως ανταλλάγματα την εκχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας και του πλούτου που κρύβει η αιματοβαμμένη γη των προγόνων μας. 
Οι θόρυβοι και οι φωνές είναι, όπως πάντα, πολλοί και συχνά αποσυντονίζουν τη σκέψη μας. Τα διλήμματα τίθενται πάντοτε σκληρά και απειλητικά. Οι συζητήσεις μπορεί να είναι πολλές, όμως η απόφαση δεν δύναται παρά να είναι μία, ανάλογα πού θα κλίνει ο ζυγός της εθνικής μας αυτοσυνειδησίας. 
Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από το άρθρο του Γεωργίου Βλάχου με τίτλο “ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ!”, που δημοσιεύτηκε στην "Καθημερινή" της 4ης Νοεμβρίου 1940: 
«Λοιπόν;... Θα συνεχίσωμεν την συζήτησιν; Θα βάλωμεν κάτω έναν καφέν και θα σταθώμεν γύρω από το φλιτζάνι του οι απόλεμοι, οι άχρηστοι, οι καφενόβιοι, διά να πούμε, περί του ποιος θα νικήση και ποιος θα επικρατήσει;... Προς Θεού! θα νικήση η Ελλάς! Όλους; ΟΛΟΥΣ! ΟΛΟΝ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ! Χωρίς συλλογισμούς, χωρίς συζητήσεις, χωρίς κεφάλια τα οποία αργοκινούνται και αμφιβάλλουν, χωρίς μυαλό. Μυαλό δεν χρειάζεται. Χρειάζεται ενθουσιασμός και παραφροσύνη. Χρειάζεται θάρρος αλόγιστον και καρδιά. Με αυτό το υλικόν έγινεν ο Αγών του Εικοσιένα. Με αυτά τα όπλα νικούν οι λαοί. 
Ήρθατε να πάρετε την Ήπειρον;... ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ.
Έχετε Στρατούς, έχετε Στόλους, έχετε αεροπλάνα, είσθε σαράντα πέντε εκατομμύρια και είμαστε πέντε. ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ. 
Θα μας κάψετε. ΔΕΝ ΣΑΣ ΤΗΝ ΔΙΝΟΜΕ. 
Και θα προχωρήσωμεν και θα νικήσωμεν και θα σας πετάξωμεν εις την θάλασσαν. Γίνεται;... Γίνεται, δεν γίνεται, αυτό πρέπει να αισθάνεται και να βροντοφωνή η καρδιά. ΚΑΙ ΤΟΤΕ ΘΑ ΓΙΝΗ. [...] 
Θάρρος λοιπόν! Ό,τι θέλομεν αληθινά, με όλην μας την δύναμιν, γίνεται. Ό,τι αποφασίσωμεν με την ψυχήν μας γίνεται. ΚΑΙ ΘΑ ΓΙΝΗ. [...] 
Όλοι μαζί! Θα αγωνισθώμεν τώρα όλοι μαζί, θα ανθέξωμεν όλοι μαζί, θα προελάσωμεν όλοι μαζί, και μίαν ευλογημένην ημέραν, όταν θα διαλαλούν την ευτυχίαν μας οι κώδωνες των σημαιοστολίστων εκκλησιών μας, θα ψάλλωμεν όλοι μαζί ΤΗ ΥΠΕΡΜΑΧΩ ΣΤΡΑΤΗΓΩ ΤΑ ΝΙΚΗΤΗΡΙΑ...»

Αρχιμ. Χερουβείμ Βελέτζα
(Εκφωνήθηκε την 27/10/2011 κατά την διάρκεια της εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος για τον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου 1940)
xerouveim.blogspot

Μνήμη Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

 


Διαβάζουμε: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ τὴν ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας ἤτοι τοῦ ἱεροῦ αὐτῆς Μαφορίου, τοῦ ἐν τῷ σορῷ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν, ὄτε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς κατεῖδεν ἐφηπλωμένην αὐτὴν ἄνωθεν καὶ πάντας τοὺς εὐσεβεῖς περισκέπουσαν».
Λόγω τῶν πολλῶν θαυμάτων ἀπὸ τὴν Παναγία, ποὺ ἀνέφεραν οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες στὸν Ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο τὸ 1940, ἡ Ἱερὰ Συνοδὸς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀπόφασή της τὸ 1952, καθιέρωσε νὰ ἑορτάζεται ἡ Ἅγια Σκέπη τῆς Θεοτόκου ἀντὶ γιὰ τὴν 1η Ὀκτωβρίου, στὶς 28 Ὀκτωβρίου.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ἅγιας Σκέπης τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία τελοῦνταν ἀπὸ παλαιότατων χρόνων τὴν 1η Ὀκτωβρίου, ἦταν ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τὸ ὁποῖο εἶδε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας. 
Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ἀγρυπνίας στὸ παρεκκλήσι τῆς «Ἅγιας Σοροῦ» τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας εἶδε τὴν Θεοτόκο νὰ προχωράει ἀπὸ τὶς βασιλικὲς πύλες πρὸς τὸ θυσιαστήριο ἀνάμεσα σὲ λευκοφόρους ἅγιους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεχώριζαν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος.
Ὅταν ἔφθασε στὸ θυσιαστήριο γονάτισε καὶ προσευχόταν γιὰ πολλὴ ὥρα, κλαίγοντας καὶ παρακάλωντας τὸν Υἱό της γιὰ τὴν σωτήρια του κόσμου. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν δέησή της, ἔβγαλε ἀπὸ τὸ κεφάλι της τὸ ἀστραφτερὸ μαφόριο, ποὺ φοροῦσε καὶ μὲ μία κινήση τὸ ἅπλωσε σὰν σκεπὴ ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα. 
Ἔτσι ἁπλωμένο τὸ ἔβλεπε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιφάνιο, ποὺ τὸν συνόδευε. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος, φαινόταν καὶ ἡ ἱερὴ ἐσθήτα νὰ σκορπίζει τὴ Χάρη της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν οὐρανό, ἄρχισε καὶ ἡ Θεία Σκέπη νὰ συστέλλεται καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ χάνεται. 
Τὸ ἱερὸ αὐτὸ μαφόριο ποὺ φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τὴν Χάρη καὶ τὴν προστασία ποὺ παρέχει ἡ Παναγία στοὺς πιστοὺς.

Αγιογραφικό ανάγνωσμα



Πρὸς Κολασσαεῖς Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀνάγνωσμα 1:18-23
Ἀδελφοί, Χριστὸς ἐστιν ἡ κεφαλὴ τοῦ σώματος, τῆς Ἐκκλησίας· ὅς ἐστιν ἀρχή, πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, ἵνα γένηται ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων, ὅτι ἐν αὐτῷ εὐδόκησεν πᾶν τὸ πλήρωμα κατοικῆσαι καὶ δι᾽ αὐτοῦ ἀποκαταλλάξαι τὰ πάντα εἰς αὐτόν, εἰρηνοποιήσας διὰ τοῦ αἵματος τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ, δι᾽ αὐτοῦ εἴτε τὰ ἐπὶ τῆς γῆς εἴτε τὰ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Καὶ ὑμᾶς ποτε ὄντας ἀπηλλοτριωμένους καὶ ἐχθροὺς τῇ διανοίᾳ ἐν τοῖς ἔργοις τοῖς πονηροῖς, νυνὶ δὲ ἀποκατήλλαξεν ἐν τῷ σώματι τῆς σαρκὸς αὐτοῦ διὰ τοῦ θανάτου, παραστῆσαι ὑμᾶς ἁγίους καὶ ἀμώμους καὶ ἀνεγκλήτους κατενώπιον αὐτοῦ, εἴ γε ἐπιμένετε τῇ πίστει τεθεμελιωμένοι καὶ ἑδραῖοι καὶ μὴ μετακινούμενοι ἀπὸ τῆς ἐλπίδος τοῦ Εὐαγγελίου οὗ ἠκούσατε, τοῦ κηρυχθέντος ἐν πάσῃ κτίσει τῇ ὑπὸ τὸν οὐρανόν, οὗ ἐγενόμην ἐγὼ Παῦλος διάκονος.

Νεοελληνική απόδοση:
Καὶ αὐτὸς εἶναι ἡ Κεφαλὴ τοῦ σώματος, δηλαδὴ τῆς ἐκκλησίας. Εἶναι ἡ ἀρχή, ὁ πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν, διὰ νὰ γίνῃ αὐτὸς ὁ πρῶτος εἰς ὅλα, διότι εἰς αὐτὸν εὐαρεστήθηκε νὰ κατοικήσῃ ὅλον τὸ πλήρωμα τοῦ Θεοῦ, καὶ δι’ αὐτοῦ νὰ συμφιλιώσῃ μετὰ τοῦ ἑαυτοῦ του τὰ πάντα, τόσον τὰ ἐπίγεια, ὅσον καὶ τὰ ἐπουράνια, ἀφοῦ ἔφερε τὴν εἰρήνην μὲ τὸ αἷμα τοῦ σταυροῦ του. Καὶ σεῖς κάποτε ἤσαστε ἀποξενωμένοι καὶ ἐχθρικῆς διαθέσεως, καὶ τὰ ἔργα σας ἦσαν πονηρά, ἀλλὰ τώρα ὁ Θεὸς μὲ τὸ σάρκινον σῶμα τοῦ Χριστοῦ σᾶς συμφιλίωσε διὰ τοῦ θανάτου του, διὰ νὰ σᾶς παρουσιάσῃ ἐνώπιόν του ἁγίους, χωρὶς καμμίαν κηλῖδα καὶ κατηγορίαν, ἀρκεῖ νὰ ἐξακολουθήσετε νὰ μένετε εἰς τὴν πίστιν, θεμελιωμένοι καὶ σταθεροί, χωρὶς νὰ μετακινῆσθε ἀπὸ τὴν ἐλπίδα ποὺ προσφέρεται εἰς τὸ εὐαγγέλιον τὸ ὁποῖον ἀκούσατε καὶ τὸ ὁποῖον ἐκηρύχθηκε εἰς ὅλα τὰ δημιουργήματα ὑπὸ τὸν οὐρανόν, τοῦ ὁποίου εὐαγγελίου ἐγὼ ὁ Παῦλος ἔγινα ὑπηρέτης.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ

 

Ο Θεός ουδέποτε παραχωρεί να πειραστεί ο άνθρωπος παραπάνω από την δύναμή του. Η δικαιοσύνη του Θεού, δεν επιτρέπει τέτοια δοκιμασία. Η δοκιμασία είναι ανάλογη με την δύναμη και την αντίσταση. Αλλά τότε, γιατί νικήθηκε ο Αδάμ (και ο κάθε Αδάμ); Ο λόγος της ήττας, βρίσκεται μέσα στον άνθρωπο∙ διότι αν και υπήρχε μέσα του η δύναμη της αντίστασης, δεν έκανε χρήση αυτής. Και ποιό ήταν το αίτιο αυτής της παράλειψης; Η αμέλεια! Η αμέλεια προς το καθήκον. Ο άνθρωπος είχε καθήκον να ανυψώνεται προς τον Θεό∙ να οδηγεί τον νου του, μόνο προς Εκείνον και όχι να αναζητά την ευχαρίστηση στις απολαύσεις των δημιουργημάτων. Η προσήλωσή του στα γήινα, επέφερε την αμέλεια του καθήκοντος προς τον Θεό και προς τον εαυτό του. Εξαιτίας της αμέλειας απομακρύνθηκε από τον Θεό, χάνοντας έτσι μεγάλο μέρος από τη Θεία δύναμη που τον ενίσχυε∙ γι' αυτό νικήθηκε και έπεσε στην αμαρτία.

 (ΆγιοςΝεκτάριος)

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

Σας συμβουλεύω να κατακρίνετε τα αμαρτήματά σας



Σας συμβουλεύω να κατακρίνετε τα αμαρτήματά σας και να μην ασχολείσθε με τα ξένα… Οι άγιου κατηγορούσαν τον εαυτό τους και ήσαν διστακτικοί στις κρίσεις τους για τους άλλους…
Ονόμασα τους κατηγόρους μύγες, γιατί, όπως εκείνες κάθονται πάνω στα ξένα τραύματα, έτσι και οι φιλοκατήγοροι δαγκώνουν τα ξένα αμαρτήματα, με αποτέλεσμα να μεταδίδεται και σ’ αυτούς η αρρώστια εκείνων, τους οποίους κατακρίνουν.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
https://www.askitikon.eu/

Γίνε αόρατος… ώστε να σε βλέπει και να σε ευλογεί ο Αόρατος



“Θα στο ξαναπώ άλλη μια φορά.
Μάθε να σιωπάς. Μην αφήνεις να βλέπουν οι άλλοι τι κρατάς στα χέρια σου.
Δουλεύεις για τον Αόρατο.
Ας είναι και το έργο σου αόρατο.
Όταν σκορπίζει κανείς γύρω του ψίχουλα, μαζεύονται τα πουλιά που στέλνει ο διάβολος, λένε οι άγιοι.
Πρόσεξε την αυτοϊκανοποίηση. Γι’αυτό οι άγιοι δίνουν την συμβουλή: Να ενεργείς με διάκριση.
Βρίσκεσαι κάπου και σου προσφέρουν κάτι. Διάλεξε το μικρότερο κομμάτι.
Αν, όμως, κάποιος ή κάποιοι βλέπουν τι θα κάνεις, τότε προτίμησε ν’ακολουθήσεις τη μέση οδό που θα προκαλούσε την πιο μικρή αίσθηση στους άλλους.
Προσπάθησε, δηλαδή, με κάθε τρόπο να μένεις αφανής.
Να περνάς όσο πιο πολύ μπορείς απαρατήρητος.
Να το έχεις αυτό σαν ένα κανόνα πάντοτε.
Μη μιλάς για τον εαυτό σου, πως κοιμήθηκες, τι ονειρεύτηκες, τι σου συνέβη.
Μη λες τη γνώμη σου ευκαίρως ακαίρως χωρίς να ρωτηθείς.
Μην κάνεις λόγο για τις ανάγκες σου και τις υποθέσεις σου.
Όταν διαρκώς μιλάς γι’αυτά, τρέφεις απλούστατα τον ναρκισσισμό σου με την αυτοαπασχόλησή σου.
Μάθε να γίνεσαι αόρατος…ώστε να σε βλέπει και να σε ευλογεί Θεός.”…

Πηγή: Απόσπασμα απ΄το βιβλίο του Τ.Κολλιάντερ, «Ο δρόμος των ασκητών»
https://www.askitikon.eu/