Σελίδες

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

ΙΕΡΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ


Τήν Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019 ἑορτή τῆς Ἀνακομιδῆς τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου πανηγυρίζει ἡ Ἱερά Μονή Ἁγίου Γεωργίου Ἐπανωσήφη.

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

5.30 μ.μ. Μέγας Πανηγυρικός Ἑσπερινός μετά τῶν Ἐγκωμίων τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, χοροστατοῦντος τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Κνωσσοῦ κ. ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ. 

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019

7.00 π.μ. Ὂρθρος τῆς ἑορτῆς καί ἡ Θεία Λειτουργία, ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης  κ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ. 

5.30 μ.μ. Ἑσπερινός καί ἐν συνεχείᾳ Κτητορικό μνημόσυνο.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.

Εσύ τι κάνεις όταν ακούς την καμπάνα;


διδακτική ιστορία

–Τά ’μαθες, παππού; Από ’δώ κι εμ πρός τα μαγαζιά θ’ ανοίγουν και τις Κυριακές.
–Τί λές, παιδάκι μου, στύλωσε με απορία και έκπληξη τα γεροντικά, θολωμένα απ’ τα χρόνια μάτια του πάνω στον εγγονό του ο μπαρμπα-Δημητρός.
–Ναί, παππού, είναι απόφαση του Υπουργού.
–Άλλο και τούτο. Και γιατί, μαθές, αυτό; Πως του ’ρθε να βγάλει τέτοια απόφαση;
–Είναι νόμος του κράτους, παππού. Κάποιες Κυριακές το χρόνο τα καταστήματα μπορούν να παραμένουν ανοιχτά, να πηγαίνει ο κόσμος να ψωνίζει.
–Δηλαδή, θές να πείς, θα χτυπά η καμπάνα το πρωί, και ο κόσμος θα βγαίνει για την αγορά;
–Έ, κάπως έτσι…
Κούνησε το κεφάλι του λυπημένος ο γέροντας. Χαμήλωσε κουρασμένο το βλέμμα του, έμεινε για λίγο σκεφτικός, κι έπειτα, χωρίς να το σηκώσει πάλι, μονολόγησε:
–Δέν πάμε καλά. Το λέω εγώ. Θα μας χάσει ο Θεός!
Καί βύθισε πιότερο το κεφάλι στο στέρνο του.
–Παππού, θυμάσαι – τον έβγαλε απ’ τον μελαγχολικό του βυθισμό ο εγγονός – θυμάσαι που ερχόμασταν μέρες Πάσχα στο χωριό, όταν ήμουν στο Δημοτικό, κι έτρεχα με τα άλλα παιδιά ποιός θα χτυπήσει την καμπάνα Μ. Παρασκευή, όλη τη μέρα πένθιμα, και μετά, την Ανάσταση…; Τι γινόταν τότε!… Έ, θυμάσαι;
–Άχ, καλό μου παιδί, εσύ μόνο αυτό θυμάσαι! Φυσικό είναι. Στην πόλη μεγάλωσες, δε λογάς τι θα πεί ο ήχος της καμπάνας. Για μας στο χωριό τα χρόνια εκείνα ξέρεις τι ήταν η καμπάνα; Όλη η ζωή μας με την καμπάνα κυλούσε. Θές χαρά, θές γάμος, θές πανηγύρι, θές θλίψη και πένθος, κίνδυνος, φωτιά, μάζωξη του χωριού στην πλατεία, όλα με την καμπάνα σημαίνουνταν. Με την καμπάνα της εκκλησιάς. Καταλαβαίνεις τι θα πεί αυτό; Η εκκλησιά ήταν η μάνα μας, και η καμπάνα η φωνή της. Έτσι τη νιώθαμε, γιόκα μου. Μιλούσε ο ήχος της. Με πιάνεις; Μιλούσε… Νά, τώρα δά, μου ʼρθε στη σκέψη και ο Παναής…
–Ποιός είπες, παππού;
–Ξέρεις τι θαύμα έγινε με δαύτον τον άνθρωπο, παλληκάρι μου, με την καμπάνα; Σαν τώρα θυμάμαι τα λόγια του, που μας διηγιόταν στην πλατεία του χωριού…
Ο Παναής, που λές, ήταν φοβερός άνθρωπος. Αγρίμι σωστό. Αλειτούργητος και αλιβάνιστος. Τσομπάνης πάνω στο βουνό, με τις στάνες του καταγίνουνταν ολοχρονίς. Το πόδι του είχε χρόνια ολόκληρα να το πατήσει στην εκκλησιά. «Δέν πατάω εγώ στο μαγαζί του παπά», έλεγε. Δεν ξέρω, κάτι, φαίνεται, παλιά, μιά παρεξήγηση, κι ούτε απ’ έξω απ’ την εκκλησιά δεν ήθελε να περάσει, ένα σταυρό να κάνει ο βλογημένος! Αλειτούργητος χρόνια και ακοινώνητος, παιδί μου. Είχε αγριέψει το πρόσωπό του. Κι απ’ την κοινωνία μέσα ξεχωρίστηκε, σαν – τι να πώ; – σαν αφορεσμένος εκεί πά στο βουνό, αλάργα, στις στάνες…
Αυτόν, που λές, τον Παναή, μιά μέρα τον είδαμε στην εκκλησιά. Κοιταχτήκαμε αναμεταξύ μας. Τι έπαθε ο Παναής; Το κεφάλι χαμηλά, αξύριστο, άλουστο το πρόσωπό του, κι ούτε που το σήκωνε μιά στάλα. Κάθισε σ’ όλη τη Λειτουργία και μετά έφυγε σαν κυνηγημένος. Και την άλλη φορά πάλι, και πάλι. Πρώτος στην εκκλησιά ο Παναής. Ημέρεψε το πρόσωπό του. Για καιρό όμως δε μιλούσε. Μιλιά, σου λέω. Έπειτα από καιρό μας βρήκε στην πλατεία. Τον φωνάξαμε για καφέ κι εκεί μας τα ’πε όλα.
–Τί είπε, παππού;
–Σάν τώρα θυμούμαι τα λόγια του: «Τί ’ναι αυτό που μου γίνηκε, ωρέ παιδιά; Δεν μπορώ να το γροικήσω. Μπορείτε σείς να μου το ξηγήσετε; Ήμαν, μαθές, πάνω κεί κι έβοσκα τα πρόβατα. Απόβραδο, και θα τα ’μπαζα σε λίγο στη στάνη. Έκατσα μιά στιγμή στο χορτάρι, έτσι φρέσκο που ’ταν, Απρίλης μήνας βλέπεις. Φύσαε στρωτό μαϊστράλι. Πεθαμένους ανάσταινε, τέτοια φυσηματιά. Έτσι με ’σύχασε αυτό το απόγι και δεν έλεα να σηκωθώ απ’ εκεί. Και τότε ήταν… Ήρθε στ’ αυτιά μου η καμπάνα. Η καμπάνα του αϊ-Γιώργη, εδώ, της εκκλησιάς. Μπάς και πρώτη φορά τη γροικούσα; Κάθε μέρα δε χτύπαγε; Έ, σας λέω, πρώτη φορά τη γροίκησα. Δηλαδή, πως να σ’ το πώ, βάρεσε μέσα μου ο χτύπος, κατάλαβες; Τινάχτηκα πάνου. Για μένα βαράει η καμπάνα, είπα. Για μένα! Το ’νιωθα αυτό το πράμα, κατάλαβες; Κι αμέσως, σαν – τι να πώ; – σα λιβάνι να μου ’ρθε. Έπαθα, σου λέω! Μ’ έπιασαν τα δάκρυα. Για μένα βαράει η καμπάνα, έλεγα, για μένα! Νά, αυτό έπαθα. Μπορείς τώρα σύ να το ξηγήσεις;».
Αυτά είπε ο Παναής. Και τότε, που λές, γιόκα μου, σηκώθηκε ο γεροντότερος και στάθηκε αναμεσά μας κι έδωσε ερμηνεία: «Αυτό, χωριανοί, δεν είναι τυχαίο πράμα. Παναή, αυτή δεν ήταν η φωνή της καμπάνας. Ήταν η φωνή του Θεού! Κατάλαβες; Με τη φωνή της καμπάνας σου μίλησε ο Θεός. Σου ’δωσε νόημα ο Θεός να σε μπάσει στην εκκλησιά. Πως σύ σφυράς και μπάζεις τα πρόβατα στη στάνη; Έτσι και ο Θεός. Και το ’πιασες, Παναή, το νόημα. Το ’πιασες! Και δεν είσαι τώρα ο αλειτούργητος και ο ακοινώνητος. Κατάλαβες, αυτό ήταν».
–Αυτό ήταν, γιόκα μου. Η καμπάνα! Και τώρα μου λές, θα σημαίνει την Κυριακή το πρωί, και ο κόσμος θα βγαίνει στην αγορά για ψώνια. Άχ, και θα μας χάσει ο Θεός, παλληκάρι μου. Τι να πώ, δεν ξέρω…

Πηγή: Περιοδικό «Ο Σωτήρ», Τεύχος 2093

Ο συμπαραστάτης σου


Στον δρόμο της ζωής σου έχεις ανάγκη και από έναν συμπαραστάτη συγκεκριμένο.
Από έναν γέροντα.
Από έναν πνευματικό.
Από έναν εξομολόγο.
Έχεις ανάγκη!
Έχεις ανάγκη από έναν πνευματικό.
Γιατί κάποτε θα δυσκολευτείς.
Κάπου μπορεί να χαθείς.
Μπορεί να μπερδευτείς.
Και θα έχεις τον πνευματικό σου να σε βοηθάει.
Θα έχεις τον πνευματικό σου που, όταν θα ματώσουν τα γόνατά σου επειδή κάπου χτύπησες, κάπου έπεσες, κάπου μάτωσες, θα σου λέει:
Έλα δω, μη φοβάσαι.
Δε θα σε πονέσω.
Να σε καθαρίσω θέλω.
Να σβήσω την πληγή σου, να καθαρίσω την καρδιά σου, να σου διαβάσω την συγχωρητική ευχή, να κοινωνήσεις...
Και έτσι πάλι να βγεις στο δρόμο της ζωής…

Αναδημοσίευση από: Λάζαρος
Πηγή: https://churchofagianapa.blogspot.com/2019/10/blog-post_30.html
Πηγή: https://synaxipalaiochoriou.blogspot.com/

Φόβος Θεού…


Ο φόβος του Θεού είναι η ρίζα κάθε καλού έργου. Ούτε ένα λεπτό να μην απομακρύνεται από την καρδιά σας. Σαν το κερί ν’ ανάβει και να φωτίζει όλους τους λογισμούς, όλες τις εσωτερικές κινήσεις της καρδιάς σας.

Αυτός θα σας διδάξει να βαδίζετε σωστά, να εργάζεσθε το κάθε τι σαν έργο Θεού. Αυτός θα σας διδάξει να στέκεστε, όπως εκείνοι που βρίσκονται μπροστά στο βασιλέα. Αυτός θα σας διδάξει να προχωρείτε, όπως προχωρούν εκείνοι που κρατούν ένα ποτήρι γεμάτο νερό, από το οποίο δεν πρέπει να στάξει ούτε μια σταγόνα.

Όταν η εσωτερική ζωή πάρει αυτά τα χαρακτηριστικά, τότε θα συνειδητοποιείται κάθε απρεπής κίνηση του νου και της καρδιάς. Αμέσως τότε θ’ ανακρίνεται ενώπιον του Θεού και θ’ απομακρύνεται με τη μετάνοια και τον αποφασιστικό αγώνα για την κάθαρση.

“Ποθείτε τη σωτηρία σας, αλλά ξεσπάσματα του πάθους της κατακρίσεως ταράσσουν την εσωτερική σας ειρήνη. Το πρώτο είναι παρήγορο, το δεύτερο όμως φοβερό! Ο Κύριος πολύ αντιπαθεί την κατάκριση.

Η κατάκριση γεννιέται από την αυταρέσκεια. Γι’ αυτό σε κάθε πτώση σας να εξετάζετε τις αιτίες που σας οδήγησαν σ’ αυτή. Έτσι θ’ αποφεύγετε να παίρνετε το ίδιο μονοπάτι. Όταν μάλιστα συγκρατηθείτε μερικές φορές και δεν κατακρίνετε, ο αγώνας σας μετά θα γίνει ευκολότερος. Συνήθως κατακρίνετε όταν παύετε να ελέγχετε τον εαυτό σας.

Μου γράφετε ότι δεν έχετε διαθέσιμο χρόνο. Δόξα τω Θεώ, αν συμβαίνει αυτό. Είναι σωτήριο να μη μένουμε ποτέ αργοί. Αλλά πραγματικά δεν έχετε διαθέσιμο χρόνο; Αξιοποιείτε σωστά τις ώρες σας;

Για τα γεύματα, τις δεξιώσεις, τους στολισμούς του σώματος, τις αργολογίες και τις φλυαρίες δεν έχετε χρόνο; Σκεφτείτε καλύτερα μια άλλη δικαιολογία για την αμέλεια σας στη μελέτη των πνευματικών βιβλίων, και μην ισχυρίζεστε ότι δεν έχετε χρόνο.

Εάν εκμεταλλεύεσθε σωστά τις ώρες σας, θα βρίσκετε χρόνο να θερμαίνετε το θείο ζήλο για την πνευματική καλλιέργεια. Δεν υπάρχει λόγος να διαβάζουμε πολλά, αρκεί να ζούμε αυτά που διαβάζουμε.

Μου υπενθυμίζετε πολλές φορές την απουσία του φόβου του Θεού! Αυτό αποτελεί τη ρίζα κάθε κακού. Ενδιαφερθείτε ν’ αποκτήσετε σύντομα αυτή τη βασική αρετή. Τότε η εσωτερική σας κατάσταση θα είναι καλή.

Με το φόβο του Θεού σταθεροποιείται η απόφαση να μην επιτρέψουμε καμιά πτώση στον εαυτό μας. Ο φόβος του Θεού είναι ένα μαχαίρι που μας βοηθά να κόβουμε τις αδυναμίες μας και να προσφέρουμε τον εαυτό μας καθαρή και ευπρόσδεκτη θυσία ενώπιον Του”.

“Σας αξίωσαν να υπηρετείτε στο Ιερό! Σπουδαία και υψηλή διακονία! Χρειάζεται όμως ευλάβεια και σύνεση. Γνωρίζετε ασφαλώς ότι όλα μπορεί κανείς να τα χρησιμοποιήσει για την καταστροφή του.

Ο Ιούδας και αυτό το αποστολικό αξίωμα το χρησιμοποίησε για την καταστροφή. Να το θυμάστε αυτό. Το διακόνημα που σας ανέθεσαν είναι πολύ ιερό, είναι όμως και επίφοβο.

Ζητήστε σοφία από τον εύσπλαχνο Θεό. Να φοβάστε την εξοικείωση με τα άγια αντικείμενα και να μην τα χρησιμοποιείτε σαν τα συνηθισμένα πράγματα του κελιού σας. Να προσεύχεσθε στο Θεό να μην επιτρέψει ν’ απομακρυνθεί ο φόβος του από την ψυχή σας σ’ όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας σας.

Να συναισθάνεστε ό,τι κάνετε μέσα στο ναό. Να συγκεντρώνετε την προσοχή σας και να θερμαίνετε με θείο ζήλο την καρδιά σας. Κάθε φορά που αρχίζετε τη διακονία να σκέπτεστε ό,τι και την πρώτη φορά. Να υπηρετείτε με το ίδιο δέος και την ίδια ευλάβεια.

Πολλές αφορμές θα σας δοθούν για τη διάσπαση των λογισμών, αλλά αυτό δεν θα σας δικαιολογήσει καμιά απροσεξία. Αγωνιστείτε και θα κατορθώσετε να διατηρείτε απερίσπαστο το νου.

Οποιοδήποτε έργο κι αν κάνετε, να σκέπτεστε ότι το κάνετε ενώπιον του ιδίου του Κυρίου, ο οποίος πραγματικά δέχεται την υπηρεσία σας. Να προσεύχεσθε και ο Θεός θα ευλογήσει τη διακονία σας”.

Από το βιβλίο «Απάνθισμα Επιστολών» Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου,
Εκδόσιες Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής

Για την σπουδαιότητα της νοεράς προσευχής


Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης δίδαξε τὴν ἐργασία τῆς Νοερᾶς προσευχῆς ὄχι μόνο στοὺς Μοναχοὺς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀλλὰ ξεκινώντας ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος πῆγε διδάσκοντας τὴ Νοερὰ προσευχὴ μέχρι τὴ Βλαχία, δηλαδὴ τὴ σημερινὴ Ρουμανία.

Ἐπίσης ὁ λαμπρός της Θεσσαλονίκης φωστήρας ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὄχι μόνο σε πολλὲς ὁμιλίες του παρακινοῦσε ὅλους τοὺς χριστιανοὺς νὰ προσεύχονται νοερὰ καὶ μὲ τὴν καρδιά τους, ἀλλὰ καὶ λόγον ὁλόκληρον ἔστειλε στοὺς Ἰωάννην καὶ Θεόδωρον τοὺς φιλοσόφους, ποὺ βρίσκονταν στὸν κόσμο, στὸν ὁποῖο λόγο ἀποκάλυψε σ᾿ αὐτοὺς ὅλα τὰ μυστήρια τῆς Νοερᾶς προσευχῆς.

Ὁ Ἅγιος Διάδοχος λέει ὅτι ὁ σατανᾶς δὲ θέλει ποτὲ νὰ μάθουν οἱ Χριστιανοὶ καὶ νὰ πιστεύουν ὅτι αὐτὸς βρίσκεται στὴν καρδιὰ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τοὺς πολεμάει, ἀλλὰ θέλει νὰ νομίζουν ὅτι τοὺς πολεμάει ἐξωτερικά.

Κατόπιν τούτου οἱ περισσότεροι Χριστιανοὶ καὶ ἰδιαίτερα οἱ λογιώτατοι πολλὲς φορὲς πιστεύουν ὅτι οἱ λογισμοὶ ἔρχονται σ᾿ αὐτοὺς ὄχι ἐσωτερικά, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν καρδιά, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ λογική τους, δηλαδὴ τὶς σκέψεις τους καὶ τοῦτο, γιὰ νὰ μὴ μάθουν νὰ πολεμοῦν τὸ σατανᾶ μὲ τὴν καρδιακὴ μνήμη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ μὲ τὴ Νοερὰ καὶ καρδιακὴ προσευχή!.. «Τῷ δὲ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ, ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμὴ καὶ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

«Ὅταν πονᾶς μὴ περπατᾶς σὲ δρόμους πατημένους
διάλεγε κάποια ἐρημικὰ μονοπάτια.
Κάτω ἀπὸ ξάστερο οὐρανὸ σὲ κάμπους ἀνθισμένους
προσευχήσου στοῦ Πλάστη ἐμπρὸς τὰ μάτια.
Κι ὅταν τὸ γλυκοχάραμα ξυπνοῦν τὰ ρόδα, οἱ κρίνοι,θὰ ἰδῆς πόσο σὲ γιάτρεψε ἡ προσευχὴ ἐκείνη.»

Αγαπάτε τους εχθρούς υμών – Οι Άγιοι μιμούνται τον Χριστό….


Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει ότι από τον λόγο του Χριστού «Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι», έμαθε ο πρωτομάρτυρας Στέφανος να πει για τους λιθοβολιστές του: «Κύριε μη στήσεις αυτοίς την αμαρτίαν ταύτην…».

Και όλοι γενικά οι Άγιοι, ως μιμητές του Χριστού και ακόλουθοι, από αυτόν τον λόγο έμαθαν να συγχωρούν τους εχθρούς τους».

«Όλοι οι Άγιοι, ενώ υπέφεραν, μακροθυμούσαν, χωρίς να ανταποδίδουν το κακό σε κανένα και χωρίς να οργίζονται. Και ενώ τους φόνευαν, τους λιθοβολούσαν, τους κατέκαιγαν, τους έπνιγαν ή τους κατέκοβαν, εκείνοι μακροθυμούσαν προς τους δημίους και προσδέχονταν γι’ αυτούς, για να συγχωρηθούν» (Αββάς Ησαϊας).

Η αγάπη ανοίγει το δρόμο της αγιότητας. «Όλοι οι Άγιοι γίνονται όμοιοι με το Θεό με την υπερχείλιση της αγάπης τους και της φιλανθρωπίας προς όλους».

Αυτό το σημείο επιδιώκουν να έχουν οι Άγιοι για να εξομοιωθούν με τον Θεό: Την τέλεια αγάπη προς τον πλησίον… Διότι όταν κάποιος αποκτήσει την αγάπη, ενδύεται μαζί με αυτήν και τον ίδιο τον Θεό.

Ας δούμε ένα παράδειγμα.

Στο βίο του Αγίου Ευθυμίου του νέου, επισκόπου Μαδύτου (5 Μαΐου), διαβάζουμε ότι κάποιοι ιερόσυλοι τρύπησαν μία νύχτα τους τοίχους του ιερού Ναού, όπου λειτουργούσε ο Άγιος, και άρπαξαν τα ιερά κειμήλια.

Το πρωί, όταν έγινε γνωστό το γεγονός, η πόλη όλη ξεσηκώθηκε, ζητώντας την εξιχνίαση του εγκλήματος.

Επειδή λοιπόν η είδηση διαδόθηκε παντού, τελικά οι κλέφτες πιάστηκαν. Οι πολίτες, που τους είχαν στα χέρια τους, δεν ήθελαν να δείξουν καμιά επιείκεια, ζητούσαν μάλιστα να επιβάλλουν σ’ εκείνους τους ταλαίπωρους τιμωρίες πρωτάκουστες.

Μόλις κατάλαβε ο Άγιος Ευθύμιος τί σκέπτονταν, μπήκε στη μέση και είπε:

– Δεν είναι καλό, παιδιά μου, αφού είμαι εδώ εγώ, που απ’ όλους έχω περισσότερο δίκιο ν’ αγανακτώ, μια και είμαι εκείνος που ζημιώθηκε. Θα τους τιμωρήσω ανελέητα, κάνοντας τους ν’ αργοπεθαίνουν από την πείνα και την δίψα.

Τους φάνηκε ότι ο Άγιος μίλησε σωστά. Έτσι, μόλις ο όχλος διαλύθηκε, πήρε τους κλέπτες στο σπίτι του, τους έλυσε από τα δεσμά, τους έκανε φιλόφρονα το τραπέζι, τους έδωσε εφόδια και για το μέλλον, και του άφησε να πάνε όπου ήθελαν!

Έτσι μιμούνται οι Άγιοι τον Χριστό: Συγχωρώντας και αγαπώντας εκείνους που τους κάνουν κακό και τους αδικούν.

Ιερομονάχου Γρηγορίου
«Αγαπάτε τους εχθρούς υμών»

Ποιο είναι το ακοίμητο καντήλι και γιατί ανάβουμε καντήλι σπίτι μας;


Ένα Καντήλι τοποθετείται επίσης στο εικονοστάσι του σπιτιού και ανάβεται κάθε μέρα, σύμφωνα με την ορθόδοξο παράδοση.

Η λέξη καντήλι προέρχεται από τη λατινική candela=κερί. Στη χριστιανική Εκκλησία το Καντήλι τοποθετείται μπροστά στις άγιες εικόνες.

Αυτό που τοποθετείται μπροστά στον Εσταυρωμένο, μέσα στο Ιερό Βήμα, διατηρείται πάντοτε αναμμένο και γι’ αυτό λέγεται «ακοίμητο» Καντήλι.

Μια συνήθεια που διατηρεί τον βαθύ χριστιανικό συμβολισμό της με το Φώς του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, που θερμαίνει την ελπίδα και που παρηγορεί και συντροφεύει στις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς.

Το άναμμα του καντηλιού ενέχει τον συμβολισμό ότι προσφέρεται ως θυσία σεβασμού και τιμής προς τον Θεό και τους Αγίους του. Συμβολίζει επίσης, το φώς του Χριστού που φωτίζει κάθε άνθρωπο, καθώς επίσης συμβολίζει και το γνωστό παράγγελμα του Κυρίου μας ότι πρέπει να είμαστε, οι χριστιανοί, τα φώτα του κόσμου.

Το έλαιον, το λάδι δηλ. που καίει στα καντήλια μας, “ τον του Θεού υπεμφαίνει έλαιον” γράφει ο Άγ. Συμεών Θεσσαλονίκης, το έλεος του Θεού που φανερώθηκε όταν η περιστερά του Νώε επέστρεψε στην Κιβωτό για να σημάνει την παύση του κατακλυσμού, έχοντας στο ράμφος της κλάδο ελαίας, ή όταν ο Ιησούς, καθώς επροσηύχετο εκτενώς, επότιζε με τους θρόμβους του ιδρώτος του την ελιά, κάτω από τα κλαδιά της οποίας γονάτισε την μαρτυρική εκείνη νύχτα, στο Όρος των Ελαιών.

Βέβαια, όλοι ξέρουμε πως απείρως ανώτερος του υλικού φωτισμού είναι ο εσωτερικός, αγιοπνευματικός φωτισμός. Έγραφε λοιπόν ο Θεοφόρος Πατήρ Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός : “ Φωτίσωμεν  γλώσσαν” και συμπληρώνει ο σχολιαστής του : Επετεύχθη τούτο ;

Το λάδι συμβολίζει το άπειρο έλεος του Θεού, αλλά και τα κανδήλια συμβολίζουν την Εκκλησία που είναι μεταδοτική Θείου ελέους και φωτιστική. Συμβολίζουν βέβαια τους ίδιους τους αγίους που το Φώς τους έλαμψε, κατά το λόγο του Κυρίου, «έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσι τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα τον εν τοίς ουρανοίς».

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους πρέπει οι Ορθόδοξοι να ανάβουμε το καντήλι όπως για παράδειγμα:

– για να μάς θυμίζει την ανάγκη για προσευχή,

– για να φωτίζει το χώρο και να διώκει το σκότος όπου επικρατούν οι δυνάμεις του κακού,

– για να μάς θυμίζει ότι ο Χριστός είναι το μόνο αληθινό Φώς και η πίστη σε Αυτόν είναι Φώς,

– για να μάς θυμίζει ότι η ζωή μας πρέπει να είναι φωτεινή,

– για να μάς θυμίζει ότι όπως το καντήλι απαιτεί το δικό μας χέρι για να ανάψει έτσι και η ψυχή απαιτεί το χέρι του Θεού, τη Χάρη Του δηλαδή,

– για να μάς θυμίζει ότι πρέπει το θέλημά μας να καεί και να θυσιαστεί

– για την αγάπη προς το Θεό κ.ά.

Εννοείται, βέβαια, ότι το λάδι των καντηλιών πρέπει να είναι ελαιόλαδο και μάλιστα όσο το δυνατόν καλύτερης ποιότητος. Άλλωστε ο Κύριος προσευχήθηκε στον κήπο των Ελαιών και ο ναός με τα κανδήλια μετατρέπεται σε νέο κήπο και ελέους (λαδιού) και Ελέους Θεϊκού Το λάδι τους μας θυμίζει την ευσπλαχνία του Θεού και το φως τους στη ζωή μας, που πρέπει να είναι φωτεινή και άγια.

Η φωτοχυσία του ναού συμβολίζει το θείο φως της παρουσίας του Θεού που φωτίζει τις καρδιές όχι μόνο των νεοφώτιστων αλλά και όλων των χριστιανών. Ο Κύριος φανέρωσε αυτή τη μεγάλη αλήθεια για τον εαυτό Του με τα ακόλουθα λόγια: “Εγώ ειμι το φως του κόσμου” (Ιωάν.8/η: 12).

Είναι φως όχι μόνο λόγω της φωτεινής διδασκαλίας Του, αλλά κυρίως λόγω της φωτεινής παρουσίας Του. Αυτό επιβεβαιώνεται κυρίως από τη θαυμαστή Μεταμόρφωσή Του, όπου “έλαμψε το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος, τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως” (Ματθ.17/ιζ: 2).

Στο Σύμβολο της Πίστεως ο Υιός του Θεού παρουσιάζεται ως “φως εκ φωτός”. Στην ακολουθία του Εσπερινού επίσης ο υμνογράφος παρουσιάζει τον Κύριο ως “φως ιλαρόν”. Και οι χριστιανοί με τα μυστήρια της Εκκλησίας και τον πνευματικό τους αγώνα μπορούν να δεχθούν το φως της χάριτος του Αγίου Πνεύματος και να το ακτινοβολούν με τη ζωή τους.

Στην “επί του όρους” ομιλία ο Κύριος συμβουλεύοντας τους μαθητές Του είπε: “Υμείς εστε το φως του κόσμου…. ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων, όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς” (Ματθ 5/ε: 14-16).

(Δηλαδή: Εσείς είστε το φως του κόσμου έτσι να λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον πατέρα σας τον επουράνιο).

Εδώ φαίνεται καθαρά ότι το φως των μαθητών του Χριστού είναι τα καλά έργα της αγιοπνευματικής ζωής τους. Οι άγιοι στην άλλη ζωή θα ομοιάσουν με τον Κύριο, θα γίνουν “θεοί κατά χάριν”. Αυτό το εκφράζει ο Κύριος καθαρά με τα προφητικά λόγια Του: “Τότε οι δίκαιοι εκλάμψουσιν ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός αυτων” (Ματθ. 13/ιγ: 43).

elromio.gr

Να αρχίζεις και να τελειώνεις με το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»


Όσιος Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης 
– Έχετε ένα πρόβλημα; “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.

– Έχετε έναν πειρασμό με τον άλλον, με τον γείτονα σας, με τους φίλους σας κ.ο.κ. “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Η ευχή θα σας δώσει τη λύση του προβλήματος σας λύσιν του αδιεξόδου όπου ευρίσκεστε. Το κομποσκοινάκι λοιπόν “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”.

Όλοι οι Άγιοι Πατέρες φωνάζουν την πρώτη θέση στη ζωή του κάθε χριστιανού την κατέχει η προσευχή. Θέλεις να κάνεις κατάσταση; Προσεύχου.Θέλεις να σωθείς; Προσεύχου.

‘Όλες οι προσευχές καλές και άγιες είναι, αλλά η νοερά προσευχή, είναι η βασίλισσα αυτών.“Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”. Απ’ αυτήν τη μικρούλα αλλά παντοδύναμη προσευχή, ξεκίνησαν οι Άγιοι Πατέρες και έγιναν φωστήρες της εκκλησίας.

Λέγε συνεχώς όσο μπορείς περισσότερες φορές την ημέρα και τη νύχτα αυτή την ευχούλα και αυτή θα σε διδάξει αυτά που θέλεις, αυτά που δεν γνωρίζεις. Βιάσου σ’ αυτήν την ευχούλα”.

πηγή: imverias

Άγιος Νεκτάριος: «Όλα νικιούνται – Τίποτα να μην σας απελπίζει»


Σκοπὸς τῆς ζωῆς μας εἶναι νὰ γίνουμε τέλειοι καὶ ἅγιοι. Νὰ ἀναδειχθοῦμε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ κληρονόμοι τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἂς προσέξουμε μήπως, γιὰ χάρη τῆς παρούσας ζωῆς, στερηθοῦμε τὴ μέλλουσα, μήπως, ἀπὸ τὶς βιοτικὲς φροντίδες καὶ μέριμνες, ἀμελήσουμε τὸ σκοπὸ τῆς ζωῆς μας.

Ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ προσευχὴ ἀπὸ μόνες τους δὲν φέρνουν τοὺς ἐπιθυμητοὺς καρπούς, γιατί αὐτὲς δὲν εἶναι ὁ σκοπὸς τῆς ζωῆς μας, ἀποτελοῦν τὰ μέσα γιὰ νὰ πετύχουμε τὸ σκοπό.

Στολίστε τὶς λαμπάδες σας μὲ ἀρετές. Ἀγωνιστεῖτε ν’ ἀποβάλετε τὰ πάθη τῆς ψυχῆς. Καθαρίστε τὴν καρδιά σας ἀπὸ κάθε ρύπο καὶ διατηρῆστε τὴν ἁγνή, γιὰ νὰ ἔρθει καὶ νὰ κατοικήσει μέσα σας ὁ Κύριος, γιὰ νὰ σᾶς πλημμυρίσει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα μὲ τὶς θεῖες δωρεές.

Παιδιά μου ἀγαπητά, ὅλη σας ἡ ἀσχολία καὶ ἡ φροντίδα σ’ αὐτὰ νὰ εἶναι. Αὐτὰ ν’ ἀποτελοῦν σκοπὸ καὶ πόθο σας ἀσταμάτητο. Γί’ αὐτὰ νὰ προσεύχεστε στὸ Θεό. Νὰ ζητᾶτε καθημερινὰ τὸν Κύριο, ἀλλὰ μέσα στὴν καρδιά σας καὶ ὄχι ἔξω ἀπὸ αὐτήν. Καὶ ὅταν Τὸν βρεῖτε, σταθεῖτε μὲ φόβο καὶ τρόμο, ὅπως τὰ Χερουβεὶμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιατί ἡ καρδιά σας ἔγινε θρόνος τοῦ Θεοῦ. 

Ἀλλὰ γιὰ νὰ βρεῖτε τὸν Κύριο, ταπεινωθεῖτε μέχρι τὸ χῶμα, γιατί ὁ Κύριος βδελύσσεται τοὺς ὑπερήφανους, ἐνῷ ἀγαπάει καὶ ἐπισκέπτεται τοὺς ταπεινοὺς στὴν καρδιά.

Ἂν ἀγωνίζεσαι τὸν ἀγώνα τὸν καλό, ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἐνισχύσει. Στὸν ἀγώνα ἐντοπίζουμε τὶς ἀδυναμίες, τὶς ἐλλείψεις καὶ τὰ ἐλαττώματά μας. Εἶναι ὁ καθρέφτης τῆς πνευματικῆς μας καταστάσεως. Ὅποιος δὲν ἀγωνίστηκε, δὲν γνώρισε τὸν ἑαυτό του.

Προσέχετε καὶ τὰ μικρὰ ἀκόμα παραπτώματα. Ἄν σᾶς συμβεῖ ἀπὸ ἀπροσεξία κάποια ἁμαρτία, μὴν ἀπελπιστεῖτε, ἀλλὰ σηκωθεῖτε γρήγορα καὶ προσπέστε στὸ Θεό, ποὺ ἔχει τὴ δύναμη νὰ σᾶς ἀνορθώσει.

Μέσα μας ἔχουμε ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ ἐλαττώματα βαθιὰ ριζωμένα, πολλὰ εἶναι καὶ κληρονομικά. Ὅλα αὐτὰ δὲν κόβονται μὲ μία σπασμωδικὴ κίνηση οὔτε μὲ τὴν ἀδημονία καὶ τὴ βαρειὰ θλίψη, ἀλλὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονή, μὲ καρτερία, μὲ φροντίδα καὶ προσοχή.

Ἡ ὑπερβολικὴ λύπη κρύβει μέσα της ὑπερηφάνεια. Γί’ αὐτὸ εἶναι βλαβερὴ καὶ ἐπικίνδυνη, καὶ πολλὲς φορὲς παροξύνεται ἀπὸ τὸ διάβολο, γιὰ ν’ ἀνακόψει τὴν πορεία τοῦ ἀγωνιστῆ.

Ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν τελειότητα εἶναι μακρύς. Εὔχεστε στὸ Θεὸ νὰ σᾶς δυναμώνει. Νὰ ἀντιμετωπίζετε μὲ ὑπομονὴ τὶς πτώσεις σας καί, ἀφοῦ γρήγορα σηκωθεῖτε, νὰ τρέχετε καὶ νὰ μὴ στέκεστε, σὰν τὰ παιδιά, στὸν τόπο ποὺ πέσατε, κλαίγοντας καὶ θρηνώντας ἀπαρηγόρητα.

Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴν μπεῖτε σὲ πειρασμό. Μὴν ἀπελπίζεστε, ἂν πέφτετε συνέχεια σὲ παλιὲς ἁμαρτίες. Πολλὲς ἀπ’ αὐτὲς εἶναι καὶ ἀπὸ τὴ φύση τους ἰσχυρὲς καὶ ἀπὸ τὴ συνήθεια. Μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ὅμως, καὶ μὲ τὴν ἐπιμέλεια νικιοῦνται. Τίποτα νὰ μὴ σᾶς ἀπελπίζει.

Ἀπὸ τὴ σειρὰ τῶν φυλλαδίων «Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ»
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.

Αφήσου...


Δεν έχουμε αποδοχή στον εαυτό μας και στους άλλους. Δεν έχουμε εμπιστοσύνη στον Θεό και την ζωή. Χτυπιόμαστε αυτομαστιγωνόμασε για να εξιλεώσουμε ενοχές που έθεσαν άλλοι στην ζωή μας και όχι ο Θεός και η ύπαρξη. Ο Θεός δεν μας έδωσε ενοχές, μα εκείνοι που θέλουν να εξουσιάζουν την ύπαρξη μας.

Λέει ο όσιος Πορφύριος «Έτσι ν' αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία… Μη πολεμάτε να διώξετε το σκοτάδι απ' το δωμάτιο της ψυχής σας. Ανοίξτε μια τρυπίτσα, για να έλθει φως, και το σκοτάδι θα φύγει… 

Τις αδυναμίες αφήστε τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα και σας βουτάει και σας καθηλώνει και σας βάζει στη στενοχώρια. Να μη κάνετε καμιά προσπάθεια ν' απαλλαγείτε απ' αυτές. Ν' αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα, χωρίς σφίξιμο και άγχος.»

Ας σταματήσουμε να πηγαίνουμε αντίθετα σε αυτό που είμαστε, σε αυτό που νιώθουμε, όλα μπορούν να γίνουν δρόμος, έστω και δύσβατος, έστω και λασπωμένος, θα φτάσουμε όμως στο προορισμό μας.

Γιατί πνίγεται κάποιος;
Γιατί παλεύει να σωθεί.

Πότε δεν πνίγεται;
Όταν πεθάνει. Ο νεκρός στην θάλασσα επιπλέει.

Μα γιατί; Γιατί έπαψε να αντιστέκεται και έμαθε να αφήνεται…

Αγιογραφικό ανάγνωσμα


Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
ιγ΄ 1 - 9
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, παρῆσάν τινες ἀπαγγέλλοντες τῷ Ἰησοῦ περὶ τῶν Γαλιλαίων, ὧν τὸ αἷμα Πιλᾶτος ἔμιξε μετὰ τῶν θυσιῶν αὐτῶν. 2καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Δοκεῖτε ὅτι οἱ Γαλιλαῖοι οὗτοι ἁμαρτωλοὶ παρὰ πάντας τοὺς Γαλιλαίους ἐγένοντο, ὅτι τοιαῦτα πεπόνθασιν; 3οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ' ἐὰν μὴ μετανοῆτε, πάντες ὡσαύτως ἀπολεῖσθε. 4ἢ ἐκεῖνοι οἱ δέκα καὶ ὀκτὼ, ἐφ' οὓς ἔπεσεν ὁ πύργος ἐν τῷ Σιλωὰμ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτούς, δοκεῖτε ὅτι οὗτοι ὀφειλέται ἐγένοντο παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς κατοικοῦντας ἐν Ἱερουσαλήμ; 5οὐχί, λέγω ὑμῖν, ἀλλ' ἐὰν μὴ μετανοήσητε, πάντες ὁμοίως ἀπολεῖσθε. 6Ἔλεγεν δὲ ταύτην τὴν παραβολήν· Συκῆν εἶχέν τις ἐν τῷ ἀμπελῶνι αὐτοῦ πεφυτευμένην, καὶ ἦλθε ζητῶν καρπὸν ἐν αὐτῇ, καὶ οὐχ εὗρεν. 7εἶπε δὲ πρὸς τὸν ἀμπελουργόν· ἰδοὺ τρία ἔτη ἔρχομαι ζητῶν καρπὸν ἐν τῇ συκῇ ταύτῃ, καὶ οὐχ εὑρίσκω· ἔκκοψον αὐτήν· ἱνατί καὶ τὴν γῆν καταργεῖ; 8ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ· κύριε, ἄφες αὐτὴν καὶ τοῦτο τὸ ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω περὶ αὐτὴν καὶ βάλω κόπρια. 9κἂν μὲν ποιήσῃ καρπὸν· εἰ δὲ μήγε, εἰς τὸ μέλλον ἐκκόψεις αὐτήν.

Νεοελληνική απόδοση:
Ἐκείνην τὴν στιγμὴν ἦλθαν μερικοὶ καὶ τοῦ εἶπαν περὶ τῶν Γαλιλαίων, τῶν ὁποίων τὸ αἷμα ὁ Πιλᾶτος ἀνέμιξε μὲ τὰς θυσίας των. Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπεκρίθη, «Νομίζετε ὅτι αὐτοὶ οἱ Γαλιλαῖοι ἐπειδὴ ἔπαθαν αὐτά, ἦσαν περισσότερον ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους Γαλιλαίους; Ὄχι σᾶς λέγω, ἀλλ’ ἐὰν δὲν μετανοήσετε, θὰ χαθῆτε ὅλοι κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο. Ἢ ἐκεῖνοι οἱ δέκα ὀκτὼ ποὺ ἔπεσε ἐπάνω τους ὁ πύργος τοῦ Σιλωὰμ καὶ τοὺς ἐσκότωσε, νομίζετε ὅτι ἦσαν περισσότερον ἁμαρτωλοὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἄλλους κατοίκους τῆς Ἱερουσαλήμ; Ὄχι σᾶς λέγω, ἀλλ’ ἐὰν δὲν μετανοήσετε, θὰ χαθῆτε ὅλοι κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο». Εἶπε δὲ αὐτὴν τὴν παραβολήν, «Εἶχε κάποιος μιὰ συκιὰ φυτεμένη στὸ ἀμπέλι του καὶ ἦλθε νὰ ζητήσῃ καρπὸν εἰς αὐτὴν ἀλλὰ δὲν εὑρῆκε. Καὶ εἶπε εἰς τὸν ἀμπελουργόν, «Τρία χρόνια τώρα ἔρχομαι καὶ ζητῶ καρπὸν στὴ συκιὰ αὐτὴ καὶ δὲν βρίσκω· κόψε την· διατὶ νὰ ἀχρηστεύῃ καὶ τὴν γῆν;». Ἐκεῖνος δὲ ἀπεκρίθη, «Κύριε, ἄφησέ την καὶ τοῦτο τὸ ἔτος, ἕως ὅτου σκάψω γύρω της καὶ βάλω κοπριά, καὶ ἐὰν κάνῃ καρπόν, ἔχει καλῶς· ἄλλως θὰ τὴν κόψῃς εἰς τὸ μέλλον».

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


"Για τους ανθρώπους μεγάλη δόξα στη ζωή είναι η γνώση, αλλά και κακό για όσους την χρησιμοποιούν άσχημα." 

Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

Στήν ἀγκαλιά τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ.


 (Μιά συγκλονιστική διήγηση μέ Κρυπτοχριστιανούς)
Η μπόρα έχει περάσει, αλλά θυμωμένα κυλούν τα θολά νερά του ποταμού, δίπλα από το μεγάλο χωριό που απλώνεται στον εύφορο κάμπο. Είναι Τουρκικό το χωριό. Φρεσκοπλυμένο από το χορταστικό λουτρό, χαίρεται τώρα την ευλογία του ήλιου και στεγνώνει γοργά, βυθισμένο στη μακαριότητα της ευτυχίας του.
Δεν ήταν όμως πάντα Τουρκικό. Σε παλαιότερη εποχή, τότε που το σημερινό Ερζερούμ λεγόταν Θεοδοσιούπολις, είχε χτισθεί δίπλα στον Άκαμψι ποταμό, στην άκρη του εύφορου εκείνου οροπεδίου, λίγα σπίτια από οικογένειες ακριτών του Βυζαντινού Κράτους. Τούρκοι ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο Ελληνικό χωριό κι ανάγκασαν τους κατοίκους του ν’ αλλαξοπιστήσουν και να δεχθούν με τη βία τον μωαμεθανισμό.
Από ’κείνη την ημέρα σίγησε κι η καμπάνα της μικρής εκκλησούλας, και στους τέσσερις αιώνες και περισσότερο που πέρασαν από τότε, δεν απέμεινε πια, ούτε σα θολή ανάμνηση, η χριστιανική καταγωγή των πρώτων κατοίκων.
Στεγνώνει λοιπόν το τουρκικό χωριό ύστερα από τη μπόρα, ενώ στο καφενείο οι ηλικιωμένοι Τούρκοι, καθισμένοι σταυροπόδι σε μαλακά στρωσίδια και διηγούνται εύθυμες ιστορίες.
Έξαφνα, σπαρακτικές φωνές ακούγονται από το μέρος του ποταμού· δυο μικρά Τουρκόπουλα, παίζοντας στην όχθη, έπεσαν στο ποτάμι και τα πήρε το ορμητικό ρεύμα.

Μια γυναίκα, που είδε το ατύχημα, έβαλε τότε τις φωνές και ξεσήκωσε τον κόσμο. Το καφενείο, άδειασε στη στιγμή. Όλοι οι θαμώνες έτρεξαν κατά το ποτάμι και, μαζί με όλους, κι ο μουχτάρης του χωριού, ο «πρόεδρος της κοινότητος», όπως θα λέγαμε εμείς.
Μάταιος κόπος! Το ένα από τα δύο παιδιά, ένα αγόρι πέντε χρονών, είχε ήδη πνιγεί όταν έφτασε η βοήθεια· και, τ’ άλλο, συνομήλικό του, δεν είχε πια ανάγκη από βοήθεια· αυτό τα κατάφερε να φτάσει μόνο του στην όχθη, λίγο παρακάτω από το σημείο του φρικτού ατυχήματος. Ήταν βρεγμένο ως το κόκκαλο, αλλά  έβλεπε το μαζεμένο πλήθος χαμογελαστό, σα να μην είχε γίνει τίποτε το σπουδαίο.
Ο μουχτάρης, το πήρε στην αγκαλιά του κι άρχισε να το χαϊδεύει.
–Πώς τα κατάφερες, παιδί μου, να γλυτώσεις; Έλεγε και ξανάλεγε. Μπράβο! Εσύ, θα γίνεις σωστός άνδρας! Θα φοβήθηκες όμως πολύ, έτσι δεν είναι;
–Καθόλου! αποκρίθηκε ο μικρός αθώα. Δεν φοβήθηκα καθόλου. Με κρατούσε η Μητέρα του Θεού στην αγκαλιά της και μ’ έσπρωχνε σιγά–σιγά στην ακροποταμιά.
Ο μουχτάρης έμεινε περίεργος.
–Η «μητέρα του Θεού», είπες; Και, πού την ξέρεις εσύ την «μητέρα του Θεού»;
–Την ξέρω! Την έχουμε στο σπίτι μας, ζωγραφισμένη σ’ ένα σανιδάκι!
Μια υποψία γεννήθηκε από την απάντηση του μικρού παιδιού στη σκέψη του μουχτάρη.
–Πάμε να μου την δείξεις κι εμένα! λέει στο Τουρκόπουλο ο μουχτάρης. Πάμε!
Σε λίγο έφτασαν στο σπίτι, όπου βρισκόταν μόνο η γιαγιά κι η μητέρα του παιδιού· ο πατέρας του, έλειπε.
Οι δύο γυναίκες, δεν είχαν ιδέα από το ατύχημα και, με έκπληξη και με απορία, παρατηρούσαν τον επίσημο επισκέπτη. Η έκπληξή τους όμως έγινε τρόμος μεγάλος, όταν είδαν το παιδί τους να του δείχνει μια μικρή πόρτα στον τοίχο του εσώτερου διαμερίσματος του σπιτιού και να του λέει: «Να! Εδώ μέσα, είναι! Άνοιξε να δεις!».
Έκαμαν τότε μια απελπισμένη κίνηση προς τα εκεί, για να εμποδίσουν τον μουχτάρη, μα εκείνος είχε κιόλας ανοίξει την πορτούλα.
Και, τότε, ένα θέαμα καταπληκτικό παρουσιάσθηκε στα μάτια του:
Σ’ ένα μικρό και σκοτεινό δωμάτιο, δίχως κανένα παράθυρο, ένα καντήλι έκαιγε μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας. Ευωδία από θυμίαμα ξεχύθηκε την ίδια στιγμή από τον κρυψώνα και γέμισε τα ρουθούνια του Τούρκου, που ρούφηξε ηδονικά το άγνωστο γι’ αυτόν άρωμα.
Οι γυναίκες, παγωμένες απ’ τον τρόμο, δεν είχαν τη δύναμη ν’ αρθρώσουν λέξη, και μόνο τα μάτια τους, στυλωμένα προς την εικόνα, έστελναν θερμή, σιωπηλή ικεσία προς τη Θεομήτορα, να τις βοηθήσει στη δύσκολη εκείνη περίσταση.
Άφωνος, όμως, κι ακίνητος στεκόταν μπροστά στο εικόνισμα και ο μουχτάρης, ο φανατικός Τούρκος, που ποτέ δε θα μπορούσε να φαντασθεί ότι θά ’καμνε στο χωριό του μια τέτοια ανακάλυψη. Το γλυκύτατο βλέμμα της Παναγίας με το θείο βρέφος στην αγκάλη Της, του είχε κάμει ανέκφραστη εντύπωση.
–Αυτή είναι η Μητέρα του Θεού, που με κρατούσε στα χέρια Της. Την είδες; είπε ο μικρός με φωνή χαρούμενη, λες και είχε κάνει κατόρθωμα.
Οι γυναίκες, έπεσαν τότε στα πόδια του μουχτάρη κι άρχισαν να τον παρακαλούν.
Μη μας κάνεις κακό, εφέντη πολυχρονεμένε, κι εμείς θα παρακαλούμε την Παναγία να σε φυλάγει καλά!
–Ώστε είστε Χριστιανοί;!… πρόφερε αργά.
–Ναι!
Δεν πειράζουμε όμως κανέναν. Ακολουθούμε την πίστη των πατέρων μας, όπως την πήραν κι εκείνοι απ’ τους δικούς τους πατέρες. Μη μας κάνεις κακό, εφέντη!
Ο μουχτάρης, στάθηκε μερικές στιγμές ακόμη σιωπηλός. Έπειτα με φωνή σιγανή, σα να ήθελε ν’ ανακοινώσει κάποιο μυστικό, λέει στις γυναίκες:
–Μη φοβάστε! Προσέξτε όμως, μη πείτε κι εσείς σε κανέναν ότι ήρθα εδώ στο σπίτι σας και είδα αυτό που είδα. Κάπου–κάπου, θα σας στέλνω και λίγο λάδι να βάζετε στο καντήλι, πρόσθεσε, ενώ προχωρούσε προς την έξοδο…

Πηγή:http://yiorgosthalassis

Με θυσία και κόπο


 (αγιος Ιουστινος Ποποβιτς)
 Ηταν το έτος 1929.  Ο άγιος Ιουστίνος Ποποβιτς, ο μεγάλος Σέρβος θεολόγος, σε ηλικία 35 χρόνων ήταν ήδη καθηγητής  στη Θεολογική  Σχολή  στο Βελιγράδι.
    Ήταν καλοκαίρι, και ξεκίνησε από το Βρανιε με προορισμό  το μοναστήρι του Αγίου Προχόρου. Ο δρόμος μέχρι το Μοναστήρι ήταν δύσβατο. Ο Άγιος χρησιμοποιούσε αυτοκίνητο, για να διασχίσει τον βουνίσιο δρόμο που οδηγούσε στο Μοναστήρι.
      Σε μια λοιπόν τέτοια επίσκεψη του συνάντησε στον δρόμο του μια γερόντισσα που κατευθυνόταν με το πόδια προς το Μοναστήρι Τότε ο Άγιος έκανε νόημα  στον οδηγό να σταματήσει και προσκάλεσε τη γριούλα να ανέβει στο αυτοκίνητο, αφού κι εκείνος πήγαινε όπου κι αυτή.
_ Σ ευχαριστώ, παιδί μου, του απάντησε η γριούλα, αλλά εγώ είμαι φτωχή
Ο Άγιος της χαμογέλασε και τη διαβεβαίωσε ότι δεν θα πλήρωνε τίποτε. Τότε η γερόντισσα του είπε:
-Δεν το πα γι αυτό, παιδί μου. Αλλά επειδή εγώ είμαι φτωχή, δεν έχω τίποτα άλλο να προσφέρω στον Άγιο πέρα από τον κόπο μου αυτό Τότε ο Άγιος Ιουστίνος χτύπησε με μιας το μέτωπο του ως ένδειξη καταπληκτου θαυμασμού και μονολόγησε:
-Αχ, Ιουστίνε, έγινες καθηγητής Θεολογίας, κι όμως από την ευσέβεια αυτής της Γερόντισσας απέχεις πολύ.
Στράφηκε τότε και πάλι στον οδηγό. Τον πλήρωσε, κατέβηκε από το αυτοκίνητο και συνέχισε πεζός μαζί με την γριούλα τον υπόλοιπο δρόμο ως το Μοναστήρι      

(Περιοδικό  "Ο ΣΩΤΗΡ")

Ο Χριστός μας δίνει τη δυνατότητα να μιλάμε μαζί Του!!!!


– Γέροντα, ο καημός και ο πόνος μου είναι το θέμα της προσευχής. Βρίσκομαι πολύ πίσω. Τι να κάνω;      
  – Να μιλάς αυθόρμητα στον Χριστό, στην Παναγία, στους Αγγέλους, στους Αγίους, όπου κι αν βρίσκεσαι, και να τους λες ό,τι θέλεις. «Χριστέ μου, να λες, Παναγία μου, τη διάθεσή μου την ξέρεις. Βοήθησέ με!». Έτσι απλά και ταπεινά να τους μιλάς συνέχεια για ό,τι σε απασχολεί και ύστερα να λες την ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
– Γέροντα, δεν προσεύχομαι συγκεντρωμένα.
– Όταν προσεύχεσαι, να σκέφτεσαι με ποιον μιλάς. Μιλάς με τον Θεό! Μικρό πράγμα είναι αυτό; Σε ένα επίσημο πρόσωπο με πόση προσοχή μιλάει κανείς! Προσέχει να μην πει καμιά ανοησία, πότε - πότε μπερδεύεται και η γλώσσα του από συστολή. Ε, από τη στιγμή που προσέχει κανείς τόσο πολύ, όταν μιλάει με έναν άνθρωπο, πόσο πιο προσεκτικός πρέπει να είναι, όταν μιλάει με τον Θεό; Βλέπεις, ακόμη και ένα μικρό παιδί, όταν πηγαίνει να μιλήσει στον πατέρα του ή σε έναν ηλικιωμένο, πηγαίνει με συστολή. Αν πρόκειται να μιλήσει στον δάσκαλό του, που τον φοβάται και λίγο, πλησιάζει με πιο μεγάλη συστολή. Κι εμείς, τώρα, μιλάμε με τον Ίδιο τον Θεό, με την Παναγία, με τους Αγίους, και να μην το καταλαβαίνουμε;
– Πριν έρθω, Γέροντα, στο μοναστήρι, τον Μοναχισμό τον είχα συνδέσει με την προσευχή. Τώρα όμως δυσκολεύομαι στην προσευχή και την θεωρώ το πιο δύσκολο και κουραστικό έργο.
– Εσύ φιλόλογος δεν είσαι; Σου αρέσει να μιλάς, και δεν κουράζεσαι να κουβεντιάζεις με τους ανθρώπους. Με τον Χριστό όμως, που καταδέχεται να κουβεντιάσει μαζί σου, κουράζεσαι να μιλάς και σου φαίνεται δύσκολο. Δεν είναι βαρύ αυτό; Σαν να λέει κάποιος: «Ωχ, τώρα πρέπει να πάω να μιλήσω με τον βασιλιά. Δεν έχω όρεξη, αλλά τι να κάνω; Θα πάω». Ο Χριστός μας δίνει τη δυνατότητα να μιλάμε συνέχεια διά της προσευχής μαζί Του, κι εμείς να μη θέλουμε; Είναι φοβερό! Και το παράξενο είναι ότι Εκείνος θέλει να μιλάμε μαζί Του, για να μας βοηθάει, κι εμείς βαριόμαστε!

– Γέροντα, πέφτω συχνά στη φλυαρία και μετά στενοχωριέμαι.
– Καλύτερα δεν είναι να μιλάς με τον Χριστό; Όποιος μιλάει με τον Χριστό, ποτέ δεν μετανιώνει. Η φλυαρία είναι βέβαια πάθος, αλλά, αν την αξιοποιήσεις πνευματικά, μπορεί να γίνει προϋπόθεση για την προσευχή. Άλλοι βαριούνται και να μιλήσουν. Εσύ έχεις μια δύναμη μέσα σου και μια ορμή να μιλάς. Αν το αξιοποιήσεις αυτό πνευματικά, θα αγιασθεί η ψυχή σου. Προσπάθησε να λες μόνο τα απαραίτητα με τους ανθρώπους και να μιλάς συνέχεια με τον Χριστό. Όταν θα αρχίζεις μια ταπεινή συζήτηση μαζί Του, δεν θα παίρνεις είδηση τι γίνεται γύρω σου· τόσο ενδιαφέρον και τόση γλυκύτητα θα έχει. Εμένα ακόμη και οι πνευματικές συζητήσεις με κουράζουν, ενώ στην προσευχή νιώθω μεγάλη ανάπαυση.
Η προσευχή είναι συνομιλία με τον Θεό. Μακαρίζω καμιά φορά εκείνους που έζησαν στην εποχή του Χριστού, γιατί έβλεπαν και άκουγαν τον Ίδιο τον Χριστό και μπορούσαν να Του μιλήσουν. Αλλά σκέφτομαι ότι εμείς είμαστε σε καλύτερη θέση, γιατί εκείνοι δεν μπορούσαν να απασχολήσουν πολύ τον Χριστό, ενώ εμείς μπορούμε με την προσευχή να μιλάμε συνέχεια μαζί Του.

Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι, Περί Προσευχής ~

Ο Σταυρός του Χριστού ας είναι η ζυγαριά για τις πράξεις μας.


Ό Σταυρός του Χριστού ας είναι η ζυγαριά για τις πράξεις μας.
Η ζωή μας να είναι Σταυρική.
Όπως o Χριστός ανέβηκε στο Σταυρό από άπειρη Αγάπη για μάς και έχει ανοιχτή την αγκαλιά Του έτσι και ή δική μας αγκαλιά να είναι λιμάνι αγάπης για όλους.
Λιμάνι συγχώρεσης, παρηγοριάς, ελεημοσύνης.
Ο Σταυρός είναι το μεγαλύτερο όπλο μας:
Σταυρώστε τα πάντα...τον εαυτό σας, τα παιδιά σας, το φαγητό πριν και μετά στο τραπέζι, ότι τρώτε έξω η σε άλλα σπίτια και ότι πίνετε.
Το τιμόνι τού αυτοκινήτου πριν ξεκινήσετε..
Κάντε το Σταυρό σας πριν ξεκινήσετε εργασίες
και μετά το Δόξα Τον Θεό για ευχαριστώ.
Πρίν τον ύπνο...
το πρωί.
Συνέχεια κάντε τον σταυρό σας και η ζωή μας να έχει κέντρο Τον Σταυρό του Χριστού μας. Αμήν.

Ο Θεός πάντα ευλογεί τη μετάνοια


Ο πατήρ Στέφανος Αναγνωστόπουλος διηγείται:
Ενθυμούμαι μια οικογένεια, η οποία για 15 χρόνια φαινομενικά ευημερούσε.
Η δουλειά θαυμάσια.
Ανέσεις πολλές.
Αρρώστιες δεν είχαν.
Και κατά κάποιον τρόπο, όλοι νόμιζαν ότι ήσαν ευτυχισμένοι μαζί με τα δυο παιδιά τους.
 Στην καρδιά όμως του συζύγου υπήρχε πολλή πίκρα,
γιατί η γυναίκα του όχι μόνον ήταν αδιάφορη για την θρησκευτική ζωή, αλλά, θα μπορούσε να την πη κανείς, άθεη.
Ούτε τον σταυρό της δεν έκανε!
Στην Εκκλησία ζήτημα είναι αν πήγαινε μια φορά τον χρόνο, εν αντιθέσει με τον σύζυγό της που εκκλησιαζόταν κάθε Κυριακή.
Επιπλέον δε, προς μεγάλη θλίψη του συζύγου της, δεν ήθελε επ’ ουδενί να κάνει άλλο παιδί, και ποτέ δεν κατάλαβε αυτός ο καημένος
ότι είχε κάνει δύο εκτρώσεις.
 Αλλά και τα δυο παιδάκια που είχε, μήπως τα μεγάλωνε σωστά;
Χαρτιά, φιγούρες χορού και αδιάκριτη χρήση τηλεοράσεως και internet.
Γι’ αυτό και είχαν καταντήσει γκρινιάρικα, νευρικά, φιλόνικα, ατίθασα.
Όσο για την γλώσσα και τους τρόπους τους; Ξεπερνούσαν τα όρια της θρασύτητας.
 Ο άνδρας της μέρα-νύχτα παρακαλούσε τον Θεό να την φωτίσει, να της δώσει σύνεσι, για να προλάβει τον κατήφορο των παιδιών που ήδη είχε αρχίσει.
Στις παρεμβάσεις του ή στις σοφές του συμβουλές, η γυναίκα του επαναστατούσε.
Κι αυτός ήταν πολύ μαλακός και πράος και υποχωρούσε, δυστυχώς,
κι εκεί που δεν έπρεπε, με την ελπίδα ότι κάποτε θ’ αλλάξει.
 Η δουλειά του ήταν πολύ σκληρή και απουσίαζε από το σπίτι όλη μέρα. Γύριζε μετά τις 10.00 το βράδυ. Τίμιος, εργατικός, ηθικός και σε άμεση σχέση με τα Μυστήρια της Εκκλησίας και τον αγώνα για πνευματική ζωή.
 Έτσι πέρασαν 15 χρόνια, σκληρά και βασανιστικά γι’ αυτόν τον καλό πατέρα και σύζυγο, αλλά 15 χρόνια επιμόνων προσευχών και ελπίδος.
 Και έφθασε η ώρα του Θεού!
Κάθε καλοκαίρι συνήθιζαν να παραθερίζουν σ’ ένα χωριό έξω από την πόλη. Πήγαιναν εκεί με το ιδιωτικό τους αυτοκίνητο. Άρχισε να ρίχνει μια ψιλή βροχούλα. Σε μια στιγμή γλιστράει το αυτοκίνητο, αναποδογυρίζει και πέφτει μέσα σε μια χαράδρα.
Όταν τους έβγαλαν απ’ εκεί, ένας μόνον ήταν ζωντανός: η μάνα! Τέσσερις μήνες στο νοσοκομείο. Και  βγαίνει σχεδόν παράλυτη στα πόδια.
 Το δράμα της ήταν πολύ μεγάλο, γιατί δεν είχε μάθει να στηρίζεται στον Χριστό. Έκλαιγε, φώναζε, διαμαρτυρόταν! Στο μυαλό της γύριζε συνεχώς η σκέψη της αυτοκτονίας. Καμμιά από τις δήθεν φίλες της δεν ερχόταν να την δει. Μόνον μια φορά, τυπικά, για τα συλλυπητήρια. Και οι συγγενείς έρχονταν, αλλά από συμφέρον, για να την κληρονομήσουν και μάλιστα δεν το έκρυβαν.
Είχε πολλή περιουσία. Κι όσο τα έβλεπε αυτά, τόσο πιο πολύ αισθανόταν την ερημιά της, την πνευματική της φτώχεια, αλλά και την αξία του ανδρός της.

Την τραγωδία της αυτή, όπως ήταν επόμενο, την πληροφορήθηκε ο Πνευματικός του συζύγου της, αν και κάπως καθυστερημένα. Άρχισε με τις επισκέψεις του σιγά-σιγά να μεταγγίζει στην καρδιά της την Χάρι του Χριστού, να σταλάζει την δική Του παρηγοριά. Και η καρδιά της, μαλακωμένη από τον πόνο, άρχισε ν’ αναπνέει ευωδία Χριστού.
Μια καινούργια πνευματική χαραυγή ξημέρωνε γι’ αυτήν.
 Έπειτα από λίγο καιρό μονολογούσε τα εξής: "Ήταν ανάγκη να με βρει η συμφορά, για να μπορέσω να ξυπνήσω απ’ την ζωή της αμαρτίας: Έπρεπε να κάνω τον Θεό να βάλει στα πόδια μου συντρίμμια, για να με σταματήσει μπροστά στον γκρεμό; Είχε δίκαιο ο άνδρας μου. Χωρίς  Χριστόν τα πάντα είναι κενά, και κάτι παραπάνω: χάος!»
 Ύστερα από λίγους μήνες αποκαταστάθηκε και η σωματική της υγεία. Υιοθέτησε τέσσερα ορφανά  παιδιά, από την Σερβία, για να μπορέσει να τους δώσει αυτά που στέρησε από τα δικά της παιδιά. Μαζί τους ζει τώρα κατά Θεόν, γιατί Αυτόν έχει βάλει πλέον κέντρο στην ζωή της. «ΟΛΑ για τον Θεό» συνηθίζει μάλιστα να λέγει, μέσα από συνεχή δάκρυα μετανοίας.
 Ο Θεός πάντα ευλογεί τη μετάνοια, χορηγεί τη συγγνώμη και ευδοκεί στην αλλαγή ζωής μέσα στην Εκκλησία Του.
Αυτό ας μην το ξεχνάμε ποτέ.

Αγιότητα: Το αποτέλεσμα της θεραπείας


Ο Άγιος δεν «είναι» αλλά «γίνεται».
Ο Άγιος φεύγει από τους «τύπους» των πραγμάτων και πηγαίνει στην ουσία, με κάθε κόστος. Ο Άγιος, τη θεωρία την κάνει εμπειρία, τη φιλοσοφία την κάνει κοινωνία με τον Θεό. Ο Άγιος δεν μένει σε λεκτικές αγάπες.

Την αγάπη την κάνει πληγή σταυρωμένη ακόμα και για τους εχθρούς. Οι Άγιοι ξεκίνησαν όπως όλοι εμείς: γεννήθηκαν σε αυτόν τον κόσμο. Η πορεία μας όμως και τελικά το τέλος μας θα εξαρτηθεί, από το αν θα το ζωγραφίσουμε με τον Χριστό ή με το σκοτάδι. Είμαστε υποψήφιοι Άγιοι, προσκεκλημένοι για να γίνουμε ουρανοπολίτες. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν το έχουμε πάρει χαμπάρι, κολυμπάμε στον βούρκο, ενώ είμαστε προορισμένοι για ουράνιες καταστάσεις.

Ο Άγιος δεν γεννήθηκε, αλλά έγινε … και αυτό το έγινε σημαίνει αρχή και απόφαση, σημαίνει σωστό υπαρξιακό προσανατολισμό. Για όλους οι Άγιοι δεν είναι απλά βοηθοί ή φίλοι, αλλά πρότυπα, δάσκαλοι και οδηγοί. Η εικόνα ενός Αγίου είναι ένα παράθυρο που το φωτίζουν οι ακτίνες του ήλιου της δικαιοσύνης. Στην προσευχή μας παρακαλούμε να γίνουμε μέτοχοι αυτής της αγιασμένης φωτοχυσίας ώστε να θεραπευτούμε. Συνήθως όμως βλέπουμε τους Αγίους σαν το λυχνάρι για να μας ικανοποιήσουν κάποια κοσμικά εγωϊστικά χατίρια. Οι Άγιοι κάνουν συγκατάβαση μόνο και μόνο για να μας προσκαλέσουν να δούμε τη ζωή αλλιώς, να αλλάξουμε λίγο την πυξίδα της ζωής.

Τι έκαναν οι Άγιοι; Κάτι απλό, αλλά δύσκολο για εμάς που έχουμε άλλες προτεραιότητες. Οι Άγιοι έβαλαν τον Χριστό πάνω απ΄ όλα. Έγιναν εραστές του Κυρίου και της θείας ζωής. Αγάπησαν τον Χριστό και έφτασαν το βάπτισμα στο προορισμό του. Το φωτοστέφανο δεν είναι ένα μετάλλιο, δεν είναι επιβράβευση. Ο Άγιος είναι ο θεραπευμένος , ο ελεύθερος , ο μεταμορφωμένος. Αυτός που τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος τα καλλιέργησε στον αμπελώνα του Κυρίου.

Αγαπητοί μου, αγιότητα δεν σημαίνει τελειότητα, αλλά μια πληγωμένη ατέλεια που βρήκε τον χαμένο της δρόμο. Αγιότητα είναι μια πληγή που άνοιξε από αγάπη για τον εχθρό και πόνεσε με χαμόγελο για τον Νυμφίο. Η αγιότητα δεν είναι στόχος, αλλά έρχεται ως ακτινοβολία από το αποτέλεσμα της θεραπείας. Οι Άγιοι δεν κυνηγούσαν την αγιότητα, αλλά την θεραπεία και την αγάπη. Αγίασες; Άρα αγάπησες χωρίς μέτρο, ήρθε ακόμα και ο θάνατος μπροστά σου και δεν μπορούσε να σε αγγίξει, έκανε μόνο υπόκλιση και υποχώρησε.

«Ἅγιοι γίνεσθε, ὅτι ἐγὼ ἅγιός εἰμι» (Λευϊτ. 20,7,26· Α΄ Πέτρ. 1,16)…δεν είναι απλά εντολή είναι δρόμος θεραπείας.

H Αγιότητα τελικά είναι δρόμος ερωτικότητας σε σχέση με το πρόσωπο του Κυρίου.

π. Σπυρίδων Σκουτής

Τίποτα δεν μπορεί να προφυλάξει τόσο την ψυχή από την είσοδο του πονηρού δαίμονα όσο η νοερά προσευχή


Ἐλπίζω νὰ προοδεύσετε σὲ ἀρετές. Κι αὐτὸ θὰ συμβεῖ ἂν ζήσετε μὲ προσοχὴ καὶ δὲν ἀμελεῖτε τὴν προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ. Γιατὶ εἶναι τὸ κεφάλαιο καὶ ἡ ἀρχὴ ὅλων τῶν ἀρετῶν.

Τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ προφυλάξει τόσο τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν εἴσοδο τοῦ πονηροῦ δαίμονα ὅσο ἡ νοερὰ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ καὶ ἡ θερμὴ ἱκεσία.

Ἂν ἀρχίσεις νὰ φροντίζεις μὲ ἐπιμέλεια ν᾿ ἀποκτήσεις ταπείνωση πρόσεξε, γιατὶ ὁ φθονερὸς δαίμονας δὲ θὰ τὸ ἀνεχτεῖ καὶ εἴτε θὰ ἐγείρει ἐναντίον σου πειρασμοὺς γιὰ νὰ δοκιμάσει τὴν ταπείνωση καὶ τὴ σταθερότητά σου εἴτε θὰ ξεσηκώσει ἐναντίον σου τοὺς ὑποκριτὲς καὶ τοὺς ἀμελεῖς…

Πρέπει μὲ ὅλη σου τὴν καρδιὰ νὰ ὁμολογήσεις ὅτι σου ἀξίζει νὰ ὑποφέρεις πολὺ περισσότερα. Φρόντισε νὰ ἔχεις καλὴ διάθεση καὶ ζεστὴ ἀγάπη πρὸς τοὺς ἀδελφούς. Ἡ καρδιά, τὰ μάτια καὶ τὸ πρόσωπό σου πρέπει νὰ εἶναι χαρούμενα καὶ γεμάτα σεβασμό.

Νὰ ἐργάζεσαι προσευχόμενος, μὲ ἀγάπη, μὲ ζῆλο καὶ μὲ μεγάλη προσοχή. Νὰ ἐργάζεσαι ὄχι σὰ νὰ βρίσκεσαι μπροστὰ σὲ ἀνθρώπους ἀλλὰ στὸν ἴδιο τὸ Θεό. Νὰ ἔχεις στὸ νοῦ σου ὅτι εἶναι «ἐπικατάρατος ὁ ποιῶν τὰ ἔργα Κυρίου ἀμελῶς» (Ἱερ. λα´ 10). Φυλάξου ὅσο μπορεῖς ἀπ᾿ τὴν ἀμέλεια καὶ τὴν ἀνθρωπαρέσκεια.

Ἀγαπητέ, ἐξέτασε προσεχτικὰ τὸν ἑαυτό σου, τὴ συνείδησή σου, ἂν ἔχεις ἁμαρτήσει μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο, ἂν ἔχεις διαπράξει κάποια μεγάλη ἢ μία ἄλλη μικρὴ ἁμαρτία, ἂν εἶσαι ἔνοχος μὲ ἔργα ἢ μὲ λόγια ἢ μὲ τὴ σκέψη σου.

Ἐξομολογήσου (τὴν ἴδια ἡμέρα) ὅλα ὅσα ἔκανες ἢ σκέφτηκες ἢ εἶπες καὶ γενικὰ ὅτι σὲ ἐλέγχει ἡ συνείδησή σου, ἂν ἐπέτρεψες νὰ εἰσχωρήσουν μέσα σου ὑπερήφανες ἢ κενόδοξες σκέψεις, ἂν πρόσβαλες κανένα ἢ ἂν ἐναντιώθηκες στὸν ἀδελφό σου ἢ ἂν τὸν κατέκρινες.

«Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν».

Οἱ θλίψεις ἀκολουθοῦνται πάντα ἀπὸ χαρές. Ἡ ἐνοχὴ ἐπισύρει τὴν τιμωρία. Μὴν ἀπελπίζεσαι μετὰ ἀπὸ μία πτώση, ἀλλὰ ἀγωνίζου. Μὴ λυπᾶσαι [υπερβολικά] πολύ, ὥστε ὁ ἐχθρός, ποὺ σὲ ἔχει ἤδη πληγώσει ἀρκετά, νὰ μὴ σὲ φέρει σὲ ἀπελπισία, ποὺ εἶναι ἡ χειρότερη ἀπ᾿ ὅλες τὶς ἁμαρτίες, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος.

Γέροντας Ἱλαρίων, Ὑποτακτικός του Ἀββᾶ Ναζαρίου