Σελίδες

Σάββατο 30 Απριλίου 2016

ΙΕΡΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ


Την Δευτέρα της Διακαινησίμου 2 Μαΐου 2016, εορτή του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου, πανηγυρίζει η Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη.


Κυριακή του Πάσχα 1 Μαΐου 2016

7.00 μ.μ. Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αρκαλοχωρίου, Καστελίου και Βιάννου κ. ΑΝΔΡΕΟΥ.


Δευτέρα της Διακαινησίμου 2 Μαΐου 2016

7.00 π.μ. Όρθρος της εορτής και εν συνεχεία Αρχιερατική Θεία Λειτουργία, ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ.


Εκ της Ιεράς Μονής.

Ο Θάνατος του Χριστού.


Για τους περισσότερους ανθρώπους ο θάνατος είναι η έσχατη απόδειξη δουλείας.
Είμαστε ανίσχυροι απέναντί του. Μπορούμε να τον απομακρύνουμε, αλλά όχι να τον υπερβούμε. 
Για τους περισσότερους ο θάνατος αποτελεί το βιολογικό και οριστικό τέρμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Δεν υπάρχει λογική απόδειξη επιστροφής από το “επέκεινα”, το μετά τον θάνατο, με αποτέλεσμα η θλίψη να είναι ανυπέρβλητη. Απέναντι στον θάνατο ο άνθρωπος ζει με τον φόβο ή εκείνη την ελπίδα ότι το τέλος δεν θα έλθει.
Ο Χριστός έζησε τον θάνατο, όχι ως βιολογικό τέρμα ή ως αναπόδραστη κατάσταση, αλλά ως υπακοή στο θέλημα του Πατέρα Του. Έφτασε την φύση Του, που είχε την αθανασία δεδομένη, καθώς δεν είχε αμαρτία, στο κατώφλι του θανάτου και το πέρασε σωματικά, για να μας δείξει ότι ο θάνατος είναι το τέρμα, μόνο όταν συνοδεύεται από τον χωρισμό από το Θεό. Αυτός που ζει το Θεό με υπακοή στο θέλημά Του, αυτός που αγωνίζεται εναντίον της αμαρτίας, η οποία είναι ο θάνατος, ελευθερώνεται ακόμη και από τα δεσμά του θανάτου, γιατί ακολουθεί τον Χριστό.

“Εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει. εάν δε αποθάνη, πολύν καρπόν φέρη”, μας λέει ο Κύριος. Αυτό σημαίνει ότι ο θάνατος αποτελεί για μας τους θνητούς την αφορμή, πολύν καρπό να φέρουμε, αν ζούμε με υπακοή στο Θεό. Ο Χριστός μας δίδαξε ότι αυτό είναι κατορθωτό. Αν πεθάνουμε ως προς την αμαρτία, δηλαδή νεκρώσουμε τα πάθη και τις κακίες μας, τότε ουσιαστικά φέρουμε πολύν καρπό, της αγάπης, της αρετής, της πίστης στο Θεό, γιατί αυτό είναι το θέλημά Του για μας. Αν πεθάνει ο εγωισμός μας, με την άσκηση, την προσπάθεια, την ταπείνωση, την θυσία, τότε πολύν καρπό φέρουμε. Τραβάμε την χάρη και το έλεος του Θεού και τότε, ακόμα και ο βιολογικός θάνατος είναι το σημείο εκείνο της ζωής που μας απαλλάσσει από την φθορά και την αμαρτία και μας φέρνει κοντά σ’ Αυτόν που πέθανε για μας, τον Χριστό.
Ο Χριστός αναπαύεται στον τάφο σωματικά. Ο Χριστός κηρύττει στον ’δη τη Ζωή. Και θα αναστηθεί ως ο λέων, αυτεξουσίως, και θα τραβήξει μαζί Του όσους τον πίστεψαν, αλλά και όσους τον πιστεύουν, όσους τους αγγίζει το μήνυμα, το πρόσωπο, η κοινωνία μαζί Του. Ελευθερωνόμαστε από το θάνατο, χάρις στον θάνατο του Σωτήρα. Όλα πλέον είναι διαφορετικά. Δεν φοβόμαστε το θάνατο, γιατί θα μας πάει σ’ Αυτόν που μας αγαπά και αγαπούμε. Και θα περιμένουμε την Δευτέρα Παρουσία, για να γευτεί και το σώμα μας, αυτή την ανεκλάλητη χαρά. Αυτή την ανεκλάλητη ελευθερία. Αυτή την ανεκλάλητη αιώνια ζωή.

http://agios-dimitrios.blogspot.com.eg/

Πώς σε κηδεύσω, Θεέ μου;


π. Ανδρέα Αγαθοκλέους

Αν ο θάνατος του κάθε ανθρώπου είναι μυστήριο μπροστά στο οποίο στεκόμαστε με απορία και πολλά ερωτηματικά, ο θάνατος του Θεανθρώπου είναι σκάνδαλο.
Πώς πεθαίνει ο Θεός; Πώς η αυτοζωή νικάται από το θάνατο; Πώς ο δημιουργός κηδεύεται, φροντίζεται από τα δημιουργήματα;
Ο τάφος, μέσα στον οποίο τοποθετούμε το σώμα του αγαπημένου μας προσώπου, γίνεται ο τόπος συνάντησής μας μαζί του, εφόσον περιέχει το ένα από τα δύο συστατικά της ύπαρξής του. Εκεί αισθανόμαστε την παρουσία του και συγχρόνως τονίζεται η απουσία του. Ο πόνος, συνδυασμένος με αναμνήσεις, αυξάνεται τόσο που χωρίς την παρηγοριά του Θεού δεν αντέχεται.
Ο επιτάφιος του Χριστού, σε κάθε Ορθόδοξο ναό, γίνεται ο τόπος συνάντησής μας με τον Κύριο που πεθαίνει, όπως εμείς, που κηδεύεται, όπως εμείς. Εδώ όμως δεν υπάρχει πόνος! Η λύπη γίνεται χαρμολύπη και το πένθος χαροποιό. Εδώ κυοφορείται η Ζωή και ετοιμάζεται το «Ανάστα ο Θεός», που βεβαιώνει τη νίκη του θανάτου.

Όμως ο θάνατος και ο τάφος του Θεανθρώπου δεν είναι άσχετος με το δικό μας θάνατο και το δικό μας τάφο. Θανατώνεται για να θανατώσει το θάνατο, τον εχθρό του κάθε ανθρώπου. Έτσι, ο Επιτάφιος, σε κάθε Ορθόδοξο ναό, είναι το σημείο που συναντάται ο θάνατός μας με το θάνατό του Θεού μας. Τότε ο δικός μας θάνατος χάνει τη δύναμή του! Γιατί ποια σημασία μπορεί να έχει ο δικός μου θάνατος ή η δική μου ζωή μπροστά στο θάνατο και τη ζωή του Θεανθρώπου; Αφού Εκείνος, ως ο Κύριος της ζωής και του θανάτου, θέλησε να πορευτεί μέσω του θανάτου Του και να τον νικήσει, δεν θα νικήσει το δικό μας θάνατο;
Τοποθετώντας την εικόνα του Επιταφίου μέσα στα πολλά λουλούδια και τα μύρα, φροντίζοντας το Κουβούκλιο που την περιβάλλει να είναι στολισμένο ωραία, δείχνουμε την αγάπη μας προς τον Κύριό μας που μας αγάπησε «έως τέλους», μέχρι τον τάφο και τέλεια.
Μακάρι και η δική μας αγάπη να είναι «έως τέλους». Να μην είναι συναίσθημα και πρόσκαιρη, αλλά αληθινή και συνεχής, με το να ζούμε όπως θέλει Εκείνος, γιατί Εκείνος θέλει ό,τι εμείς στο βάθος θέλουμε κι έτσι το θέλημά Του είναι για μας χαρά.
Προσκυνώντας τον Επιτάφιο και περνώντας κάτω από αυτόν, θέλοντας να δείξουμε ότι πεθαίνουμε και ανασταινόμαστε μαζί με το Χριστό, ταπεινά ας Τον ευχαριστήσουμε για ό,τι καθημερινά μας χαρίζει και ό,τι κυρίως μας χάρισε με το σταυρό, τον τάφο και την Ανάστασή Του.

http://agios-dimitrios.blogspot.com.eg/

Το μεγαλύτερο βάλσαμο της σταυρικής θυσίας του Χριστού είναι που συντρίφθηκε ο διάβολος.


Όσιος Παΐσιος
– Γιατί ο διάβολος φοβάται τόσο πολύ τον Σταυρό;
– Γιατί, όταν ο Χριστός δέχθηκε τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα και τα χτυπήματα, τότε συντρίφθηκε το βασίλειο και η εξουσία του διαβόλου.
Με τι τρόπο νίκησε ο Χριστός! «Με το καλάμι συντρίφθηκε το κράτος του διαβόλου», λέει κάποιος Άγιος. Όταν δηλαδή Του έδωσαν το τελευταίο χτύπημα με το καλάμι στο κεφάλι, τότε συντρίφθηκε η εξουσία του διαβόλου.
Δηλαδή η υπομονή είναι η πνευματική άμυνα και η ταπείνωση το μεγαλύτερο όπλο κατά του διαβόλου. Το μεγαλύτερο βάλσαμο της σταυρικής θυσίας του Χριστού είναι που συντρίφθηκε ο διάβολος. Μετά την Σταύρωση του Χριστού, είναι πιά όπως το φίδι που του έχει αφαιρεθή το δηλητήριο ή όπως το σκυλί που του έχουν αφαιρεθή τα δόντια.
Αφαιρέθηκε το φαρμάκι από τον διάβολο, αφαιρέθηκαν τα δόντια από τα σκυλιά, τους δαίμονες, και είναι τώρα αφοπλισμένοι και εμείς με τον Σταυρό οπλισμένοι. Τίποτε, τίποτε δεν μπορούν να κάνουν οι δαίμονες στο πλάσμα του Θεού, όταν δεν τους δώσουμε εμείς δικαιώματα. Μόνο φασαρία κάνουν, δεν έχουν εξουσία.

Μία φορά, όταν ήμουν στο Κελλί του Τιμίου Σταυρού, πέρασα μία πολύ όμορφη αγρυπνία! Είχαν μαζευθή την νύχτα πολλοί δαίμονες επάνω στο ταβάνι. Στην αρχή χτυπούσαν με βαριές δυνατά και μετά θορυβούσαν, σαν να κυλούσαν κούτσουρα μεγάλα, κορμούς Δένδρων. Σταύρωνα το ταβάνι και έψαλλα «Τον Σταυρόν σου προσκυνούμεν, Δέσποτα...» . Τελείωνα, άρχιζαν τα κούτσουρα πάλι. «Τώρα, είπα, θα κάνουμε δύο χωρούς! Έναν εσείς με τα κούτσουρα από πάνω και έναν εγώ από κάτω!». Άρχιζα εγώ, σταματούσαν αυτοί. Μία φορά έψαλλα «Τον Σταυρόν σου προσκυνούμεν...», την άλλη «Κύριε, όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν σου ημίν δέδωκας...» . Πέρασα την πιο ευχάριστη νύχτα με ψαλμωδία και, όταν λίγο σταματούσα, συνέχιζαν αυτοί με την ψυχαγωγία! Την κάθε φορά όλο και διαφορετικό έργο θα παρουσιάσουν!...
– Όταν ψάλλατε την πρώτη φορά, δεν έφυγαν;
– Όχι. Μόλις τελείωνα εγώ, άρχιζαν εκείνοι. Ναί, έπρεπε να βγάλουμε αγρυπνία και οι δύο χοροί! Ήταν μία όμορφη αγρυπνία! Έψελνα με καημό! Πέρασα καλές μέρες!...

ΑΓΙΟΥ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ΛΟΓΟΙ A΄, ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ
http://agios-dimitrios.blogspot.com.eg/

Γιατί περνάμε κάτω από τον επιτάφιο την Μεγάλη Παρασκευή;


Το να περνούν οι πιστοί κάτω από τον Επιτάφιο, είναι μια πολύ καλή και ευσεβής συνήθεια.
Το νόημα, είναι εμφανές.: «Εκφράζω τη βαθύτατη ευλάβειά μου και την πίστη μου στον θυσιασθέντα, παθόντα και ταφέντα Κύριο, και θέτω τον εαυτό μου εν ταπεινώσει κάτω από Αυτόν και κάτω από τη θαυμαστή και θεϊκή επίδραση και ευλογία Του».
Σύμφωνα με τον π. Θεολόγο το ίδιο γίνεται και με το Ιερό Πετραχήλι, όπου σκύβω κάτω από αυτό, για να δεχθώ την ευλογία και την ευχή του Ιερέα, είτε στην Εξομολόγηση, είτε στο Ευχέλαιο, είτε σε οποιαδήποτε άλλη Ευχή.
Όπως και όταν εορτάζει κάποιος Άγιος και λιτανεύεται η Ιερά Εικόνα του, ή το σκήνωμά του (πχ Αγ.Γεράσιμος) ή ένα θαυματουργό Εικόνισμα της Παναγίας (πχ στην Τήνο).
Βλέπουμε εκατοντάδες ανθρώπων που στρώνονται στο έδαφος, γιά να περάσει από πάνω τους η «χάρη».

Αλλά, παρόμοια συνήθεια περιγράφεται και στις Πράξεις των Αποστόλων, όπου θαυμαστά σημεία λάμβαναν χώρα, όταν και μόνο η σκιά των Αποστόλων που περνούσε πάνω από ασθενείς, ήταν αρκετή για να τους θεραπεύσει: «Ο σεβασμός δε και η εκτίμησις του λαού προς αυτούς (τους Αποστόλους) δια την θείαν δύναμιν, που ενεργούσε δια μέσου αυτών, ήτο τόσος, ώστε έβγαζαν τους ασθενείς εις τας πλατείας και τους έβαζαν οι μεν πλούσιοι επάνω εις κλίνας, οι δε πτωχοί εις απέριττα κρεββάτια, ώστε, όταν θα ήρχετο και θα επερνούσε ο Πετρος, και η σκια του έστω να πέση επάνω εις κανένα από αυτούς, δια να τον θεραπεύση». (Πράξ. 5,15)
Το μόνο, που απαιτεί προσοχή και δηλώνει ασέβεια και ολιγοπιστία, είναι εκείνο το άγχος να τρέξουμε και να περάσουμε οπωσδήποτε από 3 ή από 7 Επιταφίους.. Πάντα η θρησκοληψία καιροφυλακτεί, για να θολώσει την θεοσέβεια... 

http://agios-dimitrios.blogspot.com.eg/

Προσευχόνταν όλο το χωριό-Αληθινή ιστορία


Ζοῦσαν σ’ ἕνα μικρὸ ὄμορφο χωριὸ τῆς Κεντρικῆς Μακεδονίας, στὰ σύνορα μὲ τὴ χώρα ποὺ πλαστογραφώντας τὴν Ἱστορία ὀνομάστηκε Μακεδονία. Ἀπὸ τὰ ὑψώματα τοῦ χωριοῦ βλέπει κανεὶς τὰ πρῶτα χωριὰ τῶν Σκοπιανῶν.
Ἦταν νέοι οἰκογενειάρχες μὲ δύο πρὸς τὸ παρὸν παιδιά. Ἐκεῖνος ὁδηγὸς μεγάλου φορτηγοῦ, νταλικέρης, ταξίδευε συχνὰ στὸ ἐξωτερικὸ κάνοντας διάφορες μεταφορές. Ἐκείνη δούλευε σὲ κάποιο ἐργαστήριο κι ἔτσι ἐξοικονομοῦσαν τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ ζωή. Ἦταν σοβαρὸ ἀνδρόγυνο καὶ ἀγαποῦσαν τὴν παραδοσιακὴ οἰκογενειακὴ ζωὴ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ὅταν δὲν ἀπουσίαζε σὲ ταξίδι ὁ σύζυγος, ὁ Πέτρος, μαζὶ μὲ τὴ σύζυγό του, τὴ Μαρία, καὶ μὲ τὰ δυὸ μικρά τους ἐκκλησιάζονταν στὴν κεντρικὴ ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ τους. Εἶναι μιὰ περιποιημένη παλιὰ «βασιλικὴ» μὲ ὡραῖο αὐλόγυρο καὶ τὰ μνήματα πίσω της, δίπλα στὸ ἱερό.
Τὶς μέρες ἐκεῖνες ἔλειπε ὁ Πέτρος μὲ τὴ νταλίκα του στὴν Εὐρώπη. Ἡ Μαρία, ὅπως κάθε πρωί, ξύπνησε νωρὶς τὰ παιδιά της, τὰ ἑτοίμασε, ἔστρωσε τὸ τραπέζι γιὰ νὰ φᾶνε, τοὺς ἔβαλε στὶς τσάντες τους καὶ κάτι φαγώσιμο σὲ ἀλουμινόχαρτο. Μόλις βγῆκαν ἡ μάννα ἔκλεισε προσεκτικὰ τὴν πόρτα τους.
Εἶχαν ἕνα μικρὸ γιώτα χὶ καὶ μ’ αὐτό, ὁδηγώντας ἡ ἴδια, πῆγε τὸ μεγαλύτερο παιδί της, τὸν Ἀντώνη, στὸ σχολεῖο κι ἀπ ἐκεῖ ἔστριψε γιὰ νὰ πάει σὲ ἄλλο χωριό, ὅ που ὑπῆρχε βρεφικὸς σταθμὸς γιὰ νὰ ἀ φήσει ἐκεῖ τὸν μικρότερό της, τὸν Τάσο, καὶ νὰ φύγει ἔπειτα γιὰ τὴ δουλειά της.
Ἔνιωθε, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ εἶχε ξυπνήσει, κάποια ζάλη καὶ ὁδηγοῦσε κάπως νευρικά. Καὶ τὸ κακὸ δὲν ἄργησε νὰ συμβεῖ. Φτάνοντας στὸν διεθνὴ δρόμο καὶ πρὶν πάρει τὴ στροφὴ γιὰ τὸ ἄλλο χωριό, τῆς ξέφυγε τὸ τιμόνι καὶ τὸ ἁμάξι ἀνατράπηκε ἀμέσως. Χτύπησε στὶς μπάρες τοῦ δρόμου καὶ τσακίστηκε. Ἔγινε ἕνας σωρὸς ἀπὸ σίδερα καὶ λαμαρίνες.
–Βοήθεια! Βοήθεια! φώναζε ἡ Μαρία καταματωμένη, κατορθώνοντας νὰ βγεῖ ἀπ’ τὰ συντρίμμια. Τὸ παιδί μου, τὸ μωρό μου! συνέχιζε νὰ φωνάζει. Σῶστε τὸ παιδί μου!
Ἕνα γιώτα χὶ ποὺ περνοῦσε ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἀπ’ ἐκεῖ, σταμάτησε ἀμέσως. Ὁ ὁ δηγὸς μὲ τὸ κινητό του εἰδοποίησε τὴν Τροχαία καὶ προσπάθησε νὰ βοηθήσει τὴ μάννα, ποὺ πάσχιζε κλαίγοντας νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ στραπατσαρισμένο αὐτοκίνητο τὸ παιδί της, ποὺ ἦταν στὸ πίσω κάθισμα.
Τὸ περιπολικὸ τῆς Τροχαίας καὶ ἕνα νοσοκομειακὸ αὐτοκίνητο ἦλθαν σὲ λίγο, καὶ οἱ εἰδικευμένοι ἄνδρες κατάφεραν καὶ ἔβγαλαν τὸ μικρὸ παιδί, ποὺ ἦταν χτυπημένο στὸ πρόσωπο, γεμάτο αἵματα, ἀλλὰ δὲν ἔκλαιγε. Φαινόταν νεκρό.
–Τὸ παιδί μου, τὸ μωρό μου! Σᾶς παρακαλῶ, σῶστε τὸ παιδί μου! φώναζε σπαραξικάρδια ἡ μάννα.
Τοὺς ἔβαλαν ἀμέσως, μάννα καὶ παιδί, στὸ νοσοκομειακὸ καὶ σὲ λιγότερο ἀπὸ ὥρα ἔφθασαν στὴ Θεσσαλονίκη, στὸ Ἱπποκράτειο Νοσοκομεῖο, ποὺ διαθέτει καὶ παιδιατρικὸ τμῆμα. Οἱ γιατροὶ τοῦ Νοσοκομείου ἔδειξαν ζωηρὸ ἐνδιαφέρον καὶ γιὰ τοὺς δύο.
–Ἡ κατάσταση τῆς μητέρας, ἀποφάνθηκαν οἱ γιατροί, δὲν ἐμπνέει ἀνησυχίες. Τὸ μικρὸ ὅμως εἶναι πολὺ σοβαρά. Ζεῖ, ἀλλὰ δὲν ξέρουμε πόσο θὰ ἀντέξει ἀκόμη ἡ καρδούλα του.
Ἔβαλαν τὸ παιδὶ στὴν ἐντατικὴ καὶ τὸ διασωλήνωσαν. Τοποθέτησαν προσωρινὰ καὶ τὴ μητέρα του σ’ ἕνα διπλανὸ θάλαμο. Ἡ Μαρία ἔκλαιγε συνεχῶς.
Τὸ θλιβερὸ γεγονὸς ἔγινε ἀμέσως γνωστὸ στὸ χωριό. Ἦταν Παρασκευὴ τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου. Τὸ βράδυ, στὴν Ἀκολουθία τοῦ Ἀκαθίστου, βγῆκε στὸ τέλος στὴν Ὡραία Πύλη ὁ εὐλαβὴς νέος κληρικός, ὁ παπα Ἐμμανουήλ, καὶ μὲ πολλὴ συγκίνηση εἶπε πρὸς τὸ πυκνὸ ἐκκλησίασμα:
–Σήμερα τὸ πρωὶ μιὰ μεγάλη συμφορὰ χτύπησε τὸ χωριό μας. Ἔγινε ἕνα αὐτοκινητιστικὸ ἀτύχημα. Τσακίστηκε τὸ αὐτοκίνητο ποὺ ὁδηγοῦσε ἡ Μαρία, ἡ σύζυγος τοῦ Πέτρου Κ… Ἡ ἴδια δὲν ἔπαθε σοβαρὰ κατάγματα. Τὸ μικρὸ παιδί της ὅμως, ποὺ τὸ εἶχε στὸ αὐτοκίνητο καὶ τὸ πήγαινε στὸν βρεφικὸ σταθμό, χτυπήθηκε ἄσχημα, εἶναι πολὺ σοβαρά. Τοὺς πῆγαν καὶ τοὺς δύο στὸ Ἱπποκράτειο τῆς Θεσσαλονίκης. Σᾶς παρακαλῶ, νὰ προσευχηθοῦμε θερμὰ γι’ αὐτούς. Ἐγὼ κάθε ἀπόγευμα ὅλη αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα ποὺ ἀρχίζει μεθαύριο, θὰ κάμνω ἐδῶ, ὥρα ἕξι, Παράκληση στὴν Παναγία γι’ αὐτὸ τὸ σκοπό. Ὅσοι μπορεῖτε, νὰ ἔρχεστε. Ὁ Θεὸς ἀ κούει τὶς προσευχές, ποὺ γίνονται γιὰ καλὸ σκοπὸ ἀπὸ πολλοὺς μαζί.
Αὐτὸ καὶ ἔγινε. Κάθε μέρα ὅλη τὴν ἄλλη ἑβδομάδα γέμιζε ὁ Ναὸς ἀπὸ πιστοὺς ποὺ ἱκέτευαν τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο νὰ σώσει τὸ παιδὶ καὶ νὰ βοηθήσει τὴ μητέρα του.
Τὰ νέα ποὺ ἔφθαναν ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη στὴν ἀρχὴ ἦταν πολὺ δυσάρεστα. Οἱ γιατροὶ σήκωσαν τὰ χέρια τους γιὰ τὸ παιδί. Εἶπαν ὅτι δὲν εἶναι ἀναστρέψιμη ἡ κατάστασή του, διότι πληγώθηκαν πολὺ σοβαρὰ ζωτικὰ ὄργανά του. Σιγά σιγὰ ὅμως ἄρχισε ἡ βελτίωση. Καὶ τὰ νέα πλέον κά θε μέρα ἦταν καὶ καλύτερα. Τὶς τρεῖς τελευταῖες μέρες ἔβγαλαν τὸ παιδὶ ἀπὸ τὴν ἐντατικὴ καὶ τὸ ἔβαλαν σὲ κανονικὸ θάλαμο. Τὴν τελευταία μέρα μπῆκε στὸ θάλαμο μιὰ ἄγνωστή τους μοναχὴ καὶ ἀφοῦ τοὺς χαιρέτησε εὐγενικά, ἄφησε στὸ κρεβατάκι τοῦ μικροῦ ἕνα βιβλίο κι ἔφυγε χωρὶς νὰ πεῖ τίποτε ἄλλο παρὰ μόνο «περαστικά σας». Τὸ βιβλίο, ποὺ τὸ ξεφύλλισαν ἀμέσως, περιεῖχε θαύματα τῆς Παναγίας.
Τὴν ἄλλη μέρα, μετὰ ἀπὸ μιὰ ἑβδομάδα πολὺ προσεκτικῆς νοσηλείας, μὲ τὸ παιδὶ στὴν ἀγκαλιά του ὁ Πέτρος, ποὺ εἶχε ἐπιστρέψει στὸ μεταξὺ ἀπὸ τὸ ταξίδι, κι ἔχοντας δίπλα του τὴ σύζυγό του γύρισαν μ’ἕνα συγγενικό τους γιώτα χὶ χαρούμενοι καὶ δοξάζοντας τὸν Θεὸ στὸ σπίτι τους. Καὶ τὸ βράδυ τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων, καθὼς ἦταν γεμάτη ἡ Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ στὴν ἔναρξη τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, βγῆκε πάλι ὁ παπα Ἐμμανουὴλ στὴν Ὡραία Πύλη καὶ εἶπε συγκινημένος καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια:
–Ἀδελφοί μου, τὸ θαῦμα τῆς προσευχῆς ὁλοκληρώθηκε! Ὅλο τὸ χωριὸ προσευχόταν, ὅλοι μας ἱκετεύαμε τὴν Θεοτόκο καὶ ἄκουσε τὴν προσευχή μας! Τὸ παιδάκι τῆς Μαρίας καὶ τοῦ Πέτρου, τῶν ἀγαπητῶν συγχωριανῶν μας, ἦλθε καὶ πάλι στὸ χωριό μας ὑγιέστατο! Δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ὑπεραγίας Μητέρας του!
–Ἀμήν, βροντοφώναξαν ὅλοι μὲ χαρὰ καὶ συγκίνηση καὶ σταυροκοπιόντουσαν συνέχεια.

http://proskynitis.blogspot.com.eg/

Το θαύμα μίας αμαρτωλής γυναίκας...


Μιά πονεμένη χήρα μάνα βρίσκεται σ’ ἕνα νοσοκομεῖο μέ τό δίχρονο παιδάκι της νά χαροπαλεύει ἀπό λευχαιμία. Ὁ πόνος τῆς εἶναι μεγάλος, διότι ἤδη ἔχει χάσει ἄλλα δυό παιδιά, καί τώρα ἔβλεπε νά τῆς φεύγει καί τό τελευταῖο, τρίτο βλαστάρι της. Ὅσο περνοῦσαν οἱ ὧρες, τόσο καί πιό πολύ μεγάλωνε ἡ ἀπελπισία της.
Ἦταν ἤδη 2:00 μετά τά μεσάνυκτα, ὅταν ὅλως ἐκτάκτως πέρασε ἀπό τό θάλαμο ὁ διευθυντής τοῦ τμήματος, νά δεῖ ἕνα διπλανό κοριτσάκι ‘’ἐπί πληρωμή’’ καί ἀπό παρόρμησι πρόσεξε καί τό δίχρονο παιδάκι τῆς χαροκαμένης ἐκείνης μάνας. Τό ἐξέτασε καί τῆς εἶπε: Λυπᾶμαι πολύ κυρία μου. Πάρε τό παιδάκι σου καί φύγε τώρα, γιά νά πεθάνη τουλάχιστον στήν ἀγκαλιά σου καί στό σπίτι σου.
Σάν τό ἄκουσε αὐτό ἡ δύστυχη μάνα ἀπό τό στόμα τοῦ γιατροῦ, μέ λυγμούς, τύλιξε τό παιδάκι της μέ μία κουβερτούλα, τό ἕσφιξε στήν ἀγκαλιά της καί ἔφυγε τρέχοντας. Βγῆκε στό δρόμο… Παντοῦ ἐπικρατοῦσε ἐρημιά καί ἡσυχία. Τίποτα δέν κυκλοφοροῦσε.
Σέ μία στροφή τοῦ δρόμου, βλέπει ξαφνικά μπροστά τῆς μία νεαρή σχετικά γυναίκα, περίπου 30 ἐτῶν. Μόλις εἶχε τελειώσει τή <δουλειά της>, ἦταν πόρνη.
Μόλις ἔφθασε ἡ μάνα μπροστά της, τήν σταμάτησε καί τῆς ἔβαλε μέ βία τό παιδάκι τῆς μέσα στήν ἀγκαλιά της. Ταυτόχρονα, ἔπεσε στά πόδια της καί φώναξε: Σῶσε τό παιδί μου! Σῶσε τό παιδί μουουουου!!!
Τά ἔχασε αὐτή! Πόρνη ἦταν, ἁμαρτωλή ἦταν, βυθισμένη στό βοῦρκο τῆς ἀκολασίας! Τί νά κάνει; Στά πόδια τῆς μία μάνα, στά χέρια τῆς ἕνα παιδί πού ἔσβηνε. Τό εἶδε ὅτι ἔσβηνε. Σήκωσε τά μάτια της στόν οὐρανό καί εἶπε μέ δυνατή φωνή: Τί προσευχή νά κάνω τώρα Θεέ μου; Ἐγώ εἶμαι ἁμαρτωλή, ἐγώ εἶμαι πόρνη! Τώρα μόλις ;τελείωσα τήν δουλειά μου. Ἄν δέν μ’ ἀκοῦς ἐμένα –καί δέν θά μέ ἀκούσεις, βέβαια, γιατί εἶμαι ἁμαρτωλή- ἄκουσε τουλάχιστον αὐτή τή πονεμένη μάνα.
Ἐκείνη τή στιγμή ἔγινε τό θαῦμα!!! Κατέβηκε ἕνα φῶς ἀπό τόν οὐρανό καί τό παιδί ἄνοιξε τά ματάκια του, φώναξε μανούλα μου; κι ἅπλωσε τά χεράκια του ἀγκαλιάζοντας τή πόρνη, γιατί νόμισε ὅτι αὐτή ἦταν ἡ μανούλα του. Πάρ’ τό τῆς εἶπε. Ὁ Θεός ἔκανε τό θαῦμα Του!
Ὁ Θεός ἄκουσε τή προσευχή μίας ἁμαρτωλῆς, μίας πόρνης καί ὄχι τῆς μάνας! Αὐτό συντάραξε τά λιμνάζοντα ‘’νερά’’ στή ψυχή τῆς ἁμαρτωλῆς γυναίκας, ὥστε μέ συντριβή καί μετάνοια, καί μέ ἐξομολόγηση, ὁριστικά πλέον ἄλλαξε τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας μέ τή νέα ἐν Χριστῷ ζωή. Δόξα στό Ὄνομά σου, Κύριε!

Πηγή: π. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου, Πνευματικές διαδρομές στούς μακαρισμούς
http://proskynitis.blogspot.com.eg/

Το Συναξάρι της ημέρας


Μεγάλο Σάββατο - Η ταφή του Κυρίου
Άγιος Ιάκωβος ο Απόστολος αδελφός Ιωάννου του Θεολόγου
Όσιος Κλήμης ο υμνογράφος
Άγιος Δονάτος επίσκοπος Ευροίας Ηπείρου
Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων της Αγίας Αργυρής
Άγιος Μάξιμος
Εύρεση των ιερών λειψάνων του Αγίου Βασιλέως επισκόπου Αμασείας
Ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Θεοδώρου Νεομάρτυρα του Βυζαντίου
Άγιος Erconwald επίσκοπος Λονδίνου
Άγιος Ιγνάτιος Επίσκοπος Σταυρουπόλεως
Άγιοι Ισίδωρος, Ηλίας και Παύλος οι Μάρτυρες
Άγιος Αφροδίσιος ο Ιερομάρτυρας και οι συν αυτώ τριάντα Μάρτυρες
Ανακομιδή Ιερών λειψάνων του Αγίου Νικήτα Αρχιεπισκόπου Νόβγκοροντ
Άγιος Σίμων Μητροπολίτης Μόσχας
Ανάμνηση Θαύματος Αγίου Σπυρίδωνα

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Χωρίς το φως είναι όλα σκοτεινά και χωρίς την ταπεινοφροσύνη τίποτε δεν υπάρχει μέσα στον άνθρωπο, παρά μόνο σκοτάδι.

Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ

Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Γιατί να απελπισθείς, αφού υπάρχει Θεός μακρόθυμος;


Ο Απόστολος Παύλος λέγει:
"Πολυμερώς και πολυτρόπως".
Δηλαδή κάθε άνθρωπος θα σωθεί ανάλογα
Με την προαίρεση και τον αγώνα που κάνει.
Να τηρείς τις εντολές του Θεού.
Σκάψε βαθιά μέσα σου...
Ένας νέος πήγαινε να σπουδάσει, για να γίνει σοφός
Αλλά δεν μπόρεσε.
Δυσκολεύτηκε και γύρισε πίσω.
Γυρίζοντας είδε στο δρόμο, κοντά σ' ένα χωριό
Μία γυναίκα να βγάζει νερό από ένα πηγάδι.
Πλησίασε και είδε ότι το σχοινί με τον καιρό είχε χαράξει την πέτρα.
Σκέφθηκε...
"Γιατί εγώ να μην μπορώ να γίνω σοφός";
Και πήρε την απόφαση δια να επιστρέψει και να συνεχίσει την προσπάθεια του.
Έτσι κι' εσύ, να έχεις ισχυρά θέληση, να υπομένεις και να επιμένεις στον αγώνα και θα σωθείς.
Ποτέ μην απελπίζεσαι.
Δεν υπάρχει αμαρτία ασυγχώρητη για το Θεό.
Η ευσπλαχνία και το έλεος Του είναι άβυσσος.
Η υπερηφάνεια και η απελπισία είναι από τον διάβολο.
Γιατί να απελπισθείς, αφού υπάρχει Θεός μακρόθυμος;
Και άνθρωπο να σκοτώσεις, μην απελπίζεσαι.
Πες, τώρα έγινε, δεν διορθώνεται.
Εσύ, Θεέ μου, συγχώρα με.
Η απελπισία είναι μεγάλη αμαρτία, είναι απιστία.
Τον νουν σου να έχεις εις τον Άδην, αλλά απελπισία ποτέ να μην κυριεύσει την ψυχή σου.
Ένας μοναχός, που ο διάβολος του έσπειρε λογισμούς απελπισίας, του απάντησε:
"Τι με απελπίζεις; Και στην κόλαση να πάω, πάνω από σένα θα είμαι".

http://lllazaros.blogspot.com.eg/

Τό παράδειγμα του Χριστού


Σαν πολύτιμη πνευματική κληρονομιά άφησε
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός στην Εκκλησία Του
Τη διδασκαλία, τα θαύματα
Και προ παντός, το παράδειγμά Του.
Ότι δίδαξε, το εφήρμοσε πρώτος στην επίγεια ζωή Του.
Ότι προείπε για την Εκκλησία Του
Εκπληρώθηκε πρώτα στον εαυτό Του.
Δίδαξε την αγάπη προς τους εχθρούς
Και πρώτος τήρησε αυτή την εντολή
Όταν στο αποκορύφωμα του πάθους Του
Ικέτευε τον ουράνιο Πατέρα Του υπέρ των σταυρωτών Του:
"Πάτερ, άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι" (Λουκ.23,34).
Δίδαξε την άμετρη ανεξικακία:
"Όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην" (Ματθ.5,39)
Και παραδόθηκε εκούσια στα χέρια των ανόμων Ιουδαίων.
"Ός λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει, παρεδίδου δε τω κρίνοντι δικαίως"(Α΄Πέτρου2,23).
Δίδασκε να μη φοβούμεθα
"Από των αποκτεννόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων αποκτείναι" (Ματθ.10,28)
Και δεν φοβήθηκε τους φονευτάς Του.
Ευαγγελίσθηκε την ανάσταση των νεκρών και την αιώνια ζωή, και ο ίδιος πρώτος
"Γήγερται εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο" (Α’ Κορ.15,20).
Η Ανάστασις του Κυρίου είναι η κορύφωσις του σχεδίου του Θεού για τη σωτηρία μας
Το "θαύμα" των θαυμάτων του Θεού, με το οποίο προαγγέλλεται και η ανάστασις των ανθρώπων
Που θα ακολουθήσουν το παράδειγμα Του, αφού ο Χριστός
"Έπαθεν υπέρ υμών, υμίν υπολιμπάνων υπογραμμόν ίνα επακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν αυτού" (πρβλ.Α΄Πετρ.2,21).

Αγίου Ιωάννου της Κρονστάνδης
http://lllazaros.blogspot.com.eg/

Γιατί ο Χριστός δεν άλλαξε τον Ιούδα;


Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου

«Τότε, αφού πήγε στους αρχιερείς ένας από τους δώδεκα, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, είπε, τι θέλετε να μου δώσετε για να σας τον παραδώσω;»[...]

Και ακριβώς όταν η πόρνη μετανοούσε, όταν καταφιλούσε τα πόδια του Κυρίου, τότε πρόδινε το Δάσκαλο ο μαθητής. Γι’ αυτό είπε «τότε», για να μην κατηγορήσεις για αδυναμία το Δάσκαλο, όταν βλέπεις τον μαθητή του να τον προδίνει. Γιατί τόσο μεγάλη ήταν η δύναμη του Δασκάλου, ώστε να πείθει να Τον ακολουθούν ακόμη και οι πόρνες.

Θα αναρωτιόταν όμως κανείς, Εκείνος που είχε τη δύναμη να μεταστρέφει τις πόρνες και να τις κάνει να Τον ακολουθούν, δεν κατάφερε να κερδίσει την αγάπη του μαθητή του; Είχε τη δύναμη να κερδίσει το μαθητή, αλλά δεν επιθυμούσε να τον μεταβάλει αναγκαστικά στο καλό, ούτε με τη βία να τον προσελκύσει κοντά Του. «Τότε, αφού πήγε». Και το «αφού πήγε» αυτό δεν στερείται κάποιας σημασίας. Γιατί δεν κάλεσαν οι αρχιερείς τον Ιούδα, ούτε αναγκάστηκε, ούτε υποχρεώθηκε, αλλά ο ίδιος μόνος του κι ελεύθερα γέννησε την πονηρή αυτή σκέψη κι έβγαλε αυτή την απόφαση, χωρίς να έχει κανέναν σύμβουλο σ’ αυτό το πονηρό του έργο. «Τότε, αφού πήγε… ένας από τους δώδεκα». Τι σημαίνει το «ένας από τους δώδεκα»; 
Και αυτός ο λόγος «ένας από τους δώδεκα» δείχνει πως η κατηγορία του Ιούδα είναι πολύ μεγάλη. Γιατί ο Ιησούς είχε και άλλους μαθητές, εβδομήντα συνολικά. Αλλά εκείνοι βρίσκονταν σε δεύτερη θέση και δεν απολάμβαναν τόση τιμή, ούτε είχαν τόση οικειότητα με τον Διδάσκαλο, ούτε γνώριζαν τόσο τα μυστικά Του όσο οι δώδεκα. Αυτοί προπάντων ήταν οι εκλεκτοί, αυτοί αποτελούσαν τον στενό κύκλο του Βασιλιά, αυτοί αποτελούσαν την ομάδα που ήταν κοντά στο Δάσκαλο, και από αυτήν ξεπήδησε ο Ιούδας. Για να μάθεις, λοιπόν, ότι δεν Τον πρόδωσε απλώς κάποιος από τους μαθητές Του, αλλά ένας από τους εκλεκτούς Του, γι’ αυτό αναφέρει ο Ευαγγελιστής το «ένας από τους δώδεκα». Και δε ντρέπεται ο Ματθαίος να το αναφέρει. Αλλά για ποιο λόγο να ντραπεί; Το αναφέρει για να μάθεις πως παντού και πάντα λένε οι Ευαγγελιστές την αλήθεια και δεν αποκρύπτουν τίποτα, ακόμη και αυτά που θεωρούνται αξιοκατάκριτα. Γιατί αυτά που φαίνονται πως είναι αξιοκατάκριτα, αυτά αποδεικνύουν τη φιλανθρωπία του Κυρίου. Ότι δηλαδή προσέφερε τόσα πολλά αγαθά στον προδότη, το ληστή, τον κλέφτη (τον Ιούδα) και συνέχιζε μέχρι την τελευταία στιγμή να τον έχει κοντά Του. Και μάλιστα τον νουθετούσε και τον συμβούλευε και τον φρόντιζε με κάθε τρόπο. Αν εκείνος δεν έδινε σημασία, δεν φταίει ο Κύριος. Και μάρτυρας είναι η πόρνη, και μη πολυπαίρνεις θάρρος προσέχοντας τον Ιούδα. Γιατί και τα δύο αυτά είναι ολέθρια, και το υπέρμετρο θάρρος και η απελπισία (απόγνωση). Γιατί το υπέρμετρο θάρρος κάνει να πέσει κάτω αυτός που στέκεται όρθιος, και η απελπισία εμποδίζει να σηκωθεί αυτός που έχει πέσει. Γι’ αυτό και ο Παύλος συμβούλευε λέγοντας: «Αυτός που νομίζει πως στέκεται, ας προσέχει μην πέσει».

Έχεις τα παραδείγματα και των δύο πως έπεσε δηλαδή ο μαθητής, που νόμιζε πως στεκόταν όρθιος, και πως σηκώθηκε η πόρνη που είχε πέσει. Η σκέψη μας εύκολα παρασύρεται και η θέλησή μας είναι ευμετάβλητη. Γι’ αυτό πρέπει να διαφυλάσσουμε και να οχυρώνουμε τον εαυτό μας από παντού.[...]

«Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Πες μου Ιούδα, αυτά σου έμαθε ο Χριστός; Γι’ αυτό το λόγο δεν έλεγε, «μην αποκτήσετε χρυσά νομίσματα, ούτε ασημένια, ούτε χάλκινα που να τα φυλάγετε στις ζώνες σας», θέλοντας να περιορίσει από πιο μπροστά τη φιλαργυρία σου;[...]

«Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Πολύ σκληρά είναι τα λόγια αυτά. Πες μου, μπορείς εσύ να παραδώσεις Εκείνον που συγκρατεί τα πάντα, που εξουσιάζει τους δαίμονες, που διατάσσει τη θάλασσα και είναι ο Κύριος όλων όσων υπάρχουν στη φύση; Για να περιορίσει λοιπόν τη παραφροσύνη του και για να δείξει πως αν δεν ήθελε, δεν θα προδιδόταν, άκουσε τι κάνει. Κατά την ώρα ακριβώς της προδοσίας, όταν ήρθαν εναντίον Του κρατώντας ξύλα, λαμπάδες και πυρσούς, τους λέει: «Ποιον ζητάτε;» και δεν γνώριζαν Εκείνον που επρόκειτο να συλλάβουν. Τόσο πολύ έλειπε η δύναμη από τον Ιούδα στο να παραδώσει τον Κύριο, ώστε δεν Τον έβλεπε τη στιγμή που επρόκειτο να Τον παραδώσει, ενώ ήταν παρών, και όλα αυτά τη στιγμή που υπήρχαν τόσες λαμπάδες και τόση φωτοχυσία. Αυτό βέβαια υπαινίχθηκε και ο Ευαγγελιστής λέγοντας ότι είχαν λαμπάδες και πυρσούς και δεν τον έβλεπαν. Και κάθε ημέρα του το υπενθύμιζε και με λόγια και με έργα, ότι δηλαδή δεν θα μπορέσει να Τον προδώσει στα κρυφά. Και μάλιστα δεν του έκανε (ο Κύριος) παρατηρήσεις φανερά μπροστά σε άλλους, για να μην τον κάνει πιο αδιάντροπο, ούτε πάλι αποσιωπούσε τα σφάλματά του, για να μην νομίζει ότι περνούν απαρατήρητα και επιχειρήσει άφοβα την προδοσία, αλλά διαρκώς έλεγε: «Ένας από εσάς θα με παραδώσει», δεν τον φανέρωσε όμως.

Είπε πολλά (ο Κύριος) και για την κόλαση, πολλά και για τη Βασιλεία των ουρανών και απέδειξε τη δύναμη που είχε και για τα δύο, και για να τιμωρεί τους αμαρτωλούς και για να ανταμείβει τους δικαίους. Αλλά εκείνος (ο Ιούδας) όλα αυτά τα περιφρόνησε, ο Θεός όμως δεν τον ανακάλεσε με τη βία από αυτό που αποφάσισε. Επειδή λοιπόν μάς δημιούργησε ελεύθερους να διαλέγουμε τις κακές ή τις ενάρετες πράξεις, επιθυμεί να είμαστε καλοί με τη θέλησή μας. Γι’ αυτό αν εμείς δεν θέλουμε, ούτε μας πιέζει ούτε μας αναγκάζει. Επειδή αυτός που γίνεται με τη βία ενάρετος, δεν είναι δυνατόν να είναι ενάρετος. Αφού λοιπόν κι εκείνος ήταν ελεύθερος να διαλέξει και ήταν σε θέση να μην υποστεί βία για να κλίνει προς τη φιλαργυρία, γι’ αυτό τυφλώθηκε η σκέψη του, πρόδωσε τη σωτηρία του και είπε: «Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Επικρίνοντας τη διανοητική του τύφλωση και την αναισθησία, ο Ευαγγελιστής λέει ότι την ώρα που πήγαν να συλλάβουν τον Κύριο, βρισκόταν μαζί τους και ο Ιούδας, εκείνος που είπε «τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Και όχι μόνο από αυτό είναι δυνατόν να δούμε τη δύναμη του Χριστού, αλλά και απ’ ότι μόλις Εκείνος απλώς μίλησε, απομακρύνθηκαν κι έπεσαν κάτω. Επειδή όμως ούτε μ’ αυτόν τον τρόπο δεν σταμάτησαν το επαίσχυντο έργο τους, παραδίνεται αμέσως σαν να έλεγε: Εγώ έκανα το καθήκον μου, αποκάλυψα τη δύναμή μου και απέδειξα ότι επιχειρείτε πράγματα ακατόρθωτα. Θέλησα να περιορίσω την κακία σας, αλλά επειδή εσείς δεν θελήσατε και επιμένετε στην παραφροσύνη σας, να, σας παραδίνομαι.

Τα ανέφερα όλα αυτά, για να μην κατηγορήσουν μερικοί τον Χριστό, και πουν: γιατί δεν μετέστρεψε τον Ιούδα;

http://proskynitis.blogspot.com.eg/

Ο μπάρμπα-Θόδωρος ο ανεξομολόγητος


Ονειδισμός ανεξομολογήτου

Ο μπαρμπα-Θεόδωρος ζούσε σ’ ένα χωριό του Ξηρομέρου της Αιτωλοακαρνανίας. Ήταν περίπου 52 ετών και δεν είχε ποτέ εξομολογηθή. Πήγαινε όμως στην Εκκλησία και είχε καλή προαίρεση.

Κάποτε, όταν βρέθηκε στον Αστακό, (κωμόπολη) για μία υπόθεση του, πήγε στον Ι. Ναό του αγίου Νικολάου, βρήκε τον εφημέριο π. Ιερόθεο, που ήταν και Πνευματικός, και εξωμολογήθηκε. Έκανε μια τυπική εξομολόγηση και τις βαρειές αμαρτίες δεν τις είπε. Εκείνος για να τον στηρίξη στην μετάνοια, του συνέστησε να επισκεφθή την ιερά Μονή του αγίου Γερασίμου στην Κεφαλληνία που πανηγυρίζει το καλοκαίρι στις 16 Αυγούστου.

Πράγματι, ο αείμνηστος μπαρμπα-Θεόδωρος, μετέβη με άλλους προσκυνητές στο μοναστήρι του αγίου Γερασίμου στις 15 Αυγούστου. Το απόγευμα της 15ης Αυγούστου μεταφέρουν την τιμία Λάρνακα του αγίου Γερασίμου στον μεγάλο ναό για την τελετή της πανηγύρεως. Κατά την μεταφορά η Λάρνακα του Αγίου περνά πάνω από αρρώστους, κυρίως δαιμονισμένους και την συνοδεύει ο Αρχιερεύς της περιοχής, περιστοιχούμενος από πλειάδα ιερέων της νήσου Κεφαλλονιάς. Βρέθηκε λοιπόν και ο μπαρμπα-Θεόδωρος εκεί κοντά, σαν τον Ζακχαίο, παρακολουθώντας την τελετή της μεταφοράς της τίμιας Λάρνακας του Αγίου.

Τότε λοιπόν ξεπετάχτηκε ένας δαιμονισμένος και άρχισε να λέγη: «Θόδωρε, τί θέλεις εσύ εδώ; Ήλθε και ο Θόδωρος στον Καψάλη!» (Έτσι αποκαλεί τον άγιο Γεράσιμο ο διάβολος). Μετά απευθυνόμενος σ’ έναν άλλο δαιμονισμένο του λέγει: «Θωμά, ακούς; Ήλθε και ο Θόδωρος στον Καψάλη! Δος του χαβαδάκι!». Άρχισαν, λοιπόν, να του φωνάζουν υπενθυμίζοντας και αμαρτίες, τις οποίες δεν είχε εξομολογηθή και οι οποίες ήταν θανάσιμες, ενώ αυτός ένιωθε καταντροπιασμένος.

Ακούοντας όλα αυτά ο μπαρμπα-Θεόδωρος, έντρομος έτρεξε μπροστά στην τιμία Λάρνακα και απευθυνόμενος στον αείμνηστο Αρχιερέα π. Ιερόθεο Βουή, του λέγει: «Τρελλαίνομαι, θέλω Πνευματικό να εξομολογηθώ τώρα». Τότε ο αείμνηστος Αρχιερεύς σταμάτησε την πομπή, δέχθηκε με στοργή τον μπαρμπα-Θεόδωρο και ανέθεσε σ’ ένα Πνευματικό να τον εξομολογήση κατ’ ιδίαν μέσα στον μικρό Ι. Ναό, ενώ η πομπή συνέχισε την πορεία της. Μετά οι δαιμονισμένοι δεν μπορούσαν πλέον να του πουν τίποτε, γιατί είχαν σβηστή οι αμαρτίες του με την καλή εξομολόγηση.

Αυτά τα διηγήθηκε αυτούσια ο αείμνηστος μπαρμπα-Θεόδωρος, ο οποίος από τότε άλλαξε ριζικά την ζωή του, ζώντας με συνεχή μετάνοια και τηρώντας με φόβο Θεού τις εντολές του Χριστού. Έφτασε σε ηλικία 95 ετών και απεβίωσε εν ειρήνη και μετανοία την 23η Απριλίου 2000. Αιωνία του η μνήμη. Αμήν.

«Ασκητές μέσα στον κόσμο»
http://proskynitis.blogspot.com.eg/

Η πηγή με τα δύο νερά είναι ο άνθρωπος


Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

 Με το ένα νερό ζωντανεύει, με το άλλο νεκρώνει. Μ’ ένα πλένει, με το άλλο λερώνει. Και τα δύο νερά ρέουν ἀπό το ίδιο στόμα. Ο ἂνθρωπος μπορεῖ με το στόμα να παινεύη την αρετή, αλλά μπορεί και να τη μαλώνη, μπορεί να δοξάζη τον Θεό, αλλά μπορεί και να Τον υβρἰζη, μπορεί να σηκώση τον πεσμένο, αλλά μπορεί και να ρίξη τον όρθιο, μπορεί να ενθαρρύνη, αλλά μπορεί και να αποδυναμώση, μπορεί να οδηγήση, αλλά μπορεί και να αποπλανήση.

Στο βιβλίο του σοφού γιού του Σειράχ είναι γραμμένο: «Εὰν φυσήσης εις σπινθήρα, εκκαήσεται και εάν πτύσης επ’ αυτόν, σβεσθήσεται͘ και αμφότερα εκ του στόματος σου εκπορεύεται» (Σοφ. Σειρ.28,12).
 Η Μαρία, αδελφή του Μωυσή, έψελνε δοξολογία στον Θεό όταν έσωσε τον λαό Του και βύθισε τον Φαραώ λέγοντας: «Άσωμεν τω Κυρίω, ενδόξως γαρ δεδόξασται» (Εξ. 15, 21). Η ίδια Μαρία αργότερα αυθαδίαζε εναντίον του αδελφού της Μωυσή από. Και γι’ αυτό τιμωρήθηκε από τον Θεό, και έγινε λεπρή. Βλέπετε, πως από ένα στόμα βγαίνει και το καλό και το κακό;

Γι’ αυτό, χριστιανέ, να είσαι συνεπής στο καλό. Και όταν βλέπεις τον δίκαιο, μην σβήνεις με το φτύσιμο τη δικαιοσύνη του, αλλά φύσα και αναζωπύρωσε τη θεϊκή σπίθα μέσα του, ώστε να είναι όσο περισσότερο γίνεται φωτεινότερη.

Και όταν βλέπεις ότι ο αμαρτωλός μετανοεί, μην αναφέρεις τις αμαρτίες για τις οποίες μετανόησε εκείνο πού αυτός πετά από πάνω του, τα κουρέλια της αμαρτίας, μην τα πετάς πάλι επάνω του διότι ἡ αμαρτία του θα πέση πάνω σου και θα δικαστής σαν να την έκανες εσύ και όχι αυτός. Μην λερώνεις εκείνον πού άρχισε να πλένεται, αλλά βοήθησέ τον να πλυθή. Μην φοβερίζεις εκείνον πού κατευθύνθηκε στον δρόμο της αρετής, αλλά ενθάρρυνέ τον. Αφού σύμφωνα με αυτά πού βγαίνουν από το στόμα σου σ’ αυτόν τον κόσμο, θα δικαστείς στη φοβερή δίκη του Θεού.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς,
Από το  βιβλίο: Δεν φτάνει μόνο η πίστη… Ιεραποστολικές επιστολές Β΄
http://proskynitis.blogspot.com.eg/

Η εμπειρία της Μεγάλης Εβδομάδας.


Mια ακόμα «Μεγάλη Εβδομάδα» μας προκαλεί να αναμετρηθούμε με τη μεγαλοσύνη της, να γνωρίσουμε το Θεό καλλιεργώντας μια σχέση μαζί Του. Να φτάσουμε στη μεγάλη γιορτή.

......Αλήθεια πώς γεννιέται μια γιορτή; Κάποιος κάποτε αποφάσισε όλοι την τάδε μέρα να γιορτάσουν ; Όχι δεν νομίζω να συνέβη έτσι. Η χαρά δεν προαποφασίζεται, η χαρά ξεσπάει και γίνεται έκρηξη, ντύνει ξαφνικά τη ζωή στα γιορτινά και μεταμορφώνει την καθημερινή πραγματικότητα.

Η γιορτή γεννήθηκε όταν τα ερωτήματα των ανθρώπων για το νόημα για το σκοπό, για την ουσία της ζωής απασχολούσαν κατά κύριο λόγο τον άνθρωπο. Και γιορτή ήταν το Ευαγγέλιο: ένα συναρπαστικά ευφρόσυνο μήνυμα. Το μήνυμα έλεγε ότι χαρίστηκε στους ανθρώπους η δυνατότητα της νίκης καταπάνω στο θάνατο.
Τώρα η ζωή δεν είναι οκτάωρο, λίγος χρόνος διασκέδασης, ετήσιο εισόδημα, ετήσιες δαπάνες, συνταξιοδότηση και τελικά δύο ημερομηνίες, γεννήσεως και ταφής. 
Εμείς όμως, πώς προσεγγίζουμε αλήθεια αυτό το μήνυμα. 

Ακούμε, «Ο Θεάνθρωπος Χριστός σταυρώθηκε για μας, δέχθηκε τον θάνατο για να μας σώσει από την αμαρτία, ανέστη από των νεκρών για να μας χαρίσει την αιώνια ζωή».
Ποια πραγματικότητα αντιπροσωπεύει άραγες για τον σημερινό άνθρωπο κάθε μια από αυτές τις λέξεις, σε τι χειροπιαστό παραπέμπουν αν αφαιρέσουμε εξοικείωση που έχουμε με το περίεργο πραγματικά νόημά τους;

Το μόνο που εμπειρικά καταλαβαίνουμε είναι μόνο η λέξη θάνατος. Ξέρουμε αυταπόδεικτα ότι ο άνθρωπος πεθαίνει. Ότι θα έρθει για τον καθένα μας η στιγμή του τέλους δεμένη με τη φυσική αγωνία και φόβο για το άγνωστο ή για το μηδέν. Αυτή είναι η τραγική βεβαιότητα που αντιλαμβανόμαστε, δεν είναι κάποια «πεποίθηση» ούτε ψυχολογική υποβολή.

Η Μεγάλη Εβδομάδα μας δίνει την ευκαιρία της εμπειρικής ψηλάφησης της εμπειρικής κατανόησης του όντως υπαρκτού και όντως πραγματικού του πραγματικά πραγματικού. Μας δίνει την ευκαιρία να γνωρίσουμε τον Θεό καλλιεργώντας μια σχέση μαζί Του, όχι κατανοώντας Τον σαν έννοια . 
Έτσι και στην εμπειρία της Μεγάλης Εβδομάδας, στην εκκλησιαστική εμπειρία γενικότερα, είναι η σχέση με τον κόσμο της ποίησης και των συμβόλων, της εικόνας και της δραματουργίας, της νηστείας και της κάθαρσης, που μας εισάγει εμπειρικά στη γνώση. Στη γνώση που προκύπτει από την ανταπόκριση μας στον έρωτα του Θεού για τον κάθε άνθρωπο.

Δεν είναι βιαστής της ελευθερίας και της προσωπικής ακεραιότητας του ανθρώπου ο Θεός, είναι Νυμφίος. 

Απομένει στον άνθρωπο η ελεύθερη αγαπητική συγκατάθεση για να εισέλθει στο χώρο (Νυμφώνα) της ακατάλυτης από το θάνατο ζωής 
Αυτό που ζητάει ουσιαστικά ο Θεός από τον άνθρωπο δεν είναι ούτε τα ατομικά κατορθώματα ούτε οι αξιομισθίες αλλά μια κραυγή εμπιστοσύνης και αγάπης από τα βάθη της αβύσσου μας, ή ακόμα, ίσως, μια στιγμή ανάνηψης και αγωνίας μέσα από τον κλειστή και καλοασφαλισμένη αντίληψη της ευτυχίας μας.

Το μήνυμα είναι άμεσο μέσα από κάθε φάση της ζωής της Εκκλησίας, σε κάθε μέρα της Μεγάλης Εβδομάδας. Δεν είναι μήνυμα ηθικό. Η Ηθική και η Θρησκεία εμφανίζονται από τη στιγμή που έχει καταλυθεί η οργανική και άμεση σχέση του ανθρώπου με το Θεό, είναι η προσπάθεια να αναπληρωθεί η απουσία σχέσεως με πράξεις εξιλεώσεων, είναι τα αποτελέσματα της πτώσης του ανθρώπου, της προσπάθειάς του να αυθυπάρξει (της απόφασής του να διακόψει τη σχέση μαζί Του).

Μεγάλη Εβδομάδα. Με ποιες εμπειρίες αλλά και με ποια γλώσσα να μιλήσουμε οι άνθρωποι της σημερινής εποχής, για το μυστήριο του Σταυρού του Χριστού; Τα όσα άρρητα κατορθώνει να πει η Εκκλησία στις ακολουθίες της με την ποιητική Θεολογία των Βυζαντινών, μοιάζουν ακατανόητα για την «κοινωνία της αφθονίας», την κοινωνία με μοναδικό στόχο την ευζωία, την κοινωνία με τη λογική των πέντε αισθήσεων. Είναι μωρία σύμφωνα μ’ αυτήν τη λογική η Σταυρική Θυσία και η Ανάσταση που την ακολουθεί.

Στον δικό μας τόπο και στη δική μας ελληνική παράδοση αυτή η πίστη στη Ανάσταση, η αναφορά σε έναν Θεό όχι τιμωρό και δικαστή, αλλά μανικό εραστή και Νυμφίο του ανθρώπου, ήταν ο άξονας που οργάνωνε τη ζωή και τη συνοχή της κοινωνίας. Αυτή η πίστη έδινε ταυτότητα στον Έλληνα.

Ας θυμηθούμε το πρώτο Σύνταγμα της Επιδαύρου το 1822. Μόλις έστησαν ελεύθερη πατρίδα αυτοί οι μαρτυρικοί αγωνιστές, θέλησαν να ορίσουν στο Σύνταγμα ποιος είναι ο Έλληνας πολίτης του νεοσύστατου κράτους. Και δεν είχαν αλλού να εντοπίσουν την ελληνική ιδιότητα παρά μόνο στην πίστη: «Όσοι αυτόχθονες κάτοικοι της Επικρατείας της Ελλάδος πιστεύουσιν εις Χριστόν, εισίν Έλληνες». Αν ξαναφέρναμε στο Σύνταγμα σήμερα αυτόν τον ορισμό του Έλληνα, με πόσους πολίτες θα απόμενε αυτή η δύσμοιρη η πατρίδα;
Η Ανάσταση δεν είναι σύμβολο αλλά γεγονός. Ναι μπορεί ο άνθρωπος να αντλεί την ύπαρξη όχι από τη θνητή φύση αλλά από τη σχέση με το Θεό. Μπορεί ο άνθρωπος να ελπίζει.
Αυτή την ελπίδα ψηλαφούμε στον Αναστάσιμο όρθρο, άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, μα την ψηλαφούμε όλοι, άξιοι και ανάξιοι, δίκαιοι και άδικοι, πιστοί και άθεοι, τελώνες και άγιοι. Εκεί, στο πανηγύρι της Ανάστασης, όπου πρώτοι και έσχατοι, πλούσιοι και πένητες, εγκρατείς και ράθυμοι, τρυφούν οι πάντες. Ο οικοδεσπότης λέει: εισέλθετε». Αυτός καλεί και Αυτός δέχεται τον έσχατο …. και τον πρώτον … και τον ύστερον ελεεί και τον πρώτον θεραπεύει, κακείνω δίδωσι και τούτω χαρίζεται,και τα έργα δέχεται, και την γνώμην ασπάζεται, και την πράξιν τιμά και την πρόθεσιν επαινεί., ουκούν, εισέλθετε πάντες». 

Bιβλιογραφία ΄΄Εορτολογικά Παλινωδούμενα΄΄
ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ
http://proskynitis.blogspot.com.eg/

Μεγάλη Παρασκευή


Την Παρασκευή, στέλνεται ο Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας, Πόντιο Πιλάτο.

Αυτός, αφού τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δύο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο, και αφού μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί.

Από εκεί και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σαν σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι. 

Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς το Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης, και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δύο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στο Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή. 

Γύρω στην ένατη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει : «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφαζόταν, σύμφωνα με το νόμο, ο πασχάλιος αμνός, ο οποίος καθιερώθηκε ως έθιμο στους Ιουδαίους, προ-τυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό.

 Τον δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως, ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται την ακήρατη πλευρά Του και ρέει απ’ αυτήν αίμα και νερό. 

Τέλος, κατά την δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δύο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιό του μεγάλο λίθο.

Από τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.

http://inpantanassis.blogspot.com.eg/

Καιρός προσευχῆς


Ἡ προσευχή, ἡ λειτουργικὴ καὶ ἡ κατ’ ἰδίαν, εἶναι κάτι πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὴν ἀπαγγελία μερικῶν εὐχῶν ἢ τὴν ἀπαρίθμηση αἰτημάτων.

Φαίνεται ἴσως παράδοξο, ὅμως στὴν προσευχὴ πρέπει νὰ μάθουμε λιγότερο νὰ μιλᾶμε καὶ περισσότερο νὰ ἀκοῦμε. Ἐκεῖνο ποὺ ἔχει πρωταρχικὴ σημασία εἶναι νὰ σταθοῦμε ἀπέναντι στὸν Θεὸ μὲ ἀνεπιτήδευτη ἁπλότητα καὶ εἰλικρινῆ ταπείνωση. Νὰ γίνουμε ὁλόκληροι μία χρυσὴ πληγὴ ποὺ κέντησε ἡ ἀγάπη Του. Ἕτοιμοι νὰ δεχθοῦμε ὅ,τι μᾶς φέρει ὁ λόγος ἢ ἡ σιωπή Του. Ἐκεῖ, στὴν βαθεία καρδία, μᾶς ἐπισκέπτεται ὁ Θεός, ἐκεῖ μᾶς λέει, Ἰδού, ἐγὼ εἰμι.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος λέει πὼς ὅταν ξεκινᾶς νὰ σταθεῖς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἂς εἶναι ὁ χιτώνας τῆς ψυχῆς σου ὑφασμένος ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τὸ νῆμα τῆς ἀμνησικακίας. Εἰδεμὴ τίποτε δὲν πρόκειται νὰ ὠφεληθεῖς ἀπὸ τὴν προσευχή σου. Χωρὶς τὴν διάθεση νὰ ἀγαπήσουμε τοὺς ἄλλους, ἡ προσευχή μας θὰ εἶναι μία φαρισαϊκὴ παγίδα καὶ θὰ μᾶς περιχαρακώνει στὸν ἐγωισμό, τὴν ὑπερηφάνεια, στὸν ἀτομισμό μας.

Ἀκόμη κι ἂν βλέπουμε τὸν ἑαυτό μας μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ἂς μὴ διστάζουμε νὰ προσευχηθοῦμε. Καὶ τὸ ἀπεγνωσμένο ψέλλισμα τοῦ πιὸ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου...προσευχὴ εἶναι. 

Ἄλλωστε ἡ συναίσθηση τῆς ἀνεπάρκειάς μας εἶναι ὁ μισὸς δρόμος τῆς ἐπιστροφῆς. Ἡ πτωχὴ τῷ Πνεύματι ψυχὴ εἶναι αὐτὴ ποὺ γνωρίζει τὰ τραύματά της, ἀναγνωρίζει τὸ σκοτάδι της καὶ ἐπιζητᾶ συνεχῶς τὴν ἐπίσκεψη τοῦ καλοῦ ἰατροῦ. Ἂν λοιπὸν ἡ τραυματισμένη ψυχὴ δὲν εὐχαριστεῖται στὶς πληγές της καὶ δὲν συνευδοκεῖ στὴν ἁμαρτία της, ἔρχεται ὁ Χριστὸς καὶ τὴν φροντίζει καὶ τὴν ἀποκαθιστᾶ ὑγιῆ καὶ κάτι περισσότερο. Ἂς μὴ λησμονοῦμε ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου ἡ δική μας φύση ἔχει θεωθεῖ. «Και ἐκ τοῦ πληρώματος αὐτοῦ πάντες ἐλάβομεν» (Ἰω. 1,16).

Τί μπορεῖ ἢ τί πρέπει νὰ λέει κάποιος στὴν προσευχή του; Στὴ συνομιλία μὲ τὸν Θεὸ δὲν ὑπάρχει πρωτόκολλο. Ἀρκεῖ κανεὶς νὰ ἑνώνει στὴν προσευχὴ τὸν νοῦ μὲ τὴν καρδιά. Ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: 

Κάτωθεν ἀπὸ τῆς καρδίας ἔλκυσον φωνήν. Ἰδιαίτερα ἀποτελεσματικὴ εἶναι ἡ συνεχὴς ἐπανάληψη τῆς μονολόγιστης εὐχῆς: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με. Μία προσευχὴ-σιωπή, ποὺ δὲν χρειάζεται πολλὰ λόγια οὔτε ἀπομνημόνευση. Ἐφόσον λέγεται μὲ τὴν ἀνάλογη διάθεση, θὰ μάθει σιγὰ σιγὰ τὴν καρδιὰ νὰ εὔχεται ἀδιαλείπτως, καὶ ὁ ἄνθρωπος θὰ ἐφαρμόσει τὴν προτροπὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου, «Εἴτε οὒν πίετε εἴτε ἐσθίετε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε».

Ὅταν ὅμως ἡ ψυχὴ μας εἶναι δεμένη μὲ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου, ὅταν ἡ εἰρήνη καὶ ἡ χαρὰ μας ἐξαρτῶνται ἀπὸ τὴν κοσμικὴ ἐπιτυχία, ἐλάχιστα μποροῦμε νὰ ἐλπίσουμε καὶ νὰ στηριχθοῦμε στὸν Θεό. Ὁ ὑλιστὴς εἶναι κλεισμένος στὸν ἑαυτό του, καὶ δὲν ἡσυχάζει οὔτε κι ἂν ἀποκτήσει ὅλο τὸν κόσμο. Δὲν μπορεῖ νὰ προσευχηθεῖ ἀληθινά, διότι τὸ πνεῦμα του ἀτροφεῖ, οὔτε μπορεῖ νὰ ἀγαπήσει, διότι βλέπει τοὺς ἄλλους ὡς ἀπειλῆ γιὰ τὴν εὐμάρειά του.

Ἡ προσευχὴ εἶναι ἔργο ὁλόκληρής της Ἐκκλησίας, ἡ εὐγενέστερη ἐκδήλωση τῆς ἐν Χριστῷ ἀγάπης. Τῆς διπλῆς ἀγάπης, ποὺ ἡ μία της πλευρὰ βλέπει πρὸς τὸν Θεὸ καὶ καθρεφτίζει τὴν εἰκόνα Του, καὶ ἡ ἄλλη πρὸς τοὺς ἀδελφούς, στὸν καθένα ἐκ τῶν ὁποίων ἀναγνωρίζει αὐτὴ τὴν εἰκόνα.

Ἐμεῖς οἱ μοναχοὶ τὴν ἡμέρα ἐργαζόμεθα, ἀποφεύγοντας τὴν ἔξοδό μας ἀπὸ τὴν πύλη τῆς Μονῆς. Τὴ νύχτα, ὅμως, καὶ στὸ κελλί μας καὶ στὸ καθολικό, ταξιδεύουμε στοὺς δρόμους τῶν πόλεων, στὰ χωριά, στὶς ἐρήμους καὶ τὶς θάλασσες, ἀπὸ ὅπου συνάγουμε ὅλο τὸν ἀνθρώπινο πόνο καὶ τὸν ἀναφέρουμε στὸν Θεό.

Ἡ προσευχὴ εἶναι πρόξενος ὅ,τι καλοῦ. Εἶναι δῶρο καὶ προνόμιο ἀναφαίρετο, δικαίωμα ποὺ μᾶς ἔδωσε ὁ Θεὸς νὰ ἀντλοῦμε ἀενάως ἀπὸ τὴ ζωή, τὴ ζωὴ ποὺ ὑπερβαίνει καὶ νικᾶ ὅλες τὶς μορφὲς τοῦ κακοῦ, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου ποὺ γνωρίζουμε καὶ ἀντιμετωπίζουμε στὸν κόσμο τοῦτο.

Σήμερα, τώρα καὶ πάντα, εἶναι καιρὸς προσευχῆς.

Ἀπόσπασμα Ὁμιλίας Ἀρχιμανδρίτου Χριστοδούλου, 
Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Κουτλουμουσίου Ἁγίου Ὅρους
http://inpantanassis.blogspot.com.eg/

Το Συναξάρι της ημέρας


Μεγάλη Παρασκευή - Τα άγια πάθη του Κυρίου
Άγιοι Ιάσονας και Σωσίπατρος οι Απόστολοι
Αγία Κέρκυρα η Μάρτυρας
Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης Μητροπολίτης Θηβών
Άγιοι Ευσέβιος, Ζήνων, Βιτάλιος και Νέων
Άγιοι Επτά Μάρτυρες Σατορνίνος, Ιακισχόλος, Φαυστιανός, Ιανουάριος, Μαρσάλιος, Ευφράσιος και Μάμμινος
Άγιοι Κυντιανός και Αττικός
Άγιος Χριστόδουλος ο Αιθίοψ
Άγιοι Αγάπιος και Σεκουνδίνος οι Ιερομάρτυρες και οι συν αυτοίς Τέρτουλα και Αντωνία οι Παρθένες, ανωνύμου Μάρτυρος μετά των δύο τέκνων αυτής
Άγιος Βασίλειος ο Θαυματουργός εκ Σερβίας

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Είναι καλύτερο για μάς να περιφρονούμε όσα δεν είναι δικά μας, δηλαδή τα πρόσκαιρα και τα παροδικά, και να ζητούμε τα δικά μας, δηλαδή τα άφθαρτα και τα αιώνια.

Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ

Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

ΕΞΙ ΑΘΩΩΣΕΙΣ ΕΝΑΣ ΣΤΑΥΡΟΣ!


Του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών, κ. Παναγιώτη Αγγελόπουλου | Romfea.gr

Ευχαριστώ, για την τιμητική πρόσκληση που μού έγινε, από τον Ταξίαρχο κ. Ιωάννη Χουζούρη και τους συνεργάτες του, στη Δ/ση της Σχολής, να απευθυνθώ στην εκλετή ομήγυρη σας, προκειμένου να προσεγγίσομε, από νομική άποψη, όσα αναφέρονται, στην Αγία Γραφή και στην Ι. Παράδοση, για τη Σταυρική Θυσία του Κυρίου.!

«Εμοί δε μη γένοιτο καυχάσθαι, ειμή εν τω Σταυρώ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού» έγραφε ο Απόστολος Παύλος στους Γαλάτες (Στ΄ 11-18)

1. Το κλίμα πρίν τη δίκη του Χριστού

α. Στην πορεία της ανθρωπότητος έχουν γίνει πολλές δίκες, έχουν επιβληθεί ποινές, και έχουν σταυρωθεί πολλοί άνθρωποι. Ο ΣΤΑΥΡΟΣ όμως, που σφράγισε την σωτήρια πορεία της ανθρωπότητος, είναι ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ. Τι όμως έγινε τότε στη Γεθσημανή, στο Μέγα Συνέδριο, στο Πραιτώριο, στον Βασιλέα Ηρώδη, στον Γολγοθά ή Κρανίου τόπο;

Θα δούμε, γιατί ο Σταυρός του Χριστού διαφέρει, από όλους τους άλλους σταυρούς της ιστορίας, και από τιμωρητικό όργανο και σύμβολο ατιμίας, έγινε «Τίμιο Ξύλο» και «όπλον κατά του Διαβόλου». «Τρέμουν οι δαίμονες, επειδή οι άλλοι άνθρωποι πέθαναν στο σταυρό εξαιτίας των αμαρτιών τους, ο Χριστός όμως, πέθανε για τις ξένες αμαρτίες». Γράφει για τον Τίμιο Σταυρό, ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων[1] (Κατήχηση Φωτιζομένων, ΙΓ΄, σελ. 353). Ο Τίμιος Σταυρός είναι το όπλο και το καύχημα μας «φρίττει γαρ και τρέμει, μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν» ο διάβολος.

β. Στο υπό Ρωμαϊκή κατοχή κράτος του Ισραήλ. Ηρωδιανοί, Σαδδουκαίοι, Φαρισαίοι άρχοντες, ενηλάσσοντο στην εξουσία, με το αζημίωτο, έναντι του Ρωμαίου κατακτητή. Κατά τον αείμνηστο Μητροπολίτη Φλωρίνης, Αυγουστίνο[2], τι έκαναν όλοι αυτοί; «Κάθονταν και ψιλοκοσκίνιζαν το νόμο του Μωϋσέως και λεπτολογούσαν γύρω από τις διατάξεις των ραβίνων. Έτσι είχαν φτιάξει εκατοντάδες εντολές, ένα πλήθος διατάξεις, ολόκληρο κατάλογο εντολών, 618 και πλέον εντολές!» Ή πολυνομία όμως, και οι αμέτρητες εντολές είχαν επιφέρει σύγχυση, καταπίεση, φόβο και προβλήματα στο λαό.

γ. Τους Εβραίους αυτούς Άρχοντες, προβλημάτιζαν τα θαύματα του Ιησού, και τα, πάντοτε επίκαιρα, «ΟΥΑΙ». Αφορμή, να ξεχειλίσει το ποτήρι του μίσους και της οργής τους, υπήρξεν η ανάσταση του Λαζάρου. Αυτή θορύβησε και προβλημάτισε έντονα, την Εβραϊκή ελίτ, γιατί πολλοί Ιουδαίοι επίστευσαν στον Χριστό. Γράφει γι’ αυτή τους την αγωνία, ο ευαγγελιστής Ιωάννης: «….. Τι ποιούμεν, ότι ούτος ο άνθρωπος πολλά σημεία ποιεί; Εάν αφώμεν αυτόν ούτω, πάντες πιστεύσουσιν εις αυτόν, και ελεύσουσιν οι Ρωμαίοι και αρούσιν ημών και τον τόπον και το έθνος...» Συνεδρίασαν και διηρωτώντο. Τι θα κάνομε; Αυτός κάνει θαύματα. Αν τον αφήσουμε έτσι, όλοι θα πιστέψουν σ’ Αυτόν. Εμείς θα χάσουμε την εξουσία και οι Ρωμαίοι, θα μας πάρουν, και τον τόπο και το έθνος. Εσκέπτοντο μάλιστα, να σκοτώσουν τον αναστημένο Λάζαρο, που ήταν η αιτία του κακού, που τους βρήκε. «Εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν....» (Ιω. ιβ΄10) Εξαιτίας του απειλείται η εξουσία τους!....«... Εις δε τις εξ αυτών Καϊάφας[3], αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου, είπεν αυτοίς …. ότι συμφέρει ημίν ίνα εις άνθρωπος αποθάνη υπέρ του λαού και μη όλον το έθνος απόληται.» (Ιω. ια΄ 47-50) Μας συμφέρει να θανατώσουμε τον Ιησού, για τη σωτηρία του Λαού και, για να μη χαθεί όλο το έθνος. Κανείς από το Συνέδριο δεν αντιδρά, κανείς δεν ερωτά, κανείς δεν ερευνά, γιατί συνεδριάζουν νύχτα, και, γιατί να φονεύσουν τον Ιησού; Τους ενδιέφερε άραγε ο λαός; Σαφώς όχι! Η δική τους εξουσία και τα προνόμια! Γι’ αυτή τους τη συμπεριφορά ο Ιησούς τους ονόμασε «όφεις, γεννήματα εχιδνών!» (Ματθ. κγ΄ 33)

2. Η σύλληψη του Ιησού.

α. Είναι βράδυ και ο Χριστός, πήγε μαζί με τους μαθητές του, στο Όρος των ελαιών και, όπως συνήθιζε, μπαίνει σ’ ένα κήπο «πέραν του χειμάρρου των κέδρων», (Ιωαν. ιη΄ 1) κοντά στη Γεθσημανή[4], και εκεί, «απεσπάσθη απ’ αυτών ωσεί λίθου βολήν, και θείς τα γόνατα προσηύξατο» (Λουκ. κβ΄ 39-46) Μακριά από τους μαθητές του, όσο μία πετριά. Εκεί «έπεσεν επί πρόσωπον επί της γής και προσηύχετο ίνα, ει δυνατόν εστί, παρέλθει απ’ αυτού η ώρα....» (Μάρκ. ιδ΄ 32-42). Μαζί του πήρε μόνο τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, τους υιούς Ζεβεδαίου, «Και γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο, εγένετο δε ο ιδρώς αυτού ωσεί θρόμβοι αίματος, καταβαίνοντες επί την γην» (Λουκ.22, 44). Ο ιδρώτας πότιζε τη γή σαν σταγόνες αίματος. «χαρά στο χόρτο πώλαχε να πιεί σε τέτοια βρύση» για να θυμηθούμε τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη[5]. Βασικό αίτημα της προσευχής του: «...τήρησον αυτούς Πάτερ ίνα ώσιν έν καθώς ημείς...Ους δεδωκάς μοι εφύλαξα και ουδείς εξ αυτών απώλετο, ειμή ο υιός της απωλείας.....» Φύλαξέ τους να είναι ένα όπως Εμείς. Ποιούς να φυλάξει; Τους μελλοντικούς σταυρωτές Του, αυτούς που ψώμισε στην έρημο και για χάρη τους έσχισε την Ερυθρά Θάλασσα στα δύο, και τώρα τον συνέλαβαν ως κακούργο για να τον δικάσουν!

β. Στον ίδιο χρόνο οι μαθηταί κοιμούνται. Με παράπονο ο Χριστός τους ξυπνά: «ουκ ισχύσατε μίαν ώραν γρηγορήσαι μετ’ εμού; ......καθεύδετε το λοιπόν και αναπαύεσθε! Ιδού ήγγικεν η ώρα και ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις χείρας αμαρτωλών εγείρεσθε άγομεν ιδού ήγγικεν ο παραδιδούς με.» (Ματθ. κστ΄ 36-46).Δεν αντέξατε να μείνετε μία ώρα ξύπνιοι μαζί μου; Έφθασε η ώρα! Και όντως είχε ήδη φθάσει, ο προδότης των αιώνων, ο Ιούδας, με στρατιώτες του Συνεδρίου και όχλο, «μετά μαχαιρών και ξύλων» (Ματθ. κστ΄ 47), και με φίλημα παρέδωσε τον Ιησούν. Από τη στιγμή αυτή αρχίζει το Θείο δράμα. Ο άνθρωπος «εν τιμή ων ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς» διαβάζομε, στον 48ο ψαλμό, στο στιχ. 13. Πλασμένος από τον ίδιο το Θεό ο άνθρωπος δεν ένοιωσε την Ιδιαίτερη τιμή της δημιουργίας του. Έγινε ό, τι και τα ά-λογα κτήνη. Έγινε ένα μ’ αυτά. Δέσμευσε τον Πλάστη και Δημιουργό του και ετοιμάζεται να τον δικάσει!!!

3. Τα πρόσωπα της δίκης ή αλλοιώς οι δικασταί

α. Ο Άννας ήτο τέως Αρχιερέας και πενθερός, του Καϊάφα, του Αρχιερέα. Σ’ αυτόν προσήχθη, μετά τη σύλληψή του ο Ιησούς. Η προσαγωγή αυτή, αποτελεί ευθεία παραβίαση της δικονομικής τάξεως και των δικαιωμάτων του συλληφθέντος. Ο Χριστός δεν προσήχθη στο Δικαστήριο, όπως θα έπρεπε, αλλά πρώτα, στον Αρχιερέα Άννα, που δεν είχε κανένα θεσμικό ρόλο, και εν συνεχεία στον γαμπρό του Αρχιερέα, Καϊάφα.

β. Το Ανώτατο Εβραϊκό Δικαστήριο των Ιουδαίων, ήτο το Μέγα Συνέδριο[6] Μεγάλο Σανχεντρίν. Είχε όλες τις εξουσίες, για τους εβραίους πολίτες, και είχε την έδρα του στην Ιερουσαλήμ. Απετελείτο από 70 και κατ’ άλλους, από 120 μέλη. Προηδρεύετο από τον Αρχιερέα, ανώτατο πνευματικό και διοικητικό αρχηγό του Ισραήλ. Είχε δύο αντιπροέδρους και στις διαταγές του, την «κουστωδία», εθνική αστυνομική δύναμη, με στρατιωτική δομή. Το σύνολο σχεδόν των δικονομικών κανόνων, του Μ. Συνεδρίου, προσδιορίζεται στα βιβλία, Δευτερονόμιο και Λευιτικό, της Π. Διαθήκης.[7]. Η θανατική ποινή προεβλέπετο, για αρκετά αδικήματα, (πορνεία, μοιχεία, ανυπακοή στους γονείς) αλλά, σπανίως επεβάλλετο. Οι θανατικές καταδίκες, έπρεπε να επικυρωθούν, από τη Ρωμαϊκή εξουσία

γ. Η εκτέλεση της θανατικής ποινής εγίνετο με διάφορους τρόπους. Ο πλέον εξευτελιστικός και βασανιστικός, ήτο ο σταυρικός θάνατος, ενώ συνηθέστερος τρόπος θανάτωσης, ήτο o λιθοβολισμός, και ολιγότερον η πυρά. Πλήθος οι δούλοι και οι αντίπαλοι των αυτοκρατόρων, που σταυρώθηκαν στη Ρώμη. Η Αππία οδός, που οδηγούσε στη Ρώμη, ήτο ο συνήθης τόπος, όπου τοποθετούσαν τους εσταυρωμένους καταδίκους, προς παραδειγματισμό. Το αποδίδει θαυμάσια ο σκηνοθέτης στην ταινία «ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ», που αναφέρεται στο κίνημα των δούλων[8] όπου μετά την καταστολή του σταυρώθηκαν 6.000 δούλοι. Οι σταυροί ενεπάγησαν, σε όλη την έκταση, από το Μπρίντιζι, έως τη Ρώμη. Οι Ρωμαϊκές Λεγεώνες νίκησαν τους επαναστατημένους, στη Λουκανία, στη Νότια Ιταλία, άνοιξη του 71 π. Χ.

4. Επί της διαδικασίας

Α. Τόσο στο Ρωμαϊκό, όσο και στο Εβραϊκό δίκαιο, ο Κατηγορούμενος, είχε δικαίωμα: α) να μιλήσει, β) να καλέσει μάρτυρες και γ) να τύχει καλής μεταχειρίσεως, κατά τη διάρκεια της δίκης. Παράλληλα δ) μέχρι την τελική του καταδίκη, εθεωρείτο αθώος. Κατά τις μαρτυρίες των ιστορικών συγγραφέων, της εποχής, για τα συμβαίνοντα στην ακροαματική διαδικασία, δεν ετηρούντο πρακτικά, αλλά για την καταδίκη εξεδίδετο γραπτό διάταγμα[9].

Σ’ αυτό κατεχωρίζοντο τα στοιχεία του κατηγορουμένου, η κατηγορία, η ημέρα που δικάστηκε και η απόφαση του Συνεδρίου. Διάταγμα καταδίκης του Χριστού πάντως, από το Μέγα Συνέδριο, δεν έχει βρεθεί. Έχει βρεθεί μόνο κείμενο της επικυρωτικής αποφάσεως του Πιλάτου, για την σταύρωση του Χριστού, που ζήτησαν οι Εβραίοι[10]. Η απόφαση δεν μπορούσε να στηριχθεί στην ομολογία του κατηγορουμένου, αλλά μόνο στις μαρτυρίες. Σήμερα η ομολογία του κατηγορουμένου γίνεται δεκτή, σαν αποδεικτικό μέσο, σύμφωνα με την ισχύουσα ποινική δικονομία (άρθρο 178 εδ. δ΄).

ε) Η δίκη έπρεπε να διεξαχθεί ημέρα, με ανοικτές τις πόρτες, ενώπιον του λαού, και, όχι νύχτα, και χωρίς ακροατήριο, όπως έγινε. Άρχιζε με τους μάρτυρες υπερασπίσεως και ακολουθούσαν, τουλάχιστον δύο μάρτυρες κατηγορίας. Οι μάρτυρες έπρεπε να δώσουν, χωριστά ο καθένας, συγκεκριμένη και ταυτόσημη μαρτυρία, κρατώντας το δεξί τους χέρι, πάνω στο κεφάλι του κατηγορουμένου. Σε περίπτωση θανατικής καταδίκης, έπρεπε να συμμετέχουν στην εκτέλεση και να ρίξουν τις πρώτες πέτρες, εάν η θανάτωση εγίνετο με λιθοβολισμό. Θυμηθείτε το μαρτυρικό θάνατο του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου με λιθοβολισμό, αλλά και τη μοιχαλίδα, που πήγαν στον Χριστό, αποφασισμένοι να την λιθοβολήσουν, κατά το Μωσαϊκό δίκαιο, αλλά και για να τον παγιδεύσουν.[11]

στ) Οι Δικαστές όφειλαν να είναι δίκαιοι, αμερόληπτοι, και, κάποιοι απ’ αυτούς, είχαν δικονομική υποχρέωση να υπερασπίζουν τον κατηγορούμενο. Στα γεγονότα της δίκης και της σταυρώσεως του Χριστού, τίποτα απ’ αυτά δεν έγινε. Όλα «τάσκιαζε η φοβέρα». Νόμος υπήρξε η επιθυμία και η απόφαση του Καϊάφα, να σταυρωθεί ο Ιησούς, με συνοπτικές διαδικασίες.!!! Ανθρωπάρια οι Δικαστές-μέλη του Συνεδρίου, δεν ετήρησαν το Μωσαϊκό νόμο, αλλά φοβήθηκαν την εξουσία του Καϊάφα και εξεπλήρωσαν την επιθυμία του. Μόνο, ο Νικόδημος ο από Αριμαθαίας, μετά τη σταύρωση, «τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού».(Ιωάν. ιθ΄39).

ζ) Σε περίπτωση θανατικής καταδίκης ο Μωσαϊκός νόμος, προέβλεπε ότι, η τελική απόφαση ανεβάλλετο, για τη μεθεπόμενη ημέρα. Έπρεπε δηλαδή η απόφαση να δημοσιευθή Σάββατο! Δείτε όμως την πονηρία της οικογενείας των Αρχιερέων πεθερού και γαμβρού. Δίνουν εντολή συλλήψεως την Πέμπτη τη νύχτα, και με σατανική ταχύτητα, «λόγω του κατεπείγοντος», όπως θα λέγαμε σήμερα, σχεδίασαν Παρασκευή μεσημέρ, να έχουν τελειώσει και με τη Σταύρωση, Έτσι και έγινε. Όλα αυτά, στα μάταια του «λαού» είχαν αληθοφανή αιτιολογία «να πεθάνει ένας υπέρ του λαού». Η ταχύτητα της διαδικασίας ήτο, δήθεν αναγκαία, «ίνα μη μιανθώσι αλλ’ ίνα φάγωσι το Πάσχα»[12] Έφθασε το Πάσχα και έπρεπε να είναι καθαροί. «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι διυλίζετε τον κώνωπα την δε κάμηλον καταπίνετε»!!! (Ματθ. κγ΄ 27)

η) Εφόσον επεκυρώνετο η θανατική καταδίκη, από το Ρωμαίο έπαρχο, η εκτέλεση έπρεπε να γίνει, την επόμενη ημέρα και, ποτέ αυθημερόν. Δηλαδή, από την έναρξη της ακροάσεως του κατηγορουμένου, μέχρι την εκτέλεση της θανατικής ποινής, έπρεπε να περάσουν, τουλάχιστον 4 μέρες.!!![13]

θ) Σ’ αυτό το διάστημα οτιδήποτε ελαφρυντικό, κατατεθεί για τον κατηγορούμενο ανέστελλε αμέσως την εκτέλεση.

ι) Ο Άννας, χωρίς να έχει καμιά εξουσία, άρχισε να ανακρίνει τον Κύριο για να βρει πρόφαση κατηγορίας εναντίον Του. Κι ο Χριστός απαντά: «Επερώτησον τους ακηκοότας» «εν κρυπτώ ελάλησα ουδέν».(Ιω. ιη΄,20). Ρώτησε αυτούς που με άκουσαν. Δεν είπα τίποτα κρυφά. Η απάντηση άφησε άφωνο τον εμπαθή και διεφθαρμένο Αρχιερέα, γιατί δεν μπορούσε να στηρίξει μ’ αυτή κατηγορία. Ένας υπηρέτης του Άννα, χτύπησε κατά πρόσωπο τον Ιησού λέγοντας: «ούτως αποκρίνη τω αρχιερεί;» (Ιω. ιη΄ 22). «Έτσι μιλούν στον Αρχιερέα;». Τι αφοσιωμένος αλήθεια στρατιώτης! Η δουλοπρέπεια και η αυθαιρεσία στην υπηρεσία της παραφροσύνης!. «Ράπισμα κατεδέξατο ο εν Ιορδάνη ελευθερώσας τον Αδάμ» θα πεί ο υμνωδός την (Μ. Πέμπτη). Ενδεικτική του «μπάχαλου και της οχλοκρατίας» «της χάβρας των Ιουδαίων», που επικρατούσε, στη «Δίκη» η συμπεριφορά των στρατιωτών. Μετά από λίγο οδήγησαν τον Χριστό, στην αυλή του αρχιερέως Ιωσήφ «Καϊάφα».

ια) Μέχρις ότου συγκεντρωθούν τα μέλη του Μεγάλου Συνεδρίου, οι υπηρέτες προπηλάκιζαν, έβριζαν και περιέπαιζαν τον Χριστό. Τι κι’ αν το εβραϊκό και το Ρωμαϊκό δίκαιο, απαγόρευαν, την κακοποίηση του κατηγορουμένου, πριν την τελική καταδίκη του[14];. Με την έναρξη του Συνεδρίου είχαν ήδη σημειωθεί τρεις δικονομικές παραβάσεις. α) Το Μέγα Συνέδριο συνεδρίασε στο σπίτι του αρχιερέα σαν παρέα, και όχι, στο κτίριο του Δικαστηρίου. β) συνεδρίασε νύκτα, καίτοι απαγορευόταν κάτι τέτοιο[15] γ) συνεδρίασε, χωρίς να προϋπάρχει σαφής κατηγορία, από δύο τουλάχιστον μάρτυρες, όπως απαιτούσε η δικονομία. «Εσμό Θεοκτόνων» ονομάζει, πολύ επιτυχημένα, ο υμνωδός το Συνέδριο: «Των Θεοκτόνων ο εσμός, Ιουδαίων έθνος το άνομον, προς Πιλάτον εμμανώς, (με μανία) ανακράζον έλεγε ·Σταύρωσον, Χριστόν τον ανεύθυνον. Βαραββάν δέ μάλλον ούτοι ητήσαντο.» και αλλού «ολέθριος σπείρα θεοστυγών, πονηρευομένων, Θεοκτόνων συναγωγή, επέστη Χριστέ σοι, και ως άδικον είλκε, τον Κτίστην των απάντων! (Από τον όρθρο της Μ. Παρασκευής) Ζητούσαν από τον Πιλάτο, με μανία (εμμανώς) τη σταύρωση του Ιησού, και να τους δώσει πίσω, το ληστή το Βαραββά!!!

Για να φαντασθούμε το σκηνικό. Μέσα στη νύχτα, το συνέδριο και οι άνθρωποί του αλαλάζοντες! Αυτοί ήσαν το ακροατήριο και «ο λαός»!. Οι παρατρεχάμενοι της εξουσίας, παρακολουθούσαν τη δίκη και καταδίκη τον Ιησού. Ο υπόλοιπος λαός, ο λαός του «Ωσσανά εν τοις υψίστοις», εθεώρει «εν απορία» τα γενόμενα. Είχαν ανάψει φωτιές, έξω από την αυλή του Αρχιερέως Άννα, και εθερμαίνοντο. Περίμεναν την απόφαση. Σε μία απ’ αυτές τις φωτιές, και ο Απόστολος Πέτρος, «μακρόθεν εστώς και θερμαινόμενος». Ηρνήθη τον Διδάσκαλον τρίς και «εμνήσθη του ρήματος του Ιησού ειρηκότος πριν αλέκτωρ φωνήσαι τρις απαρνήσει με και, εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς» (Ματθ. κστ΄, 36)

5. Τα κατά τη δίκη

α. Αντιδικονομικά, μετά την έναρξη της δίκης, και όχι προ αυτής όπως έπρεπε, «εζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατά του Ιησού όπως αυτόν θανατώσωσι, και ουχ εύρον· και πολλών ψευδομαρτύρων προσελθόντων, ουχ εύρον. ύστερον δε προσελθόντες δύο ψευδομάρτυρες είπον· ούτος έφη, δύναμαι καταλύσαι τον ναόν του Θεού και δια τριών ημερών οικοδομήσαι αυτόν. Και αναστάς ο αρχιερεύς είπεν αυτώ· ουδέν αποκρίνει; τι ούτοι σου καταμαρτυρούσιν;» (Ματθ. 26 59-63) Βρέθηκαν δύο ψευδομάρτυρες, που διαστρέβλωσαν το λόγο του Κυρίου.

Ο Χριστός, ανεφέρετο στην σταύρωση και την Ανάσταση Του, και όχι στο ναό του Σολομώντος. Οι μαρτυρίες όμως, αν και δόθηκαν αντικανονικά, με την ταυτόχρονη παρουσία και των δύο μαρτύρων, δεν συμφωνούσαν μεταξύ τους. Έτσι προέκυψε δικονομικό πρόβλημα για το Συνέδριο. Ως ψευδομάρτυρες, σύμφωνα με το Δευτερονόμιο, έπρεπε να καταδικαστούν αμέσως σε θάνατο.

Όριζε σχετικά το Δευτερονόμιο: «ἐπὶ δυσί μάρτυσιν ἢ ἐπί τρισί μάρτυσιν αποθανεῖται ὁ αποθνήσκων· οὐκ αποθανεῖται ἐφ’ ἑνὶ μάρτυρι. καὶ ἡ χεὶρ τῶν μαρτύρων ἔσται ἐπ᾿ αὐτῷ ἐν πρώτοις θανατῶσαι αὐτόν, καὶ ἡ χεὶρ τοῦ λαοῦ ἐπ᾿ εσχάτων· καὶ ἐξαρεῖς τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν. (Δευτ. ιζ΄ 6-7) «και ιδού μάρτυς άδικος εμαρτύρησεν άδικα, αντέστη κατά του αδελφού αυτού, και ποιήσετε αυτώ ον τρόπον πονηρεύσατο ποιήσαι κατά του αδελφού αυτού... Και οι επίλοιποι ακούσαντες φοβηθήσονται....». (Δευτ. ιθ΄ 18-21)[16] Καταδίκη τέτοια όμως των ψευδομαρτύρων δεν έγινε.

β. Το Συνέδριο αποφάσισε, ότι δε μπορεί να στηριχθεί σ’ αυτούς τους μάρτυρες, αλλά δεν τους τιμώρησε. Ο Πρόεδρος του, ο παμπόνηρος αρχιερέας Καϊάφας, ρώτησε, μετά τις καταθέσεις, το Χριστό, με περισσή εμπάθεια: «συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού; λέγει αυτώ ο Ιησούς. Συ είπας... Τότε ο αρχιερεύς διέρρηξε τα ιμάτια αυτού λέγων ότι εβλασφήμησε. Τι έτι χρείαν έχομεν μαρτύρων;» (Ματθαίου κστ΄ 63). Ο θεατρινισμός της διαρρήξεως των ιματίων, απόλυτα απαγορευμένος, από το Λευϊτικό, στην υπηρεσία της μανίας και των εντυπώσεων! «τὴν κεφαλὴν ουκ αποκιδαρώσει και τα ιμάτια ου διαῤῥήξει,» (δεν θα αφαιρέση το κάλυμμα της κεφαλής του, δεν θα γυμνώση αυτήν εις ένδειξιν πένθους και δεν θα διαρρήξη, για κανένα λόγο τα ιμάτιά του.) (Λευϊτικόν 6, κα΄ 10).[17]

δ) Δεν υπήρξε στη δίκη καθόλου υπεράσπιση, απαραίτητο μέρος της δικαστικής διαδικασίας[18]. Την υπεράσπιση την ανελάμβανε ένας τουλάχιστον από τους δικαστές, για να μην μείνει κανένας κατηγορούμενος ανυπεράσπιστος.

ε) Μετά την αντιδικονομική, οργίλη και παράνομη, συμπεριφορά του Αρχιερέα, τα μέλη του Συνεδρίου εψήφισαν δια βοής[19] «ένοχος θανάτου εστί», ενώ έπρεπε να γίνει, όπως γίνεται και σήμερα, ψηφοφορία με τη σειρά, από το νεότερο δικαστή, προς τους παλαιότερους, με τελευταίο τον πρόεδρο. (Ματ. κστ΄ 67).

στ) Έτσι ο Χριστός εδικάσθη και κατεδικάσθη, χωρίς μάρτυρες κατηγορίας και υπερασπίσεως. Εδικάσθη σε παρωδία δίκης και κατεδικάσθη, από μόνο τον Αρχιερέα Καϊάφα, με την παρουσία και την προτροπή του πεθερού του, Άννα. Την παράνομη καταδίκη και τις δικονομικές παραβιάσεις ακολούθησαν έκτροπα. Ποιητικότατα τα αποδίδει ο υμνωδός, στην ακολουθία του όρθρου, της Μ. Παρασκευής: «........τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας, την πορφυράν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλους, την λόγχην, και προ πάντων, τον σταυρόν, και τον θάνατον, α δι’ ημάς εκών κατεδέξατο» (Μάρκ. ιδ΄ 65).

ζ) Για να τηρήσουν τα προσχήματα, οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι, περίμεναν να ξημερώσει και συνεδρίασαν πάλι, για να επικυρώσουν την καταδίκη, στο κτίριο του Μεγάλου Συνεδρίου, δίπλα στα τείχη της Ιερουσαλήμ. (Μάρκ. ιε΄,1). Πρωί-πρωί, εξουθενωμένο, παρέδωσαν δέσμιο τον Ιησού, στη Ρωμαϊκή διοίκηση, δηλ. στον Πιλάτο. Στη νύχτα που προηγήθηκε σχεδιάστηκαν και έγιναν όλα. Το πράγμα έχει την εξήγησή του. Ο δικαζόμενος Ιησούς είχεν είπει, για τα έργα της νυκτός: «πaς γaρ ὁ φαύλα πράσσων, μισεῖ τὸ φώς, καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φώς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τα ἔργα αυτού υπό του φωτός. Ο δὲ ποιῶν τὴν αλήθειαν ἔρχεται πρὸς τὸ. φώς..» (Ιω. γ΄ 20,21). Ο υμνωδός στην Ακολουθία των Αγίων Παθών, τη Μ. Πέμπτη, πριν το 12ο Ευαγγέλιο θα ψάλλει το συγκλονιστικό: «Ήδη βάπτεται κάλαμος αποφάσεως, παρά κριτών αδίκων και Ιησούς δικάζεται και κατακρίνεται Σταυρώ. Και πάσχει η κτίσις, εν Σταυρώ καθορώσα τον Κύριον.»

Άδικοι κριτές, με άδικη απόφαση, καταδίκασαν σε θάνατο τον Ιησού. Τα θαύματα και η διδασκαλία του Χριστού, είχαν πείσει τους απλούς ανθρώπους ότι, πρόκειται όντως, για το ΜΕΣΣΙΑ ΧΡΙΣΤΟ, αλλά δεν έπεισαν τα μέλη του Συνεδρίου. Εκείνοι, βυσσοδομούντες κατεδίκασαν τον Ιησού σε θάνατο, με την κατηγορία της βλασφημίας, χωρίς να εξετάσουν μήπως ήσαν προ «της ενανθρωπίσεως του Θεού και όχι προ της Θεοποιήσεως ενός λαοπλάνου και δημεγέρτη ανθρώπου».

Αρχιερείς και Πρεσβύτεροι δεν εξήτασαν, δεν ηρεύνησαν, δεν ηθέλησαν να δικάσουν δίκαια. Συνήγαγον, «το πονηρόν κατά του Χριστού Συνέδριον», «μέσα στα μαύρα μεσάνυχτα», άβουλοι, υπάκουοι στις επιθυμίες των Άννα και Καϊάφα, εβιάζοντο να σταυρώσουν, και όχι να δικάσουν δίκαια. Δέσμιο τον οδηγούν, στον Ρωμαίο Πόντιο Πιλάτο, για να επικυρώσει τη θανατική καταδίκη.

6. Η Ρωμαϊκή δίκη.

Α. α) Πρωΐ της Μ. Παρασκευής, παραμονή του εβραϊκού Πάσχα. Κατά το απαρέγκλιτα τυπολατρικό, ρωμαϊκό δίκαιο, η δικαστική εξουσία ήτο αυστηρά συνδεδεμένη με την έδρα, την τήβεννο και τη σφραγίδα του δικαστή. Επειδή οι εβραίοι δεν έμπαιναν στην κατοικία ειδωλολάτρη, έστω κι’ αν αυτός ήτο ο ηγεμόνας, «ίνα μη μιανθώσι, αλλ’ ίνα φάγωσι το Πάσχα», ο ρωμαίος ηγεμών παρεκκλίνοντας, από το αυστηρό δικονομικό τυπικό, που προέβλεπε, τη διεξαγωγή της δίκης, εντός του Πραιτωρίου, διέταξε και τοποθέτησαν τη δικαστική του έδρα (sella curulis), στο λιθόστρωτο, μπροστά από το Πραιτώριο, για να δικάσει εκεί, τον παράνομα δεσμευμένον και κρατούμενο Ιησού.

Η δέσμευση του κατηγορουμένου, πριν την καταδίκη του, κατά τη διάρκεια της δίκης, είναι η πρώτη δικονομική παράβαση. Έτσι αρχίζει η Ρωμαϊκή δίκη προ του πραιτορίου, με την ερώτηση του Πιλάτου: «τίνα κατηγορίαν φέρετε κατά του ανθρώπου τούτου;» Για ποιό πράγμα κατηγορείτε αυτόν τον άνθρωπο;

β) Επειδή κατηγορία, για βλασφημία δεν προεβλέπετο, στο Ρωμαϊκό δίκαιο των πολλών θεών, η απόφαση του Συνεδρίου, ήτο αδιάφορη για τον Πιλάτο. Συνεπώς δεν θα επέφερε την πολυπόθητη, για τους Φαρισαίους, θανατική καταδίκη.

Γι’ αυτό, ο πανούργος αρχιερέας Καϊάφας, διετύπωσε, εις επήκοο των περιέργων και των παρατρεχάμενων, μία εντελώς καινοφανή, κατηγορία λέγοντας: «τούτον εύρομεν διαστρέφοντα το έθνος και κωλύοντα Καίσαρι φόρους διδόναι, λέγοντα εαυτόν Χριστόν Βασιλέα είναι».(Λουκά ΚΓ΄,2) «Τον βρήκαμε να υποκινεί το έθνος να μην πληρώνει φόρους στον Καίσαρα και να επαναστατήσει, κατά του Καίσαρα.» Ψευδής η απάντηση και η κατηγορία αυτή του Καϊάφα.

Μ’ αυτή εμφανίζεται ο Χριστός, όχι βλάσφημος, όπως τον καταδίκασε το συνέδριο, αλλά πολιτικός εγκληματίας και επαναστάτης, κατά της Ρώμης και του Αυτοκράτορα!!! Έτσι καθιερώνεται η δικαιοδοτική αρμοδιότητα του Πιλάτου.

Αξίζει να σημειώσουμε εδώ, ότι, όταν ο Χριστός είχε ερωτηθεί, υποβολιμαία, για τη ρωμαϊκή φορολογία, από τους Ηρωδιανούς, Εκείνος είχε δώσει σαφή αποστομωτική απάντηση: «Επιδείξατέ μοι το νόμισμα του Κήνσου. Οι δε έδωκαν αυτώ δηνάριον Τίνος η εικών αύτη και η επιγραφή; οι δε είπον Καίσαρος. απόδοτε ουν τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ» (Ματθ. ΚΒ΄,21)

Β. α. Κατά το Ρωμαϊκό Δίκαιο, για να είναι έγκυρη η εισαγωγή σε δίκη, έπρεπε να γίνει γραπτή αίτηση. Η αίτηση έπρεπε να περιλαμβάνει, το όνομα και τα στοιχεία του κατηγορουμένου, και σαφές κατηγορητήριο. Απητείτο επίσης πρωτόκολλο κατηγορίας, δηλ. προσδιορισμός της ημέρας της δίκης, και τέλος, να κληθούν και να ακουστούν στη δίκη, οι μάρτυρες[20]. Σε περίπτωση τώρα, που η δίκη εθεωρείτο ότι αποσκοπούσε, στην επικύρωση, θανατικής καταδίκης, του εβραϊκού δικαστηρίου, τότε, η εισαγωγή στη δίκη, έπρεπε να γίνει με καταχώριση γραπτής αιτήσεως του Αρχιερέως, μαζί με την πρωτόδικη απόφαση.
Πώς όμως να γίνει, είτε το ένα, είτε το άλλο, όταν, κατά τη δίκη στο Μέγα Συνέδριο, έγιναν τόσες δικονομικές παραβιάσεις και ουσιαστικές παραβάσεις, του Μωσαϊκού νόμου και του Ρωμαϊκού δικαίου; Πώς μπορούσε το ψέμα του Αρχιερέα να είναι αληθής κατά περιεχόμενο δικονομική αίτηση;

β) Ο Πιλάτος χωρίς προηγούμενη έγγραφη διαδικασία, αυτοσχεδίαζε, παραβιάζοντας κάθε δικονομική διάταξη. Κατέβηκε από την έδρα του, μπήκε στο Πραιτώριο και εκεί, μακριά από το μαινόμενο πλήθος των εβραίων, συνομίλησε με τον κατηγορούμενο, ενεργώντας μια ιδιότυπη ανάκριση. Έτσι όμως εγκατέλειψε την έδρα του δικαστηρίου, και κατά το Ρωμαϊκό Δίκαιο, εσήμαινε ότι δεν έχει πλέον δικαστική εξουσία και αρμοδιότητα. Ρωτά λοιπόν ο Πιλάτος τον Ιησού: «Συ ει ο βασιλεύς των Ιουδαίων;» (Λουκά κγ΄ 3), Και ο Ιησούς αποκρίνεται: «η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου... εγώ... εις τούτο ελήληθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία» (Ιω. ιη΄, 35 επ.) Η δική μου βασιλεία δεν είναι γήινη και εγκόσμια, εγώ ήρθα στον κόσμο, για να φανερώσω την αλήθεια.

γ) Απ’ αυτή την απάντηση ο Πιλάτος κατάλαβε, πως ο Χριστός, ήτο πνευματικός ηγέτης και όχι κοσμικός άρχοντας που επιβουλεύεται τον Καίσαρα. Κατάλαβε τη σκευωρία των εβραίων και διαπίστωσε, ότι δεν ευσταθούσε η κατηγορία. Γι’ αυτό ρώτησε «τι έστιν αλήθεια;» Η ερώτηση, έμεινε αναπάντητη, γιατί είχε λάθος περιεχόμενο. Οι Πατέρες ερμηνεύουν την Θεία σιωπή, επισημαίνοντας ότι, η ορθή ερώτηση ήταν: «Τις εστίν αλήθεια;» Σ’ αυτή την ερώτηση όμως ο Ιησούς είχε απαντήσει «Εγώ ειμί η οδός, η αλήθεια και η ζωή» (Ιω. 14, 6) Με τη ρωμαϊκή παιδεία και το πρακτικό πνεύμα, που τον χαρακτήριζε, ο Πιλάτος, βγήκε από το Πραιτώριο, λέγοντας στους Ιουδαίους: «εγώ ουδεμίαν αιτίαν ευρίσκω εν αυτώ».(Ιω. ιη΄ 38), αθωώνοντας έτσι τον κατηγορούμενο.

δ) Αμέσως έπρεπε ο Ιησούς να αφεθή ελεύθερος. Ο Πιλάτος όμως, βλέποντας το μεγάλο θόρυβο του απληροφόρητου όχλου, μπροστά στο ανάκτορο, να επιμένει στη θανατική καταδίκη δείλιασε. Από τις φωνές του όχλου, ξεχώρισε, ότι ο Ιησούς, ήτανε Γαλιλαίος από τη Ναζαρέτ. Η Γαλιλαία όμως, ήταν έξω από τη δικαιοδοσία του και είχε άρχοντα, τετράρχη, τον βασιλιά Ηρώδη τον Αντύπα.

ε) Έτσι, παρά το γεγονός ότι είχε αθωώσει τον Ιησού, άδραξε την ευκαιρία επεκαλέσθη, την τοπική αρμοδιότητα του Ηρώδη και, για να απαλλαγεί, από κάθε ευθύνη έναντι της Ρώμης όπως ενόμισε, έστειλε τον Ιησού στον Ηρώδη, που εκείνες τις ημέρες παρεπιδημούσε στην Ιερουσαλήμ. (Λουκά κγ΄ 6-7) Ο Ιησούς ενώπιον του Ηρώδη δεν απήντησε σε καμία από τις ερωτήσεις που του υπέβαλε.

στ) Ο Ηρώδης, ο μοιχός της Ηρωδιάδος, φονευτής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, μη θέλοντας να ξαναβάψει τα χέρια του με θείο αίμα, απεφάνθη, πως δεν έχει αρμοδιότητα, γιατί το αδίκημα του Ιησού, από την Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, και η εβραϊκή καταδίκη του, έγιναν εκτός των δικών του εδαφικών ορίων, της Γαλιλαίας. Δεύτερη φορά αθωώνεται, από τη Ρωμαϊκή εξουσία, με την απόφαση του Ηρώδη. Δεν αφίεται όμως ελεύθερος. τον επιστρέφουν δέσμιο στον Πιλάτο. Παράλληλα ο Ηρώδης και οι στρατιώτες του, τον εξευτέλισαν και του φόρεσαν ειρωνικά βασιλικό μανδύα (Λουκά κγ΄ 11).

ζ) Ο Πιλάτος, όταν ξανάφεραν σ’ αυτόν τον Ιησού, βγήκε στον εξώστη του Πραιτωρίου, λέγοντας προς τον μαινόμενο Ιουδαϊκό όχλο, τους παρατρεχάμενους δηλαδή των Αρχιερέων: «ιδού εγώ ενώπιον υμών ανακρίνας ουδέν εύρον εν τω ανθρώπω τούτω αίτιον, ων κατηγορείτε κατ’ αυτού. Αλλ’ ουδέ Ηρώδης. Ανέπεμψα γαρ υμάς προς αυτόν. Και ιδού ουδέν άξιον θανάτου εστί πεπραγμένον αυτώ» (Λουκά κγ΄ 15-16). Και εγώ και ο Ηρώδης τον βρήκαμε ΑΘΩΟ. Προσπαθεί ο ταλαίπωρος να συγκινήσει τους εβραίους, τους «σκληροτράχηλους και απερίτμητους τη καρδία και τοις ωσίν», όπως θα τους ονομάσει αργότερα ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος (Πρ. ζ΄ 52).

η) Ο Πιλάτος αθώωσε γι’ άλλη μια φορά- τρίτη αυτή-τον Ιησού, βγάζοντας, σαφή απαλλακτική απόφαση. Ο διατεταγμένος όμως όχλος κραύγαζε «εμμανώς» και «περισσώς» «σταυρωθήτω». Σ’ αυτό το χρονικό σημείο, προσετέθη υπέρ του Ιησού, και το μήνυμα της Αγίας Πρόκλας, τότε συζύγου του Πιλάτου: «μηδέν σοι και τω δικαίω εκείνω. Πολλά γαρ έπαθον σήμερον κατ’ όναρ δι’ αυτόν» (Ματθαίου κζ΄ 20). Η Πρόκλα μετά το θάνατο του Πιλάτου, εβαπτίσθη Χριστιανή, και την 27η Οκτωβρίου, εορτάζεται η μνήμη της, ως αγίας[21].

Σκληρός τύραννος ο Πιλάτος παρουσίασε το Χριστό και το ληστή Βαραββά, στον εβραϊκό όχλο. και ρώτησε: «τίνα εκ των δύο να απολύσω υμίν»,. Οι φωνές του μαινόμενου όχλου εγίνοντο ακόμη εντονότερες. Ζητούσε την απόλυση του Βαρραβά και τη θανάτωση του Ιησού!!! Το αναίτιο μίσος, η παράνοια και η αχαριστία, στο απόγειό της!!! Ζήτησαν το ληστή, αντί του ευεργέτου!!! «Εμέ επί ξύλου σταύρωσαν Βαραββάν δε ητήσαντο και απέλυσαν» «Δύο και πονηρά εποίησεν ο πρωτότοκος υιός μου Ισραήλ. Εμέ εγκατέλειπε, πηγήν ύδατος ζωής και ώρυξεν εαυτώ φρέαρ συντετριμμένον.» ψάλλει ο υμνωδός τη Μ. Πέμπτη το βράδυ.

θ) Άβουλο και αναποφάσιστο ανθρωπάκι ο Πιλάτος, μπροστά στο μαινόμενο όχλο, διέταξε να μαστιγωθεί ο Ιησούς. Σκληρή ποινή, που μπορούσε να επιβληθεί και μόνη. Ήτο όμως ανεπίτρεπτο να επιβληθεί σε πρόσωπο που ηθωώθη, ή σε κατηγορούμενο, πριν την τελική καταδίκη του. Η νομοθεσία του Ιουλίου Καίσαρος[22], απαγόρευε ρητά και σαφώς κάτι τέτοιο, αλλά στη δίκη του Χριστού παρεβιάσθη κατάφορα.

Ακολούθησαν σκηνές που θα ντροπιάζουν αιωνίως την ανθρωπότητα και ειδικότερα την ανθρώπινη δικαιοσύνη. Μετά από το βάναυσο φραγγέλωμα, στην αυλή του Πραιτωρίου, έντυσαν το ματωμένο σώμα, του ενανθρωπίσαντος Θεού, με βασιλική χλαμίδα, εστεφάνωσαν την κεφαλή του Βασιλέως των αιώνων, με ακάνθινο στεφάνι, εβασάνισαν και εξευτέλισαν τον αμνό του Θεού, «τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου».(Ιω. ΙΘ΄ 1-3)

ι) Ο Πιλάτος, κακέκτυπος εκπρόσωπος της ανθρώπινης δικαιοσύνης, βγήκε πάλι, από το Πραιτώριο, κάθισε στην δικαστική έδρα, στο ύψωμα του Λιθόστρωτου και απευθυνόμενος, στους αρχιερείς και τον όχλο: «λέγει αυτοίς. Ίδε ο άνθρωπος. Ότε ουν είδον αυτόν οι αρχιερείς και οι υπηρέται, εκραύγασαν λέγοντες. Σταύρωσον αυτόν. Λέγει αυτοίς ο Πιλάτος. Λάβετε αυτόν υμείς και σταυρώσατε. Εγώ γαρ ουχ ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν. Απεκρίθησαν αυτώ οι Ιουδαίοι: ημείς νόμον έχομεν, και κατά τον νόμον ημών οφείλει αποθανείν, ότι εαυτόν Θεού υιόν εποίησεν.» (Ιω. ιθ΄ 6-7)

ιβ) Ο Πιλάτος παρέβη τη βασική νομική αρχή του Ρωμαϊκού Δικαίου «non bis in idem» (όχι δις επί της αυτής υποθέσεως σήμερα τη δικονομική αυτή αρχή τη λέμε δεδικασμένο) ξαναμπήκε, στο Πραιτώριο, και ανέκρινε πάλι τον Ιησού: « πόθεν εἶ σύ; ὁ δὲ ᾿Ιησοῦς ἀπόκρισιν οὐκ ἔδωκεν αὐτῷ. λέγει οὖν αὐτῷ ὁ Πιλᾶτος· ἐμοὶ οὐ λαλεῖς; οὐκ οἶδας ὅτι ἐξουσίαν ἔχω σταυρῶσαί σε καὶ ἐξουσίαν ἔχω ἀπολῦσαί σε; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς· οὐκ εἶχες ἐξουσίαν οὐδεμίαν κατ’ ἐμοῦ, εἰ μὴ ἦν σοι δεδομένον ἄνωθεν· διὰ τοῦτο ὁ παραδιδούς με σοι μείζονα ἁμαρτίαν ἔχει.» (Ιω. ιθ΄ 9-12) Η επιβλητική προσωπικότητα του Κυρίου, η γαλήνη που Αυτός ακτινοβολούσε, το μήνυμα της γυναίκας του Πιλάτου: προβλημάτισαν τον Πιλάτο. Αυτός ο κατηγορούμενος ήτο αλλιώτικος άνθρωπος, και μιλούσε με θεϊκή εξουσία. Διέγνωσε ο Πιλάτος ότι ήτο σίγουρα ανώτερός του «Εκ τούτου εζήτει ο Πιλάτος απολύσαι αυτόν» (Ιω. ιθ΄13)

ιγ) Ξανακάθισε ο Πιλάτος στη δικαστική έδρα, για Τρίτη φορά, και άνοιξε νέα συζήτηση με τον όχλο, σε μια τελευταία προσπάθεια να αποφύγει τη σταύρωση του Ιησού: «οι δε Ιουδαίοι έκραζον λέγοντες. εάν τούτον απολύσης ουκ ει φίλος του Καίσαρος. πας ο βασιλέα εαυτόν ποιών (ξανά το πολιτικό έγκλημα) αντιλέγει το Καίσαρι» (Ιω. ιθ΄13). Η Αρχιερατική προπαγάνδα είχε κάνει πολύ καλή δουλειά.

ιδ) Το τελευταίο αυτό τέχνασμα των εβραίων τάραξε και φόβισε τον Πιλάτο, γιατί ήτο στη δυσμένεια του αυτοκράτορος Τιβερίου, όπως αναφέρει ο ιστορικός Φλάβιος Ιώσηππος.[23] Αποφάσισε λοιπόν αμέσως, να σώσει τον εαυτό του και τη θέση του, παρά να υπερασπιστεί το Δίκαιο, γενόμενος επίορκος και έναντι του Δικαίου και έναντι του Αυτοκράτορος. Η Ρωμαϊκή δικαιοσύνη αιχμάλωτη της δολιότητος των Αρχιερέων, του μαινόμενου όχλου και του φοβισμένου Πιλάτου. Ο φόβος του Πιλάτου, τον κάνει να αντιταχθεί στο Θείο και ανθρώπινο Δίκαιο και «ο τα σύμπαντα εν τη δρακί περιέχων καταδέχεται αναρτηθήναι εν ξύλω…»! Αυτός, που κρατεί σε μια παλάμη το Σύμπαν, «επί Σταυρού ανυψώθη» για τη δική μας σωτηρία.

ιε) Όντας πονηρός, αλλά και ευθυνόφοβος, ο Πιλάτος, για να αποφύγει το βάρος της αδίκου καταδίκης του Χριστού, δεν εξέδωσε δική του απόφαση, αλλά: «λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας απέναντι του όχλου λέγων. Αθώος ειμί από του αίματος του δικαίου τούτου. Υμείς όψεσθε.....» Ανύπαρκτος, ως Ρωμαίος ηγεμών, και τραγικά ολίγιστος, δικαστής! Ένιψε τας χείρας του και είπε στους Εβραίους «..είμαι αθώος από το αίμα αυτού του δίκαιου. Εσείς θα ευθύνεσθε» Με την νίψη των χειρών του ενέκρινε την απόφαση του Συνεδρίου. Απόλυτη ανανδρία, και παρανομία ενός θρασύδειλου Κυβερνήτη και επίορκου Δικαστή! Οι Ιουδαίοι, προκαλώντας την αιωνία καταδίκη τους εκραύγασαν, στο «υμείς όψεσθε» του Πιλάτου: «..... Το αίμα αυτού εφ’ ημάς και επί τα τέκνα υμών!..... Τότε απέλυσεν αυτοίς τον Βαρραβάν, τον δε Ιησούν φραγγελλώσας παρέδωκεν ίνα σταυρωθή.» (Ματθ. κζ΄ 24).

Γ. α. Ακολούθησε η εκτέλεση. Οι άνθρωποι εσταύρωσαν τον ίδιο το Θεό τους. Η αιτιολογία της στραυρώσεως σύμφωνα με το Ρωμαϊκό Δίκαιο έπρεπε να καρφωθεί και εκαρφώθη στο Σταυρό, με διαταγή του Πιλάτου. Η επιγραφή, έγραφε: Ελληνιστί: «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων», Ρωμαϊστί: «Γιέζους Ναζωραίους Ρεξ Γιουδεόρουμ» και Εβραϊστί: «Γιεσονά Νογρή Μέλεγ-Γελουντίμ» Υψώθηκε ο Σταυρός στον Κρανίου τόπο! Αιώνες πριν ο προφήτης Ησαΐας θα πεί, για την εικόνα του Χριστού στο Σταυρό: «……ουκ έστιν είδος αυτώ ουδέ δόξα·και είδομεν αυτόν, και ουκ είχεν είδος ουδέ κάλλος, ·αλλά το είδος αυτού άτιμον και εκλείπον παρά πάντας τους υιούς των ανθρώπων»·(Ησαΐας 53, 3). Τόσο δύσμορφος όσο κανένας στο ανθρώπινο είδος Ιησούς!!! miserabelle visou. Οι Εβραίοι Αρχιερείς στάθηκαν κατέναντι του Σταυρού, υβρίζοντες και λοιδωρούντες τον Εσταυρωμένο Ιησού! «Ω της παραφροσύνης και της Χριστοκτονίας της των προφητοκτόνων» (Γ΄ στάση του Επιταφίου θρήνου) Γράφει ο ευαγγελιστής Μάρκος: «…οι αρχιερείς εμπαίζοντες προς αλλήλους μετά των γραμματέων έλεγον, άλλους έσωσεν, εαυτόν ου δύναται σώσαι;» (Μάρκ. ιε΄ 31).

Ο Εσταυρωμένος Ιησούς, η «Άκρα Ταπείνωσις», τι αντιτάσσει στις λοιδωρίες; Τη έμπονη θερμή τελευταία προσευχή του: «Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι»!!! και με την κραυγή «Ιλί ιλί λιμά σαβαχθανί» παρέδωκε το πνεύμα. Ετελειώθη έτσι, το μεγαλύτερο κακούργημα της ανθρωπότητος. Ψευδείς και εναλλασσόμενες οι κατηγορίες. Συνεχής εναλλαγή της δίκης και της ανάκρισης. Ψευδομάρτυρες. Πήγαινε - έλα, από τα σπίτια των αρχιερέων στο Πραιτώριο, στο λιθόστρωτο, και στον Ηρώδη. Βασανισμοί του κατηγορουμένου και τέλος, η Σταύρωση. Έξι φορές Αθώος κατέληξε στο Σταυρό. Κατήλθε στον Άδη ίνα τους απ’ αιώνος δεσμίους «συναναστήσει εαυτώ.!!! ενδόξως ως Θεός». «Χριστός κατελθών προς πάλην άδου μόνος ανήλθε λαβών πολλά της Νίκης σκύλα» καταγράφει ο υμνωδός την Κυριακή του Πάσχα..

Τι απέγιναν όμως οι πρωρτεργάτες του ανοσιουργήματος.

α. Ο προδότης Ιούδας επέστρεψε στον Ναό, δηλώνοντας στους Αρχιερείς και το Συνέδριο «ήμαρτον παραδούς αίμα αθώον», αμάρτησα παραδίνοντας ένα Αθώον. Πήρε όμως την αδιάφορη απάντηση «τι προς ημάς σύ όψει» (Μτθ. κζ΄4) έριξε πίσω τα τριάκοντα αργύρια, κρεμάστηκε σε δένδρο έξω, από την Ιερουσαλήμ και αυτοκτόνησε. «Όθεν και αγχόνην, αμοιβήν ώνπερ έδρα, ευρίσκει ο άθλιος και επώδυνον θάνατον» γράφει ο εκκλησιαστικός υμνωδός.

β. Στο βίο της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής,[24] στο Μέγα Συναξαριστή, αναφέρεται, ότι η Αγία, πήγε στη Ρώμη και κατήγγειλε, στον Καίσαρα Τιβέριο, τον Πόντιο Πιλάτο και τους αρχιερείς. Ο Καίσαρας, ακούοντας, για τα θαύματα του Χριστού, και, γνωρίζοντας, ότι, κατά τον χρόνο της σταυρώσεως, «ο ήλιος εσκοτίσθη και οι αστέρες το φέγγος απεβάλλοντο» σε όλη την οικουμένη για τρείς ολόκληρες ώρες, «το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη…» και «η γή εσείσθη αι πέτραι εσχίσθησαν, τα μνημεία ηνεώχθησαν και πολλά σώματα κεκοιμημένων αγίων ηγέρθη» (Ματθ. κζ΄ 52), γεγονότα ασυνήθη και πρωτοφανή, διέταξε την προσαγωγή του Πιλάτου, του Άννα και του Καϊάφα, στη Ρώμη. Η κατηγορία ήτο ότι δίκασαν και καταδίκασαν τον Ιησού το Ναζωραίο χωρίς να ενημερώσουν το Ρωμαίο Αυτοκράτορα και τη Σύγκλητο για ένα τόσο σοβαρό δικαστήριο και για ένα σημαντικό κατηγορούμενο.

γ. Ο Καϊάφας πέθανε στο ταξίδι για τη Ρώμη, όταν το πλοίο, που τους μετέφερε ναυάγησε, στο Ηράκλειο της Κρήτης. Κατ’ άλλη εκδοχή ο Καϊάφας αρρώστησε πέθανε στο ταξίδι, και «κατεχώθη λίθοις» από τους Κρήτες. Τον κατάχωσαν κάτω από ένα σωρό πέτρες, κτίζοντας από πάνω ένα βαρύ μνήμα. σε τοποθεσία, κοντά στην Κνωσό, και έτσι πέθανε. Το έθαψαν 7 φορές, και 7 φορές η γή. «τον ξερνούσε άλιωτο και «μαύρο σαν τον Κάη (Κάιν), για το μεγάλο κακό πώκαμε, που καταδίκασε τον Χριστό», όπως γράφει ο Νικόλαος Πολίτης. Η τοποθεσία εκείνη λέγεται μέχρι σήμερα, «το μνήμα του Καϊάφα»[25].

δ. Ο Άννας[26] εκτελέστηκε στη Ρώμη. Τον τοποθέτησαν μέσα σε δέρμα βοδιού και καθώς το δέρμα εξηράνθη, έπαθε αφυδάτωση και ασφυξία, από τη ζέστη.

ε. Ο Πιλάτος κατά μία εκδοχή φυλακίστηκε, έξω από τη Ρώμη και πέθανε στην φυλακή.

Κατ’ άλλη εκδοχή, στα «χρονικά» του Ζωναρά, αναφέρεται, ότι ο διάδοχος του Τιβερίου, ο Καίσαρ Καλιγούλας, εξόρισε τον Πιλάτο στην Γαλλία.
Τέλος στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου, αναφέρεται ότι ο Πιλάτος, όντας εξόριστος στην Γαλλία, ήρθε σε απόγνωση και αυτοκτόνησε.[27]
Η καταδικαστική απόφαση πάντως, του Ρωμαίου Αυτοκράτορος, κατά των σταυρωτών του Χριστού, αποτελεί ιστορικά την, έβδομη και τελική αθώωση του Χριστού.

7. Επίλογος

Πολλά θα μπορούσαν, να ειπωθούν και να γραφούν, για το ανοσιούργημα της άνομης δίκης, της άδικης καταδίκης και της Σταυρώσεως του Ιησού. Επέλεξα να ιχνηλατήσω τα ευαγγέλια, και την 

Ι. παράδοση, ανιχνεύοντας πληροφορίες, και να ερμηνεύσω νομικά τα γεγονότα. Όμως, σας κούρασα. Τελειώνω με το πικρό συγκλονιστικό, για όλους μας, ερώτημα του Αθώου Εσταυρωμένου: «Λαός μου τι εποίησά σοι και τι μοι ανταπέδωκας;» Σ’ αυτό το ερώτημα, ας μην απαντήσουμε με τη ζωή μας: «αντί του μάννα, χολήν, αντί του ύδατος, όξος»[28].

Το Αίμα του Χριστού, που άδικα και αναίτια εχύθη στο Γολγοθά, να μην βαραίνει «εφ’ υμάς και επί τα τέκνα ημών». Έτρεξε για σας, για μένα, για όλη την οικουμένη. Είμαστε όλοι προνομιούχοι, γιατί ο Χριστός με το σταυρικό του θάνατο, μας έκανε παιδιά Tου και έχομε μαζί Του κληρονομική σχέση αίματος βαθειά προσωπική, γιατί ο Χριστός έχει μόνο παιδιά, δεν έχει εγγόνια.

Έχει παιδιά Όλους εσάς και εμένα. Μας το είπε το βράδυ του Μυστικού Δείπνου «τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν οσάκις γαρ αν εσθίητε τον άρτον τούτον, και το ποτήριον τούτο πίνητε, τον εμόν θάνατον καταγγέλλετε και την εμή ανάστασιν ομολογείτε…» (Λουκ.22:19) και μας το επιβεβαίωσε στο Γολγοθά. Εκεί σταυρούμενος «Εξηγόρασεν ημάς εκ της κατάρας του Νόμου τω Τιμίω Του αίματι. Τω Σταυρώ προσηλωθείς και τη λόγχη κεντηθείς, την Αθανασίαν επήγασεν ανθρώποις». Είθε το αίμα Του, να αποβαίνει πηγή ζωής και σωτηρίας, για μας, για τα παιδιά μας, για την οικουμένη ολόκληρη.

Εύχομαι σε όλους καλή μετάνοια, καλή Αγία Μεγάλη Εβδομάδα και καλή Ανάσταση.!!! Ευχαριστώ για την ανοχή και την υπομονή σας.

[1] Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχηση Φωτιζομένων, ΙΓ΄, σελ. 353 «Πολλοί σε ολόκληρη την οικουμένη σταυρώθηκαν, αλλά κανένα δεν τρέμουν οι δαίμονες. Του Χριστού όμως, που σταυρώθηκε για μας, και μόνο το σημείο του Σταυρού να δουν, τρέμουν οι δαίμονες, επειδή οι άλλοι άνθρωποι πέθαναν στο σταυρό εξαιτίας των αμαρτιών τους, ο Χριστός όμως πέθανε για τις ξένες αμαρτίες».
[2] Ομιλία του την Μ. Δευτέρα 1993 στο Μητροπολιτικό Ναό Φλωρίνης.
[3] Ο Καϊάφας έμεινε πολλά χρόνια στο αξίωμά του, από το 18 μ. Χ. μέχρι και το 36 μ. Χ., σε αντίθεση με τα οριζόμενα στο Μωσαϊκό νόμο περί ετήσιας θητείας του Αρχιερέα του Μεγάλου Συμβουλίου, λόγω του ότι ο ίδιος ήταν από τους πιο «αφοσιωμένους» συνεργάτες των Ρωμαίων και εξυπηρετούσε αποκλειστικά τα συμφέροντά τους. Το πραγματικό του όνομα ήταν Ιωσήφ, ενώ το όνομα Καϊάφας ήταν υποκοριστικό και ερμηνευόταν, κατά μία άποψη, ως «ο υποτάσσων» και κατ’ άλλη ως «ο βράχος».
[4]Γεσθημανή ή Γεθσημανή, εξελληνισμένη σύνθετη εβραϊκή λέξη εκ των Γαθ + Σχεμών, που σημαίνει ελαιοτριβείο και αναφέρεται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου και του Μάρκου.
[5] Έσκυψ’ ο Διάκος ως τη γη, έσφιξε με τα χείλη
Κ’ εφίλησε γλυκά- γλυκά το πατρικό του χώμα
Έβραζε μέσα του ή καρδιά και στα ματόκλαδά του
Καθάριο φωτοστόλιστο, ξεφύτρωσ’ ένα δάκρυ
Χαρά στο χόρτο πώλαχε να πιει σε τέτοια βρύση!
ΑΘΑΝΑΣΗΣ ΔΙΑΚΟΣ – ΑΣΤΡΑΠΟΓΙΑΝΝΟΣ,
Υπό ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΟΥ , (1867).
[6] Τι ήταν, όμως, ιστορικά το συμβούλιο αυτό; Ουσιαστικά, ήταν ένα είδος τοπικού εβραϊκού δικαστηρίου, απαρτιζόμενου από είκοσι τρία (23) μέλη, το οποίο έδρευε σε κάθε πόλη και ονομαζόταν «Σανχεντρίν», σύμφωνα με τις βιβλικές αναφορές. Εκτός, όμως, των τοπικών αυτών δικαστηρίων, στην πόλη της Ιερουσαλήμ έδρευε το Μεγάλο Σανχεντρίν (Μεγάλο Συνέδριο), το οποίο ήταν το ανώτατο εβραϊκό νομοθετικό και θρησκευτικό συμβούλιο, που αναγνωριζόταν ως αυθεντικός εκφραστής των αρχών του Ιουδαϊκού νόμου, ενώ, παράλληλα, λειτουργούσε και ως ανώτατο δικαστήριο. Ως συνέπεια αυτού, οι δικαστές των κατώτερων δικαστηρίων ήταν υποχρεωμένοι, επί ποινή θανάτου, να δέχονται τις αποφάσεις του Μεγάλου Σανχεντρίν.
[7] Βλ. «Η δίκη του Ιησού» Δημήτριου Καππαή
[8]Η τελευταία μάχη των επαναστατημένων, έγινε στη Νότια Ιταλία, στη Λουκανία, την άνοιξη του 71 π. Χ., με τις 35.000 επαναστατημένους να αντιμετωπίζουν σε ανοιχτό πεδίο τις οργανωμένες ρωμαϊκές λεγεώνες. Οι δούλοι ηττήθηκαν, ο Σπάρτακος σκοτώθηκε στη μάχη, με τους 6.000 σκλάβους που πιάστηκαν τελικά αιχμάλωτοι να σταυρώνονται κατά μήκος της Αππίας Οδού (από το Μπρίντιζι ως τη Ρώμη!), «κοσμώντας» τη για μπόλικα χρόνια, για παραδειγματισμό.
[9] Κοντογόνη: Εβραϊκή Αρχαιολογία, Β΄ 4
[10] Σε χειρόγραφο της Μονής Αγίας Αικατερίνης του Σινά, που μνημονεύει και ο Αθανάσιος Υψηλάντης, στο περισπούδαστο έργο του «Τα μετά την Άλωσιν» (1453-1789), αναγράφεται ότι, στην Ακυληία της Ιταλίας βρέθηκε, γραπτό κείμενο της καταδικαστικής απόφασης, του ηγεμόνα της Ιερουσαλήμ Πιλάτου, κατά του Ιησού. Το κείμενο της καταδικαστικής απόφασης εισέρχεται στο ουσιαστικό μέρος, που «κρίνει και καταψηφίζει» τον Χριστό «εις θάνατον». Τον χαρακτηρίζει ως επαναστάτη, ταραχοποιό, «άνθρωπον στασιώδη» εναντίον του μωσαϊκού νόμου και εναντίον του αυτοκράτορα Τιβέριου. Καθορίζει τη θανάτωσή Του διά σταυρώσεως με καρφιά. Δικαιολογεί την απόφαση αυτή με κατηγορίες κατά του Χριστού ότι τάχα προκαλούσε εξέγερση όχλου, πολλών πλουσίων και φτωχών στην Ιουδαία και κυρίως διότι εμφανιζόταν ως Υιός του Θεού και βασιλεύς του Ισραήλ. Επισημαίνει ακόμη, ως τόλμημα τη θριαμβευτική είσοδο και υποδοχή Του στα Ιεροσόλυμα, από πλήθος λαού, που τον επευφημεί ως άρχοντα νόμιμης εξουσίας. Δίνει επίσης εντολές για τη μαστίγωσή Του και τον εμπαιγμό Του, όπως να του φορέσουν πορφύρα, να τον στεφανώσουν με ακάνθινο στεφάνι και τέλος, να τον οδηγήσουν στον Γολγοθά προς τον οποίο θα πορεύεται κουβαλώντας ο ίδιος τον Σταυρό του μαρτυρικού θανάτου Του!
[11] 18 Ἐὰν δέ τινι ᾖ υἱὸς ἀπειθὴς καὶ ἐρεθιστής, οὐχ ὑπακούων φωνὴν πατρὸς καὶ φωνὴν μητρός, καὶ παιδεύωσιν αὐτὸν καὶ μὴ εἰσακούῃ αὐτῶν, 19 καὶ συλλαβόντες αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶἡ μήτηρ αὐτοῦ καὶ ἐξάξουσιν αὐτὸν ἐπὶ τὴν γερουσίαν τῆς πόλεως αὐτοῦ καὶἐπὶ τὴν πύλην τοῦ τόπου 20 καὶ ἐροῦσι τοῖς ἀνδράσι τῆς πόλεως αὐτῶν· ὁ υἱὸς ἡμῶν οὗτος ἀπειθεῖ καὶ ἐρεθίζει, οὐχ ὑπακούει τῆς φωνῆς ἡμῶν, συμβολοκοπῶν οἰνοφλυγεῖ· 21 καὶ λιθοβολήσουσιν αὐτὸν οἱ ἄνδρες τῆς πόλεως αὐτοῦ ἐν λίθοις, καὶ ἀποθανεῖται· καὶ ἐξαρεῖς τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν, καὶ οἱ ἐπίλοιποι ἀκούσαντες φοβηθήσονται.22 Ἐὰν δὲ γένηται ἔν τινι ἁμαρτία κρίμα θανάτου καὶἀποθάνῃ καὶ κρεμάσητε αὐτὸν ἐπὶ ξύλου, 23 οὐ κοιμηθήσεται τὸ σῶμα αὐτοῦἐπὶ τοῦ ξύλου, ἀλλὰ ταφῇ θάψετε αὐτὸ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, ὅτι κεκατηραμένος ὑπὸ Θεοῦ πᾶς κρεμάμενος ἐπὶ ξύλου· καὶ οὐ μὴ μιανεῖτε τὴν γῆν, ἣν Κύριος ὁ Θεός σου δίδωσί σοι ἐν κλήρῳ. (Δευτ. 18-23) Καὶ θυγάτηρ ἀνθρώπου ἱερέως ἐὰν βεβηλωθῇ τοῦ ἐκπορνεῦσαι, τὸ ὄνομα τοῦ πατρὸς αὐτῆς αὐτὴ βεβηλοῖ, ἐπὶ πυρὸς κατακαυθήσεται.(Εάν θυγάτηρ ιερέως μολυνθή εκτραπείσα εις πορνείαν και κηλιδώση έτσι το όνομα του πατρός της, θα καταδικάζεται στον δια πυρός θάνατον). (Λευ. 21, 9)
[12] Ιω. 18:28Εκείνοι οι Ιουδαίοι θεωρούσαν ότι θα μολύνονταν αν εισέρχονταν σε κατοικία εθνικού. (πρ 10:28) το αυτό δε ισχύει και εις τις παράλληλες φράσεις «ετοιμάζειν το πάσχα»: «και εποίησαν οι μαθηταί ως συνέταξεν αυτοίς ο Ιησούς, και ητοίμασαν το πάσχα» (Ματθ. κστ:19) και «πού θέλεις απελθόντες ετοιμάσωμεν ίνα φάγης το πάσχα;...και «ητοίμασαν το πάσχα» (Μαρκ. ιδ΄12,16), «πορευθέντες ετοιμάσατε ημίν το πάσχα ίνα φάγωμεν...απελθόντες δε εύρον καθώς είρηκεν αυτοίς, και ητοίμασαν το πάσχα.»(Λουκ. κβ:8,13), «θύειν το πάσχα»: «και τη πρώτη ημέρα τών αζύμων, ότε το πάσχα έθυον»(Μαρκ. ιδ:12),«ήλθε δε η ημέρα τών αζύμων, εν ή έδει θύεσθαι το πάσχα» (Λουκ. κβ:7), «και γαρ το πάσχα ημών υπέρ ημών ετύθη χριστός»(Α΄ κορ. ε:7) και «ποείν το πάσχα»: «ο διδάσκαλος λέγει, ο καιρός μου εγγύς· προς σε ποιώ το πάσχα μετά τών μαθητών μου.» (Ματθ. κστ:18), «πίστει πεποίηκεν το πάσχα και την πρόσχυσιν τού αίματος, ίνα μη ο ολοθρεύων τα πρωτότοκα θίγη αυτών» (Εβρ. ια:28).
[13] Η δίκη του Χριστού ήταν δίκαιη και έγινε σύμφωνα με το νόμο της εποχής; Χρ. Δερμονοσιάδη, ιστολόγιο http://www.crashonline.gr/19 Απριλίου, 2016
[14] Mishna, Sotah 1, 4
[15] Mishna, SanhedrinIV, 1
[16] 15. πᾶν ἁμάρτημα καὶ κατὰ πᾶσαν ἁμαρτίαν, ἣν ἐὰν ἁμάρτῃ·ἐπὶ στόματος δύο μαρτύρων καὶ ἐπὶ στόματος τριῶν μαρτύρων στήσεται πᾶν ῥῆμα. 16.ἐὰν δὲ καταστῇ μάρτυς ἄδικος κατὰ ἀνθρώπου καταλέγων αὐτοῦ ἀσέβειαν, 17.καὶ στήσονται οἱ δύο ἄνθρωποι, οἷς ἐστιν αὐτοῖς ἡ ἀντιλογία, ἔναντι Κυρίου καὶ ἔναντι τῶν ἱερέων καὶ ἔναντι τῶν κριτῶν, οἳ ἂν ὦσιν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, 18.καὶ ἐξετάσωσιν οἱ κριταὶ ἀκριβῶς, καὶ ἰδοὺ μάρτυς ἄδικος ἐμαρτύρησεν ἄδικα, ἀντέστη κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ, 19. καὶ ποιήσετε αὐτῷ ὃν τρόπον ἐπονηρεύσατο ποιῆσαι κατὰ τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ, καὶ ἐξαρεῖς τὸ πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν. 20.καὶ οἱ ἐπίλοιποι ἀκούσαντες φοβηθήσονται καὶ οὐ προσθήσουσιν ἔτι ποιῆσαι κατὰ τὸ ῥῆμα τὸ πονηρὸν τοῦτο ἐν ὑμῖν. 21.οὐ φείσεται ὁ ὀφθαλμός σου ἐπ᾿αὐτῷ·ψυχὴν ἀντὶ ψυχῆς, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος, χεῖρα ἀντὶ χειρός, πόδα ἀντὶ ποδός.
[17] Καὶ ὁ ἱερεὺς ὁ μέγας ἀπὸ τῶν ἀδελφῶν αὐτοῦ, τοῦ ἐπικεχυμένου ἐπὶ τὴν κεφαλὴν τοῦ ἐλαίου τοῦ χριστοῦ καὶ τετελειωμένου ἐνδύσασθαι τὰ ἱμάτια, τὴν κεφαλὴν οὐκ ἀποκιδαρώσει καὶ τὰ ἱμάτια οὐ διαῤῥήξει, Ο μέγας όμως ιερεύς, ο αρχιερεύς μεταξύ όλου του λαού, εις την κεφαλήν του οποίου εχύθη το άγιον έλαιον και εχρίσθη και έγινε χριστός Κυρίου και κατέστη ικανός να ενδύεται τα αρχιερατικά άμφια, δεν θα αφαιρέση το κάλυμμα της κεφαλής του, δεν θα γυμνώση αυτήν εις ένδειξιν πένθους και δεν θα διαρρήξη τα ιμάτιά του.(Λευ. 21,10)
[18]Sanhedrin IV, 5
[19] «χάβρα Ιουδαίων»
[20] βλ. Δημαρά Ιστορία Ρωμαϊκού Δικαίου, Β 132
[21] Μόνο ο σύζυγός της δεν ἀνέλαβε τὴν εὐθύνη νὰ ἐλευθερώσει τὸν Χριστό, φοβούμενος τοὺς Ἰουδαίους, ἡ σύζυγός του Πρόκλα, μετὰ τὸν φρικτὸ θάνατο τοῦ Πιλάτου, προσῆλθε στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀφοῦ ἔζησε μὲ ἀγαθότητα καὶ εὐσέβεια, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της εἰρηνικά.
[22]Τίτλος Ι θέμα 1ονκαιτίτλος 6οςθέμα 7ον
[23]Φλάβιος Ιώσηπος Lib. XIII, Cap. III, p.1(λίμπερο 18 κεφ. 3ο σ.1)
[24]Μέγας Συναξαριστής, Έκδοση Ε, Τόμος 7ος, σελ. 425
[25] Καίτοι δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένο, σύμφωνα με την παράδοση, αναφορές περιηγητών, τον λαογράφο Νικόλαο Πολίτη και το απόκρυφο βιβλίο με τίτλο «Τα πεπραγμένα τω Πιλάτω», το νεκρό σώμα του Καϊάφα έτυχε να πέσει στα χέρια των κατοίκων της Κρήτης, οι οποίοι και προσπάθησαν (χωρίς επιτυχία) να τον θάψουν όχι μία αλλά 7 φορές! Τον ξερνούσε η γη! Όπως αναφέρει η κρητική εφημερίδα Πατρίς, ο θρύλος λέει ότι μετά την Ανάσταση του Χριστού ο τότε Ρωμαίος αυτοκράτορας Τιβέριος κάλεσε τον Πιλάτο και τον Καϊάφα στη Ρώμη για να απολογηθούν. Όμως το πλοίο που τους μετέφερε ναυάγησε στα ανοικτά της Κρήτης. Ο Ιουδαίος αρχιερέας κατόρθωσε μεν να φτάσει στην Κρήτη, αλλά αρρώστησε και πέθανε στα χώματά της. Λέγεται ότι οι Κρητικοί προσπάθησαν 7 φορές να τον θάψουν αλλά μάταια: το επόμενο πρωί τον έβρισκαν έξω από το χώμα. Δηλαδή η γη τον ξερνούσε άλιωτο και «μαύρο σαν τον Κάη (Κάιν), για το μεγάλο κακό πώκαμε, που καταδίκασε τον Χριστό», όπως γράφει ο Νικόλαος Πολίτης. Τότε μαζεύτηκαν οι ντόπιοι σε ένα χωριό έξω από το Ηράκλειο (κοντά στην αρχαία Κνωσό), για να λύσουν το ζήτημα. Με κατάρες και βλαστήμιες τον κατάχωσαν κάτω από ένα σωρό με πέτρες κτίζοντας από πάνω ένα βαρύ μνήμα. Το σημείο της ταφής ονομάστηκε «του Καγιάφα το μνήμα». Θεωρούνταν καταραμένο και οι περαστικοί έριχναν πέτρες πάνω του και ξεστόμιζαν αναθέματα. Σύμφωνα με την παράδοση, το κτίσμα του τάφου σωζόταν μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, οπότε και καταστράφηκε προκειμένου να κατασκευαστεί ο δημόσιος δρόμος από το Ηράκλειο στις Αρχάνες και την Πεδιάδα.(βλ. Νατάσα Κοντολέτα Δικηγόρος ιστοσελίδα Πατρίς Νews 25-4-16)
[26] Ο Άννας, ο πρώην αρχιερέας των Ιουδαίων, ο οποίος «προανέκρινε» τον Ιησού, προκειμένου να προετοιμάσει αποτελεσματικά την καταδίκη Του, όντας ο ίδιος ο πρώτος από τους εχθρούς Του, ενώπιον του οποίου οδηγήθηκε ο Ιησούς μετά τη σύλληψή Του, στον κήπο της Γεθσημανής, εκτελέστηκε με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο στη Ρώμη – τυλιγμένος γυμνός σε δέρμα βοδιού, κάτω από τον καυτερό ήλιο…, ενώ ο Πιλάτος, κατά μια άποψη πέθανε στη φυλακή, κατά άλλη, αφού, οδηγήθηκε δέσμιος στη Ρώμη, εκτελέστηκε από τον ίδιο τον αυτοκράτορα, ενώ, σύμφωνα με τρίτη άποψη, αυτοκτόνησε έχοντας εξοριστεί στη Γαλλία από τον αυτοκράτορα Καλιγούλα, διάδοχο του Τιβέριου.
[27]Χ. Δερμονοσιάδη ό. π.
[28]«Το Θείο Πάθος» ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών & πάσης Ελλάδος Εκδόσεις «ΧΡΥΣΟΠΗΓΗ»
http://www.romfea.gr/