Σελίδες

Τρίτη 31 Μαρτίου 2015

Η μοναχή Βαρσανουφία και το δισάκι με τα χιλιάδες ονόματα!


Στο μοναστήρι της Όπτινα ζούσε μια μοναχή σχεδόν ενενήντα ετών. Το όνομά της ήταν Βαρσανουφία και περιπλανιόνταν με ένα ραβδί στο χέρι από το ένα μοναστήρι στο άλλο. Όλη της η περιουσία ήταν δυο δισάκια τα οποία κουβαλούσε μαζί της. Στο ένα δισάκι είχε κάποια ξεροκόμματα ψωμί, ενώ τα υπόλοιπα ήταν χαρτιά μνημόνευσης, η πλειοψηφία των οποίων ήταν παλιά και φαγωμένα.

Η προσκυνήτρια ερχόνταν στην Όπτινα συνήθως το βράδυ και χτυπούσε με το ραβδί στο παράθυρο:«Αφήστε με να διανυκτερεύσω»!

Άλλοι την άφηναν και άλλοι όχι, γνωρίζοντας την συνήθεια της μοναχής να μην κοιμάται το βράδυ, προσευχόμενη γονατιστή όλη νύχτα. Δεν θα ήταν τίποτα εάν μόνο αυτή δεν κοιμόνταν, κατά τα μεσάνυχτα όμως ξύπναγε όσους κοιμόνταν: «Γιατί κοιμάσαι υπναρά; Σκέψου την Τελική Κρίση και σήκω να προσευχηθείς!». Εδώ να σημειώσουμε ότι επέμενε πολύ μέχρι να σηκωθούν, γι” αυτό πολλές φορές το ξημέρωμα την έβρισκε στον σταύλο ή σε καμιά αποθήκη, μαζί με τα πολύτιμα πράγματά της. Εκτιμούσε πολύ τα δισάκια της, αντιθέτως τα ζεστά ρούχα που της έδιναν τα χάριζε ή τα παρατούσε.

Η μοναχή Βαρσανουφία ήταν παρθένος και είχε καρεί μοναχή από πολύ νεαρή. Κανείς δεν ήξερε γιατί περιπλανιόνταν, όχι πάντως επειδή δεν είχε καταφύγιο. Παλαιότερα ερχόνταν σπάνια στην Όπτινα και μόνο στα βαθιά γεράματα εγκαταστάθηκε εκεί. Τα χρόνια είχαν αρχίσει να την βαραίνουν και οι περιπλανήσεις είχαν μειωθεί, ενώ στις ακολουθίες καθόνταν σ” ένα στασίδι. Βασικά δεν καθόταν μόνο στις ακολουθίες αλλά ερχόταν στον ναό από τις πέντε το πρωί. Έβγαζε τα χαρτάκια της από το δισάκι της και όλη την ημέρα καθόνταν εκεί προσευχόμενη και μνημονεύοντας ονόματα.

Δεν πήγαινε στην τράπεζα της μονής για να φάει, αφού το φαγητό δεν την ενδιέφερε. Εαν την σέρβιρες κάτι ψευτομασουλούσε, εαν όχι, έβγαζε ένα ξεροκόμματο από το δισάκι της, δάγκανε λίγο και το υπόλοιπο το ξαναφύλαγε με μεγάλη προσοχή……. Πριν πεθάνει παρακάλεσε όσους ήρθαν να την δουν, να πάρει κάποιος το δισάκι με τα ονόματα, έτσι ώστε μετά τον θάνατό της να συνεχιστεί η μνημόνευση των ονομάτων.

-«Αυτή είναι μια μεγάλη αρετή των χριστιανών, να μνημονεύουν τους κεκοιμημένους! έλεγε ταπεινά και κοίταζε με ελπίδα στα μάτια τον καθέναν ξεχωριστά. Όλοι όμως κοίταζαν αλλού και κανένας δεν αναλάμβανε να πάρει τα δισάκια με τα ονόματα των κεκοιμημένων που ζύγιζαν τουλάχιστον δέκα-δεκαπέντε κιλά.

Λένε πως η μοναχή Βαρσανουφία ήξερε όλα τα ονόματα απέξω. Είχε μια πολύ καλή μνήμη και να πως το κατάλαβα αυτό: Μετά τον θάνατο της μητέρας μου, μοίραζα στην εκκλησία φρούτα και γλυκά για το συγχώριο. Όταν είδα την μοναχή Βαρσανουφία σε μια γωνία να προσεύχεται, ήδη τα είχα μοιράσει όλα. Βρήκα ωστόσο δυο μικρές ντομάτες στην τσάντα μου. Τις της έδωσα και την παρακάλεσα να προσεύχεται για την ψυχή της κεκοιμημένης δούλης του Θεού Αναστασίας. Μετά από πέντε χρόνια και ενώ βρισκόμουν έξω από τον ναό, με φώναξε και μου είπε: »Την μητέρα σου Αναστασία την μνημονεύω πάντοτε…»

Θυμάμαι μιαν ακόμη ιστορία που σχετίζεται με το κοιμητήριο της πόλης Κοζέλσκ. Στα χρόνια των διωγμών, όταν έκλεισαν τα μοναστήρια, εδώ έθαβαν τους μοναχούς της Όπτινα και τις μοναχές του Σαμόρντινο αλλά κανείς δεν γνώριζε τα ονόματά τους. Αρχεία δεν διατηρήθηκαν, ενώ οι επιγραφές των τάφων με τον καιρό ξεθώριασαν. Οι ιερομόναχοι της Όπτινα συχνά έκαναν εδώ μνημόσυνα, μνημονεύοντας τους κεκοιμημένους με αυτόν τον τρόπο: «Κύριε, Εσύ γνωρίζεις τα ονόματά τους».

Μια φθινοπωρινή ημέρα ήρθαν στο κοιμητήριο για το μνημόσυνο. Τα χρυσοκίτρινα φθινοπωρινά φύλλα του σφένδαμου είχαν σκεπάσει τα μνήματα και στα στενά δρομάκια είχαν σχηματιστεί ολόκληροι σωροί. Ξαφνικά μέσα απο έναν σωρό πετάχθηκε χαρούμενη η μοναχή Βαρσανουφία. Αδελφή Βαρσανουφία, τι κάνεις εκεί; ρώτησαν όλοι έκπληκτοι. Περνάς το βράδυ σου στο κοιμητήριο; Εμένα οι νεκροί με αγαπάνε, τους απάντησε η μοναχή και ταυτόχρονα οδήγησε τους αδελφούς στο κοιμητήριο λέγοντάς τους ποιος και που είναι θαμμένος!Έτσι οι μοναχοί της Όπτινα ερχόταν συχνά στο κοιμητήριο για να φτιάξουν τις επιγραφές στους τάφους με την καθοδήγηση της μοναχής. Ταυτόχρονα τους διηγούνταν το θάρρος και το σθένος των ομολογητών που υπέφεραν για τον Χριστό στα χρόνια των διωγμών. Τους θυμόνταν όλους, τους γνώριζε, τους αγαπούσε και το βράδυ προσευχόταν γι” αυτούς. Σπάνια την έβλεπε κάποιος να κοιμάται.

-Αδελφή Βαρσανουφία, την ρωτούσαμε, πως αντέχεις χωρίς ύπνο;

-Με βοηθούν οι νεκροί, απαντούσε αυτή με χαρά….!….

Τώρα στα μνημόσυνα στην Όπτινα μνημονεύουν την μοναχή Βαρσανουφία. Η μοναχή τους αγαπούσε όλους, όμως αγαπούσε τους κεκοιμημένους πιο πολύ και από τους ζωντανούς. Αυτοί της φαινόνταν πιο ενδιαφέροντες, αφού ΕΚΕΙ όλα είναι ΑΛΗΘΕΙΑ. Στην γη η ψυχή αισθάνεται στριμωγμένη στην ματαιότητα και μας πιέζουν οι έγνοιες και οι φροντίδες για τα φθαρτά και τα περαστικά. Γι αυτό ίσως σε όλη της την ζωή περιπλανιόνταν, μακριά από τις έγνοιες για τα φθαρτά, ξεχνώντας τις ανάγκες της ζωής, έτσι όπως ένας μεγάλος ξεχνά τα παιδικά του παιχνίδια. Η πίστη της μοναχής Βαρσανουφίας ήταν απλή.

Εμείς μόνο ζητάμε στα μνημόσυνα -μας εξηγούσε-όπως οι κεκοιμημένοι να προσεύχονται για εμάς στο Θεό. Και αυτά δεν είναι κούφια λόγια αλλά η πραγματικότητα. Προσεύχονται για εμάς, μας θυμούνται και μας αγαπούν. Όλα τα επίγεια θα φθαρούν, το μόνο που θα μείνει είναι η αγάπη…

Από το βιβλίο της (Νίνας Πάβλοβα-Η ημέρα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ). Απόδοση στα ελληνικά π. Γεώργιος Κονισπολιάτης
http://www.orp.gr/

Όχι κουβέντες με κακούς – Μύθος του Αισώπου.


Κάποτε, ένας λύκος προσπαθούσε να σβήσει τη δίψα του αλλά και την πείνα του πίνοντας άφθονο νερό στο γάργαρο ποταμάκι. Τα μάτια του άστραψαν λαίμαργα όταν αρκετά μακριά του, στο ίδιο ποταμάκι, έπινε νερό ένα κάτασπρο μικρό αρνάκι.

– Σίγουρα έχει ξεφύγει από τη μάνα του, σκέφτηκε ο λύκος και άρχισε να σχεδιάζει τον τρόπο που θα ξεκοκάλιζε τον τρυφερό μεζέ του.

– Δεν πρέπει να μου ξεφύγει, πρέπει να το ξαφνιάσω και να πιάσω κουβέντα μαζί του.

Και μονολογώντας τέτοια, του έτρεχαν τα σάλια και γρήγορα το αποφάσισε!

– Ε, εσύ κει κάτω, δεν προσέχεις καθόλου! Πίνεις νερό τόσο λαίμαργα και μου θολώνεις το δικό μου νερό. Όλο το ποτάμι βρόμισες!

Το αρνάκι μας τρομαγμένο του απάντησε πως δεν είναι δυνατόν να του θολώνει το νερό, γιατί πίνει με την άκρη των χειλιών του.

– Άλλωστε βρίσκομαι πολύ παρακάτω από σένα, πρόσθεσε.

– Μην κάνεις το μισοκακόμοιρο, φώναξε αγριεμένος ο λύκος και πλησίασε στο αρνάκι μας περισσότερο, ενώ μέσα του γελούσε πονηρά, αφού κατάφερε να του πιάσει κουβέντα.

– Σε ξέρω εξάλλου κι από άλλοτε. Εσύ ήσουν που έβρισες τον πατέρα μου πέρσι, ξαναείπε ο λύκος κάνοντας τάχα τον θυμωμένο, ενώ τα βήματά του όλο και πλησίαζαν το αρνί μας.

– Λάθος κάνεις κύριε λύκε, είπε με φωνή τρεμουλιαστή το αρνάκι, εγώ, πρώτα απ’ όλα, πέρσι δεν είχα ακόμα γεννηθεί.

– Ξέρεις κι απαντάς, αλλά αυτό δε μ’ εμποδίζει να σε φάω, φώναξε πιο αγριεμένος ο λύκος.

Και χωρίς άλλη συζήτηση όρμησε στο κακόμοιρο το αρνάκι και το έκανε μια χαψιά. Τι της ήθελε τις κουβέντες με το λύκο; Μπορεί κανείς να γλιτώσει από τον κακό και τον άδικο; Πάντα αυτοί θα βρίσκουν μια δικαιολογία για να κάνουν το κακό.

Απόδοση: Δ.Σ.
http://www.orp.gr/

Γιατί αρρωσταίνουμε;


«Έν ήμερα θλίψεώς μου τόν θεόν έξεζήτησα» (Ψαλμ. 76,3)

Επίκαιρο το θέμα της αρρώστιας. Πάντοτε επίκαιρο. Επίκαιρο, γιατί κάθε μέρα υπάρχουν άρρωστοι. Άρρωστοι στα σπίτια. Άρρωστοι στις Κλινικές. Άρρωστοι στα
Νοσοκομεία. Και όχι μόνο φτωχοί, άλλά και πλούσιοι. Όχι μόνο μικροί, άλλά και μεγάλοι. Όχι μόνο ολιγογράμματοι και αγράμματοι, άλλά και μορφωμένοι. Από
όλες τις τάξεις. Όλοι αρρωσταίνουν. Όλοι. Όλος ο κόσμος. Γιατί όμως; Μεγάλο το θέμα. Άλλά λακωνικά θα γράψουμε. Με λίγα λόγια. Έτσι, όπως πάντα. Και όσο
μπορούμε άπλά και καταληπτά.

Γιατί, λοιπόν, αρρωσταίνουμε;

    Επειδή αμαρτάνουμε. Αυτό λέει η “Αγία Γραφή. Λέει: «Ό άμαρτάνων έναντι του ποιήσαντος αυτόν, έμπέσοι είς χείρας ιατρού» (Σοφ. Σειράχ 38, 15). Όποιος
αμαρτάνει, θα αρρωστήσει και θα πέσει στα χέρια των γιατρών. Πολλές είναι οι αρρώστιες πού προέρχονται από τις αμαρτίες. Πολλές. Όχι όλες. Αυτό παρατηρεί
ο ιερός Χρυσόστομος. Γράφει: «Πάντα τά νοσήματα έξ αμαρτημάτων;  Ού  πάντα μεν, αλλά τά πλείονα». Στην περίπτωση αυτή το φάρμακο το ξέρουμε. Το είπε ο
Κύριος στον παραλυτικό της Βηθεσδά. Θυμηθείτε τα λόγια του: «Ίδε υγιής γέγονας: μηκέτι άμάρτανε, ίνα μή χείρον σοί τι γένηται» (Ίωάν. ε, 14). Άρρωστοι
πού γίνατε καλά, μη ξαναμαρτάνετε, για νά μη σάς συμβούν χειρότερα. Σάς το λέει ο Χριστός. Ακούστε τη φωνή του.

Για νά θυμόμαστε το Θεό. Κάποιος πήγε νά επισκεφθεί έναν άρρωστο. Ο επισκέπτης εξέφρασε όλη του τη συμπάθεια και τη λύπη για την αρρώστια του. Αλλά ο άρρωστος
του είπε κάτι πού τού έκανε εντύπωση και πού το θυμόταν σε όλη του τη ζωή. Είπε ο άρρωστος στον επισκέπτη του: «Ξέρεις γιατί ο Θεός μάς αφήνει, πολλές
φορές, νά πέσουμε στην πλάτη; Για νά κοιτάξουμε λίγο και προς τα άνω!…». Έτσι είναι. Στην ανάγκη, στην αρρώστια, θυμόμαστε το Θεό. Ο Δαβίδ έλεγε συχνά:
«Έν ήμερα θλίψεώς μου τόν Θεόν έξεζήτησα» (Ψαλμ. 76,3). Στη θλίψη μου θυμήθηκα και ζήτησα το Θεό.

Για νά μετανοούμε. Η θύμιση του Θεού συντελεί, σχεδόν πάντοτε, στη μετάνοια. Οι περισσότεροι άρρωστοι, μαζί με τη θεραπεία τους, μετανοούν για τις αμαρτίες
τους και γίνονται άλλοι άνθρωποι. Καλύτεροι. Ένας νέος, από το Νοσοκομείο στο όποιο νοσηλευόταν, έγραψε: «Εδώ, ανάμεσα στα πονεμένα πρόσωπα των συνανθρώπων
μου, την πρώτη ήμερα κατάλαβα τη ματαιότητα του πλούτου. Τη δεύτερη η καρδιά μου μαλάκωσε κι απαλλάχτηκα από το σκληρό εγωισμό. Την τρίτη έκλαψα. Την τέταρτη
μετάνιωσα και σήμερα προσευχήθηκα θερμά». Μία γυναίκα ομολόγησε το έξης: «Στον καιρό της αρρώστιας μου, ξαπλωμένη στο κρεβάτι του πόνου, διάβασα πρώτη
φορά το Ευαγγέλιο… Ζούσα στο σκοτάδι κι είδα το φως. Τα θέλγητρα πού απόλαυσα ως τώρα είναι μηδέν μπροστά στις χαρές της καθαρής ζωής». Κι ένας εργάτης,
μακριά από το σπίτι του, ύστερα από μία αρρώστια, έγραψε στο γράμμα πού έστειλε στη γυναίκα του και στα παιδιά του: «Γυναίκα μου και παιδιά μου, με την
αρρώστια έκοψα τα βαριά ελαττώματα μου, δεν πίνω πια κρασί και δεν βλαστημώ, μα ούτε γυρίζω αργά τις νύχτες. Σας αγαπώ και σας σκέπτομαι κάθε στιγμή. Παρακαλείτε
το Θεό νά σωθώ και νά γυρίσω πάλι κοντά σας».Ας το ξαναπούμε- οι αρρώστιες φέρνουν τον άρρωστο, τις περισσότερες φορές, κοντά στο Θεό.

  Για νά ταπεινωνόμαστε. Ο Θεός μάς θέλει ταπεινούς. «Μισητή έναντι Κυρίου ύπερηφανία» (Σοφ. Σειρ. 10, 7). Και «δύναται ταπεινώσαι τούς πορευομένους έν
ύπερηφανία» (Δαν. 4, 34). Μπορεί νά ταπεινώσει όλους τούς υπερήφανους. Και μπορεί νά το κάνει αυτό με πολλούς τρόπους. Ένας τρόπος είναι και η αρρώστια. Ο ίδιος ο Άπ. Παύλος, κάνοντας λόγο για κάποια αρρώστια πού την ονομάζει «σκόλοπα» και πού δεν μπορούν νά την προσδιορίσουν οι ερμηνευτές, ομολογεί ότι
αυτόν το «σκόλοπα» τον έδωσε ο Κύριος, για νά μη υπερηφανεύεται. Γράφει: «Εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί… ίνα μή ύπεραίρωμαι» (Β” Κορ. ιβ, 7). Κάτω από τα
χτυπήματα της αρρώστιας όλοι σκύβουν το κεφάλι τους και ομολογούν τη μηδαμινότητά τους μπροστά στο Θεό.

  Για νά δοκιμαζόμαστε. Λέμε ότι πιστεύουμε και αγαπούμε το Θεό. Πώς όμως θα φανεί αυτό; Μόνο μέσα στις δοκιμασίες. Και μία από τις δοκιμασίες είναι και
ή αρρώστια. Όποιος μέσα στην αρρώστια και στον πόνο του δεν γογγύζει και δεν παραπονείται κατά τού Θεού, άλλά δέχεται σιωπηλά το σταυρό της δοκιμασίας
αυτής, αυτός είναι πραγματικός χριστιανός. Μόνο αυτός. Οι άλλοι πού γογγύζουν δεν είναι. Και ας λένε ότι είναι. Όλοι οι άγιοι πέρασαν δοκιμασίες στη ζωή
τους. Πολλές δοκιμασίες. «Ώσπερ δοκιμάζεται έν καμίνω άργυρος καί χρυσός, ούτως έκλεκταί καρδίαι παρά Κυρίω» (Παρ. 17, 3). Ποιό πρώτο και ποιο δεύτερο
παράδειγμα νά αναφέρουμε; Είναι τόσα πολλά. Όλοι οι άγιοι και μάρτυρες. Μία ψυχή, λεπρή στο σώμα, μέχρι την τελευταία στιγμή έλεγε: «Πεφιλημένε μου Εσταυρωμένε,
γι” αγάπη σου υποφέρω και θα τα υποφέρω όλα». Κι άλλοτε έκανε τραγούδι τον πόνο και τραγουδούσε: «»Ω πόνε, πόσο είσαι γλυκύς,όταν ο Ιησούς μας αφήνει νά
αισθανθούμε την παρουσία του!».   

Για νά γινόμαστε συμπονετικοί. Η αρρώστια, ο πόνος, μαλακώνει και την πιο σκληρή καρδιά. Άνθρωποι πού πρώτα περνούσαν αδιάφοροι μπροστά από πονεμένους
συνανθρώπους τους, ύστερα από κάποια τους αρρώστια άλλαξαν διαγωγή. Έγιναν καλοί Σαμαρείτες και σκύβουν πάνω τους με συμπόνια, όπως και εκείνος, ο καλός
Σαμαρείτης τής παραβολής στον πληγωμένο οδοιπόρο. Ο άρρωστος, μετά τη θεραπεία του, γίνεται συμπονετικός άνθρωπος. Κι αυτός είναι εκείνος πού πιο πολύ
σκέπτεται και επισκέπτεται τούς άρρωστους. Αυτός πού αρρώστησε και πόνεσε.   

Για νά σκεπτόμαστε τον ουρανό. Εδώ στη γη είμαστε «ξένοι και παρεπίδημοι». Αυτό λέει ο Θεός με τον Απ. Πέτρο. “Εδώ δεν έχουμε «μένουσαν πόλιν», όπως λέγει
και ο Απ. Παύλος. Ή πατρίδα μας ή αιώνια είναι ο ουρανός. «Τό πολίτευμα ημών έν ούρανοίς υπάρχει». Τα συμφέροντα μας είναι στον ουρανό. Συμπέρασμα: Λιγότερα
ακίνητα στη γη. Λιγότερα λεφτά στις Τράπεζες. Τα περισσότερα σε έργα αγάπης, φιλανθρωπίας και ιεραποστολής. Με τον τρόπο αυτό, μαζί με τη μετάνοια, λύνουμε
το πρόβλημα τού ουρανού. Το σπουδαιότερο πρόβλημα.

Αδελφή ψυχή,

Γι” αυτό αρρωσταίνουμε. Για τούς λόγους πού είπαμε. Σκέψου πάνω στους λόγους αυτούς και βγάλε τα ανάλογα συμπεράσματα. Συμπεράσματα, πού εύχομαι νά σε
οδηγήσουν στο Σωτήρα μας Χριστό. 

(Από το περιοδικό: «ΖΩΗ»)
http://www.orp.gr/

Ο αδιάφορος επισκέπτης της Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα και το θαύμα….


Κάποιος, κάπου, κάποτε πήγε για επίσκεψη στο Άγιο Όρος. Επίσκεψη και όχι προσκύνημα! Σχεδίαζε να παραμείνει στον Άθωνα έξι μέρες, μόλις όμως γνώρισε από κοντά τη μοναστική ζωή των αγιορειτών μοναχών άλλαξε γνώμη και δεν έβλεπε την ώρα να επιστρέψει στον πολιτισμό, όπως ο ίδιος το έθετε και το διαλαλούσε με μεγάλο θράσος…

Έφτασε στην Ι. Μονή Σταυρονικήτα, η οποία θα ήταν και ο τελευταίος σταθμός της αρχικά εξαήμερης εν τέλει τριήμερης περιήγησής του. Μάλιστα, κορόιδευε την παρέα του, διότι, όπως έλεγε, έβλεπαν τα πράγματα διαφορετικά και όχι όπως εκείνος, που μέτραγε τις ώρες για να βγει στον έξω κόσμο και επιτέλους να ελευθερωθεί… Στην είσοδο τις μονής τους υποδέχτηκε ο καλόγερος με λουκούμι και ρακί, έδειξε στους επισκέπτες-προσκυνητές τα δωμάτιά τους και τους ενημέρωσε για το πρόγραμμα των ακολουθιών. Η ώρα ήταν 12.00 το μεσημέρι και στις 16.00μ.μ. είχε εσπερινό. Ο φίλος μας την προηγούμενη μέρα είχε παραστεί σε αγρυπνία που διήρκεσε 12 ώρες. Αμέσως λοιπόν έπεσε για ύπνο και το μόνο που άκουσε ήταν το σήμαντρο, το οποίο σήμανε στις 16,00 ακριβώς και καλούσε όλους τους παρευρισκόμενους για τον εσπερινό.

Ξύπνησε και σκουντουφλώντας κυριολεκτικά, έφτασε στο Καθολικό της μονής, όπου θέλοντας και μη παραβρέθηκε σωματικά στον εσπερινό. Και λέω σωματικά, διότι πνευματικά το μόνο που σκεφτόταν ήταν πότε θα ξεμπέρδευε, για να συνεχίσει τη δουλειά από την οποία τον έκοψε το καταραμένο σήμαντρο, έτσι έλεγε συνέχεια μέσα του.

Επιτέλους, τελείωσε ο εσπερινός, ο κόσμος όμως δεν έφευγε, καθώς περίμεναν να θέσουν σε προσκύνημα τα ιερά λείψανα αγίων, που φυλάσσονται στη μονή. Μέσα στο τσούρμο πήγε και αυτός… Καθώς έλεγε είχε πάρει το κολάι, αφού και στις άλλες μονές που είχε πάει δεν έκανε άλλη δουλειά από το να ασπάζεται νεκρά κόκαλα, που ούτε παλμό είχαν ούτε θερμότητα ούτε ανάβλυζαν μύρο, παρά τα όσα έλεγαν οι αγιορείτες πατέρες… Προσκύνησε λοιπόν και ετοιμαζόταν να φύγει, παρόλο που ο υπόλοιπος κόσμος παρέμενε εντός του Καθολικού, όταν ο Παππούλης που βρισκόταν εκεί είπε με σπαστή φωνή, όσο μπορούσε δυνατή:

«Παιδιά μου σας παρακαλώ, σας παρακαλώ στο όνομα του γλυκού μας Ιησού, πείτε μου ποιός από σας δε μύρισε από τα ιερά λείψανα τη θεία ευωδιά που βγάζουνε»;

Εκείνος σταματάει ξαφνιασμένος στην είσοδο, αυτό δεν το είχε ξανακούσει σε κανένα μοναστήρι… Αμέσως, πηγαίνει μπροστά στον παπά και με ύφος προκλητικό του λέει: «Εγώ». Τότε ξεπετάχτηκαν κ’ καμιά δεκαριά ακόμη.

Ο σεβάσμιος ιερέας πηγαίνει μπροστά στα ιερά λείψανα… και με γλυκιά φωνή αρχίζει να ψέλνει το τροπάριο του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτη. Το πρόσωπο του, άρχισε να λάμπει τόσο πολύ, που στο τέλος δεν μπορούσες να το κοιτάξεις.

Ο γνωστός αυτός φοβήθηκε από αυτό που είδε, και τότε συνειδητοποίησε ότι την ίδια στιγμή τα ιερά λείψανα άρχιζαν να ευωδιάζουν τόσο έντονα και γλυκά που δε χόρταινες να εισπνέεις… Σε λίγο, το πρόσωπο του ιερέα σταμάτησε να φωτίζει, όμως η θεία ευωδιά από τα οστά ήταν τόσο έντονη, που ξεχύθηκε έξω από το Καθολικό, απλώθηκε σε όλη τη μονή και ακολουθούσε τους επισκέπτες ακόμη και στην Τράπεζα και στα δωμάτια τους. Όσοι την είχαν αμφισβητήσει, έκλαιγαν σα μωρά παιδιά, και έλεγαν ότι εξαιτίας των αμαρτημάτων τους… δεν μπορούσαν να την μυρίσουν αρχικά. Τη νύχτα κανείς δεν μπόρεσε να κοιμηθεί.

Την άλλη μέρα ξεκίνησαν για την Ι. Μονή Ιβήρων. Η μυρωδιά τους ακολουθούσε ως τα μισά του δρόμου…

http://www.orp.gr

«Η Αγία Μαρία η Αιγυπτία μαρτύριο δεν έχει, οπότε το γλυτώνεις. Έχει όμως άσκηση…»


Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου.

Η μελέτη του βίου του Αγίου της ημέρας, και γενικά των Συναξαρίων, πολύ βοηθάει, γιατί θερμαίνεται η ψυχή και παρακινείται να μιμηθεί τους Αγίους. Αφήνει τότε ο άνθρωπος στην άκρη κάθε είδους κακομοιριά και προχωρεί με λεβεντιά. Τα Συναξάρια βοηθούν στην ανδρεία την ψυχική, ακόμη και στο μαρτύριο.

– Πως συμβαίνει, Γέροντα, Άγιοι που έχουν το ίδιο όνομα να έχουν και το ίδιο μαρτύριο;

-Eσένα πως σε λένε;

-Μαρία.

-Αγία Μαρία υπάρχει;

-Η Αγία Μαρία η Αιγυπτία, Γέροντα.

-Η Αγία Μαρία μαρτύριο δεν έχει, οπότε το γλυτώνεις. Έχει όμως άσκηση, να την μιμηθείς στην άσκηση, για να έχετε… το ίδιο Συναξάρι! Ευλογημένη, οι Άγιοι αυτοί προσπάθησαν να μιμηθούν τον Άγιό τους, που τον είχαν σε ευλάβεια.

Από το βιβλίο: Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Στ΄, Περί Προσευχής, εκδ. Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης, 2012, σελ. 98.΄
http://www.orp.gr

Το πάθημα του διακόνου και η καθαρτική θεία δύναμη


ΚΑΘΕ φορά που ο άγιος Επιφάνιος, αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίας της Κύπρου (4ος αι.), πρόσφερε την αναίμακτη θυσία και έλεγε το «ποίησον τον μεν αρτον τούτον… », αν δεν έβλεπε κάποια οπτασία, δεν ολοκλήρωνε τη θεία λειτουργία. Τι είδους οπτασία ήταν άραγε αυτή; Πιθανόν να ήταν η κίνηση του ξύλινου περιστεριού, που κρεμόταν πάνω από την Αγία Τράπεζα στους ναούς της εποχής εκείνης. Ίσως πάλι να ήταν κάποια άρρητη ενέργεια της εμφάνισης του Άγίου Πνεύματος την ώρα του καθαγιασμού, πράγμα που συνέβαινε και σε άλλους άξιους λειτουργούς.

Σε μία λειτουργία του ο άγιος Έπιφάνιος επανέλαβε τρεις φορές την ευχή του καθαγιασμού, αλλά δεν είδε την οπτασία. Κι ενώ παρακαλούσε με δάκρυα Το Θεό να του φανερώσει την αιτία, έριξε μία μάτια στο διάκονο, που στεκόταν αριστερά του, κρατώντας το ριπίδιο, και παρατήρησε πώς είχε στο μέτωπο λέπρα. Κατάλαβε αμέσως πώς εκείνος ήταν η αιτία. Πήρε λοιπόν από τα χέρια του το ριπίδιο και του είπε με πραότητα: «Πήγαινε, παιδί μου, στο σπίτι σου και μη μεταλάβεις σήμερα».

Ύστερα επανέλαβε την ευχή, κι αμέσως είδε την οπτασία! Μετά την απόλυση κάλεσε το διάκονο, για να τον εξετάσει και να πληροφορηθεί την πνευματική του κατάσταση. Εκείνος τότε ομολόγησε, πώς την προηγούμενη νύχτα είχε συνευρεθεί με τη γυναίκα του. Με την αφορμή αυτή ο άγιος κάλεσε όλους τους κληρικούς και τους νουθέτησε:

“Όσοι, παιδιά μου, αξιωθήκατε να λάβετε το χάρισμα της ιεροσύνης, πρέπει να φυλάτε τον εαυτό σας καθαρό από κάθε μολυσμό «σαρκός και πνεύματος», για νά τελείτε άξια τα θεία Μυστήρια.

Η καθαρτική θεία δύναμη

Ο ΑΒΒΑΣ Μάρκος ο Αιγύπτιος παρέμενε για τριάντα χρόνια έγκλειστος, χωρίς να βγαίνει καθόλου από το κελί του. Για χάρη του, ο πρεσβύτερος της Σκήτης πήγαινε εκεί και τελούσε τη θεία λειτουργία. Ο διάβολος, ενοχλημένος από την υπομονή και την αρετή του οσίου, θέλησε να τον πειράξει. Του έστειλε λοιπόν κάποιον δαιμονισμένο, που του είπε:

– Αββά, ο πρεσβύτερός σου, βρωμάει από την αμαρτία. Γι” αυτό μην τον ξαναβάλεις στο κελί σου.

– Όλοι, απάντησε ο όσιος, αφήνουν απ” έξω την ακαθαρσία.
Εσύ μόνο Την έφερες μέσα. Μην ξεχνάς τι λέει η Γραφή: «Μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε». Κι αν είναι ο πρεσβύτερός μου αμαρτωλός, ο Θεός θα τον σώσει.

Όταν ήρθε πάλι ο ιερέας, ο αββάς τον υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά. Και ο Θεός, βλέποντας την ακακία του γέροντα, του έδειξε αποκαλυπτικό σημείο: Ενώ ο ιερέας ετοιμαζόταν να σταθεί μπροστά στην άγία τράπεζα για να τελέσει τη θεία μυσταγωγία, άγγελος Κυρίου κατέβηκε κι έβαλε το χέρι του πάνω στο κεφάλι του. Από τη στιγμή εκείνη ο ιερέας έγινε σαν πύρινος στύλος.

Έκπληκτος ο όσιος από το όραμα, άκουσε μία φωνή να του λέει:
«Γιατί θαυμάζεις, άνθρωπε; Αν ένας επίγειος βασιλιάς δεν αφήνει να εμφανίζονται ρυπαροί μπροστά του οι μεγιστάνες του, πολύ περισσότερο η θεία δύναμη δεν θα καθαρίσει από κάθε ρύπο τους λειτουργούς των άγίων μυστηρίων, όταν στέκονται μπροστά στο Βασιλιά της δόξας;»

Από το βιβλίο: Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία. 
( Έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου Αττικής)
http://inpantanassis.blogspot.gr

Οι μικρές υποχωρήσεις στην πνευματική ζωή


Πράγματι αυτά που φαίνονται μικρά και ασήμαντα είναι τα πιο επικίνδυνα

Ποτέ ο διάβολος δεν αρχίζει τη μάχη από τα μεγάλα και σοβαρά αμαρτήματα. Προτιμά να αγωνιστεί για να πείσει τον άνθρωπο να κάνει μία μικρή παράβαση σε ένα μικρό σφάλμα. Εδώ έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας. Ευκολότερα κανείς προχωρεί σε μία μικρή υποχώρηση. Έτσι αρχίζει το ξήλωμα και ο κατήφορος. Το μικρό οδηγεί στο μεγαλύτερο. Και σιγά-σιγά φθάνει ο άνθρωπος στην έσχατη αθλιότητα. Γιατί; Γιατί δεν πρόσεξε στο πρώτο ολίσθημα.

Ο Ιούδας δεν έγινε μονομιάς προδότης. Άρχισε με την κλοπή ενός μικροποσού. Προχώρησε σε μεγαλύτερο. Έγινε δέσμιος της φυλαργυρίας. Οδηγήθηκε στην προδοσία του Διδασκάλου Του. Πάντοτε η αρχή των πιο μεγάλων κακών γίνεται με τρόπο ανεπαίσθητο. Οι μεγάλοι διαρρήκτες ξεκίνησαν κλέβοντας ένα αυγό. Και οι μεγάλοι απατεώνες άρχισαν τη δράση τους από μερικά αθώα ψέματα.

Πράγματι αυτά που φαίνονται μικρά και ασήμαντα είναι τα πιο επικίνδυνα. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλώντας γι΄αυτό το θέμα έλεγε ότι ακριβώς επειδή οι άνθρωποι νομίζουν μικρό το αμάρτημα για τούτο εκείνος λυπάται και ανησυχούσε περισσότερο.

Τέχνασμα φοβερό και επιτυχημένο του διαβόλου είναι να μας ωθεί σε νομιζόμενα μικροσφάλματα. Μία πρώτη υποχώρηση ζητά. Εάν του την παραχωρήσουμε, τότε εκείνος κάνει ένα είδος κατοχής στην ψυχή μας και υφαίνει τα δίχτυα της αιχμαλωσίας μας.

Μικρή και ασήμαντη λεπτομέρεια στον όλο μηχανισμό του αυτοκινήτου ο πίρος που συγκρατεί τον τροχό. Εάν όμως αυτός λείψει, ο τροχός θα φύγει και το δυστύχημα θα ακολουθήσει.

Από ένα καρφί χάθηκε κάποτε μία μάχη. Έλειπε ένα καρφί από το πέταλο του αλόγου που ίππευε ο στρατηγός. Κατά τη μάχη λόγω χαλαρότητος, έφυγε και το δεύτερο καρφί και το τρίτο. Έπειτα έφυγε όλο το πέταλο. Το άλογο, χωρίς πέταλο σκόνταψε, έπεσε, έριξε καταγής τον αναβάτη, τον σκότωσε. Το ακέφαλο στράτευμα ηττήθηκε.

Από το βιβλίο «Πόλεμος κατά του Σατανά»,
Μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Χριστοδούλου
http://inpantanassis.blogspot.gr

Το Συναξάρι της ημέρας


Άγιος Υπάτιος επίσκοπος Γαγγρών
Όσιος Ακάκιος ο Ομολογητής επίσκοπος Μελιτηνής
Άγιος Θεόφιλος ο Μάρτυρας και οι συν αυτώ μαρτυρήσαντες εν Κρήτη
Άγιος Αυδάς επίσκοπος Περσίας, Βενιαμίν ο Διάκονος και οι μαζί μ' αυτούς εννέα Μάρτυρες και άλλοι πολλοί Άγιοι, που μαρτύρησαν στην Περσία
Άγιος Μένανδρος
Όσιος Βλάσιος ο εξ Αμορίου
Άγιοι Τριάντα οκτώ Μάρτυρες
Όσιος Στέφανος ο Θαυματουργός
Όσιος Ιωνάς Μητροπολίτης πασών των Ρωσιών
Όσιος Ιννοκέντιος Βενιάμινωφ Μητροπολίτης Μόσχας και Ιεραπόστολος Αλάσκας
Άγιος Ιωάννης ο πρίγκιπας
Όσιος Υπάτιος ο θεραπευτής

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Δεν αλησμονώ τες καλωσύνες σου. μόνον, όταν βλάπτεται η ψυχή μου δεν συμφωνώ. Διότι κατά πολύ υπερτερεί ο Θεός της ανθρωπίνης αγάπης. Και όλα του κόσμου τα αγαθά εάν μου χαρίσης, εάν εγώ πληροφορηθώ ότι ένα πράγμα δεν είναι κατά Θεόν δεν το κάμνω εις τον αιώνα. Αφού ημέραν και νύκτα ζητώ να γίνεται το θέλημα του Θεού, πώς λοιπόν να το παραβώ; Δι' αυτό μη λέγης ότι δεν σε αγαπώ, αλλ' ότι δεν συμφωνεί ο Θεός με τον λογισμόν σου.

Γέροντας Ιωσήφ ο Αγιορείτης († 1959 μ.Χ.)

Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (Φώτο)

Ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα προβάλλει καί τιμᾶ τήν ἱερά μνήμη μιᾶς ἁγίας γυναικός, τῆς Ὁσίας Μητρός ἡμῶν Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, ἡ ὁποία ξεκίνησε ἀπό τήν περιθωριακή ζωή καί τελειώθηκε στήν ἄσκηση. Ὁ βίος της εἶναι μιά ἀκραία ὁσιακή ἱστορία, ἱστορία ἀδαμικῆς γυμνότητας, φυσικῆς καί ψυχικῆς ἀπάθειας, ἀποβολῆς τῶν ἀνθρωπίνων ἰδιωμάτων, ἐγκαταλείψεως τῶν ἰδίων νοημάτων καί θελημάτων, ἀνακλήσεως τῆς ἀρχαίας ὑγείας τῆς ψυχῆς, ἱστορία τῆς παρθενίας τοῦ σώματος καί τοῦ πνεύματος, ἱστορία καταδύσεως στό ἄπειρο βάθος τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, πού ἑορτάζεται πρός τό τέλος τῆς Σαρακοστῆς, γιά ἐξέγερση καί βαθύ προβληματισμό, γιατί ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία ἔζησε τό χάος τῆς ἁμαρτίας καί ἀπεκάλυψε τό νόημα τῆς ἀληθινῆς μετάνοιας καί συγγνώμης, ζώντας σαράντα ἑπτά ὁλόκληρα χρόνια στήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου.

Ἀπεκάλυψε τό πόσο ἀπέραντη εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά μᾶς τούς ἀδύναμους καί ἁμαρτωλούς ἀνθρώπους. Τό πόσο ἀναρίθμητοι εἶναι οἱ δρόμοι πού κατασκευάζει ὁ Θεός μέσα ἀπό τήν καθημερινότητα τῆς ζωῆς, γιά νά ὁδηγήση τόν καθένα μας στήν ὁδό τῆς σωτηρίας. Τό μέ πόση ταπείνωση, πραότητα καί μακροθυμία ἑτοιμάζει καί ἀναμένει τήν μετάνοια τοῦ καθενός μας.
Ὁ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία μᾶς μαθαίνει, ὅτι ἐκεῖνο πού εἶναι ἀπαιτητό ἀπό ἐμᾶς εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας ἤ ἡ ἀπόγνωση ἀπό τόν ἑαυτό μας, πού μᾶς στρέφει, ὅταν μᾶς κατακαίει ἡ δίψα τῆς προσωπικῆς ἐπικοινωνίας καί τῆς ἀγάπης καί μᾶς φλογίζη ὁ ἄνθρωπος τῆς ὀδύνης καί τοῦ θείου πόθου, στήν ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ.

Δέν μποροῦμε νά ἐλπίζουμε στόν ἑαυτό μας, ἀλλά νά ἔχουμε πεποίθηση μόνο στόν Θεό, πού ἐγείρει τούς νεκρούς, "τούς νεκρωθέντας τῇ ἁμαρτίᾳ". Ἐκεῖνο πού τελικά μᾶς σώζει εἶναι ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία σφραγίζει τό μυστήριο τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς αἰωνιότητας τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ Ὁσία Μαρία γίνεται τύπος τῶν πιστῶν, πού τόσο παγιδεύονται στόν πειρασμό τῆς αὐτοδικαίωσης καί τῆς αὐτάρκειας, γιατί δίνει αὐτό πού εἶναι: τό εἶναι της γυμνό, γιά νά τό ἐνδύση καί πάλη ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Δίνει ἀκριβῶς αὐτό πού γνωρίζει καί περιμένει ὁ Θεός ἀπό τόν ἄνθρωπο: τήν ἄβυσσο τοῦ μυστηρίου τῆς καρδιᾶς, τήν μετάνοια, ἡ ὁποία μᾶς σώζει καί μᾶς ἁγιάζει.

Τό πρότυπο στό ὁποῖο ἀπέβλεπε πάντοτε ἡ Ἐκκλησία δέν ἦταν ἡ πληρότητα τῆς ἠθικῆς αὐτάρκειας, ἀλλά ὁ θρῆνος τῆς ἀδιάκοπης μετάνοιας, βεβαίωση τῆς νίκης τοῦ Χριστοῦ ἐπάνω στήν ἁμαρτία, πού προϋποθέτει μιά προσωπική καί βαθειά αἴσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας. Αὐτό πού μετράει εἶναι, ὅτι ἡ ἀρετή ὑπάρχει γιά τήν ἀλήθεια καί ὄχι ἡ ἀλήθεια γιά τήν ἀρετή. Αὐτό σημαίνει, ὅτι πρέπει νά ἀντιληφθοῦμε, νά ζήσουμε τήν μετάνοια μέ αὐθεντικά ὀρθόδοξο τρόπο.
Ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νά λέγη στόν κάθε ἄνθρωπο: Τίποτε μήν φοβᾶσαι, ποτέ μήν φοβᾶσαι καί μήν θλίβεσαι. Μιά καί μετανοεῖς ὅλα θά στά συγχωρέση ὁ Θεός. Μά κι οὔτε ὑπάρχει οὔτε μπορεῖ νά ὑπάρχη, νά γίνη στόν κόσμο τέτοιο κρῖμα, πού νά μήν τό συγχωρέση ὁ Θεός σέ κεῖνον πού μετανοεῖ ἀληθινά. Μά κι οὔτε μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά κάνη ἕνα τόσο μεγάλο ἁμάρτημα πού θά μποροῦσε νά ἐξαντλήση τήν ἀστείρευτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
Στην Ιερά Μονή λειτούργησε ο Καθηγούμενος Αρχιμ. Βαρθολομαίος. Μαζί του λειτούργησαν οι Ιερομόναχοι Τιμόθεος, Νεόφυτος και οι Διάκονοι Ειρηναίος και Νικηφόρος.












Περὶ τῆς ἑνότητας τῆς ζωῆς – Τοῦ Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ


Ἡ κατὰ σάρκα συγγένεια δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι πιὸ δυνατή, πιὸ βαθειά, ἀπὸ τὴ συγγένεια ποὺ δημιουργεῖ τὸ Ποτήριο τοῦ Κυρίου. Αὐτὸ θὰ ἔπρεπε νὰ μᾶς ἑνώνει ἀπείρως περισσότερο, ὥστε ὅλη ἡ οἰκογένειά μας νὰ γίνει σὰν ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τὴν ἴδια ζωή, τὴν ἴδια θέληση. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ ἀδελφικὴ συνεργασία θὰ εἶναι σωτήρια γιὰ ὅλους μας.

Μοῦ φαίνεται πὼς τὸ γεγονὸς ὅτι ὅλοι ἐμεῖς ποὺ ζοῦμε ἐδῶ προερχόμαστε ἀπὸ δέκα καὶ περισσότερες ἐ θ ν ι κ ό τ η τ ε ς , εἶναι μία καλὴ ἄσκηση γιὰ μᾶς· ἔχουμε τὴ δυνατότητα νὰ ὑπερβοῦμε πολλοὺς περιορισμούς, ποὺ πολὺ συχνὰ ὁδηγοῦν σὲ τραγικὲς συγκρούσεις μεταξὺ τῶν λαῶν, τῶν ἐθνῶν, τῶν τάξεων κ.λπ.

Αὐτὴ ἡ ἑνότητα τοῦ πνεύματος γίνεται περισσότερο περίπλοκη, ὅταν ὁ ἀριθμὸς τῶν προσώπων ξεπεράσει τὰ δέκα· τότε ἀρχίζει ἡ ὀργάνωση τῆς ζωῆς. Δηλαδή, ἐπιλέγει ἡ ὁμάδα αὐτὴ ἕναν πνευματικὸ πατέρα καὶ συγκεντρώνονται ὅλοι γύρω ἀπὸ αὐτόν.

Ὁ ἡγούμενος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μία γενικὴ θεωρία τῶν πραγμάτων. Ἐνδέχεται ὅμως, γιὰ ἄλλες ὑποθέσεις, νὰ ὑπάρχουν ἀνάμεσα στοὺς ἀδελφοὺς κάποιοι ποὺ νὰ εἶναι ἱκανότεροι ἀπὸ αὐτόν, πράγμα ποὺ μπορεῖ νὰ δημιουργήσει μία ἐξαιρετικὰ λεπτὴ κατάσταση· ὡστόσο αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ὁ ἡγούμενος θὰ ὑποτάσσεται σὲ αὐτούς. Στὸν βίο τοῦ πατριάρχη Βαρνάβα τῆς Γιουγκοσλαβίας ἔχουμε τὸ ἑξῆς παράδειγμα: ἐμπιστευόταν τὰ διάφορα λειτουργήματα σὲ ἄλλα πρόσωπα, ἀλλὰ ἐκεῖνος ἔπαιρνε τὴν τελικὴ ἀπόφαση. Σὲ αὐτὸν ἀνῆκε ἡ ἐπιλογὴ γιὰ τὴν κατευθηντήρια γραμμὴ εἴτε στὸν τομέα τοῦ κανονικοῦ δικαίου εἴτε στὸν λειτουργικὸ ἢ στὴν πρακτικὴ ζωή.

Ἔτσι, ἀνέθετε σὲ διάφορους ὑφισταμένους του τὸ ἔργο τῆς προετοιμασίας τῶν ἀναγκαίων στοιχείων, σχετικὰ μὲ ἐκεῖνο ποὺ εἶχε νὰ διεκπεραιώσει, ἔβλεπε καλύτερα τὶς λεπτομέρειες, τὸ μελετοῦσε καὶ ἔπαιρνε τὴν ἀπόφαση.

Αὐτὸ εἶναι ἀναγκαῖο γιὰ νὰ διαφυλαχθεῖ ἡ ἑνότητα τῆς ζωῆς. Ὅλα τὰ πράγματα εἶναι σχετικά, καὶ ἡ ὀργάνωση δὲν ἔχει ἀπόλυτο χαρακτήρα. […]

Ἐνδέχεται ὁ ἡγούμενος νὰ γνωρίζει λιγότερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους γιὰ κάποιο θέμα. Ὡστόσο, σὲ αὐτὸν ἐπαφίεται νὰ πάρει τὴν ἀπόφαση.

Ὁ ὑποτακτικὸς συμβάλλει, συνεργαζόμενος μὲ τὸν ἡγούμενο, στὸ νὰ μὴ διασπασθεῖ ἡ ἑνότητα τῆς ζωῆς, γιὰ νὰ διαφυλάσσεται πάντοτε ὁ συντονισμὸς τῶν προσπαθειῶν ποὺ καταβάλλουν ὅλοι. Αὐτὸ εἶναι ἕνα πολὺ λεπτὸ σημεῖο…

Ὁ καθένας μας μπορεῖ νὰ ἔχει ἴσως τὴ γνώμη ὅτι ὁ ἡγούμενος δὲν ἐπέλεξε τὴν καλύτερη γραμμὴ καὶ νὰ ἀρχίζει νὰ ἀντιδρᾶ, νὰ μὴν ὑπακούει, νὰ μὴ συμφωνεῖ μαζί του κτλ. Ἀκόμη καὶ στὴν περίπτωση κατὰ τὴν ὁποία ὁ ἀδελφὸς ἔχει δίκαιο, τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι ἀρνητικό.

Στὰ σχετικὰ πράγματα τῆς ζωῆς αὐτῆς μποροῦμε νὰ ὑποστοῦμε κάποια ζημιά.

Αὐτὴ ὅμως δὲν εἶναι τόσο σοβαρή, ὅσο σοβαρὴ εἶναι ἐκείνη ποὺ προκαλεῖ ἡ πάλη τῶν θελήσεων…

Ἡ ἑνότητα αὐτὴ τῶν θελήσεων καὶ τῆς κατευθυντήριας γραμμῆς εἶναι ἀπαραίτητη… Ἔτσι πρέπει νὰ βρίσκουμε τρόπους νὰ ἀποφεύγουμε τὶς συγκρούσεις… καὶ ἡ ζωὴ θὰ διαφυλάξει τὴν ἐπιθυμητὴ ἑνότητά της… Οἱ ἐσωτερικὲς προστριβὲς εἶναι ἐξαιρετικὰ σοβαρές, διότι ἐξαιτίας τους τὸ πᾶν καταστρέφεται.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο Οἰκοδομώντας τὸ Ναὸ τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας.
http://blogs.sch.gr/kantonopou/

Απόγνωση, αποθάρρυνση και θάρρος (Γέροντος Ιωσήφ)


Στην πνευματική μας πορεία, υπάρχει κάτι που είναι ο μεγαλύτερος σκόπελος. Και είναι τόσο πολύ σημαντικό, γιατί αυτό, εάν το προσέξει ο άνθρωπος, πολλά κερδίζει. Εάν όμως δεν το προσέξει, πολύ ζημιώνεται. Ο σκόπελος αυτός λέγεται αποθάρρυνση, απογοήτευση και βρίσκεται μέσα στην πρακτική υφή της ζωής μας. Όπως και άλλες φορές είπαμε, οι αρχές και οι γραμμές βάσει των οποίων γίνεται το ξεκίνημά μας, είναι η ορθή πίστη και η αγαθή προαίρεση. Η πρακτική όμως, η κατ’ ενέργειαν, η ενεργοποιός μερίδα του ανθρώπου, είναι εκείνη η οποία τον αποδεικνύει πιστό, δηλαδή επισφραγίζει την ομολογία του. Μέσα σε αυτή την πρακτική, ο άνθρωπος είτε προβιβάζεται και επιτυγχάνει, είτε υποβιβάζεται και χάνει. Το σημείο εκείνο το οποίο είναι τόσο επωφελές για μας, έγκειται σε τούτο, στο να μην χάνουμε το θάρρος μας, αλλά να συνεχίζουμε, παρ’ όλες τις δυσχέρειες και τις επιπλοκές που υπάρχουν μέσα στην ενεργητικότητα της πρακτικής.

Η αμαρτία επιδιώκει να απατήσει τον άνθρωπο, διότι η φύση της, αν την ερευνήσουμε, είναι απάτη. Στην ουσία δεν υπάρχει κακό, αλλά το νόημα είναι που το μεταβάλλει. Επειδή ακριβώς μεταβαλλόμενη διά του νοήματος μία πράξη γίνεται ένοχη, εάν δεν καλυφθεί από την πρόφαση της απάτης, δεν πλανάται ο νους του ανθρώπου. Όπως δεν είναι δυνατό να βαδίσει κανείς στην καταστροφή του και στην απώλειά του, βλέποντας τον προκείμενο κίνδυνο. Για να αψηφά τον κίνδυνο, πρέπει αυτός να συγκαλυφθεί με κάποιο τρόπο, ούτως ώστε να απατήσει τον άνθρωπο και να πέσει στην παγίδα. Αυτός είναι ο απατηλός τρόπος της προβολής της αμαρτίας, του κακού, και με αυτό τον τρόπο συλλαμβάνεται ο άνθρωπος, ελέγχεται ως άπιστος και ότι οι υποσχέσεις του προς τον Θεό, ότι θα τον αγαπά εξ όλης της ψυχής, είναι ψεύτικες.

Ένας μεγάλος ισχυρός παράγοντας, ο οποίος είναι ο συντελεστής της επιτυχίας μας, είναι ακριβώς το να κρατήσει ο άνθρωπος το θάρρος του. Μου δόθηκε αφορμή από τη βιογραφία του μεγάλου Πατέρα μας Νήφωνος, Επισκόπου Κωνσταντιανής, ο οποίος πολλά έχει να μας διδάξει στο θέμα του θάρρους. Σε αυτό έχει ιδιαίτερη επίδοση.

Καθένας από τους μεγάλους και κορυφαίους Πατέρες, έχει μία επίδοση ιδιαίτερη, παρ’ όλο που όλοι έχουν φθάσει στο τέρμα της κατά άνθρωπον τελειότητας. Εν τούτοις κατά ένα ιδιαίτερο φυσικά τρόπο πέτυχαν περισσότερο σε ένα τομέα, τον οποίο και εκφράζουν. Ειδικά στο πρόσωπο αυτού του μεγάλου φωστήρα, βρίσκεται ακριβώς αυτός ο παράγοντας του θάρρους. Στην πραγματικότητα αποθάρρυνση δεν υπάρχει, για τον εξής λόγο. Το εάν είμεθα πιστοί, και ιδίως αν ακολουθούμε αυτό τον ιδιαίτερο δρόμο που οδηγεί -ανθρωπίνως – στην τελειότητα, δεν είναι αυτό τυχαίο, ούτε εξ ιδιαιτέρας μόνο προθέσεως. Οι περισσότεροι από εμάς βρεθήκαμε στη ζωή αυτή καθαρά από ένα θαυματουργικό τρόπο της επεμβάσεως της Χάριτος του Θεού. Αυτός μας οδήγησε, γιατί ακριβώς μας είχε προορίσει. Έχοντας επίγνωση ότι είμαστε προσκεκλημένοι, προορισμένοι και ήδη δικαιωμένοι, δεν τίθεται πλέον θέμα αποθαρρύνσεως, δεν τίθεται θέμα έρευνας και αμφιβολίας. Τώρα γεννιέται το δεύτερο θέμα, το πρακτικότατο. Στην ώρα που γίνεται η μάχη, ενδέχεται ο άνθρωπος να πέσει.

Αλάνθαστος άνθρωπος δεν υπάρχει, και ιδίως όταν είναι ακόμα ατελής και εμπαθής. Πολλά πράγματα δεν τα γνωρίζει, σε άλλα δε είναι αδύνατος. Αλλά και απειρία έχει και άνισο πόλεμο διεξάγει, διότι οι εχθροί μας είναι πνεύματα, δεν είναι όπως εμείς, σώματα, τα οποία υφίστανται, κατά κάποιο τρόπο, διάφορες τροπές και αλλοιώσεις. Όλα αυτά, και τα τόσα άλλα, τα οποία άλλες φορές ερμηνεύσαμε, είναι εκείνα που μας προκαλούν ολισθήματα, αποτυχίες και γενικά λάθη.

Ο διάβολος, ο οποίος είναι πονηρός και γνωρίζει τη σημασία της αποθαρρύνσεως πόσο ισχυρή είναι, δίνει το μεγαλύτερο βάρος εδώ, κατά τη γνώμη των Πατέρων, στο να προκαλέσει αποθάρρυνση, μετά το λάθος του αγωνιστή. Να του κόψει το θάρρος, γιατί το θάρρος είναι όπως στο σώμα το κεφάλι, που είναι το κεντρικότερο μέρος από το οποίο και εξαρτάται ολόκληρο το σώμα. Έτσι και στην ενεργητικότητα του ανθρώπου, το μεγαλύτερο μέρος είναι ακριβώς το θάρρος, ο ζήλος, η ορμή, από όπου πηγάζει η ενέργεια.

Το θέμα της μετανοίας και της πρακτικής πίστεως δεν είναι αφηρημένο, είναι συγκεκριμένο. Πιστεύει κανείς και βαδίζει· και όχι μόνο βαδίζει, αλλά εντατικά αγωνίζεται, επιμένει και κτυπά, περιμένοντας ότι θα του ανοίξουν. Όταν όμως χάσει το θάρρος; Τότε σταματά, δεν βαδίζει πλέον, ούτε κτυπά, ούτε ζητά, ούτε παρακαλεί και, κατά κάποιο τρόπο, παραδίδεται άνευ όρων. Είναι πάρα πολύ μεγάλης σημασίας το θέμα του θάρρους, στο να το κρατά κανείς και να το ανακτά, όταν το βλέπει να κινδυνεύει και ποτέ να μην το προδίδει.

Η αμαρτία ποτέ δεν εμφανίζεται όπως είναι, γυμνή, αφηρημένη, γιατί εάν εμφανισθεί έτσι, δεν απατά εύκολα το νου του ανθρώπου, ώστε να αμαρτήσει. Έρχεται καλυμμένη από μία πρόφαση και με το δόλο αυτό απατά τον άνθρωπο.

Ξέροντάς το λοιπόν αυτό, ποτέ δεν προδίδουμε το θάρρος μας υπό οποιανδήποτε μορφή και αν γλιστρήσουμε. Ακόμη, να πει κανείς, και στην πιο φανερή αφορμή, που νομίζει ότι είναι απόλυτα υπαίτιος -αν ήθελα, δεν το πάθαινα-, και στην πιο προφανή ακόμα πρόφαση που εξ υπαιτιότητάς του ο άνθρωπος αμαρτάνει, δεν πρέπει να χάνει το θάρρος του, δηλαδή και εκεί που αμαρτάνει από δική του απροσεξία. Στη βιογραφία αυτού του μεγάλου φωστήρα, είναι τόσο καταφανές, ώστε πράγματι προκαλεί σε όλους κατάπληξη. Στο πώς, όχι απλώς σε παρεμπίπτουσες και λανθάνουσες καταστάσεις που του προκαλούσαν, με κάποιο τρόπο, ήττα, αλλά και στις προφανέστερες, να μην υποχωρεί και χάνει το θάρρος του. Βρίσκαμε αυτόν τον φωστήρα να μεγαλουργεί και βλέπουμε την ανταπόκριση της Χάριτος του Θεού, στο πόσο εναγκαλίζεται και θεωρεί αθλητή αυτόν, ο οποίος, αν και τραυματισμένος, δεν παραδίδεται.

Και έτσι πρέπει. Διότι στην πραγματικότητα το γεγονός είναι ένα. Κάνει κάποιος μια έρευνα στον εαυτό του την ώρα που γλίστρησε και έπεσε και συνετρίβη· σταματά μία στιγμή και λέει: – Καλά, τώρα εγώ αρνήθηκα τον Θεό; Μέσα μου αλλοιώθηκε κάτι και απεφάσισα ότι θα παύσω να είμαι χριστιανός; Τώρα μέσα μου γεννήθηκε κάτι, που με έπεισε ότι δεν πρέπει να πιστεύω στο Θεό, ούτε πρέπει να τον ακολουθώ; Μη γένοιτο κάτι τέτοιο. Ούτε ως σκέψη δεν είναι δυνατό να υπάρχει μέσα μου αυτό. Μάλλον καραδοκώ και αναμένω να με αξίωσει η Χάρις Του, ακόμα και να πεθάνω. Όχι μόνο να αγωνίζομαι, αλλά, εάν δοθεί αφορμή, να πεθάνω μόνο για την δική Του ομολογία. Αυτό δεν αλλοιώθηκε μέσα μου ποτέ, δεν άλλαξε· πώς λοιπόν τώρα, επειδή γλίστρησα, αποθαρρύνομαι και προδίδω την αγάπη του Θεού; Απάτη είναι. Ήταν μεγάλο το τραύμα, ήταν μεγάλο το γλίστρημα. Μέσα στα μυστήρια του τρόπου της ενεργείας της Χάριτος έγινε, κατά κάποιο τρόπο, αυτός ο πρακτικός τρόπος, που αυτή την ώρα δεν ερευνώ. Φυσικά λαμβάνοντας τη μομφή επάνω μου, και ξέροντας ότι εξ υπαιτιότητάς μου αποσύρθηκε η Χάρις, που με παιδαγωγεί στο να με κάνει συνετότερο, ευλαβέστερο, θερμότερο και προσεκτικότερο. Με παρέδωσε η Θεία Χάρις σε αυτή την πτώση – δεν αποθαρρύνομαι γι’ αυτό το πράγμα – δεν τρομάζω, διότι αν και ξέρω την ευτέλειά μου και ελεεινολογώ τον εαυτό μου ότι δεν είμαι τίποτε, πιστεύω ότι εκείνο που με κρατεί είναι η Χάρις του Θεού. Έτσι δεν χάνω το θάρρος μου. Όχι ότι αισθάνομαι στον εαυτό μου καμμιά ικανότητα – ποτέ αυτό δεν το σκέφθηκα ούτε και θα το σκεφθώ – αλλά έχοντας αποδείξεις της ελεημοσύνης του Θεού απέναντί μου μέχρι σήμερα, στέκομαι ακίνητος και λέω ότι ο χθές Θεός και σήμερα και αύριο είναι ο ίδιος. Δεν έκανε λάθος ο Θεός, όταν με κάλεσε όχι βέβαια για την ικανότητά μου, αλλά για την υπερβολή της αγάπης Του σ’ εμένα τον αμαρτωλό και ορκίσθηκε στον εαυτό Του ότι «δεν θέλω τον θάνατο του αμαρτωλού μέχρι να επιστρέψει και να ζήσει»(Ιεζεκ. 18,23). Αυτός ο Πανάγαθος Θεός και Πατέρας, κάλεσε και μένα, τον ανύπαρκτο, το ασθενές, το μωρό, το εξουθενημένο και με βαστάζει από τότε που με κάλεσε μέχρι σήμερα, χωρίς να έχει βαρεθεί, και αύριο ο ίδιος είναι, και μεθαύριο ο ίδιος είναι, αφού μένω και εγώ ο ίδιος. Μένω πιστός στην ομολογία μου. Δεν πρόκειται να υποχωρήσω. Δεν με απασχολεί το πώς εγλίστρησα, άλλωστε έχω και πείρα της ευτέλειάς μου ποίος είμαι». Βλέπετε λογικά πώς τοποθετείται το πράγμα;

Άρα λοιπόν ο Άγιος αυτός, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο αγωνίστηκε, δεν είναι γιατί ήταν εξαίρεση. Ακριβώς την θέση των πραγμάτων τόνισε. Ότι ποτέ κανείς δεν πρέπει να αποθαρρύνεται, γιατί η αποθάρρυνση, όπως είπα, είναι η μεγαλύτερη χαρά του σατανά, διότι βλέποντας αυτός την αποθάρρυνση αποκτά προσωπικότητα, ενώ δεν έχει ούτε θέση, ούτε τόπο, ούτε προσωπικότητα. Ως οντότητα υπάρχει, δεν εννοώ αυτή την προσωπικότητα. Προσωπικότητα εννοώ, ότι δεν έχει θέση, δεν έχει μέτρο να σταθεί απέναντί μας. Ναι, διότι «έρχεται ο κυρίαρχος αυτού του κόσμου, που δεν έχει πάνω μας καμιά εξουσία» (Ιωάν. 14,30) και «έφθασε η ώρα που ο άρχοντας αυτού του κόσμου θα διωχθεί έξω απ’ αυτόν»(Ιωάν. 12,31). Όταν όμως βλέπει τον άνθρωπο ότι αποθαρρύνεται και υποχωρεί, τότε αυτός παίρνει θέση. Τότε αρχίζει να πιστεύει ότι όντως τον υπολόγισε ο άνθρωπος, τον φοβήθηκε και παρέδωσε τα όπλα του. Αυτό είναι ψέμμα. Βλέπετε πόση μεγάλη σημασία έχει;

Πάντως όμως το γεγονός είναι ένα. Ότι το θέμα της αποθαρρύνσεως έχει πάρα πολύ μεγάλη βαρύτητα, ιδιαίτερα για μάς τους μοναχούς. Επειδή εμείς έχοντας περισσότερη ευχέρεια και πολεμώντας λεπτομερέστερα, ακριβώς βρισκόμαστε σε αυτά τα περιθώρια, στο να ελέγχουμε ακόμα και τις σκέψεις και τα νοήματα από τα οποία προέρχονται οι διάφορες ενέργειες· και επειδή βρισκόμαστε συνεχώς στη γραμμή του πυρός, είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε αυτές τις ανασκοπήσεις και έρευνες για να ξέρουμε από πού ερχόμαστε και που πηγαίνουμε. Επομένως χρειάζεται μεγάλη προσοχή, γιατί οι τρόποι της αποθαρρύνσεως είναι πάρα πολλοί και ο άνθρωπος χάνει το θάρρος του, χάνει το ζήλο του και μειώνει την μαχητικότητά του. Το ότι σκυθρωπάζει και αλλοιώνεται, όλα αυτά είναι είδος αποθαρρύνσεως, είναι είδος ηττοπάθειας. Όλα αυτά ο σατανάς τα εκμεταλλεύεται. Κανένα από όλα αυτά δεν πρέπει να έχει θέση. Δεν συμβαίνει απολύτως τίποτε. Στη γραμμή του πυρός, εκεί που υπάρχει συνεχής μάχη, δεν είναι παράδοξο να υπάρχουν πληγές.

Όπως μας παρέδωσαν οι Πατέρες, πολλές φορές και η ίδια ακόμη η Χάρις αφήνει τον άνθρωπο -θέλοντας να τον διδάξει και να τον ανεβάσει σε ψηλότερα επίπεδα πρακτικής εμπειρίας- τον αφήνει επίτηδες να κινδυνεύσει από την αμαρτία, για να ερεθίσει έτσι περισσότερο τον θυμό του εναντίον της. Και λαμβάνοντας πληγές ο άνθρωπος, μαθαίνει τους τρόπους από που συνέβησαν αυτά και τότε τον μεν Θεό αγαπά γνησίως, διότι βλέπει την στοργή Του, τον δε διάβολο βδελύσσεται αξίως, βλέποντας την κακότητά του και την πονηριά του και το αδίστακτό του στο να μας καταστρέψει.

Εκείνο το οποίο κατέχουμε και είναι για μας άγκυρα όλης της ελπίδας, αναμφισβήτητης και χειροπιαστής, είναι ότι παραμένει μαζί μας η Θεία Χάρις. Ο καθένας μας από την ημέρα της ευσέβειάς μας, από τότε δηλαδή που εισήλθαμε εκουσίως μέσα στους όρους της μετανοίας μέχρι σήμερα, ποτέ δεν μπορέσαμε, καμία ημέρα, να φυλάξουμε το θέλημα του Κυρίου. Και όμως δεν απομακρύνθηκε! Παραμένει μαζί μας, μάς δικαιώνει από την αγαθότητά Του και μόνο. Τα αμεταμέλητα χαρίσματα του Θεού σε μας είναι χειροπιαστά, δεν υπάρχει αμφιβολία. Δεν δικαιώνω την αμαρτωλότητα, ούτε συνιστώ τη ραθυμία. Αυτά είναι προδοσία. Τέτοιο πράγμα δεν υπάρχει μέσα στην προαίρεση των χριστιανών και ο,τιδήποτε και αν συμβαίνει είναι εξ αιτίας της ατέλειάς τους.

Ο άνθρωπος που βρίσκεται στο γίγνεσθαι, είναι ατελής. Βαδίζει προς την τελειότητα ζητώντας περισσότερη επίδραση της Χάριτος και μόνιμη ενοίκηση μέσα του. Την αποκτά σιγά-σιγά με την ελεημοσύνη του Θεού, αγωνιζόμενος κατά των παθών του, ούτως ώστε να τα αποβάλει, για να βρει περισσότερη θέση μέσα του η Θεία Χάρις. Μέχρι που να γίνει αυτό, υφίσταται όλες τις αλλοιώσεις και τις τροπές.

Επιμένω στο θέμα της αποθαρρύνσεως, για να προσεχθεί πάρα πολύ. Εκείνος ο οποίος επεσήμανε αυτό τον τομέα και τον αξιολόγησε, επιτυγχάνει πάρα πολλά. Εκείνος ο οποίος δεν προσέχει και αφήνει ακάλυπτη την πλευρά αυτή και με το παραμικρό αποθαρρύνεται, οπισθοχωρεί και αφήνει το ζήλο του, αδικείται κατάφωρα, χάνει χωρίς να υπάρχει λόγος και μπορώ να πω φεύγει «χωρίς διώκοντος».

Γι’ αυτό με παράδειγμα τη βιογραφία και την παιδεία του μεγάλου αυτού Πατέρα, όλοι μας να γίνουμε περισσότερο ζηλωτές, περισσότερο μαχητές. Δεν υπάρχει μέσα στην μερίδα μας απογοήτευση και αποθάρρυνση. Και δεν υπάρχει, γιατί απλούστατα εμείς οι ίδιοι και τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά μας γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε ότι ομολογούμε την πίστη και την αγάπη μας προς τον Θεό και ότι ουδέποτε την αρνούμαστε και ακόμα ξέρουμε την σύμπραξη και συμπαράσταση του Θεού σ’ εμάς, η οποία είναι αμετάβλητη, αμεταμέλητη και αναλλοίωτη.

Δι’ ευχών του Αγίου Πατρός ημών Νήφωνος και της Κυρίας μας Θεοτόκου είθε να επιτύχουμε αισίως το σκοπό της ζωής μας. Αμήν.

(Γέροντος Ιωσήφ, Διδαχές από τον Άθωνα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά, σ. 142-150)
http://blogs.sch.gr/kantonopou/

ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ-ΟΣΙΑ ΜΑΡΙΑ Η ΑΙΓΥΠΤΙΑ


Κάποτε ένας βασιλιάς επισκέφθηκε μια φυλακή, με σκοπό να δώσει χάρη σε έναν βαρυποινίτη. Ρώτησε στο κελί του έναν ισοβίτη:

-Τι έκανες και βρίσκεσαι εδώ;

Εκείνος απάντησε:

-Βασιλιά μου, τίποτε. θύμα συκοφαντίας έχω πέσει. ΄΄Άλλος έφταιξε΄΄… εγώ τιμωρήθηκα. Εγώ είμαι ο καλύτερος άνθρωπος...

Προσπέρασε το κελί του ο βασιλιάς. και προχώρησε στο διπλανό:

-Συ τι έχεις; Γιατί σε φέρανε εδώ μέσα;

-Η αδικία των δικαστών, βασιλιά μου, αυτή με οδήγησε εδώ,

Είμαι αθώος. Ανάθεμα σ' εκείνους, που ψεύτικα με κατηγόρησαν...

Και προχώρησε ο βασιλιάς σε αρκετά κελιά. Για κανέ­ναν βαρυποινίτη δεν έδινε εντολή αποφυλακίσεως. Τέλος έφτασε σ' ένα κελί, όπου ένας κατάδικος ήταν κλειδωμένος, κατηγορούμενος για φρικτά εγκλήματα,

-Συ τι έκανες; Γιατί βρίσκεσαι εδώ;

-Εγώ, βασιλιά, είμαι ο χειρότερος άνθρωπος. Όχι τόσα αλλά και άλλα τόσα έπρεπε να φυλακισθώ. Είμαι χρόνια ελεεινός. Έπεσα πολύ χαμηλά.. Δεν είμαι άξιος να σε ατενίζω ούτε σένα ούτε τους άλλους ανθρώπους...

Γυρίζει ο βασιλιάς στον δεσμοφύλακα και λέει…

-Σ' αυτόν Χάρη! Ανοίξτε το κελί του, Είναι ελεύθερος!

Χάρη! Χάρη στον αμαρτωλό, που παραδέχεται την ενοχή του. Χάρη στον αμαρτωλό, που δεν δικαιολογεί την αμαρτία του. Χάρη στον αμαρτωλό, που πιστεύει στη Χάρη. Χάρη στον αμαρτωλό, που κλαίει και εξομολογείται. Χάρη στον αμαρτωλό, που πιστεύει, ότι το σφουγγάρι της αγάπης του θεού σβήνει όλες τις πτώσεις, γιατί είναι βουτηγμένο στο Αίμα του Υιού του θεού. Χάρη!

Αυτό είναι η Εξομολόγησις.

H αμαρτωλή ζωή κι η θαυμαστή άσκηση της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, της οποίας η Εκκλησία σήμερα επιτελεί την μνήμη, πάντα μας διδάσκει πολλά και μάλιστα στην εποχή μας, που οι άνθρωποι, κυνηγώντας χωρίς φραγμούς την ευτυχία, έχουν ριχθεί μανιωδώς σε κάθε είδους υλική και σαρκική απόλαυση.

Εκείνο που μένει πάντα μέσα από την τέτοια ικανοποίηση των παθών είναι η πικρία και η μεταμέλεια - ένα άδειασμα κι ένα κενό μέσα στον άνθρωπο.

Χαρά σε κείνους που κι όταν φθάσουν στο κατώτατο σκαλοπάτι του κακού, δεν πέφτουν σε απόγνωση, μα με την βέβαιη ελπίδα της σωτηρίας παίρνουν τον δρόμο του γυρισμού. Κάποιο σημείο πάντα δείχνει την κλήση του Θεού σε μετάνοια "ήψατο γαρ των οφθαλμών της καρδίας μου λόγος σωτηρίας", γράφει ο άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων για την οσία Μαρία.

Και τότε "όπου επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η χάρις".

Η οσία Μαρία γεννήθηκε στην Αίγυπτο την εποχή του Ιουστινιανού (527-565). Από νεαρή ηλικία, αγνοώντας τις συμβουλές των οικείων της, ακολούθησε το δρόμο της διαφθοράς και της ακολασίας για δεκαεπτά χρόνια.

Κάποια στιγμή όμως οδηγούμενη από Θεία πρόνοια, η Μαρία βρέθηκε μαζί με άλλους ασελγείς νέους στα Ιεροσόλυμα τον καιρό που εορταζόταν η προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Η Μαρία θέλησε να εισέλθει στην εκκλησία όπου βρισκόταν ο Σταυρός για να προσκυνήσει, όμως κάποια αόρατη δύναμη την εμπόδιζε να περάσει την είσοδο του ιερού ναού.

Η οσία τότε συνειδητοποίησε ότι η αμαρτωλή ζωή της δεν ήταν αρεστή στα μάτια του Κυρίου και μετανόησε.

Ζήτησε από την Παρθένο Μαρία να της επιτραπεί η είσοδος στο ναό, υποσχόμενη ότι θα ακολουθήσει την οδό της μετανοίας. Αφού προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό, η Μαρία αποχώρησε αποφασισμένη να τηρήσει την υπόσχεσή της.

Αποσύρθηκε στην έρημο του Ιορδάνη, όπου αφιερώθηκε στην ασκητική ζωή για σαράντα επτά ολόκληρα χρόνια.

Όλο αυτό το διάστημα η οσία το πέρασε με προσευχή και νηστεία, χωρίς μάλιστα να δει κανέναν άνθρωπο, παρά μόνο τον ιερομόναχο Ζωσιμά, οποίος της πρόσφερε τη Θεία Κοινωνία λίγο πριν κοιμηθεί. Η ευχή της ας μας ενδυναμώνει, αμήν.

http://agiameteora.net

Γιατί λέγεται «Κουφή» ή «Βουβή» η Εβδομάδα πριν το Σάββατο του Λαζάρου;


H έκτη και τελευταία εβδομάδα της Μεγ. Σαρακοστής ονομάζεται “Εβδομάδα των Βαϊων”. Για έξι μέρες πριν το Σάββατο του Λαζάρου και την Κυριακή των Βαϊων η λατρεία της Εκκλησίας μας ωθεί ν’ ακολουθήσουμε το Χριστό καθώς πρώτος αναγγέλει τοθάνατο του φίλου Του και κατόπιν αρχίζει το ταξίδι Του στη Βηθανία και στην Ιερουσαλήμ. Στο κέντρο της προσοχής είναι ο Λάζαρος – η αρρώστεια του, ο θάνατός του, ο θρήνος των συγγενών του και η αντίδραση του Χριστού σ’ όλα αυτά. Η τελευταία εβδομάδα δηλαδή περνάει με πνευματική περισυλλογή πάνω στην ερχόμενη συνάντηση του Χριστού με το θάνατο – πρώτα στο πρόσωπο του φίλου Του Λαζάρου, έπειτα στο θάνατο του ίδιου του Χριστού. Πλησιάζει η “ώρα του Χριστού” για την οποία τόσο συχνά μιλούσε και προς αυτήν προσανατολιζόταν όλη η επίγεια διακονία Του. Η ανάσταση του Λαζάρου έγινε για να βεβαιωθούμε για “Την κοινήν ανάστασιν”. Είναι κάτι το συναρπαστικό να γιορτάζουμε κάθε μέρα για μια ολοκληρη εβδομάδα αυτή τη συνάντηση ανάμεσα στη ζωή και το θάνατο, που αργά αργά πλησιάζει, να γινόμαστε μέρος της, να νιώθουμε με όλο το είναι μας αυτό που υπονοεί ο Ιωάννης με τα λόγια του:

”Ιησούς ως είδεν αυτήν κλαίουσαν και τους συνελθόντας… ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν… και εδάκρυσεν” (Ιωάν. 11, 33-35) .Μέσα στη λειτουργική ορολογία, το Σάββατο του Λαζάρου και η Κυριακή των Βαϊων είναι η”έναρξη του Σταυρού”. (Ι.Μ.Π).

Παρά ταύτα ο ευσεβής λαός μας αποκαλεί την εβδομάδα αυτή «κουφή» η «βουβή» με μοναδική δικαιολογία ότι την Εβδομάδα αυτή δεν τελούνται Ακολουθίες και ως εκ τούτου δεν σημαίνει ούτε η καμπάνα οπότε ούτε λέμε(Ακολουθία) ούτε ακούμε(Καμπάνα)αυτήν την Εβδομάδα. Όμως η πραγματικότητα είναι άλλη. Αρκεί μια ματιά στα Λειτουργικά βιβλία της Εκκλησίας μας για να μας πείσει ότι,όχι «βουβή» και «κουφή»δεν είναι αυτή η Εβδομάδα αλλά αντίθετα όπως είδαμε και πιο πάνω είναι πλήρης μηνυμάτων και Θεολογικών εννοιών γύρω από το Μυστήριο του θανάτου. Παλαιότερα αυτό εκαλλιεργείτο και από τους ίδιους τους ιερείς σαν μια δικαιολογημένη ίσως!! προσπάθεια για λίγη ξεκούραση λίγο πρίν τον μεγάλο κόπο της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος. Το Τυπικό της Εκκλησίας μας, υπαγορεύει και αυτήν την Εβδομάδα τις Ακολουθίες που τελούνται καθ’ όλη την Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Δηλ.Μεσονυκτικό Όρθρο,Ώρες και Εσπερινό το πρωί,το Μεγάλο Απόδειπνο το απόγευμα, την Προηγιασμένη Θ.Λειτουργία την Τετάρτη και την Παρασκευή καθώς και το Μικρό Απόδειπνο με τον κανόνα του Αγίου Λαζάρου την Παρασκευή το απόγευμα. Η μοναδική Ακολουθία που απουσιάζει είναι η Ακολουθία των Χαιρετισμών της Παναγίας η οποία αποτελεί και την μοναδική χαρμόσυνη νότα στην πένθιμη περίοδο που διανύουμε. Τό ότι δεν τελείται η χαρμόσυνη Ακολουθία των Χαιρετισμών την Εβδομάδα αυτή οδήγησε στην παρεξήγηση ; Ίσως!
Η τελευταία εβδομάδα της Σαρακοστής(αφού από την Κυριακή ξεκινά η Μεγάλη Εβδομάδα με την δική της νηστεία), είναι η τελική αποκάλυψη του νοήματος της Μεγάλης Σαρακοστής που είναι η μετάνοια, η νηστεία από την αμαρτία, η χαρμολύπη και η επαναβίωση του λατρευτικού στοιχείου της Εκκλησίας! Ας φροντίσουμε να μην χάσουμε τα όσα έχει να μας προσφέρει και αυτήν την Εβδομάδα η Εκκλησία μας ξεφεύγοντας από επιπόλαιες και ανυπόστατες συμβουλές γύρω από την Λατρευτική μας ζωή.

Επίκαιρος και εύστοχος όπως πάντα ο λόγος του π.Μωυσέως του Αγιορείτου για τις Άγιες Αυτές και Μεγάλες Ημέρες. «Πάντα τη Μεγάλη Παρασκευή, να ‘σαι μόνος σαν το Χριστό προσμένοντας το τελευταίο καρφί, το ξύδι, τη λόγχη. Τις ζαριές ν’ ακούς ατάραχα στο μοίρασμα των υπαρχόντων σου, τις βλαστήμιες, τις προκλήσεις, την αδιαφορία. Πριν την Παρασκευή δεν έρχεται η Κυριακή, τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων της Μεγάλης Παρασκευής της ζωής μας. Μην ξαφνιαστείς, μη φοβηθείς στ’ απρόσμενο σουρούπωμα. Οι μπόρες του ουρανού δε στερεύουν. Η ξαστεριά θα ’ρθεί το Σαββατόβραδο. Τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων της μεγάλης Παρασκευής της ζωής μας».

http://agiameteora.net

Εύκολο να κατακρίνεις τους άλλους


Μια γυναίκα πήγε σε κάποιον ιερέα να εξομολογηθεί. Αφού, λοιπόν, τελείωσε την εξομολόγησή της και έλαβε συγχώρεση για τις αμαρτίες που εξομολο­γήθηκε, ξεκίνησε για το σπίτι της. Πριν, όμως, φθάσει, θυμήθηκε ότι είχε ξεχάσει μια αμαρτία. Δεν έμεινε πολύ με αυτή τη σκέψη και πήρε το δρόμο της επιστροφής προς τον πνευματικό. Εκείνος, αφού τη ρώτησε το λόγο της επιστροφής της, έβαλε το πετραχήλι και άκουσε με πολλή προσοχή τα όσα ήθελε η γυναίκα εκείνη να προσθέσει στην εξομολό­γησή της. Όταν τελείωσε, της είπε ο ιερέας:

«Πήγαινε στο σπίτι σου, πάρε μια κότα και να επιστρέψεις εδώ με την κότα. Στο δρόμο που θα έρχεσαι να βγάζεις φτερά από την κότα και να τα πετάς».

Εκείνη, λοιπόν, παιδί της υπακοής, εφάρμοσε τα όσα της είπε ο πνευματικός της. Όταν ήρθε στον ιερέα πάλι, της είπε:

«Πήγαινε τώρα να μαζέψεις τα φτερά της κότας που σκόρπισες ερχόμενη προς τα εδώ».

«Πάτερ μου», του είπε εκείνη, «είναι αδύνατο να γίνει αυτό, γιατί ο αέρας πήρε τα φτερά και τα σκόρ­πισε εδώ κι εκεί».

«Έτσι γίνεται, παιδί μου, και με τους λόγους της κατάκρισης», της απάντησε ο πνευματικός. «Τα λό­για που λες τα παίρνει ο διάβολος, τα παίρνουν οι άνθρωποι και τα σκορπούν στις καρδιές των άλλων, με αποτέλεσμα ανδρόγυνα να χωρίζουν, άνθρωποι να μη μιλιούνται μεταξύ τους και να μισούνται με απρόβλεπτες συνέπειες».

Είναι φοβερή αμαρτία η κατάκριση· η κακόβουλη εκείνη κρίση, που δείχνει έλλειψη αγάπης για τον άλ­λο και κρύβει φοβερό εγωισμό για εκείνον που κατα­κρίνει. Είναι τόσο βαριά, που ο Χριστός παρομοιάζει την αμαρτία του άλλου με αγκίδα και την αμαρτία όποιου κατακρίνει με δοκάρι.

Η κρίση ανήκει μόνο στο Θεό. Εκείνος θα υπολογί­σει στον καθένα τα κίνητρα που τον οδήγησαν στην αμαρτία· τις συνθήκες, κάτω από τις οποίες μεγάλωσε· την προαίρεσή του, ακόμα και τα γονίδιά του. Και στην κρίση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού κινδυνεύει ο κατήγορος σε αυτόν τον κόσμο να μετατραπεί σε κατηγορούμενο εκεί και, αντίθετα, ο κατη­γορούμενος εδώ να γίνει κατήγορος εκεί.

Ένας Άγιος της Εκκλησίας, ο Άγιος Ιωάννης, συγγραφέας της «Κλίμακος», λέει: «Είδα άνθρωπο που φανερά αμάρτησε, ενώ στα κρυφά έκανε μεγά­λα καλά». Γι’ αυτό δεν πρέπει να κατακρίνουμε κανέναν. Η εξωτερική εμφάνιση ξεγελάει και παρασύ­ρει τον άνθρωπο στην κατάκριση, αλλά, όπως λέει ο λαός, «άνθρωπο βλέπεις, καρδιά όμως δεν ξέρεις». Και σίγουρα, ο Θεός θα θεωρήσει νίκη ενός ανθρώπου τον αγώνα και την προσπάθειά του, έστω κι αν αμάρτησε, στο τέλος, όμως, μετανόησε.

Είναι προτιμότερο και θεάρεστο, αντί να ασχο­λούμαστε και να κατακρίνουμε τη συμπεριφορά των άλλων, να προσευχόμαστε με τα λόγια του Αγίου Εφραίμ του Σύρου: «Κύριε, δώσε μου τη δύναμη να βλέπω τις δικές μου αμαρτίες και να μην κατακρίνω τον αδελφό μου».

http://agiameteora.net

Η Ασυγχώρητη αμαρτία


Αν σου πω, νήστεψε πολλές φορές μου προβάλλεις ως δικαιολογία την ασθένεια του σώματος.
- Αν σου πω, δώσε στους φτωχούς μου λες ότι είσαι φτωχός και έχεις να αναθρέψεις παιδιά.
- Αν σου πω να έρχεσαι τακτικά στις Συνάξεις της Εκκλησίας, μου λες, έχω διάφορες μέριμνες.
- Αν σου πω, πρόσεχε αυτά που λέγονται στην Εκκλησία και κατανόησε το βάθος των λόγων του Θεού, μου προβάλλεις ως δικαιολογία την έλλειψη μορφώσεως.
- Αν σου πω, φρόντισε να βοηθήσεις ψυχικά τον αδελφό σου, μου λες ότι δεν υπακούει όταν τον συμβουλεύω, αφού πολλές φορές του μίλησα και περιφρόνησε τα λόγια μου.
Βέβαια, δεν ευσταθούν οι προφάσεις αυτές και όλα αυτά είναι χλιαρά λόγια, αλλά, παρά ταύτα, μπορείς να προφασίζεσαι… 
- Αν όμως σου πω, άφησε την οργή και συγχώρεσε τον αδελφό σου, ποια από τις προφάσεις αυτές μπορείς να χρησιμοποιήσεις;
Διότι νομίζω, δεν μπορείς να φέρεις ως πρόφαση ούτε ασθένεια σώματος, ούτε φτώχεια, ούτε αμάθεια, ούτε απασχόληση και μέριμνα, ούτε τίποτε άλλο.
Γι’ αυτό απ’ όλες σου τις αμαρτίες, αυτή η αμαρτία θα σου είναι ασυγχώρητη. Αλήθεια, πως θα μπορέσεις να υψώσεις τα χέρια σου στον Ουρανό; Πως θα κινήσεις τη γλώσσα σου να προσευχηθείς; Πως θα ζητήσεις συγνώμη;
Ακόμη κι’ αν θέλει ο Θεός να σου συγχωρήσει τις αμαρτίες, δεν Του το επιτρέπεις εσύ, επειδή δεν συγχωρείς τις αμαρτίες του αδελφού σου.
Διότι, αν εσύ ο ίδιος εκδικηθείς και επιτεθείς εναντίον του, είτε με λόγια, είτε με ανάλογες συμπεριφορές, είτε με κατάρες, ο Θεός δεν θα επέμβει πλέον, αφού εσύ ανέλαβες την τιμωρία Του. Και όχι μόνο δεν θα επέμβει, αλλά και από σένα θα ζητήσει λόγο, διότι φέρθηκες υβριστικά προς Αυτόν.

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
http://agiameteora.net

Το έργο των Πατέρων: Οδοδείκτες θεραπείας

π. Ι. Ρωμανίδης

Οι διάδοχοι των Αγίων Αποστόλων ονομάσθηκαν Πατέρες και μάλιστα Αποστολικοί Πατέρες, και οι διάδοχοι των τελευταίων είναι εκείνοι που χαρακτηρίσθηκαν Πατέρες της Εκκλησίας. Ουσιαστικά, οι Πατέρες είναι η γέφυρα που ενώνει την Αποστολική εποχή με κάθε εκκλησιαστική εποχή, γι’ αυτό, και όπως λέγεται, η Εκκλησία είναι Αποστολική, επειδή είναι πατερική.

Οι Πατέρες δεν είναι απλώς οι μεγάλοι επιστήμονες που γνώρισαν την ανθρώπινη γνώση και σοφία, αλλά εκείνοι που έλαβαν το άγιον Πνεύμα, είχαν μεθέξει της θεοποιού ενεργείας του Θεού, απέκτησαν την υπαρξιακή γνώση του Θεού και την διατύπωσαν, με τα ιδιαίτερα χαρίσματα και την παιδεία που είχαν.

Η πατερική εποχή είναι η Αποστολική εποχή σε κάθε εποχή, που σχετίζεται με την αδιάλειπτη ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία. Ουσιαστικά, Αποστολική και πατερική εποχή είναι η εκκλησιαστική ζωή.
Σε τι διαφέρουν οι Πατέρες από τους Αποστόλους;

«Πρέπει να χαρακτηρίσουμε τι είναι τα κύρια χαρακτηριστικά τής Αποστολικής εποχής. Τι είναι Απόστολος, τι είναι ενορία στην Αποστολική εποχή, τι είναι θεολογία, τι είναι ο σκοπός της θεολογίας, ποιες είναι οι διαβαθμίσεις της θεολογικής κατανόησης και τι είναι οι Άγιοι, τι είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας, και τι είναι η διαφορά μεταξύ Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι διάδοχοι των Αγίων Αποστόλων και έχουν την ίδια εμπειρία με αυτούς. Αυτοί είχαν προσωπική εμπειρία και γέννησαν πνευματικά παιδιά που τα αναγέννησαν εν Χριστώ. Η καθοδήγηση και η αναγέννησή τους συνδέεται με την πορεία προς την θέωση.

Αυτή ουσιαστικά είναι η Ορθόδοξη ποιμαντική. Αλλά για να καθοδηγήσει κανείς τα πνευματικά του παιδιά προς την θέωση, πρέπει να γνωρίζει ο ίδιος προσωπικά αυτήν την πορεία, διαφορετικά η εξάσκηση της ποιμαντικής είναι εξωτερική-ηθικολογική. Οι Πατέρες είναι οι θεολόγοι στην Εκκλησία, αφού έχουν φθάσει στον φωτισμό και την θέωση, γι’ αυτό και η ποιμαντική των ανθρώπων πρέπει να γίνεται θεολογικά.

«Προκύπτει το θέμα, τι είναι αυτός ο Πατέρας της Εκκλησίας, γιατί λέγεται Πατέρας της Εκκλησίας και τι είναι αυτοί οι Άγιοι και όλοι αυτοί οι θεολόγοι και πώς θεολογούν; Αυτό είναι ένα θέμα που θέλει πολύ μεγάλη προσοχή».

Οι Πατέρες της Εκκλησίας έφθασαν στην βίωση του μυστηρίου της Πεντηκοστής. Η δε θεοπνευστία συνδέεται αναπόσπαστα με την Πεντηκοστή. «Διερωτάται κανείς, θεόπνευστα είναι μόνο τα συγγράμματα της Αγίας Γραφής ή και τα συγγράμματα και των θεοπνεύστων της ιστορίας;». 

Βεβαίως και τα συγγράμματα τών Πατέρων είναι θεόπνευστα, γιατί «η εμπειρία της Πεντηκοστής επαναλαμβάνεται και μετά την Πεντηκοστή».

Έτσι, οι Πατέρες γνώρισαν την διδασκαλία περί της Αγίας Τριάδος, αλλά το σπουδαίο είναι ότι οι Πατέρες γνώρισαν και τον δρόμο για να οδηγήσουν τα πνευματικά τους παιδιά στην εμπειρία και την γνώση του Τριαδικού Θεού.

«Υπάρχουν εκείνοι που γνωρίζουν και πού πάνε και πώς να φθάσουν. Είναι εκείνοι οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, οι οποίοι ήξεραν την διδασκαλία, περί της Αγίας Τριάδος, αλλά ήξεραν και την οδό».

Το θεμέλιο της πατερικής θεολογίας συνδέεται με την ουσία της εκκλησιαστικής ζωής, που συγκεκριμενοποιείται στην κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση. Μέσα στα πλαίσια αυτά πρέπει να δει κανείς και την διδασκαλία των Πατέρων για την κοινωνία και τα κοινωνικά φαινόμενα. Η διδασκαλία τους δεν πρέπει να εξετάζεται από ιδεολογικής, στοχαστικής και κοινωνιολογικής πλευράς. Για να καταλάβει κανείς τον τρόπο με τον οποίο ζούσαν οι Άγιοι Πατέρες, πρέπει να δει τον τρόπο ζωής του συγχρόνου Ορθοδόξου μοναχισμού, που είναι η κάθαρση, ο φωτισμός και η θέωση.

«Στην πατερική θεολογία τα θεμέλια της Ορθοδόξου αντιλήψεως περί κοινωνίας, δηλαδή, εκκλησιαστικής κοινωνίας που εκφράζεται κατ' εξοχήν σήμερα στον μοναχισμό, είναι η κάθαρση, η φώτιση και η θέωση».

Η προσευχή, και μάλιστα η νοερά προσευχή, είναι δείγμα ότι ο άνθρωπος βρίσκεται στο στάδιο του φωτισμού, αφού είχε περάσει προηγουμένως το στάδιο της καθάρσεως και τώρα οδεύει στην θεοπτία. Τότε αναδεικνύεται κανείς θεολόγος στην Εκκλησία. Ορθόδοξος θεολόγος είναι αυτός που προσεύχεται, και μάλιστα νοερά, και αξιώνεται της θείας εμπειρίας. Δεν πρόκειται για θεολογικό στοχασμό, αλλά για έκφραση της εμπειρικής ζωής.

Αυτό φαίνεται καθαρά στα συγγράμματα των Πατέρων και, μάλιστα, στην Ορθόδοξη ανθρωπολογία τους. Δεν είναι δυνατόν να αναλύει κανείς πατερικά έργα και να αγνοεί αυτήν την πραγματικότητα.

«Εάν κανείς δεν ανατρέξει στα συγγράμματα των Πατέρων να δει την ανθρωπολογία τους, να δει τα θεμέλια της πνευματικότητας τους, να δει τι είναι αυτή η κατάσταση του φωτισμού κατά τους Πατέρες και τι είναι οι επιπτώσεις τής καταστάσεως τού φωτισμού επί τής σωματικής αγωγής του ανθρώπου, με όλους αυτούς τους ηρωισμούς που εκάνανε οι καλόγεροι στις ερήμους, επάνω στις στήλες, χωρίς φαΐ και τους κρατούσε ο Θεός επάνω σε μια θεωμένη κατάσταση, δεν μπορεί να καταλάβει τι είναι η Ορθόδοξη θεολογία».

«Είναι πολύ επικίνδυνο κανείς να ασχολείται με πατερικά κείμενα, εάν δεν έχει μια σαφή ιδέα περί των πλαισίων της πατερικής παραδόσεως, επίσης, εάν κανείς φαντάζεται ότι οι Πατέρες ήσαν στοχαστές. Οι Πατέρες δεν είναι στοχαστές».

Έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι μερικοί Πατέρες που ασκούνται στα Μοναστήρια και τις ερήμους είναι νηπτικοί-ησυχαστές, ενώ οι άλλοι που διακονούν στον κόσμο είναι κοινωνικοί. Όμως, «όλοι οι θεολόγοι Πατέρες της Εκκλησίας είναι ησυχαστές». Όλοι οι Χριστιανοί στην αρχαία Εκκλησία, όπως φαίνεται στις Πράξεις των Αποστόλων και τις Επιστολές των Αποστόλων, ήταν ησυχαστές. Ακόμη, ησυχαστές ήταν και οι Προφήτες στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά και οι Απόστολοι και οι Πατέρες στην ζωή της Εκκλησίας. Γι’ αυτό και δεν μπορούν να χωρισθούν οι Πατέρες της Εκκλησίας σε Μεγάλους Πατέρες και σε ησυχαστές Πατέρες. «Όλοι οι Πατέρες ήταν νηπτικοί, ασκητικοί». «Η ασκητική παράδοση είναι η ουσία της Αγίας Γραφής».

Οι Πατέρες θεραπεύθηκαν οι ίδιοι, γνώρισαν τον Θεό και στην συνέχεια θεράπευαν την πνευματική ασθένεια των ανθρώπων. Η πατερική θεολογία είναι πνευματική ιατρική.

«Η πατερική θεολογία είναι γεμάτη από ιατρικές παραστάσεις. Αρκεί μόνο τα τροπάρια της Εκκλησίας να κοιτάξουμε, τις ακολουθίες, και θα δούμε πως είναι γεμάτα από αυτές τις εκφράσεις, «ο ιατρός των ψυχών και των σωμάτων ημών» κλπ. Τον ίδιο τον Χριστό τον παριστάνουμε σαν γιατρό, τα Μοναστήρια ως νοσοκομεία και τους Πνευματικούς Πατέρες, ως γιατρούς, όχι σαν ηθικοπατέρες».

Ο άνθρωπος μετά την πτώση ασθένησε πνευματικά, εισήλθε μέσα στην ύπαρξη του η θνητότητα και παθητότητα και οι δυνάμεις της ψυχής και του σώματος ενεργούν παρά φύση. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται θεραπεία.

«Οι Πατέρες της Εκκλησίας ενδιαφέρονται για τον άνθρωπο, όπως είναι αυτήν την στιγμή σήμερα, διότι εκείνο που χρειάζεται θεραπεία είναι ο άνθρωπος».

Η πατερική θεολογία είναι ένα είδος ψυχιατρικής, αλλά όμως διαφέρει σαφέστατα από την σύγχρονη ψυχιατρική, μάλιστα δε την υπερβαίνει, διότι «έχει πράγματα τα οποία η ψυχιατρική ούτε τα φαντάζεται ότι υπάρχουν, ούτε η ψυχολογία». 

Έτσι, οι Πνευματικοί Πατέρες βρίσκονται μέσα στον ρου της Παραδόσεως, γνωρίζουν εκ πείρας τον Θεό και βοηθούν και άλλους ανθρώπους να μεθέξουν αυτής της εμπειρίας. Γι’ αυτό ο Πνευματικός Πατέρας ταυτίζεται με τον θεολόγο, αφού η πνευματική πατρότητα συνδέεται με την θεραπεία της νοσούσης προσωπικότητος του ανθρώπου.

«Η Ορθοδοξία, τώρα, τι είναι; Είναι ένα συγκρότημα από Πνευματικούς Πατέρες, οι οποίοι ξεύρουν ότι καθένας έχει αυτόν τον θησαυρό μέσα του, την νοερά ενέργεια. Και το έργο του Πνευματικού Πατέρα τι είναι; εκεί που στα κάρβουνα υπάρχει μια μικρή σπίθα, παίρνεις το φυσερό, το φυσάς και μετά από λίγο γίνεται μια φλόγα. Αυτό είναι το έργο του. Εκείνος που είναι φωτισμένος και, επειδή είναι φωτισμένος, ξέρει να φωτίσει τον άλλον, πιάνει τον άλλον και παίρνει την σπίθα που έχει μέσα του, και αυτήν την σπίθα την κάνει φωτιά πλέον και μέχρι θέωση μπορεί να φθάσει κανείς.

Αυτό είναι το έργο της Εκκλησίας. Αλλά, όπως έχει εξελιχθεί η Εκκλησία, αντί να είναι ένα συγκρότημα από Πνευματικούς Πατέρες, όπως ένα νοσοκομείο, που έχει ας πούμε πενήντα γιατρούς, πέρασαν δύο χιλιάδες χρόνια και βρέθηκε νοσοκομείο χωρίς γιατρούς, αλλά λέγονται γιατροί αυτοί που είναι μέσα και δεν θεραπεύουν τίποτα. Δηλαδή, κινδυνεύουμε να φθάσουμε σε αυτό το σημείο και το μόνο πράγμα που θα μάς γλυτώσει είναι η επάνοδος στους Πατέρες της Εκκλησίας».

Οι Πνευματικοί Πατέρες, ως πνευματικοί ιατροί, κάνουν κατ' αρχάς πνευματική διάγνωση της ασθενείας. Στην συνέχεια, ο Πνευματικός Πατέρας βοηθά τα πνευματικά παιδιά να περνούν από την κάθαρση στον φωτισμό και την θέωση.
Διάγνωση είναι ότι «η καρδιά του ανθρώπου έχει αμαυρωθεί». Και θεραπεία «είναι να φύγουν οι λογισμοί από την καρδιά και να μένη ένας λογισμός, που θα είναι η αέναη μνήμη του Θεού, ώστε όταν κανείς εργάζεται, διαβάζει, γράφει, περπατάει, δουλεύει στο εργοστάσιο, πάει για ψώνια και όταν κοιμάται ακόμη, η ευχή να λειτουργεί μέσα του αυτομάτως. Οπότε, αυτή η ευχή ανεξαρτητοποιείται από την λογική φαιά ουσία, που είναι στον εγκέφαλο, και συνέχεια εργάζεται».

Ο έμπειρος Πνευματικός Πατέρας γνωρίζει την πνευματική κατάσταση του Χριστιανού που βρίσκεται στην κάθαρση και τον φωτισμό και τον καθοδηγεί καταλλήλως. Υπάρχουν δε σαφή τεκμήρια ότι ο άνθρωπος θεραπεύθηκε, όταν γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος και προσεύχεται αδιαλείπτως. Μέσα σε αυτήν την προοπτική πρέπει να γίνεται λόγος για υπακοή. Η υπακοή γίνεται στον Πνευματικό Πατέρα, που γνωρίζει από αυτήν την εσωτερική πλευρά της πνευματικής ζωής και με σκοπό να περάσει από την κάθαρση στον φωτισμό και την θέωση.

«Σήμερα έχει γίνει μια διαστροφή της εννοίας της υπακοής. Και κάποιος διδάσκει ότι οι Πατέρες λένε να κάνης υπακοή στον Πνευματικό Πατέρα. Ναι, σε ποιόν Πνευματικό Πατέρα; Αυτό είναι το πρόβλημα. Δεν θα κάνης υπακοή σε οποιονδήποτε Πνευματικό Πατέρα. Διότι, αν κάνης υπακοή σε έναν Πνευματικό Πατέρα, ο οποίος ιδέα δεν έχει από κάθαρση του νοός, ασφαλώς δεν θα αποκτήσεις κεκαθαρμένο νου. Δεν θα καθαρισθεί ποτέ ο νους σου».

Η πνευματική πατρότητα εξασκείται παράλληλα και σε συνδυασμό με την Ιεροσύνη, διότι ο άνθρωπος προοδεύει πνευματικά με την ασκητική, αλλά και την μυστηριακή ζωή. Αυτό σημαίνει ότι για να γίνει κάποιος Πνευματικός Πατέρας πρέπει να είναι αναγεννημένος πνευματικά, να έχει την Χάρη του Θεού μέσα του.

«Η χειροτονία ήταν μία πράξη της Εκκλησίας, με την οποία η Εκκλησία πιστοποιούσε ότι αυτός κάνει για Πρεσβύτερος, επειδή είχε φθάσει κάπου και γι’ αυτό κάνει και για Πνευματικός Πατέρας. Αν, όμως, δεν έφθανε, δεν κάνει για Πνευματικός Πατέρας, οπότε δεν μπορεί να φθάσει σε χειροτονία Πρεσβυτέρου, χειροτονία Επισκόπου».

Βέβαια, ο κατ' εξοχήν διδάσκαλος στην Εκκλησία και ο κατ' εξοχήν Πνευματικός Πατέρας είναι ο Επίσκοπος.

«Ξέρουμε πολύ καλά ότι ο Επίσκοπος είναι ο κατ' εξοχήν διδάσκαλος της Εκκλησίας και Πνευματικός Πατέρας. Αυτό είναι ο Επίσκοπος, γι’ αυτό και ο Επίσκοπος ελέγετο Πατέρας. Όταν λέγανε «Πάτερ» στην αρχαία Εκκλησία, δεν εννοούσαν τους Πρεσβυτέρους, εννοούσαν τους Επισκόπους.
Γι’ αυτό και οι Επίσκοποι της Εκκλησίας, ως Πνευματικοί Πατέρες, λέγονται Πατέρες και όταν λάμβαναν μέρος σε μία Σύνοδο και όταν γίνονται Άγιοι της Εκκλησίας, λέγονται Πατέρες. Τώρα αυτή η διάκριση μεταξύ Αγίων και Πατέρων δεν υπάρχει στους Πατέρες. Στους Πατέρες της Εκκλησίας οι Άγιοι είναι Πατέρες και Πατέρες είναι οι Άγιοι. Αλλά κατ' εξοχήν Πατέρες είναι οι Επίσκοποι. Αυτό που σήμερα τον Επίσκοπο τον λέμε: Σεβασμιώτατε, Θεοφιλέστατε, Μακαριώτατε κλπ. Εκείνα τα χρόνια τον λέγανε Πατέρα, ήταν ο Πνευματικός Πατέρας».

Μέσα από την πνευματική αυτή θεραπεία, κατά την οποία πρέπει να θεραπευθεί ο νους του ανθρώπου, πρέπει να δούμε και την διδασκαλία των Πατέρων για τα κοινωνικά ζητήματα.

«Δεν προσευχόμαστε για να γίνει η φώτιση στην μέλλουσα ζωή. Η όλη προσπάθεια της φώτισης είναι γι’ αυτή την ζωή. Και σε αυτή την ζωή πρέπει να γίνει η αλλαγή της ανθρώπινης προσωπικότητος. Και επομένως, εφ’ όσον σε αυτή την ζωή γίνεται η προσπάθεια αλλαγής της ανθρώπινης προσωπικότητος, συνεπάγεται ότι η όλη προσπάθεια γίνεται και για την αλλαγή της κοινωνικής δομής. Δηλαδή, δεν περιορίζεται η αλλαγή μόνο για την μέλλουσα ζωή.

Γι’ αυτόν τον λόγο οι Ορθόδοξοι Πατέρες της Εκκλησίας είχαν τεράστια επίδραση επί των κοινωνικών θεμάτων της εποχής τους. Γι’ αυτό και η νομοθεσία της Κωνσταντινουπόλεως που είναι η ρωμαϊκή νομοθεσία, για το είδος της, για την εποχή της, έφθασε στα ύψη. Και καμιά νομοθεσία δεν μπορεί να συγκριθεί με την νομοθεσία της Κωνσταντινουπόλεως, κυρίως στα χρόνια του Ιουστινιανού και μετά τον Ιουστινιανό».

"Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας 
κατά τις προφορικές παραδόσεις του 
π. Ιωάννου Ρωμανίδη". Τόμος Α'
http://inpantanassis.blogspot.gr