Σελίδες

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

Σ’ εκείνους που αγαπούν το Θεό, όλα συνεργούν γιά το καλό τους.


Κάποτε ένας ναυτικός βρέθηκε ναυαγός σ' ένα ακατοίκητο τροπικό νησί μόνος κι έρημος. Με πολλούς κόπους, χωρίς εργαλεία, εργαζόμενος μόνο με τα χέρια του, κατάφερε να φτιάξει μια ξύλινη καλύβα για να μπορέσει να προστατευτεί κατά την περίοδο των βροχών.

Πράγματι είχε μόλις τελειώσει την καλύβα όταν άρχισε να βρέχει ασταμάτητα.

Όμως την δεύτερη κιόλας μέρα ένας κεραυνός έκαψε την καλύβα του και την έκανε στάχτη. Ο ναυαγός, που πρώτα δόξαζε το Θεό για τη σωτηρία του, τώρα αναλύθηκε σε δάκρυα. «Γιατί Θεέ μου», άρχισε να λέει και να παραπονιέται για την καταστροφή.

Κι ενώ η απελπισία πλημμύριζε την καρδιά του άκουσε από το πέλαγος το σφύριγμα ενός μεγάλου πλοίου. Σε λίγο μια βάρκα ήταν στην παραλία. «Πώς με βρήκατε σε τούτη την ερημιά;» τους ρώτησε. «Είδαμε, του είπαν, το σινιάλο του καπνού απ' την φωτιά που άναψες»!

Όταν βλέπεις τα όνειρα, τις επιδιώξεις και τα έργα σου κάποιες φορές να γίνονται στάχτη κι αποκαΐδια, μην απελπίζεσαι. Περίμενε και θα προβάλει ανέλπιστα το υπερωκεάνιο του Θεού. 

Ο ευαίσθητος είναι ψυχικά αδύνατος, είναι άρρωστος;


-Γέροντα, ό ευαίσθητος είναι ψυχικά αδύνατος, είναι άρρωστος; 

- Όχι, τό φιλότιμο καί ή ευαισθησία είναι φυσικά χαρίσματα, άλλα κατορθώνει δυστυχώς ό διάβολος νά τά εκμεταλλεύεται. Έναν ευαίσθητο άνθρωπο τον κάνει συχνά νά μεγαλοποιή τά πράγματα, γιά νά μήν μπορή νά σηκώση κάποια δυσκολία ή νά τήν σηκώνη γιά λίγο καί μετά νά κάμπτεται, νά απογοητεύεται, νά ταλαιπωρήται, καί τελικά νά σακατεύεται. 
Άν αξιοποίηση τήν κληρονομική ευαισθησία, θά γίνη ουράνια. Άν άφήση νά τήν εκμεταλλευθή ό διάβολος, θά πάη χαμένη.

Γιατί, άν δέν αξιοποιή ό άνθρωπος τά χαρίσματα του, τά εκμεταλλεύεται ό διάβολος. Έτσι πετάει τά δώρα του Θεού. 
Αντί νά εύγνωμονή τόν Θεό, τά παίρνει όλα ανάποδα. Ό ευαίσθητος, όταν πιστεύη στον λογισμό του, μπορεί νά κατάληξη ακόμη καί στο ψυχιατρείο, ενώ ό αδιάφορος μέ τό «δέν βαριέσαι» δέν πάει βέβαια καλά, άλλα τουλάχιστον δέν καταλήγει καί στο ψυχιατρείο. Γι' αυτό τό ταγκαλάκι κυνηγάει τους ευαίσθητους ανθρώπους. 
Άλλοι πάλι βάζουν έναν λογισμό, ή μάλλον τό ταγκαλάκι τους φέρνει έναν λογισμό, ότι έχουν κληρονομική επιβάρυνση, και προσπαθεί νά τους πείση νά πιστέψουν ότι κάτι έχουν. Τους φοβίζει, γιά νά τους ζαλίση και νά τους αχρηστέψη στά καλά καθούμενα. Άλλα και κάτι κληρονομικό άν υπάρχη, μπροστά στην Χάρη τοϋ Θεού τίποτε δεν μπορεί νά σταθή

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΙΣΙΟΣ

Να μη μισήσεις τον αμαρτωλό


Να ΜΗ μισήσεις τον αμαρτωλό, γιατί όλοι είμαστε ένοχοι. Και αν τον αποδοκιμάζεις από ζήλο Θεού, να κλάψεις για χάρη του. Να μη μισήσεις τον 'ίδιο, αλλά τις αμαρτίες του.

Για τον ίδιο να προσευχηθείς, κι έτσι θα μοιάσεις στο Χριστό, πού δεν αγανακτούσε εναντίον των αμαρτωλών, αλλά προσευχόταν πολύ γι' αυτούς· έκλαψε μάλιστα Και για την Ιερουσαλήμ (Ματθ. 23:37. Λουκ. 13:34).

Αφού, άλλωστε, κι εμάς μας ξεγελάει σε πολλές περιπτώσεις ο διάβολος, γιατί να μισήσουμε Και ν' αποστραφούμε εκείνον πού, κατά την αντίληψη μας, εξαπατήθηκε από τον κοινό μας εχθρό; 

Αν μισείς τον αμαρτωλό για τούτο, ότι δηλαδή δεν είναι, κατά τη γνώμη σου, ενάρετος, δείχνεις έτσι ότι κι εσύ αμαρτωλός είσαι, Αφού δεν έχεις αγάπη. Και οποίος δεν έχει αγάπη, δεν έχει μαζί του Και το Θεό· γιατί ο Θεός είναι προπαντός αγάπη (Α' Ίω. 4:8,16). 
Να μη μισείς λοιπόν

Και να μην κατατρέχεις τον αμαρτωλό, αλλά, με τη συμπάθεια (πού θα του δείξεις), να γίνεις κήρυκας της αγαθοσύνης του Θεού, ο Όποιος, μολονότι είσαι ανάξιος, σε φροντίζει. Δεν σε παραμελεί ούτε σε αποστρέφεται ούτε σε τιμωρεί για τα πολλά Και μεγάλα σου αμαρτήματα.

Μιμήσου λοιπόν κι εσύ, όσο μπορείς, την ευσπλαχνία Του και την αγαθότητα Του, και γίνε σπλαχνικός απέναντι στο συνδουλό σου, ώστε, με τη μικρή δική σου συμπάθεια, να πάρεις σαν αμοιβή από το Θεό την απροσμέτρητη συμπάθεια Του.

Αββάς Ισαάκ ο Σύρος

Το ατίμητο δώρο της διακρίσεως



Ο στάρετς πάντοτε προσπαθούσε να μας υπενθυμίσει τη μεγάλη αρετή της πνευματικής διακρίσεως.

- «Προσθέστε γνώση-διάκριση στην αρετή», μας διδάσκει ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Πέτρος ( Β΄ Πετρ. 1, 5 ). Μέσα από την αγία Γραφή ο ίδιος ο Θεός απαιτεί από μας πνευματική σοφία, αγνότητα και προσοχή: «Γίνεσθε φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί». 

Πριν από κάθε ενέργεια να οδηγείσθε από τον ακόλουθο χριστιανικό συλλογισμό: «Το έργο που σκοπεύω να κάμω μήπως είναι εναντίον του Θεού, μήπως θα βλάψω τον πλησίον μου; Εάν μετά από αυστηρή έρευνα η συνείδησή σας είναι ήσυχη, τότε πραγματοποιήστε το σκοπό σας, έλεγε ο στάρετς . 

Πάντοτε να παραδίδεσθε στο θέλημα του Θεού, να μην εναντιώνεσθε σ’ αυτό, αφουγκραστείτε και προσέξτε το. Πάντοτε να κρατείσθε στο μέσο. Τα άκρα σε καμμία περίπτωση δεν είναι επαινετά. Μόνο να μη βραδύνετε στο έργο της σωτηρίας , μην αναβάλλετε από μέρα σε μέρα τη μετάνοιά σας. Ποτέ μην περιμένετε και μην απαιτείτε για την αγάπη που δίνετε, αγάπη, για την ταπείνωση επαίνους, για την υπηρεσία που προσφέρετε ευγνωμοσύνη. Προσπαθήστε να μείνετε χωρίς γήινες ανταμοιβές, για να μην χάσετε τον ουράνιο μισθό.

Η διάκριση είναι δώρο ατίμητο και οι άγιοι Πατέρες το θεωρούν ανώτερο απ’ όλες τις αρετές, μια που μ’ αυτό η ψυχή αντιτάσσεται στα πάθη. Το ίδιο έργο, μπορούμε εμείς στη μια περίπτωση να το μεταβάλλουμε σε καλό και στην άλλη σε κακό, αν δεν έχουμε πνευματική διάκριση. Μ’ αυτόν τον τρόπο και κάθε εργασία γίνεται παραγωγική ή αντιπαραγωγική. 

Για παράδειγμα, ας πάρουμε ένα κουμπί. Αν το ράψουμε με χοντρή κλωστή, θα είναι στέρεο. Έτσι η εργασία μας είναι παραγωγική. Αν όμως το ράψουμε με λεπτή κλωστή, τότε η εργασία μας θα είναι αντιπαραγωγική, γιατί το κουμπί γρήγορα θα φύγει και θα πρέπει πάλι να το ράψουμε. 

Έτσι συμβαίνει και στην προσευχή και σε κάθε άλλο έργο, αρχίζοντας από την αμέλεια με την οποία κάνουμε το σημείο του Σταυρού. Αν εμείς το κάνουμε κανονικά, με φόβο Θεού και προσευχή, τότε αυτή μας η ενέργεια είναι σωστική, μας οδηγεί στον Θεό. Αν όμως το κάνουμε με αμέλεια, αν κουνάμε γρήγορα το χέρι μας χωρίς εσωτερική προσευχή, τότε προσβάλλουμε το μεγαλείο του Θεού και δεν λαμβάνουμε καμμιά ωφέλεια. Με τέτοια ενέργεια το μόνο που κάνουμε είναι να πολλαπλασιάζουμε τις αμαρτίες μας.

Όταν προσκυνείτε τις εικόνες, προσέξτε να μη σπρώχνετε κάποιον. Συγχύζετε την ψυχή του και την αποσπάτε από την προσευχή. Πηγαίνετε να ζητήσετε το έλεος του Θεού και γι’ αυτό προσέξτε να μην προσβάλλετε τον πλησίον. 

Και όταν πηγαίνετε να μεταλάβετε τα Άχραντα Μυστήρια, ιδιαιτέρως τότε, να λέτε με επιμέλεια την ευχή του Ιησού, να μην μιλάτε σε κανέναν, πουθενά μη στρέφετε τις σκέψεις σας και τα βλέμματά σας. Πηγαίνετε να μεταλάβετε με ήσυχη την ψυχή σας, πονώντας μόνο για τις αμαρτίες σας.

Πρέπει να λέμε μέσα μας με διάκριση: Τί να πω, πώς να το πω, ώστε να μη πλήττω με το λόγο μου κάθε άνθρωπο. «πᾶς λόγος σαπρὸς ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν μὴ ἐκπορευέσθω» ( Εφ. 4, 29 ), διδάσκει ο Απ. Παύλος. 

Κι αν οι άλλοι σας προσβάλλουν να μη το βλέπετε αυτό σαν προσβολή, αλλά σαν φάρμακο που ετοίμασε για σας ο Θεός, σαν ευκαιρία να λάβετε στεφάνι για την υπομονή σας, δια την οποίας καθαρίζεται κάθε ακαθαρσία της καρδιάς.

Ο στάρετς γνώριζε να χρησιμοποιεί κάθε ενέργεια των πνευματικών του παιδιών, να παίρνει απ’ αυτή ένα μάθημα για διδαχή των άλλων και για διόρθωση όσων έσφαλλαν.

Κάποτε, κατά τη διάρκεια μιας παρακλήσεως ενώπιον της θαυματουργού εικόνας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, μια γυναίκα άρχισε να κάμει μετάνοιες μπροστά στην εικόνα. Ο μπάτουσκα με τρόπο ήπιο τη σταμάτησε και της ζήτησε να μη το ξανακάνει ποτέ. Απευθυνόμενος σ’ αυτήν εξήγησε σε όλους γιατί δεν πρέπει να κάνουν μετάνοιες την ώρα της ακολουθίας.

- Θα σκέφτεστε ότι κάμετε μετάνοιες και λαμβάνετε ευλογία, αλλά στην πραγματικότητα μόνο αμαρτάνετε. Γιατί; Διότι όλοι εμείς στεκόμαστε και προσευχόμαστε, συνομιλούμε με τη Μητέρα του Θεού και Αυτή μας ακούει με προσοχή. Αλλά εσείς αυτή την ώρα Την καλύπτετε από το λαό, προσβάλετε και τη Μητέρα του Θεού και τους προσευχομένους.

Όλα πρέπει να τα κάνουμε με σύνεση. Να, τώρα θα πάρετε αγιασμό… Θεός φυλάξοι! Να χάσουμε τη Χάρη που λάβαμε από την ασύνετη βιασύνη! Ο αγιασμός χύνεται, δημιουργείται θόρυβος. Πρέπει να προσπαθήσουμε να εμφυτεύσουμε τη Χάρη στην καρδιά μας, ώστε να ριζώσει μέσα της και να μας θρέψει πνευματικά, να μας οδηγήσει, ώστε η ψυχή μας να γίνει φωτεινή, καθαρή, αρωματισμένη.

Ας πάρουμε λοιπόν τον αγιασμό με ευλάβεια και φόβο θεού κι ας προσκυνήσουμε μόνο στην αρχή την εικόνα της Παναγίας και το Σταυρό. Παίρνοντας τη Χάρη, πρέπει να τη φυλάξουμε να μην αποκοπούμε απ’ αυτήν. 

Κάποτε πηγαίνεις στο Άγιον Όρος (20)* και παρατηρώντας βλέπεις ένα δέντρο γερό, υγιές. Κι από αυτό έχει αποσπαστεί ένα κλωνάρι και έχει ξεραθεί. Έτσι κι εμείς. Αν αποσπασθούμε από τη Χάρη, τότε ξεραίνεται η ψυχή μας. Το λέει και ο Κύριος στο Ευαγγέλιο: « ἐὰν μή τις μείνῃ ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸκλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι, καὶκαίεται» (Ιω. 15, 6 ).

*(20). «Άγιον Όρος» ονομάζει ο Γέροντας κάποιο βουνό κοντά στο μοναστήρι.

Από το βιβλίο: « ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ»
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ

Αποφθεγματικοί λόγοι του Γέροντος Ιερωνύμου της Αιγίνης


Η εξομολόγησις ξανά δι' ό,τι εξομολογήθης είναι απιστία εις το μυστήριον.
Κάθε πότε κοινωνείτε, κάθε πότε διψάει η ψυχή σας; Αν δεν σας έλθουν πάντως δάκρυα, να μη κοινωνήτε. Κάθε δέκα πέντε ημέρας, καλόν είναι. Αυτό όμως θα το κανονίση ο πνευματικός σας. 
Μη λέτε πολλά. Κρατήστε την γλώσσαν. Αγαπήστε την σιωπήν. Αν την συνηθίσετε, μετά δεν θα θέλετε να ομιλήτε. Τόσον είναι όμορφη η σιωπή. 
Αγαπήστε και την προσευχή. Ένας έκαμε προσευχή όλη την νύχτα. Τα λόγια της προσευχής του έρχονταν το ένα μετά το άλλο χωρίς δυσκολία. 
Να έχετε χαράν! Η χαρά και η λύπη ας σας είναι φιλοξενούμενες, όχι όμως η απελπισία. Της απελπισίας να της κλείνετε την πόρτα! Ο Χριστιανός δεν πρέπει ούτε δειλός να είναι, ούτε απελπισία να έχει. 
Οι άλλοι ό,τι γράμματα ξεύρουν, αυτά και σου λένε. Τα δικά τους ζουν, τα δικά τους ξεύρουν, αυτά σου λένε. Τα δικά σου δεν τα ζουν, δεν τα ξεύρουν, δεν τα αγαπούν! Πώς λοιπόν αφού δεν γνωρίζουν τη γλώσσα σου θέλεις να σου μιλήσουν! 
Μη θυμώνετε. Θα σας ειρωνευθούν, θα υποφέρετε. Εσείς μη φοβάσθε. Σας προσφέρουν δηλ. πιπέρι, να δίδετε ζάχαρη. Εγώ πιπέρι δεν έχω να σκέπτεσθε, ζάχαρη έχω, ζάχαρη δίδω. 
Σε κάθε προσευχή πρέπει να έχετε ένα κόμπο δάκρυ. Και σαν σας έλθη κατάνυξη, μη το λέτε πουθενά γιατί είναι θείον δώρον μήπως και το χάσετε! 
Τον ιεροκήρυκα να τον ακούτε, αλλά μη ζυγώνετε πολύ. Όλοι άνθρωποι είμεθα. Πιθανόν να διαπιστώσετε αδυναμίες και να πείτε άλλα λέει και άλλα πράττει. 
Να μη θυμώνετε. Να γλυκαίνετε με την ζάχαρη σας, δηλ. με τον καλόν σας λόγο τον άλλο. 
Μην υποδεικνύεις, διότι, διδασκαλία δίχως θέλησιν του άλλου, έχθρα είναι και γίνεται αμαρτία και σε κείνον που ακούει και δεν κάνει και εσύ στεναχωρείσαι και ταράζεσαι. 
Αγάπησε την κατάνυξιν, φέρνε στο νου σου τις αιτίες που θα σου φέρνουν δάκρυα. 
Στον άλλο να λέγης τόσα, όσα νομίζεις ότι θα σηκώσει, όχι περισσότερα. 
Όταν δίδης ελεημοσύνη, να μη εξετάζεις τι είναι το πρόσωπο που του δίδεις, αν είναι καλό ή κακό. Η ελεημοσύνη είναι σπουδαίο πράγμα, εξαλείφει πλήθος αμαρτιών. 
Απόδειξις αγάπης προς τον Σωτήρα μας, είναι τα δάκρυα κατά την ώραν της προσευχής. 
Εάν έχεις φόβο Κυρίου, έμαθες Θεολογίαν, εάν δεν έχεις φόβον Κυρίου τέχνην έμαθες δια να ζήσης. 
Το χτίσιμο με ξηρούς λίθους δεν είναι καλό. Χρειάζεται η λάσπη, χρειάζεται και ο ασβέστης. Έτσι και η προσευχή· χωρίς δάκρυα δεν είναι προσευχή. Χρειάζονται δάκρυα, αλλιώς ωφέλεια δεν μένει από την προσευχή. 
Θα κάμης ό,τι ημπορείς διά τα παιδιά σου, διότι εις την αλλήν ζωήν ο Χριστός μας θα σου ζητήσει ή τα παιδιά σου σεσωσμένα ή τις πληγές στα γόνατά σου, από την πολλήν σου προσευχήν. Δεν γνωρίζουν δυστυχώς, οι γονείς την ευθύνην την οποίαν έχουν διά τα τέκνα των. 
Κάθε άνθρωπος έχει κάποιο χάρισμα. Βρες το χάρισμά του και επαίνεσέ τον. Χρειάζεται και ο έπαινος (προς τόνωσιν) και η καλωσύνη και η αγάπη. Τότε ο άλλος και πολύ καλός να μη είναι, δια την τιμήν, τον έπαινον, την αγάπην που του εκδηλώνουν ελέγχεται και γίνεται καλύτερος. 
Εις κληρικόν: Όσο μπορείς απέφευγε τα έξω. Κλείσου εις το δωμάτιόν σου. Σφίξε τον νου σου ν'ανοίξη να δης πνευματικόν φως. Να λέγης πότε να φθάσεις στο δωμάτιόν σου και να κλεισθής. Μελέτησε, προσευχήσου. Αν δεν είσαι ενισχυμένος πώς θα ενισχύσεις άλλους; Και ο κόσμος τρέχει, ζητά την δίψα της ψυχής να ικανοποιήσει από την Εκκλησίαν, από τα όργανά της, από το ράσον! Τι θα δώσεις αν δεν έχης και πώς θα έχεις αν δεν ζητήσης από τον Θεόν; Να κοπιάζης εις την προσευχήν και την μελέτην και θα ενισχύεσαι. 
Ταπείνωσιν να έχεις. Όταν βρέχη το νερό δεν σταματά εις τις κορφές ή στα βουνά, αλλά κάτω εις την πεδιάδα. Οι ταπεινοί άνθρωποι έχουν χάριν, καρποφορίαν και ευλογίαν. 
Είσαι ιερεύς; Να προσέχεις, δεν ανήκεις εις τον εαυτόν σου. Είσαι σαν μια βελόνα στα χέρια του Θεού. Να 'σαι καλός, να μη είσαι σα τη σκουριασμένη βελόνα που δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά της. Δια τον εαυτό σου δηλ. αδυναμίες, πάθη κλπ. να μην υπάρχης. Το ράσον, η συνθήκη σου είναι με τον Θεόν, να σε συγκλονίζει και να λες, τι θέλει τούτο; Τι μου λέγει τούτο; Ναι ν’αγαπώ τον Θεόν και να εργάζωμαι εις ό,τι με έταξε. 
Να προσέχης. Ο διάβολος παντοίους τρόπους μεταχειρίζεται για να βλάψη τον κληρικόν, διότι από έναν μόνον άγιο κληρικόν, χιλιάδες ημπορούν να ωφεληθούν και να σωθούν, όπως και από έναν που δεν αγωνίζεται, χιλιάδες ημπορούν να αφανισθούν. 
Ο κληρικός πρέπει σαν τα πολυόμματα να είναι, δηλ. παντού μάτια να έχη, να είναι ακέραιος, δυνατός εις τον νουν, σοφός, άγιος. 
Μετά τα λόγια της Ακολουθίας, Απόδειπνον κλπ. να παρακαλάς τον Θεόν και με απλά λόγια, με λόγια δικά σου για τα προβλήματά σου για τον πόνο σου, ως να είναι μπροστά σου και τον βλέπεις. Αυτά τα πονεμένα και κατανυκτικά λόγια, είναι σαν τα προσανάμματα δια να πιάσει η φωτιά, δηλ. ο πόθος δια τον Θεόν. Και τότε έρχονται και τα δάκρυα.

Αυτομεμψία όχι απελπισία


- Γέροντα, είναι εύκολο εξαρχής νά συναισθανθούμε σέ βάθος τήν άμαρτωλότητά μας;

- Ό  Θεός  άπό  αγάπη  δέν  επιτρέπει  στήν  άρχή  της  πνευματικής  μας  ζωής  νά συναισθανθούμε τήν άμαρτωλότητά  μας, γιά  νά μήν καμφθούμε. Υπάρχουν φιλότιμες και ευαίσθητες ψυχές πού δέν θά τό άντεχαν και θά πάθαιναν ζημιά. Θαμπώνει τά μάτια μας και  δέν  βλέπουμε  όλα  μαζί  τά  σφάλματα  μας. Μπορεί  π.χ.  νά  έχουμε  κουτσουλιές  στό μανίκι  μας,  και  εμείς  νά  νομίζουμε  ότι  είναι  λουλούδια.  Προχωρώντας  στον  αγώνα  μας, λίγο-λίγο, επιτρέπει ό Θεός νά αρχίσουμε νά βλέπουμε τά σφάλματα μας και μας δίνει και δύναμη  νά  αγωνισθούμε,  γιά  νά  τά  διορθώσουμε.  Ή  λεπτή  εργασία  βλάπτει,  όταν  δέν ύπάρχη  πείρα.  Τό  ίδιο συμβαίνει  και  μέ  τήν  συναίσθηση  τών  ευεργεσιών  τού  Θεού.  Άν έβλεπε  ό  άνθρωπος  τις  εύεργεσίες  του  Θεού  στην  αρχή  της  πνευματικής  του  ζωής,  θά πάθαινε  πνευματική  αιμορραγία.  Γιατί,  όταν κανείς  βλέπη  τίς ευεργεσίες  του  Θεού  καί συναισθάνεται τήν αχαριστία του, μετά λειώνει.
- Γέροντα, δέν βλέπω τά σφάλματα μου καί ή καρδιά μου είναι πέτρα.
- Μερικές  φορές  επιτρέπει  ό  Θεός  νά  μή  βλέπουμε  τά  σφάλματα  μας  καί  νά  είναι  ή καρδιά  μας  πέτρα,  γιατί  μπορεί  ό διάβολος  νά  μάς  ρίξη  στήν  απελπισία.  Ό  άνθρωπος πρέπει  νά  σκέφτεται  τήν  άμαρτωλότητά  του  μέ  διάκριση.  Ή  μετάνοια  πού  έχει  μέσα  της άγχος καί απελπισία δέν είναι άπό τόν Θεό έχει βάλει καί τό ταγκαλάκι τήν ουρίτσα του.
Πρέπει  νά  προσέξη  κανείς,  γιατί μπορεί  ό  διάβολος  νά  τόν  πιάση  άπό  τά  δεξιά,  άπό  τήν μετάνοια, καί νά τόν πετάξη στά αριστερά, στήν θλίψη καί στήν απογοήτευση, ώστε νά τόν τσάκιση  ψυχικά  καί σωματικά καί  νά  τόν  άχρηστέψη. Φέρνει δηλαδή τήν  άλλη  συντριβή, πού  έχει  άγχος,  γιά  νά  τόν  κάνη  συντρίμμια.  Μπορεί  λ.χ.  νά  του  πή:  Είσαι  πολύ  αμαρτωλός, δέν θά σωθής. Δήθεν ενδιαφέρεται γιά τήν ψυχή του, καί του δημιουργεί άγχος καί απελπισία! Μά δέν θά αφήσω τόν διάβολο νά κάνη ό,τι θέλει. Όταν ό διάβολος σου λέη: είσαι αμαρτωλή, νά του λές: Τί σέ ενδιαφέρει εσένα; Όταν θέλω έγώ, θά πώ ότι είμαι αμαρτωλή, όχι όταν θέλης εσύ.
- Γέροντα, πού οφείλεται ή μελαγχολία πού έρχεται πολλές φορές στήν ψυχή;
- Ή  μελαγχολία  καί  τό  πλάκωμα  τής  ψυχής  οφείλονται  συνήθως  σέ  τύψεις  άπό ευαισθησία, καί τότε ό άνθρωπος χρειάζεται νά έξομολογηθή, γιά νά μπόρεση νά βοηθηθή άπό τόν πνευματικό. Γιατί, άν είναι ευαίσθητος, μπορεί τό σφάλμα πού έκανε νά είναι πολύ μικρό, άλλά ό εχθρός διάβολος νά τό μεγαλοποιή νά του τό δείχνη μέ μικροσκόπιο, γιά νά τόν  ρίξη  στήν απελπισία  καί  να  τόν  άχρηστέψη.  Μπορεί  νά  του  πή  λ.χ.  ότι  τάχα  στενοχώρησε πολύ τούς άλλους, ότι τούς δυσκόλεψε κ.λπ., και νά τόν κάνη νά στενοχωριέται πιό πολύ άπό όσο αντέχει. Αφού ενδιαφέρεται ό διάβολος, γιατί δέν πηγαίνει νά πειράξη τήν συνείδηση ενός αναίσθητου άνθρωπου; Άλλά τόν αναίσθητο τόν κάνει νά θεωρή μηδαμινό ένα μεγάλο σφάλμα του, γιά νά μήν έρθη σέ συναίσθηση.
Πρέπει  ό  άνθρωπος  νά  γνωρίση  τόν  εαυτό  του  όπως  είναι,  καί  όχι  όπως  τόν παρουσιάζει  ό  εχθρός  διάβολος,  διότι  αυτός  ενδιαφέρεται γιά  τό  κακό  μας.  Ποτέ  νά  μήν απελπίζεται, αρκεί νά μετανοή, γιατί καί οί αμαρτίες του είναι λιγώτερες άπό τού διαβόλου καί  ελαφρυντικά  έχει,  επειδή  πλάσθηκε  άπό  χώμα  καί  άπό  απροσεξία  γλίστρησε  καί λασπώθηκε.
Γιά νά γίνη σωστός αγώνας, πρέπει νά γυρίζουμε τήν ρόδα αντίθετα άπό εκεί πού τήν γυρίζει ό διάβολος. Άν μας λέη ότι είμαστε κάτι, νά καλλιεργούμε τήν αύτομεμψία. Άν μας λέη  ότι  δέν  είμαστε  τίποτε,  νά  λέμε:  Ό  Θεός  θά  μέ  έλεήση.  Έτσι  άπλά  άν  κινήται  ό άνθρωπος,  μέ  εμπιστοσύνη  καί  ελπίδα  στον  Θεό, μπαίνει  στήν  ζωή  του  ή  μετάνοια,  ή ταπείνωση, καί ανεβαίνει σέ πνευματικά ύψη.
- Δηλαδή, Γέροντα, ή αύτομεμψία δέν βοηθάει στον πνευματικό αγώνα;
- Βοηθάει,  άλλά  θέλει  διάκριση.  Μπορεί  π.χ.  νά  λέη  κανείς  στόν  εαυτό  του:  Είσαι ανόητος… .  Νά  τό  λέη όμως  μέ  ταπείνωση,  γιά  νά  κοροϊδέψη  τόν  διάβολο,  άλλά  καί  μέ λεβεντιά, όχι μέ κακομοιριά. Αυτομεμψία, όχι απελπισία.
Σημείο  πνευματικής  ώριμότητος  είναι  νά  πιστέψω  ότι  δέν  κάνω  τίποτε,  νά απογοητευθώ μέ  τήν καλή έννοια άπό τόν εαυτό μου, άπό τό έγώ μου νά νιώθω πώς μέ ό,τι  κάνω  προσθέτω  συνέχεια  μηδενικά  καί  νά  συνεχίζω  τόν  αγώνα  μου  ελπίζοντας  στόν Θεό. Τότε ο Καλός Θεός, όταν δή τά μηδενικά της αγαθής μου προαιρέσεως, θά μέ λυπηθη, θά πρόσθεση στήν άρχή τήν μονάδα καί θά πάρουν άξια τά μηδενικά μου καί θά πλουτίσω πνευματικά.  Μέσα  στήν  ταπεινή  κατάσταση  τής  άπογοητεύσεως  άπό  τόν  εαυτό  μου κρύβεται ή καλή πνευματική κατάσταση.

Γιατί η προσευχή έχει τόση σημασία


Γέροντα, γιατί η προσευχή έχει τόσο μεγάλη σημασία στη ζωή του χριστιανού;

-Παιδί μου, την προσευχή μην τη θεωρείς μια συνήθεια, αλλά μια δύναμη που θερμαίνει τη σχέση σου με το Θεό, 
για να κατορθώνει να κατέρχεται το Άγιο Πνεύμα μέσα σου και να ζωντανεύει την πίστη σου σ'; Αυτόν. Όσο περισσότερο προσευχόμεθα, τόσο περισσότερο διώχνουμε την υπερηφάνειά μας, τους σαρκικούς πειρασμούς και την ανθρώπινη ματαιοδοξία. Γίνου άνθρωπος της προσευχής. Διότι μόνο αυτή είναι η πηγή φωτισμού σου, που γίνεσαι πόλος έλξεως για να δεχθείς τη γνώση του Θεού. 

Μην ξεχνάς ο απόστολος Παύλος προσηύχετο νύκτα και ημέρα, ο δε προφήτης Δανιήλ παρά το φόρτο της εργασίας του τρείς φορές την ημέρα προσηύχετο. Ο προφήτης Δαβίδ πολλές φορές και ιδιαίτερα τη νύκτα. Ο δε Ιησούς Χριστός επί της γης κάθε στιγμή προσευχόταν προς τον Ουράνιο Πατέρα Του. Όλοι οι Άγιοι είχαν αφιερώσει τον περισσότερο χρόνο της ζωής τους στην προσευχή, διότι έβλεπαν ότι αυτή ήταν το ισχυρότερο όπλο για την πνευματική ζωή τους. Μέσα στην προσευχή συγκεντρώνονται όλες οι αισθήσεις μας προς το Θεό και αγιάζονται με τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος. 

Αγωνίσου με κάθε τρόπο να αυξήσεις το χρόνο της προσευχή σου. Και μη θεωρήσεις το χρόνο αυτό περιττό, διότι δείχνεις τη χλιαρότητά σου. Ο χρόνος προσευχής να ξεπερνά τις 4 ώρες την ημέρα. Αυτός ο χρόνος να είναι ατομικός, μέσα στο δωμάτιό σου. Να σκύβεις να δέεσαι στον Κύριό μας. Όσο αυξάνει ο χρόνος αυτός, θα νιώθεις τη θεϊκή φλόγα να σε τυλίγει ολόκληρο και θα γίνεσαι ένα φως. Θα ζεις μέσα στο Φως του Θεού. Εκείνοι που προσεύχονται αυτό το χρόνο και περισσότερο ξέρουν την αληθινή αξία της και δεν την αποχωρίζονται με τίποτα στον κόσμο. Η γλυκύτητά της είναι μια υπερκόσμια εμπειρία που σαγηνεύει το νου και την καρδιά.

Η Θεία Ευχαριστία


Το σπουδαιότερο απ' όλα τα Μυστήρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας είναι η Θεία Ευχαριστία. Όλα τα άλλα Μυστήρια συνδέονται με αυτήν. Η Θεία Ευχαριστία είναι ή κλάση του άρτου και η πόση του οίνου, των αντιτύπων του Σώματος και του Αίματος του Χριστού μας. Η Θεία Ευχαριστία αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη Θεία Λειτουργία δεν είναι μια απλή σύναξη πιστών πού συγκεντρώνονται σε συγκεκριμένη ήμερα και ώρα, αλλά είναι η συσσωμάτωση μας α) με το Χριστό και β) με τους συνανθρώπους μας.

Είναι η κοινωνία της επί γης στρατευόμενης με την εν ουρανοίς θριαμβεύουσα Εκκλησία. Μέσα στο Άγιο Ποτήριο συντελείται θαύμα παντοτινό και ατελείωτο, της συζεύξεως ζώντων και κεκοιμημένων εν τω ονόματι του εν Τριάδι Θεού μας. Ολόκληρη η Θεία Λειτουργία είναι η εκδίπλωση του όλου κοσμοσωτήριου έργου του θεανθρώπου Χριστού για τον άνθρωπο. Ξεκινάει με τη γέννηση του Χριστού και προχωράει με την προσκύνηση των μάγων κατά την ακολουθία της Προθέσεως, με την είσοδο του Χριστού στο δημόσιο κηρυκτικό έργο Του και τις θαυματουργίες με τη Μικρά Είσοδο και τη διδαχή Του, το Ευαγγέλιο, με το πάθος και τη Σταύρωση κατά την ώρα του χερουβικού ύμνου, με τη μετοχή στο Ευχαριστιακό Δείπνο κατά τη μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, με το χαρμόσυνο μήνυμα της Πεντηκοστής κατά την ολοκλήρωση του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας κατά το πέρας της θείας Λειτουργίας. 

Κι εμείς καλούμεθα να συνειδητοποιήσουμε τη μεγάλη αυτή δωρεά του Υψίστου Θεού προς όλους μας μετέχοντας ενεργά και όχι παθητικά στα τελούμενα. Ο λόγος του Κυρίου παραμένει πάντοτε επίκαιρος και προκλητικός προς όλους μας: "Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ" (Ιω. 6, 56). Είναι καιρός να προσπαθήσουμε να συμμετέχουμε σ' ολόκληρη τη Θεία Λειτουργία κι όχι όπως κακώς συνηθίζουν μερικοί μόνο κατά το τελευταίο ημίωρο αυτής. Ο αγιασμός και ή Χάρη του Θεού έρχεται με τη συνειδητή συμμετοχή μας στα άχραντα Μυστήρια.
Η Θεία Μετάληψη καλό είναι να γίνεται τακτικά, εφόσον υπάρχει ευλογία από τον πνευματικό μας εξομολόγο. Πολλοί κοινωνούν τακτικά αυτό είναι το δέον. Κάποιοι κοινωνούν λιγότερο και κάποιοι άλλοι ελάχιστα, μία ή δύο φορές το χρόνο. Εάν όλες αυτές οι κατηγορίες κοινωνούντων ανθρώπων συμμετέχουν πρωτίστως στο ιερό μυστήριο της μετανοίας - εξομολογήσεως και εφαρμόζουν την εντολή του Πνευματικού τους σχετικά με τη θεία Μετάληψη, τότε όλοι βρίσκονται στην ίδια ασκητική πορεία της πνευματικής ζωής. Εάν όμως ο καθένας αποφασίζει μόνος του και προσέρχεται ανάξια στα άχραντα Μυστήρια τότε υπάρχει πρόβλημα. Αυτός που ανάξια λαμβάνει τα άχραντα Μυστήρια φωτιά βάζει μέσα του.
Και τέλος, αυτός πού πρόκειται να κοινωνήσει ας θυμάται τους εξής διδακτικούς στίχους από την ιερά ακολουθία προ της Θείας Μεταλήψεως : "Μέλλων φαγείν, άνθρωπε Σώμα Δέσποτου, φόβω πρόσελθε, μη φλεγής πυρ τυγχάνει. Θείον δε πίνων, Αίμα προς μετουσίαν, πρώτον καταλλάγηθι τοις σε λυπούσιν. Έπειτα θαρρών, μυστικήν βρώσιν φάγε".

Απόκρουση της απελπισίας


Πρόσεχε, αδελφέ, γιατί ο εχθρός πολεμάει με διάφορους τρόπους τους αγωνιστές. Και πριν μεν πραγματοποιηθεί η αμαρτία, ο εχθρός τη δείχνει στα μάτια τους πολύ μικρή. Μετά τη διάπραξη της αμαρτίας όμως, ο πονηρός την παρουσιάζει υπερβολικά βαριά στα μάτια εκείνου που αμάρτησε, σηκώνοντας εναντίον του μύρια κύματα λογισμών, έτσι ώστε, πνίγοντας μέσα σ’ αυτά τη λογική σκέψη του αδελφού, να τον καταποντίσει στο βυθό της απελπισίας.

Κι εσύ λοιπόν, αγαπητέ, γνωρίζοντας από πριν αυτές τις πανουργίες του εχθρού, πρόσεχε μη σε γελάσει και αμαρτήσεις. Αλλά κι αν έχεις ήδη πέσει σ’ ένα παράπτωμα, μην το συνεχίζεις, απελπισμένος για τη σωτηρία του. Σήκω και γύρνα πίσω στον Κύριο και Θεό σου. Κι Εκείνος θα σ’ ελεήσει. Γιατί ο Δεσπότης μας είναι οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και πολυέλεος, και δεν περιφρονεί όσους μετανοούν ειλικρινά, αλλά πρόθυμα και με χαρά τους δέχεται.

Όταν λοιπόν σου λέει ο εχθρός, «Χάθηκες, δεν μπορείς πια να σωθείς!» εσύ πες του: «Εγώ έχω Θεό εύσπλαχνο και μακρόθυμο, γι’ αυτό και δεν απελπίζομαι για τη σωτηρία μου. Εκείνος που μας άφησε εντολή να συγχωρούμε το συνάνθρωπό μας «έως εβδομηκοντάκις επτά» (Ματθ. ιη΄ 22), ο Ίδιος, πολύ περισσότερο, θα συγχωρήσει τις αμαρτίες εκείνων που επιστρέφουν κοντά Του μ’ όλη τους την ψυχή».

Κι έτσι, με τη χάρη του Θεού, θα λυτρωθείς από τον πόλεμο.

Εφραίμ ο Σύρος

Είπε Γέρων...


Αγίου Διαδόχου Φωτικής «Τα 100 πρακτικά κεφάλαια»

Όταν ή ψυχή ταράζεται από οργή, ή θολώνεται από μέθη, ή ενοχλείται από φοβερή λύπη, δεν μπορεί ο νους να κρατήση τη μνήμη τού Κυρίου Ιησού, ακόμη και αν κανείς τον βιάζει. Γιατί όπως είναι σκοτισμένος από την σκληρότητα των παθών, χάνει την πνευματική του αίσθηση. Γι' αυτό η επιθυμία της ευχής δεν έχει πού νά τυπώσει τη σφραγίδα της, ώστε ο νους νά διατηρή αλησμόνητα τα λόγια τής ευχής, επειδή η μνήμη τής διάνοιας σκληραίνει από την ωμότητα των παθών.
 Αν όμως ή ψυχή είναι ελεύθερη από αυτά τα πάθη, ακόμη και αν για λίγο λησμονήσει το ποθούμενο όνομα, αμέσως ο νους μεταχειρίζεται την ενεργητικότητα του και ξαναπιάνει γερά το πολυπόθητο εκείνο και σωτήριο θήραμα. Γιατί τότε ή ψυχή έχει την ίδια τη θεία χάρη πού μελετά και κράζει μαζί της το «Κύριε Ιησού», όπως μία μητέρα διδάσκει στο βρέφος της το όνομα «πατέρα» και το επαναλαμβάνει μαζί του μέχρις ότου το συνηθίσει νά φωνάζει «πατέρα» ακόμη και όταν κοιμάται, αντί νά λέει ό,τιδήποτε άλλο από αυτά πού συνηθίζουν τα βρέφη. Γι' αυτό ο Απόστολος λέει: «Έτσι και το Πνεύμα μας βοηθεί και μάς στηρίζει στην ασθένειά μας• γιατί δε γνωρίζομε τι να προσευχηθούμε όπως πρέπει, αλλά το ίδιο το Πνεύμα μεσιτεύει για χάρη μας και μάς εμπνέει στεναγμούς πού δεν εκφράζονται με λόγια». Επειδή εμείς είμαστε νήπια απέναντι στην τελειότητα της προσευχητικής αρετής, έχομε πάντοτε ανάγκη από τη βοήθεια τού Πνεύματος, το οποίο με την ανέκφραστη γλυκύτητα Του συγκεντρώνει και γλυκαίνει όλους τους λογισμούς μας και μάς κατευθύνει ώστε νά κινηθούμε με ολόκληρη τη διάθεοή μας στη μνήμη και την αγάπη του Θεού και Πατέρα μας. Γι' αυτό, όπως πάλι λέει ο θεσπέσιος Παύλος, με την παρακίνηση του Αγίου Πνεύματος, όταν Αυτό μάς διδάσκει νά ονομάζομε ακατάπαυστα το Θεό Πατέρα, λέμε: «Αββά, Πατέρα».

Άγιος Μαρκιανός -Ελεημοσύνη

Ο ΜΑΡΚΙΑΝΟΣ ήτο ιερεύς στην Κωνσταντινούπολη αγιώτατος άνθρωπος. Ανάμεσα στις άλλες αρετές πού τόν στόλιζαν υπερείχαν η άκτημοσύνη κι' ή ελεημοσύνη. Παράδοξος συνδυασμός!
Καθώς στεκόταν πολύ ψηλότερα άπό κάθε γήϊνο αγαθό, ό Μαρκιανός δέν απέκτησε ποτέ πράγμα δικό του, πού νά έχη κάποια άξια, ούτε δεύτερο ένδυμα. "Οταν οί γνωστοί του του χάριζαν κάτι, τό έδινε παρευθύς στον πρώτο φτωχό, πού θά συναντούσε στο δρόμο του.
Την Κυριακή που θα γίνονταν τα εγκαίνια της Εκκλησίας τής Αγίας Αναστασίας, πού ήτο ή ενορία του, έφυγε ξημερώματα άπό τή φτωχή καμαρούλα του νά έτοιμάση τό Άγιο Βήμα. Θά λειτουργούσε ό Πατριάρχης μέ άλλους Αρχιερείς. Θά πήγαινε κι'ό Αυτοκράτωρ μέ όλους τους άρχοντας του στά εγκαίνια.
Σάν έφτασε στην Αγία Αναστασία κι' ήτο έτοιμος ν' άνοιξη τήν εξώθυρα του μεγαλοπρεπέστατου ναοϋ, πού αυτός ό ϊδιος μέ τήν απαράμιλλη δραστηριότητα του είχε ανακαινίσει, τόν έπλησίασε ένας δυστυχισμένος άνθρωπος, γυμνός, μελανιασμένος άπό τό κρύο. Έδειχνε νά ύποφέρη πολύ. "Απλωσε διστακτικά τό χέρι νά του γυρέψη ελεημοσύνη. Ό Μαρκιανός έψαξε τίς τσέπες του. 'Αλλά, συνηθισμένο πράγμα σ' αυτόν, δέ βρήκε χρήματα. Έπρεπε όμως νά δώση κάτι σ' εκείνον τόν δυστυχή, καί μάλιστα χρήσιμο. Του ράγισε τήν καρδιά ή γύμνια του, τό τρεμούλιασμα του. Ό φιλάνθρωπος ίερεύς πήρε τήν άπόφασί του. Θά του έδινε τά ρούχα του. Δεύτερα δέν είχε, άλλ' αυτό δέν τόν πείραζε. Τώρα θά φοροϋσε τά ιερατικά του, άφού θά έπαιρνε μέρος στή Λειτουργία. Πήγε στό σκευοφυλάκιο, έφόρεσε τά άμφια του καί όλα του τά ροϋχα τά έδωσε στό φτωχό. Εκείνος έμεινε μέ τό στόμα ανοικτό μπροστά σέ τόση καλωσύνη.
Ήλθαν στό μεταξύ κι' οί άλλοι κληρικοί μέ τόν Πατριάρχη καί άρχισε ή Θ. Λειτουργία. Μά κάτι παράδοξο συνέβαινε εκείνη τήν ήμερα. Τά βλέμματα του εκκλησιάσματος, άπό του Αύτοκράτορος ώς του τελευταίου πιστού, είχαν καρφωθή πάνω στό Μαρκιανό. Τό ίδιο καί τών κληρικών, μέσα στό "Αγιο Βήμα. Δύο μάλιστα άπ' αυτούς είχαν αρχίσει νά σιγοψιθυρίζουν τίς επικρίσεις τους.
- Που βρήκε άραγε τή χρυσοΰφαντη στολή; Αυτός δέν είχε ποτέ του χρήματα. "Ετσι τουλάχιστον φαίνεται.
- Δέ βαρυέσαι.. Υποκρισίες. Κύτταξε, αδελφέ μου, καί με διαμάντια κεντημένη. Άϊ, αυτό αυτό πια καταντά σκάνδαλο.
Όταν στο τέλος της Θείας Λειτουργίας βγήκε με το Άγιο Ποτήριο νά κοινωνήση τόν κόσμο ό Μαρκιανός, ένας ψίθυρος θαυμασμού άκούστησε από τά χείλη όλων. Ή Εκκλησία άστραψε άπό τό φεγγοβόλημα των αμφίων του.
Ένας ανώτερος κληρικός πλησίασε τότε τόν Πατριάρχη με φανερή αγανάκτησι καί του είπε:
- Δεν πρέπει ή άγιωσύνη σου, Δέσποτα, νά παραλείψη να συστήση κάποια μετριότητα σ' αυτόν τόν άσημο κληρικό. Τέτοια στολή ταιριάζει μόνο στό βασιλέα.
Ό αγαθός γέρο - Πατριάρχης άρχισε νά στενοχωριέται μέ τίς διαμαρτυρίες του Ιερατείου του. Είχε φυσικά κι' ό ίδιος απορήσει μέ τήν πρωτοφανή πολυτέλεια των αμφίων πού φόρεσε - έτσι τουλάχιστον νόμιζε - γιά τήν πανηγύρι ό Μαρκιανός. Τόν γνώριζε όμως πολύ καλά γιά νά τόν χαράκτηρίση ματαιόδοξο. Ώς τόσο, αποφάσισε νά τοϋ κάνη λόγο γι' αυτό. Ευθύς λοιπόν μετά τήν απόλυσι καί προτού ακόμη βγάλουν καί οί δυό τά ιερατικά, φώναξε τόν Μαρκιανό στό σκευοφυλάκιο.
- Που βρήκες τή στολή αυτή, Μαρκιανέ; Τόν ρώτησε σε τόνο αυστηρό. Θά έλεγε κανείς, πώς πήρες τήν απόφασι να συναγωνιστής σέ πολυτέλεια τόν Αυτοκράτορα. Ό ιερεύς πρέπει νά είναι μέτριος στην έμφάνισί του, γιά νά μή σκανδαλίζη τό λαό καί μάλιστα τίς πτωχότερες τάξεις.
Ό Ιερεύς έρριξε πρώτα ένα φευγαλέο βλέμμα στά φτωχικά λινά του άμφια, τά μοναδικά πού είχε γιά νά ίερουργή. "Επειτα κύτταξε μέ απορία τόν Επίσκοπο του.
- Γιά ποια στολή ομιλεί ή άγιωσύνη σου, Δέσποτα; Αν πρόκεται γι' αυτήν πού φορώ, είναι ή ϊδια πού πήρα άπό τά χέρια σου, όταν πρίν άπό εικοσιπέντε χρόνια μέ χειροτόνησες Πρεσβύτερο.
Ό Πατριάρχης συνωφρυώθηκε. Αϊ, ήταν πάρα πολύ νά προσπαθή νά τόν ξεγελάση μπροστά στά μάτια του.
-Κι αυτή εδώ; του φώναξε, παίρνοντας στα χέρια του το φελόνι.
Τότε παρατήρησε, πώς κάτω άπό τ' άμφια του ό Μαρκιανός ήτο γυμνός κι' εκείνη ή πολύτιμη στολή πού είχε προκαλέσει τόσο θαυμασμό καί θόρυβο δέν ήταν άλλη άπο τή συνηθισμένη, πού τόσα χρόνια τώρα τόν έβλεπε νά λειτουργή.
- Ποιος σ' έγύμνωσε Μαρκιανέ; Ρώτησε έκπληκτος ό Πατριάρχης.
Ό άξιος λειτουργός του Υψίστου πήρε στά χέρια του τό "Αγιο Ευαγγέλιο, πού μόλις πρό ολίγου είχε τοποθετήσει στή θήκη του καί τό έδειξε στον Αρχιερέα.
- Αυτό μ' εγύμνωσε, άγιε Δέσποτα.
Κατασυγκινημένος ό γέρο - Πατριάρχης έσφιξε στην αγκαλιά του τόν Μαρκιανό καί φιλώντας τον πατρικά του έλεγε:
- 'Ώ, άν όλοι οί ιερείς σ' εμιμούντο, τέκνον μου, δέ θα είχαμε ανάγκη εκκλησιαστικών ρητόρων. Θά εκήρυττε τό φωτεινό τους παράδειγμα.

Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου «Αόρατος Πόλεμος»

Ήξευρε γαρ, τέκνον, ότι το πάθος της αμελείας, με το απόκρυφον φαρμάκι του, ολίγον κατ’ ολίγον σαπίζει, όχι μόνον τας πρώτας και μικράς ρίζας, αι οποίαι έμελλον να βλαστήσουν τας έξεις των αρετών, αλλά σαπίζει και εκείνας ακόμη τας ρίζας των καλών έξεων, οπού προλαβόντως αποκτήθηκαν… και με το μέτρον τούτο, ηξεύρει να στήνη παγίδας και βρόγχους ο διάβολος εις κάθε άνθρωπον, μάλιστα δε, εις τας πνευματικάς ψυχάς, ηξεύροντας ότι εύκολα πίπτει εις τας επιθυμίας κάθε αργός και αμελής καθώς γέγραπται «εν επιθυμίαις εστί πάς άεργος» (Παρ. ιγ΄ 4).

Οσίου Νείλου «Περί προσευχής»

Κατάσταση προσευχής είναι μόνιμη ψυχική διάθεση, ελεύθερη από πάθη, που αρπάζει το φιλόσοφο νού σε ύψος νοητό με πολύ σφοδρό έρωτα.
Δεν πρέπει να είναι όποιος θέλει να προσευχηθεί αληθινά, μόνο κύριος του θυμού και της επιθυμίας, αλλά και ελεύθερος από κάθε νόημα εμπαθές (διαποτισμένο ή επηρεασμένο από πάθος).
Όποιος αγαπάει το Θεό, κουβεντιάζει μαζί του σαν με τον πατέρα του, ενώ ταυτόχρονα σιχαίνεται κάθε νόημα γεμάτο πάθος (εμπαθές).

Κατά συνείδηση


Ας φροντίσουμε, αδελφοί μου, να φυλάμε τη συνείδησή μας, όσο ακόμα βρισκόμαστε σ’ αυτόν τον κόσμο, χωρίς να την προκαλούμε να μας ελέγξει για κάποιο πράγμα, χωρίς να την καταπατούμε σε τίποτα απολύτως ούτε και στο ελάχιστο. Γιατί ξέρετε καλά ότι από τα μικρά αυτά και ασήμαντα, όπως λένε, φτάνουμε να καταφρονούμε και τα μεγάλα. Γιατί όταν αρχίσει κανείς να λέει: «Τι σημασία έχει, αν πω αυτό το λόγο; Τι σημασία έχει αν φάω λιγάκι; Τι σημασία έχει αν δώσω προσοχή σ’ αυτό εδώ το πράγμα;», από το «τι σημασία έχει αυτό και τι σημασία έχει εκείνο», αποκτάει κανείς κακή και διεστραμμένη διάθεση και αρχίζει να καταφρονεί και τα μεγάλα και βαρύτερα, και να καταπατεί την ίδια τη συνείδησή του. Και έτσι προχωρώντας σιγά-σιγά κινδυνεύει να πέσει και σε τέλεια αναισθησία… Ας φροντίσουμε τα ελαφρά, όσο ακόμη είναι ελαφρά, για να μη γίνουν βαριά…
Η προσπάθειά μας για να φυλάξουμε τη συνείδησή μας άγρυπνη και να συμμορφωνόμαστε με τις υποδείξεις της, παίρνει πολλές και ποικίλες μορφές. Γιατί πρέπει να ενεργεί κανείς «κατά συνείδηση» και προς το Θεό και προς τον πλησίον και προς τα πράγματα…
Προς μεν το Θεό, για να μην καταφρονεί τις εντολές Του, και όταν δεν τον βλέπει άνθρωπος και όταν κανείς δεν απαιτεί τίποτα απ’ αυτόν…
Η τήρηση της συνειδήσεως προς τον πλησίον είναι να μην κάνει τίποτα απολύτως που καταλαβαίνει ότι θλίβει ή πληγώνει τον πλησίον, είτε με έργο, είτε με λόγο, είτε με κάποια κίνηση είτε μ’ ένα βλέμμα…
Να ενεργεί κανείς «κατά συνείδηση» προς τα υλικά πράγματα σημαίνει να μην κάνει κατάχρηση κανενός πράγματος, να μην αφήνει κάτι να καταστραφεί ή να πεταχτεί. Αλλά και αν ακόμα δει κάτι πεταμένο, να μην το αγνοήσεις έστω και αν είναι ασήμαντο, αλλά να το μαζέψει και να το βάλει στη θέση του.

Αββά Δωροθέου, Έργα Ασκητικά, εκδ. «Ετοιμασία», Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέας

Μετάνοια και ψυχική υγεία κατά τον Ι. Χρυσόστομο


Ο Ψυχικός Θάνατος

Αμαρτία: η σκληρή πραγματικότητα θανάτου

Μία τραγική πραγματικότητα για κάθε άνθρωπο είναι το γεγονός της αμαρτίας. Το ζει μόνιμα∙ βλέπει να τον επισκέπτεται, να κατρακυλά και να πέφτει. Έρχεται σαν πειρασμός, σαν θέαμα, σαν λογισμός, σαν μία εξωτερική προσβολή, γίνεται ενήδονη φαντασία και επιθυμία και καταλήγει στην πράξη της αμαρτίας. 

Είναι, όπως λέγει ο Αδελφόθεος Ιάκωβος, «μία άνομη κυοφορία που αποκυεί τον θάνατο». Η ποικιλόμορφη αμαρτία ξεπηδά και γεννιέται απειλητικά μέσα από δύο παράγοντες. Πρώτον, από τον πειρασμό του αρχέκακου δαίμονος, που ως λιοντάρι ωρυόμενο ζητά ποιόν να καταπιεί, και δεύτερον, από την εσωτερική επιθυμία, που δελεάζει και θέλγει. 

Ο Απ. Παύλος περιγράφει με τραγικότητα την πτώση και την παραπλάνηση. Εκεί που πάω να κάνω το καλό, λέγει, βλέπω έναν άλλο εαυτό μου να με παρασύρει και να κάνω τελικά το κακό, και ποιος άραγε μπορεί να με γλιτώσει από τον θάνατο αυτό; «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;».

Ο ίδιος Απόστολος πολύ ξεκάθαρα λέγει ότι αυτό που τελικά ο άνθρωπος κερδίζει από την αμαρτία είναι ο θάνατος, «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος». Άραγε τι να σημαίνει ο όρος θάνατος στην σκέψη του Αποστόλου; Θάνατος εδώ σημαίνει τρία πράγματα:

πρώτον, η αμαρτία διαλύει τις διαπροσωπικές σχέσεις, είναι ο θάνατος της αγάπης,

δεύτερον, διαλύει το ανθρώπινο σώμα, διότι «τα πλείονα των αρρωστημάτων εξ ιδίων αμαρτημάτων εισίν» και

τρίτον, διαλύει και απορρυθμίζει όλο τον ψυχικό κόσμο με τη παρουσία ψυχολογικών προβλημάτων και μάλιστα καταθλιπτικών καταστάσεων.

Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από την πειρασμό και την αμαρτία. Η αμαρτία είναι μία σκληρή πραγματικότητα, η πιο σκληρή πραγματικότητα στην ζωή όλων. 

Όμως το πρόβλημα γεννιέται μετά από την αμαρτία. Πως μπορεί να ξεφύγει κανείς από τον τριπλό αυτό θάνατο; Πως πρέπει να σταθεί λυτρωτικά ο άνθρωπος απέναντι στο μέγεθος αυτό; Ανάλογα με την στάση του οδηγείται ή στον ψυχικό θάνατο ή στην χαρά της λύτρωσης. 

Ο λυτρωτικός μονόδρομος είναι η μετάνοια στην γλυκύτατη αγκάλη του Θεού. Η παραδοχή των λαθών, η ομολογία και η συγχώρηση του Θεού γεμίζει τον άνθρωπο με την χαρά της νέας ζωής μέσα στην ελπίδα της αιωνιότητας και στην ειρήνη της καρδιάς την «πάντα νούν υπερέχουσαν». Όμως αυτόν τον ταπεινό δρόμο είτε δεν τον γνωρίζει, είτε τον φοβάται, είτε δεν έχει χειραγωγό αγάπης και χωρίς να αντιληφθεί, πέφτει μέσα στην δίνη του πνευματικού αυτού θανάτου. Η μετάνοια δεν νοείται ως μία απλή αναγκαστική μεταμέλεια, αλλά ως μία νέα ζωή εν Χριστών. 

Ηδονή και οδύνη

Η αμαρτία κουβαλά πάνω της την ηδονή και παρασύρει τον άνθρωπο με το θέλγητρό της, αλλά, όταν τελεσθεί, έρχεται αμέσως η μεγάλη οδύνη για τα πεπραγμένα. Είναι φοβερό πράγμα η γρήγορη αυτή εναλλαγή από την ηδονή στην οδύνη. Είναι ένα μαρτύριο εσωτερικό και μία πνευματική σχιζοφρένεια αδιανόητη. Είναι ο ψυχικός θάνατος που ζει ο άνθρωπος κατά την αμαρτία. Οι ενοχές στέκονται σαν δήμιος και σφοδρός κατήγορος και οδηγούν τον αμαρτωλό στην απελπισία. 

Πως μπορεί να ξεφύγει από τον φοβερό αυτό θάνατο; «ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;» αναφωνεί ο Απ. Παύλος.
Πολύ όμορφα περιγράφει την κατάσταση αυτή ο Ιερός Χρυσόστομος:

Αυτός είναι ο τρόπος της αμαρτίας∙ από την μία μεριά, προτού προχωρήσει και γίνει πράξη, σκοτίζει τον λογισμό και απατά στη σκέψη∙ όταν όμως πλέον έχει τελεστεί, τότε παρουσιάζει μπροστά μας πολύ έντονα την αθλιότητα της, και η σύντομη εκείνη και άνομη ηδονή γίνεται συνεχής οδύνη, και του αφαιρεί την καθαρότητα της συνείδησης και περιβάλλει με ντροπή τον πεπτωκότα αμαρτωλό. Ο φιλάνθρωπος Δεσπότης φύτεψε μέσα μας αυτόν τον κατήγορο, ώστε ποτέ να μην ησυχάζει, αλλά αδιάλειπτα να είναι παρών και να φωνάζει και να δικάζει απαιτώντας ευθύνες για τα λάθη.

Κι αυτό μπορεί να το δει με σαφήνεια από την ίδια την πραγματικότητα. Ο πόρνος ή ο μοιχός, ή αυτός με τέτοιου είδους πτώσεις, ακόμη κι αν διαφεύγει όλων την προσοχή, ούτε πάλι όμως είναι ήσυχος, διότι έχοντας μέσα του αυτόν τον «σφοδρό κατήγορο» ζει διαρκώς μέσα στους φόβους των υποψιών, τρέμει τις σκιές, φοβάται στην σκέψη αν τον είδαν ή δεν τον είδαν, έχοντας συνεχή φουρτούνα μες στην ψυχή του και αλλεπάλληλα κύματα.

Και ούτε χαίρεται τον ύπνο του, είναι δε γεμάτος από φόβους και αγωνίες∙ ούτε και το φαγητό του δεν μπορεί να το απολαύσει, ούτε και η παρέα και ο λόγος των φίλων μπορεί να του δώσει χαρά, ή να τον απαλλάξει από τον πόλεμο αυτό∙ αλλά σαν να περιφέρει έναν δήμιο, που τον ξεσχίζει και τον μαστιγώνει συνεχώς, έτσι ομοιάζει να ζει μετά από την αμαρτία∙ ακόμη και να μη τον είδε κανείς σηκώνει τις αφόρητες αυτές τιμωρίες και γίνεται δικαστής και κατήγορος του εαυτό του.

Αλλά αυτός που έπεσε σε τέτοιες αμαρτίες, αν θέλει πραγματικά να βοηθηθεί από την συνείδηση του, τότε να σπεύσει σε εξομολόγηση των αμαρτημάτων του και να δείξει την πληγή του στον γιατρό, που θεραπεύει και δεν κοροϊδεύει, και να δεχθεί τα φάρμακα και μόνο μ’ αυτόν να ομιλήσει, και χωρίς να ξέρει κανείς άλλος, να τα πει όλα με ακρίβεια και έτσι γρήγορα θα διορθώσει τα λάθη του. Η εξομολόγηση των αμαρτημάτων είναι ο αφανισμός των αμαρτημάτων.

Κατάθλιψη και ενοχές

Μέσα στον άνθρωπο κατοικεί ο λόγος του Θεού γραμμένος σε σάρκινη πλάκα, την καρδιά του, και είναι γραμμένος από το χέρι Του. Από γεννησιμιού του είναι πλασμένος για την αιωνιότητα και τον παράδεισο, εικόνα Θεού και μικρόθεος για να φθάσει στο καθ’ ομοίωση. 

Μέγα πρόβλημα γεννιέται μετά από την αμαρτία. Απειλητικές έρχονται οι ενοχές στον άνθρωπο. Πως θα μπορέσει να ξεφύγει από το πέπλο της απελπισίας, που τον σκεπάζει με όλες τις ενοχές αυτές και τις τύψεις; Ο Ιερός Χρυσόστομος πολύ συγκεκριμένα τονίζει ότι ο διάβολος δεν χαίρεται τόσο με την πτώση του ανθρώπου, όσο χαίρεται με την απελπισία, η οποία στ’ αλήθεια είναι λατρεία του διαβόλου. 

Ο Ιερός Πατήρ αναφέρει την απελπισία σαν ένα τεχνικό όρο που θέλει να δηλώσει τα πολλά και ποικίλα ψυχολογικά προβλήματα που γεννιούνται μέσα στον άνθρωπο από την εγκατάλειψη του εαυτού του και την έλλειψη της υγιούς αντιμετώπισης της κρίσης της συνειδήσεως μετά από την αμαρτία.

Σήμερα μία μεγάλη μερίδα ανθρώπων ζουν με τα φάρμακα μόνιμα στην τσέπη τους. Ένας ψυχικός θάνατος πλανιέται μέσα στον άνθρωπο που είναι εικόνα Θεού Παντοκράτορος.

Παντού, όπου κι αν σταθείς, θα ακούσεις να μιλούν για άγχος και αγωνίες, για κατάθλιψη και μελαγχολία και για ανάγκη ηρεμίας και χαράς. Η λέξη κατάθλιψη και μόνο με το άκουσμα της μας δίνει την υπόστασή της. Μία ψυχική ασθένεια μοντέρνα στην μεγάλη εξάπλωσή της στον σημερινό κόσμο, αλλά και πολύ παλαιά: χρονολογείται η εμφάνισή της με τη δημιουργία του ανθρώπου.

Πολλοί πιστεύουν πως με γιατροσόφια και ψεύτικα δεκανίκια μπορούν να ξεφύγουν από την απειλή αυτή του μεγάλου κενού και της εποχικότητας και της ανίας. Και ψάχνουν την λύση και την χαρά μέσα στις διακοπές και στην χαλάρωση των μυστικών θεραπειών καθώς και στο ξέδομα της νύχτας και του ποτού και του χορού. 

Και όσο κανείς ψάχνει για να βρεί την χαρά σε έναν σκόρπισμα και σε μια εξωτερίκευση, τούτο το κενό ακόμη πιο πολύ μεγαλώνει και διογκώνεται. Και άραγε που πρέπει να ψάξει κανείς για να βρει την αληθινή χαρά και την ανάσταση; Πρέπει να το ψάξει μόνο μέσα του. 

Πίσω από κάθε μορφή θανάτου υπάρχει πάντα κρυμμένο σαν κατακάθι ένα μεγάλο κακό, που είναι η αμαρτία. Πίσω από μία ψυχολογική απορρύθμιση (φοβίες και καταθλίψεις), πίσω από μία σωματική αρρώστια, πίσω από μία διαταραχή σχέσεων στέκεται πάντοτε ως αιτία και ρίζα η πολυποίκιλη αμαρτία με τον εγωισμό της. Η εξωτερική αυτή κλινική εικόνα της κατάθλιψης δείχνει ένα άλλο βάθος εσωτερικής αμαρτίας. Από την ρίζα της η αμαρτία έχει την φθορά.

Πολλές ψυχικές αρρώστιες είναι τα τέκνα, που γεννά ο ίδιος ο άνθρωπος από τον συγχρωτισμό του με τον πειρασμό και την σπορά της αμαρτίας. Προέρχονται από την σύγκρουση του ανθρώπου με την ηθική συνείδηση, τον νόμο του Θεού. Πολλά ψυχολογικά προβλήματα μπορούν να θεωρηθούν ως ασθένειες της συνειδήσεως.

Το τραγικό είναι ότι κανείς δεν θέλει βλέποντας αυτόν τον θάνατο να ξαπλώνεται πάνω του να σκύψει και να δει τα λάθη του και λυτρωτικά να ζητήσει την συγχώρηση. Είναι ο πιο σκληρός φόβος να δει τον εαυτό του κατάματα και να αποδεχθεί την αμαρτία του. Φοβάται μήπως διαλυθεί το είδωλο του προσώπου του που λατρεύει. 

Ένα μεγάλο τέρας έρχεται να καταφάει την ύπαρξη του, ο εγωισμός, που είναι η κοινή ρίζα όλων των αμαρτιών και συνάμα όλων των ψυχικών ασθενειών που ακολουθούν ως άμεσο παρεπόμενο. Είναι ακριβή τα λόγια «τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος».

Η ευθύνη του ανθρώπου

Και εδώ είναι η μεγάλη ευθύνη του ανθρώπου, να σκύψει ευθυνοκεντρικά και να δει την αμαρτία που φωλιάζει μέσα του. Ο άνθρωπος που δεν έχει συναίσθηση του εαυτού του και επίγνωση των αμαρτιών του, λέγει ο Χριστός στην Αποκάλυψη του Ιωάννου, έχει όνομα ότι ζει αλλά είναι νεκρός. 

Πολλές φορές ψάχνει την λύτρωση του από τον ψυχικό θάνατο μέσα από φάρμακα και συνεδρίες και μοντέρνες ψυχοθεραπείες, χωρίς βέβαια να αποκλείονται κι αυτά, και δεν σκύβει υπεύθυνα να δει την αμαρτία του, που είναι η μόνη αιτία και η ρίζα του ψυχικού θανάτου που ζει. 

Την αμαρτία του ή την αμνηστεύει ή την απωθεί δοξολογούμενος ποικιλοτρόπως. Πιο εύκολα είναι να παίρνει κανείς αντικαταθλιπτικά και ηρεμιστικά φάρμακα παρά να μετανοήσει και να αλλάξει τρόπο ζωής μέσα στην απέραντη αγάπη και γλυκύτητα του Θεού και την θυσιαστική αγάπη του στον πλησίον. Εκεί τον εαυτό του με όλη την ειλικρίνειά του πρέπει να σκύψει και να τον δει. Είναι το πιο δύσκολο έργο να τον δει σαν σε καθρέφτη ενώπιον του Θεού. Όμως και τόσο λυτρωτικό! 

Πολλές φορές, μην μπορώντας να αποτινάζει το γλυκό δέσιμο με την αμαρτία και να απορρίψει το σώμα της, βρίσκει σαν μία εύκολη λύση τον δρόμο της απενοχοποίησης. Κάνει τα πάντα για να απενοχοποιηθεί. Έχοντας κύριο σκοπό αυτόν είτε δικαιολογεί τον εαυτό του και ρίχνει το βάρος στους άλλους ή προσπαθεί να ξεχάσει, είτε απομακρύνεται από τον Θεό, είτε καταλήγει σε ψυχοθεραπείες. 

Οι επιστήμες της ψυχιατρικής ή και της ψυχολογίας, όταν εξασκούν το έργο τους απρόσωπα και μόνο δια των φαρμάκων, όταν αγνοούν τον Θεό της αγάπης, όταν αγνοούν ακόμη πιο πολύ την διεργασία της αμαρτίας και αμνηστεύουν και απενοχοποιούν τον άνθρωπο καταργώντας τον ηθικό νόμο του Θεού, αδυνατούν να θεραπεύσουν το πρόσωπο.

Η λυτρωτική στάση

Ποια όμως πρέπει να είναι η λυτρωτική στάση του ανθρώπου μπροστά στο μεγάλο μέγεθος αυτό της αμαρτίας και του επερχόμενου ψυχικού θανάτου;

Ο ασφαλής δρόμος, πρώτον, είναι η μετάνοια και η αποδοχή ταπεινά της πτώσης. Θέλει δύναμη και ελευθερία, ταπείνωση προσωπική και γενναιότητα για να σκύψει κανείς ευθυνοκεντρικά στο λάθος του.

Χρειάζεται, δεύτερον και μεγάλη γνώση και αίσθηση της αγάπης του Θεού.

Από την μία μεριά, στέκεται το μέγεθος της αμαρτίας, για την οποία εξ ολοκλήρου φέρει την ευθύνη προσωπικά ο άνθρωπος και από την άλλη είναι ο Χριστός με την αγάπη Του, που δεν ήρθε να δικάσει τον κόσμο, αλλά να στον σώσει.

Υπάρχει και ένας άλλος-χώρος, της απελπισίας με όλο το πέπλο του θανάτου που τον προβάλλει και προωθεί ο διάβολος και που εξαιτίας του έχασε τον παράδεισο.

Τι φοβόταν ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ο αυτοκράτορας Αρκάδιος σε συμβούλιο με τους αξιωματούχους του προσπαθούσε να βρει μία τιμωρία που πραγματικά θα έπληττε τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, τον Ιωάννη Χρυσόστομο. 

Προτάθηκε η εξορία, η δήμευση, ο θάνατος, αλλά τίποτα απ’ όλα αυτά δεν μπορούσε πραγματικά να είναι η τιμωρία που θα φοβόταν, διότι ούτε πλούτη είχε, ούτε και τον θάνατο φοβόταν και παντού πατρίδα ήταν γι’ αυτόν. Τότε κάποιος από τους αυλικούς του πρότεινε τα εξής:

Βρείτε κάποιον τρόπο ώστε να αμαρτήσει ο Ιωάννης. Η μεγαλύτερη του δυστυχία είναι μόνο αυτό. 

Μόνο την αμαρτία φοβάται.

Μνήμη ανώνυμου ομολογητού


Kαν αγνοώμέν σοι τίς η κλήσις μάκαρ,
Πάντως συ ζώντων εί βίβλω γεγραμμένος.

Βιογραφία
Ο Άγιος αυτός έζησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (361 μ.Χ.) και ήταν γιος Ιερέα των ειδώλων. Στην πίστη του Χριστού τον έφερε κάποια ευσεβής χριστιανή Διακόνισσα, που ήταν φίλη της μητέρας του.

Ο νέος αυτός στην αρχή, όταν το έμαθε ο πατέρας του, υπέστη απ' αυτόν σκληρά βασανιστήρια. Δια θαύματος όμως σώθηκε και όταν πέθανε ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, κατόρθωσε να φέρει στη Χριστιανική πίστη και τον γέροντα πατέρα του, καθώς και πολλούς ειδωλολάτρες νέους. Αφού στη συνέχεια έζησε ανώτερη πνευματική ζωή, απεβίωσε ειρηνικά.

Το περιστατικό είναι παρμένο από την Εκκλησιαστική Ιστορία του Θεοδώρητου.

Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφει για το περιστατικό αυτό:

«Kατά τους χρόνους Iουλιανού του παραβάτου εν έτει τξα΄ [361], ήτον ο Άγιος ούτος, υιός γενόμενος ενός ιερέως των ειδώλων, και εν δυσσεβεία ανατραφείς. Όταν δε ήτον νέος κατά την ηλικίαν, τότε μετετέθη εις την ευσέβειαν με τοιούτον τρόπον. Mία γυνή ονομαστή κατά την ευσέβειαν, και Διάκονος κατά το αξίωμα, ήτον φίλη με την μητέρα του Aγίου τούτου. Aύτη δε η τούτου μήτηρ, όσαις φοραίς επήγαινε με τον μικρόν όντα υιόν της εις την ευσεβή εκείνην γυναίκα, εχαιρετούσεν εκείνη, τόσον την μητέρα, όσον και τον υιόν, και επαρακίνει αυτόν εις την ευσέβειαν και την του Xριστού πίστιν. Aφ’ ου δε η μήτηρ του απέθανεν, επήγαινεν ο νέος εις την ευσεβή Διάκονον, και απελάμβανεν από εκείνην την συνήθη διδασκαλίαν. Eπειδή δε εδέχθη εις την ψυχήν του τας συμβουλάς της, ερώτησεν αυτήν, με ποίον τρόπον εδύνετο να φύγη την πλάνην του πατρός του, Έλληνος όντος, και να απολαύση την παρ’ αυτής κηρυττομένην ευσέβειαν. H δε Διάκονος είπεν εις αυτόν. Πρέπει τέκνον μου, να αποστραφής τον πατέρα σου, και να προτιμήσης τον Θεόν τον δημιουργόν εκείνου και εδικόν σου. Kαι να υπάγης εις μίαν πόλιν, εις την οποίαν ευρισκόμενος, δύνασαι να γλυτώσης από τας χείρας του δυσσεβούς βασιλέως. Υπέσχετο δε η θεοφιλής εκείνη, ότι αυτή η ιδία να λάβη πρόνοιαν διά τούτο.

O δε νέος είπε. Θέλω έλθω εις εσένα, και θέλω παραδώσω εις τας χείρας σου την ψυχήν μου. Aφ’ ου δε επέρασαν ολίγαι ημέραι, ο μεν Iουλιανός ανέβη εις την εν Aντιοχεία Δάφνην (τζεφτιλίκιον δε ήτον η Δάφνη της Aντιοχείας) διά να κάμη εορτήν εις τους δαίμονας και κοινήν τράπεζαν. Aνέβη δε και ο του νέου τούτου πατήρ, με το να ήτον ιερεύς, και εσυνείθιζε να ακολουθή με τον βασιλέα. Mαζί δε με τον πατέρα του ήτον και ο νέος ούτος, ομοίως και άλλος ένας αδελφός του. Eπειδή και αυτοί ήτον νεωκόροι, ήγουν προσμονάριοι του ναού των ειδώλων, και ερράντιζαν τα φαγητά του βασιλέως. Eπτά δε ημέρας εσυνείθιζον να πανηγυρίζουν εις την Δάφνην. Kατά την πρώτην λοιπόν ημέραν, αφ’ ου παρεστάθη ο νέος ούτος εις την τράπεζαν του βασιλέως, και ερράντισε τα μιαρά φαγητά, και εγέμωσεν αυτά από την ακαθαρσίαν των δαιμόνων. Tότε αναχωρήσας δρομαίος από την Δάφνην, πηγαίνει εις την Aντιόχειαν, και ευρίσκει την θαυμασίαν εκείνην Διάκονον. Kαι ιδού, λέγει, ήλθον εις εσένα, χωρίς να φανώ ψεύστης εις την υπόσχεσίν μου. Όθεν εσύ επιμελήσου τώρα διά την σωτηρίαν και της ψυχής μου και της ζωής μου, και τελείωσον την υπόσχεσίν σου. Παρευθύς λοιπόν εσηκώθη η θεοφιλής εκείνη, και πέρνουσα μαζί της τον νέον, επήγεν αυτόν προς τον άνθρωπον του Θεού Mελέτιον τον Aντιοχείας. O δε Άγιος Mελέτιος ιδών αυτόν, του είπε να καθίση κατά το παρόν επάνω εις τον εκεί ευρισκόμενον οίκον. O δε πατήρ του, επεριτριγύριζεν εις την Δάφνην ζητών τον υιόν του. Πηγαίνωντας δε και εις την Aντιόχειαν, εγύριζεν εις τους δρόμους και εις τα στενά σωκάκια, στρέφωντας εις κάθε μέρος τους οφθαλμούς του, μήπως ιδή τον ποθούμενον υιόν εις κανένα μέρος. Eπειδή επήγεν εις τον τόπον εκείνον, όπου εκατοίκει ο θείος Mελέτιος, στρέφωντας επάνω τα ομμάτιά του, βλέπει τον υιόν του, οπού έσκυπτεν από τα κάγκελλα. Όθεν τρέξας, ετράβιξεν αυτόν από εκεί και τον εκατέβασε. Kαι αφ’ ου τον επήγεν εις το οσπήτιόν του, πρώτον μεν έδειρεν αυτόν πολλά. Έπειτα πυρώσας σουβλία, έβαλεν αυτά εις τας χείρας και πόδας και πλάτας του υιού του. Ύστερον δε κλείσας αυτόν μέσα εις τον κοιτώνα, και κλειδωνίας έξωθεν βαλών, ανέβη πάλιν εις την Δάφνην.

Λέγει δε ο μακάριος Θεοδώρητος, ότι αυτά ήκουσεν οπού τα εδιηγείτο ο ίδιος πατήρ του νέου, ο μετά ταύτα πιστεύσας, όστις ήτον γέρωντας, όταν τα έλεγεν, επρόσθεσε δε, λέγει, ο γέρων και ταύτα ακόμη. Ότι ο νέος ούτος υιός του, έγινεν ένθους, και γεμώσας από θείαν χάριν, εσύντριψε μεν όλα τα είδωλα του πατρός του, τα εν τω οίκω ευρισκόμενα. Eπεριγέλα δε και την των ειδώλων ασθένειαν. Ύστερον δε στοχασθείς αυτό οπού έκαμεν, ήτοι την συντριβήν των ειδώλων, εφοβήθη τον ερχομόν του πατρός του. Όθεν παρεκάλεσε τον Δεσπότην Xριστόν να νεύση, διά να τζακισθούν μεν αι κλειδωνίαι, να ανοιχθούν δε αι πόρται. Eπειδή, έλεγεν, ότι διά εσένα Kύριε, ταύτα έπαθα και εποίησα. Όθεν ευθύς οπού τούτο είπεν, έπεσαν αι κλειδωνίαι, άνοιξαν δε αι πόρται. Kαι ευθύς έδραμεν εις την θεοφιλή διδάσκαλόν του, εκείνη δε ενδύσασα αυτόν γυναικεία φορέματα, εκράτησεν αυτόν εις τον οίκον της. Έπειτα επρόσφερεν αυτόν πάλιν εις τον θείον Mελέτιον. O δε Άγιος Mελέτιος, απέστειλεν αυτόν διά νυκτός εις την Παλαιστίνην προς τον Eπίσκοπον των Iεροσολύμων. Ήτον δε τότε Iεροσολύμων ο θείος Kύριλλος. Aφ’ ου δε απέθανεν ο Iουλιανός, ωδήγησεν ο νέος ούτος εις την ευσέβειαν και τον πατέρα του. Kαθώς ο ίδιος ούτος πατήρ του, γέρων ήδη ώντας, τούτο εδιηγήθη εις ημάς, περιφέρων ακόμη εις το σώμα του και τα στίγματα και σημάδια των πληγών, οπού έλαβε διά την του Xριστού πίστιν. O νέος λοιπόν ούτος πολλούς και άλλους Έλληνας οδηγήσας εις την της ευσεβείας επίγνωσιν με τα λόγιά του και με την ενάρετον πολιτείαν του, απήλθεν εις τας αιωνίους μονάς».

Άγιος Νικόλαος από τη Χίο ο Νεομάρτυρας


Nίκης βραβεία Nικόλαε λαμβάνεις,
Στερρώς αθλήσας διά Xριστόν παμμάκαρ.

Βιογραφία
Ο Άγιος Νεομάρτυς Νικόλαος μαρτύρησε στις 31 Οκτωβρίου 1754 μ.Χ. και ώρα έκτη, στη θέση Βουνάκι της Χίου.

Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στις Καρυές της Χίου από γονείς ευσεβείς χριστιανούς, τον Πέτρο και την Σταματού. Από μικρό παιδί ήταν χαριτωμένος όχι μόνο στο σώμα αλλά και στην ψυχή. Ζούσε χριστιανικά με πολλή ευλάβεια και εγκράτεια, παρόλο που μεγάλωνε χωρίς νουθεσίες, καθώς ήταν ορφανός από πατέρα. Πάνω απ’ όλα ήταν απλός, άκακος και όλοι θαύμαζαν την υπομονή του.

Σε ηλικία είκοσι ετών συμφώνησε μ’ ένα συμπατριώτη του χτίστη να πάνε μαζί στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, να εργαστούν. Εκεί στη Μαγνησία ο Άγιος συνέχιζε τον χριστιανικό τρόπο ζωής και πρόκοβε στην αρετή.

Κάποια μέρα όμως σαν κάτι να έπαθε ο νους του και έμεινε παραλογισμένος, χωρίς ωστόσο να κάνει τρελά πράγματα. Βλέποντάς τον οι Τούρκοι σ’ αυτή την κατάσταση τον έφεραν στους αρχηγούς τους με σκοπό να τον εξισλαμίσουν. Όταν εκείνοι τον εξέταζαν ο Άγιος δεν τους αποκρινόταν αλλά έμενε σιωπηλός, σαν να μην άκουγε τι του έλεγαν. Οπότε οι αγάδες αγανακτισμένοι, χτυπώντας τον, τον έδιωξαν ως τρελλό και ήλεγξαν εκείνους που τους τον πήγαν.

Οι συμπατριώτες του, βλέποντας την κατάστασή του, φοβήθηκαν μη διαταραχθεί ψυχικά και τον πήγαν στη Χίο, στην αδελφή του, στην οποία και είπαν τα καθέκαστα. Εκείνη, από αφροσύνη, δεν τα φύλαξε μυστικά και κυκλοφόρησε φήμη ότι ο Νικόλαος είχε εξισλαμισθεί. Τα έμαθαν οι αγάδες του νησιού και τον πήραν, τον ονόμασαν Μεϊμέτη (Μεχμέτ) και τον έντυσαν τούρκικα, χωρίς να του κάνουν όμως περιτομή. Για να ζήσει έβοσκε τα ζώα των χασάπηδων.

Εκεί, στα βουνά της Αγίας Υπομονής, τον συνάντησε κάποιος αρχιμανδρίτης που ονομαζόταν Κύριλλος. Συζήτησε μαζί του, είδε την απλότητά του και του έδωσε κάποιες συμβουλές. Αυτό ήταν και η αρχή της αλλαγής του Νικολάου.

Κάποια νύχτα κοιμήθηκε σ’ ένα μισογκρεμισμένο ναό της Αγίας Άννης και εκεί είδε στο όνειρό του μια ωραιότατη κόρη που του είπε: να πας στον ιερέα του ναού του Υιού μου να σε λούσει, να γίνεις καλά για να σε πάρω γαμπρό.

Σηκώθηκε και έτρεξε στην αδελφή του και της διηγήθηκε το όνειρο. Πήγαν μαζί στον ιερέα του χωριού αλλά εκείνος δεν τους έδωσε σημασία. Τότε προσέτρεξαν στον ναό του Σωτήρος, όπου εφημέρευε ο αρχιμανδρίτης Κύριλλος, ο οποίος του έκανε αγιασμό, του διάβασε τις σχετικές ευχές και ο νέος ήρθε στα συγκαλά του. Ύστερα τον κατήχησε και τον δίδαξε. Από τότε ο Νικόλαος άρχισε να ζει με μεγάλη μετάνοια, με προσευχή, αγρυπνία και αυστηρή νηστεία. Επειδή όμως είχε ακουστεί ότι είχε τουρκέψει, οι συγχωριανοί του φοβόντουσαν την οργή των Τούρκων και δεν τον δέχονταν στην εκκλησία, παρόλα τα δάκρυα και την διαμαρτυρία του.

Πράγματι κάποια μέρα έφτασαν απεσταλμένοι από τον δικαστή και τον συνέλαβαν σαν να ήταν ληστής. Μαζί του συνέλαβαν και τον ιερέα του χωριού με δύο προεστούς. Εκείνον τον οδήγησαν στον δικαστή ενώ τους άλλους απλώς τους φυλάκισαν. Ο δικαστής τον ρώτησε γιατί, ενώ προηγουμένως ήταν μουσουλμάνος, τώρα έγινε πάλι χριστιανός. Ο άγιος απάντησε: Επειδή εγώ από Χριστιανούς γεννήθηκα και Χριστιανός ανατράφηκα και είμαι Χριστιανός και τον Χριστό μου ποτέ δεν Τον αρνήθηκα ούτε έγινα μουσουλμάνος ούτε πρόκειται να Τον αρνηθώ ποτέ αλλά Χριστιανός πρόκειται να πεθάνω.

Ο δικαστής και οι δικοί του προσπαθούσαν με κολακείες και διάφορες υποσχέσεις να τον πείσουν να εξισλαμιστεί. Δεν κατάφεραν τίποτε παρά να ανάψουν τον ζήλο του. Χωρίς να φοβηθεί το πλήθος των Τούρκων, ήλεγξε την αμάθειά τους και την πλάνη τους χωρίς να μπορέσει κάποιος να αντιτάξει κάποιο αντιρρητικό λόγο. Επειδή λοιπόν εκείνοι ντροπιάστηκαν από ένα απλό και αγράμματο νεαρό Ρωμιό, άλλαξαν στάση, άρχισαν τις απειλές και τον έδειραν σκληρότατα, με πεντακόσιους ραβδισμούς στα πόδια. Στη συνέχεια τον έριξαν στη φυλακή σφίγγοντας τα καταπληγιασμένα πόδια του στο τιμωρητικό ξύλο. Σαν να μην έφταναν τα βασανιστήρια, είχε και τους συμπατριώτες του και μάλιστα τον ιερέα που τον παρακινούσαν να τουρκέψει για να απαλλαγούν από τη φυλάκιση λέγοντάς του ότι μ’ ένα Χριστιανό λιγότερο δεν κινδυνεύει η Χριστιανοσύνη.

Μετά από κάποιες ημέρες τον οδήγησαν και πάλι στο δικαστήριο. Εκεί άρχισαν πάλι τις κολακείες, τις προτάσεις για αξιώματα, πλούτη και τιμές αλλά και τις απειλές για βάσανα και θάνατο. Ο άγιος και πάλι με γενναιότητα και θάρρος τους απάντησε: Ούτε τις κολακείες σας δέχομαι ούτε τις τιμωρίες και το θάνατο φοβούμαι. Χριστιανός είμαι και από την αγάπη του Χριστού τίποτα δεν θα με χωρίσει. Όμως αν με ακούσετε εσείς πρώτα σε κάτι που θα σας ζητήσω, θα σας υπακούσω κατόπιν και εγώ.

Μη γνωρίζοντας τι θα τους ζητήσει του απάντησαν ναι, μετά χαράς. Λοιπόν τους λέει δεχθείτε εσείς πρώτα να σας βαπτίσω εγώ Χριστιανούς και κατόπιν κάντε με κι εσείς ό,τι θέλετε. Τόσο πολύ θύμωσαν ώστε επινόησαν δεινά βασανιστήρια. Έχυσαν στη φυλακή νερά, έβαλαν ύστερα κάτω μια σανίδα με καρφιά και ξάπλωσαν επάνω τον μάρτυρα και τοποθέτησαν πάνω στο στήθος και την κοιλιά του μια βαριά πλάκα. Έδεσαν τον λαιμό του με αλυσίδα και τα πόδια του πάντα στο τιμωρητικό ξύλο. Ο άγιος τα δεχόταν όλα υπομονετικά δοξάζοντας τον Θεό.

Τη νύχτα έγινε σεισμός, έπεσε η πλάκα από πάνω του και διαπιστώθηκε ότι ούτε του είχε σπάσει τα κόκαλα ούτε τα καρφιά είχαν μπηχτεί στη ράχη του. Η φυλακή δε είχε πλημμυρήσει από ευωδία. Όλοι οι φυλακισμένοι εξεπλάγησαν και φώναζαν ότι είναι άγιος ο άνθρωπος, ο δε ιερέας του ζητούσε συγγνώμη για τα βλάσφημα λόγια του.

Ύστερα απ’ όλα αυτά αποφυλάκισαν τους συγχωριανούς του αγίου, για να μη βλέπουν και διαδώσουν τα θαύματα, τον ίδιο δε τον έδεσαν χειροπόδαρα και τον έριξαν στον σταύλο των αλόγων, για να μην τον βλέπουν οι άλλοι φυλακισμένοι και επηρεάζονται αλλά και για να τον σκοτώσουν τα άλογα καταπατώντας τον. Ο άγιος όμως με τη χάρη του Θεού διαφυλάχτηκε σώος και αβλαβής, όπως και ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων. Όλες τις ημέρες στον σταύλο νήστευε, σχεδόν άσιτος και προσευχόταν.

Αντιλαμβανόμενοι οι Τούρκοι ότι δεν κατάφερναν τίποτε τον καταδίκασαν σε θάνατο. Τον οδήγησαν έξω από τα τείχη της Σούδας του κάστρου όπου τον ρώτησαν ξανά αν τουρκεύει κι εκείνος ο μακάριος εξουθενωμένος τους απάντησε όχι, μόνο με κίνηση της κεφαλής. Τότε ο δήμιος τον γονάτισε και του έδωσε μια μπηχτή μαχαιριά στην πλάτη, ύστερα τον σήκωσε και τον ρώτησε αν τουρκεύει και στην αρνητική απάντησή του τον γονάτισε δεύτερη φορά και τον έκοψε λίγο στο λαιμό. Τον σήκωσε πάλι επάνω και τον ρώτησε αν τουρκεύει, λέγοντάς του: μη στεναχωριέσαι οι πληγές σου γιατρεύονται. Ο άγιος μεγαλομάρτυρας από τον μεγάλο του πόθο να μαρτυρήσει έτρεξε και γονάτισε φωνάζοντας τρεις φορές: Παναγία, βοήθει μοι. Τότε ο δήμιος τον χτύπησε με όλη του την δύναμη, ξανά και ξανά, για να τον αποκεφαλίσει αλλά η πάντιμη κεφαλή δεν κοβόταν, οπότε πιάνοντάς τον από τα μαλλιά τον έσφαξε σαν το πρόβατο.

Τότε συνέβη ένα συγκλονιστικό φαινόμενο. Ενώ ήταν μεσημέρι, πυκνότατο σκοτάδι κάλυψε όλο το νησί, σε σημείο που ο ένας δεν έβλεπε τον άλλο ούτε τον δρόμο για να πάνε στα σπίτια τους. Στο υπόλοιπο νησί όπου οι κάτοικοι δεν γνώριζαν την αιτία έλεγαν ότι σίγουρα είναι οργή Θεού. Μέχρι και σήμερα διηγούνται για το φοβερό εκείνο σκοτάδι. Και ενώ παντού επικρατούσε σκοτάδι το πρόσωπο του αγίου μάρτυρος έλαμπε σαν τον ήλιο. Ουράνιο δε φως έλουζε τρεις νύχτες το άγιο λείψανο. Μη υποφέροντας οι Τούρκοι τα θεϊκά αυτά σημεία έλεγαν ότι ο Θεός ρίχνει φωτιά να τον κάψει και πήγαν με δαδιά και μαύριζαν το πρόσωπο του αγίου για να μη φαίνεται λαμπρό. Πολλοί Χριστιανοί δωροδοκούσαν τους φύλακες να τους δώσουν κομμάτια από τα ρούχα του ή χώμα βρεγμένο από το αίμα του ή να του κόψουν κάποιο από τα δάχτυλά του. Τα μαρτυρικά του λείψανα του στη συνέχεια έκαναν παράδοξα θαύματα, όπως αναφέρει το συναξάρι του.

Τέλος για να μην πάρουν οι Χριστιανοί το λείψανό του και το τιμήσουν το έριξαν οι ασεβείς στη θάλασσα και κανείς δεν έμαθε που έφτασε.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῆς Χίου ἀγλάϊσμα, καὶ Ἀθλητῶν μιμητῆς, ἐδείχθης Νικόλαε, ὁμολογήσας Χριστόν, τυράννων ἐνώπιον· ὅθεν τῶν σῶν αἱμάτων, οἱ κρουνοὶ Ἀθλοφόρε, δρόσος ὤφθησαν θεία, τῇ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ· ἐντεῦθεν πανευχαρίστως, μέλπει τοὺς ἄθλους σου.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Φερωνύμως γέγονας, νίκη λαοῦ Ὀρθοδόξου, ἱερὲ Νικόλαε, ὑπὲρ Χριστοῦ ἐναθλήσας· ὅθεν σοι, ἐν κατανύξει ψυχῆς βοῶμεν· Δώρησαι, ἡμῖν τὴν νίκην ταῖς σαῖς πρεσβείας, κατ’ ἐχθρῶν τῶν ὁρωμένων, καὶ ἀοράτων, τοῖς σὲ τιμῶσι πιστῶς.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις ὁ τῆς Χίου θεῖος βλαστός, καὶ Νεομαρτύρων, ἐγκαλώπισμα ἱερόν· χαίροις ὁ ἀθλήσας, ὑπὲρ Χριστοῦ νομίμως, Νικόλαε τρισμάκαρ, Μαρτύρων σύσκηνε.

Άγιος Επίμαχος ο Αιγύπτιος


Οὐ δειλὸς Ἐπίμαχος ὤφθη πρὸς ξίφος,
Ἀπροσμάχητον σύμμαχον Θεὸν φέρων.

Βιογραφία
Ο Άγιος Επίμαχος καταγόταν από την πόλη Πηλούσιο της Αιγύπτου και έζησε την εποχή που ο διοικητής της Αλεξάνδρειας Απελλιανός καταδίωκε τους Χριστιανούς.

Ο Άγιος Επίμαχος μοίρασε τα υπάρχοντα του στους φτωχούς και κατέφυγε στην έρημο, όπου έκανε άσκηση στην τελειότερη πνευματική ζωή. Αλλά όταν άρχισε ο διωγμός των Χριστιανών, αποφάσισε να πάει στην Αλεξάνδρεια, για να συμμετέχει από κοντά στη σκληρή και φλογερή πάλη.

Εκεί, κατηγορήθηκε στον διοικητή ως Χριστιανός και συνελήφθη. Ο Απελλιανός τον διέταξε να θυσιάσει στα είδωλα. Όταν ο Άγιος αρνήθηκε διέταξε να τον βασανίσουν. Συγκεκριμένα διέταξε να του σχίσουν τις σάρκες. Την ώρα που οι δήμιοι καταξέσκιζαν τις σάρκες του, ένα κομμάτι αποσπάστηκε από το δέρμα του και έσταξε αίμα στο τυφλό μάτι μίας γυναίκας, η οποία τον συμπονούσε. Τότε ευθύς η γυναίκα απόχτησε φως από το τυφλό της μάτι. Μετά από αυτό το θαύμα ο Άγιος Επίμαχος υπέκυψε στα βασανιστήρια και παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο. Το λείψανο του παρέλαβαν ευσεβείς χριστιανοί και το έθαψαν με μεγάλη ευλάβεια.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὡς γενναῖος ὁπλίτης τοῦ Σωτῆρος Ἐπίμαχε, τῷ ἐχθρῷ στερρῶς συνεπλάκης, συμμαχίᾳ τῆς πίστεως, καὶ τοῦτον ἐτροπώσω Ἀθλητά, βασάνους πολυτρόπους ὑποστάς· διὰ τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου σε κοινωνόν, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Αὐτοκλήτως ὥρμησας, πρὸς εὐσεβείας τοὺς ἄθλους, ἀκβοῶν Ἐπίμαχε, τοῖς παρανόμοις ἀνδρείως· Πάρειμι, ὑπεραθλῆσαι τῆς ἀληθείας, ξόανα, ἐκμυστηρίσαι τῆς ἀπωλείας· καὶ τμηθεὶς τὸν σὸν αὐχένα, δικαιοσύνης στέφανον εἰληφας.

Μεγαλυνάριον
Μάχην συγκροτήσας περιφανῆ, Ἐπίμαχε μάκαρ, ἐναντίον τῶν δυσμενῶν, θείᾳ δυναστείᾳ λαμπρὸν τρόπαιον ἦρας· διὸ τῶν σῶν καμάτων, δρέπεις τὰ ἔπαθλα.

Άγιοι Στάχυς, Απελλής, Αμπλίας, Ουρβανός, Νάρκισσος και Αριστόβουλος οι Απόστολοι από τους Εβδομήκοντα


Eις τον Στάχυν.
Στάχυς δρεπάνῳ τῆς τελετῆς, ὡς στάχυς,
Ἐκ τοῦ παρόντος ἐκθερίζεται βίου.

Eις τον Aπελλήν, Aμπλίαν, Oυρβανόν και Nάρκισσον.
Ἡ τετράχορδος τῶν Ἀποστόλων λύρα,
Σιγᾷ στερήσει πνευμάτων ὡς κολλάβων.

Eις τον Aριστόβουλον.
Ψυχάς, Ἀριστόβουλος, ἀγρεύσας λόγῳ,
Xριστῷ πρόσεισι, μισθὸν αἰτῶν τῆς ἄγρας.

Πρώτῃ ἐν τριακοστῇ Ἀπόστολοι ἓξ τέλος εὗρον.

Βιογραφία
Οι Άγιοι Στάχυς, Απελλής, Αμπλίας, Ουρβανός, Νάρκισσος και Αριστόβουλος άνηκαν στους εβδομήκοντα Αποστόλους του Κυρίου και όλοι τους υπήρξαν «Χριστοῦ εὐωδία τῷ Θεῷ ἐν τοῖς σωζομένοις» (Β' προς Κορινθίους, Β' 15). Δηλαδή ευωδιά Χριστού, ευχάριστη στο Θεό, και ευωδία μεταξύ των σωζόμενων πυύ άκουγαν απ' αυτούς το σωτήριο μήνυμα του Ευαγγελίου.

Ο Άγιος Στάχυς έγινε πρώτος επίσκοπος Βυζαντίου, και αφού διάνυσε 16 χρόνια στο αποστολικό κήρυγμα, ειρηνικά αναπαύθηκε εν Κυρίω.

Ο Άγιος Απελλής έγινε επίσκοπος Ηράκλειας και πολλούς έφερε στη χριστιανική πίστη.

Ο Άγιος Αμπλίας έγινε επίσκοπος Οδυσσουπόλεως και ο Ουρβανός, επίσκοπος Μακεδονίας. Επειδή και οι δύο γκρέμιζαν τα είδωλα, θανατώθηκαν μαρτυρικά.

Ο Άγιος Νάρκισσος χειροτονήθηκε επίσκοπος Αθηνών. Η αλήθεια, όμως, του Ευαγγελίου, την οποία δίδασκε με ζήλο, εξήγειρε τους ειδωλολάτρες, με αποτέλεσμα να τον βασανίσουν και να παραδώσει την ψυχή του μαρτυρικά.

Ο Άγιος Αριστόβουλος, και αυτός υπήρξε επίσκοπος και πέθανε ειρηνικά, κηρύττοντας μέχρι τέλους της ζωής του το Χριστό. (Για τον Άγιο Αριστόβουλο βλέπε σχετικά και την 15η Μαρτίου).

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὴν κιθάραν τοῦ Πνεύματος τὴν ἑξάχορδον, τὴν μελῳδήσασαν κόσμῳ τὰς ὑπὲρ νοῦν δωρεάς, ὡς ἐκφάντορας Χριστοῦ ἀνευφημήσωμεν, Στάχυν Ἀμπλίαν Ἀπελλῆν σὺν Ναρκίσσῳ Οὐρβανόν, καὶ Ἀριστόβουλον ἅμα· ὡς γὰρ Ἀπόστολοι θεῖοι, χάριν αἰτοῦνται ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. 
Ἀπόστολοι Ἅγιοι, πρεσβεύσατε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν. 

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἱερὰ κειμήλια, τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καὶ τοῦ Ἡλίου τῆς δόξης αὐγάσματα, χρεωστικῶς ὑμνήσωμεν, τοὺς σοφοὺς Ἀποστόλους, Ἀπελλῆν Οὐρβανόν τε καὶ Ἀριστόβουλον, Ἀμπλίαν Νάρκισσον καὶ Στάχυν, οὓς ἡ χάρις συνήγαγε τοῦ Θεοῦ ἡμῶν.

Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τοῖς τῶv αἱμάτων σου.
Εἰς τὰ τοῦ κόσμου δραμόντες πληρώματα, θεογνωσίας τὸν λόγον ἐσπείρατε, καὶ στάχυν πολύχουν δρεψάμενοι, Βασιλεῖ τῶν ἁπάντων προσήξατε, Ἀπόστολοι Χριστοῦ παναοίδιμοι.

Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Εἰς ἅπασαν τὴν γῆν, ὁ σοφὸς ὑμῶν φθόγγος, ἐξῆλθεν ἀληθῶς, τοῦ Κυρίου αὐτόπται, Ἀπόστολοι ἔνδοξοι, Οὐρβανὲ σὺν Ἀμπλίᾳ τε, Ἀριστόβουλε, καὶ Ἀπελλῆ σὺν Ναρκίσσῳ, μετὰ Στάχυος, ὑπὲρ ὑμῶν τὸν Σωτῆρα, ἀπαύστως πρεσβεύσατε.

Ὁ Οἶκος
Τῶν Ἀποστόλων τὴν μνήμην πάντες, ὡς σωτηρίας ἡμέραν εὐφημήσωμεν νῦν, καὶ εὐσεβῶς μακαρίσωμεν. Αὕτη γὰρ πάσῃ τῇ οἰκουμένῃ ὥς περ ἥλιος λάμπει, φωτὸς ἀκτῖσι πᾶσαν ἀχλὺν ἐκδιώκουσα, καὶ καταλάμπουσα τοὺς πόθῳ ταύτην ἐκτελοῦντας, καὶ πίστει γεραίροντας· διὸ προθύμως συνδράμωμεν, ἀνυμνοῦντες αὐτοὺς καὶ κραυγάζοντες· Ἐκ τῶν κινδύνων ῥύσασθε ἡμᾶς, Ἀπόστολοι Κυρίου παναοίδιμοι.

Μεγαλυνάριον
Δῆμος Ἀποστόλων θεοφεγγής, Νάρκισσος Ἀμπλίας, Ἀριστόβουλος Οὐρβανός, Ἀπελλῆς καὶ Στάχυς, ἀνέτειλαν ὡς ἄστρα· δεῦτε οὖν καὶ θαλφθῶμεν, τούτων τῇ χάριτι.


ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


"Οι άγιοι Πατέρες λένε ότι μόνη η ταπείνωση μπορεί να σώσει τον άνθρωπο και μόνη η υπερηφάνεια αρκεί για να τον καταποντίσει στα έσχατα βάθη του άδη. Με την ταπείνωση παρέχεται η άφεση όλων των αμαρτιών, η θεραπεία από όλα τα πάθη. Χωρίς ταπείνωση όλες οι άλλες αρετές χάνουν τη δύναμή τους, την αξία και την ποιότητά τους, δεν μπορούν να επιτύχουν τον σκοπό τους, το αιώνιο αντίκρυσμά τους".

Αρχιμ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2013

Πως πρέπει να προσέχει τον εαυτό του όποιος ζει μέσα στον κόσμο


Ψυχή όλων των ασκήσεων, που γίνονται για τον Κύριο, είναι η προσοχή. Δίχως προσοχή, όλες αυτές οι ασκήσεις είναι άκαρπες, νεκρές. Όποιος ποθεί τη σωτηρία του, πρέπει να μάθει να προσέχει άγρυπνα τον εαυτό του, είτε ζει στη μόνωση είτε ζει μέσα στον περισπασμό, οπότε καμιά φορά, και χωρίς να το θέλει, παρασύρεται από τις συνθήκες. 

Αν ο φόβος του Θεού γίνει το ισχυρότερο απ' όλα τ' άλλα αισθήματα της καρδιάς, τότε πιο εύκολα θα προσέχουμε τον εαυτό μας, τόσο στην ησυχία του κελιού μας όσο και μέσα στο θόρυβο που μας κυκλώνει από παντού. 

Στη διατήρηση της προσοχής πολύ συμβάλλει η συνετή μετρίαση της τροφής, που μειώνει τη θέρμη του αίματος. Η αύξηση αυτής της θέρμης από τα πολλά φαγητά, από την έντονη σωματική δραστηριότητα, από το ξέσπασμα της οργής, από το μεθύσι της κενοδοξίας και από άλλες αιτίες προκαλεί πολλούς λογισμούς και φαντασιώσεις, δηλαδή τον σκορπισμό του νου. Γι' αυτό οι άγιοι πατέρες σ' εκείνον που θέλει να προσέχει τον εαυτό του συστήνουν πριν απ' όλα τη μετρημένη, διακριτική και διαρκή εγκράτεια από τις τροφές. 

Όταν σηκώνεσαι από τον ύπνο -πρόκειται για μια προεικόνιση της αναστάσεως των νεκρών, που περιμένει όλους τους ανθρώπους- να κατευθύνεις τις σκέψεις σου στο Θεό. Να προσφέρεις σαν θυσία σ' Εκείνον τους πρώτους καρπούς της λειτουργίας του νου σου, όταν αυτός δεν έχει ακόμα προσλάβει καμιά μάταιη εντύπωση. 

Αφού ικανοποιήσεις όλες τις ανάγκες του σώματος, όπως κάθε άνθρωπος που σηκώνεται από τον ύπνο, διάβασε με ησυχία και αυτοσυγκέντρωση τον συνηθισμένο προσευχητικό σου κανόνα. Φρόντισε όχι τόσο για την ποσότητα όσο για την ποιότητα της προσευχής. Αυτό σημαίνει να προσεύχεσαι με απόλυτη προσοχή. Έτσι θα φωτιστεί και θα ζωογονηθεί η καρδιά από την κατάνυξη και τη θεία παρηγοριά. 

Μετά τον κανόνα της προσευχής, προσπαθώντας πάλι με όλες σου τις δυνάμεις για τη διατήρηση της προσοχής, να διαβάζεις την Καινή Διαθήκη, κυρίως το Ευαγγέλιο. Διαβάζοντας, να σημειώνεις με επιμέλεια τις παραγγελίες και τις εντολές του Χριστού, για να κατευθύνεις σύμφωνα μ' αυτές όλες σου τις πράξεις της ημέρας, φανερές και κρυφές. 

Η ποσότητα της μελέτης εξαρτάται από τις δυνάμεις σου και από τις περιστάσεις. Δεν πρέπει να βαραίνεις το νου σου με υπέρμετρη ανάγνωση προσευχών ή της Γραφής. Δεν πρέπει, επίσης, να παραμελείς τις υποχρεώσεις σου για να προσευχηθείς ή να μελετήσεις περισσότερο. Όπως η άμετρη χρήση υλικής τροφής προκαλεί διαταραχές στο στομάχι και το εξασθενίζει, έτσι και η άμετρη χρήση πνευματικής τροφής εξασθενίζει το νου, του προκαλεί αποστροφή προς τις ευσεβείς ασκήσεις και του φέρνει αθυμία. 

Στον αρχάριο οι άγιοι πατέρες συστήνουν να προσεύχεται συχνά αλλά σύντομα. Όταν ο νους ωριμάσει πνευματικά και δυναμώσει, τότε θα μπορεί να προσεύχεται αδιάλειπτα. Σε τέτοιους χριστιανούς, που έχουν γίνει ώριμοι, φτάνοντας στα μέτρα της τελειότητας του Χριστού, αναφέρονται τα λόγια του αποστόλου Παύλου: «Επιθυμώ να προσεύχονται οι άνδρες σε κάθε τόπο και να σηκώνουν στον ουρανό χέρια καθαρά (από κάθε μολυσμό), δίχως οργή και λογισμούς», δηλαδή δίχως εμπάθεια, περισπασμό ή μετεωρισμό. Γιατί αυτό που είναι φυσικό για έναν άνδρα, δεν είναι ακόμα φυσικό για ένα νήπιο. 

Αφού, λοιπόν, ο άνθρωπος φωτιστεί από τον Ήλιο της δικαιοσύνης, τον Κύριο Ιησού Χριστό, μέσω της προσευχής και της μελέτης, μπορεί να επιδοθεί στις καθημερινές του ασχολίες, προσέχοντας ώστε σ' όλα τα έργα και τα λόγια του, σ' όλη την ύπαρξή του να κυριαρχεί και να ενεργεί το πανάγιο θέλημα του Θεού, όπως αυτό αποκαλύφθηκε και εξηγήθηκε στους ανθρώπους με τις ευαγγελικές εντολές. 

Αν στη διάρκεια της ημέρας υπάρχουν ελεύθερες στιγμές, χρησιμοποίησε τες για να διαβάσεις με προσοχή μερικές επιλεγμένες προσευχές ή περικοπές της Αγίας Γραφής, ενισχύοντας έτσι τις ψυχικές σου δυνάμεις, που έχουν εξασθενήσει από τις διάφορες δραστηριότητες μέσα στον πρόσκαιρο κόσμο. Αν τέτοιες χρυσές στιγμές δεν υπάρχουν, να λυπάσαι γι' αυτό, όπως αν είχες χάσει θησαυρό. Ό,τι χάθηκε σήμερα δεν πρέπει να χαθεί και αύριο, γιατί η καρδιά μας εύκολα παραδίνεται στη ραθυμία και τη λήθη. Απ' αυτές, πάλι, γεννιέται η σκοτεινή άγνοια, που καταστρέφει το έργο του Θεού, το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου. 

Αν συμβεί να πεις ή να κάνεις κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τις εντολές του Θεού, τότε χωρίς καθυστέρηση διόρθωσε το σφάλμα σου με την ειλικρινή μετάνοια. Με τη μετάνοια να επιστρέφεις πάντα στο δρόμο του Θεού, όταν ξεφεύγεις απ' αυτόν, καταφρονώντας το θείο θέλημα Μη μένεις για πολύ έξω από το δρόμο του Θεού! Στις αμαρτωλές σκέψεις και φαντασιώσεις και στα εμπαθή αισθήματα να αντιπαραθέτεις με πίστη και ταπείνωση τις ευαγγελικές εντολές, λέγοντας μαζί με τον άγιο πατριάρχη Ιωσήφ: «Πώς μπορώ να κάνω αυτό το κακό και ν' αμαρτήσω μπροστά στο Θεό;». 

Όποιος προσέχει τον εαυτό του πρέπει ν' απαρνηθεί γενικά κάθε φαντασίωση, όσο ελκυστική και εύσχημη κι αν φαίνεται αυτή. Κάθε φαντασίωση είναι περιπλάνηση του νου όχι στην περιοχή της αλήθειας αλλά στη χώρα των φαντασμάτων, που δεν υπάρχουν ούτε πρόκειται να υπάρξουν και που πλανούν το νου, εμπαίζοντας τον. Συνέπειες των φαντασιώσεων είναι η απώλεια της προσοχής, ο σκορπισμός του νου και η σκληρότητα της καρδιάς την ώρα της προσευχής. Έτσι αρχίζει η διαταραχή της ψυχής. 

Το βράδυ, όταν πηγαίνεις για ύπνο -που, μετά την εγρήγορση της ημέρας και σε σύγκριση μ' αυτήν, προεικονίζει τον θάνατο- να εξετάζεις τις πράξεις που έκανες όσο ήσουνα ξύπνιος. Ένας τέτοιος αυτοέλεγχος δεν είναι δύσκολος για τον άνθρωπο που ζει προσεκτικά. Γιατί η προσοχή εξαφανίζει τη λήθη, που είναι φαινόμενο τόσο συνηθισμένο σ' όποιον έχει περισπασμούς. Έτσι, λοιπόν, αφού θυμηθείς όλες τις αμαρτίες που έκανες στη διάρκεια της ημέρας, είτε με πράξεις είτε με λόγια είτε με σκέψεις, εγκάρδια πρόσφερε γι' αυτές τη μετάνοιά σου στο Θεό, έχοντας τη διάθεση της διορθώσεως. Μετά διάβασε τον κανόνα της προσευχής σου. Τέλος, κλείσε την ημέρα σου όπως την άρχισες, δηλαδή με θεϊκούς λογισμούς. 

Την ώρα που κοιμάται ο άνθρωπος, πού πάνε όλες οι σκέψεις και τα αισθήματα του; Τι μυστική κατάσταση είναι αυτή του ύπνου, κατά την οποία τόσο η ψυχή όσο και το σώμα ζουν και συνάμα δεν ζουν, αποξενωμένα καθώς είναι από την αίσθηση της ζωής, σαν νεκρά; Ακατανόητος είναι ο ύπνος, όπως και ο θάνατος. Όπως στην αιώνια ανάπαυση, έτσι και στην πρόσκαιρη του ύπνου η ψυχή ξεχνάει ακόμα και τις πιο μεγάλες πίκρες, ακόμα και τις πιο φοβερές επίγειες συμφορές. 

Και το σώμα; ...;. Αφού σηκώνεται από τον ύπνο, οπωσδήποτε θα αναστηθεί και από τους νεκρούς. 

Ο μεγάλος αββάς Αγάθων είπε: «Είναι αδύνατο να προκόψουμε στην αρετή, αν δεν προσέχουμε άγρυπνα τον εαυτό μας». Αμήν. 

  Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ