Σελίδες

Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

ΕΟΡΤΗ ΑΝΑΚΟΜΙΔΗΣ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ - ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2004 (ΦΩΤΟ)

       Η εορτή της Ανακομιδής των ι. λειψάνων του Αγίου Γεωργίου τον Νοέμβριο του 2004. Λειτουργεί ο  Μητροπολίτης Ρεθύμνης Άνθιμος.














Ο Χριστός βρίσκεται μέσα μου πάντα!


Όταν κοινωνώ τους ανθρώπους, διηγιόταν χαρακτηριστικά άλλοτε ο μακαριστός γέροντας Ιάκωβος, ποτέ δεν κοιτάζω τα πρόσωπά τους.
 Μερικές φορές όμως μου λέει ο λογισμός να τα κοιτάξω.
 Τότε βλέπω μερικά πρόσωπα να έχουν μορφή σκύλου, πιθήκου ή άλλων ζώων.
Είναι φοβερή η μορφή τους. Βλέπω όμως και μερικά ήρεμα και ιλαρά που μετά τη θεία μετάληψη λάμπουν σαν τον ήλιο.
 Μία φορά του είπε κάποιος συλλειτουργός του: Μ’ έκαψε η θεία Κοινωνία!…
 Εγώ, απάντησε ο γέροντας, δεν αισθάνθηκα να με καίει.
 Αντίθετα, ζούσε τόσο έντονα τη μέθεξη του δεσποτικού Σώματος, ώστε ανακαινιζόταν ψυχικά και σωματικά.
 Σήμερα που κοινώνησες, είπε σ’ ένα πνευματικό του παιδί, βλέπεις πώς αισθάνεσαι; Εγώ αισθάνομαι έτσι πάντοτε. Ο Χριστός βρίσκεται μέσα μου πάντα.

πηγή: Απόψεις για τη Μονή Βατοπαιδίου (και όχι μόνο)

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΠΟΡΕΙΤΟΥ: Ο ταπεινός και καθαρός άνθρωπος διακρίνει τον Άγγελο του Θεού από τον δαίμονα.



   Όποιος δεν έχει νιώσει την ανώτερη χαρά, την παραδεισένια, δεν έχει δηλαδή πνευματικές εμπειρίες, εύκολα μπορεί να πλανηθή, αν δεν προσέξη. Ο διάβολος είναι πονηρός. Ερεθίζει λίγο την καρδιά του ανθρώπου και τον κάνει να αισθάνεται μια ευχαρίστηση, οπότε τον πλανάει, δίνοντάς του την εντύπωση ότι η ευχαρίστηση αυτή είναι πνευματική, θεία. Κλέβει την καρδιά και νομίζει ο άνθρωπος πως πάει καλά. «Δεν ένιωσα, ταραχή», λέει. Ναι, αλλά αυτό που ένιωσες δεν είναι η πραγματική, η πνευματική χαρά. Η πνευματική χαρά είναι κάτι το ουράνιο.

     Ο διάβολος μπορεί να παρουσιασθή και σαν άγγελος ή σαν άγιος. Ο καμουφλαρισμένος δαίμονας σε άγγελο ή σε άγιο σκορπάει ταραχή – αυτό που έχει -, ενώ ο πραγματικός Άγγελος ή Άγιος σκορπάει πάντα χαρά παραδεισένια και αγαλλίαση ουράνια.

     Ο ταπεινός και καθαρός άνθρωπος, ακόμη και άπειρος να είναι, διακρίνει τον Άγγελο του Θεού από τον δαίμονα που παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, γιατί έχει πνευματική καθαρότητα και συγγενεύει με τον Άγγελο. Ενώ ο εγωιστής και σαρκικός πλανιέται εύκολα από τον πονηρό διάβολο. Όταν ο διάβολος παρουσιάζεται σαν άγγελος φωτός, αν ο άνθρωπος βάλη έναν ταπεινό λογισμό, εξαφανίζεται…

ΛΟΓΟΙ Γ’
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
“ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ”
ΣΟΥΡΩΤΗ

Χωρίς το Θεό όλα είναι απελπισία… (Άγιος Νικόλαος Επίσκοπος Αχρίδος ο Βελιμίροβιτς)



Η σφραγίδα της απελπισίας είναι η αυτοκτονία. Αναρωτιέστε, γιατί υπάρχει τόση απελπισία και γιατί υπάρχουν τόσοι απελπισμένοι στην εποχή μας; Από το άδειασμα του μυαλού και την ερημιά της καρδιάς. Ο νους δε σκέφτεται το Θεό και η καρδιά δεν αγαπάει το Θεό. Όλος ο κόσμος δεν μπορεί να γεμίσει το ανθρώπινο μυαλό,αυτό μπορεί μόνο ο Θεός να το κάνει. Χωρίς το Θεό ο νους είναι πάντα άδειος και όλες οι γνώσεις που μπαίνουν στο μυαλό πέφτουν στην άβυσσο. Η αγάπη όλου του κόσμου δεν μπορεί να γεμίσει την καρδιά του ανθρώπου, επειδή η καρδιά νιώθει πως η κοσμική αγάπη αλλάζει και είναι σαν την παλίρροια και την άμπωτη της θάλασσας. Αδερφοί μου, και το μυαλό και η καρδιά μας ανήκουν στο Θεό και μόνο ο Θεός μπορεί να τα γεμίσει με τη δύναμή Του: Να το γεμίσει με τη δική Του χαρούμενη σοφία, με την πίστη και την αγάπη.

—Χωρίς το Θεό όλα είναι αμάθεια.
—Χωρίς το Θεό όλα είναι στεναχώρια.
—Χωρίς το Θεό όλα είναι απελπισία…

Πηγή: www.diakonima.gr

Άγιος Ερμείας



Εορτάζει στις 31 Μαΐου.

Βιογραφία

Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου. Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.

Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 – 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του. Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα. Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα. Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».

Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ´

Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστῷ στρατευσάμενος, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, γενναίως διέκοψας, τὰς παρατάξεις ἐχθρῶν. Ἑρμεία πανένδοξε· σὺ γὰρ ἐγκαρτερήσας, πολυτρόποις αἰκίαις, ἤθλησας ἐν τῷ γήρᾳ, ὡς τοῦ Λόγου ὁπλίτης· ὧ πρέσβευε Ἀθλοφόρε, σώζεσθαι ἅπαντας.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Τοῦ Χριστοῦ τὸ ὄνομα, ὁμολογήσας εὐτόνως, καὶ σφοδρῶν κολάσεων, ὑπενεγκὼν τὰς ὀδύνας, ᾔσχυνας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας· ἔδειξας, τῆς εὐσεβείας πᾶσι τὸ κράτος· διὰ τοῦτό σε Ἑρμεία, ὁ Ἀθλοθέτης Λόγος ἐδόξασε.

Μεγαλυνάριον

Ὄπλοις ἀληθείας περιφραχθείς, κάθεῖλες τοῦ ψεύδους, Ἀθλοφόρε τὸν εὑρετήν, ἐν γήρᾳ νεάζον, ψυχῆς φρόνημα φέρων, καὶ ἤθλησας νομίμως, Ἑρμεία ἔνδοξε.

Βάπτεις σεαυτὸν κογχύλῃ σῶν αἱμάτων,
Ἑρμεία, τμηθεὶς· ὢ βαφῆς ἀνεκπλύτου!
Ἑρμείαν τριακοστῇ ἄορ κατέκτανε πρώτῃ.


 Πηγή:saint.gr

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


 Για τις θλίψεις της ζωής μας.

 Ο καλός Θεός συνδέει πάντα τις θλίψεις με τις παρηγοριές.
 Βρίσκει η θλίψη κάθε δίκαιο και ευσεβή εξ αιτίας των προβλημάτων της ζωής. Γιατί εκείνος που αποφεύγει την πλατιά και ευρύχωρη οδό και βαδίζει τη στενή και γεμάτη δυσκολίες, περνάει συχνά δοκιμασίες.
 Ας μην λιποψυχούμε για τις θλίψεις κι ας μην γίνουμε πονηροί δούλοι, που δοξολογούν τον Κύριό τους, όταν τους ευεργετεί, αλλά δεν Τον πλησιάζουν, όταν τους τιμωρεί, μολονότι πολλές φορές ο πόνος είναι καλύτερος απ’ την υγεία, η υπομονή στις θλίψεις απ’ την έλλειψη των θλίψεων.
 Η θλίψη η δική μου είναι φάρμακο σωτηρίας. Όσο περισσότερο υποφέρω, τόσο περισσότερο πλησιάζω τον Θεό. Η συμφορά με δένει περισσότερο με τον Θεό.
  Υπόμεινε τις θλίψεις, γιατί μέσα σ’ αυτές φυτρώνουν οι αρετές 

(Όσιος Νείλος ο Ασκητής).

Πέμπτη 30 Μαΐου 2013

Συμβουλές πνευματικές γιά θάρρος καί προσευχή


Ἅγιος Θεοφάνης ὁ Ἔγκλειστος

  Ἔχεις ἀκόμη ἀνησυχίες. Πές μου, ἀπὸ ποῦ θὰ μποροῦσαν νὰ προέρχονται; Ὅλα τὰ ἐξωτερικὰ πᾶνε καλά. Ὅλα τὰ ἐσωτερικὰ τὰ ἔχεις ἐπανεξετάσει καὶ τακτοποιήσει. Τὴν ἀπόφασή σου τὴν ἔχεις πάρει. Ἀπὸ ποῦ, λοιπόν, προέρχονται αὐτὲς οἱ ἀνησυχίες; Ὅλες εἶναι ἀπὸ τὸν ἐχθρό. Ὅλες. Ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ.

 Τί ἄλλο θὰ μποροῦσε νὰ συμβαίνει; Μήπως σκέφτεσαι νὰ φτιάξεις τὴ ζωή σου μόνη σου, μὲ τὶς δικές σου ἱκανότητες καὶ προσπάθειες; Ἂν πραγματικὰ αὐτὸ σκέφτεσαι, σὲ συμβουλεύω ν' ἀλλάξεις ἀμέσως γνώμη, ἀλλιῶς δὲν θ' ἀπαλλαγεῖς ἀπό τὴ σύγχυση καὶ τὴν ταραχή.

 Ἐξέτασε πάλι τὸν ἑαυτό σου ἤ θυμήσου ὅ,τι σοῦ ἔχω ὑποδείξει καὶ ὅ,τι ἔχει συμβεῖ μέσα σου σ' ὅλη τη διάρκεια τῆς ἀλληλογραφίας μας. Θυμήσου, ἐπίσης, ποιὰ ἦταν ἡ ἔκβαση τῶν προβληματισμῶν σου γιὰ τὴ ζωή. Τέλος, δῶσε στὴν αὐτοεξέτασή σου τέτοια κατεύθυνση, ὥστε νὰ καταλήξει σὲ μιά σταθερὴ ἀπόφαση ἀμετάκλητης ἐναποθέσεως τοῦ μέλλοντός σου στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ. 

 Ἀφοῦ, λοιπόν, πάρεις αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, προσευχήσου στὸν Κύριο ὁλόθερμα. "Τὸ μέλλον μου", πές Του, "τὸ ἀφήνω μὲ ἐμπιστοσύνη στὰ χέρια Σου. "Ὅπως ξέρεις καὶ ὅπως θέλεις, Κύριε, κατεύθυνε τὴ ζωή μου, μ' ὅλα τὰ ἀπρόοπτα καὶ μ' ὅλες τὶς δυσκολίες της. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς δὲν θὰ μεριμνῶ καὶ δὲν θ' ἀνησυχῶ πιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό μου. Μιὰ φροντίδα μόνο θὰ ἔχω, νὰ κάνω πάντα ὅ,τι εἶναι εὐάρεστο σ' Ἐσένα". 

 Ἔτσι νὰ Τοῦ μιλήσεις, ἀλλά καὶ ἔμπρακτα νὰ Τοῦ ἀποδείξεις ὅτι ἔχεις ὁλοκληρωτικὰ ἀφεθεῖ στὰ χέρια Του, ὅτι δὲν ἀνησυχεῖς γιὰ τίποτα, ὅτι ἀποδέχεσαι ἤρεμα καὶ ἀγόγγυστα ὁποιαδήποτε κατάσταση, εὐχάριστη ἡ δυσάρεστη, μὲ τὴν πεποίθηση ὅτι ἔχει παραχωρηθεῖ ἀπό τὴ θεία πρόνοια. Μοναδική σου μέριμνα ἂς εἶναι ἡ ἀκριβὴς τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ θεοῦ σὲ κάθε περίσταση.

 Ὕστερ' ἀπὸ μιά τέτοια ἐσωτερικὴ τοποθέτηση, ὅλες οἱ ἀνησυχίες σου θὰ ἐξανεμιστοῦν. Ἀνησυχεῖς γιὰ τὸν ἑαυτό σου τώρα, καθὼς θέλεις ὅλες οἱ περιστάσεις νὰ συντείνουν στὴν ἐκπλήρωση τοῦ δικοῦ σου σκοποῦ. Καὶ ἐπειδή, φυσικά, ὅλα δὲν γίνονται σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά σου, ταράζεσαι καὶ στενοχωριέσαι - "Αὐτὸ δὲν ἔγινε ἔτσι, ἐκεῖνο δὲν ἔγινε ἀλλιῶς". Ἄν, ὅμως, ἀναθέσεις τὰ πάντα στὸν Κύριο μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ δεχθεῖς πὼς ὅ,τι συμβαίνει προέρχεται ἀπ' Αὐτὸν γιὰ τὸ καλό σου, τότε δὲν θ' ἀνησυχεῖς πιά καθόλου. Θὰ κοιτᾶς μόνο γύρω σου, γιὰ νὰ δεῖς τί σοῦ στέλνει ὁ Θεός, καὶ θα ἐνεργεῖς σύμφωνα μ' αὐτὸ ποὺ στέλνει. 

 Κάθε κατάσταση μπορεῖ νὰ ὑπαχθεῖ σὲ κάποια θεία ἐντολή. Νὰ ἐνεργεῖς, λοιπόν, σύμφωνα μὲ τὴ σχετικὴ ἐντολή, ἐπιδιώκοντας τὴν εὐαρέστηση τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὴν ἱκανοποίηση τῶν δικῶν σου ἐπιθυμιῶν. Προσπάθησε νὰ καταλάβεις τί λέω καὶ ἀποφάσισε νὰ τὸ ἐφαρμόσεις. Δὲν θὰ τὸ κατορθώσεις, βέβαια, ἀπό τή μιά στιγμὴ στὴν ἄλλη. Χρειάζεται ἀγώνας γι' αὐτό, ἀλλά καὶ προσευχή.

 Ζητῶ ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ σὲ λυτρώσει ἀπὸ τὴν κατάθλιψη, ποὺ θεωρεῖς ἀφόρητη, ἀλλά μόνο ἂν αὐτὸ εἶναι σύμφωνο μὲ τὸ ἅγιο θέλημά Του καὶ ἀπαραίτητο γιὰ τὴ σωτηρία σου. Θὰ σὲ λυτρώσει, δίχως ἄλλο, στὴν ὥρα ποὺ πρέπει. Ὁπλίσου μὲ πίστη καὶ ὑπομονή. Βλέπουμε πόσο γρήγορα μεταβάλλονται οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς μας. Ὅλα ἀλλάζουν ἀκατάπαυστα. Ἔτσι θ' ἀλλάξει καὶ ἡ ψυχική σου κατάσταση. Θὰ ἔρθει μία μέρα πού, ἀπαλλαγμένη πιὰ ἀπὸ τὸ πλάκωμα, θ' ἀναπνέεις ἐλεύθερα καὶ θὰ φτεροκοπᾶς ὅπως ἡ πεταλούδα πάνω ἀπὸ τὰ λουλούδια. Πρέπει μόνο νὰ σηκώσεις μὲ ὑπομονὴ τὴν τωρινὴ δυσκολία γιὰ ὅσον καιρὸ παραχωρήσει ὁ Θεός.

 Ὅταν ἡ νοικοκυρὰ βάλει μιά πίτα στὸ φοῦρνο, δὲν τὴ βγάζει ὥσπου νὰ βεβαιωθεῖ πὼς εἶναι ψημένη. Ὁ Νοικοκύρης τοῦ σύμπαντος σ' ἔχει βάλει μέσα σ' ἕνα φοῦρνο καὶ σὲ κρατάει ἐκεῖ ὥσπου νὰ ψηθεῖς. Κάνε ὑπομονή, λοιπόν, καὶ περίμενε. Δὲν θὰ μείνεις στὸ φοῦρνο οὒτ' ἕνα λεπτὸ περισσότερο ἀπ' ὅσο χρειάζεται. Μόλις εἶσαι ἕτοιμη, θὰ σὲ βγάλει ὁ Κύριος ἔξω. Ἄν, ὅμως, μόνη σου πεταχτεῖς ἔξω, θὰ εἶσαι σὰν τὴ μισοψημένη πίτα.

 Πρέπει ἐπίσης νὰ σοῦ πῶ, ὅτι, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη μας, ὅποιος ὑπομένει ἀγόγγυστα τὶς δυσκολίες, πιστεύοντας ὅτι τὶς παραχωρεῖ ὁ Θεὸς γιὰ τὸ καλό του, εἶναι ἰσότιμος μὲ τοὺς μάρτυρες. Αὐτὸ νὰ τὸ θυμᾶσαι πάντα, γιὰ νὰ παρηγοριέσαι.

 Εἶναι ἀδύνατο νὰ ζήσεις χωρὶς συναισθήματα καὶ συγκινήσεις, ἀλλά δὲν εἶναι σωστὸ νὰ ὑποκύπτεις σ' αὐτά. Πρέπει νὰ τὰ συγκρατεῖς μὲ τὴ λογικὴ καὶ νὰ τοὺς δίνεις τὴ σωστὴ κατεύθυνση. Εἶσαι εὐαίσθητη καὶ εὐσυγκίνητη. Ἡ καρδιά σου ξεχειλίζει καὶ χύνεται μέσα στὸ κεφάλι σου. 

 Προσπάθησε ν' ἀποκτήσεις αὐτοκυριαρχία. Σοῦ ἔχω γράψει ἤδη τί νὰ κάνεις: Νὰ σκέφτεσαι προκαταβολικὰ ποῦ βρίσκεται τὸ πιθανὸ ἐρέθισμα γιὰ κάθε συναίσθημα. Καί, ὅταν τὸ ἐντοπίζεις, νὰ εἶσαι σὲ ἐπιφυλακή, γιὰ ν' ἀντιλαμβάνεσαι ὁποιαδήποτε συναισθηματικὴ ταραχὴ τῆς καρδιᾶς, ἤ νὰ κρατᾶς τὴν καρδιά σου κάτω ἀπὸ τὸν σταθερὸ ἔλεγχο τοῦ νοῦ. Χρειάζεται ν' ἀσκηθεῖς σ' αὐτό. Μὲ τὴν ἐξάσκηση εἶναι δυνατὸ ν' ἀποκτήσεις πλήρη αὐτοκυριαρχία.

 Ὅλα πάντως προέρχονται ἀπὸ τὸν Θεό. Γι' αὐτὸ ἂς στρεφόμαστε σ' Ἐκεῖνον μὲ τὴν προσευχή. Καὶ ὅμως, γράφεις ὅτι δὲν προσεύχεσαι. Τί εἶναι τοῦτο πάλι; Μήπως ἔγινες ἄθεη; Τί πάει νὰ πεῖ δὲν προσεύχεσαι; Μπορεῖ νὰ μὴ λὲς τὶς τυπικὲς προσευχές, ἀλλά ν' ἀπευθύνεσαι στὸν Θεὸ μὲ δικά σου λόγια καὶ νὰ Τοῦ ζητᾶς βοήθεια. "Κοίτα, Κύριε, τί συμβαίνει μ' ἐμένα. Ἐτοῦτο κι ἐκεῖνο... Δὲν μπορῶ νὰ τὰ βγάλω πέρα μόνη μου. Βοήθησέ με, πολυεύσπλαχνε!". Νὰ Τοῦ μιλᾶς γιὰ κάθε σου ἀνάγκη, ἀκόμα καὶ τὴν πιὸ μικρή, καὶ νὰ Τὸν παρακαλᾶς γιὰ διαρκή ἐνίσχυση. Αὐτὴ ἡ προσευχὴ εἶναι ἡ πιὸ γνήσια.

 Γιατί ἀκοῦς ἐκεῖνον πού σὲ ἀποτρέπει ἀπὸ τὴν προσευχή; Δὲν καταλαβαίνεις ὅτι κι αὐτὸ εἶναι δουλειὰ τοῦ ἐχθροῦ; Ναί, ἀναμφίβολα εἶναι. Ψιθυρίζει στὸ αὐτί σου: "Μὴν προσεύχεσαι!". Καὶ μερικὲς φορές, ἀφοῦ κυριαρχήσει σ' ὁλόκληρο τὸ σῶμα σου, σὲ ρίχνει στὸ κρεβάτι καὶ σὲ ἀποκοιμίζει. Δικά του τεχνάσματα εἶναι ὅλα τοῦτα. Μὰ ἐνῶ ὁ πονηρὸς κάνει τὴ δουλειά του, πασχίζοντας νὰ σὲ ἀποσπάσει ἀπὸ τὸ καλό σου ἔργο, πρέπει κι ἐσύ νὰ κάνεις τὴ δική σου δουλειά, ἐπιμένοντας σ' αὐτὸ τὸ ἔργο ὥς τὸ τέλος. 

 Ὁπλίσου, ὅπως τόσες φορὲς σοῦ ἔχω πεῖ, μὲ θάρρος καὶ μὴν ἀκοῦς τὸν ἐχθρό. Καμιὰ προσοχὴ μὴ δίνεις στοὺς ψιθυρισμούς του. Καὶ ἐπιπλέον, θύμωσε! Θυμώνοντας ἐναντίον του, εἶναι σὰν νὰ τὸν χτυπᾶς κατάστηθα. Ἀμέσως γίνεται καπνός.

 Σοῦ εὔχομαι μ' ὅλη μου τὴν καρδιὰ νὰ βρεῖς τελικὰ τὴν εἰρήνη. Ὁ Θεὸς βοηθός!

Ὁ θάνατος τοῦ θανάτου


 Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))

 Ἡ ἰδέα τοῦ θανάτου καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς διαπερνᾶ σὰν ἕνα κατακόκκινο νῆμα ὁλόκληρη τὴ Γραφή, τόσο τὴν Παλαιὰ ὅσο καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη καὶ ὁ θάνατος μᾶς παρουσιάζεται σὰν κάτι τὸ παράλογο, τὸ ἄσκοπο, κάτι τὸ ὁποῖο δὲ θὰ ἔπρεπε νὰ ὑπάρχει. Ὁ Ἀπ. Παῦλος μᾶς λέει (1 Κόρ.15.26) ὅτι ὁ τελευταῖος ἐχθρὸς ὁ ὁποῖος θὰ καταργηθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο εἶναι ὁ θάνατος. Ὁμολογοῦμε ὅτι κατὰ τὴν ἔσχατη μέρα θὰ γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καὶ ἀναμένουμε τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου. Καὶ πραγματικά, ὁ Χριστὸς δὲ μᾶς δίδαξε πὼς θὰ ἀγωνιζόμαστε γενναῖα ἐναντίον τοῦ θανάτου, οὔτε καὶ μᾶς δίδαξε ἁπλῶς πῶς νὰ τὸν ἀντιμετωπίζουμε ἄφοβα: μᾶς ἔδειξε τὴ νίκη κατὰ τοῦ θανάτου.

 Ὁ θάνατος δὲν ἀρχίζει ἀπὸ τὴ στιγμὴ κατὰ τὴν ὁποία ἡ ψυχὴ χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα- μπορεῖ κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ζωῆς νὰ ὑπάρξει ἕνας ὁποιοσδήποτε ἀριθμὸς θανατηφόρων, φονικῶν στιγμῶν εἶναι πάρα πολλὲς ζωὲς ποὺ βρῆκαν τὸ τέλος τους ἐνῶ τὸ πρόσωπο ἐξακολούθησε τὴ ζωὴ πάνω στὴ γῆ: φτάνει κάποιος νὰ συνειδητοποιήσει ἤ νὰ φανταστεῖ ὅτι ἡ ζωὴ του εἶναι ἄσκοπη, ὅτι κανεὶς δὲν τὸν χρειάζεται, φτάνει νὰ αἰσθανθεῖ ὅτι ὅλοι τὸν ἔχουν ἀποστραφεῖ, παραμελήσει, γιὰ νὰ βρεθεῖ στὴ χώρα τοῦ θανάτου. Ὁ θάνατος στὴν πιὸ τρομακτικὴ καὶ ἀληθινὰ τελειωτικὴ μορφή του δὲν εἶναι ἡ σωματικὴ νέκρωσή μας ἀλλὰ ὁ χωρισμὸς ἀνάμεσα στὶς ἀποξενωμένες καρδιές: «εἶσαι ἀνεπιθύμητος, ἄχρηστος - εἶναι σὰν νὰ μὴν ὑπάρχεις πιά». Αὐτὴ εἶναι ἴσως ἡ πιὸ τρομακτικὴ ἁμαρτία τὴν ὁποία ἕνας ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ διαπράξει ἔναντι κάποιου ἄλλου, νὰ τὸν κάνει νὰ αἰσθανθεῖ μὲ λόγια ἤ ἐνέργειες ὅτι εἶναι περιττὸς καὶ ἀνεπιθύμητος, ὅτι ἁπλῶς ὑπάρχει καὶ θὰ ἔκανε τὸ ἴδιο ἂν δὲν ἦταν ἐκεῖ.

 Θυμηθεῖτε τὰ φοβερὰ λόγια τὰ ὁποία ὁ ἄσωτος γιὸς λέει στὸν πατέρα του στὴν ἀρχὴ τῆς παραβολῆς τοῦ Χριστοῦ: «Δῶσε μου τώρα τὸ μερίδιο τῆς κληρονομιᾶς τὸ ὁποῖο θὰ μοῦ ἀναλογεῖ ὅταν θὰ ἔχεις πεθάνει» (Λκ. 15.12). Αὐτὸ σημαίνει: «Δὲ μὲ ἐνδιαφέρει τὸ ἂν ζεῖς ἤ ἂν ἔχεις πεθάνει καὶ δὲ σὲ χρειάζομαι. Αὐτὸ ποὺ θέλω εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ μοῦ δοθεῖ ὅταν πιὰ δὲ θὰ ζεῖς. Φύγε ἀπὸ τὸ δρόμο μου, εἶσαι ἀνεπιθύμητος, στέκεσαι ἀνάμεσα σ' ἐμένα καὶ τὴν ἐλευθερία μου, τὴν ἱκανοποίηση τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Ἂς συμφωνήσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχεις πιά, ὅτι ἔχεις θαφτεῖ ζωντανός». Τί φοβερὰ λόγια! Τὰ λόγια ὅμως αὐτὰ τὰ ἐπαναλαμβάνουμε ἤ τὰ μεταδίδουμε στοὺς γύρω μας ἔστω καὶ χωρὶς νὰ τὰ προφέρουμε ὅταν τοὺς προσπερνοῦμε σὰν νὰ μὴν ὑπάρχουν, ἤ ἀκόμα χειρότερα σὰν νὰ μὴν ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ ζοῦν πάνω στὴ γῆ, σὰν νὰ ἀποτελοῦν ἐμπόδιο στὸ δρόμο μας.

 Αὐτὴ εἶναι ἴσως ἡ πιὸ τρομακτικὴ ἄποψη στὸ καταστροφικὸ καὶ ἐναγώνιο μυστήριο τοῦ θανάτου, καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι τὸ ὁποῖο ὑπῆρχε πρὶν ἀπὸ τὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὴ εἶναι ἡ κόλαση στὴν ὁποία κατέβηκε μετὰ τὸ Σταυρικό Του θάνατο. Ἡ κόλαση ἐκείνη δὲν ἦταν αὐτὴ γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶμε σὰν γιὰ τόπο βασανισμοῦ, ὅσο φοβερὸς κι ἂν μπορεῖ νὰ εἶναι αὐτός, ἦταν κάτι πολὺ πιὸ τρομακτικό: ἦταν ὁ τόπος ὅπου δὲν ἦταν ὁ Θεός, τόπος ἀπόλυτου, τέλειου, ἀνέλπιδου χωρισμοῦ ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ τόπος ἀποξένωσης τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν ἄλλο ἄνθρωπο. Αὐτὴ ἦταν ἡ κόλαση στὴν ὁποία περιφρονημένος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους στὴ γῆ καὶ ἀφοῦ εἶχε ξαφνικὰ αἰσθανθεῖ πάνω στὸ σταυρὸ τὸν Ἑαυτὸ Του ἐγκαταλελειμμένο ἀπὸ τὸ Θεὸ (Ματθ. 27.46), ἡ κόλαση τοῦ ἀπόλυτου χωρισμοῦ. Ὅταν λέμε ὅτι ὁ Χριστὸς μὲ τὸ θάνατό Του πάτησε τὸ θάνατο, ὅτι ὁ Ἅδης ἔχει κατατροπωθεῖ καὶ κενωθεῖ ἐννοοῦμε ὅτι ὁ θάνατος ἐκεῖνος καὶ ἡ κόλαση ἐκείνη δὲν ὑπάρχουν πιά. Δὲν ὑπάρχει πιὰ χωρισμὸς ἀπὸ τὸ Θεό: ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔχει κατεβεῖ στὸν Ἅδη καὶ δὲν ὑπάρχει πιὰ μέρος στὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς δὲν εἶναι παρὼν μαζὶ μὲ τὰ πλάσματά Του.

 Ὁ Χριστὸς ἔχει κατεβεῖ καὶ στὴν κόλαση τῶν σκληρῶν ἐπίγειων ἀνθρώπινων σχέσεων, τὸ πεδίο τῆς ἀμοιβαίας ἀποξένωσης καὶ ἀποστροφῆς, τῆς ἀλληλοκαταστροφῆς καὶ τοῦ μίσους. Ὅταν λοιπὸν κατεβαίνουμε σὲ μιὰ τέτοια κόλαση ἤ ὅταν σερνόμαστε μέσα της ἀπὸ ἕνα φρικιαστικὸ ἀνθρώπινο πεπρωμένο δὲν εἴμαστε μόνοι: ὁ Κύριος εἶναι ἐκεῖ ἔχοντας ἑκούσια εἰσέλθει καὶ καλεῖ ἐμᾶς τοὺς Χριστιανοὺς νὰ εἰσέλθουμε στὰ βάθη αὐτὰ τοῦ Ἅδη θεληματικά, σὰν ἄνθρωποι ζωντανοί, ἀνίκητοι καὶ ἀκαταμάχητοι - ὄχι σὰν νεκροὶ ἀλλὰ σὰν ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ζοῦν μὲ ὅλο τὸ βάθος καὶ τὴ δύναμη τῆς αἰώνιας ζωῆς.

 Ὁ Χριστός, σύμφωνα μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη ( Ἰω. 17.3), λέει ὅτι ἡ αἰώνια ζωὴ εἶναι ἡ γνώση τοῦ Οὐράνιου Πατέρα ὡς τοῦ μόνου ζωντανοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Χριστοῦ ὡς γιοῦ Του καὶ ὡς Σωτήρα. Αὐτὴ εἶναι ἡ κληρονομιά μας, αὐτὸς εἶναι ὁ θησαυρός μας· μποροῦμε νὰ εἰσέλθουμε στὰ βάθη τῆς κόλασης, νὰ βυθιστοῦμε στὸ ὁποιοδήποτε σκοτάδι τῆς γῆς ἤ τοῦ Ἅδη χωρὶς φόβο διότι ὁ Θεὸς ὄχι μόνο βρίσκεται κοντά μας ἀλλὰ καὶ ἔχει κατεβεῖ ἐκεῖ πρὶν ἀπὸ μᾶς· ὁ Θεὸς δὲν εἶναι μόνο κοντά μας ἀλλὰ μέσω τοῦ βαπτίσματος, τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τῆς Θείας Κοινωνίας εἶναι μέσα μας κι ἐμεῖς μέσα σ' Ἐκεῖνον κι εἴμαστε φόβος καὶ τρόμος γιὰ κεῖνες τὶς περιοχές.

 Ὁ παροδικὸς θάνατος, ὅπως συχνὰ τὸ λένε οἱ προσευχὲς καὶ τὰ συγγράμματα τῆς ἐκκλησίας εἶναι ἕνας ὕπνος, ἕνας προσωρινὸς χωρισμὸς ὁ τελειωτικὸς ὅμως ἐκεῖνος χωρισμὸς ὁ ὁποῖος ἀποτελοῦσε τὸν τρόμο τοῦ ἀρχαίου κόσμου δὲν ὑπάρχει πιά, δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸν φοβούμαστε. Ὁ θάνατος δὲν ὑπάρχει, ἔχει ὑπερνικηθεῖ ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅσο γιὰ τὸ θάνατο γιὰ τὸν ὁποῖο μίλησα προηγουμένως, τὴ ζωντανὴ νέκρωση τοῦ προσώπου ποὺ εἶναι ἀνεπιθύμητο, ἄχρηστο, ἀποδιωγμένο καὶ ξεχασμένο, αὐτὴ δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχει καὶ στὸ χέρι μας εἶναι νὰ κάνουμε ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχει στὸν κόσμο γύρω μας. Ἂς προσπαθήσουμε λοιπὸν νὰ δείχνουμε τὴν ἴδια προσοχή, τὴν ἴδια διαίσθηση καὶ εὐαισθησία ποὺ θὰ ἔδειχνε ὁ Χριστὸς καὶ σὲ ὁποιονδήποτε πεθαίνει ὄχι μόνο μὲ τὸ σωματικὸ ἀλλὰ καὶ μὲ αὐτὸ τὸν πνευματικὸ θάνατο ἂς δώσουμε τὴ μαρτυρία ὅτι θάνατος δὲν ὑπάρχει, ὅτι ἔχει ἔλθει ἡ Βασιλεία, ὅτι ἡ ἀγάπη καθυπόταξε τὸ θάνατο μὲ τὸν ἀγώνα της πάνω στὸ Σταυρὸ καὶ μὲ τὴ νίκη της μέσα στὶς καρδιές μας.

Μοναχισμός-Ταπείνωση



Γέρων Ἐφραίμ Φιλοθεΐτης (Προηγούμενος Ἱ. Μ. Φιλοθέου)

 Ὁ μοναχισμὸς εἶναι τὸ ἄμισθον ἰατρειον• εἶναι ἡ κλινική τοῦ Θεοῦ, ὅπου ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ γίνει καλά. Τὸν καλεῖ ὁ Θεὸς μὲ κλῆσιν ἁγίαν καὶ τὸν φέρνει μὲ τὴν ἀγάπην του σ' αὐτὸ τὸ ἄμισθον ἰατρεῖον.
 Ὁ ἄνθρωπος ζητᾶ τὴν θεραπεία του καὶ φωνάζει: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με.
 — Ναί, θὰ σὲ ἐλεήσω, ἀπαντᾶ ὁ Θεός. Καὶ ἀρχίζει ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων τὴν θεραπείαν.
 Μᾶς στέλλει διάφορες θλίψεις, ἐπιτρέπει πειρασμούς. Καὶ ὅλα αὐτὰ εἶναι τὰ φάρμακα, τὰ πικρὰ φάρμακα ποὺ θεραπεύεται ἡ ψυχὴ τοῦ ἄνθρωπου.
 Βέβαια, κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ πεῖ ὅτι στὸν καιρὸ τῆς ἐγχειρήσεως ἤ τῆς ἰατρικῆς ἐπεμβάσεως δὲν πονεῖ, δὲν ἀγωνίζεται νὰ ξεπεράσει τὸν πόνο καὶ τὴν θλίψη• ὡστόσο ὅμως στὸ τέλος τῆς θεραπείας γίνεται ψυχικῶς καλά.
 Ὅταν ὁ Γέροντάς μου ἦτο ἀρχάριος στὴν ἔρημο, ἦταν στὴν ὑποταγὴ τοῦ γέροντος Ἐφραίμ. Ὁ Γέρο Ἐφραὶμ ἦταν ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἕνα γεροντάκι εὐλογημένο. Κάποτε ἕνας γείτονας μοναχός, δὲν γνωρίζω τί εἶχε συμβεῖ, καὶ τὸ ἔθλιβε τὸ Γεροντάκι. Ὁ παπποὺς φώναζε διότι δὲν ἠμποροῦσε νὰ τὰ βγάλει πέρα. Διεμαρτύρετο, ἔβγαζε φωνές, τσίριζε,.... Ὁ Γέροντας ὁ δικός μου, νέο παιδί, δυνατὸ ποὺ μποροῦσε νὰ τὰ βάλει μὲ δέκα ἀνθρώπους, ὅταν ἄκουε τὸν Γέροντά του νὰ φωνάζει ἔξω καὶ ὁ ἄλλος νὰ σηκώνει τὸ ἀνάστημά του, μέσα του ἄρχιζε νὰ βράζει ὁ θυμὸς καὶ ἡ ὀργή. Μόλις εἶδε τὸν κίνδυνο ὅτι ἂν βγεῖ ἔξω δὲν μποροῦσε νὰ προβλέψει τί θὰ συνέβαινε, σὰν νέος ποὺ ἦτο, ἀμέσως τρέχει στὴν ἐκκλησία, γονατίζει καὶ ἀρχίζει νὰ φωνάζει: «Παναγία βοήθει μοι!» Καὶ ἄρχισε νὰ κλαίει- νὰ κλαίει, καὶ νὰ παρακαλεῖ, ὥστε νὰ ἐπέμβει ἡ Παναγία νὰ βοηθήσει μὴ τυχὸν καὶ σ' αὐτὴ τὴν κατάσταση βγεῖ ἔξω. Καὶ ἀφοῦ ἔκλαυσε πολὺ - πολύ, καὶ ἔχυσε πολλὰ δάκρυα, τότε εἶδε τὸ θηρίο τοῦ ἐγωισμοῦ καὶ τοῦ θυμοῦ νὰ κατευνάζεται καὶ νὰ ὑποχωρεῖ. Καὶ ὅταν εἶδε ὅτι ἦρθε σὲ μία κατάσταση ποὺ μποροῦσε νὰ βγεῖ ἔξω καὶ νὰ μιλήσει μὲ πραότητα καὶ ἠρεμία, βγῆκε καὶ ἀπήλλαξε, βέβαια μὲ ἤρεμο τρόπο καὶ εὐγενῆ, τὸν γέροντα ἀπὸ τὸν γείτονα. Καὶ αὐτό μᾶς τὸ ἔλεγε σὰν παράδειγμά του πῶς ἀντιμετωπίζεται ὁ ἐγωισμὸς στὴν πράξη.
 Ἔρχεται καὶ στὸν μοναχὸ ὁ πειρασμὸς καὶ τοῦ ψιθυρίζει παραπλήσια πράγματα μὲ ὅ,τι ψιθύρισε στὸν Ἀδάμ. Ἂν ὁ Γέροντας τὸν μαλώνει ἤ τοῦ κόβει τὸ θέλημα, διαμαρτύρεται μέσα ὁ ἐγωισμὸς καὶ ψιθυρίζει στὸν μοναχὸ νὰ ἀντιλογήσει, νὰ φιλονικήσει, νὰ στήσει τὸ δικό του θέλημα• καὶ ἔτσι νὰ ἐνισχύσει τὴν περίπτωση ὥστε νὰ μὴ δεῖ καμμιὰ φορὰ τὴ θεραπεία του.
 Ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ ἔχει συνεχῶς τὴν προσοχὴ γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζει τὴν κάθε περίπτωση, τὸν κάθε πειρασμὸ μὲ ἐπιτυχία, ὥστε σὺν τῷ χρόνῳ μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ νὰ ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον, ὥστε στὴ θέση τοῦ παλαιοῦ νὰ βρεθεῖ ὁ νέος, ὁ κατὰ Χριστόν, ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀπάθειας καὶ τῆς ἀναστάσεως. Ὁ ἀγώνας δὲν εἶναι μικρός, οὔτε καὶ σὲ λίγο χρόνο κατορθώνεται ἡ νίκη καὶ ὁ θρίαμβος κατὰ τοῦ ἐγωισμοῦ. Μεγάλο θηρίο. Πολυκέφαλο.
 Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ λέγει: «Μὲ λέοντα καταπιάστηκες; Πρόσεξε μὴ σοῦ συντρίψει τὰ ὀστᾶ.»
 Αὐτὸ τὸ θηρίο εἶναι ὁ Ἐγωισμὁς. Σὰν λέοντας παραφυλάει καὶ μᾶς ἐπιτίθεται. Ἐμεῖς πρέπει νὰ ἔχουμε στὰ χέρια μας τὸ ὅπλο καὶ τὴν μάχαιρα τῆς ἀντιρρήσεως κατὰ τῶν λογισμῶν.
 Οἱ τύραννοι τῶν Χριστιανῶν στοὺς χρόνους τοῦ μαρτυρίου προσπαθοῦσαν νὰ παρασύρουν τοὺς Μάρτυρας εἰς τὸ νὰ ἀρνηθοῦν τὴν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Τοὺς ὑπόσχονταν πολλὰ, πλούτη, δόξες τιμές, ἀλλὰ οἱ Μάρτυρες δὲν ὑποχωροῦσαν. Θριαμβευτικὰ ὁμολογοῦσαν τὴν Πίστη στὸ Χριστὸ καὶ στὸ τέλος ἐδέχοντο τὸν στέφανον τοῦ μαρτυρίου, καὶ ἔτσι ὁ Χριστὸς ἐδοξάζετο.
 Καὶ τώρα οἱ τύραννοι τῶν παθῶν μᾶς πιέζουν• τὰ πάθη μᾶς ὑπόσχονται στὴν ὑποχώρηση ἀπόλαυση καὶ ἱκανοποίηση. Δὲν πρέπει ὁ μοναχὸς νὰ ὑποχωρεῖ σὲ μία τέτοια βία, ἀλλὰ νὰ ἀντιστέκεται μὲ ὅλην τὴν ἀνδρεία τῆς ψυχῆς καὶ νὰ περιμένει μετὰ ἀπὸ μία νόμιμη πάλη τὸν στέφανον τοῦ μαρτυρίου.
 Οἱ μάρτυρες ἐμαρτύρησαν σὲ λίγο χρόνο, καὶ πολλοὶ μάρτυρες σὲ λίγα λεπτὰ δεχθήκανε τὸ στεφάνι. Ὁ μοναχὸς μαρτυρεῖ συνέχεια σὲ ὅλη του τὴ ζωή. Ὄχι σὲ ἕνα τύραννο ἀλλὰ σὲ πολλούς. Κάθε πάθος καὶ ἕνας τύραννος. Γι' αὐτὸ ὄχι ὀλιγώτερο θὰ στεφανωθοῦν οἱ μοναχοὶ ποὺ θὰ ἀντισταθοῦν εἰς τὴν βία τῶν παθῶν καὶ θὰ ὁμολογήσουν τὴν καλὴν ὁμολογίαν τῆς ἀσκήσεως, τῆς μὴ ὑποχωρήσεως.
 Μᾶς σπρώχνει τὸ πάθος τῆς ἀντιλογίας. Ἐμεῖς πρέπει νὰ βάλουμε ἐμπόδιο, φράγμα• νὰ ἀνοίξουμε ὄρυγμα, νὰ πέσει τὸ ἅρμα τῆς ἀντιλογίας μέσα.
 Ὁ ἀγώνας πρέπει νὰ εἶναι συνεχής. Νὰ μὴν παρουσιάζωμε κενὰ• διότι τὰ κενὰ τὰ ἐκμεταλλεύεται ὁ διάβολος καὶ σφηνώνει μέσα στὰ κενὰ καὶ μᾶς δημιουργεῖ κατάσταση ἐπικίνδυνη. Ἡ Προσευχὴ πρέπει νὰ εἶναι ἀκατάπαυστη. Ἡ προσευχὴ εἶναι τὸ ὅπλο μας. Καὶ μόνον νὰ προσεύχεται κανείς, ὁ διάβολος δὲν τὸν πλησιάζει εὔκολα.
 Ἂς ἀγωνισθοῦμε ἐναντίον κυρίως αὐτοῦ τοῦ πάθους, διότι ἀπὸ ἐδῶ ξεκινοῦν ὅλα. Καὶ τὸ κυρίως φάρμακο κατὰ τοῦ ἐγωισμοῦ εἶναι ἡ ταπείνωσις. Ὁ Κύριός μας, μᾶς εἶπε• «Μάθετε ἀπ' ἐμοῦ ὅτι πράος εἰμὶ καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ καὶ εὐρήσεται ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν». Ἡ ταπείνωση καὶ ἡ πραότης χαρίζουν μία πνευματικὴ ἀνάπαυση στὴν ψυχή. Τῆς χαρίζουν φῶς καὶ βλέπει καθαρώτερα τὰ πράγματα.
 Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, τὴν ταπείνωση τὴν ἀποκαλεῖ «Θεοϋφαντον στολήν». Τὴν ταπείνωσιν, λέγει, περιεβλήθη ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ἠμπόρεσε καὶ κατῆλθε ἐκ τῶν οὐρανῶν, καὶ ἠμπόρεσε ἡ γῆ νὰ τὸν δεχθεῖ χωρὶς νὰ καταφλεχθει.
 Ἡ ταπεινοφροσύνη στολίζει τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος ὅπου καὶ ἂν σταθεῖ, ὅπου καὶ ἂν βρεθεῖ, σκορπάει μία κατὰ κάποιο τρόπο μυστηριώδη χάρη καὶ γίνεται ἀγαπητὸς καὶ προσφιλής. 
 Τὴν ταπείνωσιν οἱ δαίμονες τὴν τρέμουν, ὅπως ἀκριβῶς συνέβη καὶ μὲ ἕναν ὑποτακτικόν: Ἕνας Χριστιανὸς εἶχε μία κόρη δαιμονισμένη καὶ τὴν ἐπῆγε σὲ πολλοὺς γιατροὺς ἀλλὰ δὲν βρῆκε τὴν θεραπεία της. Αὐτὸς ὁ Χριστιανὸς εἶχε ἕνα φίλο, πνευματικὸ ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος εἶχε σχέση μὲ τοὺς μοναχούς, καὶ λέγοντάς του τὸ παράπονο, τὸν πόνο του γιὰ τὸ κορίτσι του, τοῦ λέγει ἐκείνος• «Τὸ παιδί σου θὰ βρεῖ θεραπεία μόνον ὅταν καλέσεις ἕνα μοναχό, ὑποτακτικό, καὶ ἔλθει στὸ σπίτι σου καὶ κάνει μίαν εὐχούλα, θὰ ἰδεῖς ἀμέσως τὸ παιδί σου θὰ γίνει καλά.
 — Καὶ ποῦ θὰ τὸν βρῶ ἐγὼ αὐτὸν τὸν μοναχό;
 — Νά! Κάτω στὴν ἀγορὰ κατεβαίνουν, λέγει, ἀπὸ τὴν ἔρημο νεώτεροι ὑποτακτικοὶ μοναχοὶ καὶ πωλοῦν διάφορα ἐργόχειρα. Σ’ ἕνα τέτοιο μοναχὸ πὲς του• «Ἔλα στὸ σπίτι νὰ σοῦ πληρώσω τὰ ἐργόχειρα, διότι τώρα ἐπάνω μου δὲν ἔχω χρήματα». Καὶ πές του νὰ σοῦ κάνει μία εὐχὴ καὶ θὰ δεῖς ὅτι τὸ παιδί σου θὰ γίνει καλά.
 Αὐτὸς ἀμέσως τὸ πρωὶ κατεβαίνει στὴν ἀγορὰ• βλέπει ἕνα νέο μοναχὸ νὰ πωλεῖ διάφορα, ἐκεῖ, ἐργόχειρα.
 Τοῦ λέει: Πάτερ, πόσο τὰ δίνεται αὐτά;
 — Τόσο. Εἶπε ὁ μοναχός.
 — Μπορεῖς νὰ ἔλθεις μέχρι τὸ σπίτι νὰ σὲ πληρώσω, γιατί ἐπάνω μου δὲν ἔχω χρήματα;
 — Ἔρχομαι, λέγει.
 Καὶ ἀφοῦ προχωροῦσαν πρὸς τὸ σπίτι καὶ πλησίαζαν, ὁ διάβολος μυρίστηκε τὸ πράγμα, ὅτι ἦρθε ἡ ὥρα του νὰ πάρει τὸ ἐξιτήριό του καὶ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, ἑτοιμάστηκε καὶ αὐτός. Καὶ μπαίνοντας ὁ μοναχὸς μέσα στὸ σπίτι, τὸν ἀπαντᾶ ἡ κόρη καὶ σηκώνει τὸ χέρι καὶ τοῦ δίνει ἕνα ράπισμα, τοῦ μονάχου. Αὐτός, ὁ μοναχός, γύρισε καὶ τὴν ἄλλη πλευρὰ τοῦ προσώπου καὶ τοῦ δίνει καὶ ἀπ' ἐκεῖ ἕνα ράπισμα, καὶ ἀμέσως ἡ κόρη ἔπεσε κάτω καὶ ἔβγαζε ἀφρούς. Καὶ στὸ τέλος, φεύγοντας τὸ δαιμόνιο εἶπε, ὅτι ἡ ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ μὲ βγάζει καὶ μὲ διώχνει. Καὶ ἀμέσως τὸ παιδὶ ἔγινε καλά.
 Ὁ ὑποτακτικὸς αὐτός, ἀπὸ τὴν πράξη αὐτὴ φαίνεται ὅτι ἦταν ἕνας προοδευμένος, ἕνας πετυχημένος μοναχὸς ὁ ὁποῖος ὁπωσδήποτε θὰ εἶχε ἐξασκηθεῖ στὴν παιδεία καὶ στὴ θεραπεία τῆς ψυχῆς του.
 Στὴν προσευχή μας πάντοτε νὰ παρακαλοῦμε καὶ νὰ δεόμεθα τοῦ Θεοῦ νὰ μᾶς ἁπαλλάττη ἀπ' αὐτὸ τὸ θηρίο, τὸν ἐγωισμόν, καὶ νὰ μᾶς χαρίζη τὴν ἁγίαν ταπείνωσιν τῆς ψυχῆς.


 Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία πρὸς Μοναχούς, τοῦ Πανοσ. Ἀρχιμ. Γέροντος Ἐφραίμ. Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλόθεου εἰς Ἅγιον Ὄρος.

π. Ανδρέας Κονάνος: Μάθε να περιμένεις.



Είδες τι μου’πες; “Θέλω ν’ αλλάξει το παιδί μου. Να το δω, κι ας πεθάνω”. Δεν ξέρω αν θα το δεις αλλαγμένο πριν πεθάνεις. Μπορεί να το δεις αφού πεθάνεις. Μπορεί ο Θεός να θέλει να κάνεις τόση υπομονή, που να μην προλάβεις να το δεις αλλαγμένο όπως το θες εσύ. Αλλά θα το δει ο Κύριος και θα το δεις κι εσύ από κει που θα ‘σαι, στην αιώνια ζωή. Θέλει όμως πολλή υπομονή. Να περιμένεις την απάντηση στην προσευχή που μόλις χθες έκανες. Έκανες χθες προσευχή; Θα περιμένεις. Πότε; Μην ανησυχείς. Όταν το βέλος της προσευχής σου φτάσει την καρδιά τού Θεού και την τρυπήσει και τη ματώσει από αγάπη, τότε θα δεις το αποτέλεσμα. Πότε έριξες το βέλος τής προσευχής; Χτες; Τότε περίμενε. Ταξιδεύει. Καμιά προσευχή δεν πάει χαμένη. Καμία προσευχή δεν μένει αναπάντητη. Θέλει όμως υπομονή. Να περιμένεις.

Περιμένουν μερικοί να δουν αποτέλεσμα την ίδια ώρα. Κάνεις προσευχή τώρα, θέλεις αύριο να δεις αποτέλεσμα. Μπορεί να γίνει κι αυτό. Αλλά όταν πιάσεις το κομποσκοίνι στο χέρι σου μην περιμένεις κι αμέσως τους καρπούς. Πολλοί πάνε στο άγιο Όρος μ’ ένα κομποσκοίνι στο χέρι και θέλουν να δουν το Θεό με μια αγρυπνία που θα κάνουν. Θέλουν να δουν το άκτιστο φως με μιας νύχτας προσευχή. Δεν γίνεται έτσι. Θέλει πολλή υπομονή, θέλει πολλή απαντοχή και να λες “Κύριε, όποτε θες εσύ. Εγώ θα περιμένω. Ὑπομένων, ὑπέμεινα τὸν Κύριον καὶ προσέσχε μοι καὶ εἰσήκουσε τῆς δεήσεώς μου”. Με πρόσεξε ο Κύριος, με κοίταξε, με άκουσε, αλλά πρώτα πρέπει να περιμένω. Είναι ωραία να περιμένεις το Θεό και να κάνεις υπομονή στα θέματα αυτά τα θεϊκά.
Ο άγιος Αμμωνάς ξέρεις πόσο καιρό περίμενε να απαλλαγεί από το θυμό; Κάθε μέρα το ζήταγε απ’ το Θεό. Και ξέρεις πόσο περίμενε; Οκτώ χρόνια. Όλα αυτά τα χρόνια εξακολουθούσε να θυμώνει, και πάλευε, και ξανά και ξανά, και προσευχή, και πάλι υπομονή και πάλι υπομονή. Και τον όγδοο χρόνο ήρθε ο Κύριος και τον απάλλαξε. Για σκέψου να ‘χε απελπιστεί τον έβδομο χρόνο και να ‘λεγε “Ε, δε συνεχίζω. Δε πάει άλλο αυτή η ιστορία. Ένα, δύο, τέσσερα, πέντε, έξι, εφτά χρόνια υπομονή. Ε, δε βγαίνει τίποτα”. Κι όμως. Έκανε υπομονή ακόμα ένα χρόνο, έφτασε τα οκτώ και ήρθε η απαλλαγή και η λύτρωσή του. Και μετά η καρδιά του έγινε τόσο ήρεμη που δεν ξαναθύμωσε ποτέ στη ζωή του. Εσύ θυμώνεις; Θυμώνεις. Κι εγώ θυμώνω λίγο. Όχι πάρα πολύ, αλλά θυμώνω κι εγώ. Λοιπόν θέλεις να ζήσεις κι εσύ αυτό το θαύμα; Τότε ξεκίνα από σήμερα να κάνεις προσευχή με υπομονή. Ζήτα απ’ το Θεό να σου πάρει το θυμό. Ζήτα το σε κάθε θεία Λειτουργία. Και μη μου λες “Τι να πάω να κάνω στην Εκκλησία”. Ε, να. Αυτό να κάνεις. Αν θυμώνεις να πηγαίνεις κάθε Κυριακή να παρακαλάς το Θεό να σου πάρει το θυμό. Και μόνο γι’ αυτό να πηγαίνεις Εκκλησία, έχεις σοβαρό λόγο να πηγαίνεις στο Ναό του Θεού. Και να λες “Κύριε, χάρισέ μου την πραότητα, την ηρεμία, να μην αρπάζομαι, να μη με βλέπουν τα παιδιά μου και τρέμουν, να μη με βλέπει η γυναίκα μου στο σπίτι και τη στεναχωρώ και δημιουργώ αυτό το κλίμα το βαρύ με τις φωνές, με το θυμό και τα νεύρα μου. Κύριε, πάρε μου το θυμό”. Το ξέρω ότι το ζήτησες. Πόσες φορές; “Ε, πόσες φορές να το ζητήσω;”. Πολλές. Οκτώ χρόνια ο άγιος Αμμωνάς. Εσύ πόσο καιρό το ζήτησες. Για πόσο καιρό είπες στον Κύριο “Απάλλαξέ με, Κύριε, απ’ αυτό το πάθος”. Απ’ το θυμό, την οργή, την ασωτεία, η μέθη, το κάπνισμα, την κλοπή, το ψέμα, την περιέργεια. Ό,τι έχεις, ζήτα το απ’ το Θεό και μετά κάνε υπομονή. Και ξέρεις γιατί να κάνεις υπομονή κι εσύ όπως έκανε ο άγιος Αμμωνάς και κάθε άγιος; Διότι Αυτός τον Οποίο υπομένεις και καρτεράς, δεν είναι ένας τυχαίος αλλά είναι ο άγιος Θεός, που δεν είπε ποτέ ψέματα, αλλά μένει πιστός στις υποσχέσεις και την αγάπη του. Και θα ‘ρθει ο Θεός κάποια στιγμή και θα σε βοηθήσει και θα γίνεις κι εσύ ήρεμος σαν πρόβατο και δε θα ξαναθυμώσεις ποτέ και δε θα ξαναπιείς ποτέ, δε θα ξανακαπνίσεις ποτέ, θα απαλλαγείς απ’ τα πάθη σου και θα γίνεις καινούριος άνθρωπος. Θέλει υπομονή και προσευχή. Να περιμένεις ν’ αλλάξει κι ο σύντροφός σου προς το καλύτερο. Μη βιάζεσαι. Μη θες να γίνουν απότοσμα σήμερα όλα καλύτερα. Τα λάθη που έχει η γυναίκα σου δε τα φορτώθηκε όλα σε ένα μήνα. Είναι λάθη μιας ζωής. Είναι χαρακτήρας που χαράκτηκε, γι’ αυτό λέγεται χαρακτήρας. Ο Χαρακτήρας έχει χαραχτεί μέσα μας απ’ τα παιδικά μας χρόνια. Δε μπορούμε σε μια στιγμή να τα αλλάξουμε αυτά. Μερικά ζευγάρια δίνουν διορία ο ένας στον άλλον, “Αν δεν τα ‘χουμε βρει σ’ ένα χρόνο, θα χωρίσουμε”. Μα κάτσε, βρε παιδί μου. Πώς θα χωρίσεις. Περίμενε, κάνε υπομονή. “Τι υπομονή, πάτερ;”. Μα χαρακτήρας είναι αυτός. Αλλάζει έτσι εύκολα; Περίμενε.
Θυμάμαι κάποιον που έκανε δίαιτα. Και του έλεγε ο γιατρός ότι τα βαθύτερα στρώματα λίπους χάνονται πολύ πιο δύσκολα. Τα τελευταία κιλά, αν κάνεις δίαιτα, τα χάνεις πολύ πιο δύσκολα απ’ ό,τι χάνεις τα πρώτα. Ξέρεις γιατί; Γιατί αυτό το στρώμα λίπους υπάρχει μέσα μας εδώ και πολλές δεκαετίες. Και με τη δίαιτα κάνουμε αυτό ακριβώς: γυρνάμε πίσω και πάμε να κάψουμε παλιά στρώματα λίπους. Ας πούμε, είναι κάποιος σήμερα ενενήντα κιλά και θέλει να φτάσει τα ογδόντα. Ογδόντα κιλά, όμως, ήτανε πριν από αρκετά χρόνια. Έχει περάσει καιρός από τότε που ήταν για τελευταία φορά ογδόντα κιλά. Πήρε βάρος, πήγε ενενηνταένα, πήγε ενενηνταπέντε, ανέβηκαν τα κιλά του. Για να φτάσει ξανά στα ογδόντα κιλά, πρέπει να σκάψει μέσα του αυτό το λίπος και να φτάσει πίσω, πίσω. Και να φτάνει σε κείνη την παλιά χρονιά που ήταν ογδόντα κιλά. Κι είναι δύσκολο να φύγει αυτό το λίπος.
Έτσι και με την ψυχή μας. Έχει πιάσει λίπος. Τα πάθη έχουν δημιουργήσει μια επίστρωση μέσα μας που δε φεύγει εύκολα.
Πρέπει να κάνεις υπομονή για τον άνθρωπό σου. Να κάνεις χώρο στην καρδιά του άλλου, να τον αφήσεις να σκεφτεί, να αποφασίσει, ακόμα και να φύγει για λίγο αν θέλει, τροπικά. Ή και τοπικά, αν δεν αντέχει αλλιώς. Ναι, άσε να φύγει. Να πάει να κάτσει λίγο στη μάνα της, στον πατέρα της ή να φύγεις κι εσύ, να πας κάπου για λίγο μόνος. Να σκεφτείς, να ηρεμήσεις, να πάρεις το χρόνο σου. Δεν μπορεί να απαιτείς την αγάπη του άλλου και να λες “Θα μου φερθείς καλά, θα με σέβεσαι”. Αυτά δε γίνονται με καταπίεση. Αυτά γίνονται μόνο με ελευθερία. Γι’ αυτό, δώσε στον άνθρωπό σου χρόνο, χώρο, υπομονή.
Μου το’ πες και συγκινήθηκα, “Πάτερ, μ’ άφησε η κοπέλα που αγαπώ και ήμασταν αρραβωνιασμένοι τόσα χρόνια. Κι εγώ τι να ‘κανα; Την ήθελα πολύ. Αλλά ήξερα ότι η αγάπη δεν απαιτείται. Δεν μπορεί να απαιτήσω την αγάπη, να πω σε κάποια “αγάπα με με το ζόρι, επειδή εγώ το θέλω”. Και ξέρετε τι έκανα; Την άφησα να φύγει. Και τώρα κάθομαι και περιμένω. Υπομένω αγαπώντας. Υπομένω πονώντας. Υπομένω προσευχόμενος”.
Η πιο σωστή αντίδραση. Και θα το δεις, θ’ αλλάξει ο άλλος. Αν θέλει ο Θεός κι αν η αγάπη που βγάζεις από μέσα σου είναι αληθινή, κι αν η υπομονή σου είναι αγαπητική, τότε θα δεις ότι ο άνθρωπος που φεύγει από κοντά σου, (η γυναίκα σου, το παιδί σου, ο συζυγός σου), πουθενά αλλού δε θα βρει τέτοια γλυκιά αγάπη σαν τη δική σου. Και θα ξαναγυρίσει πίσω. Θα πάει όπου θέλει, μπορεί να δοκιμάσει διάφορα άλλα, αλλά δε θα βρει τέτοια ζεστασιά ούτε τέτοια ποιότητα αγάπης. Θα βρει υποκατάστατα, ψεύτικα λόγια, συμφεροντολογικές και περιστασιακές αγάπες, και θα γυρίσει πάλι σε σένα. Αρκεί όταν γυρίσει να σε βρει να περιμένεις. Θα περιμένεις;
Τι ωραίο πράγμα, που όταν γύρισε ο Οδυσσέας βρήκε μια Πηνελόπη να τον περιμένει! Τι συγκίνηση! Σκεφτείτε ο Οδυσσέας να είχε βρει την Πηνελόπη του παντρεμένη με κάποιον από τους μνηστήρες που εποφθαλμιούσαν και περίμεναν την ευκαιρία να την πάρουν για σύζυγό τους. Η Πηνελόπη περίμενε, αλλά και ο Οδυσσέας περίμενε. Έκανε υπομονή σ’ αυτό το μεγάλο ταξίδι. Και ανταμείφθηκε η υπομονή του, η αγάπη του. Γιατί ήταν ακριβώς αυτό: υπομονή γεμάτη αγάπη.
Κι ο άσωτος γιος γύρισε. Ο πατέρας του τον περίμενε. Έκανε υπομονή. Τον κοίταζε απ’ το παράθυρο να ‘ρθει και τα μάτια του έβγαζαν αγάπη και νοσταλγία, και καλοσύνη, κι υπομονή τεράστια. Και είδε το θαύμα.
Είναι δύσκολο, αδελφέ μου, να κάνουμε υπομονή. Η εποχή μας είναι βιαστική κι όλοι μάς λένε “Τώρα. Εδώ και τώρα”. Κέντρα δίαιτας, εκμάθηση ξένων γλωσσών, ταχύρυθμα τμήματα εδώ και εκεί, όλα μάς υπόσχονται γρήγορα αποτελέσματα. Όλες οι συσκευές της κουζίνας είναι γρήγορες, σε δυο λεπτά. Φούρνος μικροκυμάτων. Ένα λεπτό, και το φαγητό είναι έτοιμο. Οτιδήποτε κάνουμε στη ζωή μας έχει ταχύτητα. Όλα είναι γρήγορα και βιαστικά. Κι έρχεται ο Θεός και μας λέει “Ξέρεις κάτι; Όλα αυτά καλά κάνεις και τα κάνεις γρήγορα. Σου κάνουν τη ζωή εύκολη. Αλλά η ψυχή θέλει ακόμα και σήμερα, μετά από τόσους αιώνες, πάλι τους δικούς της ρυθμούς. Όπως τότε που σε έπλασα, παιδί μου. Δεν έχει αλλάξει αυτό”.
Θέλει υπομονή η καλλιέργεια της ψυχής. Πρέπει να περιμένεις τις υποσχέσεις του Θεού, ώστε να δεις να εκπληρώνονται. Έχει υποσχεθεί πολλά πράγματα ο Θεός. Και ό,τι υποσχέθηκε θα γίνει. Μας έχει πει ο Θεός, ας πούμε, ότι “Είστε ευτυχισμένοι άμα κλαίτε. Διότι θα γελάσετε. Όποιος κλάψει στη ζωή αυτή, θα γελάσει”. Περίμενε. Να σου εξηγήσω. Δεν εννοούσε ο Χριστός τα δάκρυα που είχες χθες εσύ πάνω στα νεύρα σου. Το καταλαβαίνεις, πιστεύω. Διότι πολλοί κλαίμε κι από νεύρα, όταν φωνάζουμε και παρεξηγούμαστε. Δεν εννοούσε αυτά τα δάκρυα. Μα αν κλαις ταπεινά, αν κλαις επειδή είσαι αδικημένος. Έχεις κλάψει ποτέ αδικημένος; Όχι επειδή παρεξηγήθηκες και θίχτηκε ο εγωισμός σου και σ’ έπιασε το πείσμα σου επειδή δεν έγινε το δικό σου. Όχι. Να κλάψεις επειδή σε αδίκησαν κατάφωρα, αδικημένος για την αλήθεια. Έχεις κλάψει ποτέ συκοφαντημένος; Ξέρω κάποιον που είχε κλάψει συκοφαντημένος: Ο άγιος Νεκτάριος. Πόσες φορές δε θα ‘χε κλάψει σ’ αυτό το δωματιάκι εκεί στην Αίγινα, όταν άκουγε να λένε τόσα σχόλια γι’ αυτόν. Δεν ήταν αναίσθητος. Δεν είχε πέτρα μες στο στήθος του. Καρδιά είχε. Και σίγουρα θα έκλαψε. Αδικημένος, συκοφαντημένος, και περίμενε, και περίμενε. Κι είδε το δίκιο του. Πότε. Όσο ζούσε, δυστυχώς, λίγο το είδε. Ο Κύριος τον δικαίωσε όμως πολύ, έστω μετά θάνατον. Η Εκκλησία της Αλεξανδρείας ζήτησε συγγνώμη για τις συκοφαντίες που είχαν ακουστεί για τον άγιο Νεκτάριο και για τον τρόπο που του φέρθηκε. Περίμενε ο άγιος τόσα χρόνια κι ο Θεός τον δικαίωσε. Όσο ζούσε βέβαια, οι άνθρωποι δεν του έδωσαν αυτό το γλυκό ποτήρι της δικαίωσης, αλλά τον πότισαν πίκρα. Εκτός απ’ τους ανθρώπους της Εκκλησίας, τις απλές ψυχές. Οι απλοί πιστοί πάντα τον αγαπούσαν. Αλλά ο άγιος Νεκτάριος έκανε υπομονή. Γι’ αυτό και πολλοί τον ονόμασαν, “Ο άγιος της υπομονής, της καρτερίας”. Διότι περίμενε και δε διαμαρτυρόταν. Περίμενε κι εσύ και θα δεις ότι τα δάκρυά σου μια μέρα θα γίνουν διαμάντια που θα λάμπουν.
Είπε ο Κύριος “Όποιος μ’ ακολουθήσει, από τώρα θα νιώσει μέσα του τον Παράδεισο. Εγώ θα εμφανίσω τον εαυτό μου μέσα του και θα ‘ρθει όλη η αγία Τριάδα και θα μπει στην καρδιά του. Όποιος μ’ αγαπά, ήδη απ’ αυτόν τον κόσμο”. Και λες εσύ, “Πού είναι αυτό. Εγώ δε νιώθω το Θεό”. Κάνεις, όμως, υπομονή; Αγωνίζεσαι υπομονετικά; Πόσο. Θέλει πολύ. Μέρες; Μήνες. Μήνες; Χρόνια, δεκαετίες. Κάνε τόπο μέσα σου, ν’ αφήσεις στο Χριστό να μπει. Άσε ένα σημείο, άσε μια σταθερή θέση στο Χριστό και μην τον πας μια δω και μια εκεί μες στης καρδιάς σου το τοπίο.
Όταν κάποιος γίνεται μοναχός στο άγιο Όρος, ένα ωραίο δώρο που του κάνουν κάποιοι, είναι μια εικόνα της αγίας Υπομονής. Το ξέρεις; Και οι πιο πολλοί μοναχοί αγαπούν την αγία Υπομονή. Διότι η ζωή του μοναχού θέλει υπομονή. Η ζωή του όλη είναι μια τεράστια υπομονή. Ζωή αρκετά μονότονη: κάθε μέρα ακολουθία, κάθε μέρα ξύπνημα στο κελί, πρωινή ακολουθία, κανόνας, κομποσκοίνια, μετάνοιες. Είναι ωραία βέβαια, έχει και ποικιλία, αλλά έχει και μονοτονία σε μερικά πράγματα. Και τι θέλει; Πολλή υπομονή. Το λέει και στην ακολουθία του μοναχικού σχήματος, “Κτήσουν ὑπομονήν”. Έχεις ανάγκη να αποκτήσεις τεράστια υπομονή.
Είπε ο Χριστός μας ότι “όποιος, σαν τα πουλάκια και σαν τα κοράκια του ουρανού, σαν τα παιδάκια και σαν τα λουλουδάκια εμπιστευτεί τον Κύριο, θα δει την προστασία και την στοργή του. Θα του δώσω απ’ όλα: και τροφή και νερό κι ομορφιά και στολίδια, και θα βρει όλου του κόσμου τα καλά. Θα του τα δώσω εγώ“. Εσύ όμως δεν κάνεις υπομονή να δεις αυτά τα θαύματα, παρά τι κάνεις; Αγχώνεσαι διαρκώς. Και λέει ο Κύριος “Για να δεις αυτό που υποσχέθηκα, ξεντύσου από πάνω σου τα ρούχα που φοράς και σου χαλούν το πρόσωπο. Εγώ θέλω να σε ομορφύνω, αλλά πώς να σε ομορφύνω όταν εσύ πας και βάσεις στο πρόσωπό σου τα δικά σου στολίδια τα ψεύτικα, τα ανθρώπινα; Βγάλε από πάνω σου το άγχος, για να σου δώσω εγώ ένα όμορφο πρόσωπο ειρηνικό, γαλήνιο, ήρεμο. Βγάλε από πάνω σου την αγωνία, την ανασφάλεια και τον πανικό, που σε κάνουν να ‘σαι άσχημος και κάνουν το πρόσωπό σου να γερνάει, κι έλα να ντυθείς, έλα να φορέσεις τα δικά μου ρούχα”. Την ειρήνη του Χριστού, την πίστη στη δύναμή του, την ελπίδα στα λόγια του. Και μετά ξέρεις τι να κάνεις; Ξάπλωσε ήρεμος, κι υπομονετικά περίμενε τη χάρη του Χριστού που θα ‘ρθει να σ’ αλλάξει. Γίνε όπως σε θέλει ο Θεός και μετά ξάπλωσε και κοιμήσου και περίμενε. Εμπιστεύσου το Θεό και άστα όλα στο Θεό. Και κάνοντας υπομονή, θα βλέπεις κάθε μέρα να κάνει κάτι ο Θεός στη ζωή σου. Κάθε μέρα που ξυπνάς θα διαπιστώνεις ότι είσαι πιο κοντά στην ευτυχία. Αν όλα αυτά τα δεις λογικά, θα πεις ότι αυτά που λέει ο Θεός δε θα σε κάνουν ευτυχισμένο. Ίσα ίσα σ’ αφήνουν μετέωρο, να κρέμεσαι στο κενό. Κι όμως. Αυτό που νομίζεις ότι είναι κρέμασμα στο κενό, είναι η πιο σίγουρη κίνηση ευτυχίας. Να ‘σαι σίγουρος ότι αυτό που νομίζεις για κενό θα φέρει ακριβώς το γέμισμα της καρδιά σου, και θα δεις πώς θ’ αλλάξει η ζωή σου. “Μην κάνεις τίποτα” λέει ο Χριστός, “για να εκδικηθείς τον εχθρό σου. Άσε, θα τον αναλάβω εγώ. Θα κάνω εγώ ό,τι πρέπει. Εσύ κάνε μόνο ένα πράγμα. Τι. Αγάπα τον εχθρό σου. Κι όταν τον αγαπάς είναι σα να βάζεις πάνω στο κεφάλι του κάρβουνα αναμμένα”. “Μα” θα πεις “εγώ θέλω να δω την εκδίκηση. Θέλω να δω ότι επεμβαίνεις, Κύριε. Να δω μια τάξη, μια δικαιοσύνη στη ζωή μου”. Και λέει ο Κύριος “Ναι, θα το κάνω. Θα σε δικαιώσω. Άσε τα πράγματα, όμως. Κι όταν έρθει η ώρα, θα βοηθήσω. Θέλω να βοηθήσω όμως κι αυτή την ψυχή να καταλάβει το λάθος της. Εσύ όμως κάνε υπομονή. Άσ’ τα πράγματα να τα δικαιώσω εγώ και όχι εσύ”.
Λέει ο Κύριος να παρακαλάμε, “Tὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον” “Κύριε, μόνο για σήμερα; Και αύριο; Τι θα γίνει αύριο.” Άστο το αύριο. Σήμερα δε ζούμε; Κάνε υπομονή και θα δεις ότι κι αύριο θα νιώσεις τη δύναμη του Χριστού, θα δεις πάλι την προστασία του. Χωρίς να σκέφτεσαι εσύ τι θα γίνει μεθαύριο, τι θα γίνει του χρόνου, τι θα γίνει όταν πας εξήντα και εβδομήντα χρονών. Άσε τα πράγματα να κυλήσουν μόνα τους. Θέλει υπομονή η ζωή. Η λογική σου λέει “Κάνε τώρα τα πάντα. Βιάσου, κινήσου, τρέξε, πήγαινε σε ασφαλιστικές εταιρείες, κάνε επενδύσεις τώρα, χάνεις τον έλεγχο της ζωής”. Κι ο Κύριος λέει, “Όχι. Μην πανικοβάλλεσαι. Περίμενε. Μάθε να περιμένεις”.
Το ‘χεις μάθει εσύ αυτό το μάθημα της υπομονής στη ζωή σου; Σκέψου. Πότε πήγες είκοσι χρονών, από δεκαοχτώ, πότε έφτασες σαράντα, πότε έφτασες εξήντα χρονών, κι εσύ είσαι τώρα ογδόντα πέντε κι ενενήντα. Πώς πέρασαν τα χρόνια. Κι έλεγες τότε που ήσουν νέος “Άντε να μεγαλώσω. Πότε θα μεγαλώσω, πώς θα κυλήσει η ζωή”. Και είδες πώς κυλάει η ζωή; Γρήγορα κυλάει. Τι θέλει όμως; Να περιμένουμε. Θέλει να δεχόμαστε την κάθε μέρα με ηρεμία όπως τη δίνει ο Κύριος. Και το κάθε πράγμα θα ‘ρθει στον καιρό του. Αρκεί εσύ να κάνεις αυτή την υπομονή. Και να περιμένεις τη Βασιλεία του Θεού να ‘ρθει. Να περιμένεις να σου φέρει ο Θεός τα πράγματα όπως τα θέλει αυτός.
Είναι μερικοί που κουράζονται στη ζωή τους. Με τα βάσανα της ζωής κι επειδή δεν μπορούν να περιμένουν άλλο, φτάνουν και λένε “Καλύτερα να πεθάνω”. Μου το λένε μερικοί και στην εξομολόγηση, “Πάτερ, το έχω πει μερικές φορές “Ας πεθάνω, Θεέ μου, βαρέθηκα τη ζωή μου, θέλω να απαλλαγώ, θέλω να ηρεμήσω”". Αλλά αυτός ο θάνατος που περιμένεις δεν είναι καλός θάνατος. Και οι άγιοι ήθελαν να πεθάνουν αλλά δεν έβλεπαν το τέλος ως τέλος απαλλαγής, αλλά τέλος απόλαυσης. Ήθελαν να πεθάνουν όχι από μίσος για τη ζωή, αλλά από πόθο για την όντως ζωή, για να ‘ναι κοντά στο Χριστό. Όχι ως απαλλαγή από ένα μαρτύριο, αλλά για να ζήσουν ένα μυστήριο. Το μυστήριο του Θεού, πληρέστερα. Όχι για να απαλλαγούν από κάτι, μα για να αλλαχτούν από κάτι και από Κάποιον. Από το Θεό. Για ν’ αλλοιωθούν απ’ τη Βασιλεία του Θεού. Ήθελαν και οι άγιοι να φύγουν απ’ τον κόσμο αυτό, και ήταν ανυπόμονοι. Μα επειδή αγαπούσαν πολύ το Θεό. Κι έλεγαν “Αχ, Κύριε, πάρε με κοντά σου”. Το ‘λεγε ο απόστολος Παύλος, “Επιθυμώ άναλύσαι καί συν Χριστώ είναι”. “Θέλω να πεθάνω. Δεν κρατιέμαι άλλο στη ζωή. Θέλω να φύγω. Θέλω να φύγω απ’ αυτό τον κόσμο. Δεν έχω υπομονή”. Αλλά δεν το έλεγαν όπως το λέμε εμείς. Εμείς το λέμε κουρασμένοι και βαριεστημένοι, επειδή δε χαιρόμαστε τα δώρα του Θεού και βαριόμαστε τη ζωή μας. Όχι, αδερφέ μου. Στη ζωή αυτή θα κουραστούμε. Θα περάσουμε πολλά. Πιο πολλές, όντως, θα είναι οι λύπες στη ζωή. Πιο πολλά θα ‘ναι τα δάκρυα κι οι στεναγμοί. Πολλά τα έξοδα, οι αρρώστιες, οι αγωνίες, παρά τα χαμόγελα και η ευτυχία. Το ξέρω. Το λες κι εσύ, και το ζούμε όλοι. Αξίζει όμως να κάνεις τον αγώνα αυτό. Όλα αυτά που τώρα περνάς με υπομονή, σού ετοιμάζουν τον Παράδεισο. “Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι ημίν”. Θα δεις. Αυτά που τώρα περνάμε, με την υπομονή που κάνουμε, είναι ένα τίποτα μπροστά σ’ αυτό που μας περιμένει. Μας περιμένει ένας πανέμορφος κόσμος ευτυχίας και αγαλλίασης κοντά στο Θεό. Όσοι άγιοι είδαν τον Παράδεισο είπαν “Πω, πω, Θεέ μου, αν το ‘ξερα τι ευτυχία με περιμένει εδώ πέρα, δε θα διαμαρτυρόμουν ποτέ στη ζωή. Και θα ‘κανα συνέχεια υπομονή και θα περίμενα, μόνο και μόνο για να ζήσω αυτό το υπέροχο που τώρα ζω”. Γι’ αυτό, κάνε υπομονή. Για ν’ απολαύσεις τη Βασιλεία του Θεού, τη γεμάτη ευτυχία.
Μια άλλη φορά θα πούμε γιατί αξίζει να κάνουμε υπομονή, γιατί πρέπει να κάνουμε υπομονή και κάποιες αφορμές και κάποιες σκέψεις που θα κάνουν αυτή την υπομονή πιο δυνατή μες στην καρδιά μας. Γιατί πολλές φορές έρχεσαι και λες κλαίγοντας, “Δεν αντέχω άλλο. Δεν μπορώ άλλο. Δεν μπορώ τον άντρα μου που μεθά. Δεν τη μπορώ τη γυναίκα μου που δε μ’ αφήνει σε ησυχία και συνέχεια φωνάζει. Δεν το μπορώ το παιδί μου που δε μ’ ακούει. Δεν μπορώ τον καθηγητή μου που μ’ έχει βάλει στο μάτι. Δεν μπορώ το ένα, δεν μπορώ το άλλο. Δεν αντέχω, δεν έχω υπομονή στη ζωή μου. Κουράστηκε το νευρικό μου σύστημα. Έχω αρρωστήσει”. Κι όμως. Μπορούμε λίγο ακόμα να κάνουμε υπομονή. Και όταν δει ο Κύριος ότι είμαστε στα όριά μας κι ότι φτάνουμε στο παρά πέντε, κάτι θα γίνει και θα βρεθεί μια λύση.
Σήμερα πάντως είχατε πολλή υπομονή. Σας κούρασα λίγο με όλ’ αυτά, αλλά είναι τέτοιο το θέμα της υπομονής που θέλει όντως υπομονή και για να τη ζεις, αλλά και να μιλάς γι’ αυτή, και ν’ ακούς γι’ αυτή.

Απόσπασμα από το βιβλίο “Αγάπη για πάντα”
του π. Ανδρέα Κονάνου

Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός: Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει!



- Γέροντα, μερικές φορές είμαστε κουρασμένοι από το διακόνημα και παρεξηγούμεθα μεταξύ μας. Τί γίνεται τότε;
- Όταν είστε κουρασμένοι, να είστε περισσότερο προσεκτικοί. Πάντοτε να προηγήται η μεταξύ σας αγάπη, παρά οτιδήποτε άλλο. Και αν συμβή αυτό, με πραγματική, όχι υποκριτική αγάπη, να πείσης τον αδελφό σου ότι παρεφέρθης χωρίς να το καταλάβης.
«Συγχώρεσέ με, αδελφέ μου, διότι παρεφέρθηκα.». Όταν έχετε αλληλεγγύη και «εύχεσθε υπέρ αλλήλων» και γενικά καλλιεργήτε την μεταξύ σας αγάπη και ενότητα, αυτός είναι ένας ισχυρός δεσμός πού κάνει ανίσχυρο τον σατανά.
Ευρίσκομε πολλά παραδείγματα στους Πατέρες, πού φανερώνουν ότι υκείνοι πού αγωνίζονταν με την χάρι τής αγάπης υπέρ των άλλων, εγίνοντο αφορμή να σωθούν οι άλλοι από τις αδυναμίες πού είχαν.
Σας υπενθυμίζω το παράδειγμα τού αδελφού εκείνου, πού επολεμήθη στην σάρκα και δεν ημπορούσε να αντέξη. Ήσαν δυο μαζί· και είπε ο ένας στον άλλο. «Αδελφέ μου, να με συγχώρησης. Εγώ δεν ημπορώ να μείνω άλλο εδώ. Αγωνίστηκα όσο άντεχα, άλλο δεν ημπορώ, θα φύγω να πάω στον κόσμο να νυμφευτώ».
Ο αδελφός αφού τον ενουθέτησε αρκετά, δεν ημπόρεσε να τον πείση. Όταν ήλθε η ώρα πού θα έφευγε, τού λέγει: «Θα έλθω και εγώ μαζί σου. Επειδή είμαστε πνευματικοί αδελφοί και εζήσαμε τόσα χρόνια μαζί, δεν κρίνω σκόπιμο να σε αφήσω μόνο σου».
- Μα ξέρεις τι κάνεις; Εγώ πάω τώρα να εύρω γυναίκα να αμαρτήσω μαζί της. Εσύ θάρθης μαζί μου;
- Δεν θα αμαρτήσω αλλά θα έρθω. Δεν θα σε αφήσω μόνο σου.
Και πράγματι τον ακολούθησε, και όταν έφθασε στον τόπο εκείνο πού υπήρχαν τέτοιες γυναίκες, πήγε αυτός μέσα να ικανοποιήση την επιθυμία του. Ο άλλος εκάθησε απ’ έξω και παρεκάλει τον Θεό. «Θεέ μου, αν και είναι η τελευταία ώρα, εσύ ημπορείς να τον σώσης». Και πράγματι όταν εμπήκε μέσα να κάνη την αμαρτία, μετεμελήθη. Ανεχαίτισε ο Θεός την δύναμι τού πολέμου και συνήλθε και είπε: «Μα τι κάνω τώρα; Τόσα χρόνια στην έρημο, δεν εχόρτασα ψωμί και νερό και ήλθα τώρα για μία μικρή ηδονή, να γίνω ακάθαρτος, να αρνηθώ τον Χριστό μου και να χάσω τον κόπο μου όλο και να πάω με τον διάβολο στην κόλασι;» Και εγύρισε πίσω. Δεν αμάρτησε. Πήγε έξω στον αδελφό του λέγοντας; 
 «Μετανόησα. Δεν πωλώ την σωτηρία μου για τόσο φθηνό πράγμα». Και επέστρεψαν στον τόπο τους. Και απεκάλυψε ένας από τούς Γέροντες, ότι διά τον κόπο αυτού πού τον ηκολούθησε επήρε ο Θεός τον πόλεμο από τον άλλο.
Βλέπετε; Και εσείς όταν έχετε μεταξύ σας αγάπη, τότε γίνεται φραγμός σωτηρίας. Η αγάπη των άλλων προφυλάσσει, σκεπάζει και καλύπτει όποιον είναι μακριά και όποιον είναι αδύνατος, και έτσι δεν ημπορεί ο εχθρός να μάς κάνη κακό. Τόσο μεγάλο πράγμα είναι η αγάπη! Πραγματικά «ουδέποτε εκπίπτει».

Η ταπεινοφροσύνη φυγαδεύει τους δαίμονες.



Ένας γέροντας είπε:
- Όποιος έχει ταπείνωση, ταπεινώνει τους δαίμονες, και όποιος δεν έχει ταπείνωση, χλευάζεται από τους δαίμονες.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
- Γιατί χτυπιόμαστε τόσο πολύ από τους δαίμονες;
- Επειδή πετάμε τα όπλα μας, απάντησε εκείνος, εννοώ την ατιμία, την ταπείνωση, την ακτημοσύνη και την υπομονή.
Μια φορά ήρθαν κάποιοι στη Θηβαΐδα, σ΄ ένα γέροντα, και του έφεραν ένα δαιμονισμένο για να τον θεραπεύσει. Και ο γέροντας, (μολονότι αρχικά δεν δεχόταν, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο, τελικά), επειδή πολύ τον παρακάλεσαν, λέει στο δαίμονα:
- Βγες από το πλάσμα του Θεού!
- Βγαίνω, αποκρίθηκε ο δαίμονας. Αλλά σε ρωτάω ένα πράγμα και απάντησέ μου: Ποιοι είναι τα «ερίφια» και ποιοι τα «πρόβατα» (Ματθ. 25:31-33);
- Τα «ερίφια» είμαι εγώ, απάντησε ο γέροντας. Όσο για τα «πρόβατα», ο Θεός τα γνωρίζει.
Μόλις άκουσε (αυτά τα λόγια) ο δαίμονας, κραύγασε:
- Να, για την ταπείνωσή σου βγαίνω!
Και βγήκε (από τον άνθρωπο) την ίδια ώρα.

«Ην γαρ πλούσιος σφόδρα…» (Αληθινή ιστορία)


Του Δημήτρη Σωτηρόπουλου, από το βιβλίο του «Σταλαγματιές Αγιορείτικες – Προσκυνητών Αναμνήσεις»

Κάθε φορά που αισθανόμαστε ότι η σύγχρονη ζωή με την απάνθρωπη, καταναλωτική της κοινωνία μας πνίγει, έρχεται κυριολεκτικά από το πουθενά ένα γεγονός να μας δώσει ελπίδα πως τίποτα δεν χάθηκε και – γιατί όχι – τα πράγματα θα καλυτερεύσουν στο μέλλον…
Αυτή ήταν η πρώτη μου σκέψη, όταν σε μία επίσκεψή μου σε μεγάλη Αγιορειτικη Μονή έμαθα την ιστορία ενός νέου μοναχού, που τον λένε Συμεών.
Ο Συμεών, λοιπόν, είναι γόνος μιάς πολύ πλούσιας οικογένειας.
Σπούδασε σε ένα από τα καλύτερα Πανεπιστήμια των Η.Π.Α κι εγινε περιζήτητος στην εργασία του, λόγω της μόρφωσής του. Αποτέλεσμα, σε πολύ μικρή ηλικία να έχει διευθυντική θέση σε μεγάλη εταιρεία, με ανάλογο μισθό.
Μέχρι πριν από 7 χρόνια περίπου, ζούσε μία «φυσιολογική» ζωή, από αυτήν που θα εύχονταν να έχουν πολλοί συνάνθρωποί μας. Τίποτα (;) δεν φαινόταν να του λείπει…
Έλειπε όμως το σημαντικότερο: Ο Θεός!
Κανείς δεν του τον είχε γνωρίσει. Από πουθενά δεν άκουσε για Εκείνον. Τον ανακάλυψε μόνος του, ενώ ζούσε μέσα στην απόλυτη ευδαιμονία της υλιστικής εποχής μας, που τον θεωρούσε απόλυτα «πετυχημένο» και δικό της… 
Έτσι, αποφάσισε να ασχοληθεί βαθύτερα με το θέμα: Κατευθύνθηκε στο Περιβόλι της Παναγίας, οπου αρχισε να συμμετέχει με δέος και κατάνυξη στις πολύωρες Ακολουθίες. Συνομίλησε με γεροντάδες και τους είπε τί τον βασανίζει. Ξεκίνησε να προγεύεται τη μοναστική ζωή.
 Ωσπου κάποια στιγμή, το αποφάσισε: Θα γίνει μοναχός!
 Ναί! Αυτός, ο διακεκριμένος – από πολύ νέος – στην επιστήμη του. Ο περιζήτητος στο επάγγελμά του. Ο μαθημένος σε μεγάλα πλούτη από τα γεννοφάσκια του.
 Κι ομως, απαρνήθηκε ολα τα παραπάνω: Για ένα τριμμένο ράσο. Για μία ζωή χωρίς κανένα περιουσιακό στοιχείο. Για μια σκληρή και  συνεχή εργασία, χωρίς καμία υλική απολαβή.
Νά’ σαι καλά, Πατέρα Συμεών! Μας εδωσες λίγη, μα τόσο απαραίτητη δύναμη και τόνωση για να συνεχίσουμε τον αγώνα μας μέσα στον κόσμο, που έδιωξε τον Θεό και θεοποίησε την υλη.
Εσύ, πήρες αντίστροφη πορεία: Ακολούθησες τον Χριστό, απαρνούμενος πολλών ειδών κοσμικές απολαύσεις. Έγινες, άθελά σου ίσως, ένα φωτεινό παράδειγμα για όλους μας.
Κι απέδειξες πως ο πλούσιος νέος της σχετικής παραβολής, θα μπορούσε να είχε πάρει τον άλλο δρόμο: Αυτόν της άρνησης των επιγείων αγαθών, για τη διεκδίκηση των επουρανίων…!

Πηγή:hellas-orthodoxy.blogspot.gr

Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων


Εορτάζει στις 30 Μαΐου.
Βιογραφία

Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών. Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. Ο Ισαάκιος, που ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ουάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: «Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν» (Πράξεις των Αποστόλων, κστ’ 14). Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα. Ο Ουάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. Ο Ισαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο δε Ουάλης έπαθε αυτά που προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος.

Στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω από την Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά την οποία ο αυτοκρατορικός στρατός κατατροπώθηκε, αφού φονεύθηκαν πολλοί από τους άριστους στρατηγούς του. Ο Ουάλης, καταφεύγοντας εντός αχυρώνος, για να σωθεί, κάηκε ζωντανός, μαζί με τον αρχιστράτηγό του.

Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., συντελώντας τα μέγιστα στην επιτυχία αυτής.

Προαισθανόμενος το τέλος του, αφού διόρισε διάδοχό του τον Όσιο Δαλμάτιο (τιμάται 3 Αυγούστου), κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 396 μ.Χ.
Η μνήμη του Οσίου Ισαάκιου επαναλαμβάνεται και στις 3 Αυγούστου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Τύπος πέφηνας, τῆς ἐγκρατείας, καὶ ἑδραίωμα, τῆς Ἐκκλησίας, Ἰσαάκιε Πατέρων ἀγλάϊσμα· ἐν ἀρεταῖς γὰρ φαιδρύνας τὸν βίον σου, Ὀρθοδοξίας τὸν λόγον ἐτράνωσας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαο ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῶν Ὁσίων ἀκριβέστατον ὑπόδειγμα· καὶ εὐσεβείας πρακτικώτατον ἐκφάντορα· ἀνυμνοῦμέν σε οἱ δούλοι σου θεοφόρε. Ἀλλ’ ὡς χάριτος τῆς θείας καταγώγιον, ναοὺς ἔργασθαι ἡμᾶς φωτὸς τοῦ Πνεύματος, τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Ἰσαάκιε.

Μεγαλυνάριον

Χαίροις Μοναζόντων ὑπογραμμός, καὶ Μονῆς Δαλμάτων, κυβερνήτης ὁ ἀπλανής· χαίροις χαρισμάτων, ταμεῖον θεοβρύτων, Ἰσαάκιε παμμάκαρ, Ἀγγέλων σύσκηνε.

Όσιος Ισαάκιος ο Ομολογητής ηγούμενος Μονής Δαλμάτων
Ψήφω Θεού προς θείον ήρθη χωρίον,
Γης Iσάκιος εκλιπών το χωρίον.
Γην λίπεν Iσακίου τριακοστή κυδάλιμον κηρ.
Ψήφῳ Θεοῦ πρὸς θεῖον ἤρθη χωρίον,
Γῆς, Ἰσαάκιος ἐκλιπὼν τὸ χωρίον.
Θεῖον Ἰσαάκιον μόρος εἷλεν ἑνὶ τριακοστῇ.

 Πηγή:saint.gr 

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ


Να ευχαριστούμε πάντοτε τον Θεό!
Του Αγίου Μεγάλου Βασιλείου

 «Να προσεύχεσαι κάθε φορά που κάθεσαι στο τραπέζι. 

   Όταν  δέχεσαι το ψωμί, να αποδίδεις την ευχαριστία σ’ Αυτόν που το έδωσε. Όταν με οίνο στηρίζεις την ασθένεια του σώματος, να θυμάσαι Αυτόν που σου παρέχει το δώρο για να ευφραίνεται η καρδιά και να καταπραΰνονται οι ασθένειες. 
  Πέρασε η ανάγκη των φαγητών; Η μνήμη όμως του Ευεργέτη να μην παρέλθει. Κάθε φορά που φοράς τον χιτώνα να ευχαριστείς Αυτόν που σου τον έδωσε. Όταν ντύνεσαι το ρούχο, να αυξήσεις την αγάπη στον Θεό, ο οποίος μας χάρισε κατάλληλα σκεπάσματα και για τον χειμώνα και για το καλοκαίρι, τα οποία και τη ζωή μας προφυλάσσουν και την ασχήμια καλύπτουν. 
 Τελείωσε η ημέρα; Να ευχαριστείς Αυτόν που μας χάρισε τον ήλιο για να μας εξυπηρετεί στα έργα της ημέρας και που έδωσε το φως για να φωτίζει τη νύχτα και να εξυπηρετεί τις λοιπές ανάγκες της ζωής».

           [Απ’ την έργο μας «ΒΑΣΙΛΕΙΑΝΟ ΑΠΟΘΗΣΑΥΡΙΣΜΑ»]

Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Ἑορτή τῆς Μεσοπεντηκοστῆς.



           Σέ λίγους πιστούς εναι γνωστή ορτή, μέ τήν ποία θά σχοληθομε τώρα. κτός πό τούς ερες καί μερικούς λλους χριστιανούς, πού χουν να στενότερο σύνδεσμο μέ τήν κκλησία μας, ο περισσότεροι δέν γνωρίζουν κν τήν παρξί της. Λίγοι εναι κενοι πού κκλησιάζονται κατ ατή καί περισσότεροι δέν ποπτεύονται κν τι τήν Τετάρτη μετά τήν Κυριακή το Παραλύτου πανηγυρίζει κκλησία μία μεγάλη δεσποτική ορτή, τήν ορτή τς Μεσοπεντηκοστς. Καί μως κάποτε ορτή τς Μεσοπεντηκοστς ταν μεγάλη ορτή τς Μεγάλης κκλησίας τς Κωνσταντινουπόλεως καί συνέτρεχαν κατ ατή στόν μεγάλο ναό πλήθη λαο.

Δέν χει κανείς παρά νά νοίξ τήν κθεσι τς Βασιλείου Τάξεως (Κεφ. 26) το Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου γιά νά δ τό πίσημο τυπικό το ορτασμο, πως τελετο μέχρι τήν Μεσοπεντηκοστή το τους 903 στόν ναό το γίου Μωκίου στήν Κωνσταντινούπολι, μέχρι δηλαδή τήν μέρα πού γινε πόπειρα κατά τς ζως το ατοκράτορος Λέοντος ΣΤ’ το Σοφο (11 Μαΐου 903).

κε πάρχει μία λεπτομερής περιγραφή το λαμπρο πανηγυρισμο, πού καταλαμβάνει λόκληρες σελίδες καί καθορίζει μέ τήν γνωστή παράξενη βυζαντινή ρολογία, πς ατοκράτωρ τό πρωΐ τς ορτς μέ τά πίσημα βασιλικά του νδύματα καί τήν συνοδεία του ξεκινοσε πό τό ερό παλάτιο γιά νά μεταβ στόν ναό το γίου Μωκίου, που θά τελετο θεία λειτουργία. Σέ λίγο φθανε λιτανεία μέ πί κεφαλς τόν πατριάρχη, καί βασιλεύς καί πατριάρχης εσήρχοντο πισήμως στόν ναό. θεία λειτουργία τελετο μέ τήν συνήθη στίς μεγάλες ορτές βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Μετά πό ατήν ατοκράτωρ παρέθετε πρόγευμα, στό ποο παρεκάθητο καί πατριάρχης. Καί πάλι βασιλεύς πό τίς πευφημίες το πλήθους «Ες πολλούς καί γαθούς χρόνους Θεός γάγει τήν βασιλείαν μν» καί μέ πολλούς νδιαμέσους σταθμούς πέστρεφε στό ερό παλάτιο.

λλά καί στά σημερινά μας λειτουργικά βιβλία, στό Πεντηκοστάριο, βλέπει κανείς τά χνη τς παλαις της λαμπρότητος. Παρουσιάζεται σάν μία μεγάλη δεσποτική ορτή, μέ τά κλεκτά της τροπάρια καί τούς διπλος της κανόνες, ργα τν μεγάλων μνογράφων, το Θεοφάνους καί το νδρέου Κρήτης, μέ τά ναγνώσματά της καί τήν πίδρασί της στίς πρό καί μετά πό ατήν Κυριακές καί μέ τήν παράτασι το ορτασμο της πί κτώ μέρες κατά τόν τύπο τν μεγάλων ορτν το κκλησιαστικο τους.

Ποιό μως εναι τό θέμα τς διορρύθμου ατς ορτς; χι πάντως κανένα γεγονός τς εαγγελικς στορίας. Τό θέμα της εναι καθαρά ορτολογικό καί θεωρητικό. Τετάρτη τς Μεσοπεντηκοστς εναι 25η πό το Πάσχα καί 25η πρό τς Πεντηκοστς μέρα. Σημειώνει τό μέσον τς περιόδου τν 50 μετά τό Πάσχα ορτασίμων μερν. Εναι δηλαδή νας σταθμός, μία τομή. ραα τό τοποθετε τό πρτο τροπάριο το σπερινο τς ορτς:

«Πάρεστιν μεσότης μερν, τν κ σωτηρίου ρχομένων γέρσεως Πεντηκοστ δέ τ θεί σφραγιζομένων, καί λάμπει τάς λαμπρότητας μφοτέρωθεν χουσα καί νοσα τάς δύο καί παρεναι τήν δόξαν προφαίνουσα τς δεσποτικς ναλήψεως σεμνύνεται».

Χωρίς δηλαδή νά χ δικό της θέμα μέρα ατή συνδυάζει τά θέματα, το Πάσχα φ νός καί τς πιφοιτήσεως το γίου Πνεύματος φ τέρου, καί «προφαίνει» τήν δόξαν τς ναλήψεως το Κυρίου, πού θά ορτασθ μετά πό 15 μέρες. κριβς δέ ατό τό μέσον τν δύο μεγάλων ορτν φερνε στό νο καί να βραϊκό πίθετο το Κυρίου, τό «Μεσσίας». Μεσσίας στά λληνικά μεταφράζεται Χριστός. λλά χητικά θυμίζει τό μέσον. τσι καί στά τροπάρια καί στό συναξάριο τς μέρας παρετυμολογία ατή γίνεται φορμή νά παρουσιασθ Χριστός σάν Μεσσίας – μεσίτης Θεο καί νθρώπων, «μεσίτης καί διαλλάκτης μν καί το αωνίου ατο Πατρός». «Διά ταύτην τήν ατίαν τήν παροσαν ορτήν ορτάζοντες καί Μεσοπεντηκοστήν νομάζοντες τόν Μεσσίαν τε νυμνομεν Χριστόν», σημειώνει Νικηφόρος Ξανθόπουλος στό συναξάριο.

Σ ατό βοήθησε καί εαγγελική περικοπή, πού ξελέγη γιά τήν μέρα ατή (ω. 7, 14-30). Μεσούσης τς ορτς το ουδαϊκο Πάσχα Χριστός νεβαίνει στό ερό καί διδάσκει. διδασκαλία Του προκαλε τόν θαυμασμό, λλά καί ζωηρά ντιδικία μεταξύ ατο καί το λαο καί τν διδασκάλων. Εναι Μεσσίας ησος δέν εναι; Εναι διδασκαλία το ησο κ Θεο δέν εναι; Νέο λοιπόν θέμα προστίθεται: Χριστός εναι διδάσκαλος. Ατός πού ν δέν μαθε γράμματα κατέχει τό πλήρωμα τς σοφίας, γιατί εναι Σοφία το Θεο κατασκευάσασα τόν κόσμον. κριβς πό ατόν τόν διάλογο μπνέεται μεγάλο μέρος τς μνογραφίας τς ορτς.

κενος πού διδάσκει στόν ναό, στό μέσον τν διδασκάλων το ουδαϊκο λαο, στό μέσον τς ορτς, εναι Μεσσίας, Χριστός, Λόγος το Θεο. Ατός πού ποδοκιμάζεται πό τούς δθεν σοφούς το λαο Του εναι το Θεο Σοφία. κλέγομε να πό τά πιό χαρακτηριστικά τροπάρια, τό δοξαστικό τν ποστίχων το σπερινο το πλ. δ΄ χου: Μεσούσης τς ορτς διδάσκοντός σου, Σωτήρ, λεγον ο ουδαοι· Πς οτος οδε γράμματα, μή μεμαθηκώς; γνοοντες τι σύ ε Σοφία κατασκευάσασα τόν κόσμον. Δόξα σοι».

Λίγες σειρές πιό κάτω στό Εαγγέλιο το ωάννου, μέσως μετά τήν περικοπή πού περιλαμβάνει τόν διάλογο το Κυρίου μέ τούς ουδαίους «Τς ορτς μεσούσης», ρχεται νας παρόμοιος διάλογος, πού λαβε χώραν μεταξύ Χριστο καί τν ουδαίων «τ σχάτ μέρ τ μεγάλ τς ορτς», δηλαδή κατά τήν Πεντηκοστή. Ατός ρχίζει μέ μία μεγαλήγορο φράσι το Κυρίου.«άν τις διψ, ρχέσθω πρός με καί πινέτω. πιστεύων ες μέ, καθώς επεν γραφή, ποταμοί κ τς κοιλίας ατο ρεύσουσιν δατος ζντος» (ω. 7, 37-38). Καί σχολιάζει Εαγγελιστής.«Τοτο δέ επε περί το Πνεύματος, ο μελλον λαμβάνειν ο πιστεύοντες ες ατόν» (ω. 7, 39). Δέν χει σημασία τι ο λόγοι ατοί το Κυρίου δέν λέχθησαν κατά τήν Μεσοπεντηκοστή, λλά λίγες μέρες ργότερα.

Ποιητικ δεί μπκαν στό στόμα το Κυρίου στήν μιλία Του κατά τήν Μεσοπεντηκοστή. Ταίριαζαν ξ λλου τόσο πολύ μέ τό θέμα τς ορτς. Δέν μποροσε νά βρεθ πιό παραστατική εκόνα γιά νά δειχθ χαρακτήρ το διδακτικο ργου το Χριστο. Στό διψασμένο νθρώπινο γένος διδασκαλία το Κυρίου λθε σάν δωρ ζν, σάν ποταμός χάριτος πού δρόσισε τό πρόσωπο τς γς.

Χριστός εναι πηγή τς χάριτος, το δατος το λλομένου ες ζωήν αώνιον, πού ξεδιψ καί ρδεύει τίς συνεχόμενες πό βασανιστική δίψα ψυχές τν νθρώπων. Πού μεταβάλλει τούς πίνοντας σέ πηγές. «Ποταμοί κ τς κοιλίας ατο ρεύσουσι δατος ζντος» (ω. 7, 38). «Καί γενήσεται ατ πηγή δατος λλομένου ες ζωήν αώνιον», επε στήν Σαμαρείτιδα (ω. 4, 14). Πηγή πού μετέτρεψε τήν ρημο το κόσμου σέ θεοφύτευτο παράδεισο ειθαλν δένδρων φυτευμένων παρά τάς διεξόδους τν δάτων το γίου Πνεύματος. Τό γόνιμο ατό θέμα δωσε νέες φορμές στήν κκλησιαστική ποίησι καί στόλισε τήν ορτή τς Μεσοπεντηκοστς μέ ξαιρέτους μνους. Διαλέγομε τρες, τούς πιό χαρακτηριστικούς: Τό κάθισμα το πλ. δ΄ χου πρός τό «Τήν Σοφίαν καί Λόγον», πού ψάλλεται μετά τήν γ΄ δή το κανόνος στήν κολουθία το ρθρου: «Τς σοφίας τό δωρ καί τς ζως ναβρύζων τ κόσμ, πάντας, Σωτήρ, καλες το ρύσασθαι σωτηρίας τά νάματα· τόν γάρ θεον νόμον σου δεχόμενος νθρωπος, ν ατ σβεννύει τς πλάνης τούς νθρακας. θεν ες αἰῶνας ο διψήσει, ο λήξει το κόρου σου δέσποτα, βασιλε πουράνιε. Διά τοτο δοξάζομεν τό κράτος σου, Χριστέ Θεός, τν πταισμάτων φεσιν ατούμενοι καταπέμψαι πλουσίως τος δούλοις σου».

Τό πολυτίκιο καί τό κοντάκιο τς ορτς, τό πρτο το πλ. δ΄ καί τό δεύτερο το δ΄ χου: «Μεσούσης τς ορτς διψσάν μου τήν ψυχήν εσεβείας πότισον νάματα· τι πσι, Σωτήρ βόησας· διψν ρχέσθω πρός με καί πινέτω. πηγή τς ζως, Χριστέ Θεός, δόξα σοι».

«Τς ορτς τς νομικς μεσαζούσης τν πάντων ποιητής καί δεσπότης πρός τούς παρόντας λεγες, Χριστέ Θεός· Δετε καί ρύσασθαι δωρ θανασίας. θεν σοι προσπίπτομεν καί πιστς κβομεν· Τούς οκτιρμούς σου δώρησαι μν, σύ γάρ πάρχεις πηγή τς ζως μν».

Καί τέλος τό παράμιλλο ξαποστειλάριο τς ορτς: « τόν κρατρα χων τν κενώτων δωρεν, δός μοι ρύσασθαι δωρ ες φεσιν μαρτιν· τι συνέχομαι δίψ, εσπλαγχνε μόνε οκτίρμον».

Ατή μέ λίγα λόγια εναι ορτή τς Μεσοπεντηκοστς. λλειψις στορικο ποβάθρου τς στέρησε τόν παραίτητο κενο λαϊκό χαρακτρα, πού θά τήν κανε προσφιλ στόν πολύ κόσμο. Καί τό ντελς θεωρητικό της θέμα δέν βοήθησε τούς χριστιανούς, πού δέν εχαν τίς παραίτητες θεολογικές προϋποθέσεις, νά ξεπεράσουν τήν πιφάνεια καί νά εσδύσουν στήν πανηγυριζόμενη δόξα το διδασκάλου Χριστο, τς Σοφίας καί Λόγου το Θεο, τς πηγς το κενώτου δατος.

Συνέβη μέ ατή κάτι νάλογο μέ κενο πού συνέβη μέ τούς περιφήμους ναούς τς το Θεο Σοφίας, πού ντί νά τιμνται στό νομα το Χριστο ς Σοφίας το Θεο, πρός τιμήν το ποίου νηγέρθησαν, κατήντησαν, γιά τούς δίους λόγους, νά πανηγυρίζουν στήν ορτή τς Πεντηκοστς το γίου Πνεύματος τς γίας Τριάδος τν Εσοδίων τς Κοιμήσεως τς Θεοτόκου καί ατς τς μάρτυρος Σοφίας καί τν τριν θυγατέρων της Πίστεως, λπίδος καί γάπης.

 Πηγή: Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Καρέα